![]()
Ο θάνατος του αντιδίκου μία εβδομάδα πριν τη συμπλήρωση
της προθεσμίας των 120 ημερών για το κλείσιμο του φακέλου και 2 ημέρες πριν τη
συνεδρία τής υποχρεωτικής διαμεσολάβησης, συνιστά βίαιη διακοπή της δίκης
καθότι το διακοπτικό της δίκης γεγονός επισυνέβη μέχρι να
τελειώσει η συζήτηση της υπόθεσης μετά την οποία εκδίδεται η οριστική απόφαση.
Το διακοπτικό της
δίκης γεγονός και δη ο θάνατος του αντιδίκου
γ ν ω σ τ ο π ο ι ή θ η κ ε σε κατά νόμιμο τρόπο, και δη ενόψει της
προγραμματισθείσας διαδικασίας διαμεσολάβησης ο δικηγόρος τού θανόντος ενημέρωσε
π ρ ο φ ο ρ ι κ ά τον ενάγοντα, οπότε η γνωστοποίηση έγινε παραδεκτά, σύμφωνα με την
πρώτη παράγραφο του άρθρου 287 ΚΠολΔ,
εκτός του ακροατηρίου κατά την επιχείρηση διαδικαστικής πράξης, το βραδύτερο
μέχρι να τελειώσει η συζήτηση της υπόθεσης μετά την οποία εκδίδεται η οριστική
απόφαση, οπότε και η δίκη διακόπηκε.
Με βάση το ιστορικό αυτό ζητήθηκε με ασφαλιστικά μέτρα η
παράταση των προθεσμιών για την κατάθεση προτάσεων και της προσθήκης σε αυτές
κατά τουλάχιστον 150 ημέρες (5 μήνες).
Η Αθήνα έκανε δεκτά τα ασφαλιστικά και παράτεινε την
προθεσμία των 120 ημερών κατά 5 μήνες.
Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων εδώ
Η απόφαση εδώ

Με
το άρθρο 592 ΚΠολΔ, όπως ισχύει ορίζεται ότι "Κατά την ειδική διαδικασία
των οικογενειακών διαφορών δικάζονται οι γαμικές διαφορές, οι διαφορές από την
ελεύθερη συμβίωση, οι διαφορές από τις σχέσεις γονέων και τέκνων, και οι λοιπές
οικογενειακές διαφορές που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου αυτού: Οι
λοιπές οικογενειακές διαφορές αφορούν: α) ..., β) (...) την επικοινωνία των
γονέων και των λοιπών ανιόντων με το τέκνο. Περαιτέρω, στο άρθρο 1520 παρ. 2
του Αστικού Κώδικα, όπως μεταρρυθμίστηκε με τον Ν. 4800/2021, προβλέπεται ρητά
ότι «Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου
με τους ανώτερους ανιόντες και τους αδελφούς του, εκτός αν συντρέχει σπουδαίος
λόγος…».
Από
τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι δικαίωμα επικοινωνίας δίνεται όχι μόνο στο
γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, αλλά και στους απώτερους ανιόντες,
παππούδες και γιαγιάδες. Η αρνητική διατύπωση της δεύτερης παραγράφου του άνω
άρθρου έχει την έννοια ότι η αυθυπαρξία του δικαιώματος επικοινωνίας του
απώτερου ανιόντος, είναι δυνατόν, κατ` εξαίρεση, να εμποδισθεί από τους γονείς
ή τον γονέα που έχει την επιμέλεια των τέκνων, αν συντρέχει σοβαρός λόγος, ενώ
παρόμοιος αποκλεισμός δεν προβλέπεται σχετικά με το δικαίωμα επικοινωνίας του
γονέα. Το δικαστήριο, προκειμένου να ρυθμίσει το δικαίωμα επικοινωνίας των άνω
προσώπων με το ανήλικο τέκνο, πρέπει πρωτίστως να λαμβάνει υπόψη το συμφέρον
του ανηλίκου. Κατά κανόνα, η επικοινωνία του τέκνου με τον παππού ή τη γιαγιά
του έχει επωφελή γι` αυτό αποτελέσματα. Αντίθετα όμως, σε ορισμένες περιπτώσεις, η άρνηση των γονέων να επιτρέψουν
την επικοινωνία των απωτέρων ανιόντων με το παιδί είναι δυνατόν να εμφανίζεται
δικαιολογημένη, όπως παραδειγματικά μπορούν να αναφερθούν οι περιπτώσεις που οι
εκάστοτε συναντήσεις οδηγούν σε εντάσεις, ή που οι σχέσεις των γονέων με τους
ανιόντες αυτών είναι σημαντικά διαταραγμένες, ή όταν οι τελευταίοι επεμβαίνουν
στην ανατροφή του παιδιού παραβλέποντας το προβάδισμα των γονέων ή επηρεάζουν
δυσμενώς το παιδί σε βάρος των γονέων (βλ. και Πουλιάδης σε Γεωργιάδη-
Σταθόπουλο Αστ. Κώδιξ τ. viii σελ. 236).
Συναφώς,
σκοπός του δικαιώματος επικοινωνίας του απώτερου ανιόντος, όπως άλλωστε και του
ίδιου του γονέα με το ανήλικο τέκνο, είναι η ικανοποίηση του φυσικού
αισθήματος α γ ά π η ς μεταξύ αυτών , σε διαφορετική περίπτωση ε μ φ α ν ο ύ ς και ο
υ σ ι α σ τ ι κ ή ς έ λ λ ε ι ψ η
ς α γ ά π η ς ασκείται
β λ α π τ ι κ ή ε π ί δ ρ α σ
η στο συμφέρον του παιδιού, πολλώ δε
μάλλον όταν ε κ ο υ σ ί ω ς ή και
ακουσίως ο παππούς ή/ και οι γιαγιά επιχειρούν να υ π ο ν ο μ ε ύ σ ο υ ν το συμφέρον τού παιδιού ή ακόμη και να β λ ά ψ ο υ ν ευθέως το παιδί. Γνώμονα του δικαστηρίου
αποτελεί, πάντοτε, το υπέρτερο συμφέρον του τέκνου και ειδικότερα το συμφέρον
της ομαλής ψυχικής και συναισθηματικής ανάπτυξης του ανήλικου. Το Δικαστήριο
που θα επιληφθεί της επίλυσης της διαφοράς λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, το
κατά πόσον οι ανιόντες (παππούς και γιαγιά) είχαν ανέκαθεν σχέσεις με το εγγόνι
τους, εάν επιβάλλεται να έχει το παιδί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη επικοινωνία
μαζί τους για να διατηρηθεί ο μεταξύ τους ψυχικός δεσμός και το αν οι ίδιοι
έχουν την ειλικρινή πρόθεση, αλλά και τα μέσα να φροντίζουν το εγγόνι τους κατά
το χρόνο επικοινωνίας τους.
Κατά
την κρατούσα άποψη, ενεργητικά νομιμοποιούμενος στην άσκηση αγωγής ή στην
αίτηση ασφαλιστικών μέτρων για τη ρύθμιση της επικοινωνίας με το τέκνο είναι ο
δικαιούχος γονέας και παθητικά νομιμοποιούμενος είναι ο υπόχρεος γονέας, ο
οποίος κατά κανόνα αμφισβητεί ή εναντιώνεται στο δικαίωμα του άλλου γονέα για
επικοινωνία. Η θέση αυτή αποτελεί απόρροια της παραδοχής ότι το δικαίωμα
επικοινωνίας δεν συνιστά λειτουργικό δικαίωμα, όπως συμβαίνει άλλωστε με τη
γονική μέριμνα, αλλά είναι μόνο δικαίωμα και όχι υποχρέωση του γονέα που δεν
διαμένει με το τέκνο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται παγίως στη νομολογίας το
δικαίωμα επικοινωνίας «δεν αποτελεί παράλληλα και καθήκον, όπως συμβαίνει με τη
γονική μέριμνα και γι' αυτό δεν υφίσταται νομική υποχρέωση (ενν. του γονέα με
τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο) να επικοινωνεί με το τέκνο του, εντεύθεν δε,
δεν μπορεί να εξαναγκασθεί η επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο του, με αγωγή
στρεφόμενη εναντίον του. Από την ίδια διάταξη, συνάγεται περαιτέρω ότι ο
γονέας, ο οποίος έχει την επιμέλεια του τέκνου του, δεν έχει το δικαίωμα, και
έτσι δε νομιμοποιείται ενεργητικώς να ζητήσει να ρυθμιστεί η επικοινωνία του
τέκνου του αυτού με τον άλλο γονέα, ο οποίος δεν έχει την επιμέλεια του και δε
διαμένει με αυτό.». Ως εκ τούτου, τυχόν ασκηθείσα αγωγή ή αίτηση ασφαλιστικών
μέτρων από τον γονέα που διαμένει με το τέκνο και ασκεί την επιμέλειά του
(υπόχρεο γονέα) απορρίπτεται ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής
νομιμοποίησης (ΕφΑθ 7073/2003 ΕλλΔνη 2004, σελ. 1692 επ., ΜΠρΑθ 3633/1989 ΕλλΔνη
31, σελ. 188 και ΜΠρΑθ 10278/2013 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ όπου επισημαίνεται ότι «ο
γονέας που έχει την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου του...δεν νομιμοποιείται
ενεργητικώς να ζητήσει ρύθμιση της επικοινωνίας του τέκνου της με τον άλλο
γονέα που δεν διαμένει το ανήλικο ή με τους ανιόντες από τη μεριά του άλλου
γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το ανήλικο τέκνο».). Η ως άνω συνέπεια του
απαραδέκτου αφαιρεί από τον γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο τη δυνατότητα
να συμβάλει στη δικαστική ρύθμιση ή μεταρρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας
του τέκνου, με αποτέλεσμα, σε περίπτωση που ο δικαιούχος γονέας δεν αναλαμβάνει
την πρωτοβουλία να προβεί στις απαιτούμενες δικαστικές ενέργειες για τη ρύθμιση
της επικοινωνίας, να πλήττεται εν τέλει το αληθινό συμφέρον του τέκνου, αφού η
επικοινωνία παραμένει αρρύθμιστη, με όποιες πρακτικές δυσκολίες αυτό
συνεπάγεται. Είναι εύλογο ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο και ασκεί την
επιμέλεια του να επιθυμεί να θέσει τέλος στην αυθαίρετη άσκηση της επικοινωνίας
των δικαιούχων με το τέκνο, όχι με σκοπό να αποκλείσει την επικοινωνία αυτή,
αλλά για να την εντάξει ομαλά στο καθημερινό πρόγραμμα του τέκνου και του
ίδιου.
Περαιτέρω,
ακόμη και αν έχει ρυθμιστεί η επικοινωνία, υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο να
επέλθουν α λ λ α γ έ ς σ τ ι ς
σ υ ν θ ή κ ε ς υπό τις οποίες
έλαβε χώρα η ρύθμιση αυτή. Για παράδειγμα, είναι πιθανό να μεταβληθεί η
εργασιακή κατάσταση του γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο και να καθίσταται
αναγκαία η τροποποίηση του χρόνου ή του τόπου της επικοινωνίας του τέκνου με
τον δικαιούχο γονέα. Στην περίπτωση αυτή, αν ο δικαιούχος γονέας και ενεργητικά
νομιμοποιούμενος για τη μεταρρύθμιση της επικοινωνίας αδρανεί, ο υπόχρεος
γονέας κινδυνεύει, άθελά του, να παραβαίνει τους όρους της επικοινωνίας, με
αποτέλεσμα να σχηματίζονται στο πρόσωπο του δικαιούχου γονέα οι αξιώσεις από
την παρεμπόδιση της επικοινωνίας. Ακόμη, όταν έχει ρυθμιστεί η επικοινωνία
τέκνου πολύ μικρής ηλικίας ή όταν η ρύθμιση αφορά ορισμένο χρονικό διάστημα,
είναι, επίσης, αναγκαία η μεταρρύθμιση των όρων της.
Τέλος,
δεν αποκλείεται, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, να διαπιστωθεί κ α κ ή
ά σ κ η σ η του δικαιώματος
επικοινωνίας (π.χ. σεξουαλική παρενόχληση, ψυχολογική πίεση, υ π ο ν ό μ ε υ σ
η και
β λ ά β η του συμφέροντος του
παιδιού, δημόσιος σ τ ι γ μ α τ ι σ μ ό
ς του
π α ι δ ι ο ύ κλπ), με αποτέλεσμα
να είναι ά μ ε σ α α ν α γ κ α ί α η μεταρρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας.
Στις περιπτώσεις αυτές, όχι μόνο είναι άδικο από τον υπόχρεο γονέα να
αναγκάζεται, λόγω της μη νομιμοποίησής του, να αναμένει την πρωτοβουλία του
έτερου γονέα για μεταρρύθμιση της επικοινωνίας, αλλά π λ ή τ τ ε τ α ι το
α λ η θ ι ν ό σ υ μ φ έ ρ ο
ν και
η υ γ ε ί α του τέκνου (Νικολόπουλος, Ποιος έχει την
ενεργητική νομιμοποίηση για τη δικαστική ρύθμιση ή μεταρρύθμιση της
επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα που δεν έχει την επιμέλεια, ΕφΑΔ 2014,
σελ. 229 επ.). Προς αποφυγή των ανωτέρω αποτελεσμάτων, υποστηρίζεται και η α ν τ ί θ ε τ η ά π ο ψ η, κατά την οποία και ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο και ασκεί την
επιμέλειά του νομιμοποιείται ενεργητικά να ζητήσει τη ρύθμιση ή τη μεταρρύθμιση
της επικοινωνίας, ασκώντας δ ι κ ό τ ο υ
δ ι κ α ί ω μ α. Το δικαίωμα αυτό απορρέει από το ευρύτερο πλαίσιο
της άσκησης της επιμέλειας του τέκνου και αποβλέπει στο αληθινό συμφέρον αυτού,
όπως, άλλωστε, επιτάσσει το ίδιο το οικογενειακό δίκαιο. Προβαίνοντας σε
συστηματική και τελολογική ερμηνεία των σχετικών με το δικαίωμα επικοινωνίας
διατάξεων (άρθρα 1520 παρ. 1 ΑΚ, 1507 ΑΚ, 1511 παρ. 1 ΑΚ, αλλά και 21 παρ. 1
και 3 Σ, 6 παρ. 1 και 8 ΕΣΔΑ, 9 παρ. 3 ΔΣΔΠ, 57 ΑΚ), προκύπτει η αναγκαιότητα
προτάξεως του συμφέροντος του τέκνου σε κάθε απόφαση που το αφορά (άρθρο 1511
παρ. 1 ΑΚ). Εν προκειμένω, το α λ η θ ι
ν ό συμφέρον του τέκνου
προτάσσεται μ ό ν ο εφόσον γίνει δεκτή η ε ν ε ρ γ η τ ι κ ή ν ο μ ι μ ο π ο ί η σ η κ α ι
τ ο υ γ ο ν έ α με τον οποίο δ ι α μ έ ν ε ι το τέκνο για την υποβολή αιτήματος ρύθμισης
ή μεταρρύθμισης του δικαιώματος επικοινωνίας (Νικολόπουλος, ό.π., σελ.
233-234). Είναι εξάλλου εύλογο, πως στις περιπτώσεις στις οποίες οι κ ί ν δ υ ν ο ι θα απορρέουν από τον δικαιούχο (και
αποκλειστικά νομιμοποιούμενο κατά την κρατούσα γνώμη) γονέα ή ανιόντα παππού,
αυτός δεν θα έχει λόγο να προβεί στην υποβολή αιτήματος για τη μεταρρύθμιση της
επικοινωνίας, με αποτέλεσμα να αδρανεί και να μένει ε κ τ ε θ ε ι μ έ ν ο το συμφέρον του τέκνου. Η νομική βάση για
την άσκηση της αγωγής εν προκειμένω δεν είναι βέβαια αυτή του άρθρου 1520 παρ.
1 ΑΚ, αφού τέτοια δυνατότητα δεν απορρέει από αυτήν, αλλά η γενικότερη αρχή του
συμφέροντος του τέκνου και οι σχετικές με την επιμέλεια διατάξεις (άρθρα 1518 και 1512 ΑΚ). Δεδομένου ότι το δικαίωμα της
επιμέλειας του γονέα περιορίζεται χάριν του δικαιώματος επικοινωνίας του έτερου
γονέα, υποστηρίζεται, πως ο γονέας που διαμένει με το τέκνο και ασκεί την
επιμέλειά του έχει άμεσο έννομο συμφέρον (άρθρο 68
ΚΠολΔ) να προβεί στη ρύθμιση της επικοινωνίας (Σαμαρά, Το δικαίωμα
προσωπικής επικοινωνίας με το ανήλικο τέκνο, 2010, σελ. 138 επ.). Τα παραπάνω
αποτυπώνονται κατά μεγάλο μέρος και στη ΜΠρΘεσ 4834/2017 (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) στην οποία
το δικαστήριο έκρινε πως «ναι μεν η ρύθμιση της διάταξης του άρθρου 1520 ΑΚ δεν
παρέχει δυνατότητα δικαστικής προστασίας στον γονέα που ασκεί την επιμέλεια ή
διαμένει με το τέκνο του, πλην, όμως, στην περίπτωση κατά την οποία το δικαίωμα
επικοινωνίας του έτερου γονέα με το τέκνο ασκείται κ α τ α χ ρ η σ τ ι κ ά ή μ
ε τ α β λ ή θ η κ α ν οι σ υ ν θ ή κ ε ς ε π ι β ά λ λ ε τ α ι από το
α λ η θ ι ν ό σ υ μ φ έ ρ ο ν του τέκνου η διαφορετική ρύθμιση του
δικαιώματος επικοινωνίας. [...] Υπό τα δεδομένα αυτά την πρωτοβουλία για
την α π ο τ ρ ο π ή των... δ υ σ μ ε ν ώ ν σ υ ν ε π ε ι ώ ν νομιμοποιείται να αναλάβει ο γονέας που
ασκεί τη γονική μέριμνα ή ε π ι μ έ λ ε
ι α του προσώπου του...Επομένως, ο
γονέας αυτός νομιμοποιείται, ασκώντας δ ι κ ό
τ ο υ δ ι κ α ί ω μ α που απορρέει από το ευρύτερο πλαίσιο της
άσκησης της επιμέλειας του τέκνου και αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του
συμφέροντος του τελευταίου, να ζ η τ ε
ί τη ρύθμιση ή μεταρρύθμιση της
επικοινωνίας του τέκνου του με τον άλλο γονέα, όταν αυτή ασκείται κατά τρόπο
που δ ε ν ε ξ υ π η ρ ε τ ε ί τ ο
σ υ μ φ έ ρ ο ν τ ο υ τ έ κ ν ο υ ...» (με πληροφορίες από
διπλωματική εργασία Χρυσούλας Παντελαίου: «Η παρεμπόδιση της επικοινωνίας του
τέκνου»).

Στη διάταξη του άρθρου 262 Ν. 4072/2012 ορίζεται ότι «εφόσον η αναγκαστική εκτέλεση κατά της περιουσίας εταίρου από ατομικό δανειστή του αποβεί άκαρπη, ο δανειστής μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο της παραγράφου 2 του άρθρου 259 την έξοδο του εταίρου και τον καθορισμό της αξίας της συμμετοχής του». Η ως άνω διάταξη, ελλείψει ειδικής ρύθμισης για τις ετερόρρυθμες εταιρίες, εφαρμόζεται και σε αυτές (άρθρο 271 § 2 Ν. 4072/2012). Με την πρώτη ως άνω διάταξη καλύφθηκε στο δίκαιο των προσωπικών εταιριών ένα σημαντικό κενό που υπήρχε, καθώς χορηγήθηκε στους ατομικούς δανειστές των ομόρρυθμων εταίρων το δικαίωμα να ζητήσουν από το δικαστήριο την έξοδο του οφειλέτη εταίρου, εφόσον αποβεί άκαρπη αναγκαστική εκτέλεση κατά της περιουσίας του, προβαίνοντας σε κατάσχεση της απαίτησης που έχει ο εξερχόμενος εταίρος κατά της εταιρίας για καταβολή της αξίας της μερίδας του.
Μέχρι τότε οι ατομικοί δανειστές των εταίρων δεν είχαν τη δυνατότητα να
ρευστοποιήσουν την αξία που περικλείεται στην εταιρική συμμετοχή του οφειλέτη εταίρου,
παρά μόνο να κατάσχουν τις απαιτήσεις στα κέρδη και το προϊόν εκκαθάρισης,
τούτο δε οφείλεται στο ότι οι προσωπικές εταιρίες, λόγω ακριβώς του
προσωποπαγούς τους χαρακτήρα, είναι κλειστές εταιρίες, στις οποίες δεν μπορούν
να εισέλθουν τρίτα πρόσωπα, γι` αυτό και η εταιρική συμμετοχή ανήκει στα
περιουσιακά στοιχεία που εξαιρούνται από την κατάσχεση κατ` άρθρο 982 § 2
στοιχ. β` ΚΠολΔ (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4072/2012 και Μιχ. Μαρίνο και Γ.
Τριανταφυλλάκη, Δίκαιο Προσωπικών Εταιριών, σελ. 502, σημ. 13). Με τη διάταξη
του άρθρου 262 διασφαλίζεται ο προσωπικός χαρακτήρας της εταιρίας, με παράλληλη
δυνατότητα ικανοποίησης των ατομικών δανειστών του οφειλέτη εταίρου, με την
έξοδο του τελευταίου από την εταιρία και την κατάσχεση της αποδιδόμενης από την
εταιρία αξίας της εταιρικής του συμμετοχής. Το δικαίωμα πρόκλησης της εξόδου
του εταίρου χορηγείται από τον νόμο μόνο στους ατομικούς του δανειστές. Ο
εταιρικός δανειστής, δηλαδή ο δανειστής που έχει δικαίωμα να προβεί σε
αναγκαστική εκτέλεση κατά της περιουσίας του νομικού προσώπου της εταιρίας, δεν
έχει αυτό το δικαίωμα, ακόμη και όταν ο εταίρος ευθύνεται απέναντί του.
Περαιτέρω, ο ατομικός δανειστής για να ζητήσει την έξοδο του οφειλέτη του
πρέπει να έχει οριστικά εκτελεστό τίτλο για την εναντίον του απαίτηση, δηλαδή η
απαίτησή του να έχει αναγνωρισθεί με τελεσίδικη απόφαση (άρθρο 904 § 2 στοιχ.
α` ΚΠολΔ) ή να υπάρχει διαιτητική απόφαση (άρθρο 904 § 2 στοιχ. β` ΚΠολΔ), η
οποία παράγει δεδικασμένο, κατά το άρθρο 896 ΚΠολΔ, όπως και συμβολαιογραφικό
έγγραφο που έχει συμφωνηθεί από τα μέρη τίτλος εκτελεστός (άρθρο 904 § 2 στοιχ.
δ` ΚΠολΔ) ή διαταγή πληρωμής, η οποία κατέστη απρόσβλητη με ένδικα μέσα, κατά
το άρθρο 633 § 2 γ` ΚΠολΔ, ή κατέστη τελεσίδικη η απόφαση επί της ανακοπής της.
Η τελεσιδικία, κατά τα ως άνω, σχετικά με την ύπαρξη της απαίτησης, πρέπει να
υπάρχει κατά την συζήτηση της αίτησης εξόδου. Περαιτέρω, η διάταξη εξυπηρετεί
το συμφέρον του δανειστή και, ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν
στο καταστατικό όροι που περιορίζουν ή δυσχεραίνουν την άσκηση του δικαιώματος
του δανειστή. Όμως, οι όροι της εταιρικής σύμβασης που προβλέπουν την καταβολή
μειωμένης της αξίας της εταιρικής συμμετοχής είναι ισχυροί έναντι των δανειστών
του εξερχόμενου εταίρου, στο μέτρο που είναι ισχυροί και για τον ίδιο, διότι
έχουν τα ίδια δικαιώματα, που έχει και ο οφειλέτης τους, εκτός αν συντρέχει
περίπτωση καταδολίευσης δανειστών (άρθρο 939 ΑΚ). Ο ατομικός δανειστής εταίρου
αποκτά το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο την έξοδο από την εταιρία του
οφειλέτη του, υπό την προϋπόθεση ότι προέβη προηγουμένως σε αναγκαστική
εκτέλεση κατά της περιουσίας του τελευταίου και αυτή απέβη άκαρπη. Η προϋπόθεση
της άκαρπης αναγκαστικής εκτέλεσης δεν περιορίζεται στην κινητή περιουσία, όπως
συμβαίνει με την ΑΚ 856 § 1 για την εγγύηση χρηματικής οφειλής, αλλά εκτείνεται
σε όλη την περιουσία του οφειλέτη εταίρου. Με άκαρπη αναγκαστική εκτέλεση
εξομοιώνεται, με αναλογική εφαρμογή της ΑΚ 857 στοιχ. 4, και η περίπτωση όπου
είναι προφανές ότι η αναγκαστική εκτέλεση κατά του οφειλέτη θα αποβεί άκαρπη,
όπως όταν ο οφειλέτης δεν έχει καθόλου περιουσία ή η αναγκαστική εκτέλεση είναι
αδύνατη για πραγματικούς ή νομικούς λόγους, καθώς και όταν η προηγούμενη
αναγκαστική εκτέλεση εις βάρος του από τον ίδιο ή άλλο δανειστή απέβη άκαρπη.
Περαιτέρω, στο άρθρο 262 δεν ορίζεται το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο πρέπει
να έχει γίνει η άκαρπη αναγκαστική εκτέλεση. Θα κριθεί από το αρμόδιο
δικαστήριο, αν παλαιότερη αναγκαστική εκτέλεση, που απέβη άκαρπη, επιτρέπει
στον δανειστή του εταίρου να προκαλέσει την έξοδο του οφειλέτη του. Είναι δε αδιάφορη
η χρονική σειρά της άκαρπης αναγκαστικής εκτέλεσης και της τελεσιδικίας της
απόφασης για την απαίτηση, αρκεί να συνυπάρχουν κατά τη συζήτηση της αίτησης
εξόδου. Από τη διάταξη του άρθρου 262 Ν. 4072/2012 συνάγεται ότι για την άσκηση
του δικαιώματος εξόδου από τον δανειστή του εταίρου δεν αρκεί η άσκηση αγωγής
κατά του εταίρου, με αίτημα την καταβολή του ποσού που του οφείλει, ούτε η
έκδοση καταψηφιστικής τελεσίδικης απόφασης σχετικά με το χρέος του εταίρου προς
τον ατομικό του δανειστή, αλλά ούτε δήλωση του οφειλέτη εταίρου ότι δεν έχει
περιουσιακά στοιχεία. Πρέπει να έχει επιδοθεί στον οφειλέτη εταίρο αντίγραφο
του απογράφου με επιταγή προς εκτέλεση (άρθρο 924 ΚΠολΔ) και στη συνέχεια να
έχει δοθεί, πάνω στο απόγραφο, εντολή προς ορισμένο δικαστικό επιμελητή να
προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση (άρθρο 927 ΚΠολΔ) και να ακολουθήσει η
διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, έως ότου βεβαιωθεί ότι η περιουσία του
οφειλέτη δεν επαρκεί για την ικανοποίηση του ατομικού δανειστή του εταίρου. Το
γεγονός ότι η αναγκαστική εκτέλεση εις βάρος της περιουσίας του εταίρου, του
οποίου ζητείται η έξοδος από την εταιρία, είναι άκαρπη, αποδεικνύεται από την
έκθεση του δικαστικού επιμελητή, ο οποίος βεβαιώνει ότι δεν πραγματώθηκε η εκτέλεση,
διότι ο οφειλέτης εταίρος δεν είχε κινητή και ακίνητη περιουσία (άρθρο 931 § 1
εδ. β` ΚΠολΔ), ή από τον πίνακα κατάταξης, όπου βεβαιώνεται ότι το
πλειστηρίασμα δεν επαρκεί για να ικανοποιηθεί εκείνος υπέρ του οπίου έγινε η
αναγκαστική εκτέλεση και οι αναγγελθέντες δανειστές και παραλείπεται ο προκαλών
την έξοδο δανειστής, διότι το πλειστηρίασμα δεν ήταν αρκετό για να καλύψει και
τη δική του απαίτηση (άρθρο 974 εδ. α` και 1006 § 3 ΚΠολΔ). Το δικονομικό βάρος
της επίκλησης και της απόδειξης ότι η αναγκαστική εκτέλεση απέβη άκαρπη φέρει ο
αιτών την έξοδο δανειστής. Περαιτέρω, ο δανειστής του εταίρου υποβάλλει προς το
Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της εταιρίας αίτηση, με την οποία ζητά να
απαγγελθεί η έξοδος από την εταιρία του οφειλέτη του εταίρου, ενώ μπορεί,
συγχρόνως, να ζητήσει και τον προσδιορισμό της αξίας της εταιρικής συμμετοχής
του οφειλέτη του εταίρου. Στην εν λόγω διάταξη δεν ορίζεται η διαδικασία
εκδίκασης, όμως, κατά την πλήρως κρατούσα στη θεωρία θέση, αυτή είναι η εκούσια
δικαιοδοσία. Επιχείρημα υπέρ αυτής της θέσης συνάγεται και από τα άρθρα 259 §
2, 263 και 264 § 2 εδ. β` του Ν. 4072/2012, που ορίζουν την ταχεία διαδικασία
της εκούσιας δικαιοδοσίας για τα ζητήματα της λύσης της εταιρίας και των λοιπών
περιπτώσεων αποχώρησης. Περαιτέρω, η έξοδος που προκαλείται από δανειστή κατά
το άρθρο 262 Ν. 4072/2012 είναι μη γνήσια υπόθεση της εκούσιας δικαιοδοσίας.
Στη δίκη συμμετέχουν οπωσδήποτε, έχοντες έννομο συμφέρον, ο εταίρος του οποίου
ζητείται η έξοδος, το νομικό πρόσωπο της εταιρίας, αφού σε περίπτωση που
απορριφθεί η αίτηση η αξία της εταιρικής συμμετοχής θα παραμείνει στην εταιρία,
αλλά και οι λοιποί εταίροι, αφού με την έξοδο καταλύεται η εταιρική σχέση του
εξερχόμενου τόσο με το νομικό πρόσωπο της εταιρίας όσο και με τους συνεταίρους του.
Ο εταίρος διατηρεί τα εταιρικά του δικαιώματα και μπορεί να ζητήσει τη
δικαστική λύση της εταιρίας κατά το άρθρο 259 § 1 Ν. 4072/2012. Ο εταίρος, του
οποίου η έξοδος από την εταιρία διατάχθηκε από το δικαστήριο, μετά από αίτηση
ατομικού του πιστωτή, μπορεί να παραμείνει στην εταιρία, αν υπάρξει σχετική
συμφωνία των εταίρων και καταβάλει νέα εισφορά, διότι αξία ίση με την αρχική
του εισφορά του έχει αποδοθεί, περιλαμβανόμενη στην αξία της εταιρικής του
συμμετοχής, που του κατέβαλε η εταιρία. Τέλος, ο δανειστής ικανοποιείται,
επισπεύδοντας στα χέρια της εταιρίας ως τρίτης (άρθρο 982 § 1 στοιχ. α` ΚΠολΔ)
την αναγκαστική κατάσχεση της απαίτησης που έχει ο εξερχόμενος εταίρος κατά της
εταιρίας για την καταβολή της αξίας της συμμετοχής του στην εταιρία. Το άρθρο
262 ορίζει ότι με την ίδια διαπλαστική απόφαση αποφασίζεται η έξοδος του
εταίρου και ο προσδιορισμός της αξίας της εταιρικής συμμετοχής του εξερχόμενου
από την εταιρία εταίρου. Ως εκ τούτου, η αξία της εταιρικής συμμετοχής δεν
υπολογίζεται κατά τον χρόνο της έκδοσης της δικαστικής απόφασης, αλλά κατά την
ημέρα υποβολής της αίτησης εξόδου στο δικαστήριο (για όλα τα ανωτέρω ζητήματα
βλ. σχετ. Χ. Μαστροκώστα, σε Δίκαιο Προσωπικών Εταιριών, σελ. 498 επ., υπό
άρθρο 262, Νομική Βιβλιοθήκη, έκδ. 2017).

Από
το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 § 1,10,14, 30 § 1, 34, 35 § 1 και 43Α
του ν. 3190/1955 και 1022, 1023 ΚΠολΔ συνάγεται ότι στην έννοια των
περιουσιακών δικαιωμάτων της διάταξης του άρθρου 1022 ΚΠολΔ, τα οποία είναι
δεκτικά αναγκαστικής κατασχέσεως κατά τα άρθρα 1022 επ. ΚΠολΔ μετά από άδεια
του δικαστηρίου, περιλαμβάνεται και το εταιρικό μερίδιο εταίρου εταιρίας
περιορισμένης ευθύνης, το οποίο μπορεί να κατασχεθεί κατά άρθρο 30 ν. 3190/1955
από τους ατομικούς δανειστές του εταίρου στον οποίο ανήκει, αφού τούτο, καθώς
δεν εμπίπτει στα κατασχόμενα κατά τα άρθρα 953, 982 και 992 ΚΠολΔ, συνιστά
ιδιόρρυθμο περιουσιακό δικαίωμα, ήτοι στοιχείο της περιουσίας του εταίρου, το
οποίο του παρέχει δικαίωμα στα κέρδη, έλεγχο των εταιρικών υποθέσεων και μπορεί
να μεταβιβαστεί (ΕφΘεσ 205/2008, δημ. σε ΤΝΠ-Νόμος, ΕφΘεσ 78/2000 δημ. σε ΤΝΠ-
Νόμος, ΕφΑΘ 4345/1991 ΕλλΔνη 1993. 615, ΕιρΡοδου 55/2015).
Συναφώς,
το δικαστήριο αφού επιτρέψει την κατάσχεση διατηρεί την ευχέρεια διάταξης του
προσφορότερου μέσου προς αξιοποίηση του δικαιώματος κατά 1024 ΚΠολΔ,
σταθμίζοντας την προσφορότητα τόσο της τυχόν εκποίησης των κατασχώμενων
εταιρικών μεριδίων, όσο και των λοιπών προβλεπόμενων μέσων των άρθ. 1025 επ.,
ιδίως της δ ι α χ ε ί ρ ι σ η ς των περιουσιακών στοιχείων, ήτοι των
μεριδίων του καθ’ ου, που κατά κανόνα κρίνεται από την νομολογία ως η πλέον συμφέρουσα, τόσο για τους
αιτούντες, όσο και για τον καθ’ ου προς εκπλήρωση των υποχρεώσεών του αλλά και
για τη διατήρηση των επιχειρηματικών
δραστηριοτήτων της ΕΠΕ, προκρίνοντας η νομολογία την δ
ι α χ ε ί ρ ι σ η των επίδικων
κατασχώμενων εταιρικών μεριδίων κατά τα άρθ. 1027 επ. ΚΠολΔ, κατά την
διακριτική ευχέρεια που του παρέχει το άρθ. 1024 ΚπολΔ. Στην περίπτωση αυτή
το δικαστήριο προχωρά στον διορισμό από
τον οικείο κατάλογο πραγματογνωμόνων του Πρωτοδικείου, ήτοι εκ των εχόντων
αντικείμενο ειδίκευσης ζητήματα λογιστικής και διαχειριστικής φύσης, διορίζοντας
οικονομολόγο τεχνικό πραγματογνώμονα που διαθέτει ειδικές γνώσεις και κρίνεται
ότι θα εκτελέσει επιτυχώς τα καθήκοντα που του ανατίθενται, αφού είναι τρίτος
ως προς την εταιρεία και τους διαδίκους και παρέχει το εχέγγυο ότι θα
επιτελέσει το έργο του με υπευθυνότητα και αμεροληψία, ώστε να εξασφαλιστεί η
ομαλή και απρόσκοπτη διενέργεια και ολοκλήρωση των εργασιών της διαχείρισης
προς ικανοποίηση των απαιτήσεων των αιτούντων, στον οποίο παρέχεται η
δυνατότητα εκποίησης επιμέρους περιουσιακών στοιχείων μη αναγκαίων για την
λειτουργία και την βιωσιμότητα της εταιρίας,
εφαρμοζόμενων των άρθ. 1027 ΚΠολΔ επ., ιδίως άρθ, 1028 § 2 ΚΠολΔ.
Συναφώς επιτρεπόμενη κρίνεται δικαστικά η κατάσχεση των εταιρικών μεριδίων Εταιρίας
Περιορισμένης Ευθύνης και αξιοποιούμενων με εκτελεστικό μέσο την διαχείριση
αυτών. Τέλος η απόφαση πρέπει να καταχωρηθεί στο βιβλίο τού άρθ. 776 ΚΠολΔ που
τηρείται στο οικείο Ειρηνοδικείο αλλά και στην μερίδα της εταιρίας στο ΓΕΜΗ.

Το
δικόγραφο της αγωγής δημοσιεύεται εδώ
Κύρια
βάση της καταψηφιστικής αγωγής είναι οι
α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ δ ι κ α
ί ο υ διατάξεις της
υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού
της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi),
με θέμα «Ενημέρωση των συναλλασσομένων
με τα πιστωτικά ιδρύματα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους», η
ελάχιστη ενημέρωση που ο φ ε ί λ ο υ
ν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως
προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει,
μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «… (xi) Τη
δ υ ν α τ ό τ η τ α και το κ ό σ τ ο ς
χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή
της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων».
Περισσότερα
εδώ

Σύμφωνα
με το άρθρο 934 παρ. 1 ΚΠολΔ, ανακοπή κατά το άρθρο 933 είναι παραδεκτή, γ) αν
αφορά την εγκυρότητα της τελευταίας πράξης εκτέλεσης, μέσα ενενήντα ημέρες
αφότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, αν πρόκειται για
ακίνητα.
Η ανακοπή
κατά του πλειστηριασμού και της κατακυρωτικής (κατ’ άρθρα 933 και 934 του
Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας) μετά τον πλειστηριασμό και την κατακύρωση, επί
ποινή απαραδέκτου της ανακοπής, εγγράφεται υποχρεωτικά, εντός 30 ημερών στη
μερίδα του ακινήτου στο κτηματολόγιο, και πλέον εμφανίζεται ως βάρος στο
ακίνητο.
Το
δικόγραφο της ανακοπής δημοσιεύεται εδώ

Το
δικόγραφο της ανακοπής δημοσιεύεται εδώ
Κατά το
άρθρο 1005 παρ.1 ΚΠολΔ, από τη στιγμή που ο υπερθεματιστής καταβάλει το
πλειστηρίασμα, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού του δίνει περίληψη της
κατακυρωτικής εκθέσεως, με την κατακύρωση δε και αφότου μεταγράφει η περίληψη
της κατακυρωτικής εκθέσεως, ο υπερθεματιστής αποκτά το δικαίωμα που είχε
εκείνος, κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, ενώ κατά την δεύτερη παράγραφο του
ίδιου άρθρου η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης είναι τίτλος εκτελεστός, με
βάση τον οποίο μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεση υπέρ του υπερθεματιστή και
των διαδόχων του εναντίον εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση και των
διαδόχων του. Ενόψει των ανωτέρω η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης ρητά
ανάγεται από το νόμο σε τίτλο εκτελεστό, ο οποίος στηρίζει ν έ α
διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, με βάση την οποία ο υπερθεματιστής
επιδιώκει να αποκτήσει, πέραν από την κυριότητα του πράγματος, που έχει ήδη
αποκτήσει με τη μεταγραφή, και την κατοχή του.
Περισσότερα
εδώ

Σύμφωνα με το άρθρο 1005 ΚΠολΔ
με την κατακύρωση, αφότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, ο
υπερθεματιστής αποκτά το δικαίωμα που είχε εκείνος κατά του οποίου έγινε η
εκτέλεση. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται ρητά η αρχή ότι ο πλειστηριασμός
αποτελεί αιτία παράγωγου τρόπου κτήσεως της κυριότητας και, συνεπώς, ο
υπερθεματιστής θεωρείται ειδικός διάδοχος του καθ` ου η εκτέλεση, τον οποίο και
διαδέχεται στο δικαίωμα, αποκτώντας το δυνάμει συμβάσεως, όπως είναι η εκποίηση
με δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό. Κατά το άρθρο 1005 παρ.1 ΚΠολΔ, από τη
στιγμή που ο υπερθεματιστής καταβάλει το πλειστηρίασμα, ο υπάλληλος του
πλειστηριασμού του δίνει περίληψη της κατακυρωτικής εκθέσεως, με την κατακύρωση
δε και αφότου μεταγράφει η περίληψη της κατακυρωτικής εκθέσεως, ο
υπερθεματιστής αποκτά το δικαίωμα που είχε εκείνος, κατά του οποίου έγινε η
εκτέλεση, ενώ κατά την δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου η περίληψη της
κατακυρωτικής έκθεσης είναι τίτλος εκτελεστός, με βάση τον οποίο μπορεί να
γίνει αναγκαστική εκτέλεση υπέρ του υπερθεματιστή και των διαδόχων του εναντίον
εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση και των διαδόχων του. Ενόψει των ανωτέρω
η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης ρητά ανάγεται από το νόμο σε τίτλο
εκτελεστό, ο οποίος στηρίζει ν έ α διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, με βάση την
οποία ο υπερθεματιστής επιδιώκει να αποκτήσει, πέραν από την κυριότητα του
πράγματος, που έχει ήδη αποκτήσει με τη μεταγραφή, και την κατοχή του. Με τη
λήψη απογράφου και την επίδοση επιταγής προς εκτέλεση, η οποία συντάσσεται στο
αντίγραφο απογράφου της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης, αρχίζει η κατά το
άρθρο 943 ΚΠολΔ ν έ α α υ τ ο τ ε λ ή ς διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά της
οποίας επιτρέπεται η άσκηση ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ. Από τα ανωτέρω
προκύπτει ότι δ ε ν αρκεί η ακύρωση του πλειστηριασμού, για να
ακυρωθεί και η άμεση εκτέλεση (αποβολή κατά το άρθρο 943 ΚΠολΔ), που λαμβάνει
χώρα με εκτελεστό τίτλο την περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, διότι η
συγκεκριμένη εκτέλεση είναι δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ή και δ ε ν συμπαρασύρεται από την ακύρωση του
πλειστηριασμού. Ακριβώς δε για να μην απολεσθεί η προθεσμία προσβολής της
αποβολής, επιβάλλεται, ακόμα και όταν έχει προηγηθεί και εκκρεμεί ανακοπή κατά
του πλειστηριασμού και της περίληψης κατακυρωτικής εκθέσεως, να ασκηθεί,
σύμφωνα με το άρθρο 69 § 1 περ. δ` ΚΠολΔ, ανακοπή κατ’ αυτής κ α θ ε α υ τ ή ς της
αποβολής, με την προβολή των ί δ ι ω ν
λόγων, που έχουν ήδη προταθεί
στην πρώτη ανακοπή κατά του πλειστηριασμού και της περιλήψεως της κατακυρωτικής
εκθέσεως. Μάλιστα το δ ε δ ι κ α σ μ έ ν
ο , που θα παραχθεί ως προς το κύρος της εκτελέσεως από την π ρ ώ τ η ανακοπή, δ ε σ μ ε ύ ε ι το
δικαστήριο της δ ε ύ τ ε ρ η ς ανακοπής, που δ ε ν θα μπορεί να κρίνει με διαφορετικό τρόπο το
κύρος της εκτελέσεως. Η παράλειψη του καθ’ ού η εκτέλεση να αμυνθεί κατά της
πράξεως εκτελέσεως της αποβολής, την καθιστά α π ρ ό
σ β λ η τ η , α κ ό μ α κ α ι α ν α κ υ ρ
ω θ ο ύ ν η έκθεση πλειστηριασμού και κατακύρωσης και η περίληψη της κατακυρωτικής εκθέσεως (ΑΠ 1437/2012, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών
ΝΟΜΟΣ), Επιπρόσθετα, προκειμένου η ως άνω ανακοπή να έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα,
σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 934 παρ.1 περ. β και 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό
με τη διάταξη του άρθρου 147 παρ.2 ΚΠολΔ, θα πρέπει να έχει ασκηθεί εντός της
προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών από τη μεταγραφή της περίληψης της
κατακυρωτικής έκθεσης. Τέλος, α π ώ τ α
τ ο χρονικό σημείο για την άσκηση της ανακοπής του
άρθρου 936 ΚΠολΔ είναι η ε γ κ α τ ά σ τ
α σ η του υπερθεματιστή στη νομή του ακινήτου, μ ε τ ά
τ η ν ο π ο
ί α η προστασία του τ ρ ί τ ο υ
εξασφαλίζεται με την άσκηση α γ ω
γ ή ς δ ι ε κ δ ι κ ή σ ε ω ς του
πράγματος εντός της αποκλειστικής προθεσμίας του άρθρου 1020 ΚΠολΔ.

