Θανάσης Αλαμπάσης View RSS

No description
Hide details



Ο θάνατος του αντιδίκου ως διακοπτικό τής δίκης γεγονός και η παράταση της προθεσμίας των 120 ημερών με ασφαλιστικά μέτρα στη νέα τακτική διαδικασία 7 May 4:09 AM (5 months ago)

 

Ο θάνατος του αντιδίκου μία εβδομάδα πριν τη συμπλήρωση της προθεσμίας των 120 ημερών για το κλείσιμο του φακέλου και 2 ημέρες πριν τη συνεδρία τής υποχρεωτικής διαμεσολάβησης, συνιστά βίαιη διακοπή της δίκης καθότι το διακοπτικό της δίκης γεγονός επισυνέβη μέχρι να τελειώσει η συζήτηση της υπόθεσης μετά την οποία εκδίδεται η οριστική απόφαση.

Το διακοπτικό της δίκης γεγονός και δη ο θάνατος του αντιδίκου    γ ν ω σ τ ο π ο ι ή θ η κ ε σε κατά νόμιμο τρόπο, και δη ενόψει της προγραμματισθείσας διαδικασίας διαμεσολάβησης  ο δικηγόρος τού θανόντος ενημέρωσε  π ρ ο φ ο ρ ι κ ά τον ενάγοντα, οπότε  η γνωστοποίηση έγινε παραδεκτά, σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο του άρθρου 287  ΚΠολΔ, εκτός του ακροατηρίου κατά την επιχείρηση διαδικαστικής πράξης, το βραδύτερο μέχρι να τελειώσει η συζήτηση της υπόθεσης μετά την οποία εκδίδεται η οριστική απόφαση, οπότε και η δίκη διακόπηκε.

Με βάση το ιστορικό αυτό ζητήθηκε με ασφαλιστικά μέτρα η παράταση των προθεσμιών για την κατάθεση προτάσεων και της προσθήκης σε αυτές κατά τουλάχιστον 150 ημέρες (5 μήνες).

Η Αθήνα έκανε δεκτά τα ασφαλιστικά και παράτεινε την προθεσμία των 120 ημερών κατά 5 μήνες.

Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων εδώ

Η απόφαση εδώ

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Και ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο και ασκεί την επιμέλειά του νομιμοποιείται ενεργητικά να ζητήσει τη ρύθμιση, μεταρρύθμιση ή απαγόρευση της επικοινωνίας τού τέκνου, ασκώντας δικό του δικαίωμα όταν τούτο επιτάσσει το αληθινό συμφέρον τού τέκνου 21 Jan 12:34 PM (9 months ago)

 

Με το άρθρο 592 ΚΠολΔ, όπως ισχύει ορίζεται ότι "Κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών δικάζονται οι γαμικές διαφορές, οι διαφορές από την ελεύθερη συμβίωση, οι διαφορές από τις σχέσεις γονέων και τέκνων, και οι λοιπές οικογενειακές διαφορές που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου αυτού: Οι λοιπές οικογενειακές διαφορές αφορούν: α) ..., β) (...) την επικοινωνία των γονέων και των λοιπών ανιόντων με το τέκνο. Περαιτέρω, στο άρθρο 1520 παρ. 2 του Αστικού Κώδικα, όπως μεταρρυθμίστηκε με τον Ν. 4800/2021, προβλέπεται ρητά ότι «Οι γονείς δεν έχουν το δικαίωμα να εμποδίζουν την επικοινωνία του τέκνου με τους ανώτερους ανιόντες και τους αδελφούς του, εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος…».

Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι δικαίωμα επικοινωνίας δίνεται όχι μόνο στο γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, αλλά και στους απώτερους ανιόντες, παππούδες και γιαγιάδες. Η αρνητική διατύπωση της δεύτερης παραγράφου του άνω άρθρου έχει την έννοια ότι η αυθυπαρξία του δικαιώματος επικοινωνίας του απώτερου ανιόντος, είναι δυνατόν, κατ` εξαίρεση, να εμποδισθεί από τους γονείς ή τον γονέα που έχει την επιμέλεια των τέκνων, αν συντρέχει σοβαρός λόγος, ενώ παρόμοιος αποκλεισμός δεν προβλέπεται σχετικά με το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα. Το δικαστήριο, προκειμένου να ρυθμίσει το δικαίωμα επικοινωνίας των άνω προσώπων με το ανήλικο τέκνο, πρέπει πρωτίστως να λαμβάνει υπόψη το συμφέρον του ανηλίκου. Κατά κανόνα, η επικοινωνία του τέκνου με τον παππού ή τη γιαγιά του έχει επωφελή γι` αυτό αποτελέσματα. Αντίθετα όμως, σε ορισμένες  περιπτώσεις, η άρνηση των γονέων να επιτρέψουν την επικοινωνία των απωτέρων ανιόντων με το παιδί είναι δυνατόν να εμφανίζεται δικαιολογημένη, όπως παραδειγματικά μπορούν να αναφερθούν οι περιπτώσεις που οι εκάστοτε συναντήσεις οδηγούν σε εντάσεις, ή που οι σχέσεις των γονέων με τους ανιόντες αυτών είναι σημαντικά διαταραγμένες, ή όταν οι τελευταίοι επεμβαίνουν στην ανατροφή του παιδιού παραβλέποντας το προβάδισμα των γονέων ή επηρεάζουν δυσμενώς το παιδί σε βάρος των γονέων (βλ. και Πουλιάδης σε Γεωργιάδη- Σταθόπουλο Αστ. Κώδιξ τ. viii σελ. 236).

Συναφώς, σκοπός του δικαιώματος επικοινωνίας του απώτερου ανιόντος, όπως άλλωστε και του ίδιου του γονέα με το ανήλικο τέκνο, είναι η ικανοποίηση του φυσικού αισθήματος   α γ ά π η ς   μεταξύ αυτών , σε διαφορετική περίπτωση  ε μ φ α ν ο ύ ς  και  ο υ σ ι α σ τ ι κ ή ς   έ λ λ ε ι ψ η ς   α γ ά π η ς  ασκείται   β λ α π τ ι κ ή   ε π ί δ ρ α σ η   στο συμφέρον του παιδιού, πολλώ δε μάλλον όταν  ε κ ο υ σ ί ω ς  ή  και ακουσίως ο παππούς ή/ και οι γιαγιά επιχειρούν να   υ π ο ν ο μ ε ύ σ ο υ ν   το συμφέρον τού παιδιού ή ακόμη και να   β λ ά ψ ο υ ν   ευθέως το παιδί. Γνώμονα του δικαστηρίου αποτελεί, πάντοτε, το υπέρτερο συμφέρον του τέκνου και ειδικότερα το συμφέρον της ομαλής ψυχικής και συναισθηματικής ανάπτυξης του ανήλικου. Το Δικαστήριο που θα επιληφθεί της επίλυσης της διαφοράς λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον οι ανιόντες (παππούς και γιαγιά) είχαν ανέκαθεν σχέσεις με το εγγόνι τους, εάν επιβάλλεται να έχει το παιδί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη επικοινωνία μαζί τους για να διατηρηθεί ο μεταξύ τους ψυχικός δεσμός και το αν οι ίδιοι έχουν την ειλικρινή πρόθεση, αλλά και τα μέσα να φροντίζουν το εγγόνι τους κατά το χρόνο επικοινωνίας τους.

Κατά την κρατούσα άποψη, ενεργητικά νομιμοποιούμενος στην άσκηση αγωγής ή στην αίτηση ασφαλιστικών μέτρων για τη ρύθμιση της επικοινωνίας με το τέκνο είναι ο δικαιούχος γονέας και παθητικά νομιμοποιούμενος είναι ο υπόχρεος γονέας, ο οποίος κατά κανόνα αμφισβητεί ή εναντιώνεται στο δικαίωμα του άλλου γονέα για επικοινωνία. Η θέση αυτή αποτελεί απόρροια της παραδοχής ότι το δικαίωμα επικοινωνίας δεν συνιστά λειτουργικό δικαίωμα, όπως συμβαίνει άλλωστε με τη γονική μέριμνα, αλλά είναι μόνο δικαίωμα και όχι υποχρέωση του γονέα που δεν διαμένει με το τέκνο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται παγίως στη νομολογίας το δικαίωμα επικοινωνίας «δεν αποτελεί παράλληλα και καθήκον, όπως συμβαίνει με τη γονική μέριμνα και γι' αυτό δεν υφίσταται νομική υποχρέωση (ενν. του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο) να επικοινωνεί με το τέκνο του, εντεύθεν δε, δεν μπορεί να εξαναγκασθεί η επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο του, με αγωγή στρεφόμενη εναντίον του. Από την ίδια διάταξη, συνάγεται περαιτέρω ότι ο γονέας, ο οποίος έχει την επιμέλεια του τέκνου του, δεν έχει το δικαίωμα, και έτσι δε νομιμοποιείται ενεργητικώς να ζητήσει να ρυθμιστεί η επικοινωνία του τέκνου του αυτού με τον άλλο γονέα, ο οποίος δεν έχει την επιμέλεια του και δε διαμένει με αυτό.». Ως εκ τούτου, τυχόν ασκηθείσα αγωγή ή αίτηση ασφαλιστικών μέτρων από τον γονέα που διαμένει με το τέκνο και ασκεί την επιμέλειά του (υπόχρεο γονέα) απορρίπτεται ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης (ΕφΑθ 7073/2003 ΕλλΔνη 2004, σελ. 1692 επ., ΜΠρΑθ 3633/1989 ΕλλΔνη 31, σελ. 188 και ΜΠρΑθ 10278/2013 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ όπου επισημαίνεται ότι «ο γονέας που έχει την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου του...δεν νομιμοποιείται ενεργητικώς να ζητήσει ρύθμιση της επικοινωνίας του τέκνου της με τον άλλο γονέα που δεν διαμένει το ανήλικο ή με τους ανιόντες από τη μεριά του άλλου γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το ανήλικο τέκνο».). Η ως άνω συνέπεια του απαραδέκτου αφαιρεί από τον γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο τη δυνατότητα να συμβάλει στη δικαστική ρύθμιση ή μεταρρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του τέκνου, με αποτέλεσμα, σε περίπτωση που ο δικαιούχος γονέας δεν αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να προβεί στις απαιτούμενες δικαστικές ενέργειες για τη ρύθμιση της επικοινωνίας, να πλήττεται εν τέλει το αληθινό συμφέρον του τέκνου, αφού η επικοινωνία παραμένει αρρύθμιστη, με όποιες πρακτικές δυσκολίες αυτό συνεπάγεται. Είναι εύλογο ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο και ασκεί την επιμέλεια του να επιθυμεί να θέσει τέλος στην αυθαίρετη άσκηση της επικοινωνίας των δικαιούχων με το τέκνο, όχι με σκοπό να αποκλείσει την επικοινωνία αυτή, αλλά για να την εντάξει ομαλά στο καθημερινό πρόγραμμα του τέκνου και του ίδιου.

Περαιτέρω, ακόμη και αν έχει ρυθμιστεί η επικοινωνία, υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο να επέλθουν  α λ λ α γ έ ς   σ τ ι ς   σ υ ν θ ή κ ε ς    υπό τις οποίες έλαβε χώρα η ρύθμιση αυτή. Για παράδειγμα, είναι πιθανό να μεταβληθεί η εργασιακή κατάσταση του γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο και να καθίσταται αναγκαία η τροποποίηση του χρόνου ή του τόπου της επικοινωνίας του τέκνου με τον δικαιούχο γονέα. Στην περίπτωση αυτή, αν ο δικαιούχος γονέας και ενεργητικά νομιμοποιούμενος για τη μεταρρύθμιση της επικοινωνίας αδρανεί, ο υπόχρεος γονέας κινδυνεύει, άθελά του, να παραβαίνει τους όρους της επικοινωνίας, με αποτέλεσμα να σχηματίζονται στο πρόσωπο του δικαιούχου γονέα οι αξιώσεις από την παρεμπόδιση της επικοινωνίας. Ακόμη, όταν έχει ρυθμιστεί η επικοινωνία τέκνου πολύ μικρής ηλικίας ή όταν η ρύθμιση αφορά ορισμένο χρονικό διάστημα, είναι, επίσης, αναγκαία η μεταρρύθμιση των όρων της.

Τέλος, δεν αποκλείεται, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, να διαπιστωθεί  κ α κ ή  ά σ κ η σ η   του δικαιώματος επικοινωνίας (π.χ. σεξουαλική παρενόχληση, ψυχολογική πίεση, υ π ο ν ό μ ε υ σ η  και  β λ ά β η  του συμφέροντος του παιδιού, δημόσιος  σ τ ι γ μ α τ ι σ μ ό ς  του  π α ι δ ι ο ύ  κλπ), με αποτέλεσμα να είναι  ά μ ε σ α   α ν α γ κ α ί α  η μεταρρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας. Στις περιπτώσεις αυτές, όχι μόνο είναι άδικο από τον υπόχρεο γονέα να αναγκάζεται, λόγω της μη νομιμοποίησής του, να αναμένει την πρωτοβουλία του έτερου γονέα για μεταρρύθμιση της επικοινωνίας, αλλά   π λ ή τ τ ε τ α ι    το    α λ η θ ι ν ό    σ υ μ φ έ ρ ο ν    και   η  υ γ ε ί α   του τέκνου (Νικολόπουλος, Ποιος έχει την ενεργητική νομιμοποίηση για τη δικαστική ρύθμιση ή μεταρρύθμιση της επικοινωνίας του τέκνου με τον γονέα που δεν έχει την επιμέλεια, ΕφΑΔ 2014, σελ. 229 επ.). Προς αποφυγή των ανωτέρω αποτελεσμάτων, υποστηρίζεται και η   α ν τ ί θ ε τ η    ά π ο ψ η, κατά την οποία και ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο και ασκεί την επιμέλειά του νομιμοποιείται ενεργητικά να ζητήσει τη ρύθμιση ή τη μεταρρύθμιση της επικοινωνίας, ασκώντας  δ ι κ ό  τ ο υ   δ ι κ α ί ω μ α. Το δικαίωμα αυτό απορρέει από το ευρύτερο πλαίσιο της άσκησης της επιμέλειας του τέκνου και αποβλέπει στο αληθινό συμφέρον αυτού, όπως, άλλωστε, επιτάσσει το ίδιο το οικογενειακό δίκαιο. Προβαίνοντας σε συστηματική και τελολογική ερμηνεία των σχετικών με το δικαίωμα επικοινωνίας διατάξεων (άρθρα 1520 παρ. 1 ΑΚ, 1507 ΑΚ, 1511 παρ. 1 ΑΚ, αλλά και 21 παρ. 1 και 3 Σ, 6 παρ. 1 και 8 ΕΣΔΑ, 9 παρ. 3 ΔΣΔΠ, 57 ΑΚ), προκύπτει η αναγκαιότητα προτάξεως του συμφέροντος του τέκνου σε κάθε απόφαση που το αφορά (άρθρο 1511 παρ. 1 ΑΚ). Εν προκειμένω, το   α λ η θ ι ν ό   συμφέρον του τέκνου προτάσσεται   μ ό ν ο   εφόσον γίνει δεκτή  η        ε ν ε ρ γ η τ ι κ ή    ν ο μ ι μ ο π ο ί η σ η   κ α ι   τ ο υ   γ ο ν έ α   με τον οποίο   δ ι α μ έ ν ε ι   το τέκνο για την υποβολή αιτήματος ρύθμισης ή μεταρρύθμισης του δικαιώματος επικοινωνίας (Νικολόπουλος, ό.π., σελ. 233-234). Είναι εξάλλου εύλογο, πως στις περιπτώσεις στις οποίες οι   κ ί ν δ υ ν ο ι   θα απορρέουν από τον δικαιούχο (και αποκλειστικά νομιμοποιούμενο κατά την κρατούσα γνώμη) γονέα ή ανιόντα παππού, αυτός δεν θα έχει λόγο να προβεί στην υποβολή αιτήματος για τη μεταρρύθμιση της επικοινωνίας, με αποτέλεσμα να αδρανεί και να μένει   ε κ τ ε θ ε ι μ έ ν ο   το συμφέρον του τέκνου. Η νομική βάση για την άσκηση της αγωγής εν προκειμένω δεν είναι βέβαια αυτή του άρθρου 1520 παρ. 1 ΑΚ, αφού τέτοια δυνατότητα δεν απορρέει από αυτήν, αλλά η γενικότερη αρχή του συμφέροντος του τέκνου και οι σχετικές με την επιμέλεια διατάξεις (άρθρα 1518 και 1512 ΑΚ). Δεδομένου ότι το δικαίωμα της επιμέλειας του γονέα περιορίζεται χάριν του δικαιώματος επικοινωνίας του έτερου γονέα, υποστηρίζεται, πως ο γονέας που διαμένει με το τέκνο και ασκεί την επιμέλειά του έχει άμεσο έννομο συμφέρον (άρθρο 68 ΚΠολΔ) να προβεί στη ρύθμιση της επικοινωνίας (Σαμαρά, Το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας με το ανήλικο τέκνο, 2010, σελ. 138 επ.). Τα παραπάνω αποτυπώνονται κατά μεγάλο μέρος και στη ΜΠρΘεσ 4834/2017 (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) στην οποία το δικαστήριο έκρινε πως «ναι μεν η ρύθμιση της διάταξης του άρθρου 1520 ΑΚ δεν παρέχει δυνατότητα δικαστικής προστασίας στον γονέα που ασκεί την επιμέλεια ή διαμένει με το τέκνο του, πλην, όμως, στην περίπτωση κατά την οποία το δικαίωμα επικοινωνίας του έτερου γονέα με το τέκνο ασκείται   κ α τ α χ ρ η σ τ ι κ ά   ή    μ ε τ α β λ ή θ η κ α ν   οι   σ υ ν θ ή κ ε ς    ε π ι β ά λ λ ε τ α ι   από το   α λ η θ ι ν ό    σ υ μ φ έ ρ ο ν    του τέκνου η διαφορετική ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας. [...] Υπό τα δεδομένα αυτά την πρωτοβουλία για την   α π ο τ ρ ο π ή   των... δ υ σ μ ε ν ώ ν    σ υ ν ε π ε ι ώ ν   νομιμοποιείται να αναλάβει ο γονέας που ασκεί τη γονική μέριμνα ή   ε π ι μ έ λ ε ι α   του προσώπου του...Επομένως, ο γονέας αυτός νομιμοποιείται, ασκώντας              δ ι κ ό   τ ο υ    δ ι κ α ί ω μ α   που απορρέει από το ευρύτερο πλαίσιο της άσκησης της επιμέλειας του τέκνου και αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος του τελευταίου, να  ζ η τ ε ί   τη ρύθμιση ή μεταρρύθμιση της επικοινωνίας του τέκνου του με τον άλλο γονέα, όταν αυτή ασκείται κατά τρόπο που   δ ε ν   ε ξ υ π η ρ ε τ ε ί   τ ο   σ υ μ φ έ ρ ο ν   τ ο υ    τ έ κ ν ο υ ...» (με πληροφορίες από διπλωματική εργασία Χρυσούλας Παντελαίου: «Η παρεμπόδιση της επικοινωνίας του τέκνου»).


Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Το δικαίωμα στους ατομικούς δανειστές των ομόρρυθμων εταίρων να ζητήσουν από το δικαστήριο την έξοδο του οφειλέτη εταίρου, εφόσον αποβεί άκαρπη αναγκαστική εκτέλεση κατά της περιουσίας του, προβαίνοντας σε κατάσχεση της απαίτησης που έχει ο εξερχόμενος εταίρος κατά της εταιρίας για καταβολή της αξίας της μερίδας του 21 Jan 12:29 PM (9 months ago)

 

Στη διάταξη του άρθρου 262 Ν. 4072/2012 ορίζεται ότι «εφόσον η αναγκαστική εκτέλεση κατά της περιουσίας εταίρου από ατομικό δανειστή του αποβεί άκαρπη, ο δανειστής μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο της παραγράφου 2 του άρθρου 259 την έξοδο του εταίρου και τον καθορισμό της αξίας της συμμετοχής του». Η ως άνω διάταξη, ελλείψει ειδικής ρύθμισης για τις ετερόρρυθμες εταιρίες, εφαρμόζεται και σε αυτές (άρθρο 271 § 2 Ν. 4072/2012). Με την πρώτη ως άνω διάταξη καλύφθηκε στο δίκαιο των προσωπικών εταιριών ένα σημαντικό κενό που υπήρχε, καθώς χορηγήθηκε στους ατομικούς δανειστές των ομόρρυθμων εταίρων το δικαίωμα να ζητήσουν από το δικαστήριο την έξοδο του οφειλέτη εταίρου, εφόσον αποβεί άκαρπη αναγκαστική εκτέλεση κατά της περιουσίας του, προβαίνοντας σε κατάσχεση της απαίτησης που έχει ο εξερχόμενος εταίρος κατά της εταιρίας για καταβολή της αξίας της μερίδας του. 

Μέχρι τότε οι ατομικοί δανειστές των εταίρων δεν είχαν τη δυνατότητα να ρευστοποιήσουν την αξία που περικλείεται στην εταιρική συμμετοχή του οφειλέτη εταίρου, παρά μόνο να κατάσχουν τις απαιτήσεις στα κέρδη και το προϊόν εκκαθάρισης, τούτο δε οφείλεται στο ότι οι προσωπικές εταιρίες, λόγω ακριβώς του προσωποπαγούς τους χαρακτήρα, είναι κλειστές εταιρίες, στις οποίες δεν μπορούν να εισέλθουν τρίτα πρόσωπα, γι` αυτό και η εταιρική συμμετοχή ανήκει στα περιουσιακά στοιχεία που εξαιρούνται από την κατάσχεση κατ` άρθρο 982 § 2 στοιχ. β` ΚΠολΔ (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4072/2012 και Μιχ. Μαρίνο και Γ. Τριανταφυλλάκη, Δίκαιο Προσωπικών Εταιριών, σελ. 502, σημ. 13). Με τη διάταξη του άρθρου 262 διασφαλίζεται ο προσωπικός χαρακτήρας της εταιρίας, με παράλληλη δυνατότητα ικανοποίησης των ατομικών δανειστών του οφειλέτη εταίρου, με την έξοδο του τελευταίου από την εταιρία και την κατάσχεση της αποδιδόμενης από την εταιρία αξίας της εταιρικής του συμμετοχής. Το δικαίωμα πρόκλησης της εξόδου του εταίρου χορηγείται από τον νόμο μόνο στους ατομικούς του δανειστές. Ο εταιρικός δανειστής, δηλαδή ο δανειστής που έχει δικαίωμα να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση κατά της περιουσίας του νομικού προσώπου της εταιρίας, δεν έχει αυτό το δικαίωμα, ακόμη και όταν ο εταίρος ευθύνεται απέναντί του. Περαιτέρω, ο ατομικός δανειστής για να ζητήσει την έξοδο του οφειλέτη του πρέπει να έχει οριστικά εκτελεστό τίτλο για την εναντίον του απαίτηση, δηλαδή η απαίτησή του να έχει αναγνωρισθεί με τελεσίδικη απόφαση (άρθρο 904 § 2 στοιχ. α` ΚΠολΔ) ή να υπάρχει διαιτητική απόφαση (άρθρο 904 § 2 στοιχ. β` ΚΠολΔ), η οποία παράγει δεδικασμένο, κατά το άρθρο 896 ΚΠολΔ, όπως και συμβολαιογραφικό έγγραφο που έχει συμφωνηθεί από τα μέρη τίτλος εκτελεστός (άρθρο 904 § 2 στοιχ. δ` ΚΠολΔ) ή διαταγή πληρωμής, η οποία κατέστη απρόσβλητη με ένδικα μέσα, κατά το άρθρο 633 § 2 γ` ΚΠολΔ, ή κατέστη τελεσίδικη η απόφαση επί της ανακοπής της. Η τελεσιδικία, κατά τα ως άνω, σχετικά με την ύπαρξη της απαίτησης, πρέπει να υπάρχει κατά την συζήτηση της αίτησης εξόδου. Περαιτέρω, η διάταξη εξυπηρετεί το συμφέρον του δανειστή και, ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν στο καταστατικό όροι που περιορίζουν ή δυσχεραίνουν την άσκηση του δικαιώματος του δανειστή. Όμως, οι όροι της εταιρικής σύμβασης που προβλέπουν την καταβολή μειωμένης της αξίας της εταιρικής συμμετοχής είναι ισχυροί έναντι των δανειστών του εξερχόμενου εταίρου, στο μέτρο που είναι ισχυροί και για τον ίδιο, διότι έχουν τα ίδια δικαιώματα, που έχει και ο οφειλέτης τους, εκτός αν συντρέχει περίπτωση καταδολίευσης δανειστών (άρθρο 939 ΑΚ). Ο ατομικός δανειστής εταίρου αποκτά το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο την έξοδο από την εταιρία του οφειλέτη του, υπό την προϋπόθεση ότι προέβη προηγουμένως σε αναγκαστική εκτέλεση κατά της περιουσίας του τελευταίου και αυτή απέβη άκαρπη. Η προϋπόθεση της άκαρπης αναγκαστικής εκτέλεσης δεν περιορίζεται στην κινητή περιουσία, όπως συμβαίνει με την ΑΚ 856 § 1 για την εγγύηση χρηματικής οφειλής, αλλά εκτείνεται σε όλη την περιουσία του οφειλέτη εταίρου. Με άκαρπη αναγκαστική εκτέλεση εξομοιώνεται, με αναλογική εφαρμογή της ΑΚ 857 στοιχ. 4, και η περίπτωση όπου είναι προφανές ότι η αναγκαστική εκτέλεση κατά του οφειλέτη θα αποβεί άκαρπη, όπως όταν ο οφειλέτης δεν έχει καθόλου περιουσία ή η αναγκαστική εκτέλεση είναι αδύνατη για πραγματικούς ή νομικούς λόγους, καθώς και όταν η προηγούμενη αναγκαστική εκτέλεση εις βάρος του από τον ίδιο ή άλλο δανειστή απέβη άκαρπη. Περαιτέρω, στο άρθρο 262 δεν ορίζεται το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο πρέπει να έχει γίνει η άκαρπη αναγκαστική εκτέλεση. Θα κριθεί από το αρμόδιο δικαστήριο, αν παλαιότερη αναγκαστική εκτέλεση, που απέβη άκαρπη, επιτρέπει στον δανειστή του εταίρου να προκαλέσει την έξοδο του οφειλέτη του. Είναι δε αδιάφορη η χρονική σειρά της άκαρπης αναγκαστικής εκτέλεσης και της τελεσιδικίας της απόφασης για την απαίτηση, αρκεί να συνυπάρχουν κατά τη συζήτηση της αίτησης εξόδου. Από τη διάταξη του άρθρου 262 Ν. 4072/2012 συνάγεται ότι για την άσκηση του δικαιώματος εξόδου από τον δανειστή του εταίρου δεν αρκεί η άσκηση αγωγής κατά του εταίρου, με αίτημα την καταβολή του ποσού που του οφείλει, ούτε η έκδοση καταψηφιστικής τελεσίδικης απόφασης σχετικά με το χρέος του εταίρου προς τον ατομικό του δανειστή, αλλά ούτε δήλωση του οφειλέτη εταίρου ότι δεν έχει περιουσιακά στοιχεία. Πρέπει να έχει επιδοθεί στον οφειλέτη εταίρο αντίγραφο του απογράφου με επιταγή προς εκτέλεση (άρθρο 924 ΚΠολΔ) και στη συνέχεια να έχει δοθεί, πάνω στο απόγραφο, εντολή προς ορισμένο δικαστικό επιμελητή να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση (άρθρο 927 ΚΠολΔ) και να ακολουθήσει η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, έως ότου βεβαιωθεί ότι η περιουσία του οφειλέτη δεν επαρκεί για την ικανοποίηση του ατομικού δανειστή του εταίρου. Το γεγονός ότι η αναγκαστική εκτέλεση εις βάρος της περιουσίας του εταίρου, του οποίου ζητείται η έξοδος από την εταιρία, είναι άκαρπη, αποδεικνύεται από την έκθεση του δικαστικού επιμελητή, ο οποίος βεβαιώνει ότι δεν πραγματώθηκε η εκτέλεση, διότι ο οφειλέτης εταίρος δεν είχε κινητή και ακίνητη περιουσία (άρθρο 931 § 1 εδ. β` ΚΠολΔ), ή από τον πίνακα κατάταξης, όπου βεβαιώνεται ότι το πλειστηρίασμα δεν επαρκεί για να ικανοποιηθεί εκείνος υπέρ του οπίου έγινε η αναγκαστική εκτέλεση και οι αναγγελθέντες δανειστές και παραλείπεται ο προκαλών την έξοδο δανειστής, διότι το πλειστηρίασμα δεν ήταν αρκετό για να καλύψει και τη δική του απαίτηση (άρθρο 974 εδ. α` και 1006 § 3 ΚΠολΔ). Το δικονομικό βάρος της επίκλησης και της απόδειξης ότι η αναγκαστική εκτέλεση απέβη άκαρπη φέρει ο αιτών την έξοδο δανειστής. Περαιτέρω, ο δανειστής του εταίρου υποβάλλει προς το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της εταιρίας αίτηση, με την οποία ζητά να απαγγελθεί η έξοδος από την εταιρία του οφειλέτη του εταίρου, ενώ μπορεί, συγχρόνως, να ζητήσει και τον προσδιορισμό της αξίας της εταιρικής συμμετοχής του οφειλέτη του εταίρου. Στην εν λόγω διάταξη δεν ορίζεται η διαδικασία εκδίκασης, όμως, κατά την πλήρως κρατούσα στη θεωρία θέση, αυτή είναι η εκούσια δικαιοδοσία. Επιχείρημα υπέρ αυτής της θέσης συνάγεται και από τα άρθρα 259 § 2, 263 και 264 § 2 εδ. β` του Ν. 4072/2012, που ορίζουν την ταχεία διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας για τα ζητήματα της λύσης της εταιρίας και των λοιπών περιπτώσεων αποχώρησης. Περαιτέρω, η έξοδος που προκαλείται από δανειστή κατά το άρθρο 262 Ν. 4072/2012 είναι μη γνήσια υπόθεση της εκούσιας δικαιοδοσίας. Στη δίκη συμμετέχουν οπωσδήποτε, έχοντες έννομο συμφέρον, ο εταίρος του οποίου ζητείται η έξοδος, το νομικό πρόσωπο της εταιρίας, αφού σε περίπτωση που απορριφθεί η αίτηση η αξία της εταιρικής συμμετοχής θα παραμείνει στην εταιρία, αλλά και οι λοιποί εταίροι, αφού με την έξοδο καταλύεται η εταιρική σχέση του εξερχόμενου τόσο με το νομικό πρόσωπο της εταιρίας όσο και με τους συνεταίρους του. Ο εταίρος διατηρεί τα εταιρικά του δικαιώματα και μπορεί να ζητήσει τη δικαστική λύση της εταιρίας κατά το άρθρο 259 § 1 Ν. 4072/2012. Ο εταίρος, του οποίου η έξοδος από την εταιρία διατάχθηκε από το δικαστήριο, μετά από αίτηση ατομικού του πιστωτή, μπορεί να παραμείνει στην εταιρία, αν υπάρξει σχετική συμφωνία των εταίρων και καταβάλει νέα εισφορά, διότι αξία ίση με την αρχική του εισφορά του έχει αποδοθεί, περιλαμβανόμενη στην αξία της εταιρικής του συμμετοχής, που του κατέβαλε η εταιρία. Τέλος, ο δανειστής ικανοποιείται, επισπεύδοντας στα χέρια της εταιρίας ως τρίτης (άρθρο 982 § 1 στοιχ. α` ΚΠολΔ) την αναγκαστική κατάσχεση της απαίτησης που έχει ο εξερχόμενος εταίρος κατά της εταιρίας για την καταβολή της αξίας της συμμετοχής του στην εταιρία. Το άρθρο 262 ορίζει ότι με την ίδια διαπλαστική απόφαση αποφασίζεται η έξοδος του εταίρου και ο προσδιορισμός της αξίας της εταιρικής συμμετοχής του εξερχόμενου από την εταιρία εταίρου. Ως εκ τούτου, η αξία της εταιρικής συμμετοχής δεν υπολογίζεται κατά τον χρόνο της έκδοσης της δικαστικής απόφασης, αλλά κατά την ημέρα υποβολής της αίτησης εξόδου στο δικαστήριο (για όλα τα ανωτέρω ζητήματα βλ. σχετ. Χ. Μαστροκώστα, σε Δίκαιο Προσωπικών Εταιριών, σελ. 498 επ., υπό άρθρο 262, Νομική Βιβλιοθήκη, έκδ. 2017).


Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Κατάσχεση εταιρικού μεριδίου ΕΠΕ με διαχείριση των κατασχώμενων εταιρικών μεριδίων κατά τα άρθ. 1027 επ. ΚΠολΔ 21 Jan 12:17 PM (9 months ago)


 

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 § 1,10,14, 30 § 1, 34, 35 § 1 και 43Α του ν. 3190/1955 και 1022, 1023 ΚΠολΔ συνάγεται ότι στην έννοια των περιουσιακών δικαιωμάτων της διάταξης του άρθρου 1022 ΚΠολΔ, τα οποία είναι δεκτικά αναγκαστικής κατασχέσεως κατά τα άρθρα 1022 επ. ΚΠολΔ μετά από άδεια του δικαστηρίου, περιλαμβάνεται και το εταιρικό μερίδιο εταίρου εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, το οποίο μπορεί να κατασχεθεί κατά άρθρο 30 ν. 3190/1955 από τους ατομικούς δανειστές του εταίρου στον οποίο ανήκει, αφού τούτο, καθώς δεν εμπίπτει στα κατασχόμενα κατά τα άρθρα 953, 982 και 992 ΚΠολΔ, συνιστά ιδιόρρυθμο περιουσιακό δικαίωμα, ήτοι στοιχείο της περιουσίας του εταίρου, το οποίο του παρέχει δικαίωμα στα κέρδη, έλεγχο των εταιρικών υποθέσεων και μπορεί να μεταβιβαστεί (ΕφΘεσ 205/2008, δημ. σε ΤΝΠ-Νόμος, ΕφΘεσ 78/2000 δημ. σε ΤΝΠ- Νόμος, ΕφΑΘ 4345/1991 ΕλλΔνη 1993. 615, ΕιρΡοδου 55/2015).

Συναφώς, το δικαστήριο αφού επιτρέψει την κατάσχεση διατηρεί την ευχέρεια διάταξης του προσφορότερου μέσου προς αξιοποίηση του δικαιώματος κατά 1024 ΚΠολΔ, σταθμίζοντας την προσφορότητα τόσο της τυχόν εκποίησης των κατασχώμενων εταιρικών μεριδίων, όσο και των λοιπών προβλεπόμενων μέσων των άρθ. 1025 επ., ιδίως της   δ ι α χ ε ί ρ ι σ η ς    των περιουσιακών στοιχείων, ήτοι των μεριδίων του καθ’ ου, που κατά κανόνα κρίνεται από την νομολογία  ως η πλέον συμφέρουσα, τόσο για τους αιτούντες, όσο και για τον καθ’ ου προς εκπλήρωση των υποχρεώσεών του αλλά και για τη διατήρηση των επιχειρηματικών  δραστηριοτήτων της ΕΠΕ, προκρίνοντας η νομολογία  την  δ ι α χ ε ί ρ ι σ η    των επίδικων κατασχώμενων εταιρικών μεριδίων κατά τα άρθ. 1027 επ. ΚΠολΔ, κατά την διακριτική ευχέρεια που του παρέχει το άρθ. 1024 ΚπολΔ. Στην περίπτωση αυτή το  δικαστήριο προχωρά στον διορισμό από τον οικείο κατάλογο πραγματογνωμόνων του Πρωτοδικείου, ήτοι εκ των εχόντων αντικείμενο ειδίκευσης ζητήματα λογιστικής και διαχειριστικής φύσης, διορίζοντας οικονομολόγο τεχνικό πραγματογνώμονα που διαθέτει ειδικές γνώσεις και κρίνεται ότι θα εκτελέσει επιτυχώς τα καθήκοντα που του ανατίθενται, αφού είναι τρίτος ως προς την εταιρεία και τους διαδίκους και παρέχει το εχέγγυο ότι θα επιτελέσει το έργο του με υπευθυνότητα και αμεροληψία, ώστε να εξασφαλιστεί η ομαλή και απρόσκοπτη διενέργεια και ολοκλήρωση των εργασιών της διαχείρισης προς ικανοποίηση των απαιτήσεων των αιτούντων, στον οποίο παρέχεται η δυνατότητα εκποίησης επιμέρους περιουσιακών στοιχείων μη αναγκαίων για την λειτουργία και την βιωσιμότητα της εταιρίας,  εφαρμοζόμενων των άρθ. 1027 ΚΠολΔ επ., ιδίως άρθ, 1028 § 2 ΚΠολΔ. Συναφώς επιτρεπόμενη κρίνεται δικαστικά η κατάσχεση των εταιρικών μεριδίων Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης και αξιοποιούμενων με εκτελεστικό μέσο την διαχείριση αυτών. Τέλος η απόφαση πρέπει να καταχωρηθεί στο βιβλίο τού άρθ. 776 ΚΠολΔ που τηρείται στο οικείο Ειρηνοδικείο αλλά και στην μερίδα της εταιρίας στο ΓΕΜΗ.

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Δάνεια σε ελβετικό Φράγκο: Δημοσίευση της ΝΕΑΣ αγωγής με καταψηφιστικό αποζημιωτικό αίτημα για την ζημία από την προσδοκία βέβαιου κέρδους από το κλείδωμα της ισοτιμίας Euro/CHF στο χρόνο εκταμίευσης του δανείου, με βάση την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πιθανότητα λειτουργίας της σύμβασης κατ’ εφαρμογή τών αναγκαστικού δικαίου διατάξεων τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος 4 Jun 2024 12:41 PM (last year)

 


Το δικόγραφο της αγωγής δημοσιεύεται εδώ

Κύρια βάση της καταψηφιστικής αγωγής είναι οι   α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ   δ ι κ α ί ο υ   διατάξεις  της  υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi), με θέμα  «Ενημέρωση των συναλλασσομένων με τα πιστωτικά ιδρύματα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους», η ελάχιστη ενημέρωση που  ο φ ε ί λ ο υ ν  να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «… (xi) Τη   δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το   κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων».

Περισσότερα εδώ

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Δάνεια σε ελβετικό Φράγκο: Δημοσίευση της ανακοπής κατά του πλειστηριασμού και της περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης (άρθρα 933, 934 ΚΠολΔ) 4 Jun 2024 12:36 PM (last year)

 


Σύμφωνα με το άρθρο 934 παρ. 1 ΚΠολΔ, ανακοπή κατά το άρθρο 933 είναι παραδεκτή, γ) αν αφορά την εγκυρότητα της τελευταίας πράξης εκτέλεσης, μέσα ενενήντα ημέρες αφότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, αν πρόκειται για ακίνητα.

Η ανακοπή κατά του πλειστηριασμού και της κατακυρωτικής (κατ’ άρθρα 933 και 934 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας)  μετά  τον πλειστηριασμό και την κατακύρωση, επί ποινή απαραδέκτου της ανακοπής, εγγράφεται υποχρεωτικά, εντός 30 ημερών στη μερίδα του ακινήτου στο κτηματολόγιο, και πλέον εμφανίζεται ως βάρος στο ακίνητο.

Το δικόγραφο της ανακοπής δημοσιεύεται εδώ

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Δάνεια σε ελβετικό Φράγκο: Δημοσίευση της ανακοπής κατά του εκτελεστού τίτλου τής περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης περί βίαιης αποβολής του καθ’ ού η εκτέλεση από το πλειστηριασθέν (άρθρα 933, 934, 936 και 1005 ΚΠολΔ) 4 Jun 2024 12:31 PM (last year)

 


Το δικόγραφο της ανακοπής δημοσιεύεται εδώ

Κατά το άρθρο 1005 παρ.1 ΚΠολΔ, από τη στιγμή που ο υπερθεματιστής καταβάλει το πλειστηρίασμα, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού του δίνει περίληψη της κατακυρωτικής εκθέσεως, με την κατακύρωση δε και αφότου μεταγράφει η περίληψη της κατακυρωτικής εκθέσεως, ο υπερθεματιστής αποκτά το δικαίωμα που είχε εκείνος, κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, ενώ κατά την δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης είναι τίτλος εκτελεστός, με βάση τον οποίο μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεση υπέρ του υπερθεματιστή και των διαδόχων του εναντίον εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση και των διαδόχων του. Ενόψει των ανωτέρω η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης ρητά ανάγεται από το νόμο σε τίτλο εκτελεστό, ο οποίος στηρίζει  ν έ α   διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, με βάση την οποία ο υπερθεματιστής επιδιώκει να αποκτήσει, πέραν από την κυριότητα του πράγματος, που έχει ήδη αποκτήσει με τη μεταγραφή, και την κατοχή του.