1. Από τις νομικές παραδοχές που συνάγονται από την υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου, κρίθηκε τελεσίδικα και αμετάκλητα ότι ο αμφισβητούμενος δηλωτικός όρος της σύμβασης σύμφωνα με τον οποίο «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής» απηχεί την ενδοτικού δικαίου διάταξη της ΑΚ 291 και ως εκ τούτου εξαιρείται του δικαστικού ελέγχου. Επ’ αυτού κρίθηκε από την υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου, ότι δηλωτικοί όροι μιας σύμβασης είναι οι συμβατικοί όροι που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις αναγκαστικού ή ενδοτικού δικαίου. Ότι κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ "Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας" (εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας). Ότι αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής τής Οδηγίας και εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας οι συμβατικές ρήτρες που, ως δηλωτικοί όροι τής σύμβασης, απηχούν τις ενδοτικού δικαίου διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας χωρίς να τροποποιούν το περιεχόμενο τους ή το πεδίο εφαρμογή τους. Ότι η εξαίρεση των δηλωτικών όρων από τον έλεγχο καταχρηστικότητας θεμελιώνεται σε ρητή επιταγή της Οδηγίας 93/13, διότι, έστω και αν η εξαίρεση αυτή δεν μεταφέρθηκε ρητά στο εθνικό δίκαιο με το ν. 2251/1994, εμπεριέχεται στη ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 2251/1994 βάσει μίας εναρμονισμένης προς το ενωσιακό δίκαιο ερμηνείας σύμφωνης με το σκοπό της Οδηγίας. Ότι, τέλος, ο επίμαχος όρος «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής» συνιστά δηλωτικό όρο τής σύμβασης, διότι επαναλαμβάνει την ενδοτικού δικαίου διάταξη του άρθρου 291 ΑΚ και γι'αυτό εξαιρείται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας.
2.
Κύρια βάση της καταψηφιστικής αγωγής είναι οι
α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ δ ι κ α
ί ο υ διατάξεις της
υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού
της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi),
με θέμα «Ενημέρωση των συναλλασσομένων
με τα πιστωτικά ιδρύματα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους», η
ελάχιστη ενημέρωση που ο φ ε ί λ ο υ
ν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως
προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει,
μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «… (xi) Τη
δ υ ν α τ ό τ η τ α και το κ ό σ τ ο ς
χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή
της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων». Η 2501/2002 Πράξη του
Διοικητή της ΤτΕ που καθορίζει το δικαίωμα (του δανειολήπτη) για ενημέρωση (από
την Τράπεζα) σχετικά με την δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών
κάλυψης του κινδύνου από την μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, κατά το
σκέλος τόσο της μηνιαίας δ ό σ η ς όσο και του άληκτου κ ε φ α λ α ί ο υ, πηγάζει απευθείας από τον
νόμο (έχει ισχύ ουσιαστικού νόμου) και, ως κανόνας α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ δικαίου, η εφαρμογή τής 2501/2002 Πράξης του
Διοικητή της ΤτΕ δεν μπορεί να αποκλεισθεί από την αντίθετη ιδιωτική βούληση,
ούτε να μην εξεταστεί αυτεπαγγέλτως από τον εθνικό δικαστή μπορεί. Επ’ αυτού
κρίθηκε το πρώτον, σε υπόθεση εντολέα μου που χειρίστηκα, δυνάμει της υπ’
αριθμ. 1611/2017 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών, με την οποία ακυρώθηκε
τελεσίδικα διαταγή πληρωμής εκδοθείσα για απαίτηση που προερχόταν από σύμβαση
τοκοχρεωλυτικού στεγαστικού δανείου σε ελβετικά Φράγκα, η ευθύνη των πιστωτικών
ιδρυμάτων ως προς την ενημέρωση των συναλλασσομένων με αυτά, αναφορικά με τον
κίνδυνο από ενδεχόμενη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας σε περίπτωση
δανείων από συνάλλαγμα ή με ρήτρα συναλλάγματος και αναφορικά με τη δυνατότητα
και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη
μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων, όπως προβλέπει η
παρ. Β', αριθμ. 2, περιπτώσεις x και xi της παραπάνω Πράξης του Διοικητή της
Τράπεζας της Ελλάδος.
3.
Στην προκείμενη περίπτωση οι ενάγοντες εκθέτουμε ότι, είχαμε ως καταναλωτές
συγκεκριμένη εμπιστοσύνη στην εναγόμενη, η οποία όφειλε να μην εξέρχεται με τις πράξεις της
από τα όρια, τα οποία ορίζονται κάθε φορά από τα συναλλακτικά ήθη. Στην ένδικη
ωστόσο περίπτωση, η εναγόμενη εξήλθε αυτών των ορίων, με επιβολή μεταξύ άλλων,
Όρου που προβλέπει «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί
σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν
υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ
με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της
καταβολής», καθώς δεν είχε προηγηθεί καμία απολύτως προηγούμενη ενημέρωση από
τους βοηθούς εκπλήρωσης της εναγομένης για το ποια ήταν τα παράγωγα επενδυτικά
προϊόντα στην ελληνική και ευρωπαϊκή αγορά που θα μπορούσαν να μας
θωρακίσουν π λ ή ρ ω ς από τον συναλλαγματικό κίνδυνο, άλλως να
μειώσουν σ η μ α ν τ ι κ ά τους κινδύνους που σχετίζονται με τη θέση μας
εκπεφρασμένη σε Ελβετικό φράγκο (τόσο σε επίπεδο δ ό σ η ς, όσο και άληκτου κ ε φ α λ α ί ο υ), καθώς και ποιο το κόστος
τους και πώς θα μπορούσαμε να έχουμε πρόσβαση
σε αυτά. Ειδικότερα, μας απέκρυψε, άλλως αποσιώπησε τις ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ
ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΟΣ (Cross-currency Swaps), τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ (FX
Calls, Puts), τα CURRENCY COLLARS, τα ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΚΑ ΣYMBOΛAIA
[(FORWARDS)–Outright Forward, Better Than Forward, Leveraged Better Than
Forward, Reverse Trigger Forward, Resurrecting Fade-in Forward, Reset Forward,
Flexible Forward και Participating Forward] κατά τρόπον που αποδεικνύεται
τουλάχιστον βαρέως αμελής συμπεριφορά τής εναγομένης αντικείμενης στις
διατάξεις του νόμου και δη τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α'
277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’,
παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi) σύμφωνα με την οποίες η ελάχιστη
ενημέρωση που ο φ ε ί λ ο υ ν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις
χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «…
(xi) Τη δ υ ν α τ ό τ η τ α και το
κ ό σ τ ο ς χρησιμοποίησης
τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής
ισοτιμίας ή και των επιτοκίων», πρόσθετα δε αντίκειται στις διατάξεις των
άρθρων 71, 140, 157, 185-195, 197, 198 , 200,
281, 288 , 291, 297, 298,
330, 806, 914, 919, 932 ΑΚ, άρθρα 18 και
25 παρ. 2 και άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, άρθρο 1 παρ. 2, άρθρο 3 παρ. 1, άρθρο 4
παρ. 1, άρθρο 5, άρθρο 7 παρ. 1 και
άρθρο 11 παρ. 1 και 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, άρθρο 1 παρ. 4
περ. β’ , άρθρο 2 , άρθρο 6 παρ. 2 και
άρθρο 7 του ν. 2251/1994, άρθρο 10 παρ.
24 εδ. β` του ν. 2741/1999, άρθρο 6
ΕΣΔΑ, άρθρο 12 (πρώην άρθρο 153, παράγραφος 2 της ΣΕΚ), άρθρο 169 (πρώην άρθρο
153 της ΣΕΚ), άρθρο 267 ΣΛΕΕ, άρθρων 35 εδ. α`, 47, 48 εδ. δ`, 64, 65 και 66
του ΝΔ 17.7/13-8-1923, με αποτέλεσμα να θεμελιώνεται υποχρέωση αποζημιώσεως σε
βάρος της εναγομένης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας.
4.
Κατά την πάγια νομολογία τού Ευρωδικαστήριου, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να
εκτιμήσει την επίπτωση της διαπιστώσεως του καταχρηστικού χαρακτήρα της
επίμαχης ρήτρας περί ανάληψης από τον καταναλωτή συναλλαγματικού κινδύνου σε
Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου για την οποία δ ε ν
τηρήθηκε η ελάχιστη ενημέρωση της
παρ. 2 στοιχ. ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002 επί του κύρους της οικείας συμβάσεως και να
καθορίσει αν η εν λόγω σύμβαση μ π ο ρ ε
ί να εξακολουθήσει να ισχύει χωρίς τη
ρήτρα αυτή (βλ., υπό την έννοια αυτή, διάταξη της 16ης Νοεμβρίου 2010, C-76/10,
Pohotovost’, Συλλογή 2010, σ. I 11557, σκέψη 61). Συναφώς, το άρθρο 6,
παράγραφος 1, τελευταία περίοδος, της οδηγίας 93/13 ορίζει ότι «η σύμβαση
εξακολουθεί να δεσμεύει τους συμβαλλόμενους, εάν μ π ο ρ ε ί
να υπάρξει και χωρίς τις καταχρηστικές ρήτρες» (βλ. απόφαση της 15ης
Μαρτίου 2012, C-453/10, Pereničová και Perenič, σκέψη 29). Συνεπώς, το άρθρο 6,
παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 έχει την έννοια ότι ο εθνικός δικαστής ο οποίος
διαπιστώνει τον καταχρηστικό χαρακτήρα της ρήτρας περί ανάληψης από τον
καταναλωτή συναλλαγματικού κινδύνου σε Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε
Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου για την οποία
δ ε ν τηρήθηκε η ελάχιστη
ενημέρωση της παρ. 2 στοιχ. ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002, ο φ ε ί λ ε ι , αφενός, χ ω ρ ί ς
να αναμείνει την υποβολή σχετικού αιτήματος του καταναλωτή, να συναγάγει
όλες τις συνέπειες που απορρέουν, κατά το εθνικό δίκαιο, από τη διαπίστωση
αυτή, ώστε να διασφαλίζεται ότι ο καταναλωτής αυτός δ ε ν
δεσμεύεται από τη ρήτρα αυτή, και, αφετέρου, να εκτιμήσει, κατ’ αρχήν
βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, αν η οικεία σύμβαση μ π ο ρ ε ί
να εξακολουθήσει να υφίσταται χ ω
ρ ί ς την εν λόγω ρήτρα, (βλ., υπό την
έννοια αυτή, διάταξη της 16ης Νοεμβρίου 2010, C-76/10, Pohotovost’, Συλλογή
2010, σ. I 11557, σκέψη 61, και απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012, C-453/10,
Pereničová και Perenič, σκέψη 29).
Δοθέντος,
εντούτοις, ότι οι Συμβάσεις Στεγαστικών
Δανείων σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου
δ ε ν μπορεί να εξακολουθήσουν να
υφίστανται χ ω ρ ί ς τη ρήτρα ανάληψης ολόκληρου του
συναλλαγματικού κινδύνου από τους δανειολήπτες όταν δ ε ν
τηρήθηκε η ελάχιστη ενημέρωση της παρ. 2 στοιχ. ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002,
το άρθρο 6 παράγραφος 1, της οδηγίας
93/13 δ ε ν μπορεί να έχει την έννοια ότι παρέχει στον
εθνικό δικαστή τη δυνατότητα, σε περίπτωση που διαπιστώσει την ύπαρξη καταχρηστικής
ρήτρας σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ τράπεζας και καταναλωτή, όπως στην υπό
κρίση περίπτωση είναι η ανάληψη από τον καταναλωτή συναλλαγματικού κινδύνου σε
Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου, δυνάμει της οποίας
χορηγήθηκε τοκοχρεωλυτικό σε Ελβετικά Φράγκα δάνειο για το οποίο δεν τηρήθηκε
η ελάχιστη ενημέρωση σχετικά με τον
κίνδυνο από ενδεχόμενη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας (παρ. 2 στοιχ.
χ' ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002) και τη δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών
κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας
(παρ. 2 στοιχ. χϊ ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002), να
α ν α θ ε ω ρ ή σ ε ι με την
απόφασή του το π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν
ο τής
επίμαχης ρήτρας α ν τ ί να την αφήσει απλώς α ν ε φ ά ρ μ ο σ τ η ως προς τον οικείο καταναλωτή. Ο δικαστής
οσάκις κηρύσσει την ακυρότητα καταχρηστικής ρήτρας περιλαμβανομένης σε σύμβαση
συναφθείσας μεταξύ τράπεζας και καταναλωτή,
δ ε ν μ π ο ρ ε ί ν α
σ υ μ π λ η ρ ώ σ ε ι την εν λόγω σύμβαση α ν α θ ε ω ρ ώ ν τ α ς τ ο
π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν ο τ η ς ρ ή τ ρ α ς αυτής,
διότι αυτό αντιβαίνει στο άρθρο 6 παράγραφος 1, της οδηγίας 93/2013
(βλ., συναφώς, απόφαση του της 14ης Ιουνίου 2012 στην υπόθεση C-618/10, Banco
Español de Crédito SA κατά Joaquín Calderón Camino, ως προς τους καταχρηστικούς όρους μιας σύμβασης δανείου
στη διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωμής και τις αρμοδιότητες του εθνικού
δικαστηρίου).
5.
Εν προκειμένω, οι ενάγοντες με την παρούσα αγωγή μας εκθέτουμε, μεταξύ των
άλλων, ότι η εναγόμενη Τράπεζα μας ζημίωσε κατά το ποσό των 38.878,74€ από τη
διαφορά που προκύπτει από το ποσό που έλαβε εν συγκρίσει με το ποσό που θα ελάμβανε αν δ ε ν
είχε παραβιάσει τις α ν α γ κ α
σ τ ι κ ο ύ δ ι κ α ί ο υ διατάξεις τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002
(ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο
Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi) σύμφωνα με την οποίες η ελάχιστη ενημέρωση που ο φ ε ί λ ο υ ν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις
χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «…
(xi) Τη δ υ ν α τ ό τ η τ α και το
κ ό σ τ ο ς χρησιμοποίησης
τεχνικών κάλυψης του κ ι ν δ ύ ν ο
υ από την ενδεχόμενη μεταβολή της σ υ ν α λ λ α γ μ α τ ι κ ή ς ι σ ο τ ι μ ί α ς» και η εναγόμενη μας είχε υποδείξει μεθόδους αντιστάθμισης του
συναλλαγματικού κινδύνου και ειδικότερα,
ποια ήταν τα παράγωγα επενδυτικά προϊόντα στην ελληνική και ευρωπαϊκή
αγορά που θα μπορούσαν να μας θωρακίσουν
π λ ή ρ ω ς από τον
συναλλαγματικό κίνδυνο, άλλως να μειώσουν
σ η μ α ν τ ι κ ά τους κινδύνους
που σχετίζονται με τη θέση μας εκπεφρασμένη σε Ελβετικό φράγκο (τόσο σε
επίπεδο δ ό σ η ς , όσο και άληκτου κ ε φ α λ α ί ο υ), καθώς και ποιο το κ ό σ τ ο ς
τους και τον τρόπο που θα μπορούσαμε να έχουμε πρόσβαση σε αυτά,
επιπλέον δε, δε μας απέκρυπτε, άλλως αποσιωπούσε τις ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ
ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΟΣ (Cross-currency Swaps), τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ (FX
Calls, Puts), τα CURRENCY COLLARS, τα ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΚΑ ΣYMBOΛAIA
[(FORWARDS)–Outright Forward, Better Than Forward, Leveraged Better Than
Forward, Reverse Trigger Forward, Resurrecting Fade-in Forward, Reset Forward,
Flexible Forward και Participating Forward] κατά τρόπον που να αποδεικνύεται
τουλάχιστον βαρέως αμελής συμπεριφορά τής εναγομένης αντικείμενης στις
διατάξεις του νόμου, και την
ισοτιμία α σ φ α λ ί ζ α μ
ε κ λ ε ι δ ώ ν ο ν τ ά ς την 1/12/2006 την ισοτιμία στο 1,591498
για το χρονικό διάστημα από 1/12/2006 μέχρι τον χρόνο σύνταξης της από 6
Ιουλίου 2023 αγωγής μας, άλλως την άσκηση αυτής.
6.
Ως προς το νομικό ζήτημα της αδικοπραξίας ως αποζημίωση εξαιτίας του πταίσματος
από την βαρέως πλημμελή συμπεριφορά τής εναγομένης, αντικείμενης στις διατάξεις
του νόμου και δη τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης
του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις
(x) και (xi), αβ, λεκτέο ότι στην προκείμενη περίπτωση δεν παρίσταται ως
βάσιμο, σύμφωνα με τα αναφερθέντα και στη μείζονα πρόταση της παρούσας,
καθόσον η υπαίτια αδικοπρακτική
συμπεριφορά τής εναγομένης δεν είναι
«αυτοτελής» αλλά συνδεόμενη με την κύρια
υπόθεση της ένδικης δανειακής σύμβασης, τελεί δε σε σχέση άμεσης εξάρτησης από
εκείνη καθότι οι υποχρεώσεις τής εναγομένης που απορρέουν από την υπ’ αρίθμ.
2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της
Ελλάδος νοούνται νομικώς εντός των πλαισίων σύναψης δανειακής σύμβασης σε ξένο
νόμισμα, συνεπώς η εναγόμενη επέδειξε μεν ασύγγνωστη αμέλεια κατά την έννοια
του άρθρου 330 του ΑΚ που υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που
απαιτείται στις τραπεζικές συναλλαγές,
αυτή δηλαδή που πρέπει να καταβάλλεται κατά τη συναλλακτική πίστη από το δράστη
στον κύκλο της τραπεζικής αρμοδιότητάς του στα πλαίσια σύναψης δανειακής
σύμβασης με τον καταναλωτή, πολλώ δε μάλιστα που στην ένδικη περίπτωση υπάρχει
προς τούτο σαφές νομικό καθήκον από την αναγκαστικού δικαίου υπ’ αρίθμ.
2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της
Ελλάδος, πλην όμως, η συμπεριφορά τής εναγόμενης κατά τρόπο αντίθετο από εκείνο
που επιβάλλεται από τις περιστάσεις, με α π ό κ ρ υ ψ η άλλως
α π ο σ ι ώ π η σ η της αλήθειας
περί του περιεχομένου της υποχρέωσης ενημέρωσής μας από τις διατάξεις υπ’
αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας
της Ελλάδος, δεν έλαβε χώρα αυτοτελώς αλλά
είναι συνδεόμενη με την κύρια υπόθεση της ένδικης δανειακής σύμβασης,
επομένως δεν συρρέουν στην ένδικη αγωγή οι νόμιμες βάσεις, μεταξύ συμβατικής
και αδικοπρακτικής ευθύνης, ώστε εμείς ως δανειστές να έχουμε δικαίωμα να στηρίξουμε την αξίωσή μας
για αποζημίωση είτε στη σύμβαση, είτε στην αδικοπραξία, είτε επιβοηθητικά και
στις δύο και, ως εκ τούτου, η αξίωσή μας για αποζημίωση κατά την προσδοκία
κέρδους ύψους 38.878,74 €, άλλως κατά το
ποσό των 38.878,74 € που συνίσταται στο
θετικό διαφέρον ή διαφέρον εκπλήρωσης της σύμβασης, στηρίζεται μ ό ν ο ν
στη σύμβαση.
7.
Η αγωγή εγείρεται ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Το καταψηφιστηκό
αγωγικό αίτημα είναι
«Να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλλει σε εμάς τους ενάγοντες νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι εξοφλήσεως την προσδοκία κέρδους ύψους 38.878,74 €, με βάση την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πιθανότητα λειτουργίας της σύμβασης κατ’ εφαρμογή τών α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ δικαίου διατάξεων τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi), καθώς και των ειδικών περιστάσεων του ευμεταβλήτου των νομισματικών ισοτιμιών στις διεθνείς Αγορές Συναλλάγματος στην υπό κρίση περίπτωση, πρόσθετα δε των ληφθέντων προπαρασκευαστικών μέτρων που θα λαμβάναμε ενόψει του συναλλαγματικού κινδύνου που αναλάβαμε, της χρησιμοποίησης δηλ. τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από τη μεταβολή τής συναλλαγματικής ισοτιμίας με μεθόδους αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου με παράγωγα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ικανών να μας θωρακίσουν π λ ή ρ ω ς από τον συναλλαγματικό κίνδυνο άλλως να μειώσουν σ η μ α ν τ ι κ ά τους κινδύνους που σχετίζονται με τη θέση μας εκπεφρασμένη σε ελβετικό Φράγκο (τόσο σε επίπεδο δ ό σ η ς όσο και άληκτου κ ε φ α λ α ί ο υ), που θα καθιστούσαν β έ β α ι ο το κέρδος μας των 38.878,74 €, εφόσον α σ φ α λ ί ζ α μ ε την ισοτιμία μετατροπής του δανείου από Ευρώ σε ελβετικά Φράγκα κ λ ε ι δ ώ ν ο ν τ α ς την 1/12/2006 την ισοτιμία στο 1,591498, για το χρονικό διάστημα από 1/12/2006 μέχρι τον χρόνο σύνταξης της από 6 Ιουλίου 2023 αγωγής μας, άλλως, και δοθέντος ότι ως πλανηθέντες, όπως ιστορείται στην αγωγή, επιλέγουμε να αποδεχθούμε την ακυρώσιμη λόγω πλάνης δικαιοπραξία, να μας επιδικαστεί το ποσό των 38.878,74 € ως αποζημίωση που συνίσταται στο θετικό διαφέρον ή διαφέρον εκπλήρωσης της σύμβασης, με το οποίο καλύπτονται οι ζημίες που θα είχαν α π ο φ ε υ χ θ ε ί για εμάς, αν τα κρίσιμα περιστατικά τής πληροφόρησης που μας παρείχε η εναγόμενη Τράπεζα συμμορφούμενη στις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi) ήταν υ π α ρ κ τ ά και όχι ανύπαρκτα και η δικαιοπραξία τής ένδικης Σύμβασης Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου εκπληρωνόταν όπως εμείς την είχαμε πιστέψει και όπως ο νόμος ορίζει, άλλως, όλως επικουρικά, εξαιτίας του ότι η εναγόμενη κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερη χωρίς νόμιμη αιτία κατά το ποσό των 38.878,74 €, να υποχρεωθεί κατά τη διάταξη του αρθρ. 904 ΑΚ να μας καταβάλει το ποσό των 38.878,74 € νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, που αποτελεί την προσδοκία κέρδους μας, άλλως συνίσταται στο θετικό διαφέρον ή διαφέρον εκπλήρωσης της -- αποδεχθείσας από εμάς -- ακυρώσιμης λόγω πλάνης ένδικης δανειακής δικαιοπραξίας, Σύμβασης Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου.»

Κατά την ΚΠολΔ 491 8 1 στη δίκη διανομής, με επιμέλεια του επισπεύδοντος τη συζήτηση, προσεπικαλούνται υποχρεωτικά, τρίτοι που έχουν δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας, ως και εκείνοι που έχουν επιβάλλει κατάσχεση (συντηρητική ή αναγκαστική) στη μερίδα κάποιου κοινωνού. Η ρύθμιση αυτή, με την οποία διευρύνονται τα υποκειμενικά όρια της δίκης διανομής, έχει ως δικαιολογητικό λόγο τον επηρεασμό και κατά κάποιο τρόπο τη διάπλαση των άνω δικαιωμάτων, από τη διανομή, κατά τις ΚΠολΔ 492 επ. Η προσεπίκληση δεν εκτείνεται και σε όσους έχουν δικαίωμα άλλης προσωπικής δουλείας (π.χ. οίκησης).
Στοιχεία της αγωγής διανομής, για το ορισμένο αυτής, είναι α) η συγκυριότητα του ενάγοντος στο υπό διανομή πράγμα, β) η ύπαρξη κοινωνίας μεταξύ των διαδίκων και κατά συνέπεια και η συγκυριότητα των εναγομένων και γ) η άρνηση των εναγομένων για εξώδικη διανομή (Βλ ΑΠ 579/96 Δνη 39/549, ΕΑ 1217/2000 Δνη 41/808, ΕΑ 316/93 Δνη 37/389, ΕΑ 10085/95 Δνη 38/150, ΕΑ 6635/95 NoB 44/451, Αρμ 50/181). Εξάλλου, δεν απαιτείται η, από τον ενάγοντα, επίκληση ορισμένης αναλογίας αλλ’ αρκεί η αναφορά ότι το διανεμητέο ανήκει κατ' ιδανικά μέρη σ' αυτόν και στους εναγομένους, καθόσον υπάρχει τεκμήριο ότι τα μέρη είναι ίσα. Συναφώς, δεν απαιτείται η στην αγωγή, έκθεση του τρόπου κτήσης της συγκυριότητας του εναγομένου, γιατί η αγωγή διανομής ενέχει ομολογία του ενάγοντος ως προς την ιδιότητα του εναγομένου ως συγκυρίου. Αν όμως ο εναγόμενος αμφισβητήσει την παθητική νομιμοποίησή του, με τον ισχυρισμό ότι δεν είναι συγκύριος επί του διανεμητέου, τότε βαρύνεται ο ενάγων για τον καθορισμό του τρόπου κτήσης αυτής με τις προτάσεις του της αρχικής συζήτησης, αλλιώς η αγωγή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Ο ενάγων εφόσον στηρίζει τη συγκυριότητα του σε παράγωγο τρόπο κτήσεως, οφείλει, για να είναι ορισμένη η αγωγή του, να επικαλεσθεί, όπως και στη διεκδικητική αγωγή ακινήτου, τα στοιχεία του τρόπου της παράγωγης κτήσης της συγκυριότητας αυτού, δηλαδή τη συμβατική μεταβίβασή της με συμβολαιογραφικό έγγραφο και τη μεταγραφή αυτού (άρθρ 1033 ΑΚ) ή, σε περίπτωση κληρονομικής διαδοχής, την αποδοχή της κληρονομίας και τη μεταγραφή της δήλωση αποδοχής (συνδ. άρθρ 1193, 1198 και 1846 ΑΚ). Ο ενάγων, εφόσον ο εναγόμενος αμφισβητήσει τη συγκυριότητα του δικαιοπαρόχου τού ενάγοντος, έχει τη δυνατότητα, με τις πρωτόδικες προτάσεις της πρώτης συζήτηση, να προβεί στη συμπλήρωση της αγωγής, που θα συντελεσθεί με τον προσδιορισμό και του τρόπου κτήσης της κυριότητας ή συγκυριότητας εκ μέρους του δικαιοπαρόχου του και, αν παρίσταται ανάγκη, και των απωτέρων δικαιοπαρόχων του, ώστε να φθάσει σε κτήση κυριότητας με πρωτότυπο τρόπο. Στην αγωγή διανομής κληρονομιαίου ακινήτου ειδικότερα, πρέπει να αναφέρεται ότι ο κληρονομούμενος ήταν κύριος κληρονομιαίων, χωρίς να αρκεί απλώς μνεία, όπως στην αγωγή περί κλήρου, ότι είχε τη νομή ή την κατοχή. Επίσης, ενόψει του ότι κάθε διανομή περιέχει διάθεση, και συνεπώς προϋποθέτει κυριότητα στα διανεμητέα αντικείμενα, αναγκαίο στοιχείο της αγωγής αυτής είναι η μνεία της κυριότητας του ενάγοντος, δηλαδή της αποδοχής της κληρονομίας από αυτόν και της μεταγραφής της, χωρίς να αρκεί η επίκληση του κληρονομικού του δικαιώματος (Βλ Παπαδόπουλο, Αγωγές Κληρ Δ 461 επ, ΑΠ 1148/80 NoB 29/627, ΑΠ 801/77 NoB 26/508, ΕΘ 207/90 Αρμ 44/330 κ.ά. και περ.). Ως στοιχείο της αγωγής αρκεί και η άρνηση συναίνεσης του ενάγοντα για εξώδικη διανομή ΕΑ 895/79 NoB 27/604. Μόνο η ύπαρξη κοινού δικαιώματος όχι και ο τρόπος παραγωγής του (ΑΠ 1061/74 NoB 23/630, ΑΠ 639/65 NOB_14/490, ΑΠ 21/63 NoB 11/636, ΕΘ 11034/81 Αρμ 36/25). Δεν είναι στοιχείο η μη συναίνεση των εναγομένων (ΕΑ 893/77 Αρμ 32/496). Πρέπει ν' αναφέρει τα γεγονότα που θεμελιώνουν ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση των διαδίκων (ΑΠ 621/80 NoB 28/1980, ΕΛ 192/71 Αρμ 26/239). Αν δε γίνει επίκληση ορισμένης αναλογίας υπάρχει τεκμήριο ότι τα μέρη είναι ίσα (785 ΑΚ) (ΑΠ 621/80 NoB 28/1980, ΑΠ 1061/74 NoB 23/630, ΕΘ 1034/81 Αρμ 36/25). Δεν είναι αόριστη αν δεν αναφέρει τα ποσοστά του καθενός από τους ενάγοντας (ΕΘ 1034/81 Αρμ 36/25). Απαιτείται όμως η αναγραφή της συγκεκριμένης μεταβιβαστικής πράξης κυριότητας (ΕΑ 1058/81 ΑρχΝ 33/180). Βάση της αγωγής περί διανομής κοινού πράγματος είναι, κατά την έννοια των άρθρων 1113 και 700 ΑΚ σε συνδυασμό προς τα άρθρα 478 επ ΚΠολΔ, η συγκυριότητα των διαδίκων επί του διανεμητέου πράγματος.
Ως προς την αρμοδιότητα, αρμόδιο καθ' ύλην δικαστήριο, δοθέντος ότι στη δίκη διανομής αντικείμενο της δίκης είναι το αδιαίρετο δικαίωμα προς διανομή και όχι το διαιρετό δικαίωμα της κυριότητας, συνεπώς προσδιοριστικό στοιχείο της καθ' ύλην αρμοδιότητας του δικαστηρίου είναι η αξία του όλου υπό διανομή αντικειμένου, ακόμη και αν είναι κληρονομιαίο, και όχι του μεριδίου του ενάγοντος (. Βλ Βαθρακοκοίλη, ό.π. άρθρ 478 αρ 15, Μπέη, 1780, Μητσόπουλο, 267). Έτσι μπορεί να είναι αρμόδιο το πολυμελές ή μονομελές πρωτοδικείο ή ειρηνοδικείο.
Αναφορικά με το δικαστικό ένσημο, κατά το άρθρ 2 παρ 3 του ν ΓΠΟΗ/1912, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρ 7 του νδ 1544/1942 και το άρθρο 11 του νδ 4189/1961 προς υπολογισμό του τέλους δικαστικού ενσήμου (αν η αξία είναι άνω των 15.000 δρχ.) η αξία του ακινήτου λογίζεται στο εικοσαπλάσιο της ετήσιας προσόδου του μεριδίου που ανήκει στον ενάγοντα (άρθρ 2 § 3 ν ΓΠΟΗ/1912, ΠΠΠρεβ 16/78 NoB 27/254, ΜΠΘ 1726/75 ΕΕΝ 43/212), ενώ κατ’ άρθρο 54Α § 5 Ν. 4174/2013, ως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 13 § 5 Ν. 4474/2017, η αξία του αντικείμενου στη δίκη τής διανομής για την οποία (αξία) ο ενάγων υποχρεούται σε καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου που αποδεικνύεται με την προσκόμιση (α) πιστοποιητικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. του ακινήτου και (β) ηλεκτρονικού παράβολου της Γ.Γ.Π.Σ., σε συνδυασμό με το σχετικό παραστατικό πληρωμής του ηλεκτρονικού παράβολου της Τράπεζας, υπολογίζεται εκ μέρους του ενάγοντος με βάση το εικοσαπλάσιο της ετήσιας προσόδου του μεριδίου (ΕφΠειρ 658/2020, ΕφΘεσ 12/2013, ΕφΠατρ 279/2008, ΕφΠατρ 1142/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η διάταξη αναφέρεται στα υπό διανομή ακίνητα και συνεπώς αν πρόκειται για κινητά, ο υπολογισμός θα γίνει βάσει της πραγματικής αξίας αυτών. Αν το ακίνητο είναι απρόσοδο και πάλι υφίσταται υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου, πλην όμως ο υπολογισμός στην περίπτωση αυτή, εφόσον ο έμμεσος που ορίζει ο νόμος με βάση την πρόσοδο είναι αδύνατος, θα γίνει με βάση την πραγματική αξία του ακινήτου.
Αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο για την αγωγή διανομής είναι, αν πρόκειται για ακίνητο το, της τοποθεσίας του ακινήτου (29), για κινητό το της κατοικίας του εναγομένου (22) ή ενός από τους περισσότερους εναγομένους (37 παρ 1), για κληρονομία το της κληρονομίας, δηλαδή το της τελευταίας κατοικίας του κληρονομουμένου (30 παρ. 1) και αν δεν αποδεικνύεται αυτή, το της τελευταίας διαμονής του, και αν δεν αποδεικνύεται και αυτή, το της πρωτεύουσας και για εταιρική περιουσία στη δωσιδικία των εταιρικών διαφορών (27 παρ 2). Αν το ακίνητο βρίσκεται στις περιφέρειες περισσότερων δικαστηρίων αρμόδια είναι όλα τα δικαστήρια και μπορεί να εισαχθεί σ' ένα απ' αυτά (28 παρ 2). Αν πρόκειται για περισσότερα ακίνητα τα οποία βρίσκονται στις περιφέρειες περισσότερων δικαστηρίων, δεν υπάρχει η δωσιδικία της πραγματικής ταυτότητας του δικαίου (37 παρ 2), αλλά θα πρέπει ν' ασκηθούν χωριστές αγωγές σε κάθε δικαστήριο για τα ακίνητα που βρίσκονται στην περιφέρειά του, χωρίς ν' αποκλείεται η άσκηση της αγωγής σ' ένα απ' αυτά βάσει της δωσιδικίας της συνάφειας (31)58. Για την υπαγωγή της αγωγής διανομής στη δωσιδικία της κληρονομίας απαιτείται η σ’ αυτή αναφορά ολόκληρης της κληρονομιάς και όχι ορισμένου κοινού ακινήτου και αν ακόμη αποκτήθηκε με κληρονομικό τίτλο.
Αναφορικά με τα δικαστικά έξοδα στη δίκη διανομής, βαρύνουν τη διανεμητέα περιουσία, όπως κάθε δαπάνη για το κοινό πράγμα (άρθρο 794 ΑΚ), με την έννοια του καταλογισμού τους σε βάρος όλων των διαδίκων ανάλογα με το ποσοστό συγκυριότητας καθενός επί του διανεμητέου κοινού πράγματος (ΕφΘεσ 480/2021, ΕφΔυτΜακ 11/2020, ΕφΑιγ 15/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Σχετικά με την ενεργητική νομιμοποίηση, στην αγωγή διανομής ενάγων μπορεί να είναι κάθε κοινωνός (Βλ ΑΠ 117/71 NoB 16/609, ΕΑ 9622/84 NoB) ανεξάρτητα από το ποσοστό συγκυριότητάς του στο επίκοινο, και αν ακόμη δεν έχει τη νομή, δηλαδή δεν είναι νομέας ή συννομέας (Βλ Μπαλή. ΕμπρΔ παρ 117, ΚληρΔ παρ 226, 228, Ευκλ. - Παπαδ, παρ 292 σημ. 33/125), ο ψιλός κύριος (ΕΘ 1016/90 Αρμ 45/131) ο καθολικός καταπιστευματοδόχος μετά την σ’ αυτόν αποκατάσταση της κληρονομίας, ο αγοραστής της κληρονομικής μερίδας ή αντικειμένων της κληρονομίας, ο δανειστής συγκυρίου ασκεί την αγωγή πλαγιαστικώς (72) αν έχει συμφέρον. Ο επικαρπωτής ιδανικού μεριδίου κοινού ακινήτου δεν νομιμοποιείται ενεργητικά σε άσκηση αγωγής διανομής, γιατί τη συγκυριότητα έχει ο ψιλός κύριος του ιδανικού μεριδίου. Η αγωγή όμως που ασκείται από κοινού από τον ψιλό κύριο και τον επικαρπωτή για το ίδιο ποσοστό του κοινού πράγματος δεν είναι απαράδεκτη, γιατί έτσι η παρουσία του επικαρπωτή στη δίκη διανομής καθίσταται πιο έντονη από εκείνη που θα ήταν αν γινόταν ύστερα από υποχρεωτική προσεπίκληση από εκείνον που επισπεύδει τη συζήτηση (490 παρ 2, 491 παρ 1). Νομιμοποιείται για την άσκηση της αγωγής και ο συγκύριος που δεν είναι νομέας του κοινού. Εναντίον όλων των κοινωνών στρέφεται η αγωγή, αλλιώς απορρίπτεται ως απαράδεκτη (ΟλΑΠ 321/83 NoB 31/1575, ΑΠ 797/82 NoB 31/673). Χωρίς τη συμμετοχή όλων των κοινωνών η διανομή είναι απολύτως και καθολικώς άκυρη (ΑΠ 703/78 NoB27/531). Συνδέονται μεταξύ τους με σχέση αναγκαστικής ομοδικίας (ΑΠ 89/73 NoB 21/769, ΕΘ 2/71 Αρμ 25/487). Αν η επίδοση της αγωγής είναι εκπρόθεσμη για ένα από τους εναγόμενους, η συζήτηση είναι απαράδεκτη για όλους (ΠΠΚαστ 216/74 ΑρχΝ 25/571).
Ως προς τον τρόπο λύσης της κοινωνίας, δηλαδή το αν η λύση αυτή θα γίνει με αυτούσια διανομή ή με πώληση δια πλειστηριασμού, δεν εντάσσεται στο αίτημα της αγωγής, αλλ' ανήκει στις εξουσίες του δικαστηρίου. Τούτου δοθέντος, αίτημα της αγωγής διανομής κοινού πράγματος αποτελεί η λύση της κοινωνίας, ο δε τρόπος λύσης της κοινωνίας, δηλαδή το αν η λύση αυτής θα γίνει με αυτούσια διανομή ή με πώληση με πλειστηριασμό, δεν περιλαμβάνεται στο αίτημα της αγωγής διανομής, αλλά ανήκει στην κυριαρχική εξουσία του Δικαστηρίου (ΑΠ 555/2017, ΑΠ 913/2011, ΑΠ 1309/2005, ΑΠ 763/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω, η αγωγή διανομής, ως μικτή αγωγή, καθόσον μετέχει της φύσης και της προσωπικής και της εμπράγματης αγωγής, αφού έχει αφενός μεν εκ των προτέρων εναγόμενο και επιδιώκει την ικανοποίηση αξίωσης παροχής από την κοινωνία, η οποία φέρει το νομικό χαρακτήρα της ενοχής και αφετέρου γιατί δεν έχει ορισμένο εκ των προτέρων εναγόμενο, αλλ' εκείνον, ο οποίος θα συμβεί να είναι συγκοινωνός κατά την άσκηση της αγωγής και επιδιώκει τη διανομή του κοινού πράγματος, εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων, αν αφορά ακίνητο (Βλ Βαθρακοκοίλη, ό.π. αρ 29, ΑΠ 1821/84 ΕΕΝ 1986/739), για το παραδεκτό της οποίας αντίγραφό της πρέπει να καταχωρηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρ. 220 § 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρ. 12 §§ 1 περ. ιβ και 5 Ν. 2664/1998, εντός 30 ημερών από την κατάθεσή της, στο τηρούμενο κτηματολογικό φύλλο του επίδικου ακινήτου με ΚΑΕΚ στο οικείο Κτηματολογικό Γραφείο στο οποίο πρέπει να αναγράφεται και ο αριθμό καταχώρισης στο πιστοποιητικό καταχώρισης εγγραπτέας πράξης του προϊσταμένου του Κτηματολογικού Γραφείου με τον σχετικό αριθμό πρωτοκόλλου του εγγράφου. Η μη εγγραφή της επιφέρει απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης και αυτεπαγγέλτως, ενώ η μη κήρυξη του απαράδεκτου αυτού εμπίπτει στο λόγο αναίρεσης του άρθρ 559 αρ 14. Αν πρόκειται για τη διανομή περισσότερων ακινήτων απαιτείται εγγραφή στα βιβλία διεκδικήσεων της περιφέρειας κάθε ακινήτου.
Η αγωγή διανομής υπόκειται στην τακτική διαδικασία με παράλληλη εφαρμογή των ειδικών διατάξεων των άρθρ 478 επ ΚΠολΔ. Για το παραδεκτό της συζήτησής της, αφενός ο ενάγων οφείλει να καταθέσει με τις προτάσεις του ενημερωτικό έγγραφο περί δυνατότητας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, υπογεγραμμένο από αυτόν και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρ. 3 § 2 Ν. 4640/2019, δοθέντος ότι πρόκειται για αγωγή κατατεθείσα μετά την 30.11.2019, και το από 29.12.2020 πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης, σύμφωνα με το άρθρ. 6 § 1 Ν. 4640/2019, δοθέντος ότι πρόκειται για αγωγή κατατεθείσα μετά την 01.07.2020 (άρθρ. 74 § 14 Ν. 4690/2020). Η υπαγωγή στην τακτική διαδικασία δεν εμποδίζει την αντικειμενική σώρευση ούτε την ανταγωγή για διαφορές, που δεν εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις, όπως οι από δαπάνες συντήρησης του κοινού πράγματος (ΕΘ 211/73 NoB 22/75).
Ως προς την εκτελεστότητα της απόφασης λεκτέο ότι, από τον χαρακτήρα της δικαστικής απόφασης για τη διανομή έπεται ότι δεν υπόκειται αυτή σε αναγκαστική εκτέλεση γιατί ναι μεν ορίζεται στο άρθρ 904 ΚΠολΔ ότι μεταξύ των εκτελεστών τίτλων είναι και αι «τελεσίδικοι ως και οι προσωρινώς εκτελεστές αποφάσεις κάθε ημεδαπού δικαστηρίου» πλην όμως είναι αυτονόητο ότι μόνον οι καταδικαστικές αποφάσεις εκτελούνται αναγκαστικά, ενώ αντιθέτως δεν δύναται να νοηθεί εκτέλεση αναγνωριστικής ή διαπλαστικής απόφασης εφόσον δεν πρόκειται για αναγκαστική είσπραξη δικαστικών δαπανών που τυχόν επιδικάστηκαν με τέτοιες αποφάσεις. Συνεπώς και αν ακόμη κατακρατείται από κάποιο διάδικο το μερίδιο που έλαχε σε άλλο συνεπεία δίκης περί διανομής, δεν δύναται να εκβιαστεί η απόδοση με αναγκαστική εκτέλεση η δε αξίωση του δικαιούχου για απόδοση θα αποτελέσει στην περίπτωση αυτή αντικείμενο αυτοτελούς δίκης. Τούτο είναι λογική συνέπεια του ότι η τυχόν κατακράτηση της κυριότητας δεν αποτελεί αντικείμενο έρευνας στη περί διανομής δίκη για το λόγο ότι επί αυτής εκδιδόμενη απόφαση, με την οποία δημιουργείται πρώτον νέα κυριότητα των διαδίκων, ουδεμία περιέχει διάταξη καταδικαστική (Βλ ΕΘ 834/94 Δνη 37/159, ΕΠειρ 918/96 Δνη 38/857, ΠΠΑΘ 6885/92 Δνη 34/414, ΠΠΚαρδ 124/92 Αρμ 47/29).
Το Δικαστήριο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 481 αριθμ.2 εδάφ. α΄ του ΚΠολΔ, μπορεί για την εξίσωση άνισων μερών, να αποφασίσει ότι οι κοινωνοί που λαμβάνουν ορισμένα μέρη θα καταβάλουν σε άλλους κοινωνούς ορισμένο χρηματικό ποσό, που έχει αποζημιωτικό χαρακτήρα. Η διάταξη αυτή αναφέρεται στη δυνατότητα εξίσωσης άνισων μερών, όταν η διανομή πρέπει να γίνει με το σχηματισμό ίσων μερών, ώστε κάθε κοινωνός να λάβει ανάλογα με τη μερίδα του τέτοια (ίσα) μέρη. Ωστόσο, ενόψει του σκοπού της, ο οποίος συνίσταται στη διευκόλυνση της αυτούσιας διανομής, είναι αναλόγως εφαρμοστέα και στην περίπτωση που, κατά το άρθρο 486 παρ.2 του ΚΠολΔ, γίνεται επιδίκαση από το Δικαστήριο άνισων μερών, αντίστοιχων προς το μέγεθος των μερίδων των κοινωνών, οπότε δεν αποκλείεται να υποχρεωθούν ορισμένοι κοινωνοί να καταβάλουν σε άλλους χρηματικό ποσό, προς εξίσωση της αξίας των άνισων μερών, όχι μεταξύ τους, αλλά προς την αξία των μερίδων των κοινωνών (ΑΠ 211/2019, ΑΠ 36/2018, ΑΠ 1022/2013, ΑΠ 115/2011, ΑΠ 981/2010, ΑΠ 2230/2009, ΑΠ 837/2007, όλες δημ. στην επίσημη ιστοσελίδα του ΑΠ). Σε κάθε περίπτωση, αυτούσια διανομή δεν μπορεί να γίνει με τη λήψη μόνο χρηματικού ποσού από κάποιο κοινωνό, παρά μόνο στις προβλεπόμενες από τα άρθρα 483 του ΚΠολΔ και 1889 του ΑΚ περιπτώσεις, της διανομής κοινής επιχείρησης και της επιδίκασης στη σύζυγο του κληρονομουμένου ακινήτου που χρησίμευε ως οικογενειακή στέγη, αλλά ούτε συγχωρείται, αν δεν συντρέχει τέτοια εξαιρετική περίπτωση, κάποιος κοινωνός να λάβει τη μερίδα του κυρίως σε χρήμα, αφού έτσι καταλύεται η έννοια της αυτούσιας διανομής. Θα πρέπει συνεπώς το χρηματικό ποσό που ορίζεται να λάβει κάποιος κοινωνός να αποτελεί συμπλήρωμα απλώς του αυτούσιου μέρους του κοινού που λαμβάνει, να είναι δηλαδή σημαντικά μικρότερο από την αξία του μέρους που λαμβάνει είτε με κλήρωση, είτε με απονέμηση (ΑΠ 837/2007 δημ. στη ΝΟΜΟΣ). Τέλος, από τη διάταξη του άρθρου 486 παρ.2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 216 παρ.1, 219 παρ.1, 223 και 224 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι η προβλεπόμενη από την ως άνω διάταξη αυτούσια διανομή με απονεμητική κατανομή, προϋποθέτει, κατά την ίδια διάταξη, σχετικό (αυτοτελές) αίτημα του κοινωνού, το οποίο μπορεί να υποβληθεί και με τις προτάσεις οποιουδήποτε από τους συγκύριους διαδίκους κατά την πρώτη στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο συζήτηση της αγωγής περί διανομής, διαφορετικά είναι απορριπτέο ως απαράδεκτο (ΑΠ 1588/2008, ΑΠ 1602/2008, ΑΠ 256/2007 ΝΟΜΟΣ), αφού το δικαστήριο δεν έχει την δυνατότητα να επιλέξει αυτεπαγγέλτως τον εν λόγω τρόπο διανομής, αλλά επιλαμβάνεται σχετικώς μόνον κατόπιν ρητού αντίστοιχου, και με τις (πρωτόδικες) προτάσεις υποβαλλόμενου, αιτήματος κοινωνού, ενώ το εν λόγω αίτημα μπορεί να υποβληθεί παραδεκτά και κατά την επαναλαμβανόμενη, κατ΄ άρθρο 254 παρ.1 του ΚΠολΔ , συζήτηση της υπόθεσης στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, η οποία θεωρείται συνέχεια της προηγουμένης, με την έννοια ότι πρόκειται για δύο συνεχόμενα δικονομικά στάδια που συνθέτουν μία και μόνη συζήτηση, ένα αδιάσπαστο δικονομικό σύνολο (ΕφΑιγ 15/2019 , ΕφΑθ 2760/ 2013, αμφ. δημ. στη ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, από το άρθρο 482 παρ.2 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι σε περίπτωση αυτούσιας διανομής, κρίσιμος χρόνος για τον υπολογισμό της αξίας των μερών είναι εκείνος της συζήτησης, η οποία διεξάγεται μετά την αποδεικτική διαδικασία, όταν το Δικαστήριο εκδίδει την οριστική του απόφαση για τη διαίρεση των αντικειμένων της κοινωνίας στα αντίστοιχα μέρη που θα διανεμηθούν (ΑΠ 1735/2011 δημ. στη ΝΟΜΟΣ).
Τέλος, α) σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ.1 του ν.δ. 690/1948 , η οποία είχε καταργηθεί με το άρθρο 3 παρ.1 του α.ν. 625/1968, αλλά επαναφέρθηκε σε ισχύ με το άρθρο 6 του ν. 651/1977 (άρθρο 417 παρ.1 του π.δ. της 14/27-7-1999 "Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας"), η οποία εφαρμόζεται και επί δικαστικής διανομής, απαγορεύεται η μεταβίβαση της κυριότητας οικοπέδων που συνεπάγεται τη δημιουργία μη άρτιων οικοπέδων είτε κατά το ελάχιστο εμβαδόν, είτε κατά το ελάχιστο πρόσωπο, είτε κατά το βάθος, ενώ σύμφωνα με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου (παράγραφος 4 άρθρου 417 του π.δ. της 14/27-7-1999) κάθε δικαιοπραξία εν ζωή ή αιτία θανάτου που έχει αντικείμενο μεταβίβαση κυριότητας που απαγορεύεται από την προηγούμενη παράγραφο είναι αυτοδικαίως και εξ’ υπαρχής απολύτως άκυρη και β) κατά μεν το άρθρο 1 παρ.1 περ.α` του από 24/31-5-1985 Π.Δ/τος, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ.1 του ν.3212/2003 , τα γήπεδα που ευρίσκονται εκτός των ρυμοτομικών σχεδίων των πόλεων, κωμών ή οικισμών ή εκτός των ορίων των νομίμως υφισταμένων προ του έτους 1923 οικισμών είναι άρτια και οικοδομήσιμα μόνον αν έχουν ελάχιστο εμβαδόν 4.000 τετραγωνικά μέτρα και ελάχιστο πρόσωπο επί κοινοχρήστου οδού είκοσι πέντε (25) μέτρων, κατά δε το 23 παρ.3 του ίδιου ν.3212/2003 «η περίπτωση α` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του από 24/31-5-1985 Π.Δ/τος όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρου 10 του νόμου αυτού, δεν ισχύει για γήπεδα που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού», δηλαδή την 31-12-2003. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι η αυτούσια διανομή επικοίνου ακινήτου δια κατατμήσεως αυτού σε μικρότερα ακίνητα ανάλογα προς τις μερίδες των συγκυρίων είναι κατά νόμο δυνατή και επιτρεπτή όταν τα δημιουργούμενα μικρότερα ακίνητα είναι άρτια και οικοδομήσιμα ως έχοντα το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις ελάχιστο εμβαδόν, ελάχιστο πρόσωπο επί κοινοχρήστου οδού και ελάχιστο βάθος. Έτσι, αν το επίκοινο ακίνητο ευρίσκεται εκτός ρυμοτομικού σχεδίου ή εκτός των ορίων νομίμως υφισταμένου προ του έτους 1923 οικισμού, τότε η αυτούσια διανομή αυτού δια κατατμήσεως σε μικρότερα γεωτεμάχια ανάλογα προς τις μερίδες των συγκυρίων, είναι κατά νόμο δυνατή και επιτρεπτή όταν τα δημιουργούμενα γεωτεμάχια είναι άρτια και οικοδομήσιμα σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες γενικές διατάξεις και συγκεκριμένα όταν έχουν εμβαδόν τέσσερα (4) στρέμματα και από 1-1-2004 ελάχιστο πρόσωπο επί κοινοχρήστου δρόμου είκοσι πέντε (25) μέτρων. Δηλαδή η ως άνω απαίτηση προσώπου δεν ισχύει για γήπεδα εκτός σχεδίου που έχουν κατατμηθεί πριν την 31-12- 2003 και έχουν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις κατά κανόνα ή κατά παρέκκλιση αρτιότητας, που ισχύουν στην περιοχή του ακινήτου (ΑΠ 1124/2017, ΑΠ 515/2013, αμφ. δημ. στην επίσημη ιστοσελίδα του ΑΠ).
Το δικόγραφο τής αγωγής εδώ

Από την υποβολή της αίτησης της διαδικασίας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4728/2020 στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) και μέχρι την με ο π ο ι ο ν δ ή π ο τ ε τρόπο π ε ρ ά τ ω σ η της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 16, ακόμα και αν δ ε ν υπογραφεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, οπότε τυπικά (όχι όμως και ουσιαστικά) η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη, α ν α σ τ έ λ λ ο ν τ α ι η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη, εφόσον δ ε ν καταλαμβάνει την διενέργεια πλειστηριασμού, ο οποίος έχει προγραμματισθεί εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης από τον οφειλέτη.
Στο νόμο 4738/2020 (ΦΕΚ (ΦΕΚ Α` 207/27.10.2020) Ά που ισχύει από 1-6-2021, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση των άρθρων 16 και 18 με το άρθρο 84 του ν. 4821/2021 (ΦΕΚ A 134/31.07.2021, ορίζονται τα εξής: «Άρθρο 8: 1. Η αίτηση για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών υποβάλλεται από τον οφειλέτη ηλεκτρονικά στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) με τη χρήση της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Εξωδικαστικής Ρύθμισης Οφειλών του άρθρου 29. Τα δεδομένα του οφειλέτη τηρούνται στη βάση δεδομένων της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. για τρία (3) χρόνια από τη λήξη της εκτέλεσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Αν η αίτηση του οφειλέτη δεν καταλήξει σε σύμβαση αναδιάρθρωσης, τα δεδομένα του διαγράφονται από το ηλεκτρονικό αρχείο της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. τρία (3) χρόνια μετά την υποβολή τους. Η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. ορίζεται ως υπεύθυνος και ως εκτελών την τήρηση και την επεξεργασία των ανωτέρω δεδομένων σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων). 2. Το Δημόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή οι χρηματοδοτικοί φορείς μπορούν ως πιστωτές να κινήσουν τη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών κοινοποιώντας στον οφειλέτη με ηλεκτρονική επιστολή ή με δικαστικό επιμελητή ή με συστημένη επιστολή ή με ισοδύναμου τύπου ταχυδρομική επιστολή ή αυτοπρόσωπη παράδοση, εφόσον διασφαλίζονται με ισοδύναμο τρόπο η επιβεβαίωση αποστολής, παραλαβής και εμπιστευτικότητας, πρόσκληση για την εξωδικαστική αναδιάρθρωση των οφειλών του θέτοντας προθεσμία για την υποβολή της αίτησης της παρ. 1 έως 45 ημερολογιακές ημέρες. Η πρόσκληση του προηγούμενου εδαφίου κοινοποιείται με επιμέλεια του πιστωτή και στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Η μη υποβολή αίτησης από τον οφειλέτη εντός της ανωτέρω προθεσμίας συνεπάγεται την αυτοδίκαιη περάτωση της διαδικασίας και αξιολογείται σε περίπτωση μεταγενέστερης υποβολής αίτησης του παρόντος άρθρου από τον οφειλέτη. 3. Η υποβολή πρόσκλησης της παρ. 2 ανήκει στη διακριτική ευχέρεια κάθε φορέα.». «Άρθρο 16: Αν δεν υπογραφεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη. Η προθεσμία αυτή ισχύει και στην περίπτωση υποβολής σε διαμεσολάβηση, σύμφωνα με το άρθρο 15. Σε περίπτωση που τίθεται από αρμόδια υπηρεσία προθεσμία θεραπείας κατά την περ. δτης παρ. 2 του άρθρου 21, η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται για δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες. Σε κάθε περίπτωση, εντός της προθεσμίας του παρόντος άρθρου, οι συμμετέχοντες πιστωτές, που είναι χρηματοδοτικοί φορείς, έχουν τη δυνατότητα να απορρίψουν την αίτηση του οφειλέτη και να μην καταθέσουν πρόταση ρύθμισης. Με την κοινοποίηση της απόρριψης η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης περαιώνεται άμεσα ως άκαρπη. Για το πρώτο έτος εφαρμογής του νόμου, εάν στην κατά τα ανωτέρω δίμηνη προθεσμία μεσολαβεί ο μήνας Αύγουστος, εφαρμόζεται αναλογικά η παρ. 2 του άρθρου 147 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Α182, π.δ. 503/1985) και το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν συνυπολογίζεται.». « Άρθρο 18: Από την υποβολή της αίτησης και μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο περάτωση της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 16, αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη, καθώς και η ποινική δίωξη για τα αδικήματα του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α43) και του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α136) αναφορικά με της οφειλές των οποίων ζητείται η ρύθμιση. Για το πρώτο έτος εφαρμογής του νόμου, εάν συντρέξει περίπτωση αναστολής της προθεσμίας για το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου, σύμφωνα με το άρθρο 16, το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν συνυπολογίζεται στην αναστολή. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παρ. 2 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα. Η αναστολή της παρούσας δεν καταλαμβάνει την διενέργεια πλειστηριασμού, ο οποίος έχει προγραμματισθεί εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης από τον οφειλέτη, καθώς και οποιαδήποτε διαδικαστική ενέργεια προπαρασκευαστική της διενέργειας πλειστηριασμού από ενέγγυο πιστωτή (περιλαμβανομένης και της κατάσχεσης). Η αναστολή παύει με την τυχόν κοινοποίηση προς τον οφειλέτη της απόφασης μη υποβολής πρότασης συμφωνίας αναδιάρθρωσης ή με την καθοιονδήποτε τρόπο απόρριψη της αίτησης.».
Σε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης με την οποία ζητήθηκε να ανασταλεί ο πλειστηριασμός παρότι είχε παρέλθει εξάμηνο από την υποβολή της αίτησης της διαδικασίας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) και ως εκ τούτου η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών δεν υπογράφηκε εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, οπότε τυπικά η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη, η 153/2022 ΜΠΡ ΠΑΤΡ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) είπε ότι,
《 Από τα αντίγραφα των αιτήσεων που προσκομίζουν οι αιτούντες, αυτές δεν έχουν υποβληθεί ακόμα, έξι μήνες μετά την υποβολή τους σε επεξεργασία, ενώ οι ως άνω αιτήσεις δεν έχουν περιέλθει σε γνώση της καθης Τράπεζας ώστε η τελευταία να υποβάλει πρόταση ρύθμισης της οφειλών των καθων σε αυτή. Η καθης ισχυρίζεται ότι η διαδικασία ρύθμισης των οφειλών των αιτούντων έχει περατωθεί, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 16 του ν. 4738/2022 επειδή έχει παρέλθει χρονικό διάστημα δύο μηνών από την υποβολή της χωρίς να έχει υπογραφεί σύμβαση αναδιάρθρωσης. Ο ισχυρισμός αυτός της καθης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, γιατί πιθανολογείται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, η επεξεργασία των αιτήσεων που έχουν υποβάλει οι αιτούντες, ούτε έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία που προβλέπεται στη με αριθμό 76219 ΕΞ 2021 (ΦΕΚ Β` 2817/30.06.2021) ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομικών, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Επικράτειας, στην οποία εξειδικεύονται τα στάδια της διαδικασίας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας. Η μη ολοκλήρωση δε της διαδικασίας, ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για περάτωση της διαδικασίας αυτής, δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα των αιτούντων, αλλά σε αδυναμία της ηλεκτρονικής πλατφόρμας να διαχειριστεί και να επεξεργαστεί το μεγάλο όγκο των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί. Εξάλλου από τις αιτήσεις που προσκομίζουν οι αιτούντες πιθανολογείται ότι αυτοί είναι επιλέξιμοι, ήτοι ότι μπορούν να υπαχθούν στην εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών τους σύμφωνα με τους όρους του ν. 4738/2020. Το αν θα επιτευχθεί εν τέλει η υπογραφή σύμβασης αναδιάρθρωσης εξαρτάται από τις εκατέρωθεν προτάσεις τόσο των αιτούντων, όσο και των πιστωτών. Περαιτέρω, όπως προελέχθη στο άρθρο 18 του ν. 4738/2020 προβλέπεται ότι από την υποβολή της αίτησης και μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο περάτωση της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 16, αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη αναφορικά με της οφειλές των οποίων ζητείται η ρύθμιση και ότι η αναστολή παύει με την τυχόν κοινοποίηση προς τον οφειλέτη της απόφασης μη υποβολής πρότασης συμφωνίας αναδιάρθρωσης ή με την καθοιονδήποτε τρόπο απόρριψη της αίτησης. Στην προκειμένη περίπτωση επισπεύδεται από την καθης αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος των αιτούντων, όπως προελέχθη, για οφειλές τους για τις οποίες ζητείται η ρύθμιση με τις ως άνω υποβληθείσες αιτήσεις τους ενώ από κανένα στοιχείο δεν πιθανολογείται ότι έχει κοινοποιηθεί προς αυτούς (αιτούντες) απόφαση μη υποβολής πρότασης συμφωνίας αναδιάρθρωσης ή ότι έχει καθοιονδήποτε τρόπο απορριφθεί η αίτησή τους. Επομένως συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι προϋποθέσεις αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος τους από την καθης με την από 3-1-2022 δήλωση συνέχισης ηλεκτρονικού πλειστηριασμού της καθης προς την υπάλληλο του πλειστηριασμού πιστοποιημένη συμβολαιογράφο Πατρών ..... για την οποία συντάχθηκε η με αριθμό .../25-1-2022 πράξη δήλωσης - εντολής επίσπευσης ματαιωθέντος πλειστηριασμού της ως άνω συμβολαιογράφου για τη διενέργεια πλειστηριασμού την 18-2-2022, από ώρα 10:00 έως ώρα 12:00 ενώπιον της ως άνω συμβολαιογράφου ή, σε περίπτωση κωλύματος της, ενώπιον του νόμιμου πιστοποιημένου αναπληρωτή της. Εξάλλου πιθανολογείται με την επισπευδόμενη εκτέλεση και τυχόν ευδοκίμηση του πλειστηριασμού οι αιτούντες θα απωλέσουν την ακίνητη περιουσία τους, στην οποία περιλαμβάνεται και η πρώτη κατοικία τους, πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης των οφειλών τους, γεγονός που θα τους προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι πιθανολογείται η ύπαρξη επείγουσας περίπτωσης, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ως και βάσιμη κατουσίαν και να ανασταλεί η επισπευδόμενη σε βάρος των αιτούντων αναγκαστική εκτέλεση έως την κοινοποίηση προς τους αιτούντες της απόφασης μη υποβολής πρότασης συμφωνίας αναδιάρθρωσης επί των με αριθμούς ../1-8-2021 και ../1-8-2021 αιτήσεων που έχουν υποβάλει ηλεκτρονικά, σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4728/2020 στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) ή με την καθοιονδήποτε τρόπο απόρριψη των αιτήσεων αυτών.》
Ομοίως και οι αποφάσεις υπ' αριθμ. 157/2022 του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων και 7529/2022 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών - το Εφετείο Ιωαννίνων ανέστειλε πλειστηριασμό (με το ίδιο ανωτέρω σκεπτικό) που είχε οριστεί για τις 8.6.2022, καθώς δεν είχε ολοκληρωθεί ακόμη η διαδικασία του εξωδικαστικού που είχε ξεκινήσει με την υποβολή σχετικής αίτησης στις 7.3.2022. Στην εν λόγω απόφαση το πιστωτικό ίδρυμα προέβαλε τον ισχυρισμό ότι, λόγω παρέλευσης διμήνου από την οριστική υποβολή της αίτησης, είχε ήδη περατωθεί η διαδικασία του εξωδικαστικού, ισχυρισμός που απορρίφθηκε από το δικαστήριο "ως αβάσιμος, γιατί πιθανολογείται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, η επεξεργασία της αίτησης που έχουν υποβάλει οι αιτούντες, ούτε έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία που προβλέπεται στη με αριθμό 76219 ΕΞ 2021 (ΦΕΚ Β2817/30.06.2021) ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομικών, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Επικράτειας, στην οποία εξειδικεύονται τα στάδια της διαδικασίας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας".
ΜΟΝΑΡΧΊΑ
ΉΛΙΔΟΣ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ
ΗΛΙΔΑΣ
ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ
ΉΛΙΔΑΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές,
Νίκη Αστερή, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Σοφία Καραγεωργίου, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια και
Σπυρίδωνα Καποδίστρια, Πρωτοδίκη, οι οποίοι ορίσθηκαν από τον Πρόεδρο του
Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Ήλιδας και από το Γραμματέα
Ασημάκη Οικονομόπουλο.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο
ακροατήριο του, την ἔνη φθίνοντος Ποσιδεῶνος Β΄, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας
(Γρηγοριανό ημερολόγιο: 21η Ιανουαρίου 2023), για να δικάσει την υπόθεση
μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: Ἡρακλέους, τοῦ Δία
και τῆς Ἀλκμήνης, κάτοικος Ηλυσίων Πεδίων, ο οποίος παραστάθηκε μετά του
πληρεξουσίου δικηγόρου Ἀθανασίου Ἀλαμπάση (ΑΜ ΔΣΑ 024778), ο οποίος
κατέθεσε προτάσεις.
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Αὐγεία, βασιλεὺς Ἤλιδος, τοῦ Ποσειδῶνος καί τῆς
Ὑρμίνης, κάτοικος ανακτόρων Ἤλιδος, ο οποίος παραστάθηκε μετά του
πληρεξουσίου δικηγόρου Δημητρίου Ηλιού, προέδρου τού Δικηγορικού Συλλόγου
Ήλιδας (ΑΜ ΔΣH 4779), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει
δεκτή η από πρώτη ἱσταμένου Θαργηλίωνος, 1ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας
(Γρηγοριανό ημερολόγιο: 1η Μαΐου 2022) και με γενικό αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ 88518/2022 και αριθμό κατάθεσης
δικογράφου ΑΚΔ 2436/2022 αγωγή, η οποία
προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο ἔνη φθίνοντος Ποσιδεῶνος Β΄, 2ον ἔτος τῆς
700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 21η Ιανουαρίου 2023).
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι διάδικοι
παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω, και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους
ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΈΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
I. Επειδή, τα
υποκείμενα του Δικαίου, δηλαδή οντότητες στις οποίες απευθύνονται οι κανόνες
του δικαίου είναι τα πρόσωπα. Τα πρόσωπα είναι τα υποκείμενα των έννομων
σχέσεων (δηλ. των σχέσεων που ρυθμίζονται από το δίκαιο και από πρόσωπα τις
οποίες απορρέουν δικαιώματα και υποχρεώσεις). Τα πρόσωπα είναι υποκείμενα των
δικαιωμάτων και οι φορείς των υποχρεώσεων. «Πρόσωπο» είναι το υποκείμενο
δικαιωμάτων και υποχρεώσεων· κατά τη διάταξη της ΑΚ 34, κάθε πρόσωπο έχει ικανότητα δικαίου,
ικανότητα δηλ. να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Κάθε άνθρωπος
και μόνον ο άνθρωπος (όχι άλλα έμψυχα όντα) είναι φυσικό πρόσωπο. Το πρόσωπο
αρχίζει να υπάρχει από τη στιγμή που θα γεννηθεί ζωντανό και παύει με το θάνατό
του ή την αφάνεια.
II. Επειδή,
παράβαση των ερμηνευτικών κανόνων των δικαιοπραξιών, που περιέχονται στα άρθρ.
173 και 200 του ΑΚ, υφίσταται, όταν το δικαστήριο της ουσίας είτε προσέφυγε
στους ερμηνευτικούς αυτούς κανόνες προς συμπλήρωση ή ερμηνεία της
δικαιοπραξίας, μολονότι δέχθηκε, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και
δεν έχει ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας ΑΠ 355/2007, ΑΠ 1365/2005, ΑΠ
426/2010), κατά την ανέλεγκτη, προς αυτό, κρίση του (ΑΠ 1749/2005), είτε
παρέλειψε να προσφύγει στους ίδιους ερμηνευτικούς καvόvες, καίτοι ανέλεγκτα,
επίσης, διαπίστωσε την ύπαρξη κενού ή ασάφειας στις δηλώσεις βουλήσεως των
δικαιοπρακτούντων, οι οποίες έχρηζαν έτσι κατάλληλης συμπλήρωσης ή ερμηνείας με
εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ (ΑΠ 416/1993, ΑΠ185/2004,
ΑΠ 1503/2005, ΑΠ 832/2009, ΑΠ 574/2010). Προσφυγή πάντως στις διατάξεις αυτές
υπάρχει, έστω και αν αυτές δεν κατονομάζονται ρητά στην απόφαση, εφόσον, από το
περιεχόμενο της απόφασης προκύπτει ότι το δικαστήριο, αναζητώντας την αληθινή
βούληση των συμβαλλομένων, προσέφυγε τελικά στους ερμηνευτικούς κανόνες των
άρθρ. 173 και 200 ΑΚ (ΑΠ 355/2004). Η διαπίστωση, εξάλλου, από το δικαστήριο
της ουσίας κενού ή ασάφειας στη δικαιοπραξία δεν είναι αναγκαίο να αναφέρεται
ρητά στην απόφασή του, αλλά αρκεί να προκύπτει και έμμεσα απ’ αυτή, όπως συμβαίνει
όταν, παρά την έλλειψη σχετικής διαπίστωσης στην απόφαση, το δικαστήριο της
ουσίας προέβη σε συμπλήρωση ή ερμηνεία της δικαιοπραξίας, γεγονός που
αποκαλύπτει ακριβώς ότι το δικαστήριο αντιμετώπισε κενό ή ασάφεια στις δηλώσεις
βουλήσεως των δικαιοπρακτούντων, που το ανάγκασαν να καταφύγει στη συμπλήρωση ή
ανάλογα στην ερμηνεία τους (ΑΠ 311/1993 215/2005). Ιδίως αυτό συμβαίνει όταν το
δικαστήριο προβαίνει στο συσχετισμό των όρων της σύμβασης, στη λήψη στοιχείων
εκτός της σύμβασης ή αντλεί επιχειρήματα από το σκοπό της (ΑΠ 541/2002,
80/2004, 557/2004, 1258/2004). Παράβαση των ερμηνευτικών κανόνων των άρθρ. 173
και 200 του ΑΚ συνιστά και η εσφαλμένη εφαρμογή τους, με την έννοια της ευθείας
κατ’ αρχήν παράβασης των κανόνων αυτών στην περίπτωση που το σχετικό πόρισμα,
στο οποίο κατέληξε το δικαστήριο ως προς την ερμηνεία ή τη συμπλήρωση της
δικαιοπραξίας, δεν είναι σύμφωνο με την καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα
συναλλακτικά ήθη (ΑΠ 1580/1995, 832/2009, 715/2010). Οι ίδιοι κανόνες
παραβιάζονται όμως και εκ πλαγίου στην περίπτωση που δεν εκτίθενται στην
απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας με σαφήνεια και πληρότητα όλα τα πραγματικά
περιστατικά που διαπιστώθηκαν για τους σκοπούς της ερμηνείας ή της συμπλήρωσης
της δικαιοπραξίας (ΟλΑΠ 26/2004, ΑΠ 386/2004) και ιδίως, η διατύπωση της
δήλωσης βουλήσεως (ΑΠ 416/1993, 597/2005, 838/2005) ή όταν στην απόφαση δεν,
διευκρινίζεται και ούτε προκύπτει αν υπήρχε ή όχι κενό ή ασάφεια στη
δικαιοπραξία και επομένως ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας της, την οποία ωστόσο
το δικαστήριο πραγματοποίησε ή αναλόγως παρέλειψε να πραγματοποιήσει (ΑΠ
1365/2005, 426/2010), οπότε η απόφασή του στερείται νόμιμης βάσης και υπόκειται
στο λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 19 του άρθρ. 559 ΚΠολΔ (ΑΠ
683/2010,1093/2011,1665/2014).
III. Επειδή, κατά
το άρθρο 21 του ΠΚ, προσταγή είναι η πράξη την οποία κάποιος εκτελεί στα
πλαίσια διαταγής που του έδωσε, σύμφωνα
με τους νόμιμους τύπους, η αρμόδια Αρχή. Η πράξη που εκτελεί ο προστασσόμενος
(π.χ. αστυνομικό όργανο) είναι αποτέλεσμα προσταγής της οποίας την εκτέλεση
δεν μπορεί να αρνηθεί, ούτε να ελέγξει
την νομιμότητά της, παρά μόνο να την εκτελέσει, οπότε ο προστασσόμενος πράττει
εντός των πλαισίων της προσταγής, δηλαδή νόμιμα. Συναφώς, η προσταγή αποτελεί
στην ουσία μία έκφραση βουλήσεως, που προέρχεται από ένα ιεραρχικό ανώτερο
όργανο το οποίο εντάσσεται στο πλαίσιο ιεραρχίας που διέπει την συγκεκριμένη
Αρχή-Υπηρεσία κατά τρόπο εξουσιαστικό-επιτακτικό. Συγκεκριμένα η προσταγή
πρέπει να εξυπηρετεί τον σκοπό της αυτής Υπηρεσίας. Εσωτερικά τής Υπηρεσίας τώρα,
ο προστάσσων οφείλει να ενεργεί στα
πλαίσια της υλικής και της τοπικής του αρμοδιότητας. Δηλαδή να έχει οριστεί
νόμιμα ως ο αρμόδιος της συγκεκριμένης προσταγής και να ενεργεί στο πλαίσιο της
εδαφικής περιφέρειας που έχει οριστεί ως τομέας ευθύνης του (intra legem |
Νομικός ιστότοπος έρευνας του δικαίου, Προσταγή).
Περαιτέρω, ως προς
την άσκηση δημόσιας εξουσίας διαμορφώθηκαν δύο σχολές: η ακραιφνής γαλλική,
κατά την οποία θεμέλιο του διοικητικού δικαίου είναι η δημόσια υπηρεσία υπό
λειτουργική έννοια (école du service public, Léon Duguit), και η γερμανική, που
επηρέασε μία μερίδα της γαλλικής επιστήμης, κατά την οποία θεμέλιο του
διοικητικού δικαίου είναι η δημόσια εξουσία (école de la puissance publique,
Maurice Hauriou). Κατά την πρώτη άποψη, η δημόσια διοίκηση είναι θεμελιωμένη
στην ιδέα της δημόσιας προσφοράς, υπάρχει και οργανώνεται σε δημόσιες υπηρεσίες
προκειμένου να υπηρετήσει την κοινωνία και το δημόσιο συμφέρον. Κατά τη δεύτερη
άποψη, ο ακρογωνιαίος λίθος του διοικητικού δικαίου είναι η δημόσια εξουσία και
η επιβολή της στους ιδιώτες. Δεν ενδιαφέρει ποιο είναι το θεμέλιο της δημόσιας
εξουσίας και γιατί μπορεί και επιβάλλεται μέσα στην επικράτεια, και για τον
λόγο αυτό κατηγορήθηκε η άποψη αυτή ως ελάχιστα δημοκρατική. Η δημόσια εξουσία
ασκείται μέσω οργάνων και μέσων που τίθενται στην εξυπηρέτηση ενός δημοσίου
σκοπού (σκοποί δημοσίου συμφέροντος) και η λειτουργική έννοια της συνδέεται με την έννοια του δημοσίου
συμφέροντος (ωφέλεια για το κοινωνικό σύνολο) (Η έννοια της δημόσιας
υπηρεσίας, Γενικό διοικητικό δίκαιο, Ε.
Πρεβεδούρου). Άσκηση δημόσιας υπηρεσίας είναι η παροχή αγαθών ζωτικής σημασίας
για το κοινωνικό σύνολο (βλ. ΣτΕ ΠΕ 158/1992, 32-34, 38/1998, 242/1998,
355/2006).
Εξάλλου, από το
συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 και 104Α
του Ποινικού Κώδικα (Νόμος 4619/2019) καθώς και του άρθρου 64 ν.
2776/1999 «Σωφρονιστικός Κώδικας», για τη μετατροπή της φυλάκισης σε κοινωφελή
εργασία και την επιμέτρηση της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας
προβλέπεται ότι: Όταν επιβάλλεται φυλάκιση, η ποινή μπορεί να μετατρέπεται σε
παροχή κοινωφελούς εργασίας (άρθρο 81). Η κοινωφελής εργασία πραγματοποιείται
προς όφελος του κοινού σε φορείς του
δημόσιου τομέα, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, Οργανισμούς Τοπικής
Αυτοδιοίκησης, καθώς και Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού
χαρακτήρα, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και φορείς κοινωνικής αλληλέγγυας
οικονομίας, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να δεχθούν άτομα για να παράσχουν
κοινωφελή εργασία. Με την ίδια απόφαση ορίζονται επίσης η οργάνωση της παροχής
κοινωφελούς εργασίας, η διαδικασία επιλογής, ανάθεσης και επίβλεψης της
σχετικής εργασίας και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
IV. Επειδή, από το
συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων, 681, 694, 688 έως 691, 685 εδ. β` 374 και 699 ΑΚ συνάγονται τα εξής:
1) Δια της συμβάσεως της μισθώσεως έργου, ο μεν εργολάβος υποχρεούται να
εκτελέσει το έργο, ο δε εργοδότης να καταβάλει την συμφωνημένη αμοιβή, η οποία,
δυναμένη να συμφωνηθεί κατ` αποκοπή ή κατά μονάδα εργασίας, είναι καταβλητέα
κατά την παράδοση του έργου (ΑΚ 694).
2) Ο εργολάβος που
ενάγει τον εργοδότη προς καταβολή της
συμφωνημένης εφάπαξ αμοιβής, ενόψει του ότι είναι υποχρεωμένος σε προεκπλήρωση,
αρκεί να επικαλεσθεί και, στην περίπτωση αμφισβητήσεως, αποδείξει την σύναψη της
εργολαβικής συμβάσεως, το συμφωνημένο έργο, την
συμφωνημένη αμοιβή, την εκτέλεση του έργου, καθώς και την παράδοσή του
ή τουλάχιστον, την πραγματική προσφορά
του προς τον εργοδότη (ΑΠ 1367/2003).
Άρνηση
καταβολής της συμφωνημένης αμοιβής
μπορεί ο εργοδότης να αντιτάξει κατά του εργολάβου μόνο στην περίπτωση κατά την
οποία το εκτελεσθέν έργο που παραδόθηκε ή προσφέρθηκε εξαιτίας των ελλείψεων
είναι εντελώς διαφορετικό από το
συμφωνηθέν, οπότε, στην περίπτωση αυτή, δεν υπάρχει ούτε και μερική
εκπλήρωση της παροχής που συμφωνήθηκε, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση
του δικαιώματος του εργολάβου να ζητήσει την συμφωνημένη αμοιβή του και δεν
ισχύει η ειδική ρύθμιση των άρθρων 688 έως 690 ΑΚ.
V. Επειδή, κατά το
άρθρο 143 ΑΚ, «Εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, πλάνη που αναφέρεται
αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης δεν είναι ουσιώδης». Η έννοια
τού παραγωγικού αίτιου τής βούλησης, συνίσταται στο αίτιο, τον αφετήριο λόγο
από τον οποίο αφορμάται η βούληση και η συνακόλουθη δήλωση. Το αίτιο στηρίζεται
σε παραστάσεις τις οποίες είχε κατά νου ο δηλών και οι οποίες ενίοτε
εξωτερικεύονται αλλ' είναι πλανημένες (π.χ. αγοράζει κάποιος οικία στην περιοχή
Α γιατί έχει την πληροφορία ότι θα διέλθει το μετρό).
Δεν είναι ουσιώδης
η πλάνη που αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης και δεν
επιφέρει ακύρωση της δικαιοπραξίας, εκτός αν τα παραγωγικά αυτά αίτια
συζητήθηκαν πριν από την κατάρτιση της δικαιοπραξίας και απετέλεσαν, κατά το
πνεύμα των μερών, βάση ή προϋπόθεση για τη δικαιοπραξία ή δικαιολογείται τούτο
από την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, οπότε πλέον πρόκειται για πλάνη
ουσιώδη ως προς το περιεχόμενο της βούλησης (ΟλΑΠ 35/98 Δνη 39/1268, ΟλΑΠ 5/90,
Δνη 31/551, NoB 38/1318, ΑΠ 526/95 Δνη 37/1357).
Η από τον
αντισυμβαλλόμενο γνώση, με οποιοδήποτε τρόπο, των παραγωγικών αιτίων της
βούλησης αυτού που προβαίνει στη δήλωση, δεν μπορεί να προσδώσει έννομη επιρροή
στην πλάνη του τελευταίου και να αποτελέσει δικαιογόνο αιτία μετακύλισης του
κινδύνου στον αντισυμβαλλόμενο των παραστάσεων του δικαιοπρακτούντος για την
υπάρχουσα πραγματικότητα. Αν όμως ο αντισυμβαλλόμενος είναι γνώστης των
εσφαλμένων παραστάσεων και εκμεταλλεύεται την πλάνη του δηλούντος κατά τρόπο
που αντίκειται στους κανόνες της καλής πίστης, τότε αυτός δε δικαιούται να
ζητήσει την εκπλήρωση της σύμβασης ενώ αυτός που πλανήθηκε μπορεί να ζητήσει
την επιστροφή της παροχής που έχει εκπληρώσει κατά τα άρθρα 197, 200, 288, 281
και 904 ΑΚ [Βαθρακοκοίλης Ερνομακ.
άρθρο. 143].
Περαιτέρω, σύμφωνα
με τη διάταξη του άρθρου 144 ΑΚ, «Η δικαιοπραξία δεν ακυρώνεται λόγω της
πλάνης: (…) 2. Αν η ακύρωση αντιβαίνει στην καλή πίστη». Η διάταξη, η οποία
σκοπεί στην προστασία του αντισυμβαλλόμενου του πλανηθέντος αν πρόκειται για
σύμβαση, αποκλείει την ακυρότητα της δικαιοπραξίας αν υπάρχει ουσιώδης πλάνη,
και η ακύρωση είναι αντίθεση στην καλή πίστη: Ο αποκλεισμός στην περίπτωση
αυτή, δηλαδή όταν η ακύρωση καθίσταται, με βάση τις συνθήκες της συγκεκριμένης
περίπτωσης, αδικαιολόγητη και ανεπιεικής, απαιτεί αίτηση του εναγομένου, που
πρέπει να περιέχει τα περιστατικά που καθιστούν αντίθετη την ακύρωση στην
αντικειμενική συναλλακτική καλή πίστη. Τα περιστατικά που θα ληφθούν υπόψη
είναι η υπαιτιότητα του πλανώμενου, το ανυπαίτιο του προσώπου καθού η ακύρωση,
οι δαπάνες μεγάλης έκτασης αυτού, το μέγεθος της ζημίας του τρίτου σε σχέση με
το μέγεθος της ζημίας του πλανώμενου, αδυναμία του πλανώμενου για την
αποκατάσταση των δαπανών, το είδος της δικαιοπραξίας, η δημιουργηθείσα
κατάσταση και οι κίνδυνοι για την ανατροπή της. Και η γνώση του εναγομένου της
πλάνης κατά την κατάρτιση της δικαιοπραξίας δεν εμποδίζει την εφαρμογή της
διάταξης. Αν η πλάνη οφείλεται σε πταίσμα του δηλούντος δεν αποκλείεται ευθύνη
του κατά της ΑΚ 197, 198 [Βαθρακοκοίλης Ερνομακ. άρθρο. 144]. Αντίθεση στην
καλή πίστη υπάρχει αν η πλάνη προήλθε από ασύγγνωστη αμέλεια αυτού που
πλανήθηκε και η ακύρωση θα ήταν ανεπιεικής για τον άλλο στον οποίο έγινε η
δήλωση ΑΠ 768/82 NoB 31/663, ΠΠΑ 13095/73 ΝΔ 28/81, ΠΤρικ 802/66 ΑρχΝ 19/64.
Στην προκειμένη
περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή του ο ενάγων Ηρακλής, εκθέτει ότι: Ως Άθλοι
τοῦ Ἡρακλέους ιστορούνται στην Ιερά Ελληνική Μυθολογία δώδεκα κατορθώματα που
έκανε ο μυθικός ήρωας Ηρακλής προκειμένου να εξαγνισθεί για το φόνο της
γυναίκας του Μεγάρας και των τριών γιων του, που είχε διαπράξει όταν η Ἥρα εμφύσησε
μανία στον Ήρωα. Για το σκοπό αυτό, ο Ηρακλής πήγε στο Μαντείο των Δελφών και
πήρε Χρησμό από την Πυθία, την Ιέρεια του Απόλλωνα. Και ο χρησμός του Μαντείου
ήταν «Ο δυνατότερος θα υπηρετήσει τον αδύναμο». Ο Χρησμός ερμηνεύτηκε από τους
άμεσα εμπλεκόμενους, ήτοι τον Ηρακλή και τον Ευρυσθέα, ότι έπρεπε να γυρίσει
στις Μυκήνες, την πατρίδα της μητέρας του, και να υπηρετήσει πιστά δώδεκα
χρόνια τον ξάδερφό του, τον Ευρυσθέα, που βασίλευε στην Τίρυνθα και τις Μυκήνες
και να πραγματοποιήσει τους άθλους που θα του πρόσταζε εκείνος.
Όταν λοιπόν ο αγαπημένος Ήρωας Ηρακλής παρουσιάστηκε στον Ευρυσθέα, αυτός από
προσωπική εμπάθεια για τον Ήρωα, εξάντλησε με τις διαταγές του κάθε επικίνδυνη
και ακατόρθωτη αναμέτρηση με τέρατα και υπερφυσικά φαινόμενα της εποχής με
στόχο είτε ο Ηρακλής να πεθάνει είτε να αποτύχει να εξαγνιστεί για τον φόνο τής
Μεγάρας και των τριών παιδιών του.
Περαιτέρω, η
αποκάθαρση της κόπρου από τους στάβλους του Αυγεία είναι ο Πέμπτος Άθλος τού
Ηρακλέους. Η ''Κόπρος του Αυγείου'' ήταν η κοπριά που είχε συγκεντρωθεί στους
τεράστιους στάβλους του βασιλιά της Ήλιδος Αυγεία με τα 3.000 βόδια, οι οποίοι
δεν είχαν καθαρισθεί επί 30 χρόνια. Το καθάρισμα αυτών των στάβλων από όλη την
κοπριά μέσα σε μία μόνο ημέρα ήταν ο πέμπτος άθλος του Ηρακλή· ο Ηρακλής
καλείται, μετά από διαταγή που λαμβάνει από τον Ευρυσθέα, να μεταβεί στο
Βασίλειο της Ήλιδος αποτελούμενο από την ομώνυμη πόλη – κράτος, κτισμένη στην αριστερή όχθη του Πηνειού
ποταμού, όπου βασιλεύς είναι ο Αυγείας, και να προχωρήσει σε αποκάθαρση της
κόπρου των στάβλων σε μόλις μία ημέρα.
Ο Ηρακλής
παρουσιάσθηκε στον Αυγεία και, αποκρύπτοντας τη διαταγή του Ευρυσθέα για τον
άθλο, προσφέρθηκε να καθαρίσει τους στάβλους σε μία ημέρα με αντάλλαγμα το ένα
δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοδιών, ήτοι 300 βόδια. Ο Αυγείας θεωρώντας
αδύνατη την επίτευξη του Άθλου, περιγέλασε τον ήρωα για την προσφορά του, όμως
δέχθηκε τη συμφωνία και έθεσε τον πρωτότοκο γιο του, τον Φυλέα, ως μάρτυρα για
τους όρους της συμφωνίας και την ορθή τήρησή της.
Ο Ηρακλής καθάρισε
την κόπρο διανοίγοντας δύο αύλακες στα
θεμέλια των στάβλων και στρέφοντας μέσα από αυτούς τα νερά του Πηνειού και του
Αλφειού προς τους στάβλους. Τα νερά των δύο αυτών ποταμών (κατ' άλλους μόνο του
Πηνειού) παρέσυραν όλη την κοπριά.
Αφού τελείωσε το
έργο του μέσα στην προκαθορισμένη προθεσμία τής μίας ημέρας, ο Ηρακλής ζήτησε
από τον βασιλιά Αυγεία την αμοιβή του,
όμως εκείνος αρνήθηκε να του τη δώσει, επειδή στο μεταξύ είχε πληροφορηθεί ότι
ο ήρωας στην πραγματικότητα εκτελούσε τη διαταγή του Ευρυσθέα, ισχυριζόμενος
ότι περιήλθε ανυπαίτια σε ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα, διότι ο Ηρακλής τού
απέκρυψε την αλήθεια, επιπλέον δε, ότι
με κανέναν τρόπο θα συμφωνούσε σε αμοιβή τού Ηρακλή αν γνώριζε ότι ο Ηρακλής
υποχρεούτο να πραγματοποιήσει τον Άθλο στα πλαίσια παροχής κοινωφελούς
εργασίας κατόπιν διαταγής που έλαβε από
τον Ευρυσθέα. Επιπλέον ο Αυγείας αρνήθηκε τη συμφωνία, για τον πρόσθετο λόγο,
ότι ο Ηρακλής δεν πραγματοποίησε την αποκάθαρση των στάβλων με ίδιες δυνάμεις,
αλλά στρέφοντας τους Ποταμούς Αλφειό και Πηνειό στους στάβλους οι οποίοι
(Ποταμοί) καθάρισαν την κόπρο και όχι ο Ηρακλής· έκρινε λοιπόν γι’αυτό, πως δεν
αξίζει να δώσει στον Ηρακλή τη συμφωνηθείσα
αμοιβή, αρνούμενος να καταβάλει τα συμφωνηθέντα.
Στη βάση αυτών των
περιστατικών, ο Ηρακλής άσκησε αγωγή κατά τού Αυγεία, ενώπιον του Πολυμελούς
Πρωτοδικείου Ήλιδας, με αίτημα να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Αυγείας να του
αποδώσει το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως να
υποχρεωθεί να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε
έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με 612,5 Ευρώ)
και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες,
ισότιμο σήμερα με 183.750 Ευρώ [1 αρχαία
Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ |
3.000 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750
Ευρώ].
Με αυτό το περιεχόμενο και
αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή (για τα καταψηφιστηκά αιτήματα της οποίας απαιτείται η καταβολή
τέλους δικαστικού ενσήμου), παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του, καθ' ύλη (άρθρα 7,
8, 9, 10, 14 παρ. 2 και 18 του ΚΠολΔ) και κατά τόπο (άρθρα 22 και 25 παρ. 2 του
ΚΠολΔ) αρμόδιου παρόντος Δικαστηρίου, για να εκδικασθεί κατά την προκείμενη
τακτική διαδικασία κρίνεται, νόμιμη ως προς όλα
τα αιτήματα με στοιχεία α και β, ήτοι να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Αυγείας
να του αποδώσει το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως
να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για
κάθε έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με 612,5 Ευρώ)
και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες,
ισότιμο σήμερα με 183.750 Ευρώ [1 αρχαία
Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ |
3.000 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750
Ευρώ].
Με αυτό το
περιεχόμενο, κατά την πλειοψηφούσα γνώμη που επικράτησε μεταξύ των μελών της
σύνθεσης του παρόντος Δικαστηρίου, ως προς τα αιτήματα αυτά, η αγωγή κρίνεται
αρκούντως ορισμένη, απορριπτομένης της περί του αντιθέτου προβληθείσας
αιτιάσεως του εναγομένου. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση, προσδιορίζεται επαρκώς
από τον ενάγοντα ο συνολικός αριθμός των βοῶν τού ποιμνίου του εναγόμενου, το
ποσοστό βοῶν που αιτείται ο ενάγων, το
ισάξιο σε Αττικές Αργυρές Δραχμές για κάθε έναν βοῦν, το συνολικό ποσό σε
Αττικές Αργυρές Δραχμές για το σύνολο των βοῶν που ζητά ο ενάγων, καθώς και η
ακριβής ισοτιμία της Αττικής Αργυρής Δραχμής και Ευρώ.
Από την εκτίμηση
της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος ανταπόδειξης που καταχωρίστηκε στα
ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του
Δικαστηρίου αυτού, όλων των εγγράφων που προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι,
μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικότερα παρακάτω, χωρίς ωστόσο να
παραλείπεται κάποιο για την ουσιαστική εκτίμηση της υπόθεσης, μεταξύ των οποίων
και η υπ'αριθ. 18.193/20-04-22) 7 και 8 ένορκες βεβαιώσεις του Απολλοδώρου,
πρώτου μάρτυρα του ενάγοντος Ηρακλή, και
του Φυλέα, υιού Αυγεία και δεύτερου μάρτυρα του ενάγοντος Ηρακλή, ενώπιον της
Συμβολαιογράφου Αθηνών, Ευσταθίας Μπολτσή, που λήφθηκε κατόπιν νόμιμης και
εμπρόθεσμης κλήτευσης της εναγόμενης (βλ. τη με αριθμό 2152Δ'/2012 έκθεση
επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Φίλιππου Δρίτσα),
αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Ως Άθλοι τοῦ
Ἡρακλέους ιστορούνται στην Ιερά Ελληνική Μυθολογία δώδεκα κατορθώματα που έκανε
ο μυθικός ήρωας Ηρακλής προκειμένου να εξαγνισθεί για το φόνο της γυναίκας του
Μεγάρας και των τριών γιων του, που είχε διαπράξει όταν η Ἥρα εμφύσησε μανία
στον Ήρωα. Για το σκοπό αυτό, ο Ηρακλής πήγε στο Μαντείο των Δελφών και πήρε
Χρησμό από την Πυθία, την Ιέρεια του Απόλλωνα. Και ο χρησμός του Μαντείου ήταν
«Ο δυνατότερος θα υπηρετήσει τον αδύναμο». Ο Χρησμός ερμηνεύτηκε από τους άμεσα
εμπλεκόμενους, ήτοι τον Ηρακλή και τον Ευρυσθέα, ότι έπρεπε να γυρίσει στις
Μυκήνες, την πατρίδα της μητέρας του, και να υπηρετήσει πιστά δώδεκα χρόνια τον
ξάδερφό του, τον Ευρυσθέα, που βασίλευε στην Τίρυνθα και τις Μυκήνες και να
πραγματοποιήσει τους άθλους που θα του πρόσταζε εκείνος.
Η έννομη αυτή
σχέση που συνδέει τον Ηρακλή με τον Ευρυσθέα συνιστά το θεμέλιο, την αφετηρία
της νομικής κρίσης επί των νομικών
ζητημάτων που ανάγονται στους Άθλους του Ηρακλή. Και τούτο, διότι ο
Ευρυσθέας είναι ύπατος άρχων της Τίρυνθας και των Μυκηνών, που ενεργεί στο
πλαίσιο της εδαφικής περιφέρειας που εξουσιάζει διοικητικά, ως τομέα ευθύνης
του. Τούτων δοθέντων, ο βασιλεύς Ευρυσθέας συγκεντρώνει στο πρόσωπό του όλες
τις εξουσίες του Βασιλείου της Τίρυνθας και των Μυκηνών, αποτελεί δε την κεφαλή
τής ιεραρχίας τής εκτελεστικής εξουσίας και, συνεπώς, το θεμέλιο της δημόσιας
εξουσίας που επιβάλλεται εντός τής επικράτειά του κατ’ εκτέλεση των προσταγών
του που όφειλε να υπακούσει ο Ηρακλής. Όταν λοιπόν ο αγαπημένος Ήρωας Ηρακλής παρουσιάστηκε στον Ευρυσθέα, αυτός από
προσωπική εμπάθεια για τον Ήρωα, εξάντλησε με τις διαταγές του κάθε επικίνδυνη
και ακατόρθωτη αναμέτρηση με τέρατα και υπερφυσικά φαινόμενα της εποχής με
στόχο είτε ο Ηρακλής να πεθάνει είτε να αποτύχει να εξαγνιστεί για τον φόνο τής
Μεγάρας και των τριών παιδιών του.
Περαιτέρω, η
αποκάθαρση της κόπρου από τους στάβλους του Αυγεία είναι ο Πέμπτος Άθλος τού
Ηρακλέους. Η ''Κόπρος του Αυγείου'' ήταν η κοπριά που είχε συγκεντρωθεί στους
τεράστιους στάβλους του βασιλιά της Ήλιδος Αυγεία με τα 3.000 βόδια, οι οποίοι
δεν είχαν καθαρισθεί επί 30 χρόνια. Το καθάρισμα αυτών των στάβλων από όλη την
κοπριά μέσα σε μία μόνο ημέρα ήταν ο πέμπτος άθλος του Ηρακλή· ο Ηρακλής
καλείται, μετά από διαταγή που λαμβάνει από τον Ευρυσθέα, να μεταβεί στο Βασίλειο
της Ήλιδος αποτελούμενο από την ομώνυμη πόλη – κράτος, κτισμένη στην αριστερή όχθη του Πηνειού
ποταμού, όπου βασιλεύς είναι ο Αυγείας, και να προχωρήσει σε αποκάθαρση της
κόπρου των στάβλων σε μόλις μία ημέρα.
Ο Ηρακλής
παρουσιάσθηκε στον Αυγεία και, αποκρύπτοντας τη διαταγή του Ευρυσθέα για τον
άθλο, προσφέρθηκε να καθαρίσει τους στάβλους σε μία ημέρα με αντάλλαγμα το ένα
δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοδιών, ήτοι 300 βόδια. Ο Αυγείας θεωρώντας
αδύνατη την επίτευξη του Άθλου, περιγέλασε τον ήρωα για την προσφορά του, όμως
δέχθηκε τη συμφωνία και έθεσε τον πρωτότοκο γιο του, τον Φυλέα, ως μάρτυρα για
τους όρους της συμφωνίας και την ορθή τήρησή της.
Τα ανωτέρω
προκύπτουν από την η υπ'αριθ. 18.193/20-04-22) 7 βεβαίωση του Απολλοδώρου, πρώτου μάρτυρα του
ενάγοντος Ηρακλή, μαρτυρία που επαναλαμβάνει με την η υπ'αριθ.
18.193/20-04-22) βεβαίωση ο Φυλέας, υιός
τού Αυγεία και δεύτερος μάρτυρας του ενάγοντος Ηρακλή, ενώπιον της Συμβολαιογράφου
Αθηνών, Ευσταθίας Μπολτσή, που λήφθηκε κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης
κλήτευσης του εναγόμενου, όπου οι δύο μάρτυρες βεβαιώνουν τα κάτωθι: «…ἦν δὲ ὁ
Αὐγείας βασιλεὺς Ἤλιδος, ὡς μέν τινες εἶπον, παῖς Ἡλίου, ὡς δέ τινες,
Ποσειδῶνος, ὡς δὲ ἔνιοι, Φόρβαντος, πολλὰς δὲ εἶχε βοσκημάτων ποίμνας. τούτῳ
προσελθὼν Ἡρακλῆς, οὐ δηλώσας τὴν Εὐρυσθέως ἐπιταγήν, ἔφασκε μιᾷ ἡμέρᾳ τὴν
ὄνθον ἐκφορήσειν, εἰ δώσει τὴν δεκάτην αὐτῷ τῶν βοσκημάτων…» ( Απολλοδώρου
Βιβλιοθήκη, Βίβλος Β΄κεφ. 5, παραγρ.5). [«Ήταν δὲ ὁ Αὐγείας βασιλεὺς Ἤλιδος, ο
οποίος όπως κάποιοι ισχυρίστηκαν, υιός Ἡλίου είναι, ὡς δέ κάποιοι άλλοι,
Ποσειδῶνος, ορισμένοι δὲ περαιτέρω, ότι Φόρβαντος υιός είναι, ο οποίος
πολυάριθμο ποίμνιο κτηνοτροφίας ζώων εἶχε. Προς τούτο στον Αυγεία προσελθὼν ο Ἡρακλῆς, αποσιωπώντας ότι εκτελεί
τὴν Εὐρυσθέως προσταγήν, δήλωσε ότι σε μιᾷ ἡμέρᾳ δύναται την αποκάθαρση της
κόπρου να επιτύχει, εφόσον ο Αυγείας δώσει το ένα δέκατο του ποιμνίου του.»].
Στη βάση αυτής
της συμφωνίας, ο Ηρακλής καθάρισε την κόπρο διανοίγοντας δύο αύλακες στα θεμέλια των στάβλων και
στρέφοντας μέσα από τους αύλακες τα νερά
του Πηνειού και του Αλφειού προς τους στάβλους. Τα νερά των δύο αυτών ποταμών
(κατ' άλλους μόνο του Πηνειού) παρέσυραν όλη την κοπριά.
Αφού τελείωσε το
έργο του μέσα στην προκαθορισμένη προθεσμία τής μίας ημέρας, ο Ηρακλής ζήτησε
από τον βασιλιά Αυγεία την αμοιβή του
(681, 694, 688 έως 691, 685 εδ. β` 374
και 699 ΑΚ), όμως εκείνος αρνήθηκε να του τη δώσει, επειδή στο μεταξύ είχε
πληροφορηθεί ότι ο ήρωας στην πραγματικότητα εκτελούσε τη διαταγή του Ευρυσθέα
(άρθρο 21 ΠΚ), ισχυριζόμενος ότι περιήλθε ανυπαίτια σε ουσιώδη πλάνη περί τα
πράγματα (άρθρο 141 ΑΚ), διότι ο Ηρακλής απέκρυψε από αυτόν την αλήθεια,
επιπλέον δε, ότι με κανέναν τρόπο θα συμφωνούσε σε αμοιβή τού Ηρακλή αν γνώριζε
ότι ο Ηρακλής υποχρεούτο να πραγματοποιήσει τον Άθλο στα πλαίσια παροχής
κοινωφελούς εργασίας (άρθρα 81 και 104Α
Ποινικού Κώδικα και καθώς και άρθρου 64 ν. 2776/1999 Σωφρονιστικού Κώδικα)
κατόπιν διαταγής που έλαβε από τον Ευρυσθέα (άρθρο 21 ΠΚ). Επιπλέον ο Αυγείας
αρνήθηκε τη συμφωνία, για τον πρόσθετο λόγο, ότι ο Ηρακλής δεν πραγματοποίησε
την αποκάθαρση των στάβλων με ίδιες δυνάμεις, αλλά στρέφοντας τους Ποταμούς
Αλφειό και Πηνειό στους στάβλους οι οποίοι (Ποταμοί) καθάρισαν την κόπρο και
όχι ο Ηρακλής· έκρινε λοιπόν γι’αυτό, πως δεν αξίζει να δώσει στον Ηρακλή τη
συμφωνηθείσα αμοιβή, αρνούμενος να
καταβάλει τα συμφωνηθέντα.
Στη βάση αυτών
των περιστατικών, ο Ηρακλής άσκησε την υπό κρίση αγωγή κατά τού Αυγεία, ενώπιον
του παρόντος Δικαστηρίου, με αίτημα να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Αυγείας να του
αποδώσει το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως να
υποχρεωθεί να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε
έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με 612,5 Ευρώ)
και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες,
ισότιμο σήμερα με 183.750 Ευρώ [1 αρχαία Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς =
10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ | 3.000
Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750 Ευρώ]. Επί των ανωτέρω πραγματικών
περιστατικών λεκτέα τα κάτωθι.
Από την ερμηνεία
του Δελφικού Χρησμού "Ο δυνατότερος να υπηρετήσει τον αδύναμο" από
τους άμεσα ενδιαφερόμενους Ηρακλή και
Ευρυσθέα, οι οποίοι, στη βάση αυτής της ερμηνείας, συμφώνησαν ότι
δικαιοπρακτικό θεμέλιο της μεταξύ τους έννομης σχέσης είναι το "Ο (δυνατότερος)
Ηρακλής ετέθη ως ιδιώτης υπό τις προσταγές του (αδύναμου) Ευρυσθέως", το
δικαστήριο δεν διαπίστωσε την ύπαρξη κενού ή ασάφειας στις δηλώσεις βουλήσεως
των δικαιοπρακτούντων Ηρακλή και Ευρυσθέα, οι οποίες χρίζουν κατάλληλης
συμπλήρωσης ή ερμηνείας με εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ,
αλλά δέχεται, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη
συμπλήρωσης ή ερμηνείας.
Περαιτέρω, τυχόν
ερμηνεία από το παρόν Δικαστήριο του Δελφικού Χρησμού "Ο δυνατότερος να
υπηρετήσει τον αδύναμο" πέραν της ερμηνείας που δέχθηκαν οι άμεσα
ενδιαφερόμενοι Ηρακλής και Ευρυσθέας, αναζητώντας το Δικαστήριο την αληθινή
βούληση του Θεού Απόλλωνα, προσφεύγοντας στους ερμηνευτικούς κανόνες των άρθρ.
173 και 200 ΑΚ, με σκοπό το δικαστήριο της ουσίας να προβεί σε συμπλήρωση ή
ερμηνεία του Δελφικού Χρησμού, εφόσον το Δικαστήριο κρίνει ότι αντιμετωπίζει
κενό ή ασάφειας στις δηλώσεις βουλήσεως της Πυθίας, που το αναγκάζουν να
καταφύγει στη συμπλήρωση ή ανάλογα στην ερμηνεία τους, προβαίνοντας προς τον
σκοπό αυτόν στο συσχετισμό των όρων του Δελφικού Χρησμού, στη λήψη στοιχείων
εκτός Χρησμού ή στην άντληση επιχειρημάτων από το σκοπό τού Χρησμού, τούτο
απαγορεύεται κατά την κρίση τού παρόντος Δικαστηρίου καθόσον προϋποθέτει
Θεοδικία.
Καταληκτικά, η ερμηνεία
από το παρόν Δικαστήριο της ερμηνείας του Δελφικού Χρησμού κατά το γράμμα του
και τον σκοπό του, που συμφώνησαν τα εμπλεκόμενα μέρη Ηρακλής και Ευρυσθέας,
είναι αυτή: "Ο (δυνατότερος) Ηρακλής ετέθη ως ιδιώτης υπό τις προσταγές
του (αδύναμου) Ευρυσθέως". Τις προσταγές Ευρυσθέως ο Ηρακλής υποχρεούται
να εκτελεί μεν αμισθί ως προς αυτόν, δεν αποδεικνύεται όμως από τη μεταξύ τους
συμφωνία ότι απαγορεύεται στον Ηρακλή να συνάπτει αλληλοκαλυπτόμενες συμβάσεις
με τρίτους με θεμέλιο την προσταγή που έλαβε από τον Ευρυσθέα.
Περαιτέρω, ο Άθλος
τοῦ ενάγοντος Ἡρακλέους, της αποκάθαρσης
της κόπρου από τους στάβλους του εναγόμενου Αυγεία, εκτελείται στα πλαίσια της
προσταγής Ευρυσθέως, σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους τής αρμόδιας Αρχής του Βασιλείου
της Τίρυνθος στο οποίο προΐσταται ο βασιλεύς Ευρυσθέας. Συναφώς, η πράξη της
αποκάθαρσης των στάβλων που εκτελεί ο προστασσόμενος Ηρακλής είναι αποτέλεσμα
προσταγής της οποίας την εκτέλεση δεν
μπορεί να αρνηθεί, ούτε να ελέγξει την νομιμότητά της, παρά μόνο να την
εκτελέσει, οπότε ο προστασσόμενος Ηρακλής πράττει εντός των πλαισίων της
προσταγής, που προέρχεται από ιεραρχικό ανώτερο όργανο, τον βασιλέα Ευρυσθέα.
Περαιτέρω, ο προστάσσων Ευρυσθέας ενεργώντας στα πλαίσια της υλικής και της
τοπικής του αρμοδιότητας, ήτοι στα όρια
που εκτείνεται το Βασίλειο της Τίρυνθας και των Μυκηνών, στα γεωγραφικά και
διοικητικά όρια εντός τού οποίου ασκεί δημόσια εξουσία, ως τομέα ευθύνης του,
διατάζει τον προστασσόμενο Ηρακλή να μεταβεί εκτός των ορίων της περιφέρειας
της Τίρυνθος και συγκεκριμένα στο Βασίλειο της Ήλιδος όπου βασιλεύς είναι ο
εναγόμενος Αυγείας, και να προχωρήσει σε αποκάθαρση της κόπρου των στάβλων
Αυγεία σε μία ημέρα· τούτο δε ο Ευρυσθέας δεν πράττει με γνώμονα την υπηρέτηση
του καθήκοντος της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, άλλως παροχής από τον
Ηρακλή υπηρεσίας κοινής ωφέλειας προς τον βασιλέα Αυγεία προσωπικά, ή τους
πολίτες της Ήλιδας συνολικά, καθώς ουδεμία δικαιοδοσία προς τούτο ο Ευρυσθέας
έχει στο Βασίλειο της Ήλιδος, ούτε καθ'ύλην ούτε κατά τόπον, ούτε όμως και ο
εναγόμενος Αυγείας επικαλείται σχετική διακρατική συμφωνία μεταξύ των δύο
Βασιλείων, αλλά την προσταγή ο Ευρυσθέας δίδει στον Ηρακλή αποκλειστικά με
γνώμονα τον βαθμό δυσκολίας τού Άθλου, με σκοπό τη μη πραγμάτωση του Άθλου από
τον Ηρακλή. Τούτων δοθέντων, ο Αυγείας
δε δύναται να επικαλεστεί επ' ωφελεία του την υποχρέωση Ηρακλέα προς εκτέλεση
της προσταγής Ευρυσθέως για την αποκάθαρση των στάβλων του, που εκτελεί ο
προστασσόμενος Ηρακλής, καθότι ναι μεν είναι αποτέλεσμα προσταγής της οποίας
την εκτέλεση δεν μπορεί να αρνηθεί ο Ηρακλής, πλην όμως η προσταγή δεν
προέρχεται από ιεραρχικό ανώτερο όργανο του Βασιλείου τής Ήλιδας, αλλά από
ιεραρχικό ανώτερο όργανο του Βασιλείου της Τίρυνθας, δηλαδή εκτός ορίων άσκησης
δημόσιας εξουσίας του Αυγεία.
Εξάλλου, τους Άθλους του ο ενάγων Ηρακλής εκτελεί
ως μέσον εξαγνισμού και προσωπικής λύτρωσης, κατόπιν χρησμοδότησης του Μαντείου
των Δελφών, για να εξαγνισθεί για το φόνο της γυναίκας του και των παιδιών του,
χρησμό κατά τον οποίο – σύμφωνα με την ερμηνεία που δόθηκε από τον
προστασσόμενο Ηρακλή και τον προστάσσοντα Ευρυσθέα -- , ο Ηρακλής οφείλει απόλυτη και αμισθί συμμόρφωση στις
προσταγές Ευρυσθέως, για την πραγματοποίηση των δώδεκα Άθλων που εκείνος τον
προστάζει. Τούτου δοθέντος, τους Άθλους ο Ηρακλής πραγματοποιεί μεν σε εκτέλεση
προσταγής Ευρυσθέως, στα πλαίσια της δημόσιας εξουσίας που ο τελευταίος ασκεί,
πλην όπως ως μέσον προσωπικού εξαγνισμού και προσωπικής λύτρωσης του ιδίου
αυτού, και όχι ως δημόσια υπηρεσία, καθότι πρώτον, ο προσωπικός εξαγνισμός και
η λύτρωση του Ηρακλή στα πλαίσια της υποταγής που οφείλει στις προσταγές
Ευρυσθέα δεν θεμελιώνεται στην ιδέα της δημόσιας προσφοράς, ούτε προορίζεται να
υπηρετήσει την κοινωνία και το δημόσιο συμφέρον, δεύτερον, ο Ηρακλής δεν είναι
κρατικός υπάλληλος αλλά ιδιώτης και μάλιστα άμισθος, και τρίτον, ουδαμώς
αποδεικνύεται ότι ο Ηρακλής ετέθη υπό τις διαταγές τού Ευρυσθέα με αποκλειστικό
σκοπό την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, αλλά με σκοπό τη δοκιμασία του,
μέσω του βαθμού δυσκολίας των Άθλων, και τούτο ανεξάρτητα αν η επίτευξη 8 από
τους 12 Άθλους τυγχάνει να λειτουργούν
λυτρωτικά για τους πολίτες των πόλεων εκείνων που ο Ηρακλής κλήθηκε να
πραγματοποιήσει τον εκάστοτε Άθλο, όπως ο Πρώτος Άθλος που ήταν η εξόντωση του φοβερού λέοντα της Νεμέας που
είχε ερημώσει όλη την πολιτεία, ο Δεύτερος Άθλος που ήταν η εξόντωση της
Λερναίας Ύδρας που σκορπούσε τη συμφορά στους κατοίκους της περιοχής, ο
Τέταρτος Άθλος που ήταν η εξόντωση του Ερυμάνθιου Κάπρου που ερήμωνε κι έφερνε
τον πανικό στην περιοχή της Αρκαδίας, ο Έκτος Άθλος που σκότωσε με τις σαΐτες
του τις Στυμφαλίδες Όρνιθες που ήταν ανθρωποφάγα αρπακτικά πουλιά με χάλκινα
ράμφη που σκότωναν τους κατοίκους τής Στυμφαλίας, ο Έβδομος Άθλος που έπιασε
τον άγριο ταύρο της Κρήτης που έκανε καταστροφές σε όλη την Κρήτη, ο Όγδοος
Άθλος που ήταν η αρπαγή των άγριων αλόγων του Διομήδη που τρέφονταν με
ανθρώπινο κρέας· ομοίως ισχύει και για τον υπό κρίση (Πέμπτο) Άθλο, της
αποκάθαρσης των στάβλων του εναγόμενου· την προσταγή κατ’ άρθρο 21 ΠΚ, ο
Ευρυσθέας δίδει στον Ηρακλή όχι με γνώμονα την εξυπηρέτηση του δημοσίου
συμφέροντος της Ήλιδας, ούτε στα πλαίσια παροχής κοινωφελούς εργασίας, αλλά
αποκλειστικά με γνώμονα τον βαθμό δυσκολίας τού Άθλου, με σκοπό τη μη
πραγμάτωση του Άθλου από τον Ηρακλή, και τούτο, διότι αν ο Ευρυσθέας
αποσκοπούσε στην υπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος (της Ήλιδας), ή στην παροχή
κοινωφελούς εργασίας, δε θα έθετε την ασφυκτική προθεσμία της μίας ημέρας για
την αποκάθαρση χιλιάδων τόνων κόπρου, που επισωρεύονται στους στάβλους για
περισσότερα από 30 χρόνια, αλλά θα έδινε μια εύλογη προθεσμία ώστε το έργο να
περατωθεί, να παρασχεθεί δηλαδή επιτυχώς
η κοινωφελής εργασία και άρα να εξυπηρετηθεί το δημόσιο συμφέρον. Σε
κάθε δε περίπτωση, η πράξη της αποκάθαρσης των στάβλων που εκτελεί ο προστασσόμενος
Ηρακλής, στα πλαίσια προσταγής από τον προστάσσοντα Ευρυσθέα, δε συνιστά δημόσια εξουσία του Βασιλείου της Τίρυνθας
που ασκείται και τίθεται στην εξυπηρέτηση ενός δημοσίου σκοπού υπέρ των πολιτών
της Τίρυνθας, άρα δεν εκπληρούται σκοπός δημοσίου συμφέροντος υπέρ της Τίρυνθας
ούτε πραγματώνεται ωφέλεια για το κοινωνικό σύνολο των πολιτών της Τίρυνθας,
αλλά ο προκείμενος Άθλος πραγματοποιείται εκτός των ορίων της περιφέρειας της
Τίρυνθος και συγκεκριμένα στο Βασίλειο της Ήλιδος όπου βασιλεύς είναι ο εναγόμενος
Αυγείας, όπου ουδεμία δικαιοδοσία άσκησης εξουσίας έχει ο Ευρυσθέας, ούτε
καθ'ύλην ούτε κατά τόπον, συνεπώς η πραγμάτωση του υπό κρίση Άθλου λειτουργεί, εξ αντανακλάσεως, αποκλειστικά
επ' ωφελεία τού εναγόμενου Αυγεία και των πολιτών τής Ήλιδος, υποχρέωση
δημόσιας υπηρεσίας που, ωστόσο, ο ενάγων Ηρακλής δεν έχει έναντι του Βασιλείου
τής Ήλιδας, ούτε όμως και ο εναγόμενος Αυγείας επικαλείται σχετική διακρατική
συμφωνία μεταξύ των δύο Βασιλείων, της Τίρυνθας και της Ήλιδας, για παροχή
αμισθί κοινωφελούς υπηρεσίας από μη κρατικό υπάλληλο της Τίρυνθας προς το
Βασίλειο της Ήλιδας (εν προκειμένω: τον ιδιώτη Ηρακλή, στα πλαίσια τυχόν
παροχής κοινωφελούς εργασίας από ιδιώτες της Τίρυνθας στην Ήλιδα, ως μέσο
έκτισης της ποινής τους).
Καταληκτικά, η
ερμηνεία από το παρόν Δικαστήριο της ερμηνείας του Δελφικού Χρησμού κατά το
γράμμα του και τον σκοπό του, που συμφώνησαν τα εμπλεκόμενα μέρη Ηρακλής και
Ευρυσθέας, είναι αυτή: "Ο (δυνατότερος) Ηρακλής ετέθη ως ιδιώτης υπό τις
προσταγές του (αδύναμου) Ευρυσθέως". Τις προσταγές Ευρυσθέως ο Ηρακλής
υποχρεούται μεν να εκτελεί αμισθί ως προς αυτόν, δεν αποδεικνύεται όμως από τη
μεταξύ τους συμφωνία ότι απαγορεύεται στον Ηρακλή να συνάπτει
αλληλοκαλυπτόμενες συμβάσεις με τρίτους με θεμέλιο την προσταγή που έλαβε από τον
Ευρυσθέα.
Των πραγμάτων ούτως
εχόντων, ο Ηρακλής, ως ιδιώτης και όχι δημόσιος υπάλληλος της Τίρυνθας, είχε το
νόμιμο δικαίωμα να αξιώσει αμοιβή στα πλαίσια της εκτέλεσης της σύμβασης έργου
μεταξύ αυτού και του εναγόμενου Αυγεία, της αποκάθαρσης των στάβλων από την
κόπρο, και τούτο ανεξάρτητα αν η πράξη της αποκάθαρσης των στάβλων που εκτελεί
ο προστασσόμενος Ηρακλής είναι αποτέλεσμα προσταγής Ευρυσθέως, την (αμισθί)
εκτέλεση της οποίας δεν μπορεί να αρνηθεί ο Ηρακλής, ούτε να ελέγξει την
νομιμότητά της, παρά μόνο να την εκτελέσει. Το δικαίωμα δε αυτό του Ηρακλή, της
σύναψης σύμβασης έργου με τον Αυγεία για την αποκάθαρση των στάβλων του,
ισχυροποιείται από την ασφυκτική προθεσμία τής μίας ημέρας που ετέθη στον Ήρωα
από τον Ευρυσθέα για την πραγματοποίηση του Άθλου, που καθιστά αντικειμενικά
αδύνατη την πραγμάτωσή του, με στόχο προφανώς – όχι την παροχή κοινωφελούς
εργασίας προς τους πολίτες της Ήλιδας , αλλά --
την ταπείνωση του Ήρωα και την μη
πραγμάτωση του Άθλου, με τον Ευρυσθέα να ωθείται σε αυτή του τη συμπεριφορά από
τα ταπεινά ελατήρια της μη εξιλέωσης του Ήρωα από την απεχθή πράξη της
δολοφονίας τής συζύγου του και των τέκνων του, πράγμα που αποδεικνύει ότι η
αληθώς βούληση Ευρυσθέα είναι η μη αποκάθαρση των στάβλων, ήτοι η μη
εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος ούτε η παροχή κοινωφελούς εργασίας, γεγονός
που αποτελεί ένα επιπλέον στοιχείο που
νομιμοποιεί τον Ηρακλή να συμβληθεί με τον Αυγεία.
Αντιθέτως, κατά την
κρίση του μειοψηφούντος μέλους της σύνθεσης του Δικαστηρίου τούτου, και δη του
Δικαστή, Σπυρίδωνος Καποδίστρια, Πρωτοδίκη, η αγωγή ως προς τα αιτήματα αυτά,
θα έπρεπε να απορριφθεί ως μη νόμιμη, καθόσον (Α) τους Άθλους του ο ενάγων
Ηρακλής εκτελεί ως μέσον εξαγνισμού και προσωπικής λύτρωσης, κατόπιν
χρησμοδότησης του Μαντείου των Δελφών ως – κατά μία άποψη – φορέας Θεϊκού Απόλλωνος Θελήματος που κοινωνείται στον Άνθρωπο δια στόματος
Πυθίας, Χρησμός που έθεσε τον Ήρωα υπό τις προσταγές Ευρυσθέως, ήτοι ενός βασιλέα και ουχί οποιουδήποτε κοινού θνητού, με γνώμονα
προφανώς (και) την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος το οποίο κάθε βασιλιάς
υπηρετεί, ως ένα βαθμό δε και ο μη δίκαιος βασιλιάς, εξού και η επίτευξη 8 από
τους 12 Άθλους τυγχάνει να λειτουργούν
λυτρωτικά για τους πολίτες των πόλεων εκείνων που ο Ηρακλής κλήθηκε να
πραγματοποιήσει τον εκάστοτε Άθλο, συνεπώς ο Ηρακλής, αν και ιδιώτης,
εξομοιώνεται κατά το πνεύμα του Χρησμού με δημόσιο υπάλληλο που τίθεται στην
υπηρεσία Ευρυσθέα για την εξυπηρέτηση (και) του δημοσίου συμφέροντος, άλλως
εξομοιώνεται με καταδικασμένο ο οποίος εκτίει την εναλλακτική μορφή ποινής τής
παροχής κοινωφελούς εργασίας, (Β) ο προστάσσων Ευρυσθέας ενεργώντας στα πλαίσια
της υλικής και της τοπικής του αρμοδιότητας, ήτοι στα όρια που εκτείνεται το Βασίλειο της Τίρυνθας
και των Μυκηνών, στα γεωγραφικά και διοικητικά όρια εντός τού οποίου ασκεί
δημόσια εξουσία, ως τομέα ευθύνης του, δεν αποκλείεται να διατάζει τον
προστασσόμενο κρατικό υπάλληλο ή τον καταδικασμένο σε παροχή κοινωφελούς
εργασίας (όπως εν προκειμένω ο Ηρακλής) να μεταβεί εκτός των ορίων της
περιφέρειας δικαιοδοσίας του, με αποστολή την αποκάθαρση της κόπρου των στάβλων
Αυγεία για την εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος της Ήλιδας (όπως π.χ. ένας
κρατικός υπάλληλος του Ηνωμένου Βασιλείου, του οποίου η Ελλάς δεν αποτελεί
υπερπόντια αποικία, μπορεί να διαταχθεί να μεταβεί σε αποστολή στην Ελλάδα για
την εξάρθρωση μιας τρομοκρατικής οργάνωσης στην Ελλάδα, προς εξυπηρέτηση
δημοσίου συμφέροντος τής ανεξάρτητης Ελληνικής Δημοκρατίας) και (Γ) το Μαντείο
των Δελφών ως (φερόμενος) φορέας Θεϊκού Απόλλωνος Θελήματος, που κοινωνείται
στον Άνθρωπο δια στόματος Πυθίας, που εν προκειμένω ερμηνεύεται ότι ο Ηρακλής
όφειλε να τεθεί για 12 ολόκληρα έτη υπό τις διαταγές ενός εμπαθούς και άδικου βασιλέα όπως ο Ευρυσθέας,
αντί ενός σοφού Έλληνα βασιλέα, ερμηνεύεται (είτε ως Θεία Απόλλωνος διάταξη,
είτε ως διάταξη που εκφράζει η Πυθία ως άνθρωπος), ο Ηρακλής, στα πλαίσια της
δοκιμασίας του για τον εξαγνισμό του, να ταπεινωθεί από τον Ευρυσθέα, ακόμη και
να υποβληθεί σε απάνθρωπες δοκιμασίες που υπερβαίνουν το μέτρο που αναλογεί στην
απαξία της δολοφονίας τής συζύγου του και των τέκνων του· το μη ακέραιον δε του
χαρακτήρος τού Ευρυσθέα τελεί σε γνώση τού Μαντείου, επομένως το Μαντείο έχει
επίγνωση ακόμη και του ενδεχόμενου ο Ευρυσθέας να θέσει την εξοντωτική
προθεσμία τής μίας ημέρας στον Ήρωα για την πραγματοποίηση του Άθλου
αποκάθαρσης των στάβλων τού Αυγεία, με στόχο αφενός την ταπείνωση του Ήρωα και
αφετέρου την μη πραγμάτωση του Άθλου· το Μαντείο γνωρίζει ότι ο Ευρυσθέας ωθείται σε αυτή του τη συμπεριφορά
από τα ταπεινά ελατήρια της μη εξιλέωσης του Ήρωα από την απεχθή πράξη της
δολοφονίας τής συζύγου του και των τέκνων του, πράγμα όμως που δεν αναιρεί την παραδοχή ότι ο
Ηρακλής υποχρεούται σε εκτέλεση της προσταγής Ευρυσθέως για αποκάθαρση των
στάβλων σε μία μόλις ημέρα, ούτε αποκλείει ότι ο Ηρακλής μπορεί να τα
καταφέρει. Η ως άνω μειοψηφήσασα άποψη απερρίφθη από την πλειοψηφία καθόσον
προϋποθέτει Θεοδικία, ήτοι την ερμηνεία από τον Άνθρωπο, του πνεύματος του
Δελφικού Χρησμού «Ο δυνατότερος να υπηρετήσει τον αδύναμο» ως «Ο ισχυρός
Ηρακλής να παράσχει κοινωφελή εργασία προς τον αδύναμο λαό» ή «Ο ισχυρός
Ηρακλής εκτελώντας διαταγές του βασιλιά Ευρυσθέα, να παράσχει (εμμέσως)
κοινωφελή εργασία προς τον αδύναμο λαό», και συνεπώς προϋποθέτει την ερμηνεία
από το παρόν Δικαστήριο της Βούλησης του Ιδίου Αυτού του Θεού Απόλλωνα,
καλούμενο σε αυτό το ενδεχόμενο το Δικαστήριο να ερμηνεύσει, αν ο χρησμός του
Μαντείου έχει κυριολεκτική, ή αλληγορική
έννοια κατά την οποία το Θέλημα Απόλλωνος είναι ενδεχομένως «Ο δυνατότερος
(Ηρακλής) να υπηρετήσει τον αδύναμο (λαό)». Επιπλέον, το Δικαστήριο θα
καλούνταν να ερμηνεύσει, γιατί ο Ηρακλής τέθηκε υπό τις διαταγές ενός βασιλιά
αντί ενός στρατηγού ή Ιεροφάντη, γιατί υπό τις διαταγές ενός άνανδρου,
δειλού και εμπαθούς βασιλιά αντί ενός
σοφού και δίκαιου βασιλιά που, πράγματι, θα προήγαγε το δημόσιο συμφέρον μέσω όλων (και των 12)
των Άθλων αντί των 8 Άθλων που εν προκειμένω τυγχάνει να υπηρετούν το δημόσιο
συμφέρον, γιατί, τέλος, η Ήρα εμφύσησε Μανία στον Ηρακλή για να σκοτώσει τη
σύζυγο και τα τέκνα του για να χρησμοδοτήσει εν συνεχεία ο Απόλλων (μέσω της
Πυθίας) να τεθεί ο Ηρακλής υπό τις διαταγές του εμπαθούς Ευρυσθέα κλπ. Τούτων
δοθέντων, επί νομικών ζητημάτων που ερείδονται σε Δελφικό Χρησμό, ένα
Δικαστήριο με ανθρώπινη σύνθεση όπως το παρόν Δικαστήριο, οφείλει να κρίνει
εντός των ορίων του ανθρώπινου μέτρου, βάσει της κείμενης νομοθεσίας και της
ερμηνείας που οι άμεσα εμπλεκόμενοι έδωσαν στον Χρησμό, και να μην εκφεύγει των
τιθέμενων από την ανθρώπινη φύση ορίων, διαπράττοντας την ύβρη της διερεύνησης
της Θείας Βούλησης, εν προκειμένω δε της Βούλησης της Θεού Ήρας και του Θεού
Απόλλωνος. Καταληκτικά, ένα Δικαστήριο με ανθρώπινη σύνθεση, εφόσον, πρώτον,
τίθεται στην κρίση του Δελφικός Χρησμός και, δεύτερον, το Δικαστήριο είναι
Ένθεον, δύναται μόνον να προβεί σε
ερμηνεία του Χρησμού κατά το γράμμα του, τη λεκτική του δηλαδή
διατύπωση, στη βάση της ερμηνείας που συμφώνησαν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι,
ενώ απαγορεύεται στο Δικαστήριο να
προβεί σε τελολογική ερμηνεία, δηλαδή να
αναζητά το σκοπό τού Χρησμού πίσω από το
γράμμα. Αντίθετα, αν το δικαστήριο είναι άθεο και προχωρήσει σε τελολογική
ερμηνεία, γιατί διάκειται σκωπτικά σχετικά με τον υποκρυπτόμενο Θεϊκό σκοπό
πίσω από το γράμμα τού Δελφικού Χρησμού, θεωρώντας τον Δελφικό Χρησμό ως
ανθρώπινη διάταξη Πυθίας η οποία χρήζει τελολογικής ερμηνείας, και στη βάση
αυτή ερμηνεύσει ή ακόμα χειρότερα συμπληρώσει τον Χρησμό, τότε η δικανική τού
δικαστηρίου κρίση τίθεται ενώπιον του κινδύνου να καταλήξει σε εσφαλμένη
απόφαση. Αλλά το παρόν Δικαστήριο είναι Ένθεον.
Συναφώς, κι αν
ακόμη, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του Αυγεία, αυτός γνώριζε ότι ο Ηρακλής είχε υποχρέωση κοινωφελούς
εργασίας προς τον Αυγεία στα πλαίσια της προσταγής Ευρυσθέα για την αποκάθαρση
των στάβλων του, πρόσθετα δε, ότι εφόσον αυτό το γνώριζε δε θα συμφωνούσε σε
αμοιβή τού Ηρακλή, η πλάνη του αυτή που
(υποτίθεται ότι) αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης δεν
είναι ουσιώδης δοθέντος ότι ο Αυγείας επείγονταν για την αποκάθαρση των στάβλων
του και ήταν διατεθειμένος να πληρώσει για το έργο αυτό· έτσι, το αίτιο, ο
αφετήριος λόγος από τον οποίο αφορμάται η βούληση και η συνακόλουθη δήλωση του
Αυγεία που καταδεικνύει την έννοια τού παραγωγικού αίτιου τής βούλησής του,
συνίσταται στη βούληση αυτού να αναθέσει σε εργολάβο, και μάλιστα κατ'
επειγόντως, την αποκάθαρση των στάβλων του, και να πληρώσει γι'αυτό. Επομένως
δεν είναι ουσιώδης η πλάνη που επικαλείται ο Αυγείας, διότι αναφέρεται
αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης και δεν επιφέρει ακύρωση της
δικαιοπραξίας, για τον επιπλέον λόγο ότι ο Αυγείας ουδέποτε συζήτησε με τον
Ηρακλή για "δωρεάν αποκάθαρση των στάβλων" πριν από την κατάρτιση της δικαιοπραξίας,
ώστε να αποτελέσει το "δωρεάν"
κατά το πνεύμα των μερών, βάση ή προϋπόθεση για τη δικαιοπραξία οπότε όταν ο Αυγείας σε μεταγενέστερο χρόνο
έλαβε γνώση της υποχρέωσης Ηρακλή για την αποκάθαρση των στάβλων του αμισθί
(στα πλαίσια εκτέλεσης της προσταγής Ευρυσθέα) πλέον να πρόκειται για πλάνη
ουσιώδη ως προς το περιεχόμενο της βούλησης. Εξάλλου ο Ηρακλής, που γνωρίζει ότι
εκτελεί αμισθί την προσταγή Ευρυσθέως για την αποκάθαρση των στάβλων Αυγεία,
δεν λογίζεται εν προκειμένω ως γνώστης των εσφαλμένων παραστάσεων του Αυγεία
και ότι εκμεταλλεύεται την πλάνη του κατά τρόπο που αντίκειται στους κανόνες
της καλής πίστης, διότι ουδέποτε συζητήθηκε μεταξύ Ηρακλή και Αυγεία το
ενδεχόμενο "δωρεάν αποκάθαρσης των στάβλων", περίπτωση κατά την
οποία, ο Ηρακλής – στο υποθετικό σενάριο που είχε υποχρέωση κοινωφελούς
εργασίας προς την Ήλιδα - που δεν είχε –
δε δικαιούταν να ζητήσει την εκπλήρωση της σύμβασης ενώ ο Αυγείας που
πλανήθηκε θα μπορούσε νόμιμα να αρνηθεί την αμοιβή στον Ηρακλή. Τέλος, και στην
υποθετική ακόμη περίπτωση που η Αυγεία ήταν ουσιώδης, και πάλι η δικαιοπραξία δεν ακυρώνεται λόγω της πλάνης
καθότι η ακύρωση αντιβαίνει στην καλή πίστη, καθώς τυχόν ακύρωση στην περίπτωση
αυτή, καθίσταται, με βάση τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης,
αδικαιολόγητη και πρόδηλα ανεπιεικής.
Περαιτέρω,
αποδεικνύεται ότι, δια της συμβάσεως της μισθώσεως έργου, ο μεν εργολάβος
Ηρακλής υποχρεούται να εκτελέσει το έργο τής αποκάθαρσης των στάβλων, ο δε
εργοδότης Αυγείας να καταβάλει την συμφωνημένη αμοιβή, η οποία συμφωνήθηκε από
τους διαδίκους συμβαλλόμενους στο ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν του
εναγόμενου, ήτοι 300 βόες, άλλως το ισάξιό τους σε Αττικές Αργυρές Δραχμές για
κάθε έναν βοῦν. Ότι ο Ηρακλής, ως εργολάβος που ενάγει τον εργοδότη Αυγεία προς
καταβολή της συμφωνημένης εφάπαξ αμοιβής του, επικαλείται και αποδεικνύει τη
σύναψη της εργολαβικής συμβάσεως, το συμφωνημένο έργο παράδοσης του έργου τής
αποκάθαρσης της κόπρου από τους στάβλους του εναγόμενου εντός μίας ημέρας,
την συμφωνημένη αμοιβή 300 βοῶν, την
εκτέλεση του έργου στην προκαθορισμένη ημερομηνία, καθώς και την παράδοσή του.
Ότι η άρνηση του εναγόμενου να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή θα
δικαιολογούνταν αν ο εναγόμενος Αυγείας ως εργοδότης απεδείκνυε ότι το
εκτελεσθέν έργο που παραδόθηκε από τον Ηρακλή, εξαιτίας ελλείψεων είναι εντελώς
διαφορετικό από το συμφωνηθέν, πράγμα που
δεν αποδεικνύεται καθότι ο ενάγων Ηρακλής παρέδωσε του στάβλους στον εναγόμενο
αποκαθαρμένους πλήρως από συσσωρευμένη κόπρο τριάντα ετών.
Ως προς το επιπλέον
ζήτημα που ο Αυγείας αρνήθηκε τη συμφωνία, για τον πρόσθετο λόγο, ότι ο Ηρακλής
δεν πραγματοποίησε την αποκάθαρση των στάβλων με ίδιες δυνάμεις, αλλά
στρέφοντας τους Ποταμούς Αλφειό και Πηνειό στους στάβλους οι οποίοι (Ποταμοί)
καθάρισαν την κόπρο και όχι ο Ηρακλής, λεκτέο ότι είναι νομικά αδιάφορο το
ζήτημα των μέσων που ο εργολάβος χρησιμοποίησε για την εκτέλεση του έργου,
καθότι το μείζον νομικό ζήτημα στις συμβάσεις έργου είναι, το εκτελεσθέν έργο
που παραδόθηκε να μην είναι διαφορετικό από το
συμφωνηθέν εξαιτίας ελλείψεων. Δοθέντος δε ότι τα μέσα που ο εργολάβος
χρησιμοποίησε για την εκτέλεση του έργου είναι νομικά αδιάφορο ζήτημα, πράγμα
που ανάγεται στον κοινό μέσο νου και συνεπώς ο εναγόμενος Αυγείας
αντιλαμβάνεται ότι ο εν λόγω ισχυρισμός δε στέκει ούτε νομικά ούτε λογικά,
λεκτέο προς τούτο ότι ο ισχυρισμός που ο Αυγείας υπονοεί είναι ότι, για την
προσήκουσα εκτέλεση του έργου τής αποκάθαρσης της κόπρου από τους στάβλους του,
και μάλιστα στον συμφωνημένο χρόνο της μίας μόλις ημέρας, ο Ηρακλής έλαβε
μεταφυσική βοήθεια από τους Ποτάμιους Θεούς Αλφειό και Πηνειό, συνεπώς η
εκτέλεση του έργου δεν είναι έργο ανθρώπινο αλλά θεϊκό, και ως εκ τούτου ο
Ηρακλής δε δικαιούται αμοιβής. Αν και το παρόν Δικαστήριο δεν αμφισβητεί τη
θεϊκή υπόσταση των Ποτάμιων Θεών Αλφειού και Πηνειού, εντούτοις, όπως στη
μείζονα σκέψη της παρούσης αναπτύχθηκε, κατά την κρίση τού παρόντος Δικαστηρίου
οι Ποτάμιοι Θεοί Αλφειός και Πηνειός δεν συνιστούν πρόσωπα υποκείμενα του
Δικαίου κατά τον ΑΚ, δηλαδή δεν αποτελούν οντότητες στις οποίες απευθύνονται οι
κανόνες του δικαίου κατά τον ανθρώπινο νόμο.
Συγκεφαλαιωτικά, λοιπόν, με βάση όλα
τα παραπάνω, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή στο σύνολό της. Περαιτέρω τα δικαστικά έξοδα πρέπει να
συμψηφιστούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων, λόγω της ιδιαίτερης
δυσχέρειας ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν στην προκείμενη
περίπτωση (κυρίως σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα ερμηνείας από το παρόν Δικαστήριο
του Δελφικού Χρησμού, βλ. άρθρα 179 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν συνόλω την αγωγή με
ημερομηνία πρώτη ἱσταμένου Θαργηλίωνος, 1ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας
(Γρηγοριανό ημερολόγιο: 1η Μαΐου 2022), με γενικό αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ
88518/2022 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΑΚΔ 2436/2022, η οποία προσδιορίστηκε
για τη δικάσιμο ἔνη φθίνοντος
Ποσιδεῶνος Β΄, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 21η
Ιανουαρίου 2023).
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο Αυγεία να
αποδώσει στον ενάγοντα Ηρακλή το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι
300 βόες, άλλως υποχρεώνει αυτόν
να του καταβάλει το ισάξιο των 10
Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με 612,5 Ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.000
Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες, ισότιμο σήμερα με 183.750 Ευρώ [1
αρχαία Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5
Ευρώ |3.000 Αττικές Αργυρές Δραχμές =
183.750 Ευρώ]
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ το σύνολο των δικαστικών
εξόδων μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε
στην Ήλιδα την πέμπτη φθίνοντος Γαμηλιώνος, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας
(Γρηγοριανό ημερολόγιο: 16 Φεβρουαρίου 2023), σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο
ακροατήριο, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων
τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΜΟΝΑΡΧΊΑ
ΉΛΙΔΑΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΉΛΙΔΑΣ
Ακριβές ηλεκτρονικό αντίγραφο, το οποίο θεωρήθηκε για τη νόμιμη απουλοποιημένη σήμανση και έκδοση του, με προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή κατόπιν ανάθεσης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης (Πράξη 204/2023).
Ήλιδα,
πέμπτη
φθίνοντος Γαμηλιώνος,
2ον
ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας
(Γρηγοριανό
ημερολόγιο: 16 Φεβρουαρίου 2023)
Ο/Η
Γραμματέας