Περισσότερα εδώ

 

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Η ανακοπή κατά του εκτελεστού τίτλου τής περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης περί βίαιης αποβολής του καθ’ ού η εκτέλεση από το πλειστηριασθέν (άρθρα 933, 934, 936 και 1005 ΚΠολΔ) 25 Apr 2024 4:54 PM (last year)

 


Σύμφωνα με το άρθρο 1005 ΚΠολΔ με την κατακύρωση, αφότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, ο υπερθεματιστής αποκτά το δικαίωμα που είχε εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται ρητά η αρχή ότι ο πλειστηριασμός αποτελεί αιτία παράγωγου τρόπου κτήσεως της κυριότητας και, συνεπώς, ο υπερθεματιστής θεωρείται ειδικός διάδοχος του καθ` ου η εκτέλεση, τον οποίο και διαδέχεται στο δικαίωμα, αποκτώντας το δυνάμει συμβάσεως, όπως είναι η εκποίηση με δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό. Κατά το άρθρο 1005 παρ.1 ΚΠολΔ, από τη στιγμή που ο υπερθεματιστής καταβάλει το πλειστηρίασμα, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού του δίνει περίληψη της κατακυρωτικής εκθέσεως, με την κατακύρωση δε και αφότου μεταγράφει η περίληψη της κατακυρωτικής εκθέσεως, ο υπερθεματιστής αποκτά το δικαίωμα που είχε εκείνος, κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, ενώ κατά την δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης είναι τίτλος εκτελεστός, με βάση τον οποίο μπορεί να γίνει αναγκαστική εκτέλεση υπέρ του υπερθεματιστή και των διαδόχων του εναντίον εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση και των διαδόχων του. Ενόψει των ανωτέρω η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης ρητά ανάγεται από το νόμο σε τίτλο εκτελεστό, ο οποίος στηρίζει  ν έ α   διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, με βάση την οποία ο υπερθεματιστής επιδιώκει να αποκτήσει, πέραν από την κυριότητα του πράγματος, που έχει ήδη αποκτήσει με τη μεταγραφή, και την κατοχή του. Με τη λήψη απογράφου και την επίδοση επιταγής προς εκτέλεση, η οποία συντάσσεται στο αντίγραφο απογράφου της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης, αρχίζει η κατά το άρθρο 943 ΚΠολΔ  ν έ α    α υ τ ο τ ε λ ή ς    διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά της οποίας επιτρέπεται η άσκηση ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι  δ ε ν  αρκεί η ακύρωση του πλειστηριασμού, για να ακυρωθεί και η άμεση εκτέλεση (αποβολή κατά το άρθρο 943 ΚΠολΔ), που λαμβάνει χώρα με εκτελεστό τίτλο την περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, διότι η συγκεκριμένη εκτέλεση είναι   δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ή   και  δ ε ν  συμπαρασύρεται από την ακύρωση του πλειστηριασμού. Ακριβώς δε για να μην απολεσθεί η προθεσμία προσβολής της αποβολής, επιβάλλεται, ακόμα και όταν έχει προηγηθεί και εκκρεμεί ανακοπή κατά του πλειστηριασμού και της περίληψης κατακυρωτικής εκθέσεως, να ασκηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 69 § 1 περ. δ` ΚΠολΔ, ανακοπή κατ’ αυτής   κ α θ ε α υ τ ή ς   της αποβολής, με την προβολή των   ί δ ι ω ν   λόγων, που έχουν ήδη προταθεί στην πρώτη ανακοπή κατά του πλειστηριασμού και της περιλήψεως της κατακυρωτικής εκθέσεως. Μάλιστα το   δ ε δ ι κ α σ μ έ ν ο , που θα παραχθεί ως προς το κύρος της εκτελέσεως από την   π ρ ώ τ η  ανακοπή,  δ ε σ μ ε ύ ε ι   το δικαστήριο της   δ ε ύ τ ε ρ η ς   ανακοπής, που  δ ε ν  θα μπορεί να κρίνει με διαφορετικό τρόπο το κύρος της εκτελέσεως. Η παράλειψη του καθ’ ού η εκτέλεση να αμυνθεί κατά της πράξεως εκτελέσεως της αποβολής, την καθιστά    α π ρ ό σ β λ η τ η ,  α κ ό μ α   κ α ι    α ν   α κ υ ρ ω θ ο ύ ν    η    έκθεση   πλειστηριασμού   και   κατακύρωσης και η περίληψη της  κατακυρωτικής εκθέσεως (ΑΠ 1437/2012, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ), Επιπρόσθετα, προκειμένου η ως άνω ανακοπή να έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 934 παρ.1 περ. β και 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 147 παρ.2 ΚΠολΔ, θα πρέπει να έχει ασκηθεί εντός της προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών από τη μεταγραφή της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης. Τέλος,    α π ώ τ α τ ο    χρονικό σημείο για την άσκηση της ανακοπής του άρθρου 936 ΚΠολΔ είναι η   ε γ κ α τ ά σ τ α σ η   του υπερθεματιστή στη νομή του ακινήτου,   μ ε τ ά    τ η ν    ο π ο ί α   η προστασία του   τ ρ ί τ ο υ   εξασφαλίζεται με την άσκηση α γ ω γ ή ς    δ ι ε κ δ ι κ ή σ ε ω ς    του πράγματος εντός της αποκλειστικής προθεσμίας του άρθρου 1020 ΚΠολΔ.

 

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Δάνεια σε ελβετικό Φράγκο: Επανέγερση (ΝΕΑΣ) αγωγής με καταψηφιστικό αποζημιωτικό αίτημα για την ζημία από την προσδοκία βέβαιου κέρδους από το κλείδωμα της ισοτιμίας Euro/CHF στο χρόνο εκταμίευσης του δανείου, με βάση την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πιθανότητα λειτουργίας της σύμβασης κατ’ εφαρμογή τών αναγκαστικού δικαίου διατάξεων τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος 1 Aug 2023 9:05 AM (2 years ago)

 


1. Από τις νομικές παραδοχές που συνάγονται από την υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου, κρίθηκε τελεσίδικα και αμετάκλητα ότι ο αμφισβητούμενος δηλωτικός όρος της σύμβασης σύμφωνα με τον οποίο «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής» απηχεί την ενδοτικού δικαίου διάταξη της ΑΚ 291 και ως εκ τούτου εξαιρείται του δικαστικού ελέγχου. Επ’ αυτού κρίθηκε από την  υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου, ότι δηλωτικοί όροι μιας σύμβασης είναι οι συμβατικοί όροι που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις αναγκαστικού ή ενδοτικού δικαίου. Ότι κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ  "Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας" (εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας). Ότι  αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής τής Οδηγίας και εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας οι συμβατικές ρήτρες που, ως δηλωτικοί όροι τής σύμβασης, απηχούν τις ενδοτικού  δικαίου διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας χωρίς να τροποποιούν το περιεχόμενο τους ή το πεδίο εφαρμογή τους. Ότι η εξαίρεση των δηλωτικών όρων από τον έλεγχο καταχρηστικότητας θεμελιώνεται σε ρητή επιταγή της Οδηγίας 93/13, διότι, έστω  και αν η εξαίρεση αυτή  δεν  μεταφέρθηκε ρητά στο εθνικό δίκαιο με το ν. 2251/1994, εμπεριέχεται στη ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 2251/1994 βάσει μίας εναρμονισμένης προς το ενωσιακό δίκαιο ερμηνείας σύμφωνης με το σκοπό της Οδηγίας. Ότι, τέλος, ο επίμαχος όρος «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής» συνιστά δηλωτικό όρο τής σύμβασης, διότι επαναλαμβάνει την ενδοτικού δικαίου διάταξη του άρθρου 291 ΑΚ και γι'αυτό εξαιρείται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας.

2. Κύρια βάση της καταψηφιστικής αγωγής είναι οι   α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ   δ ι κ α ί ο υ   διατάξεις  της  υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi), με θέμα  «Ενημέρωση των συναλλασσομένων με τα πιστωτικά ιδρύματα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους», η ελάχιστη ενημέρωση που  ο φ ε ί λ ο υ ν  να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «… (xi) Τη   δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το   κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων». Η 2501/2002 Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ που καθορίζει το δικαίωμα (του δανειολήπτη) για ενημέρωση (από την Τράπεζα) σχετικά με την δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, κατά το σκέλος τόσο της μηνιαίας  δ ό σ η ς  όσο και του άληκτου  κ ε φ α λ α ί ο υ, πηγάζει απευθείας από τον νόμο (έχει ισχύ ουσιαστικού νόμου) και, ως κανόνας  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου, η εφαρμογή τής 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ δεν μπορεί να αποκλεισθεί από την αντίθετη ιδιωτική βούληση, ούτε να μην εξεταστεί αυτεπαγγέλτως από τον εθνικό δικαστή μπορεί. Επ’ αυτού κρίθηκε το πρώτον, σε υπόθεση εντολέα μου που χειρίστηκα, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 1611/2017 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών, με την οποία ακυρώθηκε τελεσίδικα διαταγή πληρωμής εκδοθείσα για απαίτηση που προερχόταν από σύμβαση τοκοχρεωλυτικού στεγαστικού δανείου σε ελβετικά Φράγκα, η ευθύνη των πιστωτικών ιδρυμάτων ως προς την ενημέρωση των συναλλασσομένων με αυτά, αναφορικά με τον κίνδυνο από ενδεχόμενη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας σε περίπτωση δανείων από συνάλλαγμα ή με ρήτρα συναλλάγματος και αναφορικά με τη δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων, όπως προβλέπει η παρ. Β', αριθμ. 2, περιπτώσεις x και xi της παραπάνω Πράξης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.

3. Στην προκείμενη περίπτωση οι ενάγοντες εκθέτουμε ότι, είχαμε ως καταναλωτές συγκεκριμένη εμπιστοσύνη στην εναγόμενη, η οποία  όφειλε να μην εξέρχεται με τις πράξεις της από τα όρια, τα οποία ορίζονται κάθε φορά από τα συναλλακτικά ήθη. Στην ένδικη ωστόσο περίπτωση, η εναγόμενη εξήλθε αυτών των ορίων, με επιβολή μεταξύ άλλων, Όρου που προβλέπει «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής», καθώς δεν είχε προηγηθεί καμία απολύτως προηγούμενη ενημέρωση από τους βοηθούς εκπλήρωσης της εναγομένης για το ποια ήταν τα παράγωγα επενδυτικά προϊόντα στην ελληνική και ευρωπαϊκή αγορά που θα μπορούσαν να μας θωρακίσουν  π λ ή ρ ω ς  από τον συναλλαγματικό κίνδυνο, άλλως να μειώσουν  σ η μ α ν τ ι κ ά  τους κινδύνους που σχετίζονται με τη θέση μας εκπεφρασμένη σε Ελβετικό φράγκο (τόσο σε επίπεδο  δ ό σ η ς, όσο και άληκτου  κ ε φ α λ α ί ο υ), καθώς και ποιο το κόστος τους και πώς  θα μπορούσαμε να έχουμε πρόσβαση σε αυτά. Ειδικότερα, μας απέκρυψε, άλλως αποσιώπησε τις ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΟΣ (Cross-currency Swaps), τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ (FX Calls, Puts), τα CURRENCY COLLARS, τα ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΚΑ ΣYMBOΛAIA [(FORWARDS)–Outright Forward, Better Than Forward, Leveraged Better Than Forward, Reverse Trigger Forward, Resurrecting Fade-in Forward, Reset Forward, Flexible Forward και Participating Forward] κατά τρόπον που αποδεικνύεται τουλάχιστον βαρέως αμελής συμπεριφορά τής εναγομένης αντικείμενης στις διατάξεις του νόμου και δη τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi) σύμφωνα με την οποίες η ελάχιστη ενημέρωση που  ο φ ε ί λ ο υ ν  να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «… (xi) Τη  δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το  κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων», πρόσθετα δε αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 71, 140, 157, 185-195, 197, 198 , 200,  281, 288 , 291,  297, 298, 330,  806, 914, 919, 932 ΑΚ, άρθρα 18 και 25 παρ. 2 και άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, άρθρο 1 παρ. 2, άρθρο 3 παρ. 1, άρθρο 4 παρ. 1,  άρθρο 5, άρθρο 7 παρ. 1 και άρθρο 11  παρ.  1 και 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, άρθρο 1 παρ. 4 περ. β’ , άρθρο 2 , άρθρο  6 παρ. 2 και άρθρο 7 του ν. 2251/1994,  άρθρο 10 παρ. 24 εδ. β` του ν.  2741/1999, άρθρο 6 ΕΣΔΑ, άρθρο 12 (πρώην άρθρο 153, παράγραφος 2 της ΣΕΚ), άρθρο 169 (πρώην άρθρο 153 της ΣΕΚ), άρθρο 267 ΣΛΕΕ, άρθρων 35 εδ. α`, 47, 48 εδ. δ`, 64, 65 και 66 του ΝΔ 17.7/13-8-1923, με αποτέλεσμα να θεμελιώνεται υποχρέωση αποζημιώσεως σε βάρος της εναγομένης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας.

4. Κατά την πάγια νομολογία τού Ευρωδικαστήριου, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να εκτιμήσει την επίπτωση της διαπιστώσεως του καταχρηστικού χαρακτήρα της επίμαχης ρήτρας περί ανάληψης από τον καταναλωτή συναλλαγματικού κινδύνου σε Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου για την οποία  δ ε ν  τηρήθηκε η  ελάχιστη ενημέρωση της παρ. 2 στοιχ. ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002 επί του κύρους της οικείας συμβάσεως και να καθορίσει αν η εν λόγω σύμβαση  μ π ο ρ ε ί   να εξακολουθήσει να ισχύει χωρίς τη ρήτρα αυτή (βλ., υπό την έννοια αυτή, διάταξη της 16ης Νοεμβρίου 2010, C-76/10, Pohotovost’, Συλλογή 2010, σ. I 11557, σκέψη 61). Συναφώς, το άρθρο 6, παράγραφος 1, τελευταία περίοδος, της οδηγίας 93/13 ορίζει ότι «η σύμβαση εξακολουθεί να δεσμεύει τους συμβαλλόμενους, εάν  μ π ο ρ ε ί  να υπάρξει και χωρίς τις καταχρηστικές ρήτρες» (βλ. απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012, C-453/10, Pereničová και Perenič, σκέψη 29). Συνεπώς, το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 έχει την έννοια ότι ο εθνικός δικαστής ο οποίος διαπιστώνει τον καταχρηστικό χαρακτήρα της ρήτρας περί ανάληψης από τον καταναλωτή συναλλαγματικού κινδύνου σε Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου για την οποία  δ ε ν  τηρήθηκε η ελάχιστη ενημέρωση της παρ. 2 στοιχ. ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002,  ο φ ε ί λ ε ι , αφενός,  χ ω ρ ί ς  να αναμείνει την υποβολή σχετικού αιτήματος του καταναλωτή, να συναγάγει όλες τις συνέπειες που απορρέουν, κατά το εθνικό δίκαιο, από τη διαπίστωση αυτή, ώστε να διασφαλίζεται ότι ο καταναλωτής αυτός  δ ε ν  δεσμεύεται από τη ρήτρα αυτή, και, αφετέρου, να εκτιμήσει, κατ’ αρχήν βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, αν η οικεία σύμβαση  μ π ο ρ ε ί  να εξακολουθήσει να υφίσταται  χ ω ρ ί ς  την εν λόγω ρήτρα, (βλ., υπό την έννοια αυτή, διάταξη της 16ης Νοεμβρίου 2010, C-76/10, Pohotovost’, Συλλογή 2010, σ. I 11557, σκέψη 61, και απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012, C-453/10, Pereničová και Perenič, σκέψη 29).

Δοθέντος, εντούτοις,  ότι οι Συμβάσεις Στεγαστικών Δανείων σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου  δ ε ν  μπορεί να εξακολουθήσουν να υφίστανται  χ ω ρ ί ς  τη ρήτρα ανάληψης ολόκληρου του συναλλαγματικού κινδύνου από τους δανειολήπτες όταν  δ ε ν  τηρήθηκε η ελάχιστη ενημέρωση της παρ. 2 στοιχ. ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002, το  άρθρο 6 παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13   δ ε ν   μπορεί να έχει την έννοια ότι παρέχει στον εθνικό δικαστή τη δυνατότητα, σε περίπτωση που διαπιστώσει την ύπαρξη καταχρηστικής ρήτρας σε σύμβαση συναφθείσα μεταξύ τράπεζας και καταναλωτή, όπως στην υπό κρίση περίπτωση είναι η ανάληψη από τον καταναλωτή συναλλαγματικού κινδύνου σε Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου, δυνάμει της οποίας χορηγήθηκε τοκοχρεωλυτικό σε Ελβετικά Φράγκα δάνειο για το οποίο δεν τηρήθηκε η  ελάχιστη ενημέρωση σχετικά με τον κίνδυνο από ενδεχόμενη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας (παρ. 2 στοιχ. χ' ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002) και τη δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας (παρ. 2 στοιχ. χϊ ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002), να  α ν α θ ε ω ρ ή σ ε ι  με την απόφασή του το   π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν ο   τής  επίμαχης ρήτρας   α ν τ ί   να την αφήσει απλώς     α ν ε φ ά ρ μ ο σ τ η    ως προς τον οικείο καταναλωτή. Ο δικαστής οσάκις κηρύσσει την ακυρότητα καταχρηστικής ρήτρας περιλαμβανομένης σε σύμβαση συναφθείσας μεταξύ τράπεζας και καταναλωτή,   δ ε ν  μ π ο ρ ε ί   ν α   σ  υ μ π λ η ρ ώ σ ε ι   την εν λόγω σύμβαση    α ν α θ ε ω ρ ώ ν τ α ς     τ ο    π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν ο   τ η ς    ρ ή τ ρ α ς   αυτής,  διότι αυτό αντιβαίνει στο άρθρο 6 παράγραφος 1, της οδηγίας 93/2013 (βλ., συναφώς, απόφαση του της 14ης Ιουνίου 2012 στην υπόθεση C-618/10, Banco Español de Crédito SA κατά Joaquín Calderón Camino, ως προς τους  καταχρηστικούς όρους μιας σύμβασης δανείου στη διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωμής και τις αρμοδιότητες του εθνικού δικαστηρίου).

5. Εν προκειμένω, οι ενάγοντες με την παρούσα αγωγή μας εκθέτουμε, μεταξύ των άλλων, ότι η εναγόμενη Τράπεζα μας ζημίωσε κατά το ποσό των 38.878,74€ από τη διαφορά που προκύπτει από το ποσό που έλαβε εν συγκρίσει  με το ποσό που θα ελάμβανε αν  δ ε ν   είχε παραβιάσει τις   α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ   δ ι κ α ί ο υ   διατάξεις τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi) σύμφωνα με την οποίες  η ελάχιστη ενημέρωση που  ο φ ε ί λ ο υ ν  να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «… (xi) Τη   δ υ ν α τ ό τ η τ α   και το   κ ό σ τ ο ς   χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του   κ ι ν δ ύ ν ο υ  από την ενδεχόμενη μεταβολή της    σ υ ν α λ λ α γ μ α τ ι κ ή ς   ι σ ο τ ι μ ί α ς»  και η εναγόμενη μας  είχε υποδείξει μεθόδους αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου και ειδικότερα,  ποια ήταν τα παράγωγα επενδυτικά προϊόντα στην ελληνική και ευρωπαϊκή αγορά που θα μπορούσαν να μας θωρακίσουν  π λ ή ρ ω ς  από τον συναλλαγματικό κίνδυνο, άλλως να μειώσουν  σ η μ α ν τ ι κ ά  τους κινδύνους που σχετίζονται με τη θέση μας εκπεφρασμένη σε Ελβετικό φράγκο (τόσο σε επίπεδο  δ ό σ η ς , όσο και άληκτου  κ ε φ α λ α ί ο υ), καθώς και ποιο το  κ ό σ τ ο ς   τους και τον τρόπο που θα μπορούσαμε να έχουμε πρόσβαση σε αυτά, επιπλέον δε, δε μας απέκρυπτε, άλλως αποσιωπούσε τις ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΟΣ (Cross-currency Swaps), τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ (FX Calls, Puts), τα CURRENCY COLLARS, τα ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΚΑ ΣYMBOΛAIA [(FORWARDS)–Outright Forward, Better Than Forward, Leveraged Better Than Forward, Reverse Trigger Forward, Resurrecting Fade-in Forward, Reset Forward, Flexible Forward και Participating Forward] κατά τρόπον που να αποδεικνύεται τουλάχιστον βαρέως αμελής συμπεριφορά τής εναγομένης αντικείμενης στις διατάξεις του νόμου, και την  ισοτιμία   α σ φ α λ ί ζ α μ ε   κ λ ε ι δ ώ ν ο ν τ ά ς     την 1/12/2006 την ισοτιμία στο 1,591498 για το χρονικό διάστημα από 1/12/2006 μέχρι τον χρόνο σύνταξης της από 6 Ιουλίου 2023 αγωγής μας, άλλως την άσκηση αυτής.

6. Ως προς το νομικό ζήτημα της αδικοπραξίας ως αποζημίωση εξαιτίας του πταίσματος από την βαρέως πλημμελή συμπεριφορά τής εναγομένης, αντικείμενης στις διατάξεις του νόμου και δη τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi), αβ, λεκτέο ότι στην προκείμενη περίπτωση δεν παρίσταται ως βάσιμο, σύμφωνα με τα αναφερθέντα και στη μείζονα πρόταση της παρούσας, καθόσον  η υπαίτια αδικοπρακτική συμπεριφορά τής εναγομένης  δεν είναι «αυτοτελής» αλλά  συνδεόμενη με την κύρια υπόθεση της ένδικης δανειακής σύμβασης, τελεί δε σε σχέση άμεσης εξάρτησης από εκείνη καθότι οι υποχρεώσεις τής εναγομένης που απορρέουν από την υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος νοούνται νομικώς εντός των πλαισίων σύναψης δανειακής σύμβασης σε ξένο νόμισμα, συνεπώς η εναγόμενη επέδειξε μεν ασύγγνωστη αμέλεια κατά την έννοια του άρθρου 330 του ΑΚ που υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις τραπεζικές  συναλλαγές, αυτή δηλαδή που πρέπει να καταβάλλεται κατά τη συναλλακτική πίστη από το δράστη στον κύκλο της τραπεζικής αρμοδιότητάς του στα πλαίσια σύναψης δανειακής σύμβασης με τον καταναλωτή, πολλώ δε μάλιστα που στην ένδικη περίπτωση υπάρχει προς τούτο σαφές νομικό καθήκον από την αναγκαστικού δικαίου υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, πλην όμως, η συμπεριφορά τής εναγόμενης κατά τρόπο αντίθετο από εκείνο που επιβάλλεται από τις περιστάσεις, με α π ό κ ρ υ ψ η  άλλως  α π ο σ ι ώ π η σ η   της αλήθειας περί του περιεχομένου της υποχρέωσης ενημέρωσής μας από τις διατάξεις υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, δεν έλαβε χώρα αυτοτελώς αλλά  είναι συνδεόμενη με την κύρια υπόθεση της ένδικης δανειακής σύμβασης, επομένως δεν συρρέουν στην ένδικη αγωγή οι νόμιμες βάσεις, μεταξύ συμβατικής και αδικοπρακτικής ευθύνης, ώστε εμείς ως δανειστές να  έχουμε δικαίωμα να στηρίξουμε την αξίωσή μας για αποζημίωση είτε στη σύμβαση, είτε στην αδικοπραξία, είτε επιβοηθητικά και στις δύο και, ως εκ τούτου, η αξίωσή μας για αποζημίωση κατά την προσδοκία κέρδους ύψους 38.878,74 €, άλλως  κατά το ποσό των 38.878,74 €  που συνίσταται στο θετικό διαφέρον ή διαφέρον εκπλήρωσης της σύμβασης, στηρίζεται  μ ό ν ο ν  στη σύμβαση. 

7. Η αγωγή εγείρεται ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Το καταψηφιστηκό αγωγικό αίτημα είναι

«Να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλλει σε εμάς τους ενάγοντες νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι εξοφλήσεως την προσδοκία κέρδους ύψους 38.878,74 €, με βάση την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πιθανότητα λειτουργίας της σύμβασης κατ’ εφαρμογή τών  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ   δικαίου διατάξεων τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi), καθώς και των ειδικών περιστάσεων του ευμεταβλήτου των νομισματικών ισοτιμιών στις διεθνείς Αγορές Συναλλάγματος στην υπό κρίση περίπτωση, πρόσθετα δε των ληφθέντων προπαρασκευαστικών μέτρων που θα λαμβάναμε ενόψει του συναλλαγματικού κινδύνου που αναλάβαμε, της χρησιμοποίησης δηλ. τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από τη μεταβολή τής συναλλαγματικής ισοτιμίας με μεθόδους αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου με παράγωγα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ικανών να μας θωρακίσουν  π λ ή ρ ω ς  από τον συναλλαγματικό κίνδυνο άλλως να μειώσουν  σ η μ α ν τ ι κ ά  τους κινδύνους που σχετίζονται με τη θέση μας εκπεφρασμένη σε ελβετικό Φράγκο (τόσο σε επίπεδο  δ ό σ η ς  όσο και άληκτου  κ ε φ α λ α ί ο υ), που θα καθιστούσαν  β έ β α ι ο   το κέρδος μας των 38.878,74 €,  εφόσον   α σ φ α λ ί ζ α μ ε   την ισοτιμία μετατροπής του δανείου από Ευρώ σε ελβετικά Φράγκα  κ λ ε ι δ ώ ν ο ν τ α ς  την 1/12/2006  την ισοτιμία  στο 1,591498, για το χρονικό διάστημα από 1/12/2006 μέχρι τον χρόνο σύνταξης της από 6 Ιουλίου 2023 αγωγής μας, άλλως, και δοθέντος ότι ως πλανηθέντες, όπως ιστορείται στην αγωγή, επιλέγουμε να αποδεχθούμε την ακυρώσιμη λόγω πλάνης δικαιοπραξία, να μας επιδικαστεί το ποσό των 38.878,74 € ως αποζημίωση που συνίσταται στο θετικό διαφέρον ή διαφέρον εκπλήρωσης της σύμβασης, με το οποίο καλύπτονται οι ζημίες που θα είχαν   α π ο φ ε υ χ θ ε ί   για εμάς, αν τα κρίσιμα περιστατικά τής πληροφόρησης που μας παρείχε η εναγόμενη Τράπεζα συμμορφούμενη στις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις τής υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi) ήταν  υ π α ρ κ τ ά  και όχι ανύπαρκτα και η δικαιοπραξία τής ένδικης Σύμβασης Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου εκπληρωνόταν όπως εμείς την είχαμε πιστέψει και όπως ο νόμος ορίζει, άλλως, όλως επικουρικά, εξαιτίας του ότι η εναγόμενη κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερη χωρίς νόμιμη αιτία κατά το ποσό των 38.878,74 €, να υποχρεωθεί κατά τη διάταξη του αρθρ. 904 ΑΚ να μας καταβάλει το ποσό των 38.878,74 € νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, που αποτελεί την προσδοκία κέρδους μας, άλλως συνίσταται στο θετικό διαφέρον ή διαφέρον εκπλήρωσης της -- αποδεχθείσας από εμάς -- ακυρώσιμης λόγω πλάνης ένδικης δανειακής δικαιοπραξίας, Σύμβασης Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου.»

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Η δίκη τής δικαστικής διανομής 18 Jul 2023 5:00 AM (2 years ago)


Κατά την ΚΠολΔ 491 8 1 στη δίκη διανομής, με επιμέλεια του επισπεύδοντος τη συζήτηση, προσεπικαλούνται υποχρεωτικά, τρίτοι που έχουν δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας, ως και εκείνοι που έχουν επιβάλλει κατάσχεση (συντηρητική ή αναγκαστική) στη μερίδα κάποιου κοινωνού. Η ρύθμιση αυτή, με την οποία διευρύνονται τα υποκειμενικά όρια της δίκης διανομής, έχει ως δικαιολογητικό λόγο τον επηρεασμό και κατά κάποιο τρόπο τη διάπλαση των άνω δικαιωμάτων, από τη διανομή, κατά τις ΚΠολΔ 492 επ. Η προσεπίκληση δεν εκτείνεται και σε όσους έχουν δικαίωμα άλλης προσωπικής δουλείας (π.χ. οίκησης). 

Στοιχεία της αγωγής διανομής, για το ορισμένο αυτής, είναι α) η συγκυριότητα του ενάγοντος στο υπό διανομή πράγμα, β) η ύπαρξη κοινωνίας μεταξύ των διαδίκων και κατά συνέπεια και η συγκυριότητα των εναγομένων και γ) η άρνηση των εναγομένων για εξώδικη διανομή (Βλ ΑΠ 579/96 Δνη 39/549, ΕΑ 1217/2000 Δνη 41/808, ΕΑ 316/93 Δνη 37/389, ΕΑ 10085/95 Δνη 38/150, ΕΑ 6635/95 NoB 44/451, Αρμ 50/181). Εξάλλου, δεν απαιτείται η, από τον ενάγοντα, επίκληση ορισμένης αναλογίας αλλ’ αρκεί η αναφορά ότι το διανεμητέο ανήκει κατ' ιδανικά μέρη σ' αυτόν και στους εναγομένους, καθόσον υπάρχει τεκμήριο ότι τα μέρη είναι ίσα. Συναφώς, δεν απαιτείται η στην αγωγή, έκθεση του τρόπου κτήσης της συγκυριότητας του εναγομένου, γιατί η αγωγή διανομής ενέχει ομολογία του ενάγοντος ως προς την ιδιότητα του εναγομένου ως συγκυρίου. Αν όμως ο εναγόμενος αμφισβητήσει την παθητική νομιμοποίησή του, με τον ισχυρισμό ότι δεν είναι συγκύριος επί του διανεμητέου, τότε βαρύνεται ο ενάγων για τον καθορισμό του τρόπου κτήσης αυτής με τις προτάσεις του της αρχικής συζήτησης, αλλιώς η αγωγή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Ο ενάγων εφόσον στηρίζει τη συγκυριότητα του σε παράγωγο τρόπο κτήσεως, οφείλει, για να είναι ορισμένη η αγωγή του, να επικαλεσθεί, όπως και στη διεκδικητική αγωγή ακινήτου, τα στοιχεία του τρόπου της παράγωγης κτήσης της συγκυριότητας αυτού, δηλαδή τη συμβατική μεταβίβασή της με συμβολαιογραφικό έγγραφο και τη μεταγραφή αυτού (άρθρ 1033 ΑΚ) ή, σε περίπτωση κληρονομικής διαδοχής, την αποδοχή της κληρονομίας και τη μεταγραφή της δήλωση αποδοχής (συνδ. άρθρ 1193, 1198 και 1846 ΑΚ). Ο ενάγων, εφόσον ο εναγόμενος αμφισβητήσει τη συγκυριότητα του δικαιοπαρόχου τού ενάγοντος, έχει τη δυνατότητα, με τις πρωτόδικες προτάσεις της πρώτης συζήτηση, να προβεί στη συμπλήρωση της αγωγής, που θα συντελεσθεί με τον προσδιορισμό και του τρόπου κτήσης της κυριότητας ή συγκυριότητας εκ μέρους του δικαιοπαρόχου του και, αν παρίσταται ανάγκη, και των απωτέρων δικαιοπαρόχων του, ώστε να φθάσει σε κτήση κυριότητας με πρωτότυπο τρόπο. Στην αγωγή διανομής κληρονομιαίου ακινήτου ειδικότερα, πρέπει να αναφέρεται ότι ο κληρονομούμενος ήταν κύριος κληρονομιαίων, χωρίς να αρκεί απλώς μνεία, όπως στην αγωγή περί κλήρου, ότι είχε τη νομή ή την κατοχή. Επίσης, ενόψει του ότι κάθε διανομή περιέχει διάθεση, και συνεπώς προϋποθέτει κυριότητα στα διανεμητέα αντικείμενα, αναγκαίο στοιχείο της αγωγής αυτής είναι η μνεία της κυριότητας του ενάγοντος, δηλαδή της αποδοχής της κληρονομίας από αυτόν και της μεταγραφής της, χωρίς να αρκεί η επίκληση του κληρονομικού του δικαιώματος (Βλ Παπαδόπουλο, Αγωγές Κληρ Δ 461 επ, ΑΠ 1148/80 NoB 29/627, ΑΠ 801/77 NoB 26/508, ΕΘ 207/90 Αρμ 44/330 κ.ά. και περ.). Ως στοιχείο της αγωγής αρκεί και η άρνηση συναίνεσης του ενάγοντα για εξώδικη διανομή ΕΑ 895/79 NoB 27/604.  Μόνο η ύπαρξη κοινού δικαιώματος όχι και ο τρόπος παραγωγής του (ΑΠ 1061/74 NoB 23/630, ΑΠ 639/65 NOB_14/490, ΑΠ 21/63 NoB 11/636, ΕΘ 11034/81 Αρμ 36/25). Δεν είναι στοιχείο η μη συναίνεση των εναγομένων (ΕΑ 893/77 Αρμ 32/496). Πρέπει ν' αναφέρει τα γεγονότα που θεμελιώνουν ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση των διαδίκων (ΑΠ 621/80 NoB 28/1980, ΕΛ 192/71 Αρμ 26/239). Αν δε γίνει επίκληση ορισμένης αναλογίας υπάρχει τεκμήριο ότι τα μέρη είναι ίσα (785 ΑΚ) (ΑΠ 621/80 NoB 28/1980, ΑΠ 1061/74 NoB 23/630, ΕΘ 1034/81 Αρμ 36/25).  Δεν είναι αόριστη αν δεν αναφέρει τα ποσοστά του καθενός από τους ενάγοντας (ΕΘ 1034/81 Αρμ 36/25). Απαιτείται όμως η αναγραφή της συγκεκριμένης μεταβιβαστικής πράξης κυριότητας (ΕΑ 1058/81 ΑρχΝ 33/180). Βάση της αγωγής περί διανομής κοινού πράγματος είναι, κατά την έννοια των άρθρων 1113 και 700 ΑΚ σε συνδυασμό προς τα άρθρα 478 επ ΚΠολΔ, η συγκυριότητα των διαδίκων επί του διανεμητέου πράγματος. 

Ως προς την αρμοδιότητα, αρμόδιο καθ' ύλην δικαστήριο, δοθέντος ότι  στη δίκη διανομής αντικείμενο της δίκης είναι το αδιαίρετο δικαίωμα προς διανομή και όχι το διαιρετό δικαίωμα της κυριότητας, συνεπώς προσδιοριστικό στοιχείο της καθ' ύλην αρμοδιότητας του δικαστηρίου είναι η αξία του όλου υπό διανομή αντικειμένου, ακόμη και αν είναι κληρονομιαίο, και όχι του μεριδίου του ενάγοντος (. Βλ Βαθρακοκοίλη, ό.π. άρθρ 478 αρ 15, Μπέη, 1780, Μητσόπουλο, 267). Έτσι μπορεί να είναι αρμόδιο το πολυμελές ή μονομελές πρωτοδικείο ή ειρηνοδικείο.  

Αναφορικά με το δικαστικό ένσημο, κατά το άρθρ 2 παρ 3 του ν ΓΠΟΗ/1912, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρ 7 του νδ 1544/1942 και το άρθρο 11 του νδ 4189/1961 προς υπολογισμό του τέλους δικαστικού ενσήμου (αν η αξία είναι άνω των 15.000 δρχ.) η αξία του ακινήτου λογίζεται στο εικοσαπλάσιο της ετήσιας προσόδου του μεριδίου που ανήκει στον ενάγοντα (άρθρ 2 § 3 ν ΓΠΟΗ/1912, ΠΠΠρεβ 16/78 NoB 27/254, ΜΠΘ 1726/75 ΕΕΝ 43/212), ενώ κατ’ άρθρο 54Α § 5 Ν. 4174/2013, ως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 13 § 5 Ν. 4474/2017,  η αξία του αντικείμενου  στη δίκη τής διανομής για την οποία (αξία) ο ενάγων υποχρεούται σε καταβολή τέλους  δικαστικού ενσήμου που αποδεικνύεται  με την προσκόμιση (α) πιστοποιητικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. του ακινήτου και (β)  ηλεκτρονικού παράβολου της Γ.Γ.Π.Σ., σε συνδυασμό με το σχετικό παραστατικό πληρωμής του ηλεκτρονικού παράβολου της Τράπεζας, υπολογίζεται εκ μέρους του ενάγοντος με βάση το εικοσαπλάσιο της ετήσιας προσόδου του μεριδίου (ΕφΠειρ 658/2020, ΕφΘεσ 12/2013, ΕφΠατρ 279/2008, ΕφΠατρ 1142/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η διάταξη αναφέρεται στα υπό διανομή ακίνητα και συνεπώς αν πρόκειται για κινητά, ο υπολογισμός θα γίνει βάσει της πραγματικής αξίας αυτών. Αν το ακίνητο είναι απρόσοδο και πάλι υφίσταται υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου, πλην όμως ο υπολογισμός στην περίπτωση αυτή, εφόσον ο έμμεσος που ορίζει ο νόμος με βάση την πρόσοδο είναι αδύνατος, θα γίνει με βάση την πραγματική αξία του ακινήτου. 

Αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο για την αγωγή διανομής είναι, αν πρόκειται για ακίνητο το, της τοποθεσίας του ακινήτου (29), για κινητό το της κατοικίας του εναγομένου (22) ή ενός από τους περισσότερους εναγομένους (37 παρ 1), για κληρονομία το της κληρονομίας, δηλαδή το της τελευταίας κατοικίας του κληρονομουμένου (30 παρ. 1) και αν δεν αποδεικνύεται αυτή, το της τελευταίας διαμονής του, και αν δεν αποδεικνύεται και αυτή, το της πρωτεύουσας και για εταιρική περιουσία στη δωσιδικία των εταιρικών διαφορών (27 παρ 2). Αν το ακίνητο βρίσκεται στις περιφέρειες περισσότερων δικαστηρίων αρμόδια είναι όλα τα δικαστήρια και μπορεί να εισαχθεί σ' ένα απ' αυτά (28 παρ 2). Αν πρόκειται για περισσότερα ακίνητα τα οποία βρίσκονται στις περιφέρειες περισσότερων δικαστηρίων, δεν υπάρχει η δωσιδικία της πραγματικής ταυτότητας του δικαίου (37 παρ 2), αλλά θα πρέπει ν' ασκηθούν χωριστές αγωγές σε κάθε δικαστήριο για τα ακίνητα που βρίσκονται στην περιφέρειά του, χωρίς ν' αποκλείεται η άσκηση της αγωγής σ' ένα απ' αυτά βάσει της δωσιδικίας της συνάφειας (31)58. Για την υπαγωγή της αγωγής διανομής στη δωσιδικία της κληρονομίας απαιτείται η σ’ αυτή αναφορά ολόκληρης της κληρονομιάς και όχι ορισμένου κοινού ακινήτου και αν ακόμη αποκτήθηκε με κληρονομικό τίτλο. 

Αναφορικά με τα δικαστικά έξοδα στη δίκη διανομής, βαρύνουν τη διανεμητέα περιουσία, όπως κάθε δαπάνη για το κοινό πράγμα (άρθρο 794 ΑΚ), με την έννοια του καταλογισμού τους σε βάρος όλων των διαδίκων ανάλογα με το ποσοστό συγκυριότητας καθενός επί του διανεμητέου κοινού πράγματος (ΕφΘεσ 480/2021, ΕφΔυτΜακ 11/2020, ΕφΑιγ 15/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Σχετικά με την ενεργητική νομιμοποίηση, στην αγωγή διανομής ενάγων μπορεί να είναι κάθε κοινωνός (Βλ ΑΠ 117/71 NoB 16/609, ΕΑ 9622/84 NoB) ανεξάρτητα από το ποσοστό συγκυριότητάς του στο επίκοινο, και αν ακόμη δεν έχει τη νομή, δηλαδή δεν είναι νομέας ή συννομέας (Βλ Μπαλή. ΕμπρΔ παρ 117, ΚληρΔ παρ 226, 228, Ευκλ. - Παπαδ, παρ 292 σημ.  33/125), ο ψιλός κύριος (ΕΘ 1016/90 Αρμ 45/131)  ο καθολικός καταπιστευματοδόχος μετά την σ’ αυτόν αποκατάσταση της κληρονομίας, ο αγοραστής της κληρονομικής μερίδας ή αντικειμένων της κληρονομίας, ο δανειστής συγκυρίου ασκεί την αγωγή πλαγιαστικώς (72) αν έχει συμφέρον. Ο επικαρπωτής ιδανικού μεριδίου κοινού ακινήτου δεν νομιμοποιείται ενεργητικά σε άσκηση αγωγής διανομής, γιατί τη συγκυριότητα έχει ο ψιλός κύριος του ιδανικού μεριδίου. Η αγωγή όμως που ασκείται από κοινού από τον ψιλό κύριο και τον επικαρπωτή για το ίδιο ποσοστό του κοινού πράγματος δεν είναι απαράδεκτη, γιατί έτσι η παρουσία του επικαρπωτή στη δίκη διανομής καθίσταται πιο έντονη από εκείνη που θα ήταν αν γινόταν ύστερα από υποχρεωτική προσεπίκληση από εκείνον που επισπεύδει τη συζήτηση (490 παρ 2, 491 παρ 1). Νομιμοποιείται για την άσκηση της αγωγής και ο συγκύριος που δεν είναι νομέας του κοινού. Εναντίον όλων των κοινωνών στρέφεται η αγωγή, αλλιώς απορρίπτεται ως απαράδεκτη (ΟλΑΠ 321/83 NoB 31/1575, ΑΠ 797/82 NoB 31/673). Χωρίς τη συμμετοχή όλων των κοινωνών η διανομή είναι απολύτως και καθολικώς άκυρη (ΑΠ 703/78 NoB27/531). Συνδέονται μεταξύ τους με σχέση αναγκαστικής ομοδικίας (ΑΠ 89/73 NoB 21/769, ΕΘ 2/71 Αρμ 25/487). Αν η επίδοση της αγωγής είναι εκπρόθεσμη για ένα από τους εναγόμενους, η συζήτηση είναι απαράδεκτη για όλους (ΠΠΚαστ 216/74 ΑρχΝ 25/571).

Ως προς τον τρόπο λύσης της κοινωνίας, δηλαδή το αν η λύση αυτή θα γίνει με αυτούσια διανομή ή με πώληση δια πλειστηριασμού, δεν εντάσσεται στο αίτημα της αγωγής, αλλ' ανήκει στις εξουσίες του δικαστηρίου. Τούτου δοθέντος, αίτημα της αγωγής διανομής κοινού πράγματος αποτελεί η λύση της κοινωνίας, ο δε τρόπος λύσης της κοινωνίας, δηλαδή το αν η λύση αυτής θα γίνει με αυτούσια διανομή ή με πώληση με πλειστηριασμό, δεν περιλαμβάνεται στο αίτημα της αγωγής διανομής, αλλά ανήκει στην κυριαρχική εξουσία του Δικαστηρίου (ΑΠ 555/2017, ΑΠ 913/2011, ΑΠ 1309/2005, ΑΠ 763/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). 

Περαιτέρω, η αγωγή διανομής, ως μικτή αγωγή, καθόσον μετέχει της φύσης και της προσωπικής και της εμπράγματης αγωγής, αφού έχει αφενός μεν εκ των προτέρων εναγόμενο και επιδιώκει την ικανοποίηση αξίωσης παροχής από την κοινωνία, η οποία φέρει το νομικό χαρακτήρα της ενοχής και αφετέρου γιατί δεν έχει ορισμένο εκ των προτέρων εναγόμενο, αλλ' εκείνον, ο οποίος θα συμβεί να είναι συγκοινωνός κατά την άσκηση της αγωγής και επιδιώκει τη διανομή του κοινού πράγματος, εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων, αν αφορά ακίνητο (Βλ Βαθρακοκοίλη, ό.π. αρ 29, ΑΠ 1821/84 ΕΕΝ 1986/739),  για το παραδεκτό της οποίας αντίγραφό της πρέπει να  καταχωρηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρ. 220 § 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρ. 12 §§ 1 περ. ιβ και 5 Ν. 2664/1998, εντός 30 ημερών από την κατάθεσή της, στο τηρούμενο κτηματολογικό φύλλο του επίδικου ακινήτου με ΚΑΕΚ στο οικείο Κτηματολογικό Γραφείο στο οποίο πρέπει να αναγράφεται και ο αριθμό καταχώρισης στο  πιστοποιητικό καταχώρισης εγγραπτέας πράξης του προϊσταμένου του Κτηματολογικού Γραφείου με τον σχετικό αριθμό πρωτοκόλλου του εγγράφου. Η μη εγγραφή της επιφέρει απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης και αυτεπαγγέλτως, ενώ η μη κήρυξη του απαράδεκτου αυτού εμπίπτει στο λόγο αναίρεσης του άρθρ 559 αρ 14. Αν πρόκειται για τη διανομή περισσότερων ακινήτων απαιτείται εγγραφή στα βιβλία διεκδικήσεων της περιφέρειας κάθε ακινήτου.

Η αγωγή διανομής υπόκειται στην τακτική διαδικασία με παράλληλη εφαρμογή των ειδικών διατάξεων των άρθρ 478 επ ΚΠολΔ. Για το παραδεκτό της συζήτησής της, αφενός ο ενάγων οφείλει να  καταθέσει με τις προτάσεις του ενημερωτικό έγγραφο περί δυνατότητας διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, υπογεγραμμένο από αυτόν και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρ. 3 § 2 Ν. 4640/2019, δοθέντος ότι πρόκειται για αγωγή κατατεθείσα μετά την 30.11.2019, και το από 29.12.2020 πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης, σύμφωνα με το άρθρ. 6 § 1 Ν. 4640/2019, δοθέντος ότι πρόκειται για αγωγή κατατεθείσα μετά την 01.07.2020 (άρθρ. 74 § 14 Ν. 4690/2020). Η υπαγωγή στην τακτική διαδικασία δεν εμποδίζει την αντικειμενική σώρευση ούτε την ανταγωγή για διαφορές, που δεν εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις, όπως οι από δαπάνες συντήρησης του κοινού πράγματος (ΕΘ 211/73 NoB 22/75).

Ως προς την εκτελεστότητα της απόφασης λεκτέο ότι, από τον χαρακτήρα της δικαστικής απόφασης για τη διανομή έπεται ότι δεν υπόκειται αυτή σε αναγκαστική εκτέλεση γιατί ναι μεν ορίζεται στο άρθρ 904 ΚΠολΔ ότι μεταξύ των εκτελεστών τίτλων είναι και αι «τελεσίδικοι ως και οι προσωρινώς εκτελεστές αποφάσεις κάθε ημεδαπού δικαστηρίου» πλην όμως είναι αυτονόητο ότι μόνον οι καταδικαστικές αποφάσεις εκτελούνται αναγκαστικά, ενώ αντιθέτως δεν δύναται να νοηθεί εκτέλεση αναγνωριστικής ή διαπλαστικής απόφασης εφόσον δεν πρόκειται για αναγκαστική είσπραξη δικαστικών δαπανών που τυχόν επιδικάστηκαν με τέτοιες αποφάσεις. Συνεπώς και αν ακόμη κατακρατείται από κάποιο διάδικο το μερίδιο που έλαχε σε άλλο συνεπεία δίκης περί διανομής, δεν δύναται να εκβιαστεί η απόδοση με αναγκαστική εκτέλεση η δε αξίωση του δικαιούχου για απόδοση θα αποτελέσει στην περίπτωση αυτή αντικείμενο αυτοτελούς δίκης. Τούτο είναι λογική συνέπεια του ότι η τυχόν κατακράτηση της κυριότητας δεν αποτελεί αντικείμενο έρευνας στη περί διανομής δίκη για το λόγο ότι επί αυτής εκδιδόμενη απόφαση, με την οποία δημιουργείται πρώτον νέα κυριότητα των διαδίκων, ουδεμία περιέχει διάταξη καταδικαστική (Βλ ΕΘ 834/94 Δνη 37/159, ΕΠειρ 918/96 Δνη 38/857, ΠΠΑΘ 6885/92 Δνη 34/414, ΠΠΚαρδ 124/92 Αρμ 47/29).

Το Δικαστήριο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 481 αριθμ.2 εδάφ. α΄ του ΚΠολΔ, μπορεί για την εξίσωση άνισων μερών, να αποφασίσει ότι οι κοινωνοί που λαμβάνουν ορισμένα μέρη θα καταβάλουν σε άλλους κοινωνούς ορισμένο χρηματικό ποσό, που έχει αποζημιωτικό χαρακτήρα. Η διάταξη αυτή αναφέρεται στη δυνατότητα εξίσωσης άνισων μερών, όταν η διανομή πρέπει να γίνει με το σχηματισμό ίσων μερών, ώστε κάθε κοινωνός να λάβει ανάλογα με τη μερίδα του τέτοια (ίσα) μέρη. Ωστόσο, ενόψει του σκοπού της, ο οποίος συνίσταται στη διευκόλυνση της αυτούσιας διανομής, είναι αναλόγως εφαρμοστέα και στην περίπτωση που, κατά το άρθρο 486 παρ.2 του ΚΠολΔ, γίνεται επιδίκαση από το Δικαστήριο άνισων μερών, αντίστοιχων προς το μέγεθος των μερίδων των κοινωνών, οπότε δεν αποκλείεται να υποχρεωθούν ορισμένοι κοινωνοί να καταβάλουν σε άλλους χρηματικό ποσό, προς εξίσωση της αξίας των άνισων μερών, όχι μεταξύ τους, αλλά προς την αξία των μερίδων των κοινωνών (ΑΠ 211/2019, ΑΠ 36/2018, ΑΠ 1022/2013, ΑΠ 115/2011, ΑΠ 981/2010, ΑΠ 2230/2009, ΑΠ 837/2007, όλες δημ. στην επίσημη ιστοσελίδα του ΑΠ). Σε κάθε περίπτωση, αυτούσια διανομή δεν μπορεί να γίνει με τη λήψη μόνο χρηματικού ποσού από κάποιο κοινωνό, παρά μόνο στις προβλεπόμενες από τα άρθρα 483 του ΚΠολΔ και 1889 του ΑΚ περιπτώσεις, της διανομής κοινής επιχείρησης και της επιδίκασης στη σύζυγο του κληρονομουμένου ακινήτου που χρησίμευε ως οικογενειακή στέγη, αλλά ούτε συγχωρείται, αν δεν συντρέχει τέτοια εξαιρετική περίπτωση, κάποιος κοινωνός να λάβει τη μερίδα του κυρίως σε χρήμα, αφού έτσι καταλύεται η έννοια της αυτούσιας διανομής. Θα πρέπει συνεπώς το χρηματικό ποσό που ορίζεται να λάβει κάποιος κοινωνός να αποτελεί συμπλήρωμα απλώς του αυτούσιου μέρους του κοινού που λαμβάνει, να είναι δηλαδή σημαντικά μικρότερο από την αξία του μέρους που λαμβάνει είτε με κλήρωση, είτε με απονέμηση (ΑΠ 837/2007 δημ. στη ΝΟΜΟΣ). Τέλος, από τη διάταξη του άρθρου 486 παρ.2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 216 παρ.1, 219 παρ.1, 223 και 224 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι η προβλεπόμενη από την ως άνω διάταξη αυτούσια διανομή με απονεμητική κατανομή, προϋποθέτει, κατά την ίδια διάταξη, σχετικό (αυτοτελές) αίτημα του κοινωνού, το οποίο μπορεί να υποβληθεί και με τις προτάσεις οποιουδήποτε από τους συγκύριους διαδίκους κατά την πρώτη στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο συζήτηση της αγωγής περί διανομής, διαφορετικά είναι απορριπτέο ως απαράδεκτο (ΑΠ 1588/2008, ΑΠ 1602/2008, ΑΠ 256/2007 ΝΟΜΟΣ), αφού το δικαστήριο δεν έχει την δυνατότητα να επιλέξει αυτεπαγγέλτως τον εν λόγω τρόπο διανομής, αλλά επιλαμβάνεται σχετικώς μόνον κατόπιν ρητού αντίστοιχου, και με τις (πρωτόδικες) προτάσεις υποβαλλόμενου, αιτήματος κοινωνού, ενώ το εν λόγω αίτημα μπορεί να υποβληθεί παραδεκτά και κατά την επαναλαμβανόμενη, κατ΄ άρθρο 254 παρ.1 του ΚΠολΔ , συζήτηση της υπόθεσης στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, η οποία θεωρείται συνέχεια της προηγουμένης, με την έννοια ότι πρόκειται για δύο συνεχόμενα δικονομικά στάδια που συνθέτουν μία και μόνη συζήτηση, ένα αδιάσπαστο δικονομικό σύνολο (ΕφΑιγ 15/2019 , ΕφΑθ 2760/ 2013, αμφ. δημ. στη ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, από το άρθρο 482 παρ.2 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι σε περίπτωση αυτούσιας διανομής, κρίσιμος χρόνος για τον υπολογισμό της αξίας των μερών είναι εκείνος της συζήτησης, η οποία διεξάγεται μετά την αποδεικτική διαδικασία, όταν το Δικαστήριο εκδίδει την οριστική του απόφαση για τη διαίρεση των αντικειμένων της κοινωνίας στα αντίστοιχα μέρη που θα διανεμηθούν (ΑΠ 1735/2011 δημ. στη ΝΟΜΟΣ).

Τέλος, α) σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ.1 του ν.δ. 690/1948 , η οποία είχε καταργηθεί με το άρθρο 3 παρ.1 του α.ν. 625/1968, αλλά επαναφέρθηκε σε ισχύ με το άρθρο 6 του ν. 651/1977 (άρθρο 417 παρ.1 του π.δ. της 14/27-7-1999 "Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας"), η οποία εφαρμόζεται και επί δικαστικής διανομής, απαγορεύεται η μεταβίβαση της κυριότητας οικοπέδων που συνεπάγεται τη δημιουργία μη άρτιων οικοπέδων είτε κατά το ελάχιστο εμβαδόν, είτε κατά το ελάχιστο πρόσωπο, είτε κατά το βάθος, ενώ σύμφωνα με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου (παράγραφος 4 άρθρου 417 του π.δ. της 14/27-7-1999) κάθε δικαιοπραξία εν ζωή ή αιτία θανάτου που έχει αντικείμενο μεταβίβαση κυριότητας που απαγορεύεται από την προηγούμενη παράγραφο είναι αυτοδικαίως και εξ’ υπαρχής απολύτως άκυρη και β) κατά μεν το άρθρο 1 παρ.1 περ.α` του από 24/31-5-1985 Π.Δ/τος, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ.1 του ν.3212/2003 , τα γήπεδα που ευρίσκονται εκτός των ρυμοτομικών σχεδίων των  πόλεων, κωμών ή οικισμών ή εκτός των ορίων των νομίμως υφισταμένων προ του έτους 1923 οικισμών είναι άρτια και οικοδομήσιμα μόνον αν έχουν ελάχιστο εμβαδόν 4.000 τετραγωνικά  μέτρα και ελάχιστο πρόσωπο επί κοινοχρήστου οδού είκοσι πέντε (25) μέτρων, κατά δε το 23 παρ.3 του ίδιου ν.3212/2003 «η περίπτωση α` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του από 24/31-5-1985 Π.Δ/τος όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρου 10 του νόμου αυτού, δεν ισχύει για γήπεδα που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού», δηλαδή την 31-12-2003. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι η αυτούσια διανομή επικοίνου ακινήτου δια κατατμήσεως αυτού σε μικρότερα ακίνητα ανάλογα προς τις μερίδες των συγκυρίων  είναι κατά νόμο δυνατή και επιτρεπτή όταν τα δημιουργούμενα μικρότερα ακίνητα είναι άρτια και  οικοδομήσιμα ως έχοντα το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις ελάχιστο εμβαδόν, ελάχιστο πρόσωπο επί κοινοχρήστου οδού και ελάχιστο βάθος. Έτσι, αν το επίκοινο ακίνητο ευρίσκεται εκτός ρυμοτομικού σχεδίου ή εκτός των ορίων νομίμως υφισταμένου προ του έτους 1923 οικισμού, τότε η αυτούσια διανομή αυτού δια κατατμήσεως σε μικρότερα γεωτεμάχια ανάλογα προς τις μερίδες των συγκυρίων, είναι κατά νόμο δυνατή και επιτρεπτή όταν τα δημιουργούμενα γεωτεμάχια είναι άρτια και οικοδομήσιμα σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες γενικές διατάξεις και συγκεκριμένα όταν έχουν εμβαδόν τέσσερα (4) στρέμματα και από 1-1-2004 ελάχιστο πρόσωπο επί κοινοχρήστου δρόμου είκοσι πέντε (25) μέτρων. Δηλαδή η ως άνω απαίτηση προσώπου δεν ισχύει για γήπεδα εκτός σχεδίου που έχουν κατατμηθεί πριν την 31-12- 2003 και έχουν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις κατά κανόνα ή κατά παρέκκλιση αρτιότητας, που  ισχύουν στην περιοχή του ακινήτου (ΑΠ 1124/2017, ΑΠ 515/2013, αμφ. δημ. στην επίσημη ιστοσελίδα του ΑΠ).

Το δικόγραφο τής αγωγής εδώ 


Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Αναστολή πλειστηριασμού κατ'άρθρο άρθρο 18 ν. 4728/2020 από την υποβολή της αίτησης της διαδικασίας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) και μέχρι την με οποιοδήποτε τρόπο περάτωση της διαδικασίας 2 Jul 2023 10:02 AM (2 years ago)



Από την υποβολή της αίτησης της διαδικασίας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4728/2020 στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) και μέχρι την με  ο π ο ι ο ν δ ή π ο τ ε  τρόπο  π ε ρ ά τ ω σ η  της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 16, ακόμα και αν  δ ε ν  υπογραφεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, οπότε τυπικά (όχι όμως και ουσιαστικά) η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη,   α ν α σ τ έ λ λ ο ν τ α ι   η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη, εφόσον  δ ε ν  καταλαμβάνει την διενέργεια πλειστηριασμού, ο οποίος έχει προγραμματισθεί εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης από τον οφειλέτη.

Στο νόμο 4738/2020 (ΦΕΚ (ΦΕΚ Α` 207/27.10.2020) Ά που ισχύει από 1-6-2021, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση των άρθρων 16 και 18 με το άρθρο 84 του ν. 4821/2021 (ΦΕΚ A 134/31.07.2021, ορίζονται τα εξής: «Άρθρο 8: 1. Η αίτηση για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών υποβάλλεται από τον οφειλέτη ηλεκτρονικά στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) με τη χρήση της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Εξωδικαστικής Ρύθμισης Οφειλών του άρθρου 29. Τα δεδομένα του οφειλέτη τηρούνται στη βάση δεδομένων της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. για τρία (3) χρόνια από τη λήξη της εκτέλεσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Αν η αίτηση του οφειλέτη δεν καταλήξει σε σύμβαση αναδιάρθρωσης, τα δεδομένα του διαγράφονται από το ηλεκτρονικό αρχείο της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. τρία (3) χρόνια μετά την υποβολή τους. Η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. ορίζεται ως υπεύθυνος και ως εκτελών την τήρηση και την επεξεργασία των ανωτέρω δεδομένων σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων). 2. Το Δημόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή οι χρηματοδοτικοί φορείς μπορούν ως πιστωτές να κινήσουν τη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών κοινοποιώντας στον οφειλέτη με ηλεκτρονική επιστολή ή με δικαστικό επιμελητή ή με συστημένη επιστολή ή με ισοδύναμου τύπου ταχυδρομική επιστολή ή αυτοπρόσωπη παράδοση, εφόσον διασφαλίζονται με ισοδύναμο τρόπο η επιβεβαίωση αποστολής, παραλαβής και εμπιστευτικότητας, πρόσκληση για την εξωδικαστική αναδιάρθρωση των οφειλών του θέτοντας προθεσμία για την υποβολή της αίτησης της παρ. 1 έως 45 ημερολογιακές ημέρες. Η πρόσκληση του προηγούμενου εδαφίου κοινοποιείται με επιμέλεια του πιστωτή και στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Η μη υποβολή αίτησης από τον οφειλέτη εντός της ανωτέρω προθεσμίας συνεπάγεται την αυτοδίκαιη περάτωση της διαδικασίας και αξιολογείται σε περίπτωση μεταγενέστερης υποβολής αίτησης του παρόντος άρθρου από τον οφειλέτη. 3. Η υποβολή πρόσκλησης της παρ. 2 ανήκει στη διακριτική ευχέρεια κάθε φορέα.». «Άρθρο 16: Αν δεν υπογραφεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη. Η προθεσμία αυτή ισχύει και στην περίπτωση υποβολής σε διαμεσολάβηση, σύμφωνα με το άρθρο 15. Σε περίπτωση που τίθεται από αρμόδια υπηρεσία προθεσμία θεραπείας κατά την περ. δτης παρ. 2 του άρθρου 21, η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται για δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες. Σε κάθε περίπτωση, εντός της προθεσμίας του παρόντος άρθρου, οι συμμετέχοντες πιστωτές, που είναι χρηματοδοτικοί φορείς, έχουν τη δυνατότητα να απορρίψουν την αίτηση του οφειλέτη και να μην καταθέσουν πρόταση ρύθμισης. Με την κοινοποίηση της απόρριψης η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης περαιώνεται άμεσα ως άκαρπη. Για το πρώτο έτος εφαρμογής του νόμου, εάν στην κατά τα ανωτέρω δίμηνη προθεσμία μεσολαβεί ο μήνας Αύγουστος, εφαρμόζεται αναλογικά η παρ. 2 του άρθρου 147 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Α182, π.δ. 503/1985) και το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν συνυπολογίζεται.». « Άρθρο 18: Από την υποβολή της αίτησης και μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο περάτωση της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 16, αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη, καθώς και η ποινική δίωξη για τα αδικήματα του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α43) και του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α136) αναφορικά με της οφειλές των οποίων ζητείται η ρύθμιση. Για το πρώτο έτος εφαρμογής του νόμου, εάν συντρέξει περίπτωση αναστολής της προθεσμίας για το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου, σύμφωνα με το άρθρο 16, το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν συνυπολογίζεται στην αναστολή. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παρ. 2 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα. Η αναστολή της παρούσας δεν καταλαμβάνει την διενέργεια πλειστηριασμού, ο οποίος έχει προγραμματισθεί εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης από τον οφειλέτη, καθώς και οποιαδήποτε διαδικαστική ενέργεια προπαρασκευαστική της διενέργειας πλειστηριασμού από ενέγγυο πιστωτή (περιλαμβανομένης και της κατάσχεσης). Η αναστολή παύει με την τυχόν κοινοποίηση προς τον οφειλέτη της απόφασης μη υποβολής πρότασης συμφωνίας αναδιάρθρωσης ή με την καθοιονδήποτε τρόπο απόρριψη της αίτησης.».

Σε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης με την οποία ζητήθηκε να ανασταλεί ο πλειστηριασμός παρότι είχε παρέλθει εξάμηνο από την υποβολή της αίτησης της διαδικασίας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) και ως εκ τούτου   η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών δεν υπογράφηκε εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, οπότε τυπικά η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη, η 153/2022 ΜΠΡ ΠΑΤΡ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) είπε ότι, 

《 Από τα αντίγραφα των αιτήσεων που προσκομίζουν οι αιτούντες, αυτές δεν έχουν υποβληθεί ακόμα, έξι μήνες μετά την υποβολή τους σε επεξεργασία, ενώ οι ως άνω αιτήσεις δεν έχουν περιέλθει σε γνώση της καθης Τράπεζας ώστε η τελευταία να υποβάλει πρόταση ρύθμισης της οφειλών των καθων σε αυτή. Η καθης ισχυρίζεται ότι η διαδικασία ρύθμισης των οφειλών των αιτούντων έχει περατωθεί, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 16 του ν. 4738/2022 επειδή έχει παρέλθει χρονικό διάστημα δύο μηνών από την υποβολή της χωρίς να έχει υπογραφεί σύμβαση αναδιάρθρωσης. Ο ισχυρισμός αυτός της καθης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, γιατί πιθανολογείται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, η επεξεργασία των αιτήσεων που έχουν υποβάλει οι αιτούντες, ούτε έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία που προβλέπεται στη με αριθμό 76219 ΕΞ 2021 (ΦΕΚ Β` 2817/30.06.2021) ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομικών, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Επικράτειας, στην οποία εξειδικεύονται τα στάδια της διαδικασίας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας. Η μη ολοκλήρωση δε της διαδικασίας, ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για περάτωση της διαδικασίας αυτής, δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα των αιτούντων, αλλά σε αδυναμία της ηλεκτρονικής πλατφόρμας να διαχειριστεί και να επεξεργαστεί το μεγάλο όγκο των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί. Εξάλλου από τις αιτήσεις που προσκομίζουν οι αιτούντες πιθανολογείται ότι αυτοί είναι επιλέξιμοι, ήτοι ότι μπορούν να υπαχθούν στην εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών τους σύμφωνα με τους όρους του ν. 4738/2020. Το αν θα επιτευχθεί εν τέλει η υπογραφή σύμβασης αναδιάρθρωσης εξαρτάται από τις εκατέρωθεν προτάσεις τόσο των αιτούντων, όσο και των πιστωτών. Περαιτέρω, όπως προελέχθη στο άρθρο 18 του ν. 4738/2020 προβλέπεται ότι από την υποβολή της αίτησης και μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο περάτωση της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 16, αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη αναφορικά με της οφειλές των οποίων ζητείται η ρύθμιση και ότι η αναστολή παύει με την τυχόν κοινοποίηση προς τον οφειλέτη της απόφασης μη υποβολής πρότασης συμφωνίας αναδιάρθρωσης ή με την καθοιονδήποτε τρόπο απόρριψη της αίτησης. Στην προκειμένη περίπτωση επισπεύδεται από την καθης αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος των αιτούντων, όπως προελέχθη, για οφειλές τους για τις οποίες ζητείται η ρύθμιση με τις ως άνω υποβληθείσες αιτήσεις τους ενώ από κανένα στοιχείο δεν πιθανολογείται ότι έχει κοινοποιηθεί προς αυτούς (αιτούντες) απόφαση μη υποβολής πρότασης συμφωνίας αναδιάρθρωσης ή ότι έχει καθοιονδήποτε τρόπο απορριφθεί η αίτησή τους. Επομένως συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι προϋποθέσεις αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος τους από την καθης με την από 3-1-2022 δήλωση συνέχισης ηλεκτρονικού πλειστηριασμού της καθης προς την υπάλληλο του πλειστηριασμού πιστοποιημένη συμβολαιογράφο Πατρών ..... για την οποία συντάχθηκε η με αριθμό .../25-1-2022 πράξη δήλωσης - εντολής επίσπευσης ματαιωθέντος πλειστηριασμού της ως άνω συμβολαιογράφου για τη διενέργεια πλειστηριασμού την 18-2-2022, από ώρα 10:00 έως ώρα 12:00 ενώπιον της ως άνω συμβολαιογράφου ή, σε περίπτωση κωλύματος της, ενώπιον του νόμιμου πιστοποιημένου αναπληρωτή της. Εξάλλου πιθανολογείται με την επισπευδόμενη εκτέλεση και τυχόν ευδοκίμηση του πλειστηριασμού οι αιτούντες θα απωλέσουν την ακίνητη περιουσία τους, στην οποία περιλαμβάνεται και η πρώτη κατοικία τους, πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης των οφειλών τους, γεγονός που θα τους προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι πιθανολογείται η ύπαρξη επείγουσας περίπτωσης, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ως και βάσιμη κατουσίαν και να ανασταλεί η επισπευδόμενη σε βάρος των αιτούντων αναγκαστική εκτέλεση έως την κοινοποίηση προς τους αιτούντες της απόφασης μη υποβολής πρότασης συμφωνίας αναδιάρθρωσης επί των με αριθμούς ../1-8-2021 και ../1-8-2021 αιτήσεων που έχουν υποβάλει ηλεκτρονικά, σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4728/2020 στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) ή με την καθοιονδήποτε τρόπο απόρριψη των αιτήσεων αυτών.》

Ομοίως και οι αποφάσεις υπ' αριθμ. 157/2022 του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων και 7529/2022 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών - το Εφετείο Ιωαννίνων ανέστειλε πλειστηριασμό (με το ίδιο ανωτέρω σκεπτικό) που είχε οριστεί για τις 8.6.2022, καθώς δεν είχε ολοκληρωθεί ακόμη η διαδικασία του εξωδικαστικού που είχε ξεκινήσει με την υποβολή σχετικής αίτησης στις 7.3.2022. Στην εν λόγω απόφαση το πιστωτικό ίδρυμα προέβαλε τον ισχυρισμό ότι, λόγω παρέλευσης διμήνου από την οριστική υποβολή της αίτησης, είχε ήδη περατωθεί η διαδικασία του εξωδικαστικού, ισχυρισμός που απορρίφθηκε από το δικαστήριο "ως αβάσιμος, γιατί πιθανολογείται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, η επεξεργασία της αίτησης που έχουν υποβάλει οι αιτούντες, ούτε έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία που προβλέπεται στη με αριθμό 76219 ΕΞ 2021 (ΦΕΚ Β2817/30.06.2021) ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομικών, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Επικράτειας, στην οποία εξειδικεύονται τα στάδια της διαδικασίας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας". 

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Ἡ κόπρος τοῦ Αὐγεία: ἡ 7211/2023 ἀπόφαση τοῦ Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ἤλιδος ἐπί τῆς ἀγωγής Ἡρακλέους κατά Αὐγεία 19 Feb 2023 8:52 AM (2 years ago)

 

ΜΟΝΑΡΧΊΑ ΉΛΙΔΟΣ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΛΙΔΑΣ

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΤΜΗΜΑ  


                                    

                                           ΑΠΟΦΑΣΗ

      ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΉΛΙΔΑΣ

                                 ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

         

               ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές, Νίκη Αστερή, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Σοφία Καραγεωργίου, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια και Σπυρίδωνα Καποδίστρια, Πρωτοδίκη, οι οποίοι ορίσθηκαν από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Ήλιδας και από το Γραμματέα Ασημάκη Οικονομόπουλο.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του, την ἔνη φθίνοντος Ποσιδεῶνος   Β΄, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 21η Ιανουαρίου 2023), για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

             ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: Ἡρακλέους, τοῦ Δία και τῆς Ἀλκμήνης, κάτοικος Ηλυσίων Πεδίων, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Ἀθανασίου Ἀλαμπάση (ΑΜ ΔΣΑ 024778), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

            ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Αὐγεία, βασιλεὺς Ἤλιδος, τοῦ Ποσειδῶνος καί τῆς Ὑρμίνης, κάτοικος ανακτόρων Ἤλιδος, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Δημητρίου Ηλιού, προέδρου τού Δικηγορικού Συλλόγου Ήλιδας (ΑΜ ΔΣH 4779), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από πρώτη ἱσταμένου Θαργηλίωνος, 1ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 1η Μαΐου 2022) και με γενικό αριθμό κατάθεσης  ΓΑΚ 88518/2022 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου  ΑΚΔ 2436/2022 αγωγή, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο ἔνη φθίνοντος Ποσιδεῶνος Β΄, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 21η Ιανουαρίου 2023).

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω, και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΈΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

I. Επειδή, τα υποκείμενα του Δικαίου, δηλαδή οντότητες στις οποίες απευθύνονται οι κανόνες του δικαίου είναι τα πρόσωπα. Τα πρόσωπα είναι τα υποκείμενα των έννομων σχέσεων (δηλ. των σχέσεων που ρυθμίζονται από το δίκαιο και από πρόσωπα τις οποίες απορρέουν δικαιώματα και υποχρεώσεις). Τα πρόσωπα είναι υποκείμενα των δικαιωμάτων και οι φορείς των υποχρεώσεων. «Πρόσωπο» είναι το υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων· κατά τη διάταξη της ΑΚ 34,  κάθε πρόσωπο έχει ικανότητα δικαίου, ικανότητα δηλ. να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Κάθε άνθρωπος και μόνον ο άνθρωπος (όχι άλλα έμψυχα όντα) είναι φυσικό πρόσωπο. Το πρόσωπο αρχίζει να υπάρχει από τη στιγμή που θα γεννηθεί ζωντανό και παύει με το θάνατό του ή την αφάνεια.

II. Επειδή, παράβαση των ερμηνευτικών κανόνων των δικαιοπραξιών, που περιέχονται στα άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ, υφίσταται, όταν το δικαστήριο της ουσίας είτε προσέφυγε στους ερμηνευτικούς αυτούς κανόνες προς συμπλήρωση ή ερμηνεία της δικαιοπραξίας, μολονότι δέχθηκε, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας ΑΠ 355/2007, ΑΠ 1365/2005, ΑΠ 426/2010), κατά την ανέλεγκτη, προς αυτό, κρίση του (ΑΠ 1749/2005), είτε παρέλειψε να προσφύγει στους ίδιους ερμηνευτικούς καvόvες, καίτοι ανέλεγκτα, επίσης, διαπίστωσε την ύπαρξη κενού ή ασάφειας στις δηλώσεις βουλήσεως των δικαιοπρακτούντων, οι οποίες έχρηζαν έτσι κατάλληλης συμπλήρωσης ή ερμηνείας με εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ (ΑΠ 416/1993, ΑΠ185/2004, ΑΠ 1503/2005, ΑΠ 832/2009, ΑΠ 574/2010). Προσφυγή πάντως στις διατάξεις αυτές υπάρχει, έστω και αν αυτές δεν κατονομάζονται ρητά στην απόφαση, εφόσον, από το περιεχόμενο της απόφασης προκύπτει ότι το δικαστήριο, αναζητώντας την αληθινή βούληση των συμβαλλομένων, προσέφυγε τελικά στους ερμηνευτικούς κανόνες των άρθρ. 173 και 200 ΑΚ (ΑΠ 355/2004). Η διαπίστωση, εξάλλου, από το δικαστήριο της ουσίας κενού ή ασάφειας στη δικαιοπραξία δεν είναι αναγκαίο να αναφέρεται ρητά στην απόφασή του, αλλά αρκεί να προκύπτει και έμμεσα απ’ αυτή, όπως συμβαίνει όταν, παρά την έλλειψη σχετικής διαπίστωσης στην απόφαση, το δικαστήριο της ουσίας προέβη σε συμπλήρωση ή ερμηνεία της δικαιοπραξίας, γεγονός που αποκαλύπτει ακριβώς ότι το δικαστήριο αντιμετώπισε κενό ή ασάφεια στις δηλώσεις βουλήσεως των δικαιοπρακτούντων, που το ανάγκασαν να καταφύγει στη συμπλήρωση ή ανάλογα στην ερμηνεία τους (ΑΠ 311/1993 215/2005). Ιδίως αυτό συμβαίνει όταν το δικαστήριο προβαίνει στο συσχετισμό των όρων της σύμβασης, στη λήψη στοιχείων εκτός της σύμβασης ή αντλεί επιχειρήματα από το σκοπό της (ΑΠ 541/2002, 80/2004, 557/2004, 1258/2004). Παράβαση των ερμηνευτικών κανόνων των άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ συνιστά και η εσφαλμένη εφαρμογή τους, με την έννοια της ευθείας κατ’ αρχήν παράβασης των κανόνων αυτών στην περίπτωση που το σχετικό πόρισμα, στο οποίο κατέληξε το δικαστήριο ως προς την ερμηνεία ή τη συμπλήρωση της δικαιοπραξίας, δεν είναι σύμφωνο με την καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη (ΑΠ 1580/1995, 832/2009, 715/2010). Οι ίδιοι κανόνες παραβιάζονται όμως και εκ πλαγίου στην περίπτωση που δεν εκτίθενται στην απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας με σαφήνεια και πληρότητα όλα τα πραγματικά περιστατικά που διαπιστώθηκαν για τους σκοπούς της ερμηνείας ή της συμπλήρωσης της δικαιοπραξίας (ΟλΑΠ 26/2004, ΑΠ 386/2004) και ιδίως, η διατύπωση της δήλωσης βουλήσεως (ΑΠ 416/1993, 597/2005, 838/2005) ή όταν στην απόφαση δεν, διευκρινίζεται και ούτε προκύπτει αν υπήρχε ή όχι κενό ή ασάφεια στη δικαιοπραξία και επομένως ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας της, την οποία ωστόσο το δικαστήριο πραγματοποίησε ή αναλόγως παρέλειψε να πραγματοποιήσει (ΑΠ 1365/2005, 426/2010), οπότε η απόφασή του στερείται νόμιμης βάσης και υπόκειται στο λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 19 του άρθρ. 559 ΚΠολΔ (ΑΠ 683/2010,1093/2011,1665/2014).

III. Επειδή, κατά το άρθρο 21 του ΠΚ, προσταγή είναι η πράξη την οποία κάποιος εκτελεί στα πλαίσια διαταγής  που του έδωσε, σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους, η αρμόδια Αρχή. Η πράξη που εκτελεί ο προστασσόμενος (π.χ. αστυνομικό όργανο) είναι αποτέλεσμα προσταγής της οποίας την εκτέλεση δεν  μπορεί να αρνηθεί, ούτε να ελέγξει την νομιμότητά της, παρά μόνο να την εκτελέσει, οπότε ο προστασσόμενος πράττει εντός των πλαισίων της προσταγής, δηλαδή νόμιμα. Συναφώς, η προσταγή αποτελεί στην ουσία μία έκφραση βουλήσεως, που προέρχεται από ένα ιεραρχικό ανώτερο όργανο το οποίο εντάσσεται στο πλαίσιο ιεραρχίας που διέπει την συγκεκριμένη Αρχή-Υπηρεσία κατά τρόπο εξουσιαστικό-επιτακτικό. Συγκεκριμένα η προσταγή πρέπει να εξυπηρετεί τον σκοπό της αυτής Υπηρεσίας. Εσωτερικά τής Υπηρεσίας τώρα, ο προστάσσων  οφείλει να ενεργεί στα πλαίσια της υλικής και της τοπικής του αρμοδιότητας. Δηλαδή να έχει οριστεί νόμιμα ως ο αρμόδιος της συγκεκριμένης προσταγής και να ενεργεί στο πλαίσιο της εδαφικής περιφέρειας που έχει οριστεί ως τομέας ευθύνης του (intra legem | Νομικός ιστότοπος έρευνας του δικαίου, Προσταγή).

Περαιτέρω, ως προς την άσκηση δημόσιας εξουσίας διαμορφώθηκαν δύο σχολές: η ακραιφνής γαλλική, κατά την οποία θεμέλιο του διοικητικού δικαίου είναι η δημόσια υπηρεσία υπό λειτουργική έννοια (école du service public, Léon Duguit), και η γερμανική, που επηρέασε μία μερίδα της γαλλικής επιστήμης, κατά την οποία θεμέλιο του διοικητικού δικαίου είναι η δημόσια εξουσία (école de la puissance publique, Maurice Hauriou). Κατά την πρώτη άποψη, η δημόσια διοίκηση είναι θεμελιωμένη στην ιδέα της δημόσιας προσφοράς, υπάρχει και οργανώνεται σε δημόσιες υπηρεσίες προκειμένου να υπηρετήσει την κοινωνία και το δημόσιο συμφέρον. Κατά τη δεύτερη άποψη, ο ακρογωνιαίος λίθος του διοικητικού δικαίου είναι η δημόσια εξουσία και η επιβολή της στους ιδιώτες. Δεν ενδιαφέρει ποιο είναι το θεμέλιο της δημόσιας εξουσίας και γιατί μπορεί και επιβάλλεται μέσα στην επικράτεια, και για τον λόγο αυτό κατηγορήθηκε η άποψη αυτή ως ελάχιστα δημοκρατική. Η δημόσια εξουσία ασκείται μέσω οργάνων και μέσων που τίθενται στην εξυπηρέτηση ενός δημοσίου σκοπού (σκοποί δημοσίου συμφέροντος) και η λειτουργική έννοια της  συνδέεται με την έννοια του δημοσίου συμφέροντος (ωφέλεια για το κοινωνικό σύνολο) (Η έννοια της δημόσιας υπηρεσίας,  Γενικό διοικητικό δίκαιο, Ε. Πρεβεδούρου). Άσκηση δημόσιας υπηρεσίας είναι η παροχή αγαθών ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο (βλ. ΣτΕ ΠΕ 158/1992, 32-34, 38/1998, 242/1998, 355/2006).

Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 και 104Α  του Ποινικού Κώδικα (Νόμος 4619/2019) καθώς και του άρθρου 64 ν. 2776/1999 «Σωφρονιστικός Κώδικας», για τη μετατροπή της φυλάκισης σε κοινωφελή εργασία και την επιμέτρηση της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας προβλέπεται ότι: Όταν επιβάλλεται φυλάκιση, η ποινή μπορεί να μετατρέπεται σε παροχή κοινωφελούς εργασίας (άρθρο 81). Η κοινωφελής εργασία πραγματοποιείται προς όφελος του κοινού σε  φορείς του δημόσιου τομέα, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και φορείς κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να δεχθούν άτομα για να παράσχουν κοινωφελή εργασία. Με την ίδια απόφαση ορίζονται επίσης η οργάνωση της παροχής κοινωφελούς εργασίας, η διαδικασία επιλογής, ανάθεσης και επίβλεψης της σχετικής εργασίας και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

IV. Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων, 681, 694, 688 έως  691, 685 εδ. β` 374 και 699 ΑΚ συνάγονται τα εξής: 1) Δια της συμβάσεως της μισθώσεως έργου, ο μεν εργολάβος υποχρεούται να εκτελέσει το έργο, ο δε εργοδότης να καταβάλει την συμφωνημένη αμοιβή, η οποία, δυναμένη να συμφωνηθεί κατ` αποκοπή ή κατά μονάδα εργασίας, είναι καταβλητέα κατά την παράδοση του έργου (ΑΚ 694).

2) Ο εργολάβος που ενάγει τον εργοδότη προς  καταβολή της συμφωνημένης εφάπαξ αμοιβής, ενόψει του ότι είναι υποχρεωμένος σε προεκπλήρωση, αρκεί να επικαλεσθεί και, στην περίπτωση αμφισβητήσεως, αποδείξει την σύναψη της εργολαβικής συμβάσεως, το συμφωνημένο έργο, την  συμφωνημένη αμοιβή, την εκτέλεση του έργου, καθώς και την παράδοσή του ή  τουλάχιστον, την πραγματική προσφορά του προς τον εργοδότη (ΑΠ 1367/2003).

Άρνηση καταβολής  της συμφωνημένης αμοιβής μπορεί ο εργοδότης να αντιτάξει κατά του εργολάβου μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το εκτελεσθέν έργο που παραδόθηκε ή προσφέρθηκε εξαιτίας των ελλείψεων είναι εντελώς διαφορετικό από το  συμφωνηθέν, οπότε, στην περίπτωση αυτή, δεν υπάρχει ούτε και μερική εκπλήρωση της παροχής που συμφωνήθηκε, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση του δικαιώματος του εργολάβου να ζητήσει την συμφωνημένη αμοιβή του και δεν ισχύει η ειδική ρύθμιση των άρθρων 688 έως 690 ΑΚ.

V. Επειδή, κατά το άρθρο 143 ΑΚ, «Εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, πλάνη που αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης δεν είναι ουσιώδης». Η έννοια τού παραγωγικού αίτιου τής βούλησης, συνίσταται στο αίτιο, τον αφετήριο λόγο από τον οποίο αφορμάται η βούληση και η συνακόλουθη δήλωση. Το αίτιο στηρίζεται σε παραστάσεις τις οποίες είχε κατά νου ο δηλών και οι οποίες ενίοτε εξωτερικεύονται αλλ' είναι πλανημένες (π.χ. αγοράζει κάποιος οικία στην περιοχή Α γιατί έχει την πληροφορία ότι θα διέλθει το μετρό).

Δεν είναι ουσιώδης η πλάνη που αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης και δεν επιφέρει ακύρωση της δικαιοπραξίας, εκτός αν τα παραγωγικά αυτά αίτια συζητήθηκαν πριν από την κατάρτιση της δικαιοπραξίας και απετέλεσαν, κατά το πνεύμα των μερών, βάση ή προϋπόθεση για τη δικαιοπραξία ή δικαιολογείται τούτο από την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, οπότε πλέον πρόκειται για πλάνη ουσιώδη ως προς το περιεχόμενο της βούλησης (ΟλΑΠ 35/98 Δνη 39/1268, ΟλΑΠ 5/90, Δνη 31/551, NoB 38/1318, ΑΠ 526/95 Δνη 37/1357).

Η από τον αντισυμβαλλόμενο γνώση, με οποιοδήποτε τρόπο, των παραγωγικών αιτίων της βούλησης αυτού που προβαίνει στη δήλωση, δεν μπορεί να προσδώσει έννομη επιρροή στην πλάνη του τελευταίου και να αποτελέσει δικαιογόνο αιτία μετακύλισης του κινδύνου στον αντισυμβαλλόμενο των παραστάσεων του δικαιοπρακτούντος για την υπάρχουσα πραγματικότητα. Αν όμως ο αντισυμβαλλόμενος είναι γνώστης των εσφαλμένων παραστάσεων και εκμεταλλεύεται την πλάνη του δηλούντος κατά τρόπο που αντίκειται στους κανόνες της καλής πίστης, τότε αυτός δε δικαιούται να ζητήσει την εκπλήρωση της σύμβασης ενώ αυτός που πλανήθηκε μπορεί να ζητήσει την επιστροφή της παροχής που έχει εκπληρώσει κατά τα άρθρα 197, 200, 288, 281 και 904 ΑΚ  [Βαθρακοκοίλης Ερνομακ. άρθρο. 143].

Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 144 ΑΚ, «Η δικαιοπραξία δεν ακυρώνεται λόγω της πλάνης: (…) 2. Αν η ακύρωση αντιβαίνει στην καλή πίστη». Η διάταξη, η οποία σκοπεί στην προστασία του αντισυμβαλλόμενου του πλανηθέντος αν πρόκειται για σύμβαση, αποκλείει την ακυρότητα της δικαιοπραξίας αν υπάρχει ουσιώδης πλάνη, και η ακύρωση είναι αντίθεση στην καλή πίστη: Ο αποκλεισμός στην περίπτωση αυτή, δηλαδή όταν η ακύρωση καθίσταται, με βάση τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης, αδικαιολόγητη και ανεπιεικής, απαιτεί αίτηση του εναγομένου, που πρέπει να περιέχει τα περιστατικά που καθιστούν αντίθετη την ακύρωση στην αντικειμενική συναλλακτική καλή πίστη. Τα περιστατικά που θα ληφθούν υπόψη είναι η υπαιτιότητα του πλανώμενου, το ανυπαίτιο του προσώπου καθού η ακύρωση, οι δαπάνες μεγάλης έκτασης αυτού, το μέγεθος της ζημίας του τρίτου σε σχέση με το μέγεθος της ζημίας του πλανώμενου, αδυναμία του πλανώμενου για την αποκατάσταση των δαπανών, το είδος της δικαιοπραξίας, η δημιουργηθείσα κατάσταση και οι κίνδυνοι για την ανατροπή της. Και η γνώση του εναγομένου της πλάνης κατά την κατάρτιση της δικαιοπραξίας δεν εμποδίζει την εφαρμογή της διάταξης. Αν η πλάνη οφείλεται σε πταίσμα του δηλούντος δεν αποκλείεται ευθύνη του κατά της ΑΚ 197, 198 [Βαθρακοκοίλης Ερνομακ. άρθρο. 144]. Αντίθεση στην καλή πίστη υπάρχει αν η πλάνη προήλθε από ασύγγνωστη αμέλεια αυτού που πλανήθηκε και η ακύρωση θα ήταν ανεπιεικής για τον άλλο στον οποίο έγινε η δήλωση ΑΠ 768/82 NoB 31/663, ΠΠΑ 13095/73 ΝΔ 28/81, ΠΤρικ 802/66 ΑρχΝ 19/64.

Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή του ο ενάγων Ηρακλής, εκθέτει ότι: Ως Άθλοι τοῦ Ἡρακλέους ιστορούνται στην Ιερά Ελληνική Μυθολογία δώδεκα κατορθώματα που έκανε ο μυθικός ήρωας Ηρακλής προκειμένου να εξαγνισθεί για το φόνο της γυναίκας του Μεγάρας και των τριών γιων του, που είχε διαπράξει όταν η Ἥρα εμφύσησε μανία στον Ήρωα. Για το σκοπό αυτό, ο Ηρακλής πήγε στο Μαντείο των Δελφών και πήρε Χρησμό από την Πυθία, την Ιέρεια του Απόλλωνα. Και ο χρησμός του Μαντείου ήταν «Ο δυνατότερος θα υπηρετήσει τον αδύναμο». Ο Χρησμός ερμηνεύτηκε από τους άμεσα εμπλεκόμενους, ήτοι τον Ηρακλή και τον Ευρυσθέα, ότι έπρεπε να γυρίσει στις Μυκήνες, την πατρίδα της μητέρας του, και να υπηρετήσει πιστά δώδεκα χρόνια τον ξάδερφό του, τον Ευρυσθέα, που βασίλευε στην Τίρυνθα και τις Μυκήνες και να πραγματοποιήσει τους άθλους που θα του πρόσταζε εκείνος.

Όταν λοιπόν ο  αγαπημένος Ήρωας Ηρακλής  παρουσιάστηκε στον Ευρυσθέα, αυτός από προσωπική εμπάθεια για τον Ήρωα, εξάντλησε με τις διαταγές του κάθε επικίνδυνη και ακατόρθωτη αναμέτρηση με τέρατα και υπερφυσικά φαινόμενα της εποχής με στόχο είτε ο Ηρακλής να πεθάνει είτε να αποτύχει να εξαγνιστεί για τον φόνο τής Μεγάρας και των τριών παιδιών του.

Περαιτέρω, η αποκάθαρση της κόπρου από τους στάβλους του Αυγεία είναι ο Πέμπτος Άθλος τού Ηρακλέους. Η ''Κόπρος του Αυγείου'' ήταν η κοπριά που είχε συγκεντρωθεί στους τεράστιους στάβλους του βασιλιά της Ήλιδος Αυγεία με τα 3.000 βόδια, οι οποίοι δεν είχαν καθαρισθεί επί 30 χρόνια. Το καθάρισμα αυτών των στάβλων από όλη την κοπριά μέσα σε μία μόνο ημέρα ήταν ο πέμπτος άθλος του Ηρακλή· ο Ηρακλής καλείται, μετά από διαταγή που λαμβάνει από τον Ευρυσθέα, να μεταβεί στο Βασίλειο της Ήλιδος αποτελούμενο από την ομώνυμη πόλη – κράτος,  κτισμένη στην αριστερή όχθη του Πηνειού ποταμού, όπου βασιλεύς είναι ο Αυγείας, και να προχωρήσει σε αποκάθαρση της κόπρου των στάβλων σε μόλις μία ημέρα.

Ο Ηρακλής παρουσιάσθηκε στον Αυγεία και, αποκρύπτοντας τη διαταγή του Ευρυσθέα για τον άθλο, προσφέρθηκε να καθαρίσει τους στάβλους σε μία ημέρα με αντάλλαγμα το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοδιών, ήτοι 300 βόδια. Ο Αυγείας θεωρώντας αδύνατη την επίτευξη του Άθλου, περιγέλασε τον ήρωα για την προσφορά του, όμως δέχθηκε τη συμφωνία και έθεσε τον πρωτότοκο γιο του, τον Φυλέα, ως μάρτυρα για τους όρους της συμφωνίας και την ορθή τήρησή της.

Ο Ηρακλής καθάρισε την κόπρο διανοίγοντας  δύο αύλακες στα θεμέλια των στάβλων και στρέφοντας μέσα από αυτούς τα νερά του Πηνειού και του Αλφειού προς τους στάβλους. Τα νερά των δύο αυτών ποταμών (κατ' άλλους μόνο του Πηνειού) παρέσυραν όλη την κοπριά.

Αφού τελείωσε το έργο του μέσα στην προκαθορισμένη προθεσμία τής μίας ημέρας, ο Ηρακλής ζήτησε από τον βασιλιά Αυγεία  την αμοιβή του, όμως εκείνος αρνήθηκε να του τη δώσει, επειδή στο μεταξύ είχε πληροφορηθεί ότι ο ήρωας στην πραγματικότητα εκτελούσε τη διαταγή του Ευρυσθέα, ισχυριζόμενος ότι περιήλθε ανυπαίτια σε ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα, διότι ο Ηρακλής τού απέκρυψε  την αλήθεια, επιπλέον δε, ότι με κανέναν τρόπο θα συμφωνούσε σε αμοιβή τού Ηρακλή αν γνώριζε ότι ο Ηρακλής υποχρεούτο να πραγματοποιήσει τον Άθλο στα πλαίσια παροχής κοινωφελούς εργασίας  κατόπιν διαταγής που έλαβε από τον Ευρυσθέα. Επιπλέον ο Αυγείας αρνήθηκε τη συμφωνία, για τον πρόσθετο λόγο, ότι ο Ηρακλής δεν πραγματοποίησε την αποκάθαρση των στάβλων με ίδιες δυνάμεις, αλλά στρέφοντας τους Ποταμούς Αλφειό και Πηνειό στους στάβλους οι οποίοι (Ποταμοί) καθάρισαν την κόπρο και όχι ο Ηρακλής· έκρινε λοιπόν γι’αυτό, πως δεν αξίζει να δώσει στον Ηρακλή τη συμφωνηθείσα  αμοιβή, αρνούμενος να καταβάλει τα συμφωνηθέντα.

Στη βάση αυτών των περιστατικών, ο Ηρακλής άσκησε αγωγή κατά τού Αυγεία, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ήλιδας, με αίτημα να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Αυγείας να του αποδώσει το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με  612,5 Ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες, ισότιμο σήμερα με  183.750 Ευρώ [1 αρχαία Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ | 3.000  Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750 Ευρώ].

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή (για τα καταψηφιστηκά   αιτήματα της οποίας απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου), παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του, καθ' ύλη (άρθρα 7, 8, 9, 10, 14 παρ. 2 και 18 του ΚΠολΔ) και κατά τόπο (άρθρα 22 και 25 παρ. 2 του ΚΠολΔ) αρμόδιου παρόντος Δικαστηρίου, για να εκδικασθεί κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία κρίνεται, νόμιμη ως προς όλα  τα αιτήματα με στοιχεία α και β, ήτοι να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Αυγείας να του αποδώσει το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με  612,5 Ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες, ισότιμο σήμερα με  183.750 Ευρώ [1 αρχαία Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ | 3.000  Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750 Ευρώ].

Με αυτό το περιεχόμενο, κατά την πλειοψηφούσα γνώμη που επικράτησε μεταξύ των μελών της σύνθεσης του παρόντος Δικαστηρίου, ως προς τα αιτήματα αυτά, η αγωγή κρίνεται αρκούντως ορισμένη, απορριπτομένης της περί του αντιθέτου προβληθείσας αιτιάσεως του εναγομένου. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση, προσδιορίζεται επαρκώς από τον ενάγοντα ο συνολικός αριθμός των βοῶν τού ποιμνίου του εναγόμενου, το ποσοστό  βοῶν που αιτείται ο ενάγων, το ισάξιο σε Αττικές Αργυρές Δραχμές για κάθε έναν βοῦν, το συνολικό ποσό σε Αττικές Αργυρές Δραχμές για το σύνολο των βοῶν που ζητά ο ενάγων, καθώς και η ακριβής ισοτιμία της Αττικής Αργυρής Δραχμής και Ευρώ.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος ανταπόδειξης που καταχωρίστηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, όλων των εγγράφων που προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικότερα παρακάτω, χωρίς ωστόσο να παραλείπεται κάποιο για την ουσιαστική εκτίμηση της υπόθεσης, μεταξύ των οποίων και η υπ'αριθ. 18.193/20-04-22) 7 και 8 ένορκες βεβαιώσεις του Απολλοδώρου, πρώτου μάρτυρα  του ενάγοντος Ηρακλή, και του Φυλέα, υιού Αυγεία και δεύτερου μάρτυρα του ενάγοντος Ηρακλή, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών, Ευσταθίας Μπολτσή, που λήφθηκε κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της εναγόμενης (βλ. τη με αριθμό 2152Δ'/2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Φίλιππου Δρίτσα), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Ως Άθλοι τοῦ Ἡρακλέους ιστορούνται στην Ιερά Ελληνική Μυθολογία δώδεκα κατορθώματα που έκανε ο μυθικός ήρωας Ηρακλής προκειμένου να εξαγνισθεί για το φόνο της γυναίκας του Μεγάρας και των τριών γιων του, που είχε διαπράξει όταν η Ἥρα εμφύσησε μανία στον Ήρωα. Για το σκοπό αυτό, ο Ηρακλής πήγε στο Μαντείο των Δελφών και πήρε Χρησμό από την Πυθία, την Ιέρεια του Απόλλωνα. Και ο χρησμός του Μαντείου ήταν «Ο δυνατότερος θα υπηρετήσει τον αδύναμο». Ο Χρησμός ερμηνεύτηκε από τους άμεσα εμπλεκόμενους, ήτοι τον Ηρακλή και τον Ευρυσθέα, ότι έπρεπε να γυρίσει στις Μυκήνες, την πατρίδα της μητέρας του, και να υπηρετήσει πιστά δώδεκα χρόνια τον ξάδερφό του, τον Ευρυσθέα, που βασίλευε στην Τίρυνθα και τις Μυκήνες και να πραγματοποιήσει τους άθλους που θα του πρόσταζε εκείνος.

Η έννομη αυτή σχέση που συνδέει τον Ηρακλή με τον Ευρυσθέα συνιστά το θεμέλιο, την αφετηρία της νομικής κρίσης επί των νομικών  ζητημάτων που ανάγονται στους Άθλους του Ηρακλή. Και τούτο, διότι ο Ευρυσθέας είναι ύπατος άρχων της Τίρυνθας και των Μυκηνών, που ενεργεί στο πλαίσιο της εδαφικής περιφέρειας που εξουσιάζει διοικητικά, ως τομέα ευθύνης του. Τούτων δοθέντων, ο βασιλεύς Ευρυσθέας συγκεντρώνει στο πρόσωπό του όλες τις εξουσίες του Βασιλείου της Τίρυνθας και των Μυκηνών, αποτελεί δε την κεφαλή τής ιεραρχίας τής εκτελεστικής εξουσίας και, συνεπώς, το θεμέλιο της δημόσιας εξουσίας που επιβάλλεται εντός τής επικράτειά του κατ’ εκτέλεση των προσταγών του που όφειλε να υπακούσει ο Ηρακλής. Όταν λοιπόν ο  αγαπημένος Ήρωας Ηρακλής  παρουσιάστηκε στον Ευρυσθέα, αυτός από προσωπική εμπάθεια για τον Ήρωα, εξάντλησε με τις διαταγές του κάθε επικίνδυνη και ακατόρθωτη αναμέτρηση με τέρατα και υπερφυσικά φαινόμενα της εποχής με στόχο είτε ο Ηρακλής να πεθάνει είτε να αποτύχει να εξαγνιστεί για τον φόνο τής Μεγάρας και των τριών παιδιών του.

Περαιτέρω, η αποκάθαρση της κόπρου από τους στάβλους του Αυγεία είναι ο Πέμπτος Άθλος τού Ηρακλέους. Η ''Κόπρος του Αυγείου'' ήταν η κοπριά που είχε συγκεντρωθεί στους τεράστιους στάβλους του βασιλιά της Ήλιδος Αυγεία με τα 3.000 βόδια, οι οποίοι δεν είχαν καθαρισθεί επί 30 χρόνια. Το καθάρισμα αυτών των στάβλων από όλη την κοπριά μέσα σε μία μόνο ημέρα ήταν ο πέμπτος άθλος του Ηρακλή· ο Ηρακλής καλείται, μετά από διαταγή που λαμβάνει από τον Ευρυσθέα, να μεταβεί στο Βασίλειο της Ήλιδος αποτελούμενο από την ομώνυμη πόλη – κράτος,  κτισμένη στην αριστερή όχθη του Πηνειού ποταμού, όπου βασιλεύς είναι ο Αυγείας, και να προχωρήσει σε αποκάθαρση της κόπρου των στάβλων σε μόλις μία ημέρα. 

Ο Ηρακλής παρουσιάσθηκε στον Αυγεία και, αποκρύπτοντας τη διαταγή του Ευρυσθέα για τον άθλο, προσφέρθηκε να καθαρίσει τους στάβλους σε μία ημέρα με αντάλλαγμα το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοδιών, ήτοι 300 βόδια. Ο Αυγείας θεωρώντας αδύνατη την επίτευξη του Άθλου, περιγέλασε τον ήρωα για την προσφορά του, όμως δέχθηκε τη συμφωνία και έθεσε τον πρωτότοκο γιο του, τον Φυλέα, ως μάρτυρα για τους όρους της συμφωνίας και την ορθή τήρησή της.

Τα ανωτέρω προκύπτουν από την η υπ'αριθ. 18.193/20-04-22) 7  βεβαίωση του Απολλοδώρου, πρώτου μάρτυρα του ενάγοντος Ηρακλή, μαρτυρία που επαναλαμβάνει με την η υπ'αριθ. 18.193/20-04-22)  βεβαίωση ο Φυλέας, υιός τού Αυγεία και δεύτερος μάρτυρας του ενάγοντος Ηρακλή, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών, Ευσταθίας Μπολτσή, που λήφθηκε κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγόμενου, όπου οι δύο μάρτυρες βεβαιώνουν τα κάτωθι: «…ἦν δὲ ὁ Αὐγείας βασιλεὺς Ἤλιδος, ὡς μέν τινες εἶπον, παῖς Ἡλίου, ὡς δέ τινες, Ποσειδῶνος, ὡς δὲ ἔνιοι, Φόρβαντος, πολλὰς δὲ εἶχε βοσκημάτων ποίμνας. τούτῳ προσελθὼν Ἡρακλῆς, οὐ δηλώσας τὴν Εὐρυσθέως ἐπιταγήν, ἔφασκε μιᾷ ἡμέρᾳ τὴν ὄνθον ἐκφορήσειν, εἰ δώσει τὴν δεκάτην αὐτῷ τῶν βοσκημάτων…» ( Απολλοδώρου Βιβλιοθήκη, Βίβλος Β΄κεφ. 5, παραγρ.5). [«Ήταν δὲ ὁ Αὐγείας βασιλεὺς Ἤλιδος, ο οποίος όπως κάποιοι ισχυρίστηκαν, υιός Ἡλίου είναι, ὡς δέ κάποιοι άλλοι, Ποσειδῶνος, ορισμένοι δὲ περαιτέρω, ότι Φόρβαντος υιός είναι, ο οποίος πολυάριθμο ποίμνιο κτηνοτροφίας ζώων εἶχε. Προς τούτο στον Αυγεία  προσελθὼν ο Ἡρακλῆς, αποσιωπώντας ότι εκτελεί τὴν Εὐρυσθέως προσταγήν, δήλωσε ότι σε μιᾷ ἡμέρᾳ δύναται την αποκάθαρση της κόπρου να επιτύχει, εφόσον ο Αυγείας δώσει το ένα δέκατο του ποιμνίου του.»].

Στη βάση αυτής της συμφωνίας, ο Ηρακλής καθάρισε την κόπρο διανοίγοντας  δύο αύλακες στα θεμέλια των στάβλων και στρέφοντας μέσα από τους αύλακες  τα νερά του Πηνειού και του Αλφειού προς τους στάβλους. Τα νερά των δύο αυτών ποταμών (κατ' άλλους μόνο του Πηνειού) παρέσυραν όλη την κοπριά.

Αφού τελείωσε το έργο του μέσα στην προκαθορισμένη προθεσμία τής μίας ημέρας, ο Ηρακλής ζήτησε από τον βασιλιά Αυγεία  την αμοιβή του (681, 694, 688 έως  691, 685 εδ. β` 374 και 699 ΑΚ), όμως εκείνος αρνήθηκε να του τη δώσει, επειδή στο μεταξύ είχε πληροφορηθεί ότι ο ήρωας στην πραγματικότητα εκτελούσε τη διαταγή του Ευρυσθέα (άρθρο 21 ΠΚ), ισχυριζόμενος ότι περιήλθε ανυπαίτια σε ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα (άρθρο 141 ΑΚ), διότι ο Ηρακλής απέκρυψε από αυτόν την αλήθεια, επιπλέον δε, ότι με κανέναν τρόπο θα συμφωνούσε σε αμοιβή τού Ηρακλή αν γνώριζε ότι ο Ηρακλής υποχρεούτο να πραγματοποιήσει τον Άθλο στα πλαίσια παροχής κοινωφελούς εργασίας (άρθρα  81 και 104Α Ποινικού Κώδικα και καθώς και άρθρου 64 ν. 2776/1999 Σωφρονιστικού Κώδικα) κατόπιν διαταγής που έλαβε από τον Ευρυσθέα (άρθρο 21 ΠΚ). Επιπλέον ο Αυγείας αρνήθηκε τη συμφωνία, για τον πρόσθετο λόγο, ότι ο Ηρακλής δεν πραγματοποίησε την αποκάθαρση των στάβλων με ίδιες δυνάμεις, αλλά στρέφοντας τους Ποταμούς Αλφειό και Πηνειό στους στάβλους οι οποίοι (Ποταμοί) καθάρισαν την κόπρο και όχι ο Ηρακλής· έκρινε λοιπόν γι’αυτό, πως δεν αξίζει να δώσει στον Ηρακλή τη συμφωνηθείσα  αμοιβή, αρνούμενος να καταβάλει τα συμφωνηθέντα.

Στη βάση αυτών των περιστατικών, ο Ηρακλής άσκησε την υπό κρίση αγωγή κατά τού Αυγεία, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με αίτημα να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Αυγείας να του αποδώσει το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με  612,5 Ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες, ισότιμο σήμερα με 183.750 Ευρώ [1 αρχαία Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ | 3.000  Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750 Ευρώ]. Επί των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών λεκτέα τα κάτωθι.

Από την ερμηνεία του Δελφικού Χρησμού "Ο δυνατότερος να υπηρετήσει τον αδύναμο" από τους άμεσα ενδιαφερόμενους Ηρακλή και  Ευρυσθέα, οι οποίοι, στη βάση αυτής της ερμηνείας, συμφώνησαν ότι δικαιοπρακτικό θεμέλιο της μεταξύ τους έννομης σχέσης είναι το "Ο (δυνατότερος) Ηρακλής ετέθη ως ιδιώτης υπό τις προσταγές του (αδύναμου) Ευρυσθέως", το δικαστήριο δεν διαπίστωσε την ύπαρξη κενού ή ασάφειας στις δηλώσεις βουλήσεως των δικαιοπρακτούντων Ηρακλή και Ευρυσθέα, οι οποίες χρίζουν κατάλληλης συμπλήρωσης ή ερμηνείας με εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ. 173 και 200 του ΑΚ, αλλά δέχεται, ότι η δικαιοπραξία είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας.

Περαιτέρω, τυχόν ερμηνεία από το παρόν Δικαστήριο του Δελφικού Χρησμού "Ο δυνατότερος να υπηρετήσει τον αδύναμο" πέραν της ερμηνείας που δέχθηκαν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι Ηρακλής και Ευρυσθέας, αναζητώντας το Δικαστήριο την αληθινή βούληση του Θεού Απόλλωνα, προσφεύγοντας στους ερμηνευτικούς κανόνες των άρθρ. 173 και 200 ΑΚ, με σκοπό το δικαστήριο της ουσίας να προβεί σε συμπλήρωση ή ερμηνεία του Δελφικού Χρησμού, εφόσον το Δικαστήριο κρίνει ότι αντιμετωπίζει κενό ή ασάφειας στις δηλώσεις βουλήσεως της Πυθίας, που το αναγκάζουν να καταφύγει στη συμπλήρωση ή ανάλογα στην ερμηνεία τους, προβαίνοντας προς τον σκοπό αυτόν στο συσχετισμό των όρων του Δελφικού Χρησμού, στη λήψη στοιχείων εκτός Χρησμού ή στην άντληση επιχειρημάτων από το σκοπό τού Χρησμού, τούτο απαγορεύεται κατά την κρίση τού παρόντος Δικαστηρίου καθόσον προϋποθέτει Θεοδικία.

Καταληκτικά, η ερμηνεία από το παρόν Δικαστήριο της ερμηνείας του Δελφικού Χρησμού κατά το γράμμα του και τον σκοπό του, που συμφώνησαν τα εμπλεκόμενα μέρη Ηρακλής και Ευρυσθέας, είναι αυτή: "Ο (δυνατότερος) Ηρακλής ετέθη ως ιδιώτης υπό τις προσταγές του (αδύναμου) Ευρυσθέως". Τις προσταγές Ευρυσθέως ο Ηρακλής υποχρεούται να εκτελεί μεν αμισθί ως προς αυτόν, δεν αποδεικνύεται όμως από τη μεταξύ τους συμφωνία ότι απαγορεύεται στον Ηρακλή να συνάπτει αλληλοκαλυπτόμενες συμβάσεις με τρίτους με θεμέλιο την προσταγή που έλαβε από τον Ευρυσθέα.

Περαιτέρω, ο Άθλος τοῦ ενάγοντος  Ἡρακλέους, της αποκάθαρσης της κόπρου από τους στάβλους του εναγόμενου Αυγεία, εκτελείται στα πλαίσια της προσταγής Ευρυσθέως, σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους τής αρμόδιας Αρχής του Βασιλείου της Τίρυνθος στο οποίο προΐσταται ο βασιλεύς Ευρυσθέας. Συναφώς, η πράξη της αποκάθαρσης των στάβλων που εκτελεί ο προστασσόμενος Ηρακλής είναι αποτέλεσμα προσταγής της οποίας την εκτέλεση δεν  μπορεί να αρνηθεί, ούτε να ελέγξει την νομιμότητά της, παρά μόνο να την εκτελέσει, οπότε ο προστασσόμενος Ηρακλής πράττει εντός των πλαισίων της προσταγής, που προέρχεται από ιεραρχικό ανώτερο όργανο, τον βασιλέα Ευρυσθέα. Περαιτέρω, ο προστάσσων Ευρυσθέας ενεργώντας στα πλαίσια της υλικής και της τοπικής του αρμοδιότητας, ήτοι στα  όρια που εκτείνεται το Βασίλειο της Τίρυνθας και των Μυκηνών, στα γεωγραφικά και διοικητικά όρια εντός τού οποίου ασκεί δημόσια εξουσία, ως τομέα ευθύνης του, διατάζει τον προστασσόμενο Ηρακλή να μεταβεί εκτός των ορίων της περιφέρειας της Τίρυνθος και συγκεκριμένα στο Βασίλειο της Ήλιδος όπου βασιλεύς είναι ο εναγόμενος Αυγείας, και να προχωρήσει σε αποκάθαρση της κόπρου των στάβλων Αυγεία σε μία ημέρα· τούτο δε ο Ευρυσθέας δεν πράττει με γνώμονα την υπηρέτηση του καθήκοντος της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, άλλως παροχής από τον Ηρακλή υπηρεσίας κοινής ωφέλειας προς τον βασιλέα Αυγεία προσωπικά, ή τους πολίτες της Ήλιδας συνολικά, καθώς ουδεμία δικαιοδοσία προς τούτο ο Ευρυσθέας έχει στο Βασίλειο της Ήλιδος, ούτε καθ'ύλην ούτε κατά τόπον, ούτε όμως και ο εναγόμενος Αυγείας επικαλείται σχετική διακρατική συμφωνία μεταξύ των δύο Βασιλείων, αλλά την προσταγή ο Ευρυσθέας δίδει στον Ηρακλή αποκλειστικά με γνώμονα τον βαθμό δυσκολίας τού Άθλου, με σκοπό τη μη πραγμάτωση του Άθλου από τον Ηρακλή. Τούτων δοθέντων, ο  Αυγείας δε δύναται να επικαλεστεί επ' ωφελεία του την υποχρέωση Ηρακλέα προς εκτέλεση της προσταγής Ευρυσθέως για την αποκάθαρση των στάβλων του, που εκτελεί ο προστασσόμενος Ηρακλής, καθότι ναι μεν είναι αποτέλεσμα προσταγής της οποίας την εκτέλεση δεν μπορεί να αρνηθεί ο Ηρακλής, πλην όμως η προσταγή δεν προέρχεται από ιεραρχικό ανώτερο όργανο του Βασιλείου τής Ήλιδας, αλλά από ιεραρχικό ανώτερο όργανο του Βασιλείου της Τίρυνθας, δηλαδή εκτός ορίων άσκησης δημόσιας εξουσίας του Αυγεία.

Εξάλλου, τους Άθλους του ο ενάγων Ηρακλής εκτελεί ως μέσον εξαγνισμού και προσωπικής λύτρωσης, κατόπιν χρησμοδότησης του Μαντείου των Δελφών, για να εξαγνισθεί για το φόνο της γυναίκας του και των παιδιών του, χρησμό κατά τον οποίο – σύμφωνα με την ερμηνεία που δόθηκε από τον προστασσόμενο Ηρακλή και τον προστάσσοντα Ευρυσθέα -- , ο Ηρακλής  οφείλει απόλυτη και αμισθί συμμόρφωση στις προσταγές Ευρυσθέως, για την πραγματοποίηση των δώδεκα Άθλων που εκείνος τον προστάζει. Τούτου δοθέντος, τους Άθλους ο Ηρακλής πραγματοποιεί μεν σε εκτέλεση προσταγής Ευρυσθέως, στα πλαίσια της δημόσιας εξουσίας που ο τελευταίος ασκεί, πλην όπως ως μέσον προσωπικού εξαγνισμού και προσωπικής λύτρωσης του ιδίου αυτού, και όχι ως δημόσια υπηρεσία, καθότι πρώτον, ο προσωπικός εξαγνισμός και η λύτρωση του Ηρακλή στα πλαίσια της υποταγής που οφείλει στις προσταγές Ευρυσθέα δεν θεμελιώνεται στην ιδέα της δημόσιας προσφοράς, ούτε προορίζεται να υπηρετήσει την κοινωνία και το δημόσιο συμφέρον, δεύτερον, ο Ηρακλής δεν είναι κρατικός υπάλληλος αλλά ιδιώτης και μάλιστα άμισθος, και τρίτον, ουδαμώς αποδεικνύεται ότι ο Ηρακλής ετέθη υπό τις διαταγές τού Ευρυσθέα με αποκλειστικό σκοπό την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, αλλά με σκοπό τη δοκιμασία του, μέσω του βαθμού δυσκολίας των Άθλων, και τούτο ανεξάρτητα αν η επίτευξη 8 από τους 12  Άθλους τυγχάνει να λειτουργούν λυτρωτικά για τους πολίτες των πόλεων εκείνων που ο Ηρακλής κλήθηκε να πραγματοποιήσει τον εκάστοτε Άθλο, όπως ο Πρώτος Άθλος που ήταν  η εξόντωση του φοβερού λέοντα της Νεμέας που είχε ερημώσει όλη την πολιτεία, ο Δεύτερος Άθλος που ήταν η εξόντωση της Λερναίας Ύδρας που σκορπούσε τη συμφορά στους κατοίκους της περιοχής, ο Τέταρτος Άθλος που ήταν η εξόντωση του Ερυμάνθιου Κάπρου που ερήμωνε κι έφερνε τον πανικό στην περιοχή της Αρκαδίας, ο Έκτος Άθλος που σκότωσε με τις σαΐτες του τις Στυμφαλίδες Όρνιθες που ήταν ανθρωποφάγα αρπακτικά πουλιά με χάλκινα ράμφη που σκότωναν τους κατοίκους τής Στυμφαλίας, ο Έβδομος Άθλος που έπιασε τον άγριο ταύρο της Κρήτης που έκανε καταστροφές σε όλη την Κρήτη, ο Όγδοος Άθλος που ήταν η αρπαγή των άγριων αλόγων του Διομήδη που τρέφονταν με ανθρώπινο κρέας· ομοίως ισχύει και για τον υπό κρίση (Πέμπτο) Άθλο, της αποκάθαρσης των στάβλων του εναγόμενου· την προσταγή κατ’ άρθρο 21 ΠΚ, ο Ευρυσθέας δίδει στον Ηρακλή όχι με γνώμονα την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος της Ήλιδας, ούτε στα πλαίσια παροχής κοινωφελούς εργασίας, αλλά αποκλειστικά με γνώμονα τον βαθμό δυσκολίας τού Άθλου, με σκοπό τη μη πραγμάτωση του Άθλου από τον Ηρακλή, και τούτο, διότι αν ο Ευρυσθέας αποσκοπούσε στην υπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος (της Ήλιδας), ή στην παροχή κοινωφελούς εργασίας, δε θα έθετε την ασφυκτική προθεσμία της μίας ημέρας για την αποκάθαρση χιλιάδων τόνων κόπρου, που επισωρεύονται στους στάβλους για περισσότερα από 30 χρόνια, αλλά θα έδινε μια εύλογη προθεσμία ώστε το έργο να περατωθεί, να παρασχεθεί δηλαδή επιτυχώς  η κοινωφελής εργασία και άρα να εξυπηρετηθεί το δημόσιο συμφέρον. Σε κάθε δε περίπτωση, η πράξη της αποκάθαρσης των στάβλων που εκτελεί ο προστασσόμενος Ηρακλής, στα πλαίσια προσταγής από τον προστάσσοντα Ευρυσθέα, δε συνιστά  δημόσια εξουσία του Βασιλείου της Τίρυνθας που ασκείται και τίθεται στην εξυπηρέτηση ενός δημοσίου σκοπού υπέρ των πολιτών της Τίρυνθας, άρα δεν εκπληρούται σκοπός δημοσίου συμφέροντος υπέρ της Τίρυνθας ούτε πραγματώνεται ωφέλεια για το κοινωνικό σύνολο των πολιτών της Τίρυνθας, αλλά ο προκείμενος Άθλος πραγματοποιείται εκτός των ορίων της περιφέρειας της Τίρυνθος και συγκεκριμένα στο Βασίλειο της Ήλιδος όπου βασιλεύς είναι ο εναγόμενος Αυγείας, όπου ουδεμία δικαιοδοσία άσκησης εξουσίας έχει ο Ευρυσθέας, ούτε καθ'ύλην ούτε κατά τόπον, συνεπώς η πραγμάτωση του υπό κρίση Άθλου  λειτουργεί, εξ αντανακλάσεως, αποκλειστικά επ' ωφελεία τού εναγόμενου Αυγεία και των πολιτών τής Ήλιδος, υποχρέωση δημόσιας υπηρεσίας που, ωστόσο, ο ενάγων Ηρακλής δεν έχει έναντι του Βασιλείου τής Ήλιδας, ούτε όμως και ο εναγόμενος Αυγείας επικαλείται σχετική διακρατική συμφωνία μεταξύ των δύο Βασιλείων, της Τίρυνθας και της Ήλιδας, για παροχή αμισθί κοινωφελούς υπηρεσίας από μη κρατικό υπάλληλο της Τίρυνθας προς το Βασίλειο της Ήλιδας (εν προκειμένω: τον ιδιώτη Ηρακλή, στα πλαίσια τυχόν παροχής κοινωφελούς εργασίας από ιδιώτες της Τίρυνθας στην Ήλιδα, ως μέσο έκτισης της ποινής τους).

Καταληκτικά, η ερμηνεία από το παρόν Δικαστήριο της ερμηνείας του Δελφικού Χρησμού κατά το γράμμα του και τον σκοπό του, που συμφώνησαν τα εμπλεκόμενα μέρη Ηρακλής και Ευρυσθέας, είναι αυτή: "Ο (δυνατότερος) Ηρακλής ετέθη ως ιδιώτης υπό τις προσταγές του (αδύναμου) Ευρυσθέως". Τις προσταγές Ευρυσθέως ο Ηρακλής υποχρεούται μεν να εκτελεί αμισθί ως προς αυτόν, δεν αποδεικνύεται όμως από τη μεταξύ τους συμφωνία ότι απαγορεύεται στον Ηρακλή να συνάπτει αλληλοκαλυπτόμενες συμβάσεις με τρίτους με θεμέλιο την προσταγή που έλαβε από τον Ευρυσθέα.

Των πραγμάτων ούτως εχόντων, ο Ηρακλής, ως ιδιώτης και όχι δημόσιος υπάλληλος της Τίρυνθας, είχε το νόμιμο δικαίωμα να αξιώσει αμοιβή στα πλαίσια της εκτέλεσης της σύμβασης έργου μεταξύ αυτού και του εναγόμενου Αυγεία, της αποκάθαρσης των στάβλων από την κόπρο, και τούτο ανεξάρτητα αν η πράξη της αποκάθαρσης των στάβλων που εκτελεί ο προστασσόμενος Ηρακλής είναι αποτέλεσμα προσταγής Ευρυσθέως, την (αμισθί) εκτέλεση της οποίας δεν μπορεί να αρνηθεί ο Ηρακλής, ούτε να ελέγξει την νομιμότητά της, παρά μόνο να την εκτελέσει. Το δικαίωμα δε αυτό του Ηρακλή, της σύναψης σύμβασης έργου με τον Αυγεία για την αποκάθαρση των στάβλων του, ισχυροποιείται από την ασφυκτική προθεσμία τής μίας ημέρας που ετέθη στον Ήρωα από τον Ευρυσθέα για την πραγματοποίηση του Άθλου, που καθιστά αντικειμενικά αδύνατη την πραγμάτωσή του, με στόχο προφανώς – όχι την παροχή κοινωφελούς εργασίας προς τους πολίτες της Ήλιδας , αλλά --  την ταπείνωση του Ήρωα και  την μη πραγμάτωση του Άθλου, με τον Ευρυσθέα να ωθείται σε αυτή του τη συμπεριφορά από τα ταπεινά ελατήρια της μη εξιλέωσης του Ήρωα από την απεχθή πράξη της δολοφονίας τής συζύγου του και των τέκνων του, πράγμα που αποδεικνύει ότι η αληθώς βούληση Ευρυσθέα είναι η μη αποκάθαρση των στάβλων, ήτοι η μη εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος ούτε η παροχή κοινωφελούς εργασίας, γεγονός που αποτελεί ένα επιπλέον στοιχείο  που νομιμοποιεί τον Ηρακλή να συμβληθεί με τον Αυγεία.

Αντιθέτως, κατά την κρίση του μειοψηφούντος μέλους της σύνθεσης του Δικαστηρίου τούτου, και δη του Δικαστή, Σπυρίδωνος Καποδίστρια, Πρωτοδίκη, η αγωγή ως προς τα αιτήματα αυτά, θα έπρεπε να απορριφθεί ως μη νόμιμη, καθόσον (Α) τους Άθλους του ο ενάγων Ηρακλής εκτελεί ως μέσον εξαγνισμού και προσωπικής λύτρωσης, κατόπιν χρησμοδότησης του Μαντείου των Δελφών ως – κατά μία άποψη –  φορέας Θεϊκού Απόλλωνος Θελήματος  που κοινωνείται στον Άνθρωπο δια στόματος Πυθίας, Χρησμός που έθεσε τον Ήρωα υπό τις προσταγές  Ευρυσθέως, ήτοι ενός βασιλέα και ουχί  οποιουδήποτε κοινού θνητού, με γνώμονα προφανώς (και) την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος το οποίο κάθε βασιλιάς υπηρετεί, ως ένα βαθμό δε και ο μη δίκαιος βασιλιάς, εξού και η επίτευξη 8 από τους 12  Άθλους τυγχάνει να λειτουργούν λυτρωτικά για τους πολίτες των πόλεων εκείνων που ο Ηρακλής κλήθηκε να πραγματοποιήσει τον εκάστοτε Άθλο, συνεπώς ο Ηρακλής, αν και ιδιώτης, εξομοιώνεται κατά το πνεύμα του Χρησμού με δημόσιο υπάλληλο που τίθεται στην υπηρεσία Ευρυσθέα για την εξυπηρέτηση (και) του δημοσίου συμφέροντος, άλλως εξομοιώνεται με καταδικασμένο ο οποίος εκτίει την εναλλακτική μορφή ποινής τής παροχής κοινωφελούς εργασίας, (Β) ο προστάσσων Ευρυσθέας ενεργώντας στα πλαίσια της υλικής και της τοπικής του αρμοδιότητας, ήτοι στα  όρια που εκτείνεται το Βασίλειο της Τίρυνθας και των Μυκηνών, στα γεωγραφικά και διοικητικά όρια εντός τού οποίου ασκεί δημόσια εξουσία, ως τομέα ευθύνης του, δεν αποκλείεται να διατάζει τον προστασσόμενο κρατικό υπάλληλο ή τον καταδικασμένο σε παροχή κοινωφελούς εργασίας (όπως εν προκειμένω ο Ηρακλής) να μεταβεί εκτός των ορίων της περιφέρειας δικαιοδοσίας του, με αποστολή την αποκάθαρση της κόπρου των στάβλων Αυγεία για την εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος της Ήλιδας (όπως π.χ. ένας κρατικός υπάλληλος του Ηνωμένου Βασιλείου, του οποίου η Ελλάς δεν αποτελεί υπερπόντια αποικία, μπορεί να διαταχθεί να μεταβεί σε αποστολή στην Ελλάδα για την εξάρθρωση μιας τρομοκρατικής οργάνωσης στην Ελλάδα, προς εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος τής ανεξάρτητης Ελληνικής Δημοκρατίας) και (Γ) το Μαντείο των Δελφών ως (φερόμενος) φορέας Θεϊκού Απόλλωνος Θελήματος, που κοινωνείται στον Άνθρωπο δια στόματος Πυθίας, που εν προκειμένω ερμηνεύεται ότι ο Ηρακλής όφειλε να τεθεί για 12 ολόκληρα έτη υπό τις διαταγές ενός  εμπαθούς και άδικου βασιλέα όπως ο Ευρυσθέας, αντί ενός σοφού Έλληνα βασιλέα, ερμηνεύεται (είτε ως Θεία Απόλλωνος διάταξη, είτε ως διάταξη που εκφράζει η Πυθία ως άνθρωπος), ο Ηρακλής, στα πλαίσια της δοκιμασίας του για τον εξαγνισμό του, να ταπεινωθεί από τον Ευρυσθέα, ακόμη και να υποβληθεί σε απάνθρωπες δοκιμασίες που υπερβαίνουν το μέτρο που αναλογεί στην απαξία της δολοφονίας τής συζύγου του και των τέκνων του· το μη ακέραιον δε του χαρακτήρος τού Ευρυσθέα τελεί σε γνώση τού Μαντείου, επομένως το Μαντείο έχει επίγνωση ακόμη και του ενδεχόμενου ο Ευρυσθέας να θέσει την εξοντωτική προθεσμία τής μίας ημέρας στον Ήρωα για την πραγματοποίηση του Άθλου αποκάθαρσης των στάβλων τού Αυγεία, με στόχο αφενός την ταπείνωση του Ήρωα και αφετέρου την μη πραγμάτωση του Άθλου· το Μαντείο γνωρίζει ότι ο  Ευρυσθέας ωθείται σε αυτή του τη συμπεριφορά από τα ταπεινά ελατήρια της μη εξιλέωσης του Ήρωα από την απεχθή πράξη της δολοφονίας τής συζύγου του και των τέκνων του, πράγμα  όμως που δεν αναιρεί την παραδοχή ότι ο Ηρακλής υποχρεούται σε εκτέλεση της προσταγής Ευρυσθέως για αποκάθαρση των στάβλων σε μία μόλις ημέρα, ούτε αποκλείει ότι ο Ηρακλής μπορεί να τα καταφέρει. Η ως άνω μειοψηφήσασα άποψη απερρίφθη από την πλειοψηφία καθόσον προϋποθέτει Θεοδικία, ήτοι την ερμηνεία από τον Άνθρωπο, του πνεύματος του Δελφικού Χρησμού «Ο δυνατότερος να υπηρετήσει τον αδύναμο» ως «Ο ισχυρός Ηρακλής να παράσχει κοινωφελή εργασία προς τον αδύναμο λαό» ή «Ο ισχυρός Ηρακλής εκτελώντας διαταγές του βασιλιά Ευρυσθέα, να παράσχει (εμμέσως) κοινωφελή εργασία προς τον αδύναμο λαό», και συνεπώς προϋποθέτει την ερμηνεία από το παρόν Δικαστήριο της Βούλησης του Ιδίου Αυτού του Θεού Απόλλωνα, καλούμενο σε αυτό το ενδεχόμενο το Δικαστήριο να ερμηνεύσει, αν ο χρησμός του Μαντείου έχει κυριολεκτική, ή  αλληγορική έννοια κατά την οποία το Θέλημα Απόλλωνος είναι ενδεχομένως «Ο δυνατότερος (Ηρακλής) να υπηρετήσει τον αδύναμο (λαό)». Επιπλέον, το Δικαστήριο θα καλούνταν να ερμηνεύσει, γιατί ο Ηρακλής τέθηκε υπό τις διαταγές ενός βασιλιά αντί ενός στρατηγού ή Ιεροφάντη, γιατί υπό τις διαταγές ενός άνανδρου, δειλού  και εμπαθούς βασιλιά αντί ενός σοφού και δίκαιου βασιλιά που, πράγματι, θα προήγαγε  το δημόσιο συμφέρον μέσω όλων (και των 12) των Άθλων αντί των 8 Άθλων που εν προκειμένω τυγχάνει να υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, γιατί, τέλος, η Ήρα εμφύσησε Μανία στον Ηρακλή για να σκοτώσει τη σύζυγο και τα τέκνα του για να χρησμοδοτήσει εν συνεχεία ο Απόλλων (μέσω της Πυθίας) να τεθεί ο Ηρακλής υπό τις διαταγές του εμπαθούς Ευρυσθέα κλπ. Τούτων δοθέντων, επί νομικών ζητημάτων που ερείδονται σε Δελφικό Χρησμό, ένα Δικαστήριο με ανθρώπινη σύνθεση όπως το παρόν Δικαστήριο, οφείλει να κρίνει εντός των ορίων του ανθρώπινου μέτρου, βάσει της κείμενης νομοθεσίας και της ερμηνείας που οι άμεσα εμπλεκόμενοι έδωσαν στον Χρησμό, και να μην εκφεύγει των τιθέμενων από την ανθρώπινη φύση ορίων, διαπράττοντας την ύβρη της διερεύνησης της Θείας Βούλησης, εν προκειμένω δε της Βούλησης της Θεού Ήρας και του Θεού Απόλλωνος. Καταληκτικά, ένα Δικαστήριο με ανθρώπινη σύνθεση, εφόσον, πρώτον, τίθεται στην κρίση του Δελφικός Χρησμός και, δεύτερον, το Δικαστήριο είναι Ένθεον, δύναται μόνον να προβεί σε  ερμηνεία του Χρησμού κατά το γράμμα του, τη λεκτική του δηλαδή διατύπωση, στη βάση της ερμηνείας που συμφώνησαν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, ενώ   απαγορεύεται στο Δικαστήριο να προβεί σε  τελολογική ερμηνεία, δηλαδή να αναζητά το σκοπό τού Χρησμού  πίσω από το γράμμα. Αντίθετα, αν το δικαστήριο είναι άθεο και προχωρήσει σε τελολογική ερμηνεία, γιατί διάκειται σκωπτικά σχετικά με τον υποκρυπτόμενο Θεϊκό σκοπό πίσω από το γράμμα τού Δελφικού Χρησμού, θεωρώντας τον Δελφικό Χρησμό ως ανθρώπινη διάταξη Πυθίας η οποία χρήζει τελολογικής ερμηνείας, και στη βάση αυτή ερμηνεύσει ή ακόμα χειρότερα συμπληρώσει τον Χρησμό, τότε η δικανική τού δικαστηρίου κρίση τίθεται ενώπιον του κινδύνου να καταλήξει σε εσφαλμένη απόφαση. Αλλά το παρόν Δικαστήριο είναι Ένθεον.