Η α ν α σ τ ο λ ή εργασίας που προβλέπεται με την εν λόγω
διάταξη, σύμφωνα με το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο, έχει την έννοια ότι,
εφόσον ένας γάλλος εργαζόμενος στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα αρνείται να
προσκομίσει Πράσινο Πιστοποιητικό για τον κορωναϊό, ο εργοδότης έχει το
δικαίωμα να συμφωνήσει με τον εργαζόμενο κανονικές ημέρες άδειας μ ε τ'
α π ο δ ο χ ώ ν ή υποχρεωτικές
ημέρες άδειας μ ε τ' α π ο δ ο χ ώ ν. Αν ο εργαζόμενος αρνηθεί τίθεται σε αναστολή.
Όταν η α ν α σ τ ο λ ή τής σύμβασης εργασίας παρατείνεται πέραν της
περιόδου που ισοδυναμεί ΜΕ Τ Ρ Ε Ί Σ (3)
ΗΜΈΡΕΣ ΕΡΓΑΣΊΑΣ, ο εργοδότης υ π
ο χ ρ ε ο ύ τ α ι να καλέσει τον
εργαζόμενο σε συνέντευξη προκειμένου να τον τοποθετήσει σε άλλη θέση με μικρή ή
καθόλου επαφή με άλλα πρόσωπα όπου η πιθανότητα μετάδοσης του κορωναϊού είναι
περιορισμένη• η θέση αυτή είναι υποχρεωτικά
ε ν τ ό ς της επιχείρησης,
Α
ν τ ι σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ ή η
υποχρεωτική δεκαήμερη καραντίνα όταν ένας γάλλος βρεθεί θετικός στον κορωναϊό,
Δεν
αντίκειται στο γαλλικό Σύνταγμα το Πράσινο Πιστοποιητικό για τον κορωναϊό,
Η
επίδειξη δημοσίων εγγράφων που αποδεικνύουν την
τ α υ τ ό τ η τ α του πολίτη που
προσκομίζει το Πράσινο Πιστοποιητικό,
γίνεται α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ
ά στα όργανα της Γαλλικής Χ ω ρ ο φ υ λ α κ ή ς,
Ποιες
οι προϋποθέσεις χρήσης Πράσινου Πιστοποιητικού για την είσοδο σε μπαρ,
εστιατόρια, καφετέριες, πολυκαταστήματα, μεγάλα εμπορικά κέντρα, αίθουσες
συναυλιών, παραστάσεις, κινηματογράφος, φεστιβάλ, αθλητικές εκδηλώσεις,
εκθέσεις, σαλόνια, ζωολογικοί κήποι, βιβλιοθήκες, καζίνο και αίθουσες
παιχνιδιών στη Γαλλία,
Ποιες
οι προϋποθέσεις χρήσης Πράσινου Πιστοποιητικού για την πρόσβαση σε
υγειονομικές, κοινωνικές και ιατροκοινωνικές υπηρεσίες στη Γαλλία,
Ποιες
οι προϋποθέσεις χρήσης Πράσινου Πιστοποιητικού για ταξίδια μεγάλων αποστάσεων
με διαπεριφερειακές δημόσιες συγκοινωνίες στη Γαλλία.]
1.
Τον διαχωρισμό των χώρων διασκέδασης σε χώρους αμιγώς για εμβολιασμένους κατά
της Κόβιντ19 και σε μεικτούς χώρους ανακοίνωσε η ελληνική κυβέρνηση από την 15η Ιουλίου 2021.
Απαγορεύεται η συμμετοχή στην κοινωνική δραστηριότητα της ψυχαγωγίας αν ο
πολίτης δεν έχει εμβολιαστεί ή αν δεν υποβάλλεται συστηματικά σε -- οικονομικά
ασύμφορη και πρακτικά αδύνατη -- δοκιμασία PCR ή rapid για τον κορωναϊό κάθε 48
ή 72 ώρες.
Μετά
τον διαχωρισμό των χώρων διασκέδασης σε χώρους αμιγώς για εμβολιασμένους και σε
μεικτούς χώρους, η Ελληνική Δημοκρατία συνδέει τον εμβολιασμό των πολιτών της,
προεξοφλώντας την επέκταση της εφαρμογής του μέτρου τής υποχρεωτικής επίδειξης
πιστοποιητικού υγείας για το λιανεμπόριο συνολικά, των σούπερ μάρκετ
συμπεριλαμβανομένων.
Υποχρεωτικός
εμβολιασμός επιβάλλεται στην Ελλάδα στους εργαζομένους σε οίκους ευγηρίας και κέντρα
φροντίδας και σε όσους εργάζονται στον κλάδο της υγείας. Για τους
ανεμβολίαστους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα προβλέπεται αναστολή καθηκόντων
(μη καταβολή αποδοχών) με απόφαση του επικεφαλής του Φορέα. Για τους
ανεμβολίαστους εργαζόμενους στον ιδιωτικό
τομέα, ο εργοδότης υποχρεούται να μην κάνει δεκτή την παροχή της
εργασίας τού εργαζομένου και απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής αποδοχών
για το χρονικό διάστημα μη παροχής εργασίας. Παράλληλα παρατείνονται παντού για
επιπλέον τρεις μήνες οι τρίμηνες συμβάσεις του έκτακτου προσωπικού που θα
προσληφθεί στη θέση εκείνων που δεν θα εμβολιαστούν και (νομοτελειακά) θα
χάσουν τη δουλειά τους.
Τα
πρόστιμα για τους εργοδότες στις δομές που απασχολούν ανεμβολίαστους εργαζομένους
φτάνουν έως και 200.000 Ευρώ, ενώ οι εργαζόμενοι που δεν έχουν εμβολιαστεί
τίθενται σε αναστολή - άδεια άνευ αποδοχών.
Περισσότερα
αμφιλεγόμενα μέτρα για την επίτευξη εμβολιασμών σχεδιάζει το ελληνικό κράτος
για τους ένστολους όλων των Σωμάτων, δηλαδή Ένοπλες Δυνάμεις, Αστυνομία,
Λιμενικό και Πυροσβεστική, αλλά και για τους εργαζόμενους σε υποδομές και μέσα
μαζικής μεταφοράς.
«Το
έχω πει ότι δεν θα πάμε σε νέο lockdown. Θα το ξαναπώ: Δεν θα πληρώσουν οι
εμβολιασμένοι τους λίγους ανεμβολίαστους. Η οικονομία θα λειτουργήσει, η
κοινωνία θα μείνει ανοιχτή και η απάντηση στο πρόβλημα της μετάλλαξης Δ δεν
είναι το lockdown, αλλά ο
εμβολιασμός» δήλωσε ο έλληνας πρωθυπουργός
ενόψει των φθινοπωρινών μέτρων, υιοθετώντας ακραία διχαστική ρητορική για τους ανεμβολίαστους συμπολίτες μας, πυροδοτώντας
τον κοινωνικό αυτοματισμό των εμβολιασμένων συμπολιτών μας, προϊδεάζοντας για
σκληρά μέτρα που θέτουν σε αμφισβήτηση το αυτεξούσιο του σώματος, μέτρα που
οδηγούν σε παραβίαση των προσωπικών δεδομένων και των ατομικών ελευθεριών, που
θίγουν την αρχή της αξιοπρέπειας των πολιτών, το δικαίωμα στην ελεύθερη
ανάπτυξη της προσωπικότητας, το δικαίωμα στην εργασία, το δικαίωμα τής
συμμετοχής στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα της χώρας, το δικαίωμα
στη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα.
"Όσοι
υγειονομικοί δεν πραγματοποιήσουν έστω και μια δόση εμβολίου μέχρι την 1η
Σεπτεμβρίου θα έχουν ως συνέπεια την αναστολή της εργασίας τους", τόνισε
αξιωματούχος της ελληνικής κυβέρνησης, υπογραμμίζοντας παράλληλα πως "Ο
νόμος θα εφαρμοστεί χωρίς καμιά εξαίρεση", δίνοντας μια πρώτη ένδειξη για
την ένταση και την έκταση των μέτρων ενόψει του Χειμώνα 2021-22.
2.
Με διάγγελμα απευθύνθηκε στο γαλλικό λαό ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας
Εμμανουέλ Μακρόν την 12η Ιουλίου 2021 για την αναγκαιότητα επιβολής τού
υποχρεωτικού εμβολιασμού των υγειονομικών και την εισαγωγή του Γαλλικού
Πράσινου Πιστοποιητικού ως προϋπόθεση συμμετοχής σε δραστηριότητες κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής
στη Γαλλία... Ο εμβολιασμός τού υγειονομικού προσωπικού για την Κόβιντ19
καθίσταται υποχρεωτικός στη Γαλλία, ενώ για την είσοδο σε εστιατόρια και
καφετέριες και εμπορικά κέντρα, καθώς και για την επιβίβαση σε τρένα και άλλα
μέσα μεταφοράς, θα πρέπει να επιδεικνύεται Πράσινο Πιστοποιητικό, σύμφωνα με τα
συμφραζόμενα από το διάγγελμα του ενοίκου των Ηλυσίων Πεδίων… «Υποχρεωτικά θα
εμβολιαστούν όσοι έρχονται σε επαφή με ευπαθή άτομα. Θα έχουν διορία μέχρι τις
15 Σεπτεμβρίου για να εμβολιαστούν» είπε ο Μακρόν, προειδοποιώντας ότι μετά την
ημερομηνία αυτή θα τους επιβληθούν κυρώσεις, όπως η αναστολή από την εργασία τους και η απόλυση
από την εργασία τους… «Το Πράσινο Πιστοποιητικό θα εφαρμόζεται στις καφετέριες,
τα εστιατόρια, τα εμπορικά κέντρα, αλλά επίσης στα νοσοκομεία, τους οίκους
ευγηρίας, τα ιατροκοινωνικά ιδρύματα, όπως και στα αεροπλάνα, τα τρένα και τα
λεωφορεία μεγάλων αποστάσεων. Μόνο οι εμβολιασμένοι και όσοι έχουν αρνητικό
τεστ θα διαθέτουν πρόσβαση σε αυτούς τους χώρους» τόνισε ο Μακρόν.
Το
Γαλλικό Πράσινο Πιστοποιητικό που ανακοίνωσε ο Εμμανουέλ Μακρόν ως υποχρεωτικό
για τη συμμετοχή των γάλλων πολιτών στην οικονομική και κοινωνική ζωή της
Γαλλικής Δημοκρατίας αφορά, είτε σε πιστοποιητικό εμβολιασμού, ή σε πρόσφατο
αρνητικό τεστ, ή σε πιστοποιητικό ανάρρωσης από Κόβιντ19. Ως πιστοποιητικό
εμβολιασμού στη Γαλλία θεωρείται ο πλήρης εμβολιασμός μία εβδομάδα μετά τη
δεύτερη δόση για τα εμβόλια Pfizer / BioNTech, Moderna και AstraZeneca, ενώ για
την εφάπαξ δόση του εμβολίου Johnson & Johnson, τέσσερις εβδομάδες μετά τη
δεύτερη δόση. Για τους μη εμβολιασμένους γάλλους που προσκομίζουν αρνητικό
τεστ, το Πράσινο Πιστοποιητικό είναι έγκυρο εφόσον το PCR ή η δοκιμή αντιγόνου έχει πραγματοποιηθεί εντός 48 ωρών.
Τέλος, για τους γάλλους που έχουν
αναρρώσει από την Κόβιντ19, το Πράσινο Πιστοποιητικό είναι έγκυρο εφόσον έχουν
νοσήσει τους τελευταίους έξι μήνες.
Το
νομοσχέδιο για την υγεία που εισήχθη προς συζήτηση στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση
μετά το διάγγελμα του Εμμανουέλ Μακρόν, που προβλέπει τη θέσπιση και παράταση
εφαρμογής του μέτρου της υποχρεωτικής χρήσης Πράσινου Πιστοποιητικού υγείας για
την Κόβιντ19, επιπρόσθετα δε την υποχρέωση εμβολιασμού για υγειονομικούς και
προσωπικό οίκων ευγηρίας, εγκρίθηκε την Κυριακή 25 Ιουλίου 2021 από την Γαλλική
Εθνοσυνέλευση. Ως ημερομηνία θέσης σε ισχύ του νόμου ορίστηκε η 9η Αυγούστου
2021 υπό τον ό ρ ο ότι οι σχετικές διατάξεις κριθούν σύμφωνες με
το Γαλλικό Σύνταγμα, στα πλαίσια της
διαδικασίας του προληπτικού σ υ ν τ α γ
μ α τ ικ ο ύ ε λ έ γ χ ο υ από τους σοφούς του Γαλλικού Συνταγματικού
Συμβουλίου ( = Ανώτατο Γαλλικό Συνταγματικό Δικαστήριο), διαδικασία που κατά το
Γαλλικό Σύνταγμα όφειλε να περατωθεί έως την 5η Αυγούστου 2021.
Συναφώς,
οι τελικές διατάξεις σχετικά με την θέσπιση και εφαρμογή τού Γαλλικού Πράσινου
Πιστοποιητικού που εγκρίθηκε στις 21 Ιουλίου από τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση
αφορούν σε χρήση σε «χώρους αναψυχής και πολιτισμού», όπου συγκεντρώνονται
περισσότεροι από 50 άνθρωποι. Υπό τον όρο ότι το Πράσινο Πιστοποιητικό εγκριθεί
από το Συνταγματικό Συμβούλιο, από τις 9 Αυγούστου 2021 θα εφαρμοστεί στο
σύνολο της γαλλικής επικράτειας, και συγκεκριμένα,
(α)
σε μπαρ, εστιατόρια και καφετέριες, σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους,
(β)
στις υπεραστικές μεταφορές των σιδηροδρόμων υπερταχείας TGV, Intercités και
νυχτερινά τρένα,
(γ)
σε ιδρύματα υγείας για ασθενείς και για συνοδούς ασθενών ή επισκέπτες στα
πλαίσια επισκεπτηρίου νοσηλευόμενων ασθενών,
(δ)
σε όλους τούς χώρους που συγκεντρώνουν κοινό όπως αίθουσες συναυλιών,
παραστάσεις, κινηματογράφοι, φεστιβάλ, αθλητικές εκδηλώσεις, εκθέσεις, σαλόνια,
ζωολογικοί κήποι, βιβλιοθήκες, καζίνο, αίθουσες παιχνιδιών,
(ε)
σε πολυκαταστήματα και σε μεγάλα εμπορικά κέντρα (άνω των 20.000 m²) υπό τις
προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος.
Αναφορικά
με τα πρόστιμα που ο γαλλικός νόμος
προβλέπει,
Στους
υπαλλήλους των σιδηροδρόμων που δεν ελέγχουν το Πράσινο Πιστοποιητικό
επιβάλεται διοικητικό πρόστιμο 1.500 Ευρώ. Η ποινή μπορεί να αυξηθεί μετά την
τρίτη υποτροπή σε 9.000 Ευρώ και φυλάκιση ενός έτους.
Σε
μπαρ εστιατόρια και άλλα μέρη όπου υπάρχει υποχρέωση ελέγχου του Πράσινου
Πιστοποιητικού, οι διαχειριστές δ ε
ν απαγορεύουν την είσοδο στους πελάτες
που δεν επιδεικνύουν το Πράσινο Πιστοποιητικό αλλά υποχρεούνται να ενημερώσουν
πάραυτα τη Γαλλική Χωροφυλακή. Σε περίπτωση παράλειψης, κατόπιν διαπιστωμένης
τρίτης υποτροπής επιβάλλεται πρόστιμο 9.000 Ευρώ.
Για
τους γάλλους πολίτες που δεν προσκομίζουν το Πράσινο Πιστοποιητικό στα σημεία
όπου απαιτείται, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους... 135 Ευρώ.
Αναφορικά
με την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών στο υγειονομικό προσωπικό, το προσωπικό υγείας θα πρέπει να εμβολιαστεί
πριν από τις 15 Σεπτεμβρίου. Αυτό αφορά στους εργαζόμενους σε νοσοκομεία,
κλινικές, οίκους ευγηρίας, γηροκομεία και εθελοντές στα ανωτέρω ιδρύματα.
Εφόσον
ο νόμος επικυρωθεί από το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο, έστω και εν μέρει, θα
εφαρμοστεί από τις 9 Αυγούστου, έως τις 15 Νοεμβρίου, με δικαίωμα παράτασης
εφόσον τούτο κριθεί απαραίτητο από τη Γαλλική Δημοκρατία για λόγους δημόσιας
υγείας.
Περαιτέρω,
σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 61 του Γαλλικού Συντάγματος,
απαιτούνται τουλάχιστον 60 βουλευτές ή γερουσιαστές ώστε να εκκινήσει νομικά η
διαδικασία ελέγχου τής συνταγματικότητας από το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο
με πρωτοβουλία της Εθνοσυνέλευσης. Τούτων δοθέντων, βουλευτές της Αριστεράς
προσέφυγαν στο Συνταγματικό Συμβούλιο, υποστηρίζοντας μια «δυσανάλογη»
γενίκευση του Πράσινου Πιστοποιητικού, κάνοντας λόγο για «πολλές παραβιάσεις
της αρχής της ισότητας» και εν τέλει για αντισυνταγματικότητα του μέτρου.
3.
Επί των ανωτέρω διατάξεων του νόμου τής 31η Μαΐου 2021 της Γαλλικής
Εθνοσυνέλευσης για τη θέσπιση και εφαρμογή τού Πράσινου Πιστοποιητικού και της
υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών σε υγειονομικό κλπ προσωπικό που εξήγγειλε με
διάγγελμά του ο πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο
εξέδωσε την από 5 Αυγούστου 2021 υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασή του, με την
οποία κρίθηκαν τα εξής:
Α.
Αναφορικά με τις παραγράφους 1 Γ και 2Γ του νόμου της 31ης Μαΐου 2021 της
Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης που προβλέπει την
α ν α σ τ ο λ ή εργασίας
εργαζομένου στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, σύμφωνα με τις οποίες "Όταν
ένας υπάλληλος του ιδιωτικού τομέα ή
ένας δημόσιος υπάλληλος, ο οποίος υποχρεούται να προσκομίσει Πράσινο
Πιστοποιητικό υγείας δεν το πράττει, και δεν επιλέγει να χρησιμοποιήσει,
κατόπιν συμφωνίας με τον εργοδότη του, κανονικές ημέρες
άδειας μ ε τ' α π ο δ ο χ ώ ν ή υποχρεωτικές ημέρες άδειας μ ε τ'
α π ο δ ο χ ώ ν, ο εργοδότης τον
ειδοποιεί με κάθε μέσο, για την
α ν α σ τ ο λ ή της σύμβασης εργασίας του", το Γαλλικό
Συνταγματικό Συμβούλιο έκρινε ότι,
Πρώτον,
η υποχρέωση προσκόμισης «Πράσινου Πιστοποιητικού» επιβάλλεται μ ό ν ο
για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους και τους δημόσιους υπαλλήλους που
εργάζονται σε χώρους, εγκαταστάσεις, υπηρεσίες ή εκδηλώσεις, σε περιφέρειες της
γαλλικής επικράτειας όπου τα εντοπισμένα κρούσματα κορωναϊού είναι περισσότερα
από 200 ανά 100.000 κατοίκους ( ενδεικτικά, οι κυλιόμενοι 7-ημεροι μέσοι όροι κρουσμάτων ανά εκατό χιλιάδες
κατοίκους στις 02/02/2021 ήταν, στη
Γαλλία 31,7 κρούσματα/ 100 χιλ. κατοίκους,
109,2 στην Πορτογαλία, 67,8 στην Ισπανία, 59,6 στη Σλοβενία, 34,4 στο
Ηνωμένο Βασίλειο, 23,9 στην Ολλανδία, 20,5 στο Βέλγιο, 13,7 στα Σκόπια, και 8
στην Ελλάδα - βλ. 35η Έκθεση Προόδου Παρατηρητηρίου, Περίοδος 28 Ιανουαρίου – 3
Φεβρουαρίου 2021).
Δεύτερον,
όταν η α ν α σ τ ο λ ή της σύμβασης εργασίας παρατείνεται πέραν της
περιόδου που ισοδυναμεί ΜΕ Τ Ρ Ε Ί Σ
(3) ΗΜΈΡΕΣ ΕΡΓΑΣΊΑΣ, ο εργοδότης
πρέπει να καλέσει τον εργαζόμενο σε
συνέντευξη προκειμένου να εξετάσει μαζί του τα μέσα κανονικοποίησης της
κατάστασής του, ιδίως δυνατότητες ανάθεσης, εάν είναι απαραίτητο προσωρινά, σε
άλλη θέση που δεν υπάρχει επαφή με άλλα πρόσωπα και δεν είναι απαραίτητη η
κατοχή Πράσινου Πιστοποιητικού• αυτή, η
άλλη θέση εργασίας, πρέπει να προσφέρεται
ε ν τ ό ς της επιχείρησης
[σκέψεις 80-85 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού
Συμβουλίου].
Β.
Με το άρθρο 1 του νόμου της 31η Μαΐου 2021 ο γάλλος νομοθέτης εισήγαγε την
υποχρέωση προσκόμισης «Πράσινου Πιστοποιητικού» για τους υπαλλήλους με
συμβάσεις ο ρ ι σ μ έ ν ο υ χρόνου που εργάζονται σε δομές υγείας. Η
παράλειψη από υπάλληλο με σύμβαση εργασίας
ο ρ ι σ μ έ ν ο υ χρόνου να προσκομίσει το Πράσινο Πιστοποιητικό δίδει
το δικαίωμα στον εργοδότη να κ α τ α γ γ
ε ί λ ε ι τη σύμβαση εργασίας.
Επί
των ανωτέρω διατάξεων του νόμου της 31ης Μαΐου 2021, το Γαλλικό Συνταγματικό
Συμβούλιο είπε ότι, ναι μεν οι εργαζόμενοι με συμβάσεις αορίστου χρόνου και
εκείνοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου
βρίσκονται σε διαφορετικές εργασιακά καταστάσεις, εκτίθενται ωστόσο όλοι
στον ίδιο κίνδυνο μόλυνσης ή μετάδοσης του κορωναϊού. Κατά συνέπεια, με την
πρόβλεψη ότι η μη προσκόμιση «Πράσινου Πιστοποιητικού» αποτελεί αιτία
καταγγελίας μόνο συμβάσεων ορισμένου χρόνου, ο νομοθέτης καθιέρωσε ά ν ι σ η
μεταχείριση μεταξύ των εργαζομένων ανάλογα με τη φύση της σύμβασης
εργασίας τους που δεν σχετίζεται με τον επιδιωκόμενο στόχο. Κατά συνέπεια, και
χωρίς την ανάγκη εξέτασης των άλλων ισχυρισμών, η διάταξη του άρθρου 1 του
νόμου της 31η Μαΐου 2021, η οποία δίδει το δικαίωμα στον εργοδότη να
καταγγείλει τη σύμβαση (ορισμένου χρόνου) εργαζόμενου που δεν προσκομίζει το
Πράσινο Πιστοποιητικό, παραβιάζει την αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου,
είναι άρα α ν τ ι σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ
ή για
Ό Λ Ο Υ Σ τους εργαζόμενους
[σκέψεις 71-79 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού
Συμβουλίου].
Δ Οι προσβαλλόμενες διατάξεις προβλέπουν ότι οι
υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους γάλλους πολίτες περί προσκόμισης Πράσινου
Πιστοποιητικού μπορούν να ικανοποιηθούν,
σύμφωνα με το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο, (α) με την προσκόμιση
αποδεικτικών στοιχείων για την ολοκλήρωση του εμβολιασμού (β) του αποτελέσματος
μιας εξέτασης ιολογικού ελέγχου (PCR ή rapid test) που δεν είναι θετικό στη
μόλυνση ή (γ) πιστοποιητικό ανάρρωσης
από την Κόβιντ19 μετά από μόλυνση. Έτσι,
αυτές οι διατάξεις δεν θεσπίζουν, σε καμία περίπτωση υποχρέωση εμβολιασμού. Επιπλέον, ο νομοθέτης
προέβλεψε τον καθορισμό με διάταγμα, που ελήφθη μετά από γνώμη της Ανώτατης
Αρχής Υγείας, των περιπτώσεων ιατρικών αντενδείξεων που εμποδίζουν τον
εμβολιασμό και την έκδοση στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα εγγράφου που μπορεί να
προσκομιστεί αντί του Πράσινου Πιστοποιητικού. Συνεπώς η θέσπιση και θέση σε
εφαρμογή του Γαλλικού Πράσινου Πιστοποιητικού
δ ε ν αντίκειται στο Γαλλικό
Σύνταγμα [σκέψη 44 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού
Συνταγματικού Συμβουλίου].
[Δοθέντος
ότι το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο στην προκείμενη δίκη δεν προέβη σε
αυτεπάγγελτο δικαστικό έλεγχο της συνταγματικότητας των διατάξεων του νόμου της
31ης Μαΐου 2021 της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης, αλλά αποφάνθηκε για τη
συνταγματικότητα των πλήττόμενων μόνο
διατάξεων στη βάση των ισχυρισμών που προτάχθηκαν από τους προσφεύγοντες
βουλευτές της γαλλικής Αριστεράς (βλ. σκέψη 125 της απόφασης), σημειώνεται
σχετικά, ότι σύμφωνα με έγκριτους νομικούς της ακαδημαϊκής γαλλικής κοινότητας,
η ουσία της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών, έστω της έμμεσης υποχρεωτικότητά τους,
αποτυπώνεται στον ακόλουθο ισχυρισμό: Τα εμβόλια που διατίθενται στη γαλλική
επικράτεια βρίσκονται ακόμη σε κλινική δοκιμή φάσης 3 (έως τις 27 Οκτωβρίου
2022 για τη Moderna και 2 Μαΐου 2023 για την Pfizer), άρα είναι π ε ι ρ α μ α τ ι κ ά φάρμακα που χρησιμοποιούνται σε κλινική
δοκιμή (οδηγία 2001/20 / ΕΚ , 4 Απριλίου 2001 , άρθρο 2, δ). Ο αριθμός και η
έκταση των εμβολιασμών, τόσο στη Γαλλία όσο και παγκοσμίως, δεν αλλάζει τη
νομική τους κατάσταση ως "πειραματικά φάρμακα". Ο Ευρωπαϊκός
Οργανισμός Φαρμάκων έχει εκδώσει μόνο άδεια κυκλοφορίας υπό όρους (Προσωρινή
Άδεια), με την Οριστική Άδεια να μπορεί να χορηγηθεί μόνο μετά από κλινικές
δοκιμές (Κανονισμός ΕΚ αριθ. 726/2004, 31 Μαρτίου 2004 , άρθρο 6). Ωστόσο,
σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και το κοινοτικό δίκαιο, αλλά και σύμφωνα με το
γαλλικό δίκαιο, ένα εμβόλιο φάσης 3 μπορεί να απευθύνεται μ ό ν ο
σε ε θ ε λ ο ν τ έ ς που συγκατατίθενται εθελοντικά δίχως
ανταλλάγματα (οικονομικά ή άλλα) κατόπιν ενυπόγραφης συγκατάθεσης (άρθρο L.
1122-1-1, Γαλλικός Κώδικας Δημόσιας Υγείας, Οδηγία 2001/20 / ΕΚ, Κώδικας
Νυρεμβέργης του 1947). Συνεπώς, η υποχρέωση εμβολιασμού, έστω και η έμμεση,
ιδίως όταν το κόστος πραγματοποίησης των δοκιμών PCR και rapid δεν καλύπτεται
από τη Γαλλική Δημοκρατία αλλά επιβαρύνει τον γάλλο πολίτη, παραβιάζει κατάφωρα
το δικαίωμα σεβασμού της σωματικής ακεραιότητας, της προσωπικότητας και του
αυτεξούσιου του σώματος.]
Ε.
Όσον αφορά την εφαρμογή τού Πράσινου Πιστοποιητικού σε μεγάλα εμπορικά κέντρα
(άνω των 20.000 m²), πολυκαταστήματα και λοιπά εμπορικά κέντρα, πρέπει να
διασφαλίζεται (α ν ε ξ α ρ τ ή τ ω ς της προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού) η α ν
ε μ π ό δ ι σ τ η π ρ ό σ β α σ η των πολιτών
σε β α σ ι κ ά αγαθά και υπηρεσίες που πωλούνται ή
παρέχονται ε ν τ ό ς των ως άνω επιχειρήσεων, καθώς και σε α ν ε ξ α ι ρ έ τ ω ς διάθεση μέσων μαζικής μεταφοράς για την
προσέγγιση σε αυτές. Η εφαρμογή του Πράσινου Πιστοποιητικού για την είσοδο σε
επιχειρήσεις μπορεί να πραγματοποιηθεί μ
ό ν ο βάσει κριτηρίων που α π ο κ λ ε ί ο υ ν κ ά θ ε
ε ί δ ο υ ς δ ι ά κ ρ ι σ η μεταξύ των ανθρώπων.
Σχετικά
με την υποχρέωση προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού για την είσοδο (μ ό ν ο)
σε εμπορικά κέντρα άνω των 20.000 m², σημειώνεται ότι η τελική απόφαση για την είσοδο με Πράσινο
Πιστοποιητικό λαμβάνεται από τον νομάρχη σύμφωνα με την εξέλιξη της
επιδημιολογικής καμπύλης στις περιφέρειες όπου οι επιχειρήσεις αυτές δραστηριοποιούνται [σκέψεις 42, 50, 51, 54
της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].
[Σύμφωνα με τον γαλλικό νόμο, το Πράσινο Πιστοποιητικό για την είσοδο στα εν
λόγω μεγάλα εμπορικά κέντρα ενεργοποιείται στις γαλλικές περιφέρειες μόνο, όπου
τα εντοπισμένα κρούσματα κορωναϊού είναι περισσότερα από 200 ανά 100.000
κατοίκους].
ΣΤ.
Ο έλεγχος της κατοχής και η υποχρέωση προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού για
την πρόσβαση σε έναν τόπο, εγκατάσταση, υπηρεσία ή εκδήλωση (μπαρ, εστιατόρια,
καφετέριες, πολυκαταστήματα, μεγάλα εμπορικά κέντρα, αίθουσες συναυλιών,
παραστάσεις, κινηματογράφοι, φεστιβάλ, αθλητικές εκδηλώσεις, εκθέσεις, σαλόνια,
ζωολογικοί κήποι, βιβλιοθήκες, καζίνο, αίθουσες παιχνιδιών), μπορεί να
πραγματοποιηθεί μόνο από την Γαλλική Χωροφυλακή ή από τους υπεύθυνους των εν
λόγω επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων,
υπηρεσιών ή εκδηλώσεων. Επιπλέον, η παρουσίαση αυτών των εγγράφων πραγματοποιείται
με μια μορφή που δ ε ν επιτρέπει "να γνωρίζουμε τη φ ύ σ η
τους". Τέλος, εφόσον απαιτείται η επίδειξη δημοσίων εγγράφων που
αποδεικνύουν την τ α υ τ ό τ η τ α του πολίτη
που προσκομίζει το Πράσινο Πιστοποιητικό, η επίδειξη
εγγράφων τ α υ τ ό τ η τ α
ς, όταν αυτά απαιτούνται, γίνεται α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ά σε κ
ρ α τ ι κ ά όργανα των δυνάμεων επιβολής της τ ά ξ η ς , ήτοι στα όργανα της Γαλλικής Χ ω ρ ο φ υ λ α κ ή ς [σκέψη 45 της υπ'
αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].
Επιπλέον,
όπως αποφάσισε το Συνταγματικό Συμβούλιο, επικυρώνει προηγούμενη απόφασή του,
αυτή της 31ης Μαΐου 2021, σύμφωνα με την οποία κρίθηκε ότι, η έννοια της
«δραστηριότητας αναψυχής» α π ο κ λ ε ί
ε ι κάθε π ο λ ι τ ι κ ή, σ υ ν δ ι κ α λ ι σ τ ι κ ή ή θ ρ
η σ κ ε υ τ ι κ ή δραστηριότητα,
συνεπώς, τυχόν απαίτηση προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού σε οποιαδήποτε από
τις ανωτέρω τρεις δραστηριότητες είναι μη νόμιμη [σκέψη 42 της υπ' αριθμ.
2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].
Ζ.
Αναφορικά με τις προσβαλλόμενες διατάξεις του άρθρου 9 του νόμου τής 31ης Μαΐου 2021 της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης
που προβλέπουν ότι, έως τις 15 Νοεμβρίου
2021 και με μοναδικό σκοπό την καταπολέμηση της εξάπλωσης της επιδημίας του
covid-19, «Κάθε πρόσωπο που έχει
εντοπιστεί θετικό σε τεστ για τον covid-19 έχει υποχρέωση να βρίσκεται σε
απομόνωση ( = καραντίνα) για περίοδο
περιοριστικά δέκα ημερών, πρόσθετα δε ότι, απαγορεύεται στο άτομο να
εγκαταλείψει τον τόπο διαμονής του, με εξαίρεση δύο ωρών πρωινής εξόδου για την
ικανοποίηση επιτακτικών αναγκών, με την παραβίαση της εν λόγω διάταξης να
επισύρει ποινικές κυρώσεις», το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο έκρινε ότι,
Σύμφωνα
με το άρθρο 66 του Γαλλικού Συντάγματος: «Κανείς δεν μπορεί να κρατηθεί
αυθαίρετα. Η δικαστική Αρχή, είναι θεματοφύλακας της ατομικής ελευθερίας,
διασφαλίζει ότι η αρχή αυτή τηρείται υπό τους όρους που προβλέπονται από το
νόμο». Η ατομική ελευθερία, η προστασία της οποίας έχει ανατεθεί στη δικαστική
Αρχή, δεν μπορεί να εμποδιστεί από υπέρμετρη
αυστηρότητα. Η παρέμβαση στην άσκηση αυτής της ελευθερίας πρέπει να
είναι κατάλληλη, απαραίτητη και ανάλογη με τους επιδιωκόμενους στόχους.
Συναφώς,
κάθε πρόσωπο που τελεί σε κατάσταση περιορισμού τής ελευθερίας 🗽που του έχει επιβληθεί με
δικαστική απόφαση, δύναται να προσφύγει δικαστικά και (κατά τη διάρκεια της
κράτησης) να αιτηθεί τροποποίηση των όρων κράτησής του ή να αιτηθεί από το
αρμόδιο δικαστήριο την αποφυλάκισή του. Οι προσβαλλόμενες διατάξεις τής
δεκαήμερης υποχρεωτικής καραντίνας που προβλέπουν την (ποινικής φύσεως) κύρωση
της υποχρεωτικής απομόνωσης διάρκειας δέκα ημερών για πρόσωπο που έχει
εντοπιστεί θετικό σε τεστ για τον κορωναϊό, αφενός δ ε ν
προβλέπουν τέτοιες δικαστικές εγγυήσεις, αφετέρου δ ε ν
εγγυώνται ότι η στέρηση της ελευθερίας που επιβάλλεται είναι απαραίτητη,
κατάλληλη και αναλογική, επομένως, και χωρίς την ανάγκη εξέτασης των λοιπών ισχυρισμών, το άρθρο 9 του νόμου είναι α ν τ ι σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ ό [σκέψεις
110-119 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού
Συμβουλίου].
Η.
Όσον αφορά τη θέσπιση και εφαρμογή τού Πράσινου Πιστοποιητικού για την πρόσβαση σε υγειονομικές, κοινωνικές
και ιατροκοινωνικές υπηρεσίες και ιδρύματα, ο νομοθέτης επιφύλαξε την απαίτηση
προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού ό χ
ι για τους α σ θ ε ν ε ί ς που αιτούνται άμεσης ή σχετικά επείγουσας
ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης αλλά για
πρόσωπα που συνοδεύουν ή επισκέπτονται
πρόσωπα που στεγάζονται σε αυτές τις δομές και εγκαταστάσεις, καθώς και σε
εκείνους που απευθύνονται σε κάποια από τις ανωτέρω δομές για π ρ ο γ ρ α μ μ α τ ι σ μ έ ν η περίθαλψη. Έτσι, αυτό το μέτρο, που
εφαρμόζεται σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, δεν έχει ως αποτέλεσμα τον
περιορισμό της πρόσβασης στην περίθαλψη [σκέψη 42 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC
απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].
Θ.
Όσον αφορά τα ταξίδια μεγάλων αποστάσεων με διαπεριφερειακές δημόσιες
συγκοινωνίες, ο νομοθέτης α π έ κ λ ε ι
σ ε την υποχρεωτικότητα του Πράσινου
Πιστοποιητικού "σε περίπτωση έ κ τ
α κ τ ο υ ταξιδιού που εμποδίζει την
απόκτησή του" (διότι όταν το ταξίδι είναι έκτακτο, ο ανεμβολίαστος πολίτης
δεν έχει τον χρόνο να απευθυνθεί σε υγειονομική δομή ώστε, πρώτον, να υποβληθεί
σε PCR ή rapid test και, δεύτερον, να αναμένει το αρνητικό αποτέλεσμα όταν αυτό
αργεί, ώστε να ολοκληρώσει τη διαδικασία απόκτησης του Πράσινου Πιστοποιητικού
για να ταξιδέψει εγκαίρως, ενώ κάθε άλλη σκέψη θα οδηγούσε εμμέσως σε
υποχρεωτικότητα εμβολιασμού προκειμένου
ο πολίτης να δύναται να ταξιδέψει εγκαίρως όταν το ταξίδι είναι έκτακτο).
Επιπλέον,
για τα ταξίδια μεγάλων αποστάσεων με διαπεριφερειακές δημόσιες συγκοινωνίες,
όπως αποφάσισε το Συνταγματικό Συμβούλιο σε προηγούμενη απόφασή του της 31ης
Μαΐου 2021 που προαναφέρθηκε, η έννοια τής «δραστηριότητας αναψυχής» (για την
οποία μπορεί κάποιος να ταξιδέψει με διαπεριφερειακές δημόσιες
συγκοινωνίες) α π ο κ λ ε ί ε ι ιδίως την
π ο λ ι τ ι κ ή, σ υ ν δ ι κ α λ
ι σ τ ι κ ή ή θ ρ η σ κ ε υ τ ι κ ή δραστηριότητα [σκέψη 42 της υπ' αριθμ.
2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].
Τούτων
δοθέντων, κάλλιστα ένας ανεμβολίαστος ταξιδιώτης που μετακινείται στην
επικράτεια της Γαλλικής Δημοκρατίας με την υπερταχεία TGV από τη Μασσαλία στο
Παρίσι και δεν διαθέτει Πράσινο Πιστοποιητικό, μπορεί να ισχυριστεί, εφόσον
ελεγχθεί, ότι, είτε ταξιδεύει ε κ τ ά κ τ ω ς στο Παρίσι και δεν είχε τον χρόνο να κάνει
PCR, είτε ότι ταξιδεύει στο Παρίσι στα πλαίσια της π ο λ ι τ ι κ ή ς του δραστηριότητας για να διαδηλώσει σε
πορεία διαμαρτυρίας που διοργανώνουν τα κίτρινα γιλέκα, είτε, ακόμα καλύτερα,
ότι ταξιδεύει στο Παρίσι στα πλαίσια των
θ ρ η σ κ ε υ τ ι κ ώ ν του πεποιθήσεων, να τιμήσει τη Μεγάλη Κυρία των
Παρισίων, στην Παναγία των Παρισίων, γαλλιστί Notre-Dame de Paris.
Ολόκληρο
το κείμενο τής υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού
Συμβουλίου, εδώ

1.
Με την υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της
Πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου κρίθηκε
ότι δηλωτικοί όροι μιας σύμβασης
είναι οι συμβατικοί όροι που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις αναγκαστικού ή ενδοτικού
δικαίου. Ότι κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ "Οι ρήτρες της
σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού
δικαίου δεν υπόκεινται στις
διατάξεις της παρούσας οδηγίας" (εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο
καταχρηστικότητας). Ότι αποκλείονται από
το πεδίο εφαρμογής τής Οδηγίας και
εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας οι συμβατικές
ρήτρες που, ως δηλωτικοί όροι τής σύμβασης, απηχούν τις ενδοτικού
δικαίου διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας χωρίς να τροποποιούν το
περιεχόμενο τους ή το πεδίο εφαρμογή τους.
2.
Η υπ’ αριθμ. 356/2018 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου, εδέχθη αναφορικά
με την ένδικη διαφορά από Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού
Φράγκου, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Αποδείχθηκε ότι η εφεσίβλητη και εναγόμενη τράπεζα δεν
προέβη κατά το στάδιο των προσυμβατικών διαπραγματεύσεων σε έρευνα περί του αν
συνέτρεχε στο πρόσωπο της δανειολήπτριας
εκκαλούσας ενάγουσας περίπτωση φυσικής αντιστάθμισης του συναλλαγματικού
κινδύνου, δηλαδή εάν ελάμβανε εισοδήματα σε αυτούσιο νόμισμα ελβετικού
φράγκου.... Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε... πως
η εκκαλούσα και ενάγουσα, η οποία είναι δικηγόρος, διέθετε ιδιαίτερες
γνώσεις αναφορικά με τους νομισματικούς κανόνες τις συνθήκες της αγοράς και το
κόστος του χρήματος και ότι μπορούσε να αντιληφθεί τους κινδύνους, που
αναλαμβάνει, δεδομένου ότι τα δάνεια, που χορηγήθηκαν σε Ελβετικό φράγκο, δεν
είναι απλά δάνεια, αλλά στην ουσία είναι προϊόντα επενδυτικού χαρτοφυλακίου
συνδεμένα ευθέως με την αγορά συναλλάγματος. Η αγορά συναλλάγματος είναι η
αγορά όπου καθορίζονται οι συναλλαγματικές ισοτιμίες. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες
είναι οι μηχανισμοί μέσω των οποίων τα διάφορα νομίσματα συσχετίζονται μεταξύ
τους στην παγκόσμια αγορά, παρέχοντας την τιμή του ενός ως προς το άλλο. Το
σημαντικότερο επομένως που ο δανειολήπτης έπρεπε να σταθμίσει, ήταν ο μεγάλος
κίνδυνος, που αναλάμβανε έναντι μιας μελλοντικής, σοβαρής μεταβολής της
ισοτιμίας και ο τρόπος που αυτό να επιδράσει στην αποπληρωμή του δανείου. Αυτό
θα ήταν δυνατό να γίνει μόνο με τη βοήθεια ειδικού συμβούλου της τράπεζας,
εξειδικευμένου στην παροχή επενδυτικών συμβουλών σε ξένο νόμισμα. Η πληροφόρηση
αυτή έπρεπε να είναι επαρκής και εξειδικευμένη, προκειμένου οι δανειολήπτες να
είναι σε θέση να λαμβάνουν εμπεριστατωμένες και συνετές αποφάσεις, έπρεπε δε να
περιλαμβάνει κατ' ελάχιστον τις επιπτώσεις που θα είχε στις δόσεις και το
κεφάλαιο του δανείου, μια σοβαρή υποτίμηση του ευρώ και τυχόν αύξηση του επιτοκίου
του Ελβετικού φράγκου.... Συνεπώς οι δανειολήπτες, πέραν της μη ενημέρωσής
τους, ήταν και εκτεθειμένοι στους εκάστοτε συναλλαγματικούς κινδύνους..... Επισημαίνεται
ότι στην προκειμένη περίπτωση ο δικαιοπρακτικός σκοπός δανειακών συμβάσεων με
ρήτρα αξίας συναλλάγματος και η συντρέχουσα οικονομική συγκυρία και το κοινωνικό
γίγνεσθαι υποδηλώνουν ότι το συγκεκριμένο δάνειο δεν χορηγήθηκε, για να κερδοσκοπήσει
η εκκαλούσα και ενάγουσα δανειολήπτρια με τα ελβετικά φράγκα ως επενδύτρια,
αλλά για να χρηματοδοτηθεί με ευρώ ως ιδιώτης επωφελούμενη απλώς του ευνοϊκού
επιτοκίου. Άλλωστε, η δανειολήπτρια ενάγουσα δεν είναι αναμενόμενο να διαθέτει
ελβετικά φράγκα, ούτε να έχει τη δυνατότητα τακτικών εσόδων στο νόμισμα
αυτό,.... Δεν θέλησε, δηλαδή, αυτή καθεαυτή την οφειλή σε ξένο νόμισμα, αλλά χρησιμοποίησε
το ελβετικό φράγκο σαν χρήμα μέτρο, για τον προσδιορισμό της εκτάσεως της
οφειλής της. Ο τύπος σύμβασης, δηλαδή, που επιθυμεί να συνάψει γενικά ο
καταναλωτής και ειδικότερα η ενάγουσα δεν έχει δικαιοπρακτικό ή οικονομικό κίνητρο
την επένδυση σε κινητές αξίες μεταβαλλόμενης ισοτιμίας αποτίμησης, όπως π.χ. το συνάλλαγμα. Ο
συμβατικός τύπος της καταναλωτικής σύμβασης (στεγαστικού δανείου) με γνώμονα
τις βάσιμες προσδοκίες και τις συμβατικές της ανάγκες, αποβλέπει στην σταδιακή
αποπληρωμή του δανείου. Με τον επίδικο
ΓΟΣ ωστόσο, επήλθε αλλοίωση του συμβατικού σκοπού της λειτουργίας της
δανειακής σύμβασης, εφόσον αυτή (η σύμβαση) δεν επιτελεί καθαρά δανειακούς
σκοπούς, αλλά εμπεριέχει και επενδυτικής φύσης αποτελέσματα και οικονομικές
συνέπειες. Η δανειολήπτρια και ενάγουσα συμμετέχει εμμέσως πλην σαφώς στην
επενδυτική αγορά συναλλάγματος.».
Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο, κρίνοντας ότι στις ένδικες συμβάσεις
δανείου οι επίμαχοι ΓΟΣ των συμβάσεων αυτών δεν είναι «δηλωτικοί», δηλαδή δεν απηχούν
περιεχόμενο διάταξης του εθνικού δικαίου και ειδικότερα του άρθρου 291 ΑΚ, που προϋποθέτει
χρηματική οφειλή σε αλλοδαπό νόμισμα, προέβη σε έλεγχο καταχρηστικότητας των παραπάνω
όρων. Στη συνέχεια δε, αφού έκρινε τους όρους αυτούς άκυρους ως καταχρηστικούς,
προβαίνοντας σε πλήρωση του δημιουργηθέντος στις ένδικες συμβάσεις κενού με την
εφαρμογή του άρθρου 200 ΑΚ, εξαφάνισε την αντιθέτως κρίνασα πρωτόδικη απόφαση
που είχε απορρίψει την αγωγή, κράτησε και δίκασε την υπόθεση κατ' ουσίαν,
δέχθηκε εν όλω την αγωγή.
3.
Ο αμφισβητούμενος όρος στις συμβάσεις
της Εθνικής Τράπεζας είναι ο όρος σύμφωνα με τον οποίο «Οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου θα
υπολογίζονται σε ελβετικά Φράγκα και θα
εξοφλούνται υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά κατά το ισότιμο ποσό σε Ευρώ, το οποίο
προκύπτει από τη μετατροπή του ποσού της δόσης από ελβετικά Φράγκα σε Ευρώ με
βάση την τιμή πώλησης από την Τράπεζα του ελβετικού φράγκου κατά την ημερομηνία
πληρωμής της δόσης.». Βλέπουμε λοιπόν
ότι στις συμβάσεις της Εθνικής Τράπεζας α
π ο κ λ ε ί σ τ η κ ε η ε υ χ έ ρ ε ι α πληρωμής σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού
Φράγκου.
4.
Κατά το άρθρο 291 του Αστικού Κώδικα
(Παροχή σε ξένο νόμισμα) «Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα
που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το
αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα
αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής». Η διάταξη, της
οποίας δικαιολογητικός λόγος είναι η προστασία και η αδιατάραχτη εξέλιξη των
συναλλαγών στη χώρα, περιέχει κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ρητώς καθιερώνει δ ι α ζ ε υ κ τ ι κ ή ε υ χ έ ρ ε ι α αυτού που οφείλει αλλοδαπό χρήμα, με
προτίμηση υπέρ του χρόνου της πληρωμής, ως κρίσιμου για την ισοτιμία μεταξύ του
ξένου in obligatione και εγχώριου in solutione νομίσματος. Το «αν δεν
συμφωνήθηκε το αντίθετο» αφορά στο ουσιαστικό τμήμα δικαίου, το οποίο είναι ius
gogens, και προσδίνει ε ν δ ο τ ι κ
ό χαρακτήρα στη διάταξη. [Βαθρακοκοίλης,
Ερμηνεία Αστικού Δικαίου, άρθρο 291 ΑΚ].
Η διαφορά των ΑΚ 291 και 305 έγκειται εν
προκειμένω στο ότι η 291 παρέχει στον οφειλέτη διαζευκτική ε υ χ έ ρ ε ι α πληρωμής του οφειλόμενου ξένου νομίσματος σε
εγχώριο (με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο
της πληρωμής), άρα η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά επί α π λ ή ς
ενοχής ξένου νομίσματος. Αντίθετα, η ΑΚ 291 δ ε ν
εφαρμόζεται επί διαζευκτικής ενοχής (δηλαδή υ π ο χ ρ ε ώ σ ε ω ς πληρωμής είτε σε εγχώριο είτε σε αλλοδαπό
νόμισμα), στην περίπτωση που ο οφειλέτης, ως είχε δικαίωμα, επιλέγει την
πληρωμή σε εγχώριο νόμισμα, ως η ΑΚ 305 ορίζει.
5.
Για τις συμβάσεις τής Εθνικής Τράπεζας, για τον επίδικο συμβατικό όρο («Οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου θα
υπολογίζονται σε ελβετικά Φράγκα και θα εξοφλούνται υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά κατά το ισότιμο ποσό σε Ευρώ, το οποίο
προκύπτει από τη μετατροπή του ποσού της δόσης από ελβετικά Φράγκα σε Ευρώ με
βάση την τιμή πώλησης από την Τράπεζα του ελβετικού φράγκου κατά την ημερομηνία
πληρωμής της δόσης») με την οποίο α π ο
κ λ ε ί σ τ η κ ε η πληρωμή σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου,
ισχύουν τα κάτωθι:
Καθώς
με εν λόγω συμβατική ρήτρα α π ο κ λ ε ί σ τ η κ ε η πληρωμή σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού
Φράγκου, η συμβατική αυτή ρήτρα συνιστά
δ ι ά φ ο ρ η περίπτωση της
εθνικής ρύθμισης ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 291 που ρ η τ ώ ς
καθιερώνει δ ι α ζ ε υ κ τ ι κ
ή ευχέρεια αυτού που οφείλει αλλοδαπό
χρήμα, με προτίμηση υπέρ του χρόνου της πληρωμής, ως κρίσιμου για την ισοτιμία
μεταξύ του ξένου και εγχώριου νομίσματος, καθώς, εν προκειμένω, ο όρος αυτός
της Εθνικής Τράπεζας παρουσιάζει ουσιώδη α π ό κ λ ι σ η από τον ενδοτικό κανόνα της ΑΚ 291, διότι ο εν λόγω
συμβατικός όρος τ ρ ο π ο π ο ι ε ί εμφανώς το περιεχόμενο και το πεδίο εφαρμογής
τής ΑΚ 291, καθώς, προφανές είναι ότι τα μέρη επέλεξαν α ν τ ί θ ε τ ο υ περιεχομένου συμφωνία με α π ο κ λ ε ι σ μ ό τής ευχέρειας πληρωμής σε αυτούσιο συνάλλαγμα
ελβετικού Φράγκου.
Κατά
συνέπεια, ο εν λόγω όρος της σύμβασης
(συμβάσεις Εθνικής Τράπεζας) που συνιστά γενικό όρο συναλλαγών (ΓΟΣ) δεν
αντανακλά τον ενδοτικού δικαίου κανόνα της ΑΚ 291 και, ως εκ τούτου, δ ε ν εξαιρείται από τον έλεγχο καταχρηστικότητας
κατά το ν. 2251/1994, υποκείμενη, πέραν των άλλων, σε έλεγχο με βάση την υπ’
αρίθμ. 2501/31.10.2002 Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, για την
ελάχιστη ενημέρωση που οφείλουν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις
χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα που πρέπει να περιλαμβάνει τη δ υ ν α τ ό τ η τ α και το
κ ό σ τ ο ς χρησιμοποίησης
τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής
ισοτιμίας, την αρχή της διαφάνειας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 6 εδ. α
ν. 2251/1994, όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 1 της ΥΑ 5338/2018, σε συνδυασμό
με το άρθρο 4 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΚ και την 19η αιτιολογική σκέψη αυτής.
6.
Η 53/2021 απόφαση του Αρείου Πάγου με την οποία κρίθηκε η νομιμότητα των
Συμβάσεων Στεγαστικού Δανείου σε
Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, είπε ότι
«Δηλωτικός
όρος της σύμβασης είναι ο όρος που δεν επαναλαμβάνει μεν νοηματικά, απηχεί όμως
το περιεχόμενο του άρθρου 291 ΑΚ, ακόμη και
στην περίπτωση, κατά την οποία στη σύμβαση τραπεζικού στεγαστικού
δανείου σε αλλοδαπό νόμισμα μεταξύ των διαδίκων υφίσταται Γ.Ο.Σ., που υ π ο χ ρ ε ώ ν ε ι τον οφειλέτη να εκπληρώνει τις εντεύθεν
υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα α π ο κ
λ ε ι σ τ ι κ ά σε ευρώ και, ειδικότερα,
ορίζει ότι οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου θα υπολογίζονται σε ελβετικά
φράγκα με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο και θα εξοφλούνται κατά ισότιμο ποσό
σε ευρώ, το οποίο θα προκύπτει από τη μετατροπή του ποσού της δόσης από ελβετικά
φράγκα σε ευρώ, με βάση την τιμή πώλησης του ελβετικού φράγκου από την τράπεζα
κατά την ημερομηνία πληρωμής της δόσης. Και τούτο, διότι στην περίπτωση αυτή,
δηλαδή του συμβατικού α π ο κ λ ε ι σ μ
ο ύ της
ε υ χ έ ρ ε ι α ς του οφειλέτη να
καταβάλει τη δόση του δανείου σε ελβετικά φράγκα, η επιβαλλόμενη με το σχετικό
όρο υποχρέωση αυτού να εκπληρώσει την υποχρέωσή του προς την τράπεζα από το
δάνειο αποκλειστικά σε ευρώ, με βάση την τρέχουσα τιμή πωλήσεως του ως άνω
νομίσματος χορηγήσεως την ημέρα της καταβολής,
α π η χ ε ί το περιεχόμενο της
διατάξεως του άρθρου 291 ΑΚ, κατά το μέρος που αντιστοιχεί σ τ η
μ ί α α π ό τ ι ς
π ρ ο β λ ε π ό μ ε ν ε ς α π ό α υ τ ό
δ υ ν α τ ό τ η τ ε ς (!), χωρίς
να εισάγει απόκλιση από αυτήν και χωρίς να τη συμπληρώνει με επιπλέον
ρυθμίσεις, δεδομένου ότι οι όροι των συναλλαγών υπόκεινται σε έλεγχο μόνον όταν
και στο μέτρο που αποκλίνουν από το ισχύον δίκαιο. Η επιβαλλόμενη δε ως άνω υ π ο χ ρ έ ω σ η, να εκπληρώσει ο οφειλέτης την υποχρέωσή του α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ά σε ευρώ, με βάση την τρέχουσα τιμή πωλήσεως
του ελβετικού φράγκου την ημέρα της καταβολής, είναι σ ύ μ φ ω
ν η κ α ι ό χ ι α ν τ ί θ ε τ η με τη
διάταξη του άρθρου 291 ΑΚ.».
Ολόκληρο
το κείμενο της απόφασης, εδώ