Συναφώς, κι αν ακόμη, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του Αυγεία, αυτός γνώριζε  ότι ο Ηρακλής είχε υποχρέωση κοινωφελούς εργασίας προς τον Αυγεία στα πλαίσια της προσταγής Ευρυσθέα για την αποκάθαρση των στάβλων του, πρόσθετα δε, ότι εφόσον αυτό το γνώριζε δε θα συμφωνούσε σε αμοιβή τού Ηρακλή, η πλάνη του αυτή  που (υποτίθεται ότι) αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης δεν είναι ουσιώδης δοθέντος ότι ο Αυγείας επείγονταν για την αποκάθαρση των στάβλων του και ήταν διατεθειμένος να πληρώσει για το έργο αυτό· έτσι, το αίτιο, ο αφετήριος λόγος από τον οποίο αφορμάται η βούληση και η συνακόλουθη δήλωση του Αυγεία που καταδεικνύει την έννοια τού παραγωγικού αίτιου τής βούλησής του, συνίσταται στη βούληση αυτού να αναθέσει σε εργολάβο, και μάλιστα κατ' επειγόντως, την αποκάθαρση των στάβλων του, και να πληρώσει γι'αυτό. Επομένως δεν είναι ουσιώδης η πλάνη που επικαλείται ο Αυγείας, διότι αναφέρεται αποκλειστικά στα παραγωγικά αίτια της βούλησης και δεν επιφέρει ακύρωση της δικαιοπραξίας, για τον επιπλέον λόγο ότι ο Αυγείας ουδέποτε συζήτησε με τον Ηρακλή για "δωρεάν αποκάθαρση των στάβλων"  πριν από την κατάρτιση της δικαιοπραξίας, ώστε να αποτελέσει το "δωρεάν"  κατά το πνεύμα των μερών, βάση ή προϋπόθεση για τη δικαιοπραξία  οπότε όταν ο Αυγείας σε μεταγενέστερο χρόνο έλαβε γνώση της υποχρέωσης Ηρακλή για την αποκάθαρση των στάβλων του αμισθί (στα πλαίσια εκτέλεσης της προσταγής Ευρυσθέα) πλέον να πρόκειται για πλάνη ουσιώδη ως προς το περιεχόμενο της βούλησης. Εξάλλου ο Ηρακλής, που γνωρίζει ότι εκτελεί αμισθί την προσταγή Ευρυσθέως για την αποκάθαρση των στάβλων Αυγεία, δεν λογίζεται εν προκειμένω ως γνώστης των εσφαλμένων παραστάσεων του Αυγεία και ότι εκμεταλλεύεται την πλάνη του κατά τρόπο που αντίκειται στους κανόνες της καλής πίστης, διότι ουδέποτε συζητήθηκε μεταξύ Ηρακλή και Αυγεία το ενδεχόμενο "δωρεάν αποκάθαρσης των στάβλων", περίπτωση κατά την οποία, ο Ηρακλής – στο υποθετικό σενάριο που είχε υποχρέωση κοινωφελούς εργασίας προς την Ήλιδα - που δεν είχε –  δε δικαιούταν να ζητήσει την εκπλήρωση της σύμβασης ενώ ο Αυγείας που πλανήθηκε θα μπορούσε νόμιμα να αρνηθεί την αμοιβή στον Ηρακλή. Τέλος, και στην υποθετική ακόμη περίπτωση που η Αυγεία ήταν ουσιώδης, και πάλι η  δικαιοπραξία δεν ακυρώνεται λόγω της πλάνης καθότι η ακύρωση αντιβαίνει στην καλή πίστη, καθώς τυχόν ακύρωση στην περίπτωση αυτή, καθίσταται, με βάση τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης, αδικαιολόγητη και πρόδηλα ανεπιεικής.

Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι, δια της συμβάσεως της μισθώσεως έργου, ο μεν εργολάβος Ηρακλής υποχρεούται να εκτελέσει το έργο τής αποκάθαρσης των στάβλων, ο δε εργοδότης Αυγείας να καταβάλει την συμφωνημένη αμοιβή, η οποία συμφωνήθηκε από τους διαδίκους συμβαλλόμενους στο ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν του εναγόμενου, ήτοι 300 βόες, άλλως το ισάξιό τους σε Αττικές Αργυρές Δραχμές για κάθε έναν βοῦν. Ότι ο Ηρακλής, ως εργολάβος που ενάγει τον εργοδότη Αυγεία προς καταβολή της συμφωνημένης εφάπαξ αμοιβής του, επικαλείται και αποδεικνύει τη σύναψη της εργολαβικής συμβάσεως, το συμφωνημένο έργο παράδοσης του έργου τής αποκάθαρσης της κόπρου από τους στάβλους του εναγόμενου εντός μίας ημέρας, την  συμφωνημένη αμοιβή 300 βοῶν, την εκτέλεση του έργου στην προκαθορισμένη ημερομηνία, καθώς και την παράδοσή του. Ότι η άρνηση του εναγόμενου να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή θα δικαιολογούνταν αν ο εναγόμενος Αυγείας ως εργοδότης απεδείκνυε ότι το εκτελεσθέν έργο που παραδόθηκε από τον Ηρακλή, εξαιτίας ελλείψεων είναι εντελώς διαφορετικό από το  συμφωνηθέν, πράγμα που δεν αποδεικνύεται καθότι ο ενάγων Ηρακλής παρέδωσε του στάβλους στον εναγόμενο αποκαθαρμένους πλήρως από συσσωρευμένη κόπρο τριάντα ετών.

Ως προς το επιπλέον ζήτημα που ο Αυγείας αρνήθηκε τη συμφωνία, για τον πρόσθετο λόγο, ότι ο Ηρακλής δεν πραγματοποίησε την αποκάθαρση των στάβλων με ίδιες δυνάμεις, αλλά στρέφοντας τους Ποταμούς Αλφειό και Πηνειό στους στάβλους οι οποίοι (Ποταμοί) καθάρισαν την κόπρο και όχι ο Ηρακλής, λεκτέο ότι είναι νομικά αδιάφορο το ζήτημα των μέσων που ο εργολάβος χρησιμοποίησε για την εκτέλεση του έργου, καθότι το μείζον νομικό ζήτημα στις συμβάσεις έργου είναι, το εκτελεσθέν έργο που παραδόθηκε να μην είναι διαφορετικό από το  συμφωνηθέν εξαιτίας ελλείψεων. Δοθέντος δε ότι τα μέσα που ο εργολάβος χρησιμοποίησε για την εκτέλεση του έργου είναι νομικά αδιάφορο ζήτημα, πράγμα που ανάγεται στον κοινό μέσο νου και συνεπώς ο εναγόμενος Αυγείας αντιλαμβάνεται ότι ο εν λόγω ισχυρισμός δε στέκει ούτε νομικά ούτε λογικά, λεκτέο προς τούτο ότι ο ισχυρισμός που ο Αυγείας υπονοεί είναι ότι, για την προσήκουσα εκτέλεση του έργου τής αποκάθαρσης της κόπρου από τους στάβλους του, και μάλιστα στον συμφωνημένο χρόνο της μίας μόλις ημέρας, ο Ηρακλής έλαβε μεταφυσική βοήθεια από τους Ποτάμιους Θεούς Αλφειό και Πηνειό, συνεπώς η εκτέλεση του έργου δεν είναι έργο ανθρώπινο αλλά θεϊκό, και ως εκ τούτου ο Ηρακλής δε δικαιούται αμοιβής. Αν και το παρόν Δικαστήριο δεν αμφισβητεί τη θεϊκή υπόσταση των Ποτάμιων Θεών Αλφειού και Πηνειού, εντούτοις, όπως στη μείζονα σκέψη της παρούσης αναπτύχθηκε, κατά την κρίση τού παρόντος Δικαστηρίου οι Ποτάμιοι Θεοί Αλφειός και Πηνειός δεν συνιστούν πρόσωπα υποκείμενα του Δικαίου κατά τον ΑΚ, δηλαδή δεν αποτελούν οντότητες στις οποίες απευθύνονται οι κανόνες του δικαίου κατά τον ανθρώπινο νόμο.

Συγκεφαλαιωτικά, λοιπόν, με βάση όλα τα παραπάνω, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή στο σύνολό της.  Περαιτέρω τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν στην προκείμενη περίπτωση (κυρίως σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα ερμηνείας από το παρόν Δικαστήριο του Δελφικού Χρησμού, βλ. άρθρα 179 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν συνόλω την αγωγή με ημερομηνία πρώτη ἱσταμένου Θαργηλίωνος, 1ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 1η Μαΐου 2022), με γενικό αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ 88518/2022 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου ΑΚΔ 2436/2022, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο  ἔνη φθίνοντος Ποσιδεῶνος Β΄, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 21η Ιανουαρίου 2023).

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο Αυγεία να αποδώσει στον ενάγοντα Ηρακλή το ένα δέκατο του κοπαδιού των 3.000 βοῶν, ήτοι 300 βόες, άλλως υποχρεώνει αυτόν

να του καταβάλει το ισάξιο των 10 Αττικών Αργυρών Δραχμών για κάθε έναν βοῦν (ισότιμο σήμερα με  612,5 Ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.000 Αττικών Αργυρών Δραχμών για τους 300 βόες, ισότιμο σήμερα με 183.750 Ευρώ [1 αρχαία Αττική Δραχμή = 61,25 Ευρώ | 1 βοῦς = 10 Αττικές Αργυρές Δραχμές = 612,5 Ευρώ |3.000  Αττικές Αργυρές Δραχμές = 183.750 Ευρώ]

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ το σύνολο των δικαστικών εξόδων μεταξύ των διαδίκων.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Ήλιδα την πέμπτη φθίνοντος Γαμηλιώνος, 2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας (Γρηγοριανό ημερολόγιο: 16 Φεβρουαρίου 2023), σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

                                                        ΜΟΝΑΡΧΊΑ ΉΛΙΔΑΣ                       ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΉΛΙΔΑΣ

Ακριβές ηλεκτρονικό αντίγραφο, το οποίο θεωρήθηκε για τη νόμιμη απουλοποιημένη σήμανση και έκδοση του, με προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή κατόπιν ανάθεσης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης (Πράξη 204/2023).

Ήλιδα,

πέμπτη φθίνοντος Γαμηλιώνος,

2ον ἔτος τῆς 700-ῆς Ὀλυμπιάδας

(Γρηγοριανό ημερολόγιο: 16 Φεβρουαρίου 2023)

Ο/Η Γραμματέας

 

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Ο Ηρακλής και η κόπρος τού Αυγεία 12 Feb 2023 3:04 PM (2 years ago)



1. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) κυμαίνεται στο 3%. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, τα ΜΕΔ στην Ελλάδα το 2018 ανήλθαν στο θηριώδες ποσοστό του 41,99% επί του συνόλου των χρηματοδοτήσεων. Επιπλέον για το Δεκέμβριο του 2019 σύμφωνα και πάλι με στοιχεία από την Παγκόσμια Τράπεζα η Ελλάδα είχε μακράν το υψηλότερο ποσοστό ΜΕΔ στην Ευρώπη το οποίο έφτανε το 35,2% ενώ την δεύτερη χειρότερη επίδοση είχε η Ιταλία με ποσοστό μόλις 6,7%. Το ιστορικό υψηλότερο ποσό ΜΕΔ των € 107 δισ. καταγράφεται περίπου τον Μάρτιο του 2016 όταν και διαμορφώνεται στο τερατώδες ποσοστό 49% του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου. Τον Δεκέμβριο του 2020 τα ΜΕΔ παρουσιάζονται ‘’μειωμένα’’ στο ποσοστό του 32,9%.
Τούτων δοθέντων, η Ελλάδα των μόλις 10 εκατομμυρίων πληθυσμού αποτελεί σε απόλυτα νούμερα την τέταρτη μεγαλύτερη αγορά κόκκινων δανείων στην Ευρώπη, δηλαδή μακράν πρώτη στην ΕΕ ανά κάτοικο. Γίνεται από αυτά αντιληπτό ότι πρόκειται για χρεοκοπημένη χώρα, χρεοκοπημένο λαό και χρεοκοπημένες τράπεζες.
2. Εταιρίες ειδικού σκοπού (SPV) και Bad Bank
Μια εταιρία ειδικού σκοπού (Special Purpose Vehicle - SPV) είναι μια ξεχωριστή νομική οντότητα που δημιουργήθηκε από τη μητρική εταιρεία για να εκτελεί ένα συγκεκριμένο και περιορισμένο σύνολο δραστηριοτήτων, όπως τιτλοποίηση περιουσιακών στοιχείων. Μια εταιρία ειδικού σκοπού (SPV) είναι συνήθως δομημένη ως θυγατρική μιας μητρικής εταιρείας (π.χ. Τράπεζας, κατασκευαστικής εταιρίας κλπ).Το SPV συγκεντρώνει κεφάλαια μέσω της έκδοσης ομολόγων ή άλλων τίτλων και χρησιμοποιεί τα έσοδα για την αγορά περιουσιακών στοιχείων, όπως δάνεια ή υποθήκες, από τη μητρική εταιρεία. Στη συνέχεια, το SPV διαχειρίζεται και εξυπηρετεί τα περιουσιακά στοιχεία και το εισόδημα που δημιουργείται χρησιμοποιείται για την πληρωμή τόκων και κεφαλαίου επί των τίτλων.
Η καλοήθης χρήση μιας εταιρίας SPV είναι η χρηματοδότηση επενδύσεων ενώ η κακοήθης είναι η απομόνωση της μητρικής εταιρείας από τον οικονομικό κίνδυνο όταν η μητρική εταιρία είναι ουσιαστικά χρεοκοπημένη· εντούτοις κρατιέται εν λειτουργία τεχνηέντως με σκοπό την παραπλάνηση καταναλωτών και επενδυτών. Η κακοήθης δεύτερη περίπτωση συμβαίνει όταν στο όχημα SPV φορτώνεται ένα βουνό χρέους, πολλαπλάσιο των οικονομικών μεγεθών της μητρικής, και η μητρική εμφανίζεται ως δήθεν φερέγγυα.
Στον τραπεζικό τομέα οι εταιρίες ειδικού σκοπού (SPV) χρησιμοποιούνται για λελογισμένη τιτλοποίηση Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) – όχι για να φορτώνεται από την Τράπεζα στην εταιρία ειδικού σκοπού ένα βουνό χρέους. Για τη δεύτερη περίπτωση, όταν το χρέος από τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (ΜΕΔ) είναι βουνό, η μόνη λύση είναι η δημιουργία από την κυβέρνηση μιας τραπεζικής οντότητας γνωστής ως Bad Bank. Άρα οι εταιρίες ειδικού σκοπού (SPV) και η Bad Bank είναι δυνητικά νομικές οντότητες ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος που, όμως, εξυπηρετούν διαφορετικούς σκοπούς και έχουν ξεχωριστά χαρακτηριστικά.
Σε τι αποσκοπούν οι εταιρίες ειδικού σκοπού (SPV) των ελληνικών Τραπεζών; Οι εταιρίες ειδικού σκοπού των ελληνικών Τραπεζών δημιουργήθηκαν με σκοπό τη λογιστική απόκρυψη της χρεοκοπίας τους. Δημιουργήθηκαν με σκοπό την απόκρυψη χρέους, με τιτλοποίηση δυσθεώρητα υψηλού χρέους από την εταιρία ειδικού σκοπού. Συγκεκριμένα αποσκοπούν στην τιτλοποίηση ενός Ωκεανού Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) συνολικού ύψους 107 δισ. Ευρώ που είναι φορτωμένα στους ισολογισμούς των χρεοκοπημένων ελληνικών Τραπεζών. Το νομικό καθεστώς αυτών των εταιριών ως ξεχωριστές εταιρίες των ελληνικών Τραπεζών καθιστούν αυτές ένα όχημα ειδικού σκοπού που κάτ' ουσίαν είναι πτωχευτική οντότητα. Κατά τον τρόπο που οι εταιρίες SPV χρησιμοποιούνται από τις ελληνικές Τράπεζες σήμερα, έχουν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν από εταιρίες του εξωτερικού για την απόκρυψη της πραγματικής οικονομικής κατάστασης της μητρικής εταιρίας που βρίσκεται στα όρια της χρεοκοπίας. Στο σενάριο αυτό, με την εταιρία ειδικού σκοπού, η μητρική εταιρία αποσκοπεί στην παραπλάνηση του επενδυτικού κοινού και των καταναλωτών σε σχέση με την πραγματική οικονομική κατάστασή της, με χαρακτηριστικότερη όλων την περίπτωση του σκανδάλου Enron στις ΗΠΑ όπου η μητρική Enron είχε μεταφέρει ολόκληρο το βουνό του χρέους της σε εταιρία ειδικού σκοπού SPV ‘’καθαρίζοντας’’ θεωρητικά τον ισολογισμό της· μέχρι που έσκασε το κανόνι. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι εταιρίες ειδικού σκοπού χρησιμοποιούνται όταν εταιρίες - ζόμπι όπως οι ελληνικές Τράπεζες πρέπει να κρατηθούν στη ζωή ενώ τυπικά και ουσιαστικά είναι χρεοκοπημένες.
Ο αντίλογος ότι εταιρίες SPV χρησιμοποιούνται βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας σε ολόκληρο το τραπεζικό ευρωσύστημα ισχύει, με μία σημαντική όμως διαφοροποίηση. Οι εταιρίες ειδικού σκοπού SPV στις λοιπές (πλην Ελλάδας) χώρες της ευρωζώνης καλούνται να καθαρίσουν τους ισολογισμούς των Τραπεζών -- όχι από έναν Ωκεανό μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) αλλά -- από ένα μικρό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) της τάξης του 3% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ΜΕΔ, ή κατ’ ανώτατο όριο, ποσοστό μόλις 6,7% ΜΕΔ της Ιταλίας. Για τον Ωκεανό των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) στην Ελλάδα, που ανέρχεται στο θηριώδες ποσοστό 49% του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου το 2006, και σήμερα -- με λογιστικές αλχημείες -- υποτίθεται ότι διαμορφώνεται πέριξ του 35%, τη λύση μπορεί να δώσει μόνο η ελληνική κυβέρνηση με τη δημιουργία Bad Bank. Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει, έμμεσα ασφαλώς, το ΔΝΤ· ότι μόνο μία Bad Bank δύναται να απορροφήσει τον ωκεανό των ελληνικών κόκκινων δανείων. Σε έκθεση του για την Ελλάδα τον Ιούλιο του 2021 το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επισημαίνει ότι «Η μεταφορά των ΜΕΔ από τις τράπεζες στις εταιρείες διαχείρισης, δεν λύνει το πρόβλημα. Επισημαίνεται ότι από το 2017 έχει αρχίσει μια ανακατανομή των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) από τις τράπεζες προς τις εταιρείες διαχείρισης, αλλά το συνολικό τους ύψος παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητο. Αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες διαχείρισης δεν επιτυγχάνουν προς το παρόν τον στόχο για γρήγορη απομείωση των ΜΕΔ μέσω των διαγραφών και των ρυθμίσεων.»
Στον αντίποδα, μια Bad Bank είναι ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που δημιουργείται για να αντιμετωπίσει μη εξυπηρετούμενα περιουσιακά στοιχεία (ΜΕΔ) ή τοξικά περιουσιακά στοιχεία μιας εμπορικής τράπεζας ή άλλου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος. Μια Bad Bank δημιουργείται όταν ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα έχει μεγάλο αριθμό επισφαλών δανείων στους ισολογισμούς του ( = Ωκεανό κόκκινων δανείων) που επιβαρύνουν τη λειτουργία του και επηρεάζουν την ικανότητά του να δανείζει. Η Bad Bank αναλαμβάνει τα επισφαλή δάνεια από την εμπορική τράπεζα, επιτρέποντας στην εμπορική τράπεζα να επικεντρωθεί στον βασικό σκοπό της: να καθαρίσει οριστικά και αμετάκλητα τον ισολογισμό της ώστε να μπορεί να χρηματοδοτήσει την εθνική Οικονομία παρέχοντας δάνεια σε καταναλωτές και επιχειρήσεις. Στη συνέχεια, η Bad Bank διαχειρίζεται τα τιτλοποιημένα κόκκινα δάνεια, εργάζεται για να ανακτήσει όσο το δυνατόν περισσότερα από τα επισφαλή δάνεια, πουλώντας τυχόν περιουσιακά στοιχεία που δεν μπορούν να ανακτηθούν.
«Κακές Τράπεζες» (Bad Banks) έχουν συσταθεί για την αντιμετώπιση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) στην Ιρλανδία, την Ισπανία και τη Γερμανία (βλ. έγγραφο European Commission: What Makes a Good 'Bad Bank'? The Irish, Spanish and German Experience, που εξετάζει τους παράγοντες που απαιτούνται για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτών των εταιρειών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων). Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα επιτυχημένης Bad Bank είναι η ιρλανδική - Irish 'bad bank' NAMA που ιδρύθηκε το 2009 και έβγαλε την Ιρλανδία από το Μνημόνιο σε έναν μόλις χρόνο! Η Εθνική Υπηρεσία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων (NAMA) που ιδρύθηκε το 2009 χρησιμοποίησε 32 δισεκατομμύρια ευρώ χρέους για να απαλλάξει τους δανειστές από επικίνδυνα δάνεια ακινήτων αξίας 74 δισεκατομμυρίων ευρώ μετά από μια τραπεζική κατάρρευση. Η NAMA πούλησε σχεδόν όλα αυτά τα δάνεια την τελευταία δεκαετία καθώς η ζήτηση για ακίνητα στην Ιρλανδία ανέκαμψε. Είχε υπολειπόμενο χαρτοφυλάκιο 715 εκατ. ευρώ στο τέλος του 2021. Αύξησε τον Ιούνιο του 2022 το προβλεπόμενο πλεόνασμα που αναμένει να επιστρέψει στο κράτος στα 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ και δήλωσε ότι θα σβήσει το χρέος που έχει αναλάβει μέχρι το 2025, έχοντας παραδώσει μέχρι σήμερα 24.400 κατοικίες. [Routers: Irish 'bad bank' NAMA raises forecast surplus to 4.5 bln euros]
Αντί λοιπόν μίας ελληνικής Bad Bank στα πρότυπα της ιρλανδικής NAMA που θα έλυνε οριστικά το πρόβλημα του ελληνικού Ωκεανού των κόκκινων δανείων, οι μνημονιακές κυβερνήσεις εμμένουν, κατ’ υπόδειξη των δανειστών, σε λογιστικές αλχημείες τύπου «Ηρακλής», εντείνοντας την πρωτοφανή κρίση που πλήττει την ελληνική κοινωνία τα τελευταία 15 χρόνια.
3. Το πρόγραμμα «Ηρακλής»
Το πρόγραμμα Ηρακλής δημιουργήθηκε για το αδιανόητο: να μετατρέψει τάχα τις εταιρίες ειδικού σκοπού (SPV) σε Κακή Τράπεζα (Bad Bank), πράγμα αδύνατον· άρα με λογιστικές αλχημείες να καθαρίσει (και καλά) τους ισολογισμούς των τεσσάρων συστημικών Τραπεζών, με μεταβίβαση ενός ωκεανού κόκκινων δανείων σε σχήματα SPV!
Κατά το κυβερνητικό αφήγημα, ο Ηρακλής έγκειται στη μεταφορά μεγάλου μέρους των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) από τους ισολογισμούς των συστημικών τραπεζών σε μια ή περισσότερες Εταιρίες Ειδικού Σκοπού (Special Purpose Vehicle – SPV) και Εταιρίες Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων μέσω της τιτλοποίησης των ΜΕΔ ύψους 107 δισ. Ευρώ. Επιπλέον προβλέπεται η παροχή εναλλακτικών τρόπων κάλυψης των πρόσθετων ζημιών που τυχόν θα δημιουργηθούν, μέσω της παροχής εγγυήσεων του Δημοσίου, μεταφοράς μέρους της αναβαλλόμενης φορολογίας των τραπεζών κ.ά. .
Εντούτοις, από τις τιτλοποιήσεις αυτές κόκκινων δανείων, όλες, πλην μερίδας στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων με εμπράγματη εξασφάλιση (υποθήκη) εμπορικά αξιόλογα ακίνητα (π.χ. κατοικίες και καταστήματα σε ακριβές περιοχές), είναι ανεπίδεκτες είσπραξης, δηλαδή πρόκειται για τιτλοποιήσεις – σκουπίδια. Συναφώς, για κάθε τιτλοποίηση κόκκινων δανείων εκδίδονται ομόλογα των οποίων η διαβάθμιση ανταποκρίνεται στην ποιότητα των δανείων που περιλαμβάνουν. Υπάρχουν τρεις κατηγορίες διαβάθμισης ομολόγων:
- Ομόλογα υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior notes) που αφορά σε δάνεια για τα οποία υπάρχει αυξημένη πιθανότητα να εισπραχθεί μέρος ή όλη η οφειλή. Τα δάνεια αυτά συνήθως είναι εξασφαλισμένα με εμπορικά ακίνητα για τα οποία η διαδικασία ρευστοποίησης είναι σύντομη.
- Ομόλογα μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας (mezzanine notes) αφορά σε δάνεια με μειωμένη πιθανότητα είσπραξης. Τα δάνεια αυτά είναι εξασφαλισμένα με χαμηλής εμπορικότητας ακίνητα για τα οποία η διαδικασία ρευστοποίησης είναι χρονοβόρα και αμφίβολη για διάφορους λόγους.
- Ομόλογα χαμηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (junior notes) αφορά σε δάνεια με πολύ μικρή πιθανότητα είσπραξης. Τα δάνεια αυτά συνήθως είναι χωρίς εξασφάλιση (Μούζουλας, Παναγόπουλος και Πελετίδης, 2019).
Άρα ομόλογο υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior notes) από τιτλοποίηση κόκκινου δανείου αφορά σε δάνειο που έχει υποθήκη π.χ. ένα εμπορικό ακίνητο στα Βόρεια προάστια της Αθήνας. Ομόλογο μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας (mezzanine notes / περίπου σκουπίδι) αφορά σε τιτλοποίηση κόκκινου δανείου με μειωμένη πιθανότητα είσπραξης, που έχει υποθήκη π.χ. ένα ισόγειο διαμέρισμα τριακονταετίας στην Καλλιθέα και ο δανειολήπτης έχει ασκήσει αγωγές και ανακοπές κατά της Τράπεζας. Τέλος, ομόλογο χαμηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (junior notes/ σκουπίδια) αφορά σε δάνειο με πολύ μικρή πιθανότητα είσπραξης όπου δεν υπάρχει υποθήκη, που η απαίτηση είναι από πιστωτικές κάρτες, καταναλωτικά δάνεια, διακοποδάνεια, ή από θαλασσοδάνεια λαμόγιων που εμφανίζονταν ως.. επιχειρηματίες, και ο οφειλέτης είτε είναι άφαντος ή δεν ανταποκρίνεται στις οχλήσεις.
Α. Πώς λειτουργεί ο (αλχημιστής) Ηρακλής, ποιες οι λογιστικές αλχημείες και που εντοπίζονται ο κίνδυνος κατάρρευσης Δημοσίου και Τραπεζών
Οι Τράπεζες πακετάρουν το βουνό των κόκκινων δανείων σε τρία ξεχωριστά πακέτα. Το πρώτο πακέτο περιλαμβάνει το φιλέτο των (κόκκινων) δανείων ήτοι αυτά που προορίζονται για τιτλοποίηση για τα οποία θα εκδοθεί από την εταιρία SPV ομόλογο υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior notes) π.χ. από δάνειο που έχει υποθήκη ένα εμπορικό ακίνητο στα Βόρεια προάστια της Αθήνας. Το δεύτερο πακέτο περιλαμβάνει κόκκινα δάνεια που είναι περίπου σκουπίδια, ήτοι αυτά που προορίζονται για τιτλοποίηση για τα οποία θα εκδοθεί από την εταιρία SPV ομόλογο μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας (mezzanine notes) με μειωμένη πιθανότητα είσπραξης, π.χ. δάνειο που έχει υποθήκη ένα ισόγειο διαμέρισμα τριακονταετίας στο Περιστέρι και ο δανειολήπτης έχει ασκήσει αγωγές και ανακοπές κατά της Τράπεζας. Το τρίτο πακέτο περιλαμβάνει τα σκουπίδια, ήτοι τα κόκκινα δάνεια που προορίζονται για τιτλοποίηση για τα οποία θα εκδοθεί από την εταιρία SPV ομόλογο χαμηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (junior notes) όπου δεν υπάρχει υποθήκη, που η απαίτηση είναι από πιστωτικές κάρτες, καταναλωτικά δάνεια, διακοποδάνεια και θαλασσοδάνεια, και ο οφειλέτης απολαμβάνει να επαναλαμβάνει στις οχλήσεις τής Τράπεζας το μότο «Δεν πληρώνω».
Η εταιρία ειδικού σκοπού (SPV) παίρνοντας τα παραπάνω πακέτα των κόκκινων δανείων εκδίδει ομολογίες υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior = φιλέτα κόκκινων δανείων), μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας (mezzanine = περίπου σκουπίδια κόκκινων δανείων) και χαμηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (junior = σκουπίδια κόκκινων δανείων).
Οι ομολογίες senior (φιλέτα) και mezzanine (περίπου σκουπίδια) φέρουν κουπόνι (τοκομερίδιο) πληρωτέο στον κάτοχό τους, δηλαδή ο κάτοχός τους, αυτός που θα αγοράσει τις παραπάνω ομολογίες, πληρώνεται.
Οι senior ομολογίες (φιλέτα κόκκινων δανείων), εφόσον αποκτήσουν πιστοληπτική αξιολόγηση από διεθνείς Οίκους τουλάχιστον BB-, λαμβάνουν έναντι προμήθειας που υπολογίζεται με όρους αγοράς, την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου και διακρατούνται αρχικά από τις τράπεζες, με δυνατότητα να πωληθούν σε θεσμικούς επενδυτές χαμηλού ρίσκου (π.χ. συνταξιοδοτικά ταμεία). Οι mezzanine και junior ομολογίες (τα περίπου σκουπίδια και τα σκουπίδια κόκκινων δανείων) πωλούνται άμεσα σε.. θεσμικούς επενδυτές..
Μόλις πωληθεί σε ιδιώτες επενδυτές το 50+1% των junior ομολογιών (δηλαδή από τα 50 δισ. κόκκινων δανείων – σκουπίδια, μόλις οι ιδιώτες επενδυτές τρέξουν και αγοράσουν 25 δισ. σκουπίδια κόκκινων δανείων από πιστωτικές κάρτες, διακοποδάνεια και θαλασσοδάνεια..!) και επιπλέον επαρκές ποσοστό των mezzanine (!), επέρχεται η λεγόμενη λογιστική απο-αναγνώριση, δηλαδή τα δάνεια που τιτλοποιήθηκαν φεύγουν οριστικά από τον ισολογισμό της τράπεζας κι έτσι επέρχεται η μείωση των κόκκινων δανείων..
Η διαχείριση των τιτλοποιημένων δανείων ανατίθεται σε ανεξάρτητη από την τράπεζα εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων (Servicer). Περαιτέρω, για τα τιτλοποιημένα δάνεια που έχουν μεταβιβαστεί από τις τράπεζες στον «Ηρακλή» μέσω SPVs και διαχειρίζονται ανεξάρτητοι servicers, προβλέπεται αμοιβή για τους servicers οι οποίοι αμείβονται μέσω των ανακτήσεων που επιτυγχάνουν, δηλαδή από την είσπραξη μέρους τής οφειλής από την πίεση που ασκούν στους δανειολήπτες. Από αυτές τις εισπράξεις των servicers (αφού παρακρατηθεί η αμοιβή τους) πληρώνεται με προκαθορισμένη σειρά, πρώτον η προμήθεια του Δημοσίου (για την εγγύηση που έχει παράσχει για τις ομολογίες υψηλής προτεραιότητας / senior = φιλέτα κόκκινων δανείων), και στη συνέχεια τα τοκομερίδια και το κεφάλαιο των ομολογιούχων που κατέχουν τα ομόλογα senior και mezzanine ( = τα φιλέτα και τα σχεδόν σκουπίδια των τιτλοποιημένων κόκκινων δανείων που αγοράζουν ιδιώτες επενδυτές). Άρα, μια πρώτη παραδοχή είναι ότι, ολόκληρη η ευστάθεια του συστήματος βασίζεται στους εισπράκτορες – τους servicers.
Περαιτέρω, οι εγγυημένες από το Ελληνικό Δημόσιο ομολογίες υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior = φιλέτα κόκκινων δανείων) υπολογίζονται σε 30 δισ. Ευρώ. Δοθέντος όμως ότι το βουνό του ελληνικού δημοσίου χρέους ανέρχεται στο θηριώδες ποσό των 400 δισ. Ευρώ με λόγο χρέους προς ΑΕΠ τον υψηλότερο παγκοσμίως, στο τερατώδες 206,3% του ΑΕΠ, καθίσταται προφανές ότι δεν υπάρχουν θεσμικοί ξένοι επενδυτές (π.χ. συνταξιοδοτικά ταμεία) που θα ήταν διατεθειμένοι να επενδύσουν ζεστό χρήμα σε ομολογίες τιτλοποιημένων κόκκινων δανείων υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior = φιλέτα κόκκινων δανείων), καθότι ο εγγυητής, το Ελληνικό Δημόσιο, είναι κατ’ ουσία χρεοκοπημένος. Τούτου δοθέντος, τα ομόλογα αυτά (κόκκινων δανείων) που εγγυάται το χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος διακρατούν οι χρεοκοπημένες ελληνικές Τράπεζες – οι τράπεζες ζόμπι. Διότι ουδείς αγοράζει κόκκινα δάνεια χρεοκοπημένων δανειοληπτών που εγγυάται το χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος.
Συναφώς, προϋπόθεση ενεργοποίησης της εγγύησης του Δημοσίου στις ομολογίες υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior = φιλέτα κόκκινων δανείων) είναι να λάβουν αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας ΒΒ (-) από τους Οίκους αξιολόγησης. Στη συνέχεια, εφόσον πωληθεί σε ιδιώτες επενδυτές το 50+1% των junior ομολογιών (δηλαδή από τα 50 δισ. κόκκινων δανείων – σκουπίδια, οι ιδιώτες επενδυτές πρέπει τρέξουν να αγοράσουν 25 δισ. από αυτά τα σκουπίδια..!), πρόσθετα δε επαρκές ποσοστό των mezzanine (σχεδόν σκουπίδια), τότε και μόνο τότε τα δάνεια που τιτλοποιήθηκαν φεύγουν ‘οριστικά’ από τον ισολογισμό της τράπεζας κι έτσι επέρχεται η μείωση των κόκκινων δανείων.. Σημειώνεται εδώ ότι -- υπό κανονικές συνθήκες τιτλοποίησης κόκκινων δανείων σε ποσοστό π.χ. 3% επί του συνόλου των δανείων που αποτελεί τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των κόκκινων δανείων που τιτλοποιούνται στο ευρωσύστημα -- , προϋπόθεση λειτουργίας της τιτλοποίησης είναι η ύπαρξη Δευτερογενούς Αγορά Τιτλοποιημένων Δανείων. Στην Ελλάδα, που τα τιτλοποιημένα κόκκινα δάνεια αγγίζουν το θηριώδες ποσοστό του 50%, δεν υφίσταται Δευτερογενής Αγορά Τιτλοποιημένων Δανείων.. Ελλείψει δευτερογενούς αγοράς και δοθέντος ότι το σύστημα Ηρακλής ‘’λειτουργεί’’ στο σκότος , ουδείς γνωρίζει ποιος είναι ο θεσμικός επενδυτής που φορτώθηκε τον ελληνικό ωκεανό κόκκινων δανείων.. Έτσι υποθέσεις μόνον μπορεί να γίνουν.
Στο ερώτημα λοιπόν «Ποιος θεσμικός επενδυτής θα αγοράσει 50 δισεκατομμύρια Ευρώ από σκουπίδια κόκκινων δανείων από πιστωτικές κάρτες, διακοποδάνεια και θαλασσοδάνεια χρεοκοπημένων ‘επιχειρηματιών’», η απάντηση είναι αυτονόητη: κανείς. Των πραγμάτων ούτως εχόντων, πιθανολογείται σφόδρα ότι το ποσοστό 50+1% των junior ομολογιών και επαρκή ποσοστό των mezzanine ομολογιών – σκουπίδια, αγοράζουν εικονικά οι ελληνικές Τράπεζες είτε απευθείας είτε ως αφανείς εταίροι, ώστε με λογιστικές αλχημείες να σβήσουν τον ωκεανό των κόκκινων δανείων από τους ισολογισμούς τους, ενώ η σκληρή πραγματικότητα είναι άλλη: το βουνό των κόκκινων δανείων εξακολουθεί να βαραίνει τους ισολογισμούς των ζόμπι - Τραπεζών καθώς και την κοινωνία, όπως αυτό βεβαιώνει το ΔΝΤ με την τελευταία του έκθεση που αναφέρθηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο.
Συναφώς με τις παραπάνω λογιστικές αλχημείες, η εγγύηση που έχει παράσχει το Ελληνικό Δημόσιο στις ομολογίες υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior = φιλέτα κόκκινων δανείων) που υπολογίζονται σε 30 δισ. Ευρώ, έχει ήδη καταπέσει, δοθέντος ότι (α) η εγγύηση του Δημοσίου καθίσταται απαιτητή μόλις περιέλθει σε υπερημερία ο «πρωτοφειλέτης» (Τράπεζες/SPVs), (β) στη συγκεκριμένη περίπτωση απαιτείται η «κατάπτωση της εγγύησης», η οποία συντελείται μετά την παρέλευση 50 ημερών από τη μη πληρωμή οποιασδήποτε υποχρέωσης προς τους ομολογιούχους υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior τιτλοποιήσεις = φιλέτα κόκκινων δανείων), (γ) η εγγύηση αυτή συμπεριλαμβάνεται στο δημόσιο χρέος μόνον όταν «ενεργοποιείται», πλην όμως το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών (ESA 2010) προβλέπει και την περίπτωση της «de facto κατάπτωσης», όταν δηλαδή η χορηγηθείσα εγγύηση σφόδρα πιθανολογείται ότι θα ενεργοποιηθεί οπότε και στην περίπτωση αυτή απαιτεί τη συμπερίληψη της χορηγηθείσας εγγύησης στο δημόσιο χρέος και (δ) πρόσφατα δημοσιεύματα αναφέρουν ότι η Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Eurostat), ελέγχοντας τις πρώτες τιτλοποιήσεις του «Ηρακλή» καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρέπει να εγγραφούν στο Δημόσιο χρέος, εκτοξεύοντάς το στη … στρατόσφαιρα [εφ. Το Βήμα, Η κόπρος του Αυγεία καταπλάκωσε τον Ηρακλή, του δικηγόρου Αργύρη Αργυριάδη].
Β. Οι διαχειριστές (servicers) και το ντόμινο κατάρρευσης
Προσοχή τώρα στο εξής. Οι παραπάνω λογιστικές αλχημείες με τον Ηρακλή, για τη φαινομενική αφαίρεση των κόκκινων δανείων από το τραπεζικό σύστημα, τελεί υπό μία προϋπόθεση: Οι διαχειριστές (servicers) πρέπει πρώτον να εισπράττουν χρήματα από τους δανειολήπτες (με collection τηλεφωνικές οχλήσεις, διαταγές πληρωμής και πλειστηριασμούς) και δεύτερον (και σημαντικότερο) να πιάνουν τους αυστηρούς στόχους που τίθενται συμβατικά. Αλλιώς αποπέμπονται - αντικαθίστανται από άλλον διαχειριστή. Οι διαχειριστές (servicers) και ο ρόλος τους στην ευστάθεια του συστήματος αναλύεται συνοπτικά ως εξής.
Ο κλάδος των πιστωτικών υπηρεσιών είναι αρκετά συγκεντρωμένος στην Ελλάδα. Μέχρι το τέλος του 2021, 24 πιστωτικοί φορείς είχαν λάβει άδεια λειτουργίας από την ΤτΕ στην Ελλάδα, εκ των οποίων οι 16 ήταν ενεργοί. Οι τέσσερις μεγάλοι παίκτες (Cepal, DoValue, Intrum και QQuant) διαχειρίζονται ένα κυρίαρχο μερίδιο αγοράς 88% των συνολικών δανείων που χορηγήθηκαν σε πιστωτικούς φορείς και το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου τους ανήκει σε ξένες επενδυτικές εταιρείες που ειδικεύονται στην αναδιάρθρωση χρεών (η Intrum π.χ. είναι σουηδική).
Οι εταιρείες διαχείρισης καλούνται να ακολουθήσουν συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα είσπραξης των τιτλοποιημένων απαιτήσεων σύμφωνα με το επιχειρηματικό σχέδιο που έχουν καταθέσει για κάθε τιτλοποίηση. Ο ν. 4649/2019 που αφορά στο πρόγραμμα Ηρακλής, προβλέπει κυρώσεις για τις εταιρείες που δεν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στους δεσμευτικούς στόχους για τις εισπράξεις που έχουν τεθεί. Συγκεκριμένα το άρθρο 12 του νόμου προβλέπει ότι «Ο διαχειριστής μπορεί να αντικαθίσταται σε περίπτωση κατάπτωσης της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, υπό την προϋπόθεση ότι για δύο διαδοχικές περιόδους εκτοκισμού οι συνολικές καθαρές εισπράξεις από τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου των τιτλοποιημένων απαιτήσεων υπολείπονται, κατά ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%), του συνολικού προϋπολογισθέντος ποσού καθαρών εισπράξεων των αντίστοιχων περιόδων, σύμφωνα με το επιχειρηματικό σχέδιο…» καθώς και ότι: «Ο διαχειριστής μπορεί να αντικαθίσταται κατά τους όρους του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον η κατάπτωση της εγγύησης ή η υστέρηση των καθαρών εισπράξεων οφείλεται σε δικό του πταίσμα». Επίσης εφόσον οι εισπράξεις που έχει επιτύχει η εταιρεία διαχείρισης κατά την ημερομηνία καταβολής της αμοιβής της υπολείπονται κατά 20% από αυτό που έχει προβλεφθεί στις σχετικές συμβάσεις διαχείρισης, αναβάλλεται αντίστοιχα και η καταβολή τουλάχιστον του 20% της συμφωνημένης αμοιβής.
Βλέπουμε λοιπόν ότι συμβατικός πυρήνας των εισπρακτικών στόχων που τίθενται στους διαχειριστές κόκκινων δανείων είναι ΝΑ ΜΗΝ καταπέσει η εγγύηση του Δημοσίου. Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι οι συμβάσεις των διαχειριστών αναφορικά με τους εισπρακτικούς στόχους που έχουν τεθεί κρατούνται επιμελώς στο σκοτάδι· ουδείς (πλην του καθεστώτος) γνωρίζει αν οι στόχοι αυτοί επιτυγχάνονται, ώστε να γνωρίζουμε αν και πότε θα σκάσει η βόμβα της κατάπτωσης της κρατικής εγγύησης ύψους 30 δισ. για τις senior ομολογίες κόκκινων δανείων · σύμφωνα πάντως με τη Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Eurostat), η βόμβα έχει ήδη σκάσει, διότι ελέγχοντας τις πρώτες τιτλοποιήσεις του «Ηρακλή» καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρέπει να εγγραφούν στο Δημόσιο χρέος, εκτοξεύοντάς το στη στρατόσφαιρα. Τέλος, για να επιτευχθούν οι στόχοι που τέθηκαν, το Πρόγραμμα Ηρακλής προβλέπει περίοδο χάριτος για τις εισπράξεις των κόκκινων δανείων από τους διαχειριστές, διάρκειας 24 μήνες.
Όπως όμως είναι προφανές, σε μία ερημοποιημένη Οικονομία όπως η Ελληνική, με το ΑΕΠ να έχει απωλέσει ποσοστό 30% στα δεκαπέντε μνημονιακά χρόνια, οι όποιοι στόχοι εισπράξεων έχουν τεθεί στους διαχειριστές κόκκινων δανείων, είναι αδύνατον να επιτευχθούν. Η χαριστική βολή δόθηκε όταν η χώρα και η εθνική Οικονομία μπήκαν στο γύψο με το υγειονομικό πρόσχημα της δήθεν πανδημίας κορωναϊού. Λόγω της ‘πανδημίας’ οι εταιρείες διαχείρισης έχουν αναθεωρήσει τα σχέδια τους αναφορικά με την πορεία των εισπράξεων ενώ έχουν ζητήσει τη χαλάρωση των απαιτήσεων του προγράμματος Ηρακλής. Για το λόγο αυτό έχει ζητηθεί από τις εταιρείες διαχείρισης να παραταθεί η περίοδος χάριτος για τις εισπράξεις των κόκκινων δανείων από 24 μήνες που προέβλεπε αρχικά το σχέδιο Ηρακλής σε 36 μήνες (Ζιώτης, 2021).
Είναι από τα παραπάνω προφανές, ότι το Δημόσιο απειλείται με κατάρρευση, από το ντόμινο εξελίξεων εξαιτίας τού οργίου λογιστικής αλχημείας του Ηρακλή, και πυροκροτητή την αδυναμία των διαχειριστών να εισπράξουν χρήματα από τον χρεοκοπημένο ελληνικό λαό.
Από το ντόμινο λόγω της κατάπτωσης των κρατικών εγγυήσεων, δεν απειλείται η κεντρική κυβέρνηση μόνον με ολική κατάρρευση, αλλά και το σύνολο των συστημικών τραπεζών – ζόμπι. Και τούτο, διότι τυχόν αδυναμία ή δυσχέρεια των διαχειριστών κόκκινων δανείων να εισπράξουν από τον χρεοκοπημένο λαό, θα επέφερε πρόσθετες απώλειες στις τράπεζες, ήτοι απώλειες που υπερβαίνουν την κρατική εγγύηση ύψους 30 περίπου δισεκατομμυρίων για τις senior ομολογίες, γεγονός που οδηγεί σε καταγραφή ζημιών για τις τράπεζες και θα τις υποχρέωνε να προχωρήσουν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου υπέρ του ελληνικού Δημοσίου καθώς θα ενεργοποιούνταν οι διατάξεις περί αναβαλλόμενου φόρου. Τι είναι ο αναβαλλόμενος φόρος;
Είναι ένα ακόμη όργιο λογιστικής αλχημείας για να κρατήσει τυπικά ανοιχτές τις χρεοκοπημένες τράπεζες. Λόγω της κακής ποιότητας των εποπτικών κεφαλαίων που διαθέτουν οι ελληνικές τράπεζες, η ΕΚΤ έχει αποδεχτεί σε αυτά (τα εποπτικά κεφάλαια) να προσμετρούνται και οι επιστροφές φόρων που ΘΑ λάβουν στο μέλλον οι τράπεζες από το Δημόσιο (αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις, deferred tax credits - DTC). Αυτό γίνεται κατ’ εξαίρεση από τους λογιστικούς κανόνες, με ειδική νομοθετική ρύθμιση και με την ανοχή της ΕΚΤ η οποία προς το παρόν κάνει δεκτή την εν λόγω πρακτική. Η ανοχή της ΕΚΤ υφίσταται με τον όρο ότι οι τράπεζες θα πρέπει να εμφανίζουν κάθε χρόνο αρκετά κέρδη ώστε να μπορούν να δικαιολογούν αυτή την ειδική μεταχείριση από το Δημόσιο. Αν μια τράπεζα καταγράψει ζημιές θα πρέπει -- λόγω μεταβίβασης, διαγραφής ή απομείωσης κόκκινων δανείων -- να αυξήσει το μετοχικό της κεφάλαιο υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, κατά ποσό που ισοδυναμεί με το ποσοστό τής αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης, δηλαδή ποσοστό 29%. Ο αναβαλλόμενος φόρος των τραπεζών αφορά τη ζημιά που υπέστησαν με την καταστροφική εφαρμογή του PSI (Private Sector Involvement) το 2012 και είχε σαν αποτέλεσμα την μείωση της αξίας στα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου που κατείχαν. Με την εφαρμογή του αναβαλλόμενου φόρου, δίνεται η δυνατότητα στις τράπεζες να συμψηφίσουν την ζημιά που είχαν με την μη καταβολή φόρου στο μέλλον για ποσό ίσο με αυτό της ζημιάς που υπέστησαν. Εν μέσω λοιπόν οργιώδους λογιστικής αλχημείας, οι τράπεζες δεν καταβάλουν το ποσό των φορολογικών υποχρεώσεων που τους αναλογεί και το ποσό αυτό προσμετράται στα κεφάλια τους ενισχύοντας (υποτίθεται) την κεφαλαιακή τους επάρκεια..
4. Των πραγμάτων ούτως εχόντων, και δοθέντος ότι το όργιο λογιστικής αλχημείας με τον Ηρακλή, για τη φαινομενική αφαίρεση των κόκκινων δανείων από το τραπεζικό σύστημα, προϋποθέτει ότι οι διαχειριστές (servicers) πρέπει πρώτον να εισπράττουν χρήματα από τους δανειολήπτες (με collection τηλεφωνικές οχλήσεις, διαταγές πληρωμής, κατασχέσεις και πλειστηριασμούς) και δεύτερον (και σημαντικότερο) να πιάνουν τους αυστηρούς εισπρακτικούς στόχους που τίθενται συμβατικά, ώστε να μην καταρρεύσει και τυπικά το (χρεοκοπημένο προ πολλού) Δημόσιο και οι (χρεοκοπημένες προ πολλού) Τράπεζες - ζόμπι, στις 29.02.2023, με μία ισχυρή πλειοψηφία (56-9) η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, σε διάσκεψη κεκλεισμένων των θυρών, η οποία μάλιστα συγκλήθηκε σε χρόνο - ρεκόρ, μόλις δύο εβδομάδες από την εκδίκαση της υπόθεσης, τάχθηκε υπέρ της δυνατότητας των εταιρειών διαχείρισης κόκκινων δανείων (servicers) να βγάζουν σε πλειστηριασμό σπίτια, που αποτελούν πρώτη κατοικία και να μπορούν να προβαίνουν σε πράξεις εκτέλεσης ως δικαιούχοι διάδικοι για λογαριασμό των funds.

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Η υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφαση του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου για τη θέσπιση και εφαρμογή "Πράσινου Πιστοποιητικού" στη Γαλλία 30 Aug 2021 6:10 AM (4 years ago)

  


[Α ν τ ι σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ ή
  για  Ό Λ Ο Υ Σ  τους γάλλους εργαζόμενους η διάταξη που προβλέπει το δικαίωμα  α π ό λ υ σ η ς  από τον εργοδότη όταν ο εργαζόμενος δεν προσκομίζει Πράσινο Πιστοποιητικό για τον κορωναϊό,

Η  α ν α σ τ ο λ ή  εργασίας που προβλέπεται με την εν λόγω διάταξη, σύμφωνα με το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο, έχει την έννοια ότι, εφόσον ένας γάλλος εργαζόμενος στον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα αρνείται να προσκομίσει Πράσινο Πιστοποιητικό για τον κορωναϊό, ο εργοδότης έχει το δικαίωμα να συμφωνήσει με τον εργαζόμενο κανονικές ημέρες άδειας  μ ε τ'  α π ο δ ο χ ώ ν   ή υποχρεωτικές ημέρες άδειας  μ ε τ'  α π ο δ ο χ ώ ν.  Αν ο εργαζόμενος αρνηθεί τίθεται σε αναστολή. Όταν η  α ν α σ τ ο λ ή  τής σύμβασης εργασίας παρατείνεται πέραν της περιόδου που ισοδυναμεί  ΜΕ  Τ Ρ Ε Ί Σ (3)  ΗΜΈΡΕΣ ΕΡΓΑΣΊΑΣ, ο εργοδότης  υ π ο χ ρ ε ο ύ τ α ι  να καλέσει τον εργαζόμενο σε συνέντευξη προκειμένου να τον τοποθετήσει σε άλλη θέση με μικρή ή καθόλου επαφή με άλλα πρόσωπα όπου η πιθανότητα μετάδοσης του κορωναϊού είναι περιορισμένη• η θέση αυτή είναι υποχρεωτικά  ε ν τ ό ς  της επιχείρησης,

Α ν τ ι σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ ή  η υποχρεωτική δεκαήμερη καραντίνα όταν ένας γάλλος βρεθεί θετικός στον κορωναϊό,

Δεν αντίκειται στο γαλλικό Σύνταγμα το Πράσινο Πιστοποιητικό για τον κορωναϊό,

Η επίδειξη δημοσίων εγγράφων που αποδεικνύουν την  τ α υ τ ό τ η τ α  του πολίτη που προσκομίζει το Πράσινο Πιστοποιητικό,  γίνεται  α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ά  στα όργανα της Γαλλικής  Χ ω ρ ο φ υ λ α κ ή ς,

Ποιες οι προϋποθέσεις χρήσης Πράσινου Πιστοποιητικού για την είσοδο σε μπαρ, εστιατόρια, καφετέριες, πολυκαταστήματα, μεγάλα εμπορικά κέντρα, αίθουσες συναυλιών, παραστάσεις, κινηματογράφος, φεστιβάλ, αθλητικές εκδηλώσεις, εκθέσεις, σαλόνια, ζωολογικοί κήποι, βιβλιοθήκες, καζίνο και αίθουσες παιχνιδιών στη Γαλλία,

Ποιες οι προϋποθέσεις χρήσης Πράσινου Πιστοποιητικού για την πρόσβαση σε υγειονομικές, κοινωνικές και ιατροκοινωνικές υπηρεσίες στη Γαλλία,

Ποιες οι προϋποθέσεις χρήσης Πράσινου Πιστοποιητικού για ταξίδια μεγάλων αποστάσεων με διαπεριφερειακές δημόσιες συγκοινωνίες στη Γαλλία.]

1. Τον διαχωρισμό των χώρων διασκέδασης σε χώρους αμιγώς για εμβολιασμένους κατά της Κόβιντ19 και σε μεικτούς χώρους ανακοίνωσε η  ελληνική κυβέρνηση από την 15η Ιουλίου 2021. Απαγορεύεται η συμμετοχή στην κοινωνική δραστηριότητα της ψυχαγωγίας αν ο πολίτης δεν έχει εμβολιαστεί ή αν δεν υποβάλλεται συστηματικά σε -- οικονομικά ασύμφορη και πρακτικά αδύνατη -- δοκιμασία PCR ή rapid για τον κορωναϊό κάθε 48 ή 72 ώρες.

Μετά τον διαχωρισμό των χώρων διασκέδασης σε χώρους αμιγώς για εμβολιασμένους και σε μεικτούς χώρους, η Ελληνική Δημοκρατία συνδέει τον εμβολιασμό των πολιτών της, προεξοφλώντας την επέκταση της εφαρμογής του μέτρου τής υποχρεωτικής επίδειξης πιστοποιητικού υγείας για το λιανεμπόριο συνολικά, των σούπερ μάρκετ συμπεριλαμβανομένων.

Υποχρεωτικός εμβολιασμός επιβάλλεται στην Ελλάδα στους εργαζομένους σε οίκους ευγηρίας και κέντρα φροντίδας και σε όσους εργάζονται στον κλάδο της υγείας. Για τους ανεμβολίαστους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα προβλέπεται αναστολή καθηκόντων (μη καταβολή αποδοχών) με απόφαση του επικεφαλής του Φορέα. Για τους ανεμβολίαστους εργαζόμενους στον ιδιωτικό  τομέα, ο εργοδότης υποχρεούται να μην κάνει δεκτή την παροχή της εργασίας τού εργαζομένου και απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής αποδοχών για το χρονικό διάστημα μη παροχής εργασίας. Παράλληλα παρατείνονται παντού για επιπλέον τρεις μήνες οι τρίμηνες συμβάσεις του έκτακτου προσωπικού που θα προσληφθεί στη θέση εκείνων που δεν θα εμβολιαστούν και (νομοτελειακά) θα χάσουν τη δουλειά τους.

Τα πρόστιμα για τους εργοδότες στις δομές που απασχολούν ανεμβολίαστους εργαζομένους φτάνουν έως και 200.000 Ευρώ, ενώ οι εργαζόμενοι που δεν έχουν εμβολιαστεί τίθενται σε αναστολή - άδεια άνευ αποδοχών.

Περισσότερα αμφιλεγόμενα μέτρα για την επίτευξη εμβολιασμών σχεδιάζει το ελληνικό κράτος για τους ένστολους όλων των Σωμάτων, δηλαδή Ένοπλες Δυνάμεις, Αστυνομία, Λιμενικό και Πυροσβεστική, αλλά και για τους εργαζόμενους σε υποδομές και μέσα μαζικής μεταφοράς.

«Το έχω πει ότι δεν θα πάμε σε νέο lockdown. Θα το ξαναπώ: Δεν θα πληρώσουν οι εμβολιασμένοι τους λίγους ανεμβολίαστους. Η οικονομία θα λειτουργήσει, η κοινωνία θα μείνει ανοιχτή και η απάντηση στο πρόβλημα της μετάλλαξης Δ δεν είναι το lockdown, αλλά  ο εμβολιασμός»  δήλωσε ο έλληνας πρωθυπουργός ενόψει των φθινοπωρινών μέτρων, υιοθετώντας ακραία διχαστική ρητορική  για τους ανεμβολίαστους συμπολίτες μας, πυροδοτώντας τον κοινωνικό αυτοματισμό των εμβολιασμένων συμπολιτών μας, προϊδεάζοντας για σκληρά μέτρα που θέτουν σε αμφισβήτηση το αυτεξούσιο του σώματος, μέτρα που οδηγούν σε παραβίαση των προσωπικών δεδομένων και των ατομικών ελευθεριών, που θίγουν την αρχή της αξιοπρέπειας των πολιτών, το δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, το δικαίωμα στην εργασία, το δικαίωμα τής συμμετοχής στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα της χώρας, το δικαίωμα στη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα.

"Όσοι υγειονομικοί δεν πραγματοποιήσουν έστω και μια δόση εμβολίου μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου θα έχουν ως συνέπεια την αναστολή της εργασίας τους", τόνισε αξιωματούχος της ελληνικής κυβέρνησης, υπογραμμίζοντας παράλληλα πως "Ο νόμος θα εφαρμοστεί χωρίς καμιά εξαίρεση", δίνοντας μια πρώτη ένδειξη για την ένταση και την έκταση των μέτρων ενόψει του Χειμώνα 2021-22.

2. Με διάγγελμα απευθύνθηκε στο γαλλικό λαό ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Εμμανουέλ Μακρόν την 12η Ιουλίου 2021 για την αναγκαιότητα επιβολής τού υποχρεωτικού εμβολιασμού των υγειονομικών και την εισαγωγή του Γαλλικού Πράσινου Πιστοποιητικού ως προϋπόθεση συμμετοχής σε δραστηριότητες  κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής στη Γαλλία... Ο εμβολιασμός τού υγειονομικού προσωπικού για την Κόβιντ19 καθίσταται υποχρεωτικός στη Γαλλία, ενώ για την είσοδο σε εστιατόρια και καφετέριες και εμπορικά κέντρα, καθώς και για την επιβίβαση σε τρένα και άλλα μέσα μεταφοράς, θα πρέπει να επιδεικνύεται Πράσινο Πιστοποιητικό, σύμφωνα με τα συμφραζόμενα από το διάγγελμα του ενοίκου των Ηλυσίων Πεδίων… «Υποχρεωτικά θα εμβολιαστούν όσοι έρχονται σε επαφή με ευπαθή άτομα. Θα έχουν διορία μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου για να εμβολιαστούν» είπε ο Μακρόν, προειδοποιώντας ότι μετά την ημερομηνία αυτή θα τους επιβληθούν κυρώσεις, όπως η  αναστολή από την εργασία τους και η απόλυση από την εργασία τους… «Το Πράσινο Πιστοποιητικό θα εφαρμόζεται στις καφετέριες, τα εστιατόρια, τα εμπορικά κέντρα, αλλά επίσης στα νοσοκομεία, τους οίκους ευγηρίας, τα ιατροκοινωνικά ιδρύματα, όπως και στα αεροπλάνα, τα τρένα και τα λεωφορεία μεγάλων αποστάσεων. Μόνο οι εμβολιασμένοι και όσοι έχουν αρνητικό τεστ θα διαθέτουν πρόσβαση σε αυτούς τους χώρους» τόνισε ο Μακρόν.

Το Γαλλικό Πράσινο Πιστοποιητικό που ανακοίνωσε ο Εμμανουέλ Μακρόν ως υποχρεωτικό για τη συμμετοχή των γάλλων πολιτών στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Γαλλικής Δημοκρατίας αφορά, είτε σε πιστοποιητικό εμβολιασμού, ή σε πρόσφατο αρνητικό τεστ, ή σε πιστοποιητικό ανάρρωσης από Κόβιντ19. Ως πιστοποιητικό εμβολιασμού στη Γαλλία θεωρείται ο πλήρης εμβολιασμός μία εβδομάδα μετά τη δεύτερη δόση για τα εμβόλια Pfizer / BioNTech, Moderna και AstraZeneca, ενώ για την εφάπαξ δόση του εμβολίου Johnson & Johnson, τέσσερις εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση. Για τους μη εμβολιασμένους γάλλους που προσκομίζουν αρνητικό τεστ, το Πράσινο Πιστοποιητικό είναι έγκυρο εφόσον το PCR ή η δοκιμή  αντιγόνου έχει πραγματοποιηθεί εντός 48 ωρών. Τέλος, για τους  γάλλους που έχουν αναρρώσει από την Κόβιντ19, το Πράσινο Πιστοποιητικό είναι έγκυρο εφόσον έχουν νοσήσει τους τελευταίους έξι μήνες.

Το νομοσχέδιο για την υγεία που εισήχθη προς συζήτηση στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση μετά το διάγγελμα του Εμμανουέλ Μακρόν, που προβλέπει τη θέσπιση και παράταση εφαρμογής του μέτρου της υποχρεωτικής χρήσης Πράσινου Πιστοποιητικού υγείας για την Κόβιντ19, επιπρόσθετα δε την υποχρέωση εμβολιασμού για υγειονομικούς και προσωπικό οίκων ευγηρίας, εγκρίθηκε την Κυριακή 25 Ιουλίου 2021 από την Γαλλική Εθνοσυνέλευση. Ως ημερομηνία θέσης σε ισχύ του νόμου ορίστηκε η 9η Αυγούστου 2021 υπό τον  ό ρ ο  ότι οι σχετικές διατάξεις κριθούν σύμφωνες με το  Γαλλικό Σύνταγμα, στα πλαίσια της διαδικασίας του προληπτικού  σ υ ν τ α γ μ α τ ικ ο ύ   ε λ έ γ χ ο υ   από τους σοφούς του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου ( = Ανώτατο Γαλλικό Συνταγματικό Δικαστήριο), διαδικασία που κατά το Γαλλικό Σύνταγμα όφειλε να περατωθεί έως την 5η Αυγούστου 2021.

Συναφώς, οι τελικές διατάξεις σχετικά με την θέσπιση και εφαρμογή τού Γαλλικού Πράσινου Πιστοποιητικού που εγκρίθηκε στις 21 Ιουλίου από τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση αφορούν σε χρήση σε «χώρους αναψυχής και πολιτισμού», όπου συγκεντρώνονται περισσότεροι από 50 άνθρωποι. Υπό τον όρο ότι το Πράσινο Πιστοποιητικό εγκριθεί από το Συνταγματικό Συμβούλιο, από τις 9 Αυγούστου 2021 θα εφαρμοστεί στο σύνολο της γαλλικής επικράτειας, και συγκεκριμένα,

(α) σε μπαρ, εστιατόρια και καφετέριες, σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους, 

(β) στις υπεραστικές μεταφορές των σιδηροδρόμων υπερταχείας TGV, Intercités και νυχτερινά τρένα,

(γ) σε ιδρύματα υγείας για ασθενείς και για συνοδούς ασθενών ή επισκέπτες στα πλαίσια επισκεπτηρίου νοσηλευόμενων ασθενών,

(δ) σε όλους τούς χώρους που συγκεντρώνουν κοινό όπως αίθουσες συναυλιών, παραστάσεις, κινηματογράφοι, φεστιβάλ, αθλητικές εκδηλώσεις, εκθέσεις, σαλόνια, ζωολογικοί κήποι, βιβλιοθήκες, καζίνο, αίθουσες παιχνιδιών,

(ε) σε πολυκαταστήματα και σε μεγάλα εμπορικά κέντρα (άνω των 20.000 m²) υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος.

Αναφορικά με τα πρόστιμα που ο γαλλικός  νόμος προβλέπει,

Στους υπαλλήλους των σιδηροδρόμων που δεν ελέγχουν το Πράσινο Πιστοποιητικό επιβάλεται διοικητικό πρόστιμο 1.500 Ευρώ. Η ποινή μπορεί να αυξηθεί μετά την τρίτη υποτροπή σε 9.000 Ευρώ και φυλάκιση ενός έτους.

Σε μπαρ εστιατόρια και άλλα μέρη όπου υπάρχει υποχρέωση ελέγχου του Πράσινου Πιστοποιητικού, οι διαχειριστές  δ ε ν   απαγορεύουν την είσοδο στους πελάτες που δεν επιδεικνύουν το Πράσινο Πιστοποιητικό αλλά υποχρεούνται να ενημερώσουν πάραυτα τη Γαλλική Χωροφυλακή. Σε περίπτωση παράλειψης, κατόπιν διαπιστωμένης τρίτης υποτροπής επιβάλλεται πρόστιμο 9.000 Ευρώ.

Για τους γάλλους πολίτες που δεν προσκομίζουν το Πράσινο Πιστοποιητικό στα σημεία όπου απαιτείται, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους... 135 Ευρώ.

Αναφορικά με την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών στο υγειονομικό προσωπικό, το  προσωπικό υγείας θα πρέπει να εμβολιαστεί πριν από τις 15 Σεπτεμβρίου. Αυτό αφορά στους εργαζόμενους σε νοσοκομεία, κλινικές, οίκους ευγηρίας, γηροκομεία και εθελοντές στα ανωτέρω ιδρύματα.

Εφόσον ο νόμος επικυρωθεί από το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο, έστω και εν μέρει, θα εφαρμοστεί από τις 9 Αυγούστου, έως τις 15 Νοεμβρίου, με δικαίωμα παράτασης εφόσον τούτο κριθεί απαραίτητο από τη Γαλλική Δημοκρατία για λόγους δημόσιας υγείας.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 61 του Γαλλικού Συντάγματος, απαιτούνται τουλάχιστον 60 βουλευτές ή γερουσιαστές ώστε να εκκινήσει νομικά η διαδικασία ελέγχου τής συνταγματικότητας από το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο με πρωτοβουλία της Εθνοσυνέλευσης. Τούτων δοθέντων, βουλευτές της Αριστεράς προσέφυγαν στο Συνταγματικό Συμβούλιο, υποστηρίζοντας μια «δυσανάλογη» γενίκευση του Πράσινου Πιστοποιητικού, κάνοντας λόγο για «πολλές παραβιάσεις της αρχής της ισότητας» και εν τέλει για αντισυνταγματικότητα του μέτρου.

3. Επί των ανωτέρω διατάξεων του νόμου τής 31η Μαΐου 2021 της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης για τη θέσπιση και εφαρμογή τού Πράσινου Πιστοποιητικού και της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών σε υγειονομικό κλπ προσωπικό που εξήγγειλε με διάγγελμά του ο πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο εξέδωσε την από 5 Αυγούστου 2021 υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασή του, με την οποία κρίθηκαν τα εξής:

Α. Αναφορικά με τις παραγράφους 1 Γ και 2Γ του νόμου της 31ης Μαΐου 2021 της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης που προβλέπει την  α ν α σ τ ο λ ή  εργασίας εργαζομένου στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, σύμφωνα με τις οποίες "Όταν ένας υπάλληλος του ιδιωτικού τομέα  ή ένας δημόσιος υπάλληλος, ο οποίος υποχρεούται να προσκομίσει Πράσινο Πιστοποιητικό υγείας δεν το πράττει, και δεν επιλέγει να χρησιμοποιήσει, κατόπιν  συμφωνίας με  τον εργοδότη του, κανονικές ημέρες άδειας  μ ε τ'  α π ο δ ο χ ώ ν   ή υποχρεωτικές ημέρες άδειας  μ ε τ'   α π ο δ ο χ ώ ν,  ο εργοδότης τον ειδοποιεί με κάθε μέσο, ​​για την  α ν α σ τ ο λ ή  της σύμβασης εργασίας του", το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο έκρινε ότι,

Πρώτον, η υποχρέωση προσκόμισης «Πράσινου Πιστοποιητικού» επιβάλλεται  μ ό ν ο  για τους ιδιωτικούς υπαλλήλους και τους δημόσιους υπαλλήλους που εργάζονται σε χώρους, εγκαταστάσεις, υπηρεσίες ή εκδηλώσεις, σε περιφέρειες της γαλλικής επικράτειας όπου τα εντοπισμένα κρούσματα κορωναϊού είναι περισσότερα από 200 ανά 100.000 κατοίκους ( ενδεικτικά, οι κυλιόμενοι 7-ημεροι μέσοι όροι κρουσμάτων ανά εκατό χιλιάδες κατοίκους στις 02/02/2021  ήταν, στη Γαλλία 31,7 κρούσματα/ 100 χιλ. κατοίκους,  109,2 στην Πορτογαλία, 67,8 στην Ισπανία, 59,6 στη Σλοβενία, 34,4 στο Ηνωμένο Βασίλειο, 23,9 στην Ολλανδία, 20,5 στο Βέλγιο, 13,7 στα Σκόπια, και 8 στην Ελλάδα - βλ. 35η Έκθεση Προόδου Παρατηρητηρίου, Περίοδος 28 Ιανουαρίου – 3 Φεβρουαρίου 2021).

Δεύτερον, όταν η  α ν α σ τ ο λ ή  της σύμβασης εργασίας παρατείνεται πέραν της περιόδου που ισοδυναμεί  ΜΕ  Τ Ρ Ε Ί Σ  (3)  ΗΜΈΡΕΣ ΕΡΓΑΣΊΑΣ, ο εργοδότης πρέπει να καλέσει τον εργαζόμενο  σε συνέντευξη προκειμένου να εξετάσει μαζί του τα μέσα κανονικοποίησης της κατάστασής του, ιδίως δυνατότητες ανάθεσης, εάν είναι απαραίτητο προσωρινά, σε άλλη θέση που δεν υπάρχει επαφή με άλλα πρόσωπα και δεν είναι απαραίτητη η κατοχή Πράσινου Πιστοποιητικού•  αυτή, η άλλη θέση εργασίας, πρέπει να προσφέρεται  ε ν τ ό ς  της επιχείρησης [σκέψεις 80-85 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].

Β. Με το άρθρο 1 του νόμου της 31η Μαΐου 2021 ο γάλλος νομοθέτης εισήγαγε την υποχρέωση προσκόμισης «Πράσινου Πιστοποιητικού» για τους υπαλλήλους με συμβάσεις  ο ρ ι σ μ έ ν ο υ  χρόνου που εργάζονται σε δομές υγείας. Η παράλειψη από υπάλληλο με σύμβαση εργασίας  ο ρ ι σ μ έ ν ο υ  χρόνου  να προσκομίσει το Πράσινο Πιστοποιητικό δίδει το δικαίωμα στον εργοδότη να  κ α τ α γ γ ε ί λ ε ι  τη σύμβαση εργασίας.

Επί των ανωτέρω διατάξεων του νόμου της 31ης Μαΐου 2021, το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο είπε ότι, ναι μεν οι εργαζόμενοι με συμβάσεις αορίστου χρόνου και εκείνοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου  βρίσκονται σε διαφορετικές εργασιακά καταστάσεις, εκτίθενται ωστόσο όλοι στον ίδιο κίνδυνο μόλυνσης ή μετάδοσης του κορωναϊού. Κατά συνέπεια, με την πρόβλεψη ότι η μη προσκόμιση «Πράσινου Πιστοποιητικού» αποτελεί αιτία καταγγελίας μόνο συμβάσεων ορισμένου χρόνου, ο νομοθέτης καθιέρωσε  ά ν ι σ η  μεταχείριση μεταξύ των εργαζομένων ανάλογα με τη φύση της σύμβασης εργασίας τους που δεν σχετίζεται με τον επιδιωκόμενο στόχο. Κατά συνέπεια, και χωρίς την ανάγκη εξέτασης των άλλων ισχυρισμών, η διάταξη του άρθρου 1 του νόμου της 31η Μαΐου 2021, η οποία δίδει το δικαίωμα στον εργοδότη να καταγγείλει τη σύμβαση (ορισμένου χρόνου) εργαζόμενου που δεν προσκομίζει το Πράσινο Πιστοποιητικό, παραβιάζει την αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου, είναι άρα  α ν τ ι σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ ή  για   Ό Λ Ο Υ Σ   τους εργαζόμενους [σκέψεις 71-79 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].

Δ  Οι προσβαλλόμενες διατάξεις προβλέπουν ότι οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους γάλλους πολίτες περί προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού  μπορούν να ικανοποιηθούν, σύμφωνα με το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο, (α) με την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων για την ολοκλήρωση του εμβολιασμού (β) του αποτελέσματος μιας εξέτασης ιολογικού ελέγχου (PCR ή rapid test) που δεν είναι θετικό στη μόλυνση ή (γ)  πιστοποιητικό ανάρρωσης από την Κόβιντ19  μετά από μόλυνση. Έτσι, αυτές οι διατάξεις δεν θεσπίζουν, σε καμία περίπτωση  υποχρέωση εμβολιασμού. Επιπλέον, ο νομοθέτης προέβλεψε τον καθορισμό με διάταγμα, που ελήφθη μετά από γνώμη της Ανώτατης Αρχής Υγείας, των περιπτώσεων ιατρικών αντενδείξεων που εμποδίζουν τον εμβολιασμό και την έκδοση στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα εγγράφου που μπορεί να προσκομιστεί αντί του Πράσινου Πιστοποιητικού. Συνεπώς η θέσπιση και θέση σε εφαρμογή του Γαλλικού Πράσινου Πιστοποιητικού  δ ε ν  αντίκειται στο Γαλλικό Σύνταγμα [σκέψη 44 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].

[Δοθέντος ότι το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο στην προκείμενη δίκη δεν προέβη σε αυτεπάγγελτο δικαστικό έλεγχο της συνταγματικότητας των διατάξεων του νόμου της 31ης Μαΐου 2021 της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης, αλλά αποφάνθηκε για τη συνταγματικότητα των πλήττόμενων μόνο  διατάξεων στη βάση των ισχυρισμών που προτάχθηκαν από τους προσφεύγοντες βουλευτές της γαλλικής Αριστεράς (βλ. σκέψη 125 της απόφασης), σημειώνεται σχετικά, ότι σύμφωνα με έγκριτους νομικούς της ακαδημαϊκής γαλλικής κοινότητας, η ουσία της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών, έστω της έμμεσης υποχρεωτικότητά τους, αποτυπώνεται στον ακόλουθο ισχυρισμό: Τα εμβόλια που διατίθενται στη γαλλική επικράτεια βρίσκονται ακόμη σε κλινική δοκιμή φάσης 3 (έως τις 27 Οκτωβρίου 2022 για τη Moderna και 2 Μαΐου 2023 για την Pfizer), άρα είναι  π ε ι ρ α μ α τ ι κ ά  φάρμακα που χρησιμοποιούνται σε κλινική δοκιμή (οδηγία 2001/20 / ΕΚ , 4 Απριλίου 2001 , άρθρο 2, δ). Ο αριθμός και η έκταση των εμβολιασμών, τόσο στη Γαλλία όσο και παγκοσμίως, δεν αλλάζει τη νομική τους κατάσταση ως "πειραματικά φάρμακα". Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων έχει εκδώσει μόνο άδεια κυκλοφορίας υπό όρους (Προσωρινή Άδεια), με την Οριστική Άδεια να μπορεί να χορηγηθεί μόνο μετά από κλινικές δοκιμές (Κανονισμός ΕΚ αριθ. 726/2004, 31 Μαρτίου 2004 , άρθρο 6). Ωστόσο, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και το κοινοτικό δίκαιο, αλλά και σύμφωνα με το γαλλικό δίκαιο, ένα εμβόλιο φάσης 3 μπορεί να απευθύνεται  μ ό ν ο  σε  ε θ ε λ ο ν τ έ ς  που συγκατατίθενται εθελοντικά δίχως ανταλλάγματα (οικονομικά ή άλλα) κατόπιν ενυπόγραφης συγκατάθεσης (άρθρο L. 1122-1-1, Γαλλικός Κώδικας Δημόσιας Υγείας, Οδηγία 2001/20 / ΕΚ, Κώδικας Νυρεμβέργης του 1947). Συνεπώς, η υποχρέωση εμβολιασμού, έστω και η έμμεση, ιδίως όταν το κόστος πραγματοποίησης των δοκιμών PCR και rapid δεν καλύπτεται από τη Γαλλική Δημοκρατία αλλά επιβαρύνει τον γάλλο πολίτη, παραβιάζει κατάφωρα το δικαίωμα σεβασμού της σωματικής ακεραιότητας, της προσωπικότητας και του αυτεξούσιου του σώματος.]

Ε. Όσον αφορά την εφαρμογή τού Πράσινου Πιστοποιητικού σε μεγάλα εμπορικά κέντρα (άνω των 20.000 m²), πολυκαταστήματα και λοιπά εμπορικά κέντρα, πρέπει να διασφαλίζεται  (α ν ε ξ α ρ τ ή τ ω ς  της προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού)  η   α ν ε μ π ό δ ι σ τ η    π ρ ό σ β α σ η  των πολιτών  σε  β α σ ι κ ά  αγαθά και υπηρεσίες που πωλούνται ή παρέχονται  ε ν τ ό ς  των ως άνω επιχειρήσεων, καθώς και σε   α ν ε ξ α ι ρ έ τ ω ς   διάθεση μέσων μαζικής μεταφοράς για την προσέγγιση σε αυτές. Η εφαρμογή του Πράσινου Πιστοποιητικού για την είσοδο σε επιχειρήσεις μπορεί να πραγματοποιηθεί  μ ό ν ο  βάσει κριτηρίων που  α π ο κ λ ε ί ο υ ν    κ ά θ ε   ε ί δ ο υ ς   δ ι ά κ ρ ι σ η   μεταξύ των ανθρώπων.

Σχετικά με την υποχρέωση προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού για την είσοδο  (μ ό ν ο)  σε εμπορικά κέντρα άνω των 20.000 m², σημειώνεται ότι η  τελική απόφαση για την είσοδο με Πράσινο Πιστοποιητικό λαμβάνεται από τον νομάρχη σύμφωνα με την εξέλιξη της επιδημιολογικής καμπύλης στις περιφέρειες όπου οι επιχειρήσεις αυτές  δραστηριοποιούνται [σκέψεις 42, 50, 51, 54 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου]. [Σύμφωνα με τον γαλλικό νόμο, το Πράσινο Πιστοποιητικό για την είσοδο στα εν λόγω μεγάλα εμπορικά κέντρα ενεργοποιείται στις γαλλικές περιφέρειες μόνο, όπου τα εντοπισμένα κρούσματα κορωναϊού είναι περισσότερα από 200 ανά 100.000 κατοίκους].

ΣΤ. Ο έλεγχος της κατοχής και η υποχρέωση προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού για την πρόσβαση σε έναν τόπο, εγκατάσταση, υπηρεσία ή εκδήλωση (μπαρ, εστιατόρια, καφετέριες, πολυκαταστήματα, μεγάλα εμπορικά κέντρα, αίθουσες συναυλιών, παραστάσεις, κινηματογράφοι, φεστιβάλ, αθλητικές εκδηλώσεις, εκθέσεις, σαλόνια, ζωολογικοί κήποι, βιβλιοθήκες, καζίνο, αίθουσες παιχνιδιών), μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο από την Γαλλική Χωροφυλακή ή από τους υπεύθυνους των εν λόγω  επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων, υπηρεσιών ή εκδηλώσεων. Επιπλέον, η παρουσίαση αυτών των εγγράφων πραγματοποιείται με μια μορφή που  δ ε ν  επιτρέπει "να γνωρίζουμε τη  φ ύ σ η  τους". Τέλος, εφόσον απαιτείται η επίδειξη δημοσίων εγγράφων που αποδεικνύουν την  τ α υ τ ό τ η τ α  του πολίτη  που προσκομίζει το Πράσινο Πιστοποιητικό,  η επίδειξη  εγγράφων  τ α υ τ ό τ η τ α ς,  όταν αυτά απαιτούνται, γίνεται  α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ά   σε   κ ρ α τ ι κ ά  όργανα  των δυνάμεων επιβολής της  τ ά ξ η ς , ήτοι στα όργανα της Γαλλικής  Χ ω ρ ο φ υ λ α κ ή ς [σκέψη 45 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].

Επιπλέον, όπως αποφάσισε το Συνταγματικό Συμβούλιο, επικυρώνει προηγούμενη απόφασή του, αυτή της 31ης Μαΐου 2021, σύμφωνα με την οποία κρίθηκε ότι, η έννοια της «δραστηριότητας αναψυχής»  α π ο κ λ ε ί ε ι  κάθε   π ο λ ι τ ι κ ή,  σ υ ν δ ι κ α λ ι σ τ ι κ ή   ή  θ ρ η σ κ ε υ τ ι κ ή  δραστηριότητα, συνεπώς, τυχόν απαίτηση προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού σε οποιαδήποτε από τις ανωτέρω τρεις δραστηριότητες είναι μη νόμιμη [σκέψη 42 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].

Ζ. Αναφορικά με τις προσβαλλόμενες διατάξεις του άρθρου 9 του νόμου τής 31ης  Μαΐου 2021 της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης που  προβλέπουν ότι, έως τις 15 Νοεμβρίου 2021 και με μοναδικό σκοπό την καταπολέμηση της εξάπλωσης της επιδημίας του covid-19, «Κάθε πρόσωπο  που έχει εντοπιστεί θετικό σε τεστ για τον covid-19 έχει υποχρέωση να βρίσκεται σε απομόνωση ( = καραντίνα)  για περίοδο περιοριστικά δέκα ημερών, πρόσθετα δε ότι, απαγορεύεται στο άτομο να εγκαταλείψει τον τόπο διαμονής του, με εξαίρεση δύο ωρών πρωινής εξόδου για την ικανοποίηση επιτακτικών αναγκών, με την παραβίαση της εν λόγω διάταξης να επισύρει ποινικές κυρώσεις», το Γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο έκρινε ότι,

Σύμφωνα με το άρθρο 66 του Γαλλικού Συντάγματος: «Κανείς δεν μπορεί να κρατηθεί αυθαίρετα. Η δικαστική Αρχή, είναι θεματοφύλακας της ατομικής ελευθερίας, διασφαλίζει ότι η αρχή αυτή τηρείται υπό τους όρους που προβλέπονται από το νόμο». Η ατομική ελευθερία, η προστασία της οποίας έχει ανατεθεί στη δικαστική Αρχή, δεν μπορεί να εμποδιστεί από υπέρμετρη  αυστηρότητα. Η παρέμβαση στην άσκηση αυτής της ελευθερίας πρέπει να είναι κατάλληλη, απαραίτητη και ανάλογη με τους επιδιωκόμενους στόχους.

Συναφώς, κάθε πρόσωπο που τελεί σε κατάσταση περιορισμού τής ελευθερίας  🗽που του έχει επιβληθεί με δικαστική απόφαση, δύναται να προσφύγει δικαστικά και (κατά τη διάρκεια της κράτησης) να αιτηθεί τροποποίηση των όρων κράτησής του ή να αιτηθεί από το αρμόδιο δικαστήριο την αποφυλάκισή του. Οι προσβαλλόμενες διατάξεις τής δεκαήμερης υποχρεωτικής καραντίνας που προβλέπουν την (ποινικής φύσεως) κύρωση της υποχρεωτικής απομόνωσης διάρκειας δέκα ημερών για πρόσωπο που έχει εντοπιστεί θετικό σε τεστ για τον κορωναϊό, αφενός  δ ε ν  προβλέπουν τέτοιες δικαστικές εγγυήσεις, αφετέρου   δ ε ν  εγγυώνται ότι η στέρηση της ελευθερίας που επιβάλλεται είναι απαραίτητη, κατάλληλη και αναλογική, επομένως, και χωρίς την ανάγκη εξέτασης των λοιπών  ισχυρισμών, το άρθρο 9 του νόμου είναι  α ν τ ι σ υ ν τ α γ μ α τ ι κ ό [σκέψεις 110-119 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].

Η. Όσον αφορά τη θέσπιση και εφαρμογή τού Πράσινου Πιστοποιητικού  για την πρόσβαση σε υγειονομικές, κοινωνικές και ιατροκοινωνικές υπηρεσίες και ιδρύματα, ο νομοθέτης επιφύλαξε την απαίτηση προσκόμισης Πράσινου Πιστοποιητικού  ό χ ι  για τους  α σ θ ε ν ε ί ς  που αιτούνται άμεσης ή σχετικά επείγουσας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης αλλά  για πρόσωπα  που συνοδεύουν ή επισκέπτονται πρόσωπα που στεγάζονται σε αυτές τις δομές και εγκαταστάσεις, καθώς και σε εκείνους που απευθύνονται σε κάποια από τις ανωτέρω δομές για   π ρ ο γ ρ α μ μ α τ ι σ μ έ ν η  περίθαλψη. Έτσι, αυτό το μέτρο, που εφαρμόζεται σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, δεν έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της πρόσβασης στην περίθαλψη [σκέψη 42 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].