«Σύμφωνα
με την υπ' αριθμ. 2501/31-10-2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητή
της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 18
παρ.5 του Ν. 2076/1992 (όπως αυτό ίσχυε μέχρι την κατάργηση του με το άρθρο 92
παρ.1 του Ν. 3601/2007), και άρα έχει ισχύ ουσιαστικού νόμου, τροποποιήθηκαν
και κωδικοποιήθηκαν οι διατάξεις, που αφορούν την ενημέρωση των συναλλασσομένων
με τα πιστωτικά ιδρύματα, που λειτουργούν στην Ελλάδα, για τους όρους που
διέπουν τις συναλλαγές τους».
«Σύμφωνα
με τις γενικές αρχές, που θεσπίζονται στην παράγραφο Α της εν λόγω ΠΔΤΕ, τα
πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να ενημερώνουν: α) σχετικά με τον κίνδυνο από
ενδεχόμενη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας σε περίπτωση δανείων από
συνάλλαγμα ή με ρήτρα συναλλάγματος (παρ. Β', αριθμ. 2, περίπτωση x, της
παραπάνω Πράξης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος), και β) για τη δ υ ν α τ ό τ η τ α και το
κ ό σ τ ο ς χρησιμοποίησης τεχνικών
κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας
ή και των επιτοκίων (παρ. Β', αριθμ. 2, περίπτωση xi, της παραπάνω Πράξης του
Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος), δηλαδή η ενημέρωση του δανειολήπτη, σε
σχέση με τα δάνεια σε συνάλλαγμα και αναφορικά με τον κίνδυνο, από ενδεχόμενη
διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, πρέπει να γίνεται από κατάλληλα
εκπαιδευμένο προσωπικό, που να διαθέτει το προβλεπόμενο από τη διάταξη του
άρθρου 14 του Ν. 3606/2007 πιστοποιητικό καταλληλότητας».
«Συγκεκριμένα,
με τις ως άνω προδιατυπωμένες ρήτρες δεν παρουσιάζονται, κατά τρόπο σαφή και
ορισμένο, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων στη σύμβαση
διαδίκων, αφού δεν διατυπώνεται ευκρινώς ο τρόπος λειτουργίας της
συναλλαγματικής ισοτιμίας, η μέθοδος και οι ιδιαιτερότητες του μηχανισμού
μετατροπής του εγχώριου νομίσματος σε ξένο νόμισμα, καθώς, επίσης, και η σχέση
μεταξύ του μηχανισμού αυτού και των τυχόν άλλων, που προβλέπουν ετέρες ρήτρες
σχετικά με την αποδέσμευση και την αποπληρωμή δανείων, ούτως ώστε ο καταναλωτής
και εν προκειμένω, οι ανακόπτοντες, να μπορούν να εκτιμήσουν τις οικονομικές
συνέπειες, που θα μπορούσαν να έχουν για τους ίδιους οι παραπάνω όροι, και,
συγκεκριμένα, να διαγνώσουν, εκ των προτέρων, τόσο το ύψος των μηνιαίων
τοκοχρεωλυτικών δόσεων, που θα καλούνταν να καταβάλουν για την αποπληρωμή του
δανείου, όσο και το ύψος του ανεξόφλητου κεφαλαίου, σε περίπτωση που η ισοτιμία
μεταξύ ευρώ και ελβετικού φράγκου διαφοροποιούνταν σε βάρος του πρώτου (βλ.
ΔΕΚ, ό.π., σκέψεις 73-75).».
«Αποδείχθηκε
περαιτέρω ότι η καθής τράπεζα δεν προέβη κατά το στάδιο των προσυμβατικών
διαπραγματεύσεων σε έρευνα περί του αν συνέτρεχε στο πρόσωπο των δανειοληπτών
περίπτωση φυσικής αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου, δηλαδή εάν
ελάμβαναν εισοδήματα σε αυτούσιο νόμισμα ελβετικού φράγκου».
«…
τα δάνεια που χορηγήθηκαν σε Ελβετικό φράγκο, δεν είναι απλά δάνεια, αλλά στην
ουσία είναι προϊόντα επενδυτικού χαρτοφυλακίου συνδεμένα ευθέως με την αγορά
συναλλάγματος».
«(…)
η εφεσίβλητη Τράπεζα όχι μόνο δεν προέβη σε ενημέρωση των δανειοληπτών
αναφορικά με τα παραπάνω αλλά δεν προέβη ούτε σε ενημέρωση όσον αφορά τους
αμυντικούς μηχανισμούς κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της
συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων, με ειδική και εξειδικευμένη
παράθεση και ανάλυση των οικονομικών όρων «φυσική» και «χρηματοοικονομική»
αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου, αναφορικά με την δυνατότητα χρήσης
προγραμμάτων α ν τ ι σ τ ά θ μ ι σ η
ς του συναλλαγματικού κινδύνου, με
ασφάλιση, τη λειτουργία, χρήση και το κ
ό σ τ ο ς αυτών, τη δυνατότητα χρήσης,
τη λειτουργία και το κόστος των πιστωτικών παραγώγων, τα οποία θα θωράκιζαν απέναντι
στο συναλλαγματικό κίνδυνο σε επίπεδο τόσο
δ ό σ η ς όσο και ά λ η κ τ ο υ κ ε φ α λ α ί ο υ, καθώς, όπως σαφώς
κατέθεσε η μάρτυρας της Τράπεζας τέτοια προϊόντα η Τράπεζα δ ε ν
διέθετε. Συνεπώς οι δανειολήπτες, πέραν της μη ενημέρωσης τους, ήταν και
εκτεθειμένοι στους εκάστοτε συναλλαγματικούς κινδύνους».
2.
Στις 17/07/2017 ασκήθηκε αναίρεση της Τράπεζας Πειραιώς κατά της 1611/2017 απόφασης του Εφετείου
Αθηνών, με την οποία η Τράπεζα επιδίωξε τη διόρθωση των νομικών «σφαλμάτων»
του α λ ά θ η τ ο υ της
1611/2017 τελεσίδικης απόφασης.
3.
Ο αμφισβητούμενος εν προκειμένω όρος στις συμβάσεις της Πειραιώς είναι ο όρος
σύμφωνα με τον οποίο «Η εξόφληση του
δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει (υ π ο
χ ρ ε ω τ ι κ ά) ε ί τ ε σε
αυτούσιο συνάλλαγμα, ε ί τ ε με το σε Ευρώ ισάξιο (αντίτιμο) του
συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων, υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της
δόσης, με βάση την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος, όπως αυτή θα προκύψει
από τη διατραπεζική αγορά συναλλάγματος.».
Σύμφωνα με την υπ’ αριθμ.
4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ο εν λόγω όρος ,
συνιστά δηλωτικό όρο, καθότι αποτυπώνει τη διάταξη του άρθρου 291 του ΑΚ και επομένως εκφεύγει του δικαστικού ελέγχου καταχρηστικότητας.
4.
Προς αντίκρουση των παραδοχών της υπ’
αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους
Ολομέλειας του Αρείου Πάγου εν σχέσει με τους λόγους αναίρεσης της
αναιρεσείουσας Τράπεζας, με τους οποίους
αποδόθηκε στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθ. 1
ΚΠολΔ της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των προαναφερόμενων διατάξεων με
τις αντίστοιχες αιτιάσεις, οι
αναιρεσίβλητοι, για τον επίδικο συμβατικό όρο
(«Η εξόφληση του δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά ε ί τ
ε σε αυτούσιο συνάλλαγμα, ε ί τ
ε με το σε Ευρώ ισάξιο του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων,
υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του
οικείου συναλλάγματος) ισχυρίστηκαν ότι:
(I)
Δεν είναι ασυμβίβαστη προς την έννοια το δανείου η συνομολόγηση όρου, κατά τον
οποίο ο δανειολήπτης, αντί του ληφθέντος ξένου νομίσματος, οφείλει να αποδώσει
το δάνεισμα διαζευκτικά είτε σε ξένο είτε σε εγχώριο νόμισμα. Μία τέτοια
διαζευκτική ενοχή (διαζευκτική πληρωμή) παραγωγικό λόγο έχει εν προκειμένω τη
σύμβαση, ρυθμίζεται δε από τα άρθρα 305-315 ΑΚ.
Κατά
το άρθρο 305 του Αστικού Κώδικα
(διαζευκτική ενοχή) «Αν από δύο ή
περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή
διαζευκτική), το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης.».
Η διαζευκτική ενοχή της ΑΚ 305 είναι η ενοχή που παράγει ενιαία αξίωση και στην
οποία από την αρχή της σύστασής της οφείλονται δύο ή περισσότερες αυτοτελείς
παροχές από τις οποίες τελικά μία μόνο θα καταβληθεί, που θα κ α θ ο ρ ι σ τ ε ί από τον δικαιούμενο να κάνει την ε π ι λ ο γ ή, οπότε και καταλύεται η όλη
ενοχή. Η διάζευξη της ενοχής μπορεί ν' αφορά είτε περισσότερες παροχές, είτε
διάφορα μέρη μιας και της αυτής παροχής, δηλαδή τον τρόπο, τον τόπο ή το χρόνο
της εκπλήρωσης οι περισσότερες παροχές μπορεί να είναι γένους ή είδους ή μια
γένους και η άλλη είδους. Οι διατάξεις των άρθρ 305-315 ΑΚ συνιστούν ε ν δ ο τ ι κ ό δίκαιο και συνεπώς δεν αποκλείεται α ν τ ί θ ε τ ο υ περιεχομένου συμφωνία των μερών.
[Βαθρακοκοίλης, Ερμηνεία Αστικού Δικαίου,
άρθρο 305 ΑΚ]
Κατά
το άρθρο 291 του Αστικού Κώδικα (Παροχή
σε ξένο νόμισμα) «Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που
πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο,
έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του
ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής». Η διάταξη, της οποίας
δικαιολογητικός λόγος είναι η προστασία και η αδιατάραχτη εξέλιξη των
συναλλαγών στη χώρα, περιέχει κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ρητώς
καθιερώνει δ ι α ζ ε υ κ τ ι κ ή ε υ χ έ ρ ε ι α αυτού που οφείλει αλλοδαπό χρήμα, με
προτίμηση υπέρ του χρόνου της πληρωμής, ως κρίσιμου για την ισοτιμία μεταξύ του
ξένου in obligatione και εγχώριου in solutione νομίσματος. Το «αν δεν
συμφωνήθηκε το αντίθετο» αφορά στο ουσιαστικό τμήμα δικαίου, το οποίο είναι ius
gogens, και προσδίνει ε ν δ ο τ ι κ
ό χαρακτήρα στη διάταξη. [Βαθρακοκοίλης,
Ερμηνεία Αστικού Δικαίου, άρθρο 291 ΑΚ]
Η
διαφορά των ΑΚ 291 και 305 έγκειται εν
προκειμένω στο ότι η 291 παρέχει στον οφειλέτη διαζευκτική ε υ χ έ ρ ε ι α πληρωμής του οφειλόμενου ξένου νομίσματος σε
εγχώριο (με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο
της πληρωμής), άρα η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά επί α π λ ή ς
ενοχής ξένου νομίσματος. Αντίθετα, η ΑΚ 291 δ ε ν
εφαρμόζεται επί διαζευκτικής ενοχής
(δηλαδή υ π ο χ ρ ε ώ σ ε ω
ς πληρωμής ε ί τ
ε σε εγχώριο ε ί τ
ε σε αλλοδαπό νόμισμα), στην
περίπτωση που ο οφειλέτης, ως είχε δικαίωμα, επιλέγει την πληρωμή σε εγχώριο
νόμισμα, ως η ΑΚ 305 ορίζει.
Εσφαλμένη
είναι η κρίση Πλήρους Ολομέλειας του
Αρείου Πάγου που εξέδωσε την υπ’ αριθμ.
4/2019 ότι ο παραπάνω όρος («Η εξόφληση
του δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει υ
π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά ε ί τ ε σε
αυτούσιο συνάλλαγμα, ε ί τ ε με το σε Ευρώ ισάξιο του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων,
υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του
οικείου συναλλάγματος») αντανακλά
συμβατική ρήτρα που απηχεί την εθνική ρύθμιση ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 291
(«Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί
στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, έχει δικαίωμα να
πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο
χρόνο και τον τόπο της πληρωμής»), καθότι ο ως άνω συμβατικός όρος περί υ π ο χ ρ έ ω σ η ς πληρωμής του δανείσματος ε ί τ ε
σε αλλοδαπό ε ί τ ε σε εγχώριο νόμισμα δ ε ν
μπορεί να θεωρηθεί ως δ η λ ω τ ι
κ ό ς όρος κατά την προπαρατεθείσα
έννοια, δηλαδή ως συμβατική ρήτρα που απηχεί εθνική νομοθετική ρύθμιση
αναγκαστικού ή ε ν δ ο τ ι κ ο ύ δικαίου και συγκεκριμένα εκείνη του άρθρου
291 ΑΚ.
Και
τούτο, διότι σύμφωνα με τον (νομικώς ορθό) δικανικό συλλογισμό της μειοψηφίας
έντεκα μελών της σύνθεσης της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που εξέδωσε
την υπ’ αριθμ. 4/2019 απόφασή της, ο ως
άνω συμβατικός όρος περί πληρωμής του
δανείσματος είτε σε αλλοδαπό είτε σε εγχώριο νόμισμα απηχεί την ενδοτικού
δικαίου διάταξη του άρθρου 305 ΑΚ [Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες
παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή διαζευκτική), το δικαίωμα της
επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης].
Η
291 ΑΚ παρέχει στον οφειλέτη διαζευκτική
ε υ χ έ ρ ε ι α πληρωμής του
οφειλόμενου ξένου νομίσματος σε εγχώριο (με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου
νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής), επομένως, η διάταξη αυτή
εφαρμόζεται αποκλειστικά επί α π λ ή
ς ενοχής ξένου νομίσματος με διαζευκτική
ε υ χ έ ρ ε ι α πληρωμής σε
εγχώριο νόμισμα. Αντίθετα, δεν εφαρμόζεται επί διαζευκτικής ενοχής (δηλαδή υ π ο χ ρ ε ώ σ ε ω ς πληρωμής είτε σε εγχώριο είτε σε αλλοδαπό
νόμισμα), στην περίπτωση που ο οφειλέτης, ως είχε δικαίωμα, ήδη επέλεξε την
πληρωμή σε εγχώριο νόμισμα.
Από
τα ανωτέρω συνάγεται ότι επί τραπεζικού δανείου με δάνεισμα σε αλλοδαπό
νόμισμα, αν προβλέπεται στην δανειακή σύμβαση διαζευκτική υ π ο χ ρ έ ω σ η (και ό
χ ι απλή
ε υ χ έ ρ ε ι α) του οφειλέτη δανειολήπτη να εκπληρώσει τις εκ του
δανείου υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο (αλλοδαπό) νόμισμα χορήγησης
είτε σε Ευρώ (με βάση την τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης κατά το χρόνο
καταβολής) και ο οφειλέτης, έχοντας προς τούτο το δικαίωμα, επιλέγει να πληρώσει σε Ευρώ, στο οποίο και
συγκεντρώθηκε η απλή πλέον ενοχή του, δ
ε ν είναι εφαρμοστέα η ρύθμιση του
άρθρου 291 ΑΚ. [βλ. μειοψηφία έντεκα μελών της σύνθεσης της Πλήρους Ολομέλειας
του Αρείου Πάγου που εξέδωσε την υπ’
αριθμ. 4/2019 απόφασή της]
(II)
Κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ «Οι ρήτρες της σύμβασης που
απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις
α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ δικαίου
δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.
Η
έκφραση "νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου"
που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 καλύπτει επίσης τους κανόνες οι οποίοι
εφαρμόζονται κατά νόμον μεταξύ των συμβαλλομένων, εάν δεν έχει συμφωνηθεί
άλλως.».
Δεδομένου
ότι η εν λόγω συμβατική ρήτρα των γενικών όρων («Η εξόφληση του δανείου από τον
Οφειλέτη θα γίνει υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ
ά ε ί τ ε σε
αυτούσιο συνάλλαγμα, ε ί τ ε με το σε Ευρώ ισάξιο του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων,
υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του
οικείου συναλλάγματος) απηχεί την εθνική
διάταξη ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 305, εμπίπτει καταρχήν στο πεδίο εφαρμογής
της ε ξ α ι ρ έ σ ε ω ς που προβλέπει η οδηγία 93/13 (εξαιρείται
δλδ από τον δικαστικό έλεγχο
καταχρηστικότητας). Και τούτο, διότι ο όρος «νομοθετικές ή κανονιστικές
διατάξεις αναγκαστικού δικαίου», καλύπτει και κανόνες οι οποίοι, κατά το εθνικό
δίκαιο, εφαρμόζονται μεταξύ των συμβαλλομένων εφόσον δεν έχει συμφωνηθεί άλλως,
άρα, από της απόψεως αυτής, η συγκεκριμένη διάταξη ο υ δ ό λ ω ς δ ι α κ ρ ί ν ε ι μεταξύ διατάξεων αναγκαστικού δικαίου που έχουν εφαρμογή ανεξαρτήτως της επιλογής
των συμβαλλομένων και διατάξεων ενδοτικού δικαίου. [Απόφαση στην υπόθεση
C-81/19 NG και OH κατά SC Banca Transilvania SA]
Επιπλέον
το γεγονός ότι η συμβατική εν λόγω
ρήτρα απηχούσα εκ πρώτης απόψεως μια από
τις διατάξεις τις οποίες μνημονεύει η επίμαχη οδηγία 93/13 (ενδοτικού, εν
προκειμένω, δικαίου) δεν αποτέλεσε το αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως,
όπως στην ένδικη περίπτωση συνέβη, δ ε
ν ασκεί επιρροή στο ζήτημα της
εξαιρέσεώς της από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής. [Απόφαση στην υπόθεση
C-81/19 NG και OH κατά SC Banca Transilvania SA]
Έτσι
εχόντων των πραγμάτων ο εν λόγω συμβατικός όρος («Η εξόφληση του δανείου από
τον Οφειλέτη θα γίνει υ π ο χ ρ ε ω τ ι
κ ά ε ί τ ε σε
αυτούσιο συνάλλαγμα, ε ί τ ε με το σε Ευρώ ισάξιο του συναλλάγματος
Ελβετικών Φράγκων, υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση
την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος)
συνιστά καταρχήν δηλωτικό όρο
που απηχεί την εθνική ρύθμιση ενδοτικού δικαίου τής ΑΚ 305 («Αν από δύο ή
περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία, το δικαίωμα
της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης»), συνεπώς, ως
δηλωτικός όρος της σύμβασης, δοθέντος ότι απηχεί εθνικές ρυθμίσεις -- σύμφωνα
με την Οδηγία εκτός από αναγκαστικού και -- ενδοτικού δικαίου, ο όρος αυτός
(της σύμβασης) εξαιρείται , καταρχήν, του δικαστικού ελέγχου καταχρηστικότητας,
διότι δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ.
Η
εν λόγω ωστόσο εξαίρεση τελεί υπό την α
ί ρ ε σ η ότι Ο ΔΗΛΩΤΙΚΌΣ ΌΡΟΣ ΤΗΣ ΣΎΜΒΑΣΗΣ
ΠΟΥ ΑΠΗΧΕΊ ΕΘΝΙΚΉ ΔΙΆΤΑΞΗ ΕΝΔΟΤΙΚΟΎ ΔΙΚΑΊΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΛΑΜΒΆΝΕΤΑΙ ΣΤΗ ΣΎΜΒΑΣΗ ΠΟΥ ΣΥΝΆΠΤΕΤΑΙ ΜΕΤΑΞΎ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΊΑ (ΤΡΆΠΕΖΑ) ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΉ
(ΔΑΝΕΙΟΛΉΠΤΗ) ΔΕΝ ΕΞΑΡΤΆΤΑΙ ΑΠΌ ΠΡΌΣΘΕΤΟΥΣ
ΌΡΟΥΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΈΣΕΙΣ ΠΟΥ
ΤΊΘΕΝΤΑΙ ΑΠΟ ΑΛΛΕΣ Α Ν Α Γ Κ Α Σ Τ Ι Κ
Ο Ύ ΔΙΚΑΊΟΥ ΔΙΑΤΆΞΕΙΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΎΝ ΕΜΦΑΝΏΣ ΤΟ Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ό Μ Ε Ν Ο Ή
ΤΟ Π Ε Δ Ί Ο ΕΦΑΡΜΟΓΉΣ ΤΟΥ ΔΗΛΩΤΙΚΟΥ ΕΝ ΛΌΓΩ ΌΡΟΥ ΤΗΣ
ΣΎΜΒΑΣΗΣ ΠΟΥ ΑΠΗΧΕΊ ΤΗΝ ΕΠΊΜΑΧΗ ΔΙΆΤΑΞΗ ΕΝΔΟΤΙΚΟΎ ΔΙΚΑΊΟΥ, έτσι που τυχόν μ ε μ ο ν ω μ έ ν ο ς αυτεπάγγελτος δικαστικός έλεγχος της
συμβατικής ρήτρας από τον εθνικό δικαστή, που κατατείνει στην (εσφαλμένη)
παραδοχή σύμφωνα με την οποία η συμβατική εν λόγω ρήτρα, ιδωμένη α ν ε ξ ά ρ τ η τ α από τις (επίσης αυτεπάγγελτα εξεταζόμενες
από τον εθνικό δικαστή) σχετικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, συνιστά δηλωτικό όρο της σύμβασης που
αντανακλά διάταξη του ενδοτικού δικαίου και συνεπώς εξαιρείται από τον
δικαστικό έλεγχο για καταχρηστικότητα,
τ ρ ο π ο π ο ι ε ί εμφανώς
το π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν ο της συμβατικής ρήτρας ή το π
ε δ ί ο εφαρμογής της δημιουργώντας σοβαρή ανισορροπία μεταξύ
επαγγελματία και καταναλωτή προς όφελος του πρώτου και σε ζημία του δεύτερου.
Τούτων
δοθέντων ο μ ε μ ο ν ω μ έ ν α δηλωτικός όρος ενδοτικού δικαίου («Η εξόφληση
του δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει υ
π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά ε ί τ ε σε
αυτούσιο συνάλλαγμα, ε ί τ ε με το σε Ευρώ ισάξιο του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων,
υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του
οικείου συναλλάγματος») που απηχεί
καταρχήν την ενδοτικού δικαίου διάταξη της ΑΚ 305 [«Αν από δύο ή περισσότερες
οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή διαζευκτική), το
δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης»] Δ Ε Ν
εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εξαιρέσεως που προβλέπει η οδηγία 93/13
και Δ Ε Ν εξαιρείται από τον δικαστικό
έλεγχο καταχρηστικότητας καθώς ε λ έ γ
χ ε τ α ι περαιτέρω για
καταχρηστικότητα σε σ υ ν δ υ α σ μ
ό με τις διατάξεις α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ δικαίου της 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της
ΤτΕ , διότι συνιστά διαζευκτική ενοχή
της ΑΚ 305, ενοχή δηλαδή που παράγει ενιαία αξίωση του επαγγελματία (Τράπεζα)
κατά καταναλωτή (δανειολήπτη) και στην οποία από την αρχή της σύστασής της
οφείλονται δύο αυτοτελείς παροχές, είτε
σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του
ελβετικού Φράγκου την ημέρα της καταβολής, από τις οποίες (παροχές) τελικά μία
μόνο θα καταβληθεί από τον καταναλωτή στον επαγγελματία, που θα επιλέξει ο
καταναλωτής οφειλέτης, που είναι ο δικαιούμενος να κάνει την επιλογή, οπότε και
καταλύεται η όλη ενοχή, γεγονός που υποχρεώνει
το δικαστήριο να ερευνήσει α υ τ
ε π α γ γ έ λ τ ω ς την εφαρμογή της
2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ, διότι επί μ ε μ ο ν ω μ έ ν η ς εφαρμογής της ΑΚ 305, δίχως δηλαδή να
χωρίσει αυτεπάγγελτος δικαστικός έλεγχος των εφαρμοστέων εν προκειμένω κανόνων
της 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της
ΤτΕ, προκύπτουν δύο κατηγορίες
δανειοληπτών: η πρώτη που πληρώνει στον επαγγελματία (Τράπεζα) με αυτούσιο
συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων και δεν υφίσταται ζημία από τη διακύμανση της
ισοτιμίας, και η δεύτερη που πληρώνει σε Ευρώ, με την ισοτιμία της ημερομηνίας
πληρωμής και, ως εκ τούτου, υφίσταται τεράστια ζημία από τη διακύμανση της
ισοτιμίας, ζημία που θα μπορούσε να αντισταθμίσει μόνον η (αναγκαστικού δικαίου) 2501/2002 Πράξη του
Διοικητή της ΤτΕ, συνεπώς ο εθνικός δικαστής
δεν δύναται να παραλείψει τον αυτεπάγγελτο έλεγχο περί εφαρμογής των
(αναγκαστικού δικαίου) διατάξεων τής 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ,
διότι διαφορετικά τ ρ ο π ο π ο ι ε ί τ
α ι εμφανώς το π ε
ρ ι ε χ ό μ ε ν ο της συμβατικής ρήτρας
αλλά και το π ε δ ί ο εφαρμογής της
δημιουργώντας σοβαρή ανισορροπία μεταξύ επαγγελματία (Τράπεζα) και
καταναλωτή (δανειολήπτη) προς όφελος του πρώτου και σε ζημία του δεύτερου.
Κατά
συνέπεια, όταν ο εν λόγω δηλωτικός της σύμβασης όρος («Η εξόφληση του δανείου
από τον Οφειλέτη θα γίνει υ π ο χ ρ ε ω
τ ι κ ά ε ί τ ε σε
αυτούσιο συνάλλαγμα, ε ί τ ε με το σε Ευρώ ισάξιο του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων,
υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του
οικείου συναλλάγματος») που, μ ε μ ο ν ω μ έ ν α, αντανακλά την εκδοτικού
δικαίου διάταξη της ΑΚ 305, συνιστά γενικό όρο συναλλαγών (ΓΟΣ), δ ε ν
εξαιρείται από τον έλεγχο καταχρηστικότητας κατά το ν. 2251/1994
δοθέντος ότι Η ΣΎΜΒΑΣΗ ΈΧΕΙ ΣΥΝΑΦΘΕΊ ΜΕΤΑΞΎ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΊΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΉ ΥΠΌ
ΤΟΥΣ ΌΡΟΥΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΈΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΎ ΔΙΚΑΊΟΥ ΠΡΆΞΗΣ
2501/31.10.2002 του Διοικητού της
Τράπεζας της Ελλάδος, υποκείμενη ως εκ τούτου σε έλεγχο με βάση την υπ’ αρίθμ.
2501/31.10.2002 Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, για την ελάχιστη
ενημέρωση που οφείλουν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις
δανείων σε ξένο νόμισμα που πρέπει να περιλαμβάνει τη δ υ ν α τ ό τ η τ α και το
κ ό σ τ ο ς χρησιμοποίησης
τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής
ισοτιμίας, την αρχή της διαφάνειας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 6 εδ. α
ν. 2251/1994, όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 1 της ΥΑ 5338/2018, σε συνδυασμό
με το άρθρο 4 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΚ και την 19η αιτιολογική σκέψη αυτής.
5.
Επί των ανωτέρω αιτιάσεων των
αναιρεσίβλητων αλλά και των παραδοχών από το
αλάθητο της υπ’ αριθμ.
1611/2017 απόφασης του Εφετείου Αθηνών,
η 911 απόφαση του Αρείου Πάγου
είπε ότι «Έτσι που έκρινε το Εφετείο
εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 2
παρ. 6 του Ν.2251/1994 και 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ. Και τούτο διότι οι
Γενικοί Όροι Συναλλαγών (Γ.Ο.Σ), όπως οι προβλεπόμενοι στο άρθρο 4.5 και 8.3
της ένδικης δανειακής σύμβασης, που συνομολογήθηκε σε ελβετικά Φράγκα, με τους
οποίους συμφωνήθηκε η εξόφληση του δανείου είτε σε αυτούσιο συνάλλαγμα είτε με
σε Ευρώ ισάξιο του χορηγηθέντος συναλλάγματος υπολογιζόμενο κατά το χρόνο
πληρωμής της δόσης ή του συνόλου της οφειλής σε περίπτωση καταγγελίας της
σύμβασης, συνιστούν δηλωτικούς όρους, καθότι αποτυπώνουν τη διάταξη του άρθρου 291 του ΑΚ και επομένως εκφεύγουν του ελέγχου καταχρηστικότητας.»
Ολόκληρη
η απόφαση εδώ