Θ. Όσον αφορά τα ταξίδια μεγάλων αποστάσεων με διαπεριφερειακές δημόσιες συγκοινωνίες, ο νομοθέτης  α π έ κ λ ε ι σ ε  την υποχρεωτικότητα του Πράσινου Πιστοποιητικού "σε περίπτωση  έ κ τ α κ τ ο υ  ταξιδιού που εμποδίζει την απόκτησή του" (διότι όταν το ταξίδι είναι έκτακτο, ο ανεμβολίαστος πολίτης δεν έχει τον χρόνο να απευθυνθεί σε υγειονομική δομή ώστε, πρώτον, να υποβληθεί σε PCR ή rapid test και, δεύτερον, να αναμένει το αρνητικό αποτέλεσμα όταν αυτό αργεί, ώστε να ολοκληρώσει τη διαδικασία απόκτησης του Πράσινου Πιστοποιητικού για να ταξιδέψει εγκαίρως, ενώ κάθε άλλη σκέψη θα οδηγούσε εμμέσως σε υποχρεωτικότητα  εμβολιασμού προκειμένου ο πολίτης να δύναται να ταξιδέψει εγκαίρως όταν το ταξίδι είναι έκτακτο).

Επιπλέον, για τα ταξίδια μεγάλων αποστάσεων με διαπεριφερειακές δημόσιες συγκοινωνίες, όπως αποφάσισε το Συνταγματικό Συμβούλιο σε προηγούμενη απόφασή του της 31ης Μαΐου 2021 που προαναφέρθηκε, η έννοια τής «δραστηριότητας αναψυχής» (για την οποία μπορεί κάποιος να ταξιδέψει με διαπεριφερειακές δημόσιες συγκοινωνίες)  α π ο κ λ ε ί ε ι  ιδίως την  π ο λ ι τ ι κ ή,  σ υ ν δ ι κ α λ ι σ τ ι κ ή   ή    θ ρ η σ κ ε υ τ ι κ ή  δραστηριότητα [σκέψη 42 της υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου].

Τούτων δοθέντων, κάλλιστα ένας ανεμβολίαστος ταξιδιώτης που μετακινείται στην επικράτεια της Γαλλικής Δημοκρατίας με την υπερταχεία TGV από τη Μασσαλία στο Παρίσι και δεν διαθέτει Πράσινο Πιστοποιητικό, μπορεί να ισχυριστεί, εφόσον ελεγχθεί, ότι, είτε ταξιδεύει  ε κ τ ά κ τ ω ς  στο Παρίσι και δεν είχε τον χρόνο να κάνει PCR, είτε ότι ταξιδεύει στο Παρίσι στα πλαίσια της  π ο λ ι τ ι κ ή ς  του δραστηριότητας για να διαδηλώσει σε πορεία διαμαρτυρίας που διοργανώνουν τα κίτρινα γιλέκα, είτε, ακόμα καλύτερα, ότι ταξιδεύει στο Παρίσι στα πλαίσια των  θ ρ η σ κ ε υ τ ι κ ώ ν  του  πεποιθήσεων, να τιμήσει τη Μεγάλη Κυρία των Παρισίων, στην Παναγία των Παρισίων, γαλλιστί Notre-Dame de Paris.

Ολόκληρο το κείμενο τής υπ' αριθμ. 2021-824 DC απόφασης του Γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου, εδώ

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Η 53/2021 απόφαση του Αρείου Πάγου με την οποία κρίθηκε η νομιμότητα των Συμβάσεων Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος 18 May 2021 12:15 PM (4 years ago)



1. Με την  υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου κρίθηκε  ότι  δηλωτικοί όροι μιας σύμβασης είναι οι συμβατικοί όροι που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις αναγκαστικού ή ενδοτικού δικαίου. Ότι κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ "Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις  αναγκαστικού  δικαίου δεν   υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας" (εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας). Ότι  αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής τής Οδηγίας και  εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας οι συμβατικές ρήτρες που, ως δηλωτικοί όροι τής σύμβασης, απηχούν τις  ενδοτικού  δικαίου διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας χωρίς να τροποποιούν το περιεχόμενο τους ή το πεδίο εφαρμογή τους.

2. Η υπ’ αριθμ. 356/2018 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου, εδέχθη αναφορικά με την ένδικη διαφορά από Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Αποδείχθηκε  ότι η εφεσίβλητη και εναγόμενη τράπεζα δεν προέβη κατά το στάδιο των προσυμβατικών διαπραγματεύσεων σε έρευνα περί του αν συνέτρεχε στο  πρόσωπο της δανειολήπτριας εκκαλούσας ενάγουσας περίπτωση φυσικής αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου, δηλαδή εάν ελάμβανε εισοδήματα σε αυτούσιο νόμισμα ελβετικού φράγκου.... Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε... πως  η εκκαλούσα και ενάγουσα, η οποία είναι δικηγόρος, διέθετε ιδιαίτερες γνώσεις αναφορικά με τους νομισματικούς κανόνες τις συνθήκες της αγοράς και το κόστος του χρήματος και ότι μπορούσε να αντιληφθεί τους κινδύνους, που αναλαμβάνει, δεδομένου ότι τα δάνεια, που χορηγήθηκαν σε Ελβετικό φράγκο, δεν είναι απλά δάνεια, αλλά στην ουσία είναι προϊόντα επενδυτικού χαρτοφυλακίου συνδεμένα ευθέως με την αγορά συναλλάγματος. Η αγορά συναλλάγματος είναι η αγορά όπου καθορίζονται οι συναλλαγματικές ισοτιμίες. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες είναι οι μηχανισμοί μέσω των οποίων τα διάφορα νομίσματα συσχετίζονται μεταξύ τους στην παγκόσμια αγορά, παρέχοντας την τιμή του ενός ως προς το άλλο. Το σημαντικότερο επομένως που ο δανειολήπτης έπρεπε να σταθμίσει, ήταν ο μεγάλος κίνδυνος, που αναλάμβανε έναντι μιας μελλοντικής, σοβαρής μεταβολής της ισοτιμίας και ο τρόπος που αυτό να επιδράσει στην αποπληρωμή του δανείου. Αυτό θα ήταν δυνατό να γίνει μόνο με τη βοήθεια ειδικού συμβούλου της τράπεζας, εξειδικευμένου στην παροχή επενδυτικών συμβουλών σε ξένο νόμισμα. Η πληροφόρηση αυτή έπρεπε να είναι επαρκής και εξειδικευμένη, προκειμένου οι δανειολήπτες να είναι σε θέση να λαμβάνουν εμπεριστατωμένες και συνετές αποφάσεις, έπρεπε δε να περιλαμβάνει κατ' ελάχιστον τις επιπτώσεις που θα είχε στις δόσεις και το κεφάλαιο του δανείου, μια σοβαρή υποτίμηση του ευρώ και τυχόν αύξηση του επιτοκίου του Ελβετικού φράγκου.... Συνεπώς οι δανειολήπτες, πέραν της μη ενημέρωσής τους, ήταν και εκτεθειμένοι στους εκάστοτε συναλλαγματικούς κινδύνους..... Επισημαίνεται ότι στην προκειμένη περίπτωση ο δικαιοπρακτικός σκοπός δανειακών συμβάσεων με ρήτρα αξίας συναλλάγματος και η συντρέχουσα οικονομική συγκυρία και το κοινωνικό γίγνεσθαι υποδηλώνουν ότι το συγκεκριμένο δάνειο δεν χορηγήθηκε, για να κερδοσκοπήσει η εκκαλούσα και ενάγουσα δανειολήπτρια με τα ελβετικά φράγκα ως επενδύτρια, αλλά για να χρηματοδοτηθεί με ευρώ ως ιδιώτης επωφελούμενη απλώς του ευνοϊκού επιτοκίου. Άλλωστε, η δανειολήπτρια ενάγουσα δεν είναι αναμενόμενο να διαθέτει ελβετικά φράγκα, ούτε να έχει τη δυνατότητα τακτικών εσόδων στο νόμισμα αυτό,.... Δεν θέλησε, δηλαδή, αυτή καθεαυτή την οφειλή σε ξένο νόμισμα, αλλά χρησιμοποίησε το ελβετικό φράγκο σαν χρήμα μέτρο, για τον προσδιορισμό της εκτάσεως της οφειλής της. Ο τύπος σύμβασης, δηλαδή, που επιθυμεί να συνάψει γενικά ο καταναλωτής και ειδικότερα η ενάγουσα δεν έχει δικαιοπρακτικό ή οικονομικό κίνητρο την επένδυση σε κινητές αξίες μεταβαλλόμενης ισοτιμίας  αποτίμησης, όπως π.χ. το συνάλλαγμα. Ο συμβατικός τύπος της καταναλωτικής σύμβασης (στεγαστικού δανείου) με γνώμονα τις βάσιμες προσδοκίες και τις συμβατικές της ανάγκες, αποβλέπει στην σταδιακή αποπληρωμή του δανείου. Με τον επίδικο  ΓΟΣ ωστόσο, επήλθε αλλοίωση του συμβατικού σκοπού της λειτουργίας της δανειακής σύμβασης, εφόσον αυτή (η σύμβαση) δεν επιτελεί καθαρά δανειακούς σκοπούς, αλλά εμπεριέχει και επενδυτικής φύσης αποτελέσματα και οικονομικές συνέπειες. Η δανειολήπτρια και ενάγουσα συμμετέχει εμμέσως πλην σαφώς στην επενδυτική αγορά συναλλάγματος.». 

Με  βάση τις παραδοχές αυτές το  Εφετείο, κρίνοντας ότι στις ένδικες συμβάσεις δανείου οι επίμαχοι ΓΟΣ των συμβάσεων αυτών δεν είναι «δηλωτικοί», δηλαδή δεν απηχούν περιεχόμενο διάταξης του εθνικού δικαίου και ειδικότερα του άρθρου 291 ΑΚ, που προϋποθέτει χρηματική οφειλή σε αλλοδαπό νόμισμα, προέβη σε έλεγχο καταχρηστικότητας των παραπάνω όρων. Στη συνέχεια δε, αφού έκρινε τους όρους αυτούς άκυρους ως καταχρηστικούς, προβαίνοντας σε πλήρωση του δημιουργηθέντος στις ένδικες συμβάσεις κενού με την εφαρμογή του άρθρου 200 ΑΚ, εξαφάνισε την αντιθέτως κρίνασα πρωτόδικη απόφαση που είχε απορρίψει την αγωγή, κράτησε και δίκασε την υπόθεση κατ' ουσίαν, δέχθηκε εν όλω την αγωγή.

3. Ο αμφισβητούμενος  όρος στις συμβάσεις της Εθνικής Τράπεζας είναι ο όρος σύμφωνα με τον οποίο  «Οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου θα υπολογίζονται  σε ελβετικά Φράγκα και θα εξοφλούνται  υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά  κατά το ισότιμο ποσό σε Ευρώ, το οποίο προκύπτει από τη μετατροπή του ποσού της δόσης από ελβετικά Φράγκα σε Ευρώ με βάση την τιμή πώλησης από την Τράπεζα του ελβετικού φράγκου κατά την ημερομηνία πληρωμής της δόσης.».  Βλέπουμε λοιπόν ότι στις συμβάσεις της Εθνικής Τράπεζας  α π ο κ λ ε ί σ τ η κ ε  η  ε υ χ έ ρ ε ι α   πληρωμής σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου.

4. Κατά το άρθρο 291 του  Αστικού Κώδικα (Παροχή σε ξένο νόμισμα) «Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής». Η διάταξη, της οποίας δικαιολογητικός λόγος είναι η προστασία και η αδιατάραχτη εξέλιξη των συναλλαγών στη χώρα, περιέχει κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ρητώς καθιερώνει  δ ι α ζ ε υ κ τ ι κ ή   ε υ χ έ ρ ε ι α   αυτού που οφείλει αλλοδαπό χρήμα, με προτίμηση υπέρ του χρόνου της πληρωμής, ως κρίσιμου για την ισοτιμία μεταξύ του ξένου in obligatione και εγχώριου in solutione νομίσματος. Το «αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο» αφορά στο ουσιαστικό τμήμα δικαίου, το οποίο είναι ius gogens, και προσδίνει  ε ν δ ο τ ι κ ό  χαρακτήρα στη διάταξη. [Βαθρακοκοίλης, Ερμηνεία Αστικού Δικαίου,  άρθρο 291 ΑΚ]. Η διαφορά των ΑΚ 291 και 305  έγκειται εν προκειμένω στο ότι η 291 παρέχει στον οφειλέτη διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α  πληρωμής του οφειλόμενου ξένου νομίσματος σε εγχώριο (με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής), άρα η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά επί  α π λ ή ς  ενοχής ξένου νομίσματος. Αντίθετα, η ΑΚ 291  δ ε ν  εφαρμόζεται επί διαζευκτικής ενοχής (δηλαδή  υ π ο χ ρ ε ώ σ ε ω ς  πληρωμής είτε σε εγχώριο είτε σε αλλοδαπό νόμισμα), στην περίπτωση που ο οφειλέτης, ως είχε δικαίωμα, επιλέγει την πληρωμή σε εγχώριο νόμισμα, ως η ΑΚ 305 ορίζει.

5. Για τις συμβάσεις τής Εθνικής Τράπεζας, για τον επίδικο συμβατικό όρο  («Οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου θα υπολογίζονται σε ελβετικά Φράγκα και θα εξοφλούνται  υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά  κατά το ισότιμο ποσό σε Ευρώ, το οποίο προκύπτει από τη μετατροπή του ποσού της δόσης από ελβετικά Φράγκα σε Ευρώ με βάση την τιμή πώλησης από την Τράπεζα του ελβετικού φράγκου κατά την ημερομηνία πληρωμής της δόσης») με την  οποίο α π ο κ λ ε ί σ τ η κ ε   η  πληρωμή σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου, ισχύουν τα κάτωθι:

Καθώς με εν λόγω συμβατική ρήτρα   α π ο κ λ ε ί σ τ η κ ε   η πληρωμή σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου, η συμβατική αυτή ρήτρα συνιστά  δ ι ά φ ο ρ η  περίπτωση της εθνικής ρύθμισης ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 291 που  ρ η τ ώ ς  καθιερώνει  δ ι α ζ ε υ κ τ ι κ ή  ευχέρεια αυτού που οφείλει αλλοδαπό χρήμα, με προτίμηση υπέρ του χρόνου της πληρωμής, ως κρίσιμου για την ισοτιμία μεταξύ του ξένου και εγχώριου νομίσματος, καθώς, εν προκειμένω, ο όρος αυτός της Εθνικής Τράπεζας  παρουσιάζει ουσιώδη  α π ό κ λ ι σ η  από τον ενδοτικό    κανόνα της ΑΚ 291, διότι ο εν λόγω συμβατικός όρος  τ ρ ο π ο π ο ι ε ί  εμφανώς το περιεχόμενο και το πεδίο εφαρμογής τής ΑΚ 291, καθώς, προφανές είναι ότι τα μέρη επέλεξαν  α ν τ ί θ ε τ ο υ  περιεχομένου συμφωνία με  α π ο κ λ ε ι σ μ ό  τής ευχέρειας πληρωμής σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου. 

Κατά συνέπεια, ο εν λόγω όρος της σύμβασης  (συμβάσεις Εθνικής Τράπεζας) που συνιστά γενικό όρο συναλλαγών (ΓΟΣ) δεν αντανακλά τον ενδοτικού δικαίου κανόνα της ΑΚ 291 και, ως εκ τούτου, δ ε ν  εξαιρείται από τον έλεγχο καταχρηστικότητας κατά το ν. 2251/1994, υποκείμενη, πέραν των άλλων, σε έλεγχο με βάση την υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, για την ελάχιστη ενημέρωση που οφείλουν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα που πρέπει να περιλαμβάνει τη  δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το   κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, την αρχή της διαφάνειας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 6 εδ. α ν. 2251/1994, όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 1 της ΥΑ 5338/2018, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΚ και την 19η αιτιολογική σκέψη αυτής.

6. Η 53/2021 απόφαση του Αρείου Πάγου με την οποία κρίθηκε η νομιμότητα  των  Συμβάσεων  Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, είπε ότι

«Δηλωτικός όρος της σύμβασης είναι ο όρος που δεν επαναλαμβάνει μεν νοηματικά, απηχεί όμως το περιεχόμενο του άρθρου 291 ΑΚ, ακόμη και  στην περίπτωση, κατά την οποία στη σύμβαση τραπεζικού στεγαστικού δανείου σε αλλοδαπό νόμισμα μεταξύ των διαδίκων υφίσταται Γ.Ο.Σ., που  υ π ο χ ρ ε ώ ν ε ι  τον οφειλέτη να εκπληρώνει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα  α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ά  σε ευρώ και, ειδικότερα, ορίζει ότι οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου θα υπολογίζονται σε ελβετικά φράγκα με βάση το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο και θα εξοφλούνται κατά ισότιμο ποσό σε ευρώ, το οποίο θα προκύπτει από τη μετατροπή του ποσού της δόσης από ελβετικά φράγκα σε ευρώ, με βάση την τιμή πώλησης του ελβετικού φράγκου από την τράπεζα κατά την ημερομηνία πληρωμής της δόσης. Και τούτο, διότι στην περίπτωση αυτή, δηλαδή του συμβατικού  α π ο κ λ ε ι σ μ ο ύ  της   ε υ χ έ ρ ε ι α ς  του οφειλέτη να καταβάλει τη δόση του δανείου σε ελβετικά φράγκα, η επιβαλλόμενη με το σχετικό όρο υποχρέωση αυτού να εκπληρώσει την υποχρέωσή του προς την τράπεζα από το δάνειο αποκλειστικά σε ευρώ, με βάση την τρέχουσα τιμή πωλήσεως του ως άνω νομίσματος χορηγήσεως την ημέρα της καταβολής,  α π η χ ε ί  το περιεχόμενο της διατάξεως του άρθρου 291 ΑΚ, κατά το μέρος που αντιστοιχεί  σ τ η    μ ί α   α π ό   τ ι ς    π ρ ο β λ ε π ό μ ε ν ε ς   α π ό   α υ τ ό   δ υ ν  α τ ό τ η τ ε ς (!), χωρίς να εισάγει απόκλιση από αυτήν και χωρίς να τη συμπληρώνει με επιπλέον ρυθμίσεις, δεδομένου ότι οι όροι των συναλλαγών υπόκεινται σε έλεγχο μόνον όταν και στο μέτρο που αποκλίνουν από το ισχύον δίκαιο. Η επιβαλλόμενη δε ως άνω   υ π ο χ ρ έ ω σ η,  να εκπληρώσει ο οφειλέτης την υποχρέωσή του  α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ά  σε ευρώ, με βάση την τρέχουσα τιμή πωλήσεως του ελβετικού φράγκου την ημέρα της καταβολής, είναι   σ ύ μ φ ω  ν η   κ α ι   ό χ ι   α ν τ ί θ ε τ η   με τη διάταξη του άρθρου 291 ΑΚ.».

Ολόκληρο το κείμενο της απόφασης, εδώ

 

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Η 911/20 απόφαση του Αρείου για τις Συμβάσεις Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου 20 Feb 2021 9:36 AM (4 years ago)

 


1. Η υπ’ αριθμ.
  1611/2017 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, εδέχθη αναφορικά με την ένδικη διαφορά από Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 2501/31-10-2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 18 παρ.5 του Ν. 2076/1992 (όπως αυτό ίσχυε μέχρι την κατάργηση του με το άρθρο 92 παρ.1 του Ν. 3601/2007), και άρα έχει ισχύ ουσιαστικού νόμου, τροποποιήθηκαν και κωδικοποιήθηκαν οι διατάξεις, που αφορούν την ενημέρωση των συναλλασσομένων με τα πιστωτικά ιδρύματα, που λειτουργούν στην Ελλάδα, για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους».

«Σύμφωνα με τις γενικές αρχές, που θεσπίζονται στην παράγραφο Α της εν λόγω ΠΔΤΕ, τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να ενημερώνουν: α) σχετικά με τον κίνδυνο από ενδεχόμενη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας σε περίπτωση δανείων από συνάλλαγμα ή με ρήτρα συναλλάγματος (παρ. Β', αριθμ. 2, περίπτωση x, της παραπάνω Πράξης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος), και β) για τη  δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το  κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων (παρ. Β', αριθμ. 2, περίπτωση xi, της παραπάνω Πράξης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος), δηλαδή η ενημέρωση του δανειολήπτη, σε σχέση με τα δάνεια σε συνάλλαγμα και αναφορικά με τον κίνδυνο, από ενδεχόμενη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, πρέπει να γίνεται από κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό, που να διαθέτει το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 14 του Ν. 3606/2007 πιστοποιητικό καταλληλότητας».

«Συγκεκριμένα, με τις ως άνω προδιατυπωμένες ρήτρες δεν παρουσιάζονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων στη σύμβαση διαδίκων, αφού δεν διατυπώνεται ευκρινώς ο τρόπος λειτουργίας της συναλλαγματικής ισοτιμίας, η μέθοδος και οι ιδιαιτερότητες του μηχανισμού μετατροπής του εγχώριου νομίσματος σε ξένο νόμισμα, καθώς, επίσης, και η σχέση μεταξύ του μηχανισμού αυτού και των τυχόν άλλων, που προβλέπουν ετέρες ρήτρες σχετικά με την αποδέσμευση και την αποπληρωμή δανείων, ούτως ώστε ο καταναλωτής και εν προκειμένω, οι ανακόπτοντες, να μπορούν να εκτιμήσουν τις οικονομικές συνέπειες, που θα μπορούσαν να έχουν για τους ίδιους οι παραπάνω όροι, και, συγκεκριμένα, να διαγνώσουν, εκ των προτέρων, τόσο το ύψος των μηνιαίων τοκοχρεωλυτικών δόσεων, που θα καλούνταν να καταβάλουν για την αποπληρωμή του δανείου, όσο και το ύψος του ανεξόφλητου κεφαλαίου, σε περίπτωση που η ισοτιμία μεταξύ ευρώ και ελβετικού φράγκου διαφοροποιούνταν σε βάρος του πρώτου (βλ. ΔΕΚ, ό.π., σκέψεις 73-75).».

«Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η καθής τράπεζα δεν προέβη κατά το στάδιο των προσυμβατικών διαπραγματεύσεων σε έρευνα περί του αν συνέτρεχε στο πρόσωπο των δανειοληπτών περίπτωση φυσικής αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου, δηλαδή εάν ελάμβαναν εισοδήματα σε αυτούσιο νόμισμα ελβετικού φράγκου».

«… τα δάνεια που χορηγήθηκαν σε Ελβετικό φράγκο, δεν είναι απλά δάνεια, αλλά στην ουσία είναι προϊόντα επενδυτικού χαρτοφυλακίου συνδεμένα ευθέως με την αγορά συναλλάγματος».

«(…) η εφεσίβλητη Τράπεζα όχι μόνο δεν προέβη σε ενημέρωση των δανειοληπτών αναφορικά με τα παραπάνω αλλά δεν προέβη ούτε σε ενημέρωση όσον αφορά τους αμυντικούς μηχανισμούς κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων, με ειδική και εξειδικευμένη παράθεση και ανάλυση των οικονομικών όρων «φυσική» και «χρηματοοικονομική» αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου, αναφορικά με την δυνατότητα χρήσης προγραμμάτων  α ν τ ι σ τ ά θ μ ι σ η ς  του συναλλαγματικού κινδύνου, με ασφάλιση, τη λειτουργία, χρήση και το  κ ό σ τ ο ς  αυτών, τη δυνατότητα χρήσης, τη λειτουργία και το κόστος των πιστωτικών παραγώγων, τα οποία θα θωράκιζαν απέναντι στο συναλλαγματικό κίνδυνο σε επίπεδο τόσο  δ ό σ η ς  όσο και  ά λ η κ τ ο υ   κ ε φ α λ α ί ο υ, καθώς, όπως σαφώς κατέθεσε η μάρτυρας της Τράπεζας τέτοια προϊόντα η Τράπεζα  δ ε ν  διέθετε. Συνεπώς οι δανειολήπτες, πέραν της μη ενημέρωσης τους, ήταν και εκτεθειμένοι στους εκάστοτε συναλλαγματικούς κινδύνους».

2. Στις 17/07/2017 ασκήθηκε αναίρεση της Τράπεζας Πειραιώς  κατά της 1611/2017 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, με την οποία η Τράπεζα επιδίωξε τη διόρθωση των νομικών «σφαλμάτων» του  α λ ά θ η τ ο υ  της  1611/2017 τελεσίδικης απόφασης.

3. Ο αμφισβητούμενος εν προκειμένω όρος στις συμβάσεις της Πειραιώς είναι ο όρος σύμφωνα με τον οποίο  «Η εξόφληση του δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει  (υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά)    ε ί τ  ε   σε αυτούσιο συνάλλαγμα,   ε ί τ ε   με το σε Ευρώ ισάξιο (αντίτιμο) του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων, υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος, όπως αυτή θα προκύψει από τη διατραπεζική αγορά συναλλάγματος.».  Σύμφωνα με  την  υπ’ αριθμ.  4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ο εν λόγω όρος , συνιστά δηλωτικό όρο, καθότι αποτυπώνει τη διάταξη  του άρθρου 291 του ΑΚ και επομένως  εκφεύγει του δικαστικού  ελέγχου καταχρηστικότητας.

4. Προς αντίκρουση των παραδοχών της  υπ’ αριθμ.  4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου εν σχέσει με τους λόγους αναίρεσης της αναιρεσείουσας  Τράπεζας, με τους οποίους αποδόθηκε στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των προαναφερόμενων διατάξεων με τις αντίστοιχες αιτιάσεις,  οι αναιρεσίβλητοι, για τον επίδικο συμβατικό όρο  («Η εξόφληση του δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει   υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά    ε ί τ  ε   σε αυτούσιο συνάλλαγμα,   ε ί τ ε   με το σε Ευρώ ισάξιο   του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων, υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος) ισχυρίστηκαν  ότι:

(I) Δεν είναι ασυμβίβαστη προς την έννοια το δανείου η συνομολόγηση όρου, κατά τον οποίο ο δανειολήπτης, αντί του ληφθέντος ξένου νομίσματος, οφείλει να αποδώσει το δάνεισμα διαζευκτικά είτε σε ξένο είτε σε εγχώριο νόμισμα. Μία τέτοια διαζευκτική ενοχή (διαζευκτική πληρωμή) παραγωγικό λόγο έχει εν προκειμένω τη σύμβαση, ρυθμίζεται δε από τα άρθρα 305-315 ΑΚ.

Κατά το άρθρο 305 του  Αστικού Κώδικα (διαζευκτική  ενοχή) «Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή διαζευκτική), το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης.». Η διαζευκτική ενοχή της ΑΚ 305 είναι η ενοχή που παράγει ενιαία αξίωση και στην οποία από την αρχή της σύστασής της οφείλονται δύο ή περισσότερες αυτοτελείς παροχές από τις οποίες τελικά μία μόνο θα καταβληθεί, που θα  κ α θ ο ρ ι σ τ ε ί  από τον δικαιούμενο να κάνει την  ε π ι λ ο γ ή, οπότε και καταλύεται η όλη ενοχή. Η διάζευξη της ενοχής μπορεί ν' αφορά είτε περισσότερες παροχές, είτε διάφορα μέρη μιας και της αυτής παροχής, δηλαδή τον τρόπο, τον τόπο ή το χρόνο της εκπλήρωσης οι περισσότερες παροχές μπορεί να είναι γένους ή είδους ή μια γένους και η άλλη είδους. Οι διατάξεις των άρθρ 305-315 ΑΚ συνιστούν  ε ν δ ο τ ι κ ό  δίκαιο και συνεπώς δεν αποκλείεται  α ν τ ί θ ε τ ο υ  περιεχομένου συμφωνία των μερών. [Βαθρακοκοίλης, Ερμηνεία Αστικού Δικαίου,  άρθρο 305 ΑΚ]

Κατά το άρθρο 291 του  Αστικού Κώδικα (Παροχή σε ξένο νόμισμα) «Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής». Η διάταξη, της οποίας δικαιολογητικός λόγος είναι η προστασία και η αδιατάραχτη εξέλιξη των συναλλαγών στη χώρα, περιέχει κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ρητώς καθιερώνει   δ ι α ζ ε υ κ τ ι κ ή   ε υ χ έ ρ ε ι α   αυτού που οφείλει αλλοδαπό χρήμα, με προτίμηση υπέρ του χρόνου της πληρωμής, ως κρίσιμου για την ισοτιμία μεταξύ του ξένου in obligatione και εγχώριου in solutione νομίσματος. Το «αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο» αφορά στο ουσιαστικό τμήμα δικαίου, το οποίο είναι ius gogens, και προσδίνει  ε ν δ ο τ ι κ ό  χαρακτήρα στη διάταξη. [Βαθρακοκοίλης, Ερμηνεία Αστικού Δικαίου,  άρθρο 291 ΑΚ]

Η διαφορά των ΑΚ 291 και 305  έγκειται εν προκειμένω στο ότι η 291 παρέχει στον οφειλέτη διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α  πληρωμής του οφειλόμενου ξένου νομίσματος σε εγχώριο (με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής), άρα η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά επί  α π λ ή ς  ενοχής ξένου νομίσματος. Αντίθετα, η ΑΚ 291  δ ε ν  εφαρμόζεται επί διαζευκτικής ενοχής  (δηλαδή  υ π ο χ ρ ε ώ σ ε ω ς  πληρωμής  ε ί τ  ε  σε εγχώριο  ε ί τ  ε  σε αλλοδαπό νόμισμα), στην περίπτωση που ο οφειλέτης, ως είχε δικαίωμα, επιλέγει την πληρωμή σε εγχώριο νόμισμα, ως η ΑΚ 305 ορίζει.

Εσφαλμένη είναι η κρίση Πλήρους  Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που εξέδωσε την  υπ’ αριθμ. 4/2019  ότι ο παραπάνω όρος («Η εξόφληση του δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει   υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά    ε ί τ  ε   σε αυτούσιο συνάλλαγμα,   ε ί τ ε   με το σε Ευρώ ισάξιο   του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων, υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος»)   αντανακλά συμβατική ρήτρα που απηχεί την εθνική ρύθμιση ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 291 («Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής»), καθότι ο ως άνω συμβατικός όρος περί  υ π ο χ ρ έ ω σ η ς  πληρωμής του δανείσματος  ε ί τ ε  σε αλλοδαπό  ε ί τ ε  σε εγχώριο νόμισμα  δ ε ν  μπορεί να θεωρηθεί ως  δ η λ ω τ ι κ ό ς  όρος κατά την προπαρατεθείσα έννοια, δηλαδή ως συμβατική ρήτρα που απηχεί εθνική νομοθετική ρύθμιση αναγκαστικού ή  ε ν δ ο τ ι κ ο ύ  δικαίου και συγκεκριμένα εκείνη του άρθρου 291 ΑΚ.

Και τούτο, διότι σύμφωνα με τον (νομικώς ορθό) δικανικό συλλογισμό της μειοψηφίας έντεκα μελών της σύνθεσης της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που εξέδωσε την  υπ’ αριθμ. 4/2019 απόφασή της, ο ως άνω συμβατικός όρος περί  πληρωμής του δανείσματος είτε σε αλλοδαπό είτε σε εγχώριο νόμισμα απηχεί την ενδοτικού δικαίου διάταξη του άρθρου 305 ΑΚ [Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή διαζευκτική), το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης].

Η 291 ΑΚ παρέχει στον οφειλέτη διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α  πληρωμής του οφειλόμενου ξένου νομίσματος σε εγχώριο (με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής), επομένως, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά επί  α π λ ή ς  ενοχής ξένου νομίσματος με  διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α  πληρωμής σε εγχώριο νόμισμα. Αντίθετα, δεν εφαρμόζεται επί διαζευκτικής ενοχής (δηλαδή  υ π ο χ ρ ε ώ σ ε ω ς  πληρωμής είτε σε εγχώριο είτε σε αλλοδαπό νόμισμα), στην περίπτωση που ο οφειλέτης, ως είχε δικαίωμα, ήδη επέλεξε την πληρωμή σε εγχώριο νόμισμα.

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι επί τραπεζικού δανείου με δάνεισμα σε αλλοδαπό νόμισμα, αν προβλέπεται στην δανειακή σύμβαση διαζευκτική  υ π ο χ ρ έ ω σ η  (και  ό χ ι  απλή  ε υ χ έ ρ ε ι α) του οφειλέτη δανειολήπτη να εκπληρώσει τις εκ του δανείου υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο (αλλοδαπό) νόμισμα χορήγησης είτε σε Ευρώ (με βάση την τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης κατά το χρόνο καταβολής) και ο οφειλέτης, έχοντας προς τούτο το δικαίωμα, επιλέγει  να πληρώσει σε Ευρώ, στο οποίο και συγκεντρώθηκε η απλή πλέον ενοχή του,  δ ε ν  είναι εφαρμοστέα η ρύθμιση του άρθρου 291 ΑΚ. [βλ. μειοψηφία έντεκα μελών της σύνθεσης της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που εξέδωσε την  υπ’ αριθμ. 4/2019 απόφασή της]

(II) Κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ «Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Η έκφραση "νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου" που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 καλύπτει επίσης τους κανόνες οι οποίοι εφαρμόζονται κατά νόμον μεταξύ των συμβαλλομένων, εάν δεν έχει συμφωνηθεί άλλως.».

Δεδομένου ότι η εν λόγω συμβατική ρήτρα των γενικών όρων («Η εξόφληση του δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει   υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά    ε ί τ  ε   σε αυτούσιο συνάλλαγμα,   ε ί τ ε   με το σε Ευρώ ισάξιο   του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων, υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος)  απηχεί την εθνική διάταξη ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 305, εμπίπτει καταρχήν στο πεδίο εφαρμογής της  ε ξ α ι ρ έ σ ε ω ς  που προβλέπει η οδηγία 93/13 (εξαιρείται δλδ  από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας). Και τούτο, διότι ο όρος «νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου», καλύπτει και κανόνες οι οποίοι, κατά το εθνικό δίκαιο, εφαρμόζονται μεταξύ των συμβαλλομένων εφόσον δεν έχει συμφωνηθεί άλλως, άρα, από της απόψεως αυτής, η συγκεκριμένη διάταξη  ο υ δ ό λ ω ς   δ ι α κ ρ ί ν ε ι  μεταξύ διατάξεων αναγκαστικού δικαίου  που έχουν εφαρμογή ανεξαρτήτως της επιλογής των συμβαλλομένων και διατάξεων ενδοτικού δικαίου. [Απόφαση στην υπόθεση C-81/19 NG και OH κατά SC Banca Transilvania SA]

Επιπλέον το  γεγονός ότι η συμβατική εν λόγω ρήτρα  απηχούσα εκ πρώτης απόψεως μια από τις διατάξεις τις οποίες μνημονεύει η επίμαχη οδηγία 93/13 (ενδοτικού, εν προκειμένω, δικαίου) δεν αποτέλεσε το αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως, όπως στην ένδικη περίπτωση συνέβη,  δ ε ν  ασκεί επιρροή στο ζήτημα της εξαιρέσεώς της από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής. [Απόφαση στην υπόθεση C-81/19 NG και OH κατά SC Banca Transilvania SA]

Έτσι εχόντων των πραγμάτων ο εν λόγω συμβατικός όρος («Η εξόφληση του δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει   υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά    ε ί τ  ε   σε αυτούσιο συνάλλαγμα,   ε ί τ ε   με το σε Ευρώ ισάξιο του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων, υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος)  συνιστά καταρχήν   δηλωτικό όρο που απηχεί την εθνική ρύθμιση ενδοτικού δικαίου τής ΑΚ 305 («Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία, το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης»), συνεπώς, ως δηλωτικός όρος της σύμβασης, δοθέντος ότι απηχεί εθνικές ρυθμίσεις -- σύμφωνα με την Οδηγία εκτός από αναγκαστικού και -- ενδοτικού δικαίου, ο όρος αυτός (της σύμβασης) εξαιρείται , καταρχήν, του δικαστικού ελέγχου καταχρηστικότητας, διότι δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ.

Η εν λόγω ωστόσο εξαίρεση τελεί υπό την   α ί ρ ε σ η   ότι Ο ΔΗΛΩΤΙΚΌΣ ΌΡΟΣ ΤΗΣ ΣΎΜΒΑΣΗΣ ΠΟΥ ΑΠΗΧΕΊ ΕΘΝΙΚΉ ΔΙΆΤΑΞΗ ΕΝΔΟΤΙΚΟΎ ΔΙΚΑΊΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΛΑΜΒΆΝΕΤΑΙ ΣΤΗ  ΣΎΜΒΑΣΗ ΠΟΥ ΣΥΝΆΠΤΕΤΑΙ  ΜΕΤΑΞΎ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΊΑ (ΤΡΆΠΕΖΑ) ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΉ (ΔΑΝΕΙΟΛΉΠΤΗ) ΔΕΝ ΕΞΑΡΤΆΤΑΙ ΑΠΌ ΠΡΌΣΘΕΤΟΥΣ  ΌΡΟΥΣ  ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΈΣΕΙΣ ΠΟΥ ΤΊΘΕΝΤΑΙ ΑΠΟ ΑΛΛΕΣ    Α Ν Α Γ Κ Α Σ Τ Ι Κ Ο Ύ  ΔΙΚΑΊΟΥ  ΔΙΑΤΆΞΕΙΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΎΝ ΕΜΦΑΝΏΣ ΤΟ  Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ό Μ Ε Ν Ο   Ή  ΤΟ  Π Ε Δ Ί Ο  ΕΦΑΡΜΟΓΉΣ ΤΟΥ ΔΗΛΩΤΙΚΟΥ ΕΝ ΛΌΓΩ ΌΡΟΥ ΤΗΣ ΣΎΜΒΑΣΗΣ ΠΟΥ ΑΠΗΧΕΊ ΤΗΝ ΕΠΊΜΑΧΗ ΔΙΆΤΑΞΗ ΕΝΔΟΤΙΚΟΎ ΔΙΚΑΊΟΥ, έτσι που τυχόν  μ ε μ ο ν ω μ έ ν ο ς   αυτεπάγγελτος δικαστικός έλεγχος της συμβατικής ρήτρας από τον εθνικό δικαστή, που κατατείνει στην (εσφαλμένη) παραδοχή σύμφωνα με την οποία η συμβατική εν λόγω ρήτρα, ιδωμένη   α ν ε ξ ά ρ τ η τ α   από τις (επίσης αυτεπάγγελτα εξεταζόμενες από τον εθνικό δικαστή) σχετικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου,  συνιστά δηλωτικό όρο της σύμβασης που αντανακλά διάταξη του ενδοτικού δικαίου και συνεπώς εξαιρείται από τον δικαστικό έλεγχο για καταχρηστικότητα,   τ ρ ο π ο π ο ι ε ί  εμφανώς το  π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν ο  της συμβατικής ρήτρας ή  το   π ε δ ί ο  εφαρμογής της  δημιουργώντας σοβαρή ανισορροπία μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή προς όφελος του πρώτου και σε ζημία του δεύτερου.

Τούτων δοθέντων ο  μ ε μ ο ν ω μ έ ν α  δηλωτικός όρος ενδοτικού δικαίου («Η εξόφληση του δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει   υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά    ε ί τ  ε   σε αυτούσιο συνάλλαγμα,   ε ί τ ε   με το σε Ευρώ ισάξιο   του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων, υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος») που  απηχεί καταρχήν την ενδοτικού δικαίου διάταξη της ΑΚ 305 [«Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή διαζευκτική), το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης»]  Δ Ε Ν  εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εξαιρέσεως που προβλέπει η οδηγία 93/13 και Δ Ε Ν  εξαιρείται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας καθώς   ε λ έ γ χ ε τ α ι   περαιτέρω για καταχρηστικότητα σε  σ υ ν δ υ α σ μ ό  με τις διατάξεις  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου της 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ , διότι  συνιστά διαζευκτική ενοχή της ΑΚ 305, ενοχή δηλαδή που παράγει ενιαία αξίωση του επαγγελματία (Τράπεζα) κατά καταναλωτή (δανειολήπτη) και στην οποία από την αρχή της σύστασής της οφείλονται δύο  αυτοτελείς παροχές, είτε σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων, είτε σε  Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του ελβετικού Φράγκου την ημέρα της καταβολής, από τις οποίες (παροχές) τελικά μία μόνο θα καταβληθεί από τον καταναλωτή στον επαγγελματία, που θα επιλέξει ο καταναλωτής οφειλέτης, που είναι ο δικαιούμενος να κάνει την επιλογή, οπότε και καταλύεται η όλη ενοχή, γεγονός που υποχρεώνει  το δικαστήριο να ερευνήσει   α υ τ ε π α γ γ έ λ τ ω ς  την εφαρμογή της 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ, διότι επί  μ ε μ ο ν ω μ έ ν η ς   εφαρμογής της ΑΚ 305, δίχως δηλαδή να χωρίσει αυτεπάγγελτος δικαστικός έλεγχος των εφαρμοστέων εν προκειμένω κανόνων της  2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ,  προκύπτουν δύο κατηγορίες δανειοληπτών: η πρώτη που πληρώνει στον επαγγελματία (Τράπεζα) με αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων και δεν υφίσταται ζημία από τη διακύμανση της ισοτιμίας, και η δεύτερη που πληρώνει σε Ευρώ, με την ισοτιμία της ημερομηνίας πληρωμής και, ως εκ τούτου, υφίσταται τεράστια ζημία από τη διακύμανση της ισοτιμίας, ζημία που θα μπορούσε να αντισταθμίσει μόνον η  (αναγκαστικού δικαίου) 2501/2002 Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ, συνεπώς ο εθνικός δικαστής  δεν δύναται να παραλείψει τον αυτεπάγγελτο έλεγχο περί εφαρμογής των (αναγκαστικού δικαίου) διατάξεων τής 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ, διότι διαφορετικά  τ ρ ο π ο π ο ι ε ί τ α ι  εμφανώς  το  π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν ο  της συμβατικής ρήτρας αλλά και το  π ε δ ί ο  εφαρμογής της  δημιουργώντας σοβαρή ανισορροπία μεταξύ επαγγελματία (Τράπεζα) και καταναλωτή (δανειολήπτη) προς όφελος του πρώτου και σε ζημία του δεύτερου.

Κατά συνέπεια, όταν ο εν λόγω δηλωτικός της σύμβασης όρος («Η εξόφληση του δανείου από τον Οφειλέτη θα γίνει   υ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ά    ε ί τ  ε   σε αυτούσιο συνάλλαγμα,   ε ί τ ε   με το σε Ευρώ ισάξιο   του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων, υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος»)  που,  μ ε μ ο ν ω μ έ ν α, αντανακλά την εκδοτικού δικαίου διάταξη της ΑΚ 305, συνιστά γενικό όρο συναλλαγών (ΓΟΣ),  δ ε ν  εξαιρείται από τον έλεγχο καταχρηστικότητας κατά το ν. 2251/1994 δοθέντος ότι Η ΣΎΜΒΑΣΗ ΈΧΕΙ ΣΥΝΑΦΘΕΊ ΜΕΤΑΞΎ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΊΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΉ ΥΠΌ ΤΟΥΣ ΌΡΟΥΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΈΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΎ ΔΙΚΑΊΟΥ ΠΡΆΞΗΣ 2501/31.10.2002  του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, υποκείμενη ως εκ τούτου σε έλεγχο με βάση την υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, για την ελάχιστη ενημέρωση που οφείλουν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα που πρέπει να περιλαμβάνει τη  δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το   κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, την αρχή της διαφάνειας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 6 εδ. α ν. 2251/1994, όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 1 της ΥΑ 5338/2018, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΚ και την 19η αιτιολογική σκέψη αυτής.