Το επίκαιρο ζήτημα της οριοθέτησης των θαλασσίων
ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο εξέτασε η εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2020 με
διοργανωτή την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος. Η
εκδήλωση για λόγους συμβολικούς πραγματοποιήθηκε
στο Καστελόριζο.
Ακολουθούν οι ερωτήσεις που ποτέ δεν έγιναν και οι
απαντήσεις που ποτέ δε δόθηκαν στην εκδήλωση.
1. Είναι η Ελλάς Αρχιπελαγικό κράτος?
Η Ελλάς είναι ξεκάθαρα Αρχιπελαγικό κράτος. Ο όρος
αρχιπέλαγος, στη γεωγραφία, χαρακτηρίζει γεωλογικό σχηματισμό αποτελούμενο από
μια α λ υ σ ί δ α ή
ανεπτυγμένη σ υ σ τ ά δ α ν η σ ι ώ ν. Αν και αρχιπελάγη απαντώνται
συνήθως στην ανοιχτή θάλασσα, εντούτοις σε ορισμένες περιπτώσεις αναφέρεται και σε μ ι κ τ ά
κράτη η επικράτεια των οποίων αποτελείται από ηπειρωτικά και νησιώτικα
εδάφη που γειτνιάζουν με μεγάλους όγκους ηπειρωτικής ξηράς.
Αν και σύμφωνα με την Σύμβαση ΔΘ ως αρχιπελαγικό κράτος λογίζεται «το αμιγώς αρχιπελαγικό κράτος, δηλαδή εκείνο που αποτελείται από αποκλειστικά από νησιά», εντούτοις από τις
σχετικές ρυθμίσεις ως ε ξ α ί ρ ε σ
η λογίζονται τα «μ ι κ τ ά
κράτη» δηλαδή τα κράτη εκείνα που αποτελούνται τόσο από νησιωτικά
συμπλέγματα όσο και από ηπειρωτικό έδαφος, εφόσον το σύμπλεγμα νήσων είναι τόσο στενά σ υ ν δ ε δ ε μ έ ν α μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν μια α υ τ ο τ ε λ ή γ ε ω γ ρ α φ ι κ ή, ο ι κ ο ν ο μ ι κ ή και π
ο λ ι τ ι κ ή ε ν ό τ η τ α, ή που θεωρούνται ι σ τ ο ρ ι κ ά ότι σχηματίζουν μια τέτοια ε ν ό τ η τ α. Ως τέτοια περίπτωση μικτού Αρχιπελαγικού
κράτους θεωρείται η Ε λ λ ά δ α.
Στην Ελλάδα αρχικά ο όρος "αρχιπέλαγος"
που δηλώνει σαφώς τις αξιώσεις της χώρας μας έναντι της Τουρκίας ως
"Αρχιπελαγικό κράτος"
χρησιμοποιήθηκε ως όρος στρατιωτικής διοικητικής ορολογίας στον Ελληνικό
Στρατό π.χ. «Γενική Διοίκηση Α ρ χ ι π ε λ ά γ ο υ ς», «Μεραρχία Α ρ χ ι π ε λ ά γ ο υ ς» [Wikipedia:
αρχιπέλαγος] αλλά εγκαταλείφθηκε στη συνέχεια
για λόγους άγνωστους.
Η Μεγίστη (Καστελόριζο) δεν είναι ένα αποκομμένο νησί στα τουρκικά παράλια με απειροελάχιστη
ακτογραμμή σε σύγκριση με την τουρκική αντικριστή ακτογραμμή, αλλά είναι ένα
(1) νησί από τα έξι χιλιάδες (6.000)
νησιά και νησίδες του Ελληνικού
Α ρ χ ι π ε λ ά γ ο υ ς, με την Ελλάδα να κατατάσσεται στην 9η θέση του
καταλόγου των χωρών με το μεγαλύτερο μήκος ακτογραμμής στην Υφήλιο.
Η Ελλάς βρίσκεται στην 9η θέση τού καταλόγου των
χωρών με το μεγαλύτερο μήκος ακτογραμμής, με την Τουρκία να βρίσκεται στη
17η θέση του καταλόγου. Ο λόγος
ελληνικής / τουρκικής ακτογραμμής είναι στο 2/1 ήτοι η ελληνική ακτογραμμή
είναι δ ι π λ ά σ ι α της τουρκικής.
Σχετικά με το δικαίωμα των νησιών μας σε
δικαιοδοσία στην υφαλοκρηπίδα τους, το
Διεθνές Δίκαιο, η Σύμβαση της Γενεύης για την υφαλοκρηπίδα και το Διεθνές
Δίκαιο της Θάλασσας UNCLOS, δίνει στα
νησιά το δικαίωμα π λ ή ρ ο υ ς δικαιοδοσίας στην υφαλοκρηπίδα τους. Σύμφωνα με το Άρθρο 6 παράγραφος 2 της από 29
Απριλίου 1958 Σύμβασης της Γενεύης για
την υφαλοκρηπίδα, κ ά θ ε νησί του Αιγαίου έχει δικαίωμα στην
υφαλοκρηπίδα, του οποίου τα όρια με την Τουρκία πρέπει να καθορίζονται από την
αρχή της ισότητας. Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, τα νησιά, οι
νησίδες, οι βραχονησίδες, οι σκόπελοι και ανορθωμένοι βράχοι, έ χ ο υ ν
κι αυτά υφαλοκρηπίδα. Εξαίρεση αποτελούν, σύμφωνα με το άρθρο 121 της
Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, οι βραχονησίδες και οι
βράχοι, οι οποίοι δ ε ν μπορούν να
διατηρήσουν ανθρώπινο πληθυσμό ή αυτόνομη οικονομική ζωή (καλλιέργεια ή
κτηνοτροφία).
2. Τι νομικά πρωτοφανές και αδιανόητο κατά το
Διεθνές Δίκαιο και την πάγια νομολογία
των διεθνών Δικαστηρίων ισχυρίζεται η Τουρκία?
Σχετικά με τις νομικά αδιανόητες θέσεις της
Τουρκίας επί του θέματος, θέσεις που βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με το Δ.Δ.,
κυρίαρχη είναι η θέση της τουρκικής προπαγάνδας, που δυστυχώς διακινείται και
στο εσωτερικό από κυβερνητικούς, ακαδημαϊκούς, διπλωματικούς και
δημοσιογραφικούς ελληνικούς κύκλους που λειτουργούν υπονομευτικά για τα εθνικά
συμφέροντα, σύμφωνα με την οποία τα ελληνικά νησιά δεν έχουν το δικαίωμα
πλήρους δικαιοδοσίας στην υφαλοκρηπίδα επειδή τάχα επικάθονται στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας,
ήτοι τα ελληνικά νησιά είναι η συνέχεια
του γεωλογικού ανάγλυφου του πυθμένα της
ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας της ηπειρωτικής χερσονήσου της Ανατολίας (τουρκική
επικράτεια).
Σύμφωνα με την πάγια νομολογία
του Διεθνούς Δικαστηρίου, «Μέχρι τα 200
ν.μ. από τις ακτές, το γεωλογικό κριτήριο
δ ε ν λαμβάνεται καθόλου υπόψη. Η γεωμορφολογία του βυθού σχετίζεται
με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μ ό
ν ο στις περιπτώσεις που εκτείνονται
πέρα από τα 200 ν.μ., συνεπώς το Δικαστήριο
έχει κρίνει ότι οριοθέτηση ενός και μόνο θαλάσσιου ορίου πρέπει να
καθοριστεί με βάση τη γ ε ω γ ρ α φ ί α και ό
χ ι τη
γ ε ω λ ο γ ί α ή τη γεωμορφολογία » [Dispute concerning
delimitation of the
Maritime Boundary between
Bangladesh and Myanmar
in the Bay of
Bengal, (Bangladesh/Myanmar),
Case No
16, Judgment, ITLOS,
14 March 2012, para. 322].
Δεδομένου ότι το Αιγαίο είναι σχετικά κλειστή θάλασσα, άρα ο καθορισμός και
οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών γίνεται εντός
θαλάσσιας περιοχής πολύ κάτω του ορίου των 200 ν.μ. , τεκμαίρεται ότι το
γεωλογικό κριτήριο που η Τουρκία
επικαλείσαι δ ε ν λαμβάνεται καθόλου υπόψη. Έτσι εχόντων των
πραγμάτων η ελληνική υφαλοκρηπίδα «καθορίζεται»
ν ο μ ι κ ά με βάση τη
γ ε ω γ ρ α φ ί α και ό χ ι
τη γ ε ω λ ο γ ί α ή τη
γεωμορφολογία.
Αντίθετα η Τουρκία διεκδικεί το δικαίωμα για την
τουρκική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ που θα καταλαμβάνει θαλάσσια περιοχή που φτάνει
στο μ έ σ ο περίπου του Αιγαίου Πελάγους (!),
προβάλλοντας την ανήκουστη θέση που υποστηρίζει ότι τα νησιά δεν διαθέτουν
υφαλοκρηπίδα ούτε δικαιούνται ΑΟΖ πλην μόνο τα χωρικά τους ύδατα που, κατά την
Τουρκία, ορίζονται στα 6 ν.μ. . Έτσι η Τουρκία διεκδικεί να χαραχθεί μια γραμμή
στη μ έ σ η του Αιγαίου όπου δυτικά θα είναι η ελληνική
υφαλοκρηπίδα και ανατολικά η τουρκική (!) βάζοντας με τον τρόπο αυτόν εντός της
τουρκικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ τα μισά ελληνικά νησιά! Τούτο όμως είναι
ανέφικτο κατά το Διεθνές Δίκαιο καθώς, μεταξύ άλλων, θα δ ι α
τ ά ρ α σ σ ε α κ ρ α ί α τον αριθμητικό λόγο "μήκος ακτογραμμής/
αποδιδόμενης θαλάσσιας περιοχής" υ
π έ ρ της Τουρκίας (!) , όταν μάλιστα η
ελληνική ακτογραμμή είναι δ ι π λ ά σ ι
α της τουρκικής, προκαλώντας σ ο β α ρ ή
δ υ σ α ν α λ ο γ ί α μεταξύ του
μήκους των ακτών Ελλάδας και Τουρκίας και της αποδιδόμενης θαλάσσιας έκτασης
ζώνης, σε ποσοστό συντριπτικά υ π έ
ρ της Τουρκίας. Αστεία δλδ πράγματα κατά
το Διεθνές Δίκαιο και τη νομολογία των Δικαστηρίων της Χάγης και του Αμβούργου.
3. Για ποια «οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας» λοιπόν μιλάμε?
Πρέπει να καταστεί απολύτως ξεκάθαρο ότι η δημόσια
συζήτηση δε γίνεται για την «οριοθέτηση»
υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αλλά για την π α ρ ά δ ο σ η στην Τουρκία μέρους της ε λ λ η ν ι κ ή ς υφαλοκρηπίδας!
Το τουρκικό σεισμογραφικό Oruc Reis δεν διεξήγαγε
έρευνες σε διαφιλονικούμενες θαλάσσιες ζώνες, όπως τα συστημικά Μέσα
παραπληροφορούν τους έλληνες πολίτες με το επιχείρημα ότι, επειδή τάχα δεν
έχουν οριοθετηθεί θαλάσσιες ζώνες με την Τουρκία, το τουρκικό σεισμογραφικό
επιχειρεί αβλαβή διέλευση (!) σε διεθνή ύδατα, αλλά αντίθετα διεξήγαγε
έρευνες εντός της ελληνικής
υφαλοκρηπίδας η οποία δ ε ν ανακηρύσσεται ο ύ τ ε οριοθετείται αλλά ανήκει στην Ελλάδα α υ τ ο δ ι κ α ί ω ς κατά το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας. «Για την
άσκησή του δικαιώματος της υφαλοκρηπίδας
δ ε ν απαιτείται οιαδήποτε νομική
διαδικασία, ούτε η υιοθέτηση νομικών πράξεων. Επιπλέον, το δικαίωμα δ ε ν
εξαρτάται από την άσκησή του. Είναι α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ό υπό την έννοια ότι εάν το παράκτιο κράτος (η Ελλάδα εν προκειμένω) δεν επιλέξει
να εξερευνήσει ή να εκμεταλλευθεί τις περιοχές της υφαλοκρηπίδας που του
ανήκουν, αυτό είναι δ ι κ ή τ ο υ
υπόθεση, ο υ δ ε ί ς, όμως, άλλος
δύναται να το πράξει χωρίς τη ρητή σ υ ν α ί ν ε σ ή του» [απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της 20ης
Φεβρουαρίου 1969 για την Υφαλοκρηπίδα της
Βόρειας Θάλασσας].
Ουδέν συνεπώς ζήτημα διαπραγμάτευσης περί οριοθέτησης ελληνικής υφαλοκρηπίδας στο Αιγαιακό Α ρ χ ι π έ λ α γ ο ς τίθεται, καθόσον τα πράγματα, με βάση όχι το Δίκαιο
της Θάλασσας που η Τουρκία δεν έχει συμβληθεί, αλλά βάσει του εθιμικού διεθνούς
δικαίου που δ ε σ μ ε ύ ε ι νομικά την
Τουρκία, είναι απλά: Η μέση γραμμή για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών,
ιδίως της υφαλοκρηπίδας ελληνικής και
τουρκικής δικαιοδοσίας, χαράζεται στη στενή θαλάσσια περιοχή μεταξύ των
ανατολικών ελληνικών νησιών του
Αιγαιακού Αρχιπελάγους και των ηπειρωτικών προς δυσμάς ακτών της Τουρκίας. Και
τούτο, διότι όλα τα νησιά που δύναται να φιλοξενήσουν ζωή, άρα και οικονομική
δραστηριότητα, δικαιούνται π λ ή ρ η υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, όπως το Διεθνές Δίκαιο
προβλέπει, όπερ μεθερμηνευόμενον εστί το Αιγαίο είναι νομικά και πραγματικά
ελληνικό Αρχιπέλαγος, με την Τουρκία να περιορίζεται σε μια στενή θαλάσσια περιοχή ανατολικά της μέσης γραμμής που χαράζεται μεταξύ των
δυτικών ηπειρωτικών ακτών της Τουρκίας και των ανατολικών ελληνικών νησιών ,
από τη Σαμοθράκη μέχρι τη Μεγίστη (Καστελόριζο).
Πέραν του παραπάνω νομικού και πραγματικού πλαισίου συζήτησης μιλάμε για κάτι εντελώς
διαφορετικό - μιλάμε για τον διαμοιρασμό της
Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Ή Σ υφαλοκρηπίδας
στη βάση που το ζήτημα βάζει ο
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στο Σκάι· ότι δλδ από την Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Ή υφαλοκρηπίδα η Ελλάδα θα
πάρει το μεγάλο μέρος και η Τουρκία θα πάρει το μικρό μέρος (της Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Ή Σ , επαναλαμβάνω, υφαλοκρηπίδας) όπως αυτό
εξομολογείται ο ίδιος στον τηλεοπτικό σταθμό Σκάι.
[βλ. βίντεο, «Εξομολογήσεις του Κωνσταντίνου
Μητσοτάκη» στον Αλέξη Παπαχελά («Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με τα δικά του λόγια»
εκδόσεις Παπαδόπουλος) όπου ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναφέρεται στα
ελληνοτουρκικά και στις δυνατότητες μιας συμφωνίας με την Άγκυρα λέγοντας τα εξής:
«Οι βασικές παράμετροι μιας συμφωνίας είναι απλές, πολύ απλές. Η (ελληνική)
υφαλοκρηπίδα θα μοιραστεί με την Τουρκία λογικά. Εμείς θα πάρουμε το μεγάλο
μέρος (της ελληνικής υφαλοκρηπίδας), οι τούρκοι θα πάρουνε το μικρό μέρος (της
ελληνικής υφαλοκρηπίδας). Και περίπου θα έχουμε συμφωνήσει και θα αφήσουμε το
Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης να χαράξει τη γραμμή.»! Το βίντεο με τις δηλώσεις
επίτιμου για την παραχώρηση ελληνικής υφαλοκρηπίδας στους τούρκους, εδώ
]
4. Θα μπορούσε ποτέ οι τουρκικές αξιώσεις να
περιβληθούν τον τύπο της δικαιοδοτικής κρίσης του Διεθνούς Δικαστηρίου της
Χάγης?
Η αρπαγή ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων από την
Τουρκία είναι νομικά α δ ύ ν α τ η κατά το Δίκαιο της Θάλασσας. Η ικανοποίηση των
εξωφρενικών νομικά τουρκικών θέσεων μπορεί να γίνει μ ό ν ο εφόσον η Ελλάς σε μία άνευ προηγουμένου στα
νομικά και διπλωματικά χρονικά κίνηση π α
ρ α δ ώ σ ε ι οικειοθελώς στην Τουρκία
ελληνική εθνική κυριαρχία με απευθείας
διμερή συμφωνία μηδενικής ή μειωμένης επήρειας σημαντικών ελληνικών νησιών στην
οριοθέτηση των ελληνικών θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαιακό Α ρ χ ι π έ λ α γ ο ς. Και τούτο μπορεί να
γίνει μόνον ε κ τ ό ς πλαισίου της διεθνούς νομιμότητας, αφού κανένα
δικαιοδοτικό διεθνές όργανο μπορεί νομικά να το κάνει.
Κανείς λοιπόν, ούτε η ελληνική κυβέρνηση ούτε,
ασφαλώς, η κυβέρνηση Ερντογάν προτίθεται να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο,
καθόσον το Δικαστήριο Δ Ε Ν δύναται νομικά να παραχωρήσει στην
Τουρκία ελληνική κυριαρχία που η Τουρκία
δεν δικαιούται. Το Διεθνές Δικαστήριο δεν δύναται νομικά να δώσει στην Τουρκία
τις θαλάσσιες ζώνες που η Ελλάς δεν προασπίζει αποτελεσματικά, ανατρέποντας
προκλητικά την αναλογία 2/1 ακτογραμμής των δύο χωρών υπέρ της Τουρκίας , όταν
η ελληνική ακτογραμμή είναι διπλάσια της τουρκικής.
5. Με ποιο λοιπόν τέχνασμα μπορούσε ο ελληνικός
λαός να ε ξ α π α τ η θ ε ί ώστε να πεισθεί για την αναγκαιότητα κατευνασμού
της Τουρκίας στο ζήτημα της διεκδίκησης από τους τούρκους ελληνικής υφαλοκρηπίδας
που η Τουρκία δεν δικαιούται?
Της ελληνοτουρκικής διένεξης θα έπρεπε να
προηγηθούν λεόντειες συμφωνίες οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών σε βάρος της Ελλάδας
με Ιταλία και Αίγυπτο, με αναγνώριση από την Ελλάδα μειωμένης επήρειας
ελληνικών νησιών αφενός, ως πρόκριμα υποχώρησης της Ελλάδος στις παράνομες
αξιώσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο, αφετέρου δε
ΠΑΡΆΛΕΙΨΗ οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας – Κύπρου.
[Για τις ατυχείς ενέργειες της ελληνικής
διπλωματίας, η Ελλάδα και η Κύπρος να μην ενώσουν ποτέ τις ΑΟΖ τους ενήργησε
ατυχώς σχετικά, ήδη από το 2003, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Σημίτη, με
υπουργό Εξωτερικών τον Γιώργο Παπανδρέου.
Όπως αποκάλυψε ο κ. Ρολάνδης σε παλαιότερη
τηλεοπτική εκπομπή στο κυπριακό κανάλι ΡΙΚ, το 2003 η Αθήνα είχε ζητήσει από τη
Λευκωσία, στη συμφωνία οριοθέτησης που η Κύπρος θα έκανε με την Αίγυπτο να
μείνει η Κύπρος 5 ναυτικά μίλια ανατολικότερα στο δυτικό άκρο (!), όπως και
έγινε. Υπενθυμίζεται ότι τότε Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας ήταν ο Γιώργος
Παπανδρέου και η παραίνεση αυτή προς τη Λευκωσία έγινε στη βάση των ελληνικών
σχεδιασμών διευκόλυνσης της Τουρκίας στις παράνομες αξιώσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο, αφού η συμφωνία που η Κύπρος σχεδίαζε
και Η ΕΛΛΆΔΑ (ΜΕ ΤΟΝ Γ.Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΥΠΕΞ) ΑΠΈΤΡΕΨΕ θα αποδείκνυε πως το Καστελόριζο διαθέτει ΑΟΖ
!
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του υπουργός Εμπορίου,
Βιομηχανίας και Τουρισμού της Κύπρου Νίκου Ρολάνδη, «Η Ελλάδα ήταν πάντα
διστακτική να εγείρει θέματα, στα οποία έχει διαφορές με την Τουρκία για το
δίκαιο της θάλασσας. […] Ηγέρθη θέμα γιατί, αν η Ελλάδα μετρούσε τη δική της
περιοχή από το Καστελόριζο, που είναι το ακραίο σημείο, προς την Κύπρο τότε
αλλού θα ήταν η ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας». Σε αυτό το σημείο ο κ. Ρολάνδης
επικαλείται, μάλιστα, και πρακτικά συνεδριάσεων στο Γραφείο του τότε γενικού
εισαγγελέα, με αντιπροσωπεία του ελληνικού ΥΠΕΞ, ο οποίος (έλληνας απεσταλμένος
του ΓΑΠ στην Κύπρο) «παρακάλεσε» την κυπριακή πλευρά να ΜΗΝ υπογράψει την
αρχική θαλάσσια οριοθέτηση. «Μας είπε λοιπόν ο έλληνας απεσταλμένος το εξής: Αν
δεχτούμε την ελλαδική θέση ότι το Καστελόριζο έχει πλήρη επήρεια στην
οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, τότε η μέση γραμμή θα είναι μέχρι εδώ. Αν
δεχτούμε την τουρκική θέση ότι το Καστελόριζο δεν έχει επήρεια, τότε η γραμμή
είναι αλλού. Ο έλληνας απεσταλμένος του Γιώργου Παπανδρέου για αποφυγή των προβλημάτων αυτών
προέτρεψε την κυπριακή πλευρά όπως διορθωθούν οι συντεταγμένες εις βάρος της
Ελλάδας και προς όφελος της Τουρκίας (!) και τα κυπριακά σύνορα δυτικά να
σταματήσουν μέχρι 8 ναυτικά μίλια μέσα από εκεί που έχουν συμφωνηθεί, ούτως
ώστε να αποφευχθούν οποιεσδήποτε επιπλοκές με την Τουρκία».
Για τις ατυχείς ενέργειες της κυβέρνησης Σημίτη
και του Γ .Α. Παπανδρέου προσωπικά ώστε η Ελλάδα και η Κύπρος να μην
οριοθετήσουν ποτέ μεταξύ τους ΑΟΖ, βλ δηλώσεις του υπουργού Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού
της Κύπρου Νίκου Ρολάνδη στο ΡΙΚ, στο βίντεο εδώ
]
6. Γιατί τις Ελλάδα και Τουρκία εξυπηρετεί
επικοινωνιακά και διπλωματικά το
τουρκολιβυκό μνημόνιο?
Ως προς την Ελλάδα, η υπογραφή του Α Κ Υ Ρ Ο Υ τουρκολιβυκού μνημονίου (Ό Χ Ι Α Ν Υ Π Ό Σ Τ Α Τ Ο Υ όπως η ελληνική κυβέρνηση α τα υ χ ώ ς χαρακτηρίζει
εσφαλμένα νομικά το τουρκολιβυκό μνημόνιο),
απεδείχθη ότι διευκόλυνε
επικοινωνιακά την Αθήνα να υπογράψει λεόντειες συμφωνίες οριοθέτησης θαλάσσιων
ζωνών με την Ιταλία και , κυρίως, την Αίγυπτο, προς όφελος της Τουρκίας.
Τούτων δοθέντων η Τουρκία σύναψε ένα άκυρο με τη Λιβύη μνημόνιο με την οποία Δ Ε Ν διαθέτει
κοινά θαλάσσια σύνορα Ο Ύ Τ Ε αντικριστές ακτές ώστε να δικαιούται κατά το
Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας να συνάψει τέτοια συμφωνία · θα ήταν σαν η Ελλάδα
σε μια προσπάθεια να διεκδικήσει ιταλική υφαλοκρηπίδα που δεν της ανήκει να
επιχειρήσει το νομικά αδιανόητο, να συνάψει συμφωνία οριοθέτησης θαλάσσιων
ζωνών με την Τυνησία (!) χώρα δηλαδή με την οποία δεν διαθέτει κοινά θαλάσσια
σύνορα ούτε αντικριστές ακτές..!
Στη συνέχεια τα ελληνικά Μ.Μ.Ε. ανέλαβαν την άσκηση πίεσης στην κοινή γνώμη
περί δήθεν «τετελεσμένων από το τουρκολιβυκό μνημόνιο που η Ελλάς επείγεται να
ακυρώσει στην πράξη με (άρον-άρον)
οριοθέτηση ΑΟΖ με Ιταλία και Αίγυπτο, έστω κι αν στο βωμό της ακύρωσης του
τουρκολιβυκού μνημονίου απαιτηθεί να θυσιάσουμε μικρή έκταση από την ΑΟΖ μας!»,
ενώ η πραγματικότητα είναι ότι καμία πίεση το τουρκολιβυκό μνημόνιο ασκεί
νομικά στην Ελλάδα καθώς αυτό πάσχει
νομικά από α π ό λ υ τ η α κ υ ρ ό τ η τ α. Με σημαία λοιπόν την
επιτακτικότατα τάχα ακύρωσης του
τουρκολιβυκού μνημονίου η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε σε σειρά εσφαλμένων χειρισμών
που διευκολύνουν τις παράνομες μεθοδεύσεις τής αρπαγής ελληνικών κυριαρχικών
δικαιωμάτων από την Τουρκία, συνάπτοντας
καταρχάς λεόντειες συμφωνίες με την
Ιταλία αρχικά και την Αίγυπτο στη συνέχεια.
(α) Η λεόντειος συμφωνία με την Ιταλία
Οι ατυχείς διπλωματικά ενέργειες της ελληνικής
κυβερνήσεως σχετικά με τη συμφωνία οριοθέτησης ελληνο-ιταλικής ΑΟΖ
συνίστανται, καταρχάς, στην αναγνώριση
από την Ελλάδα μ ε ι ω μ έ ν η ς επήρειας σε ελληνικά νησιά, όπως τα Διαπόντια
Νησιά (70%) και οι Στροφάδες (32%, μόνο). Η ελληνική κυβέρνηση υπέγραψε το έτος 2020 ένα κείμενο
που επί 30 ολόκληρα χρόνια όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις αρνήθηκαν να
υπογράψουν! Πρόκειται για τη συμφωνία τού 1977 που καμία ελληνική κυβέρνηση
διανοήθηκε ποτέ να υπογράψει, που
καταρτίστηκε π ρ ο θεσπίσεως του Δικαίου Θαλάσσης το 1982, την οποία η σημερινή κυβέρνηση υπέγραψε αυτούσια, επωφελεία των
ιταλών, συμφωνώντας ότι τα παραπάνω ελληνικά νησιά έχουν περιορισμένη επήρεια, επιλογή που
διευκολύνει την απεμπόληση εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων τόσο στην οριοθέτηση
ΑΟΖ με την Αλβανία όσο και, κυρίως, ως αρνητικό για τη χώρα νομικό προηγούμενο
στην τελική φάση οριοθέτησης με την Τουρκία, έτσι που ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγιακό
Αρχιπέλαγος τίθενται υπό αμφισβήτηση ήδη με τη συμφωνία οριοθέτησης
ελληνο-ιταλικής ΑΟΖ.
Περαιτέρω, η ελληνική κυβέρνηση συμφώνησε στο
αδιανόητο, για πρώτη φορά στη διεθνή
Ιστορία του Δικαίου της Θαλάσσης, να παραχωρήσει σε κυρίαρχο κράτος, την Ιταλία εν προκειμένω,
ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στην ελληνική αιγιαλίτιδα, δηλαδή στα ελληνικά
χωρικά ύδατα, επιτρέποντας στους ιταλούς ψαράδες να ψαρεύουν μέσα από τα 6 ν.μ.
! Πρόκειται για προφανή απεμπόληση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων σε μια
αδιανόητη για τη χώρα συμφωνία που θα αποτελέσει κακό προηγούμενο με την
Τουρκία.
(β) Η λεόντειος συμφωνία με την Αίγυπτο
Στη συνέχεια, υπό την πίεση της επιτακτικότητας
τάχα της διεμβόλισης του (νομικά α π ο λ
ύ τ ω ς Α Κ Υ Ρ Ο Υ) τουρκολιβυκού μνημονίου η ελληνική κυβέρνηση
υπέγραψε λεόντειο συμφωνία μ ε ρ ι κ ή
ς οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών με την
Αίγυπτο π ε τ σ ο κ ό β ο ν τ α ς την επήρεια της μεγαλύτερης ελληνικής νήσου: της
Κ Ρ Ή Τ Η Σ ! Με το τουρκολιβυκό
μνημόνιο να διευκολύνει επικοινωνιακά την ελληνική κυβέρνηση στις υποχωρήσεις της
Ελλάδος κατά την απεμπόληση ελληνικών
κυριαρχικών δικαιωμάτων τόσο στην Αίγυπτο όσο και, στην επόμενη φάση της
Ελληνικής Τραγωδίας, στην Τουρκία...
Με τις ατυχείς εν λόγω ενέργειες της ελληνικής
κυβέρνησης η απόκλιση της ΑΟΖ που έλαβε η Ελλάδα είναι από το 52,6%, που θα της έδινε η αρχή της μέσης γραμμής
Ελλάδας – Αιγύπτου, μόλις στο 44%. Η μείωση της ελληνικής ΑΟΖ κατά 6.334 km2
(από 38.859 σε 32.525) αντιστοιχεί σε
μείωση κατά 17,66% ή για να το πούμε αλλιώς η Ελλάδα παραχώρησε με τη συμφωνία
στην Αίγυπτο το 8,6% της συνολικής θαλάσσιας έκτασης που οριοθετήθηκε,
πετσοκόβοντας οικειοθελώς η Ελλάς την επήρεια της Κρήτης, της κορωνίδας 👑 δηλαδή των
ελληνικών νησιών στην οριοθέτηση των ελληνικών θαλάσσιων ζωνών, σε ποσοστό
τουλάχιστον 15% · οι λεπτομέρειες της συμφωνίας οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών με
την Αίγυπτο ουδέποτε δόθηκαν στη δημοσιότητα.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος με ένα αρτιότατο νομικά
άρθρο – παρέμβασή στα δημόσια πράγματα
της χώρας όπου αποτυπώνεται ο νομικά μεστός συλλογισμός του, από την εγνωσμένου κύρους νομική αυθεντία του ως
ακαδημαϊκού, συνεπής στο ραντεβού του με την Ιστορία στηλιτεύει τα προβληματικά
(sic) σημεία -- νομικά και πραγματολογικά -- της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας,
που καταδεικνύουν ολιγωρία της Αθήνας κατά την προφανή απεμπόληση ελληνικών
κυριαρχικών δικαιωμάτων προς όφελος της Τουρκίας και της Αιγύπτου,
προστατευόμενων απόλυτα κατά το Διεθνές Δίκαιο, ως εξής:
(α) Καταδεικνύει ο κ. Βενιζέλος το νομικά πρωτοφανές στο δίκαιο των Συνθηκών οριοθέτησης
θαλάσσιων ζωνών, να μ η γίνεται π ο υ θ ε ν ά αναφορά στη Συνθήκη μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου,
ούτε στο προοίμιο ούτε στα άρθρα της συμφωνίας, στις α ρ χ έ ς που διέπουν την οριοθέτηση και ιδίως στους
κανόνες της ίσης απόστασης / μέσης γραμμής και της π λ ή ρ ο υ ς επήρειας των νησιών, αλλά, αντίθετα, οι εφαρμοζόμενοι στην πράξη κανόνες που διέπουν
την ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία να συνάγονται
από τη γεωγραφική και γεωμετρική ανάλυση του αποτελέσματος της μερικής
οριοθέτησης επί του χ ά ρ τ ο υ (!), που
είναι και ο μόνος τρόπος να συναχθεί το ποσοστό επήρειας των νησιών κατόπιν
περίπλοκων γεωδαιτικών υπολογισμών ανώτερης Γεωδαισίας, ήτοι να υπολογιστεί πώς
χαράχθηκε η οριοθετική γραμμή και ποιος βαθμός επήρειας, ποιων νησιών και ποιων
ακτών ελήφθη υπόψη!
(β) Επισημαίνει ο κ. Βενιζέλος ότι η συμφωνία
Ελλάδας – Αιγύπτου έχει ως αντικείμενο τη μερική οριοθέτηση της ΑΟΖ χωρίς Κ Α Μ Ί Α
αναφορά στην έννοια της υ φ α λ ο κ ρ η π ί δ α ς (!) που ισχύει Ipso facto και ab initio, χωρίς
να απαιτείται ανακήρυξη.
(γ) Η συμφωνία της Ελλάδας με την Αίγυπτο
συνάπτεται, σύμφωνα με τον Ε. Βενιζέλο, ενώ η Αίγυπτος έχει χωρικά ύδατα 12
ν.μ. και η Ελλάδα 6 ν.μ. χ ω ρ ί ς ρητή πρόβλεψη ότι η Ελλάδα μπορεί να
επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο Α ι γ α ί ο
στα 12 ν.μ. , σε αντίθεση με τη συμφωνία Ελλάδας – Ιταλίας στην οποία
περιλαμβάνεται η πρόβλεψη για επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Ι ό ν ι ο
στα 12 ν.μ. .
(δ) Σύμφωνα με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου δίνει την
εντύπωση ότι οι τουρκικοί ισχυρισμοί Ανατολικά του 28ου μεσημβρινού (θαλάσσια περιοχή
Ρόδου -Καστελόριζου) λαμβάνονται π λ ή ρ
ω ς υ π ό ψ η (ότι δηλαδή Ανατολικά του 28ου μεσημβρινού βρίσκεται
η «γαλάζια τουρκική πατρίδα») , γι’αυτό ίσως η απάντηση της Αιγύπτου στην
τουρκική αντίδραση ήταν : «Περιμένετε να δείτε το κείμενο της συμφωνίας» (!) όπως
δεικτικά συμπληρώνει ο ακαδημαϊκός
Βενιζέλος.
Περαιτέρω, στη λεόντειο συμφωνία Ελλάδας –
Αιγύπτου, ο ακαδημαϊκός Βενιζέλος επισημαίνει το επικίνδυνο για τα ελληνικά
κυριαρχικά δικαιώματα σημείο (άρθρο 1δ) σύμφωνα με το οποίο οι γεωγραφικές
συντεταγμένες μπορεί να αναθεωρηθούν με συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου, σε
περίπτωση οριοθέτησης με «αλλά ενδιαφερόμενα γειτονικά κράτη», όπερ
μεθερμηνευόμενον εστί, αν η Ελλάδα θελήσει μελλοντικά να οριοθετήσει ΑΟΖ,
ανατολικά και δυτικά της μέσης γραμμής, ακόμη και με την Κύπρο, θα πρέπει να
έχει την έ γ κ ρ ι σ η της Αιγύπτου (!) καθιστώντας έτσι το Κάϊρο ρ υ θ μ ι σ τ ή στα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο!
[Κατοχυρώνονται με τον τρόπο αυτόν πλήρως οι τουρκικές αξιώσεις περί «γαλάζιας
πατρίδας» Α ν α τ ο λ ι κ ά του 28ου μεσημβρινού (θαλάσσια περιοχή μεταξύ
Ρόδου – Καστελόριζου), με την Τουρκία να αξιώνει διαπραγμάτευση μόνον Δ υ τ ι κ ά του 28ου μεσημβρινού, με απλά δλδ λόγια, να αξιώνει να
διαπραγματευθεί και μέρος της απομένουσας ελληνικής ΑΟΖ μεταξύ Καστελόριζου,
Ρόδου, Καρπάθου, Κρήτης, αφού έχει ήδη τουρκοποιήσει την ελληνική ΑΟΖ ανάμεσα
στον 28ο και 30ό μεσημβρινό (Ρόδος – Καστελόριζο), έτσι που από παραλείψεις της
ελληνικής κυβερνήσεως, το Καστελόριζο καταλήγει να ριφθεί στον Τάρταρο της
τουρκικής θαλάσσιας κυριαρχίας, πρόσθετα δε, να διεμβολίσει η Τουρκία την
ελληνοκυπριακή ΑΟΖ πετυχαίνοντας την πλήρη απομόνωση της Κύπρου.]
(δ) Στη συνέχεια ο καθηγητής Ευάγγελος Βενιζέλος
κάνει μια συγκλονιστική επισήμανση σύμφωνα με την οποία, ο συνδυασμός δύο
κρίσιμων άρθρων της συμφωνίας μπορεί να αφήνει το ενδεχόμενο η Αίγυπτος και η
Τουρκία να οριοθετήσουν ΜΕΤΑΞΎ ΤΟΥΣ θαλάσσιες ζώνες Ανατολικά του 28ου
μεσημβρινού (όπου βρίσκεται και το νησιωτικό σύμπλεγμα Καστελόριζου) με μόνη υποχρέωση της Αιγύπτου
να ΕΝΗΜΕΡΏΣΕΙ ΑΠΛΏΣ ΤΗΝ ΕΛΛΆΔΑ, ΧΩΡΊΣ ΟΜΩΣ ΝΑ ΕΊΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΊΑ Η ΣΥΜΦΩΝΊΑ ΤΗΣ
ΕΛΛΆΔΑΣ!
(ε) Τέλος, ο ακαδημαϊκός Ε. Βενιζέλος εντοπίζει το
-- ενδεικτικό της λεόντειας φύσεως για την Ελλάδα -- σημείο της συμφωνίας, όπου
η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία προβλέπει στο άρθρο 3 ότι κάθε διαφορά ως προς την
ερμηνεία και εφαρμογή της θα επιλύεται «μέσω της… διπλωματικής οδού σε πνεύμα… κατανόησης
και συνεργασίας»! Δεν περιέχει συνεπώς ρήτρα προσφυγής ο ύ τ ε σε δ ι α
ι τ η σ ί α ο ύ τ ε στο Διεθνές Δ ι κ α σ τ ή ρ ι ο της Χάγης. Αντιθέτως η εισαγόμενη επίσης προς
κύρωση ελληνοϊταλική συμφωνία προβλέπει στο άρθρο 4 ότι αν οι διπλωματικές
προσπάθειες δεν ευδοκιμήσουν μετά από τέσσερεις μήνες, θεμελιώνεται δικαιοδοσία
του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Επίσης η συμφωνία Κύπρου – Αιγύπτου του
2003 προβλέπει τελικά προσφυγή σε διαιτησία.
[Ολόκληρο το άρθρο – παρέμβαση του Ε. Βενιζέλου
στο Βήμα 🚶 (Βενιζέλος:
Τι πρέπει να προσέξει η κυβέρνηση κατά την κύρωση των συμφωνιών με Αίγυπτο και
Ιταλία), εδώ]
Βλέπουμε λοιπόν ότι για να οδηγηθούμε στην εθνική
καταστροφή τής σύναψης της ελληνοαιγυπτιακής λεόντειας συμφωνίας, να εμφανιστεί
τάχα υπό πίεση η ελληνική κυβέρνηση και συρόμενη να συνάψει λεόντειες συμφωνίες
με την Ιταλία αρχικά και την Αίγυπτο στη
συνέχεια, έπρεπε να προηγηθεί το
τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Σχετικά με το τουρκολιβυκό μνημόνιο που τέθηκε από
την Άγκυρα σε λειτουργία, για το οποίο τα ελληνικά Μέσα υπερτόνιζαν τις
καταστρεπτικές τάχα συνέπειές του που δήθεν επέσπευδαν την ‘ακύρωσή του στην
πράξη’ ώστε η χώρα, με την ανοχή της
κοινής γνώμης, συρόμενη να οδηγηθεί, από την ίδια την κυβέρνησή της, στην εθνική καταστροφή τής σύναψης της
λεόντειας ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας, θέση έλαβε η ακαδημαϊκή νομική κοινότητα…
Τρία πολιτικά πρόσωπα, ο κ. Προκόπιος Παυλόπουλος,
ο κ. Ανδρέας Λοβέρδος και ο κ. Γιώργος Κατρούγκαλος,
με το κύρος της νομικής ακαδημαϊκής τους ιδιότητας εξέπεμψαν από το Καστελόριζο,
στην εκδήλωση με διοργανωτή την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων
Ελλάδος, το κυρίαρχο αφήγημα της καθεστηκυίας κυβερνητικής τάξης: τις ατυχείς επικοινωνιακά
θέσεις της ελληνικής κυβερνήσεως σχετικά με το τουρκολιβυκό μνημόνιο, εξέλιξη που
διευκολύνει στην -- με το μικρότερο δυνατό κοινωνικό και πολιτικό αντίκτυπο για
τη μεταπολίτευση -- απεμπόληση εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων προς όφελος της Τουρκίας
και της Αιγύπτου εξαιτίας εσφαλμένων ενεργειών της ελληνικής διπλωματίας,
κινούμενοι καί οι τρεις πολιτικοί – ακαδημαϊκοί άνδρες στην επικοινωνιακή
γραμμή της κυβερνήσεως που αναπαράγεται συστηματικά από τα εγχώρια κυρίαρχα
Μέσα.
Πριν όμως δούμε τι υποστήριξαν για το τουρκολιβυκό
μνημόνιο οι τρεις πολιτικοί και ακαδημαϊκοί άνδρες στην εκδήλωση της Ολομέλειας
των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, θα πρέπει στο νομικό εν λόγω εξάμβλωμα
να αποδοθεί ο ορθός νομικός χαρακτηρισμός.
7. Ανυπόστατο ή απολύτως άκυρο το τουρκολιβυκό
μνημόνιο, και γιατί
ΑΠΟΛΎΤΩΣ Ά
Κ Υ Ρ Ο (όχι ανυπόστατο, για την Ελλάδα ως τρίτο μη συμβαλλόμενο μέρος) είναι το τουρκολιβυκό
μνημόνιο, για τον έναν απλούστατο λόγο που
εξηγείται με σαφήνεια στην επιστολή της Ελληνικής Δημοκρατίας της 20ης Απριλίου
προς τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ που κυκλοφόρησε ως έγγραφο της Γενικής
Συνέλευσης στις 21 Απριλίου, που υπογράφει η Μαρία Θεοφίλη με την ιδιότητα της Μονίμου
Αντιπροσώπου της Ελληνικής Δημοκρατίας
στον ΟΗΕ, όπου μεταξύ άλλων αναφέρονται τα παρακάτω νομικά ουσιώδη:
«Όσον αφορά το "μνημόνιο κατανόησης μεταξύ
της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας και της κυβέρνησης Εθνικής
Συμφωνίας της Λιβύης σχετικά με την οριοθέτηση των περιοχών θαλάσσιας
δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο", επαναλαμβάνω τη θέση της χώρας μου ότι η Ελλάδα την απορρίπτει στο σύνολό της, καθώς το
εν λόγω μνημόνιο συνάφθηκε κακόπιστα και παραβιάζοντας τους κανόνες του
διεθνούς δικαίου της θάλασσας· Η ΤΟΥΡΚΊΑ ΚΑΙ Η ΛΙΒΎΗ Δ Ε Ν ΈΧΟΥΝ Α
Π Έ Ν Α Ν Τ Ί Ή Π Α Ρ
Α Κ Ε Ί Μ Ε Ν Ε Σ ΑΚΤΈΣ ΚΑΙ, ΩΣ ΕΚ
ΤΟΎΤΟΥ, ΔΕΝ ΈΧΟΥΝ Κ Ο Ι Ν Ά ΘΑΛΆΣΣΙΑ ΣΎΝΟΡΑ, ΚΑΤΆ ΣΥΝΈΠΕΙΑ ΔΕΝ ΥΠΆΡΧΕΙ Γ Ε Ω Γ Ρ Α Φ Ι Κ Ή ΚΑΙ,
ΣΥΝΕΠΏΣ ΟΎΤΕ ΝΟΜΙΚΉ ΒΆΣΗ για τη σύναψη
συμφωνίας θαλάσσιας οριοθέτησης. Όσον αφορά τις αναφορές στο μήκος ή την
κατεύθυνση των ακτών, αυτές είναι εντελώς άσχετες στο παρόν πλαίσιο, δεδομένου
ότι, όπως ήδη αναφέρθηκε, οι ακτές των δήθεν μερών του εν λόγω μνημονίου δεν
είναι αντίθετες ή παρακείμενες.».
[ Η επιστολή της Ελληνικής Δημοκρατίας που
υπογράφει η Μαρία Θεοφίλη με την ιδιότητα τής Μονίμου Αντιπροσώπου τής Ελληνικής Δημοκρατίας στον
ΟΗΕ είναι αναρτημένη (σε έξι Γλώσσες – όχι στα ελληνικά) στον ιστότοπο του ΟΗΕ,
εδώ.
Την επιστολή στα αγγλικά αναρτώ εδώ
. Την επιστολή στην ελληνική της
μετάφραση (με κίτρινη διαγράμμιση των νομικά σημαντικών σημείων) αναρτώ εδώ
]
Θα επαναλάβω στο σημείο αυτό ότι η σύναψη από την
Τουρκία και τη Λιβύη του νομικού εξαμβλώματος του τουρκολιβυκού μνημονίου είναι
σαν η Ελλάδα, σε μια προσπάθεια να διεκδικήσει ιταλική υφαλοκρηπίδα που δεν της ανήκει, να
επιχειρήσει το νομικά αδιανόητο, να συνάψει συμφωνία οριοθέτησης θαλάσσιων
ζωνών με την Τυνησία (!!) με την οποία η Ελλάδα δεν έχει απέναντι ή
παρακείμενες ακτές και, ως εκ τούτου, δεν έχει κοινά θαλάσσια σύνορα, κατά συνέπεια, δεν υπάρχει γεωγραφική και,
συνεπώς ούτε νομική βάση για τη σύναψη συμφωνίας θαλάσσιας οριοθέτησης μεταξύ
Ελλάδας και Τυνησίας, πρόσθετα δε, τυχόν τέτοια συμφωνία θα προϋπέθετε προβολή
των ακτών της Ελλάδος στις οποίες τοποθετούνται τα σημεία βάσης, κατά τρόπον
που θα συνέπιπτε με την προβολή των ακτών της Σικελίας (!), των ακτών της
ιταλικής νήσου Λαμπεντούζα (!!) και των ακτών της Μάλτας (!!!), διεμβολίζοντας δλδ
κατά τρόπο νομικά αδιανόητο την υφαλοκρηπίδα τριών κρατών: της Ιταλίας , της
Μάλτας και της Λιβύης, πράγμα νομικά αδιανόητο
κατά το Διεθνές Δίκαιο!
Δεδομένου, άρα, ότι στο εν λόγω νομικό έκτρωμα του
τουρκολιβυκού συμφώνου δεν υφίσταται
ζήτημα νομικά και γεωγραφικά έγκυρης οριοθέτησης, με αποτέλεσμα η ύπαρξη μιας τέτοιας συμφωνίας να είναι
απολύτως άκυρη και , συνεπώς, δίχως
νομική βάση στο διεθνές δίκαιο, απορίας άξιον είναι πώς η εν λόγω εκτρωματική συνθήκη πρωτοκολλήθηκε
στον ΟΗΕ, πρόσθετα δε πώς ο ΟΗΕ απεδέχθη την κατάθεση των γεωγραφικών αυτών συντεταγμένων. Και τούτο, διότι εάν ο ΟΗΕ
αρνούνταν, ως όφειλε, την πρωτοκόλληση του νομικού εν λόγω εξαμβλώματος, καί να
είχε η ελληνική κυβέρνηση ατυχώς ενεργήσει νομικά και διπλωματικά με αφορμή «το
επείγον (τάχα) της ακύρωσης του τουρκολιβυκού μνημονίου στην πράξη» έτσι που η Ελλάς
παραιτείται εθνικής κυριαρχίας, τούτο θα ήταν αδύνατον να συμβεί· έτσι ο ΟΗΕ θα
είχε γλιτώσει την Ελλάδα από την ταπεινωτική εθνική καταστροφή τής σύναψης της
ελληνοαιγυπτιακής λεόντειας συνθήκης, στην οποία η χώρα σύρθηκε από μία
προδήλως ανεπαρκή κυβέρνηση.
Τα παραπάνω μείζονα εθνικά ζητήματα δ ε ν έθιξαν
τα τρία πολιτικά πρόσωπα, οι κ.κ. Παυλόπουλος, Λοβέρδος και Κατρούγκαλος, με την ακαδημαϊκή νομική τους ιδιότητα, στην εκδήλωση
που έλαβε χώρα συμβολικά στο Καστελόριζο με διοργανωτή την Ολομέλεια των
Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, όπου συζητήθηκε το φλέγον εθνικό
ζήτημα της διεμβόλισης από την Τουρκία της ελληνικής υφαλοκρηπίδας κατόπιν της σύναψης
του τουρκολιβυκού μνημονίου.
8. Τι είπαν για το τουρκολιβυκό μνημόνιο τα τρία
πολιτικά πρόσωπα, οι κ.κ. Παυλόπουλος,
Λοβέρδος και Κατρούγκαλος, με την
ακαδημαϊκή νομική τους ιδιότητα, στην εκδήλωση με διοργανωτή την Ολομέλεια των
Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος
Αντί από την εκδήλωση της Ολομέλειας των Προέδρων
των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος να εκπεμφθεί SOS από την ακαδημαϊκή και νομική
ελίτ της χώρας για την εθνική καταστροφή από τη συμφωνία οριοθέτησης με την
Αίγυπτο, αντί να στιγματιστεί το
τουρκολιβυκό μνημόνιο ως απολύτως ά κ υ
ρ ο αναδεικνύοντας τον π ρ α γ μ α τ ι κ ό λόγο για
τον οποίο πάσχει από απόλυτη ακυρότητα, ήτοι επειδή Η ΤΟΥΡΚΊΑ ΚΑΙ Η ΛΙΒΎΗ Δ Ε Ν
ΈΧΟΥΝ Α Π Έ Ν Α Ν Τ Ί Ή Π
Α Ρ Α Κ Ε Ί Μ Ε Ν Ε Σ ΑΚΤΈΣ ΚΑΙ, ΩΣ ΕΚ
ΤΟΎΤΟΥ, ΔΕΝ ΈΧΟΥΝ Κ Ο Ι Ν Ά ΘΑΛΆΣΣΙΑ ΣΎΝΟΡΑ, ΚΑΤΆ ΣΥΝΈΠΕΙΑ ΔΕΝ
ΥΠΆΡΧΕΙ Γ Ε Ω Γ Ρ Α Φ Ι Κ Ή ΚΑΙ, ΣΥΝΕΠΏΣ ΟΎΤΕ ΝΟΜΙΚΉ ΒΆΣΗ για τη σύναψη συμφωνίας θαλάσσιας
οριοθέτησης, αντί η παραπάνω παραδοχή να γίνει ‘σ η μ α ί α’ τής Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών
Συλλόγων Ελλάδος και περήφανα να υψωθεί στον ιστό της από τα ιερά χώματα της
Μεγίστης όπου η εκδήλωση διοργανώθηκε για λόγους συμβολικούς, αντί όλων αυτών υιοθετήθηκε
η (ατυχώς εσφαλμένη) επικοινωνιακή γραμμή της κυβέρνησης.
Η κύρια επικοινωνιακή γραμμή της καθεστηκυίας
πολιτικής και ακαδημαϊκής τάξης σχετικά με τον νομικό χαρακτηρισμό του
τουρκολιβυκού μνημονίου, που προβάλλεται ευρέως από τα συστημικά Μέσα, τα οποία
προάγουν ατυχώς την επιτακτικότητα τάχα της ακύρωσής του στην πράξη (με άρον -
άρον οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών με Αίγυπτο και Ιταλία ακόμη και θυσιάζοντας
μέρος των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων μας, αρκεί να ακυρωθεί το επάρατο
τουρκολιβυκό μνημόνιο εμπράκτως...!), είναι ότι το τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι α ν υ π ό σ τ α τ ο, άρα η Ελλάδα μπορεί
δήθεν, ως τ ρ ί τ ο θιγόμενο κράτος, να επικαλεσθεί διεθνώς τον λόγο αυτό του
ανυπόστατου ή και την ακυρότητα του μνημονίου τούτου... Αστεία πράγματα…
(α) Τι υποστήριξε ο κ. Παυλόπουλος
Την άποψη αυτή της καθεστηκυίας πολιτικής και
ακαδημαϊκής τάξης δημοσιολογεί στη δημόσια ακαδημαϊκή και πολιτική σφαίρα ο κ.
Προκόπιος Παυλόπουλος, με το κύρος που περιβάλλει το πρόσωπό του η ιδιότητα του
τέως Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά και με το κύρος της ακαδημαϊκής ιδιότητας
του επίτιμου Καθηγητή της Νομικής Σχολής του Εθνικού και
Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ως εξής:
Ότι το τουρκολιβυκό μνημόνιο της 27.11.2019
στερείται στοιχειώδους νομικού κύρους, λόγω τάχα του τρόπου σύναψής
του επειδή παραβιάστηκαν κανόνες θεμελιώδους σημασίας του εσωτερικού
Δικαίου της... Λιβύης (!), ήτοι Τουρκία και Λιβύη συνεβλήφθησαν χωρίς την
σύμπραξη της Βουλής των Αντιπροσώπων της Λιβύης, πρόσθετα δε επειδή
με ρητή δήλωση του ο πρόεδρος της λιβυκής Βουλής διακήρυξε τη μη αναγνώριση του
μνημονίου τούτου. Ότι συνακόλουθα, επειδή
κατά την σύναψη μεταξύ Λιβύης και Τουρκίας της Διεθνούς Σύμβασης του αποκαλούμενου
τουρκολιβυκού μνημονίου δεν συναίνεσε
και δεν συνέπραξε και η Βουλή των Αντιπροσώπων της Λιβύης, δεν υφίσταται έγκυρη
δήλωση βούλησης από την πλευρά της Λιβύης (!!), άρα το τουρκολιβυκό
μνημόνιο είναι ανυπόστατο και δεν
παράγει έννομα αποτελέσματα, γεγονός το οποίο μπορεί τάχα να επικαλεσθεί η Ε λ λ ά δ α ως τρίτο - μη συμβαλλόμενο κράτος
(!!) κατά τις διατάξεις του άρθρου 46 παρ. 1 της Σύμβασης της Βιέννης.. Ότι,
τέλος, η Ελλάδα, εφόσον δικαιολογεί έννομο συμφέρον , καθώς το τουρκολιβυκό μνημόνιο επιχειρεί να πλήξει
την ελληνική ΑΟΖ που της αναλογεί κατά το Διεθνές Δίκαιο, μπορεί δήθεν να
επικαλεσθεί διεθνώς τον λόγο αυτό του ανυπόστατου ή και την ακυρότητα του
μνημονίου τούτου.
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα «Αν μπορεί η Ελλάς ως τρίτο ΜΗ συμβαλλόμενο
μέρος στο τουρκολιβυκό μνημόνιο να επικαλεστεί κατά τη Συνθήκη της Βιέννης
(ΣτΒ) το ανυπόστατο και την , εξ α υ τ
ο ύ του λόγου, σ χ ε τ ι κ ή
ακυρότητα του τουρκολιβυκού μνημονίου», όπως σχετικά δημοσιολογεί ο πρώην Πρόεδρος της
Δημοκρατίας και όπως εσφαλμένα ατυχώς
επικοινωνούν τα συστημικά Μέσα στους πολίτες. Η απάντηση είναι
κατηγορηματικά Ό Χ Ι. Κατ’ ουδένα τρόπο η
Ελλάδα, ακόμη και αν δικαιολογεί έννομο
συμφέρον από την ακυρότητα του τουρκολιβυκού μνημονίου, κάτι εντελώς αυτονόητο
στην συγκεκριμένη περίπτωση, αφού το τουρκολιβυκό μνημόνιο επιχειρεί να πλήξει
την ελληνική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ που αναλογεί στην Ελλάδα κατά το Διεθνές
Δίκαιο, δ ε ν μπορεί να επικαλεσθεί, ενώπιον του κατά
περίπτωση αρμόδιου Διεθνούς Forum, το ανυπόστατο ή και την ακυρότητα του
μνημονίου τούτου, για τους λόγους εκθέτω παρακάτω.
Σύμφωνα με το άρθρο 34 της Σύμβασης της Βιέννης
(ΣτΒ) για το δίκαιο των Συνθηκών μεταξύ Κρατών και Διεθνών Οργανισμών ή μεταξύ
Διεθνών Οργανισμών (κυρώθηκε από την Ελλάδα με την νόμο 1981/1991 - ΦΕΚ
187/Α/9-12-1991), ο γενικός κανόνας που
αφορά τα τρίτα (μη συμβαλλόμενα) κράτη είναι ότι «Η Συνθήκη δ ε ν δημιουργεί ούτε υποχρεώσεις ούτε
δικαιώματα για τρίτο Κράτος χωρίς τη συναίνεση του κράτους αυτού», ενώ κατά το
άρθρο 42 προβλέπεται ότι «Η εγκυρότητα της συνθήκης ή της συναινέσεως Κράτους
να δεσμευθεί από αυτή μπορεί να αμφισβητηθεί μ ό ν ο κατ' εφαρμογή της παρούσας Συμβάσεως».
Παρέπεται από αυτά ότι, καταρχήν, το τουρκολιβυκό
μνημόνιο δ ε ν δημιουργεί ούτε
υποχρεώσεις ούτε δικαιώματα για την Ελλάδα ως τρίτο μη συμβαλλόμενο Κράτος χωρίς τη συναίνεση της Ελλάδος,
πρόσθετα δε ότι από το άρθρο 42 ΣτΒ καθιερώνεται μ α χ η τ ό καταρχάς τεκμήριο εγκυρότητας του τουρκολιβυκού μνημονίου.
Υπάρχει, επομένως, ο ι ο ν ε ί καταρχήν τεκμήριο εγκυρότητας της υπόστασης του μνημονίου
τούτου (presumption of validity), άποψη που όπως φαίνεται
ενσωματώθηκε και στο σώμα της
σύμβασης της Βιέννης για το δίκαιο των
διεθνών συνθηκών [Brownlie, Principles
of Int. Law,
σελ. 513.]
Περαιτέρω, σχετικά με τον ισχυρισμό ότι το
τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι ανυπόστατο λόγω τάχα του τρόπου σύναψής
του επειδή παραβιάστηκαν κανόνες θεμελιώδους σημασίας του εσωτερικού
Δικαίου της... Λιβύης (!), ήτοι Τουρκία και Λιβύη συνεβλήφθησαν χωρίς την
σύμπραξη της Βουλής των Αντιπροσώπων της Λιβύης, άρα ότι, εξ αυτού του λόγου,
το τουρκολιβυκό μνημόνιο πάσχει από σχετική ακυρότητα, όπως ο πρώην Πρόεδρος
της Δημοκρατίας δημοσιολογεί, λεκτέο ότι από το
άρθρο 46 ΣτΒ καθίσταται σαφές ότι τα συμβαλλόμενα με συνθήκη κράτη
οφείλουν να ελέγχουν από πριν τη συνταγματικότητα και εν γένει την εγκυρότητα μιας συνθήκης που συνάπτουν με ένα ή περισσότερα
κράτη, τούτο δε τον έλεγχο (της νομιμότητας των κανόνων θεμελιώδους σημασίας του εσωτερικού Δικαίου
ενός κράτους κατά τη σύναψη Συνθήκης με άλλο κράτος) νομιμοποιείται να κάνει ΜΌΝΟ ΤΟ ΊΔΙΟ ΤΟ
ΚΡΆΤΟΣ – ΌΧΙ ΤΡΙΤΟ ΜΗ ΣΥΜΒΑΛΛΌΜΕΝΟ ΚΡΆΤΟΣ, όπερ μεθερμηνευόμενον εστί, τον έλεγχο νομιμότητας των κανόνων θεμελιώδους σημασίας του εσωτερικού δικαίου
της Λιβύης κατά τη σύναψη του τουρκολιβυκού μνημονίου με την Τουρκία δύνανται,
κατά τη ΣτΒ, να κάνει μόνον το
συμβαλλόμενο κράτος: η Λιβύη – όχι η Ελλάδα. Και τούτο, διότι το άρθρο 46 ΣτΒ ορίζει ότι «Το Κράτος (σ.σ. το
συμβαλλόμενο Κράτος – όχι οποιοδήποτε τρίτο κράτος) δεν μπορεί να επικαλεσθεί
το γεγονός ότι η συναίνεσή του να δεσμευθεί από τη συνθήκη εδόθη κατά παραβίαση
διατάξεως του εσωτερικού του δικαίου, σχετικής με την αρμοδιότητα
συνομολογήσεως συνθηκών ως ελάττωμα της συναινέσεώς του, εκτός εάν η παραβίαση
αυτή ήταν έκδηλη και αφορούσε κανόνα εσωτερικού δικαίου θεμελιώδους σημασίας.».
Βλέπουμε λοιπόν ότι το άρθρο 46 ΣτΒ θέτει αυστηρούς περιορισμούς ακόμη και στο
ίδιο το συμβαλλόμενο κράτος να επικαλεσθεί το γεγονός ότι η συναίνεσή του να
δεσμευθεί από τη συνθήκη εδόθη κατά παραβίαση διατάξεως του εσωτερικού του
δικαίου, τούτο δε, όπως είναι προφανές, αποσκοπεί στην ασφάλεια των διεθνών
Συμβάσεων.
Ακόμη λοιπόν και στις σπάνιες περιπτώσεις που το
ίδιο το κράτος αμφισβητεί τη νομιμότητα που κατά το εσωτερικό του δίκαιο δόθηκε
η συναίνεσή του να δεσμευθεί από τη συνθήκη, είναι σ π ά ν ι ε ς
οι περιπτώσεις που το άρθρο 46
της ΣτΒ έχει βρει εφαρμογή στη διεθνή
πρακτική ως λόγος ακυρότητας των
συνθηκών.
Μία από τις σπάνιες περιπτώσεις επίκλησής του που αποτυπώνεται
στη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης απαντάται από την πλευρά της Κυβέρνησης του Ιράκ κατά τη διάρκεια της συνοριακής διαφοράς με το Κουβέιτ, όπου το Ιράκ επικαλέστηκε το άρθρο
46 ΣτΒ ισχυριζόμενο πως η απαγόρευση
στη συμφωνία του 1962 με το
Κουβέιτ είναι άκυρη ως παραβιάζουσα
την ιρακινή εσωτερική νομοθεσία καθώς η
παραβίαση συνίστατο ειδικότερα στην
απουσία έγκρισης της συμφωνίας από το Κοινοβούλιο του Ιράκ [Bothe σε O.
Corten & P. Klein (Εκδ.), The
Vienna Convention on the Law of
Treaties. A
commentary. Vol. II, σελ. 1095.]. Βλέπουμε λοιπόν ότι και στη
σπάνια αυτή περίπτωση αμφισβήτησης της εσωτερικής νομοθεσίας ενός κράτους (εν προκειμένω του
Ιράκ, στη συνθήκη που σύναψε με το Κουβέιτ) είναι το συμβαλλόμενο κράτος (Ιράκ)
που αμφισβητεί τη νομιμότητα της διαδικασίας που τηρήθηκε κατά το εσωτερικό του
δίκαιο – δεν είναι το Ιράν ή η Σαουδική Αραβία που είναι τρίτα, μη
συμβαλλόμενα, κράτη.
Τα ίδια τα διεθνή δικαστήρια είναι εξαιρετικά
φειδωλά και, όπως είναι λογικό και αναμενόμενο, δεν προβαίνουν εύκολα στην ακύρωση διεθνών συνθηκών για τον συγκεκριμένο λόγο ακυρότητας. Τούτο είναι εμφανές στην υπόθεση
της Ανατολικής Γροιλανδίας που αφορούσε διαφορά μεταξύ Δανίας και Νορβηγίας σχετικά
με την κατάληψη εδαφικών περιοχών τής -- ανήκουσας στην Δανία--
Γροιλανδίας. Η Νορβηγία
επικαλέστηκε πως, κατά τις διατάξεις
του Συντάγματός της, έπρεπε για να δεσμευτεί σε εξωτερικά θέματα μείζονος σημασίας να προηγηθεί έγκριση
από το υπουργικό Συμβούλιο, παρόντος του
βασιλιά. Στο μεταξύ ο υπουργός Εξωτερικών της Νορβηγίας έσπευσε να ενημερώσει με προφορική του δήλωση πως η Κυβέρνηση δεν σκόπευε να εμποδίσει τον
Συμβιβασμό επί του θέματος. Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης α ρ ν ή θ η κ ε τον προαναφερόμενο ισχυρισμό τής Νορβηγίας δεχόμενο
πως ήταν επαρκής και αναγκαία η ενέργεια καθώς και η εν γένει συμπεριφορά του υπουργού Εξωτερικών «στα όρια της
εξουσίας του» (within his
province). Άρα, η Νορβηγία δεσμευόταν από την δήλωση αυτή έχοντας
αναλάβει έγκυρα την σχετική νομική
υποχρέωση [Legal Status of
Eastern Greenland, Denmark
v Norway, Judgment,
PCIJ Series A/B No
53, ICGJ
303 (PCIJ 1933),
5th April 1933].
Άρα δεν είναι ανυπόστατο και, εξ αυτού του λόγου, σχετικώς
άκυρο το τουρκολιβυκό μνημόνιο, επειδή κατά τη σύναψή του μεταξύ Λιβύης και
Τουρκίας δεν συναίνεσε και δεν συνέπραξε και η Βουλή των Αντιπροσώπων της
Λιβύης, όπως ατυχώς ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας και η καθεστηκυία τάξη των συστημικών Μέσων
προβάλλουν, αλλά αντίθετα, το τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι προδήλως α β ά σ ι μ ο και , σε κάθε περίπτωση, α π ό λ
υ τ α ά κ υ ρ ο επειδή παραβιάζει βάναυσα και προκλητικά το
Διεθνές της Θαλάσσης Δίκαιο καθώς Η ΤΟΥΡΚΊΑ ΚΑΙ Η ΛΙΒΎΗ Δ Ε Ν
ΈΧΟΥΝ Α Π Έ Ν Α Ν Τ Ί Ή Π
Α Ρ Α Κ Ε Ί Μ Ε Ν Ε Σ ΑΚΤΈΣ ΚΑΙ, ΩΣ ΕΚ
ΤΟΎΤΟΥ, ΔΕΝ ΈΧΟΥΝ Κ Ο Ι Ν Ά ΘΑΛΆΣΣΙΑ ΣΎΝΟΡΑ, ΚΑΤΆ ΣΥΝΈΠΕΙΑ ΔΕΝ
ΥΠΆΡΧΕΙ Γ Ε Ω Γ Ρ Α Φ Ι Κ Ή ΚΑΙ, ΣΥΝΕΠΏΣ ΟΎΤΕ ΝΟΜΙΚΉ ΒΆΣΗ για τη σύναψη συμφωνίας θαλάσσιας οριοθέτησης.
(β) Τι υποστήριξε ο κ. Λοβέρδος
«Πολύ σ ω σ
τ ή η συμφωνία με την Ιταλία, και α π α ρ α ί τ η τ η και ευτυχώς που υπήρξε η συμφωνία με την
Αίγυπτο! Η πρώτη φορά που μας επιτρέπεται να θέτουμε θέμα διεθνούς δικαίου
είναι η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου. Το δικό μας κόμμα αν δεν είχε
προηγηθεί το τουρκολιβυκό μνημόνιο δεν θα είχε ψηφίσει τη συμφωνία με την Αίγυπτο! Αλλά επειδή π ρ ο η γ ή θ η κ ε το τουρκολιβυκό μνημόνιο θεωρήσαμε επαρκέστατη α π ά ν τ η σ η στην Τουρκία την υπογραφή της
ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας, με το π λ ε
ο ν έ κ τ η μ α μάλιστα ότι επειδή
είναι μ ε ρ ι κ ή δεν αφήνει έξω μόνο το Καστελόριζο αλλά πολλά
περισσότερα νησιά.»!!
(γ) Τι υποστήριξε ο κ. Κατρούγκαλος
Τίποτε απολύτως. Ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ δεν αναφέρθηκε
στο απόλυτα άκυρο του τουρκολιβυκού μνημονίου, ούτε στην εθνική συντριβή της
χώρας από την υπογραφή της καταστροφικής λεόντειας συμφωνίας με την Αίγυπτο
αναφέρθηκε. Και τούτο σε συνέχεια της επιζήμιας εθνικά Συμφωνίας των Πρεσπών
καθώς είναι ο Σύριζα που έδωσε υπόσταση εθνική αναγνωρίζοντας γλώσσα 😝
και εθνότητα ‘μακεδονική’ στο κράτος των Σκοπίων.
(δ) Τα προσχήματα για το δικηγορικό Σώμα στη
διοργάνωση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος διέσωσε
ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Δημήτρης Βερβεσός, με μια ιστορική
ομιλία με αποδέκτες εκείνους που από λάθη και παραλείψεις τους οδήγησαν τη χώρα
στην εθνική συντριβή των λεόντειων συμβάσεων με Αίγυπτο και Ιταλία. Παραθέτω τα
σημαντικότερα σημεία της συγκλονιστικής ομιλίας Βερβεσού στη διοργάνωση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών
Συλλόγων Ελλάδος, από την π ρ ο δ ο μ έ ν η Μεγίστη (Καστελόριζο).
«Όσο κάποιος υποχωρεί κατά σύστημα θα νικάται κατά
κράτος»
«Το διεθνές δίκαιο σημαίνει πολύ λίγα πράγματα
στην πράξη αν δεν μπορούμε (με τα όπλα 🔫)
να το υπερασπίσουμε μόνοι μας»
«Η διαρκής υποχώρηση με επίκληση του διεθνούς
δικαίου έχει σαν αποτέλεσμα να γκριζάρονται περιοχές εθνικής κυριαρχίας»
«Η συνεχής υποχωρητικότητα αντί να διαπαιδαγωγεί
το έθνος, έχει σαν αποτέλεσμα τον εθνικό μιθριδατισμό»
«Οι καιροί ου μενετοί , οι καιροί δεν περιμένουν,
πρέπει να δράσουμε. Όποτε οι τούρκοι αμφισβήτησαν το μπλε του Αιγαίου
χρειάστηκε να χύσουμε πολύ κόκκινο (αίμα) για να το κρατήσουμε μπλε»
«Κανένας λαός που χρειάστηκε να αρθεί στο ύψος των
περιστάσεων και της Ιστορίας του δεν μπόρεσε ποτέ να το κάνει με τη διαρκή υποχωρητικότητα που
βαφτίζεται ψευδεπίγραφα "λογική" και "ψυχραιμία"»
«Ο ενδοτισμός δεν δικαιολογείται ποτέ»
«Αν έπρεπε να συνοψίσουμε την Ιστορία των ελλήνων
σε μια φράση, σε δύο λέξεις θα στεκόμουν: Στο ‘’Μολὼν
λαβέ’’ του Λεωνίδα Βασιλέα 👑 των
Σπαρτιατών, στον βασιλιά των Περσών
Ξέρξη»
Την ιστορική ομιλία του ο Δημήτρης Βερβεσός
έκλεισε με ένα απόφθεγμα του Κωστή Παλαμά
«Χρωστάμε σ’ όσους ήρθαν πέρασαν,
θα ‘ρθουν, θα περάσουν.
Κριτές θα μας δικάσουν
οι αγέννητοι, οι νεκροί».
[Παρατίθεται το βίντεο της συζήτησης του επίκαιρου
ζητήματος της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο που
εξέτασε η εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε
στις 19 Σεπτεμβρίου 2020 με διοργανωτή την Ολομέλεια των Προέδρων των
Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος.
Η ουσία της ομιλίας Παυλόπουλου (για το δήθεν
ανυπόστατο του τουρκολιβυκού μνημονίου), από το 2:02:15 έως το 2:04:43 του βίντεο.
Η ουσία της ομιλίας Λοβέρδου , από το 1:09:15 έως
1:12:08 του βίντεο.
Η ομιλία Βερβεσού την οποία πρέπει να
παρακολουθήσουν όλοι, δικηγόροι και μη, από το
1:33:57 έως 1:39:37 του βίντεο.]






![]()