5. Επί των ανωτέρω  αιτιάσεων των αναιρεσίβλητων αλλά και των παραδοχών από το  αλάθητο  της  υπ’ αριθμ.  1611/2017 απόφασης του Εφετείου Αθηνών,  η 911  απόφαση του Αρείου Πάγου είπε ότι  «Έτσι που έκρινε το Εφετείο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 6 του Ν.2251/1994 και 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ. Και τούτο διότι οι Γενικοί Όροι Συναλλαγών (Γ.Ο.Σ), όπως οι προβλεπόμενοι στο άρθρο 4.5 και 8.3 της ένδικης δανειακής σύμβασης, που συνομολογήθηκε σε ελβετικά Φράγκα, με τους οποίους συμφωνήθηκε η εξόφληση του δανείου είτε σε αυτούσιο συνάλλαγμα είτε με σε Ευρώ ισάξιο του χορηγηθέντος συναλλάγματος υπολογιζόμενο κατά το χρόνο πληρωμής της δόσης ή του συνόλου της οφειλής σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης, συνιστούν δηλωτικούς όρους, καθότι αποτυπώνουν τη διάταξη  του άρθρου 291 του ΑΚ και επομένως  εκφεύγουν του ελέγχου καταχρηστικότητας.»

Ολόκληρη η απόφαση εδώ

 

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Η εθνική καταστροφή από τη σύναψη λεόντειας συμφωνίας με την Αίγυπτο: Οι θέσεις της νομικής ακαδημαϊκής κοινότητας για την απώλεια ελληνικής κυριαρχίας προς όφελος της Τουρκίας και της Αιγύπτου 19 Oct 2020 1:29 PM (5 years ago)

 


Το επίκαιρο ζήτημα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο εξέτασε η εκδήλωση που  πραγματοποιήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2020 με διοργανωτή την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος. Η εκδήλωση για λόγους συμβολικούς  πραγματοποιήθηκε στο Καστελόριζο.

Ακολουθούν οι ερωτήσεις που ποτέ δεν έγιναν και οι απαντήσεις που ποτέ δε δόθηκαν στην εκδήλωση.

1. Είναι η Ελλάς Αρχιπελαγικό κράτος?

Η Ελλάς είναι ξεκάθαρα Αρχιπελαγικό κράτος. Ο όρος αρχιπέλαγος, στη γεωγραφία, χαρακτηρίζει γεωλογικό σχηματισμό αποτελούμενο από μια  α λ υ σ ί δ α  ή  ανεπτυγμένη  σ υ σ τ ά δ α   ν η σ ι ώ ν. Αν και αρχιπελάγη απαντώνται συνήθως στην ανοιχτή θάλασσα, εντούτοις σε ορισμένες  περιπτώσεις αναφέρεται και σε  μ ι κ τ ά  κράτη η επικράτεια των οποίων αποτελείται από ηπειρωτικά και νησιώτικα εδάφη που γειτνιάζουν με μεγάλους όγκους ηπειρωτικής  ξηράς.

Αν και σύμφωνα με την Σύμβαση ΔΘ  ως αρχιπελαγικό κράτος  λογίζεται «το αμιγώς  αρχιπελαγικό κράτος, δηλαδή  εκείνο που αποτελείται από  αποκλειστικά από νησιά», εντούτοις από τις σχετικές ρυθμίσεις ως  ε ξ α ί ρ ε σ η  λογίζονται τα  «μ ι κ τ ά  κράτη» δηλαδή τα κράτη εκείνα που αποτελούνται τόσο από νησιωτικά συμπλέγματα όσο και από ηπειρωτικό έδαφος, εφόσον το σύμπλεγμα νήσων  είναι τόσο στενά  σ υ ν δ ε δ ε μ έ ν α  μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν μια  α υ τ ο τ ε λ ή    γ ε ω γ ρ α φ ι κ ή,  ο ι κ ο ν ο μ ι κ ή  και  π ο λ ι τ ι κ ή   ε ν ό τ η τ α,  ή που θεωρούνται  ι σ τ ο ρ ι κ ά  ότι σχηματίζουν μια τέτοια  ε ν ό τ η τ α.  Ως τέτοια περίπτωση μικτού Αρχιπελαγικού κράτους θεωρείται  η   Ε λ λ ά δ α.

Στην Ελλάδα αρχικά ο όρος "αρχιπέλαγος" που δηλώνει σαφώς τις αξιώσεις της χώρας μας έναντι της Τουρκίας ως "Αρχιπελαγικό κράτος"  χρησιμοποιήθηκε ως όρος στρατιωτικής διοικητικής ορολογίας στον Ελληνικό Στρατό  π.χ. «Γενική Διοίκηση  Α ρ χ ι π ε λ ά γ ο υ ς», «Μεραρχία  Α ρ χ ι π ε λ ά γ ο υ ς» [Wikipedia: αρχιπέλαγος] αλλά εγκαταλείφθηκε στη συνέχεια  για λόγους άγνωστους.

Η Μεγίστη (Καστελόριζο)  δεν είναι ένα αποκομμένο νησί  στα τουρκικά παράλια με απειροελάχιστη ακτογραμμή σε σύγκριση με την τουρκική αντικριστή ακτογραμμή, αλλά είναι ένα (1) νησί από τα έξι χιλιάδες (6.000)  νησιά και νησίδες του Ελληνικού   Α ρ χ ι π ε λ ά γ ο υ ς, με την Ελλάδα να κατατάσσεται στην 9η θέση του καταλόγου των χωρών με το μεγαλύτερο μήκος ακτογραμμής στην Υφήλιο.

Η Ελλάς βρίσκεται στην 9η θέση τού καταλόγου των χωρών με το μεγαλύτερο μήκος ακτογραμμής, με την Τουρκία να βρίσκεται στη 17η  θέση του καταλόγου. Ο λόγος ελληνικής / τουρκικής ακτογραμμής είναι στο 2/1 ήτοι η ελληνική ακτογραμμή είναι  δ ι π λ ά σ ι α  της τουρκικής.

Σχετικά με το δικαίωμα των νησιών μας σε δικαιοδοσία στην   υφαλοκρηπίδα τους, το Διεθνές Δίκαιο, η Σύμβαση της Γενεύης για την υφαλοκρηπίδα και το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας  UNCLOS, δίνει στα νησιά το δικαίωμα  π λ ή ρ ο υ ς   δικαιοδοσίας στην υφαλοκρηπίδα τους.  Σύμφωνα με το Άρθρο 6 παράγραφος 2 της από 29 Απριλίου 1958 Σύμβασης της Γενεύης  για την υφαλοκρηπίδα,  κ ά θ ε  νησί του Αιγαίου έχει δικαίωμα στην υφαλοκρηπίδα, του οποίου τα όρια με την Τουρκία πρέπει να καθορίζονται από την αρχή της ισότητας. Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, τα νησιά, οι νησίδες, οι βραχονησίδες, οι σκόπελοι και ανορθωμένοι βράχοι,  έ χ ο υ ν   κι αυτά υφαλοκρηπίδα. Εξαίρεση αποτελούν, σύμφωνα με το άρθρο 121 της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, οι βραχονησίδες και οι βράχοι, οι οποίοι δ ε ν   μπορούν να διατηρήσουν ανθρώπινο πληθυσμό ή αυτόνομη οικονομική ζωή (καλλιέργεια ή κτηνοτροφία).

[βλ. Το δικαίωμα των ελληνικών νησιών στις θαλάσσιες ζώνες - οριοθέτηση αιγιαλίτιδας ζώνης, υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στο Αιγαίο: Η Ελλάς είναι ξεκάθαρα Αρχιπελαγικό κράτος! ]

2. Τι νομικά πρωτοφανές και αδιανόητο κατά το Διεθνές Δίκαιο και την πάγια  νομολογία των διεθνών Δικαστηρίων ισχυρίζεται η Τουρκία?

Σχετικά με τις νομικά αδιανόητες θέσεις της Τουρκίας επί του θέματος, θέσεις που βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με το Δ.Δ., κυρίαρχη είναι η θέση της τουρκικής προπαγάνδας, που δυστυχώς διακινείται και στο εσωτερικό από κυβερνητικούς, ακαδημαϊκούς, διπλωματικούς και δημοσιογραφικούς ελληνικούς κύκλους που λειτουργούν υπονομευτικά για τα εθνικά συμφέροντα, σύμφωνα με την οποία τα ελληνικά νησιά δεν έχουν το δικαίωμα πλήρους δικαιοδοσίας στην υφαλοκρηπίδα επειδή τάχα  επικάθονται στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας, ήτοι τα ελληνικά νησιά είναι η  συνέχεια του γεωλογικού ανάγλυφου  του πυθμένα της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας της ηπειρωτικής χερσονήσου της Ανατολίας (τουρκική επικράτεια).

Σύμφωνα με την πάγια  νομολογία  του Διεθνούς Δικαστηρίου, «Μέχρι τα 200  ν.μ. από τις  ακτές, το γεωλογικό  κριτήριο   δ ε ν   λαμβάνεται καθόλου  υπόψη. Η γεωμορφολογία του βυθού σχετίζεται με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας  μ ό ν ο  στις περιπτώσεις που εκτείνονται πέρα από τα 200 ν.μ., συνεπώς το Δικαστήριο  έχει κρίνει ότι οριοθέτηση ενός και μόνο θαλάσσιου ορίου πρέπει να καθοριστεί  με βάση τη  γ ε ω γ ρ α φ ί α  και  ό χ ι  τη  γ ε ω λ ο γ ί α  ή  τη γεωμορφολογία » [Dispute concerning delimitation  of  the  Maritime  Boundary  between  Bangladesh  and  Myanmar  in the  Bay  of  Bengal,  (Bangladesh/Myanmar), Case  No  16,  Judgment,  ITLOS,  14 March  2012, para. 322].

Δεδομένου ότι το Αιγαίο είναι  σχετικά κλειστή θάλασσα, άρα ο καθορισμός και οριοθέτηση  θαλάσσιων ζωνών γίνεται εντός θαλάσσιας περιοχής πολύ κάτω του ορίου των 200 ν.μ. , τεκμαίρεται ότι το γεωλογικό  κριτήριο που η Τουρκία επικαλείσαι  δ ε ν   λαμβάνεται καθόλου υπόψη. Έτσι εχόντων των πραγμάτων η ελληνική υφαλοκρηπίδα  «καθορίζεται»  ν ο μ ι κ ά  με βάση τη  γ ε ω γ ρ α φ ί α  και  ό χ ι  τη  γ ε ω λ ο γ ί α  ή  τη γεωμορφολογία.

Αντίθετα η Τουρκία διεκδικεί το δικαίωμα για την τουρκική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ που θα καταλαμβάνει θαλάσσια περιοχή που φτάνει στο  μ έ σ ο   περίπου του Αιγαίου Πελάγους (!), προβάλλοντας την ανήκουστη θέση που υποστηρίζει ότι τα νησιά δεν διαθέτουν υφαλοκρηπίδα ούτε δικαιούνται ΑΟΖ πλην μόνο τα χωρικά τους ύδατα που, κατά την Τουρκία, ορίζονται στα 6 ν.μ. . Έτσι η Τουρκία διεκδικεί να χαραχθεί μια γραμμή στη  μ έ σ η  του Αιγαίου όπου δυτικά θα είναι η ελληνική υφαλοκρηπίδα και ανατολικά η τουρκική (!) βάζοντας με τον τρόπο αυτόν εντός της τουρκικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ τα μισά ελληνικά νησιά! Τούτο όμως είναι ανέφικτο κατά το Διεθνές Δίκαιο καθώς, μεταξύ άλλων,  θα  δ ι α τ ά ρ α σ σ ε   α κ ρ α ί α  τον αριθμητικό λόγο "μήκος ακτογραμμής/ αποδιδόμενης θαλάσσιας περιοχής"  υ π έ ρ  της Τουρκίας (!) , όταν μάλιστα η ελληνική ακτογραμμή είναι  δ ι π λ ά σ ι α   της τουρκικής, προκαλώντας  σ ο β α ρ ή   δ υ σ α ν α λ ο γ ί α  μεταξύ του μήκους των ακτών Ελλάδας και Τουρκίας και της αποδιδόμενης θαλάσσιας έκτασης ζώνης, σε ποσοστό συντριπτικά  υ π έ ρ  της Τουρκίας. Αστεία δλδ πράγματα κατά το Διεθνές Δίκαιο και τη νομολογία των Δικαστηρίων της Χάγης και του Αμβούργου.

3. Για ποια «οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας» λοιπόν μιλάμε?

Πρέπει να καταστεί απολύτως ξεκάθαρο ότι η δημόσια συζήτηση δε γίνεται για την  «οριοθέτηση» υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας  αλλά για την  π α ρ ά δ ο σ η  στην Τουρκία μέρους της  ε λ λ η ν ι κ ή ς  υφαλοκρηπίδας!

Το τουρκικό σεισμογραφικό Oruc Reis δεν διεξήγαγε έρευνες σε διαφιλονικούμενες θαλάσσιες ζώνες, όπως τα συστημικά Μέσα παραπληροφορούν τους έλληνες πολίτες με το επιχείρημα ότι, επειδή τάχα δεν έχουν οριοθετηθεί θαλάσσιες ζώνες με την Τουρκία, το τουρκικό σεισμογραφικό επιχειρεί αβλαβή διέλευση (!) σε διεθνή ύδατα, αλλά αντίθετα διεξήγαγε έρευνες  εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας η οποία  δ ε ν  ανακηρύσσεται ο ύ τ ε  οριοθετείται αλλά ανήκει στην Ελλάδα  α υ τ ο δ ι κ α ί ω ς   κατά το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας. «Για την άσκησή του δικαιώματος της υφαλοκρηπίδας  δ ε ν  απαιτείται οιαδήποτε νομική διαδικασία, ούτε η υιοθέτηση νομικών πράξεων. Επιπλέον, το δικαίωμα  δ ε ν  εξαρτάται από την άσκησή του. Είναι  α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ό  υπό την έννοια ότι εάν το παράκτιο  κράτος (η Ελλάδα εν προκειμένω) δεν επιλέξει να εξερευνήσει ή να εκμεταλλευθεί τις περιοχές της υφαλοκρηπίδας που του ανήκουν, αυτό είναι  δ ι κ ή   τ ο υ  υπόθεση,  ο υ δ ε ί ς, όμως, άλλος δύναται να το πράξει χωρίς τη ρητή σ υ ν α ί ν ε σ ή  του» [απόφαση του  Διεθνούς Δικαστηρίου  της  20ης Φεβρουαρίου 1969 για την Υφαλοκρηπίδα της  Βόρειας  Θάλασσας].

Ουδέν συνεπώς ζήτημα  διαπραγμάτευσης περί οριοθέτησης ελληνικής  υφαλοκρηπίδας στο Αιγαιακό  Α ρ χ ι π έ λ α γ ο ς τίθεται,  καθόσον τα πράγματα, με βάση όχι το Δίκαιο της Θάλασσας που η Τουρκία δεν έχει συμβληθεί, αλλά βάσει του εθιμικού διεθνούς δικαίου που  δ ε σ μ ε ύ ε ι νομικά την Τουρκία, είναι απλά: Η μέση γραμμή για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, ιδίως της υφαλοκρηπίδας  ελληνικής και τουρκικής δικαιοδοσίας, χαράζεται στη στενή θαλάσσια περιοχή μεταξύ των ανατολικών  ελληνικών νησιών του Αιγαιακού Αρχιπελάγους και των ηπειρωτικών προς δυσμάς ακτών της Τουρκίας. Και τούτο, διότι όλα τα νησιά που δύναται να φιλοξενήσουν ζωή, άρα και οικονομική δραστηριότητα, δικαιούνται π λ ή ρ η υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, όπως το Διεθνές Δίκαιο προβλέπει, όπερ μεθερμηνευόμενον εστί το Αιγαίο είναι νομικά και πραγματικά ελληνικό Αρχιπέλαγος, με την Τουρκία να περιορίζεται σε μια στενή θαλάσσια  περιοχή ανατολικά της  μέσης γραμμής που χαράζεται μεταξύ των δυτικών ηπειρωτικών ακτών της Τουρκίας και των ανατολικών ελληνικών νησιών , από τη Σαμοθράκη μέχρι τη Μεγίστη (Καστελόριζο).

Πέραν του παραπάνω νομικού και πραγματικού  πλαισίου συζήτησης μιλάμε για κάτι εντελώς διαφορετικό - μιλάμε για τον διαμοιρασμό της  Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Ή Σ  υφαλοκρηπίδας στη βάση  που το ζήτημα βάζει ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στο Σκάι· ότι δλδ από την  Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Ή υφαλοκρηπίδα η Ελλάδα θα πάρει το μεγάλο μέρος και η Τουρκία θα πάρει το μικρό μέρος (της  Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Ή Σ ,  επαναλαμβάνω, υφαλοκρηπίδας) όπως αυτό εξομολογείται ο ίδιος στον τηλεοπτικό σταθμό Σκάι.

[βλ. βίντεο, «Εξομολογήσεις του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη» στον Αλέξη Παπαχελά («Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με τα δικά του λόγια» εκδόσεις Παπαδόπουλος) όπου ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναφέρεται στα ελληνοτουρκικά και στις δυνατότητες μιας συμφωνίας με την Άγκυρα λέγοντας τα εξής: «Οι βασικές παράμετροι μιας συμφωνίας είναι απλές, πολύ απλές. Η (ελληνική) υφαλοκρηπίδα θα μοιραστεί με την Τουρκία λογικά. Εμείς θα πάρουμε το μεγάλο μέρος (της ελληνικής υφαλοκρηπίδας), οι τούρκοι θα πάρουνε το μικρό μέρος (της ελληνικής υφαλοκρηπίδας). Και περίπου θα έχουμε συμφωνήσει και θα αφήσουμε το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης να χαράξει τη γραμμή.»! Το βίντεο με τις δηλώσεις επίτιμου για την παραχώρηση   ελληνικής υφαλοκρηπίδας στους τούρκους, εδώ ]

4. Θα μπορούσε ποτέ οι τουρκικές αξιώσεις να περιβληθούν τον τύπο της δικαιοδοτικής κρίσης του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης?

Η αρπαγή ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων από την Τουρκία είναι νομικά  α δ ύ ν α τ η  κατά το Δίκαιο της Θάλασσας. Η ικανοποίηση των εξωφρενικών νομικά τουρκικών θέσεων μπορεί να γίνει  μ ό ν ο  εφόσον η Ελλάς σε μία άνευ προηγουμένου στα νομικά και διπλωματικά χρονικά κίνηση  π α ρ α δ ώ σ ε ι  οικειοθελώς στην Τουρκία ελληνική εθνική κυριαρχία  με απευθείας διμερή συμφωνία μηδενικής ή μειωμένης επήρειας σημαντικών ελληνικών νησιών στην οριοθέτηση των ελληνικών θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαιακό  Α ρ χ ι π έ λ α γ ο ς. Και τούτο μπορεί να γίνει  μόνον  ε κ τ ό ς  πλαισίου της διεθνούς νομιμότητας, αφού κανένα δικαιοδοτικό διεθνές όργανο μπορεί νομικά να το κάνει.

Κανείς λοιπόν, ούτε η ελληνική κυβέρνηση ούτε, ασφαλώς, η κυβέρνηση Ερντογάν προτίθεται να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο, καθόσον το Δικαστήριο  Δ Ε Ν  δύναται νομικά να παραχωρήσει στην Τουρκία  ελληνική κυριαρχία που η Τουρκία δεν δικαιούται. Το Διεθνές Δικαστήριο δεν δύναται νομικά να δώσει στην Τουρκία τις θαλάσσιες ζώνες που η Ελλάς δεν προασπίζει αποτελεσματικά, ανατρέποντας προκλητικά την αναλογία 2/1 ακτογραμμής των δύο χωρών υπέρ της Τουρκίας , όταν η ελληνική ακτογραμμή είναι διπλάσια της τουρκικής.

5. Με ποιο λοιπόν τέχνασμα μπορούσε ο ελληνικός λαός να  ε ξ α π α τ η θ ε ί  ώστε να πεισθεί για την αναγκαιότητα κατευνασμού της Τουρκίας στο ζήτημα της διεκδίκησης από τους τούρκους ελληνικής υφαλοκρηπίδας που η Τουρκία δεν δικαιούται?

Της ελληνοτουρκικής διένεξης θα έπρεπε να προηγηθούν λεόντειες συμφωνίες οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών σε βάρος της Ελλάδας με Ιταλία και Αίγυπτο, με αναγνώριση από την Ελλάδα μειωμένης επήρειας ελληνικών νησιών αφενός, ως πρόκριμα υποχώρησης της Ελλάδος στις παράνομες αξιώσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο, αφετέρου δε  ΠΑΡΆΛΕΙΨΗ οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας – Κύπρου.  

[Για τις ατυχείς ενέργειες της ελληνικής διπλωματίας, η Ελλάδα και η Κύπρος να μην ενώσουν ποτέ τις ΑΟΖ τους ενήργησε ατυχώς σχετικά, ήδη από το 2003, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Σημίτη, με υπουργό Εξωτερικών τον Γιώργο  Παπανδρέου.

Όπως αποκάλυψε ο κ. Ρολάνδης σε παλαιότερη τηλεοπτική εκπομπή στο κυπριακό κανάλι ΡΙΚ, το 2003 η Αθήνα είχε ζητήσει από τη Λευκωσία, στη συμφωνία οριοθέτησης που η Κύπρος θα έκανε με την Αίγυπτο να μείνει η Κύπρος 5 ναυτικά μίλια ανατολικότερα στο δυτικό άκρο (!), όπως και έγινε. Υπενθυμίζεται ότι τότε Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας ήταν ο Γιώργος Παπανδρέου και η παραίνεση αυτή προς τη Λευκωσία έγινε στη βάση των ελληνικών σχεδιασμών διευκόλυνσης της Τουρκίας στις παράνομες αξιώσεις της Τουρκίας  στο Αιγαίο, αφού η συμφωνία που η Κύπρος σχεδίαζε και Η ΕΛΛΆΔΑ (ΜΕ ΤΟΝ Γ.Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΥΠΕΞ) ΑΠΈΤΡΕΨΕ  θα αποδείκνυε πως το Καστελόριζο διαθέτει ΑΟΖ !

Σύμφωνα με τις δηλώσεις του υπουργός Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού της Κύπρου Νίκου Ρολάνδη, «Η Ελλάδα ήταν πάντα διστακτική να εγείρει θέματα, στα οποία έχει διαφορές με την Τουρκία για το δίκαιο της θάλασσας. […] Ηγέρθη θέμα γιατί, αν η Ελλάδα μετρούσε τη δική της περιοχή από το Καστελόριζο, που είναι το ακραίο σημείο, προς την Κύπρο τότε αλλού θα ήταν η ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας». Σε αυτό το σημείο ο κ. Ρολάνδης επικαλείται, μάλιστα, και πρακτικά συνεδριάσεων στο Γραφείο του τότε γενικού εισαγγελέα, με αντιπροσωπεία του ελληνικού ΥΠΕΞ, ο οποίος (έλληνας απεσταλμένος του ΓΑΠ στην Κύπρο) «παρακάλεσε» την κυπριακή πλευρά να ΜΗΝ υπογράψει την αρχική θαλάσσια οριοθέτηση. «Μας είπε λοιπόν ο έλληνας απεσταλμένος το εξής: Αν δεχτούμε την ελλαδική θέση ότι το Καστελόριζο έχει πλήρη επήρεια στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, τότε η μέση γραμμή θα είναι μέχρι εδώ. Αν δεχτούμε την τουρκική θέση ότι το Καστελόριζο δεν έχει επήρεια, τότε η γραμμή είναι αλλού. Ο έλληνας απεσταλμένος του Γιώργου  Παπανδρέου για αποφυγή των προβλημάτων αυτών προέτρεψε την κυπριακή πλευρά όπως διορθωθούν οι συντεταγμένες εις βάρος της Ελλάδας και προς όφελος της Τουρκίας (!) και τα κυπριακά σύνορα δυτικά να σταματήσουν μέχρι 8 ναυτικά μίλια μέσα από εκεί που έχουν συμφωνηθεί, ούτως ώστε να αποφευχθούν οποιεσδήποτε επιπλοκές με την Τουρκία».

Για τις ατυχείς ενέργειες της κυβέρνησης Σημίτη και του Γ .Α. Παπανδρέου προσωπικά ώστε η Ελλάδα και η Κύπρος να μην οριοθετήσουν ποτέ μεταξύ τους ΑΟΖ, βλ δηλώσεις του  υπουργού Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού της Κύπρου Νίκου Ρολάνδη στο ΡΙΚ, στο βίντεο εδώ ]

6. Γιατί τις Ελλάδα και Τουρκία εξυπηρετεί επικοινωνιακά και διπλωματικά  το τουρκολιβυκό μνημόνιο?

Ως προς την Ελλάδα, η υπογραφή  του Α Κ Υ Ρ Ο Υ τουρκολιβυκού μνημονίου  (Ό Χ Ι   Α Ν Υ Π Ό Σ Τ Α Τ Ο Υ  όπως η ελληνική κυβέρνηση  α τα υ χ ώ ς   χαρακτηρίζει εσφαλμένα νομικά το τουρκολιβυκό μνημόνιο),  απεδείχθη ότι  διευκόλυνε επικοινωνιακά την Αθήνα να υπογράψει λεόντειες συμφωνίες οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών με την Ιταλία και , κυρίως, την Αίγυπτο, προς όφελος της Τουρκίας.

Τούτων δοθέντων η Τουρκία σύναψε ένα άκυρο  με τη Λιβύη μνημόνιο με την οποία  Δ Ε Ν  διαθέτει κοινά θαλάσσια σύνορα  Ο Ύ Τ Ε  αντικριστές ακτές ώστε να δικαιούται κατά το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας να συνάψει τέτοια συμφωνία · θα ήταν σαν η Ελλάδα σε μια προσπάθεια να διεκδικήσει ιταλική υφαλοκρηπίδα που δεν της ανήκει να επιχειρήσει το νομικά αδιανόητο, να συνάψει συμφωνία οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών με την Τυνησία (!) χώρα δηλαδή με την οποία δεν διαθέτει κοινά θαλάσσια σύνορα ούτε αντικριστές ακτές..!

Στη συνέχεια τα ελληνικά Μ.Μ.Ε.  ανέλαβαν την άσκηση πίεσης στην κοινή γνώμη περί δήθεν «τετελεσμένων από το τουρκολιβυκό μνημόνιο που η Ελλάς επείγεται να ακυρώσει στην πράξη με  (άρον-άρον) οριοθέτηση ΑΟΖ με Ιταλία και Αίγυπτο, έστω κι αν στο βωμό της ακύρωσης του τουρκολιβυκού μνημονίου απαιτηθεί να θυσιάσουμε μικρή έκταση από την ΑΟΖ μας!», ενώ η πραγματικότητα είναι ότι καμία πίεση το τουρκολιβυκό μνημόνιο ασκεί νομικά στην Ελλάδα  καθώς αυτό πάσχει νομικά από  α π ό λ υ τ η   α κ υ ρ ό τ η τ α. Με σημαία λοιπόν την επιτακτικότατα τάχα  ακύρωσης του τουρκολιβυκού μνημονίου η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε σε σειρά εσφαλμένων χειρισμών που διευκολύνουν τις παράνομες μεθοδεύσεις τής αρπαγής ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων από την Τουρκία,  συνάπτοντας καταρχάς  λεόντειες συμφωνίες με την Ιταλία αρχικά και την Αίγυπτο στη συνέχεια.   

(α) Η λεόντειος συμφωνία με την Ιταλία

Οι ατυχείς διπλωματικά ενέργειες της ελληνικής κυβερνήσεως  σχετικά  με τη συμφωνία οριοθέτησης ελληνο-ιταλικής ΑΟΖ συνίστανται, καταρχάς,  στην αναγνώριση από την Ελλάδα   μ ε ι ω μ έ ν η ς  επήρειας σε ελληνικά νησιά, όπως τα Διαπόντια Νησιά (70%) και οι Στροφάδες (32%, μόνο). Η ελληνική  κυβέρνηση υπέγραψε το έτος 2020 ένα κείμενο που επί 30 ολόκληρα χρόνια όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις αρνήθηκαν να υπογράψουν! Πρόκειται για τη συμφωνία τού 1977 που καμία ελληνική κυβέρνηση διανοήθηκε ποτέ να υπογράψει, που  καταρτίστηκε  π ρ ο  θεσπίσεως του Δικαίου Θαλάσσης το 1982,  την οποία η σημερινή  κυβέρνηση υπέγραψε αυτούσια, επωφελεία των ιταλών, συμφωνώντας ότι τα παραπάνω ελληνικά νησιά  έχουν περιορισμένη επήρεια, επιλογή που διευκολύνει την απεμπόληση εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων τόσο στην οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αλβανία όσο και, κυρίως, ως αρνητικό για τη χώρα νομικό προηγούμενο στην τελική φάση οριοθέτησης με την Τουρκία, έτσι που  ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγιακό Αρχιπέλαγος τίθενται υπό αμφισβήτηση ήδη με τη συμφωνία οριοθέτησης ελληνο-ιταλικής ΑΟΖ.

Περαιτέρω, η ελληνική κυβέρνηση συμφώνησε στο αδιανόητο,  για πρώτη φορά στη διεθνή Ιστορία του Δικαίου της Θαλάσσης, να παραχωρήσει σε  κυρίαρχο κράτος, την Ιταλία εν προκειμένω, ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στην ελληνική αιγιαλίτιδα, δηλαδή στα ελληνικά χωρικά ύδατα, επιτρέποντας στους ιταλούς ψαράδες να ψαρεύουν μέσα από τα 6 ν.μ. ! Πρόκειται για προφανή απεμπόληση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων σε μια αδιανόητη για τη χώρα συμφωνία που θα αποτελέσει κακό προηγούμενο με την Τουρκία.

(β) Η λεόντειος συμφωνία με την Αίγυπτο

Στη συνέχεια, υπό την πίεση της επιτακτικότητας τάχα της διεμβόλισης του (νομικά  α π ο λ ύ τ ω ς   Α Κ Υ Ρ Ο Υ)  τουρκολιβυκού μνημονίου η ελληνική κυβέρνηση υπέγραψε λεόντειο συμφωνία  μ ε ρ ι κ ή ς  οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών με την Αίγυπτο  π ε τ σ ο κ ό β ο ν τ α ς  την επήρεια της μεγαλύτερης ελληνικής νήσου: της  Κ Ρ Ή Τ Η Σ ! Με το τουρκολιβυκό μνημόνιο να διευκολύνει επικοινωνιακά την ελληνική κυβέρνηση στις υποχωρήσεις της Ελλάδος κατά την απεμπόληση  ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων τόσο στην Αίγυπτο όσο και, στην επόμενη φάση της Ελληνικής Τραγωδίας, στην Τουρκία...

Με τις ατυχείς εν λόγω ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης η απόκλιση της ΑΟΖ που έλαβε η Ελλάδα είναι από το 52,6%,  που θα της έδινε η αρχή της μέσης γραμμής Ελλάδας – Αιγύπτου, μόλις στο 44%. Η μείωση της ελληνικής ΑΟΖ κατά 6.334 km2 (από 38.859 σε 32.525)  αντιστοιχεί σε μείωση κατά 17,66% ή για να το πούμε αλλιώς η Ελλάδα παραχώρησε με τη συμφωνία στην Αίγυπτο το 8,6% της συνολικής θαλάσσιας έκτασης που οριοθετήθηκε, πετσοκόβοντας οικειοθελώς η Ελλάς την επήρεια της Κρήτης, της κορωνίδας 👑 δηλαδή των ελληνικών νησιών στην οριοθέτηση των ελληνικών θαλάσσιων ζωνών, σε ποσοστό τουλάχιστον 15% · οι λεπτομέρειες της συμφωνίας οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών με την Αίγυπτο ουδέποτε δόθηκαν στη δημοσιότητα.

[βλ. Η Ελλάδα παραχώρησε στην Αίγυπτο 17,66% της ΑΟΖ που θα της έδινε η μέση γραμμή! – Αναλυτικά στοιχεία και χάρτες]

Ο Ευάγγελος Βενιζέλος με ένα αρτιότατο νομικά άρθρο –  παρέμβασή στα δημόσια πράγματα της χώρας όπου αποτυπώνεται ο νομικά μεστός συλλογισμός του, από  την εγνωσμένου κύρους νομική αυθεντία του ως ακαδημαϊκού, συνεπής στο ραντεβού του με την Ιστορία στηλιτεύει τα προβληματικά (sic) σημεία -- νομικά και πραγματολογικά -- της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας, που καταδεικνύουν ολιγωρία της Αθήνας κατά την προφανή απεμπόληση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων προς όφελος της Τουρκίας και της Αιγύπτου, προστατευόμενων απόλυτα κατά το Διεθνές Δίκαιο, ως εξής:

(α) Καταδεικνύει ο κ. Βενιζέλος  το νομικά  πρωτοφανές στο δίκαιο των Συνθηκών οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών, να  μ η   γίνεται  π ο υ θ ε ν ά  αναφορά στη Συνθήκη μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου, ούτε στο προοίμιο ούτε στα άρθρα της συμφωνίας, στις  α ρ χ έ ς  που διέπουν την οριοθέτηση και ιδίως στους κανόνες της ίσης απόστασης / μέσης γραμμής και της  π λ ή ρ ο υ ς  επήρειας των νησιών, αλλά, αντίθετα, οι  εφαρμοζόμενοι στην πράξη κανόνες που διέπουν την ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία  να συνάγονται από τη γεωγραφική και γεωμετρική ανάλυση του αποτελέσματος της μερικής οριοθέτησης επί του  χ ά ρ τ ο υ (!), που είναι και ο μόνος τρόπος να συναχθεί το ποσοστό επήρειας των νησιών κατόπιν περίπλοκων γεωδαιτικών υπολογισμών ανώτερης Γεωδαισίας, ήτοι να υπολογιστεί πώς χαράχθηκε η οριοθετική γραμμή και ποιος βαθμός επήρειας, ποιων νησιών και ποιων ακτών ελήφθη υπόψη!

(β) Επισημαίνει ο κ. Βενιζέλος ότι η συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου έχει ως αντικείμενο τη μερική οριοθέτηση της ΑΟΖ χωρίς  Κ Α Μ Ί Α   αναφορά στην έννοια της  υ φ α λ ο κ ρ η π ί δ α ς  (!) που ισχύει Ipso facto και ab initio, χωρίς να απαιτείται ανακήρυξη.

(γ) Η συμφωνία της Ελλάδας με την Αίγυπτο συνάπτεται, σύμφωνα με τον Ε. Βενιζέλο, ενώ η Αίγυπτος έχει χωρικά ύδατα 12 ν.μ. και η Ελλάδα 6 ν.μ.  χ ω ρ ί ς  ρητή πρόβλεψη ότι η Ελλάδα μπορεί να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο Α ι γ α ί ο   στα 12 ν.μ. , σε αντίθεση με τη συμφωνία Ελλάδας – Ιταλίας στην οποία περιλαμβάνεται η πρόβλεψη για επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο  Ι ό ν ι ο   στα 12 ν.μ. .

(δ) Σύμφωνα με τον Ευάγγελο Βενιζέλο,  η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου δίνει την εντύπωση ότι οι τουρκικοί ισχυρισμοί Ανατολικά του 28ου μεσημβρινού (θαλάσσια περιοχή Ρόδου -Καστελόριζου) λαμβάνονται  π λ ή ρ ω ς   υ π ό ψ η  (ότι δηλαδή Ανατολικά του 28ου μεσημβρινού βρίσκεται η «γαλάζια τουρκική πατρίδα») , γι’αυτό ίσως η απάντηση της Αιγύπτου στην τουρκική αντίδραση ήταν : «Περιμένετε να δείτε το κείμενο της συμφωνίας» (!) όπως  δεικτικά συμπληρώνει ο ακαδημαϊκός Βενιζέλος.

Περαιτέρω, στη λεόντειο συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου, ο ακαδημαϊκός Βενιζέλος επισημαίνει το επικίνδυνο για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα  σημείο (άρθρο 1δ)  σύμφωνα με το οποίο οι γεωγραφικές συντεταγμένες μπορεί να αναθεωρηθούν με συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου, σε περίπτωση οριοθέτησης με «αλλά ενδιαφερόμενα γειτονικά κράτη», όπερ μεθερμηνευόμενον εστί, αν η Ελλάδα θελήσει μελλοντικά να οριοθετήσει ΑΟΖ, ανατολικά και δυτικά της μέσης γραμμής, ακόμη και με την Κύπρο, θα πρέπει να έχει την  έ γ κ ρ ι σ η  της Αιγύπτου (!) καθιστώντας έτσι το Κάϊρο  ρ υ θ μ ι σ τ ή  στα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο! [Κατοχυρώνονται με τον τρόπο αυτόν πλήρως οι τουρκικές αξιώσεις περί «γαλάζιας πατρίδας»  Α ν α τ ο λ ι κ ά  του 28ου μεσημβρινού (θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ρόδου – Καστελόριζου), με την Τουρκία να αξιώνει διαπραγμάτευση μόνον  Δ υ τ ι κ ά  του 28ου μεσημβρινού,  με απλά δλδ λόγια, να αξιώνει να διαπραγματευθεί και μέρος της απομένουσας ελληνικής ΑΟΖ μεταξύ Καστελόριζου, Ρόδου, Καρπάθου, Κρήτης, αφού έχει ήδη τουρκοποιήσει την ελληνική ΑΟΖ ανάμεσα στον 28ο και 30ό μεσημβρινό (Ρόδος – Καστελόριζο), έτσι που από παραλείψεις της ελληνικής κυβερνήσεως, το Καστελόριζο καταλήγει να ριφθεί στον Τάρταρο της τουρκικής θαλάσσιας κυριαρχίας, πρόσθετα δε, να διεμβολίσει η Τουρκία την ελληνοκυπριακή ΑΟΖ πετυχαίνοντας την πλήρη απομόνωση της Κύπρου.]

(δ) Στη συνέχεια ο καθηγητής Ευάγγελος Βενιζέλος κάνει μια συγκλονιστική επισήμανση σύμφωνα με την οποία, ο συνδυασμός δύο κρίσιμων άρθρων της συμφωνίας μπορεί να αφήνει το ενδεχόμενο η Αίγυπτος και η Τουρκία να οριοθετήσουν ΜΕΤΑΞΎ ΤΟΥΣ θαλάσσιες ζώνες Ανατολικά του 28ου μεσημβρινού (όπου βρίσκεται και το νησιωτικό σύμπλεγμα  Καστελόριζου) με μόνη υποχρέωση της Αιγύπτου να ΕΝΗΜΕΡΏΣΕΙ ΑΠΛΏΣ ΤΗΝ ΕΛΛΆΔΑ, ΧΩΡΊΣ ΟΜΩΣ ΝΑ ΕΊΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΊΑ Η ΣΥΜΦΩΝΊΑ ΤΗΣ ΕΛΛΆΔΑΣ!

(ε) Τέλος, ο ακαδημαϊκός Ε. Βενιζέλος εντοπίζει το -- ενδεικτικό της λεόντειας φύσεως για την Ελλάδα -- σημείο της συμφωνίας, όπου η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία προβλέπει στο άρθρο 3 ότι κάθε διαφορά ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή της θα επιλύεται «μέσω της… διπλωματικής οδού σε πνεύμα… κατανόησης και συνεργασίας»! Δεν περιέχει συνεπώς ρήτρα προσφυγής  ο ύ τ ε  σε  δ ι α ι τ η σ ί α   ο ύ τ ε  στο Διεθνές Δ ι κ α σ τ ή ρ ι ο  της Χάγης. Αντιθέτως η εισαγόμενη επίσης προς κύρωση ελληνοϊταλική συμφωνία προβλέπει στο άρθρο 4 ότι αν οι διπλωματικές προσπάθειες δεν ευδοκιμήσουν μετά από τέσσερεις μήνες, θεμελιώνεται δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Επίσης η συμφωνία Κύπρου – Αιγύπτου του 2003 προβλέπει τελικά προσφυγή σε διαιτησία.

[Ολόκληρο το άρθρο – παρέμβαση του Ε. Βενιζέλου στο Βήμα 🚶 (Βενιζέλος: Τι πρέπει να προσέξει η κυβέρνηση κατά την κύρωση των συμφωνιών με Αίγυπτο και Ιταλία), εδώ]

Βλέπουμε λοιπόν ότι για να οδηγηθούμε στην εθνική καταστροφή τής σύναψης της ελληνοαιγυπτιακής λεόντειας συμφωνίας, να εμφανιστεί τάχα υπό πίεση η ελληνική κυβέρνηση και συρόμενη να συνάψει λεόντειες συμφωνίες  με την Ιταλία αρχικά και την Αίγυπτο στη συνέχεια, έπρεπε να προηγηθεί  το τουρκολιβυκό μνημόνιο.

Σχετικά με το τουρκολιβυκό μνημόνιο που τέθηκε από την Άγκυρα σε λειτουργία, για το οποίο τα ελληνικά Μέσα υπερτόνιζαν τις καταστρεπτικές τάχα συνέπειές του που δήθεν επέσπευδαν την ‘ακύρωσή του στην πράξη’  ώστε η χώρα, με την ανοχή της κοινής γνώμης, συρόμενη να οδηγηθεί, από την ίδια την κυβέρνησή της,  στην εθνική καταστροφή τής σύναψης της λεόντειας ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας, θέση έλαβε η ακαδημαϊκή νομική κοινότητα…

Τρία πολιτικά πρόσωπα, ο κ. Προκόπιος Παυλόπουλος, ο κ. Ανδρέας  Λοβέρδος και ο κ. Γιώργος Κατρούγκαλος, με το κύρος της νομικής ακαδημαϊκής τους ιδιότητας εξέπεμψαν από το Καστελόριζο, στην εκδήλωση με διοργανωτή την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, το κυρίαρχο αφήγημα της καθεστηκυίας κυβερνητικής τάξης: τις ατυχείς επικοινωνιακά θέσεις της ελληνικής κυβερνήσεως σχετικά με το τουρκολιβυκό μνημόνιο, εξέλιξη που διευκολύνει στην -- με το μικρότερο δυνατό κοινωνικό και πολιτικό αντίκτυπο για τη μεταπολίτευση -- απεμπόληση εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων προς όφελος της Τουρκίας και της Αιγύπτου εξαιτίας εσφαλμένων ενεργειών της ελληνικής διπλωματίας, κινούμενοι καί οι τρεις πολιτικοί – ακαδημαϊκοί άνδρες στην επικοινωνιακή γραμμή της κυβερνήσεως που αναπαράγεται συστηματικά από τα εγχώρια κυρίαρχα Μέσα.

Πριν όμως δούμε τι υποστήριξαν για το τουρκολιβυκό μνημόνιο οι τρεις πολιτικοί και ακαδημαϊκοί άνδρες στην εκδήλωση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, θα πρέπει στο νομικό εν λόγω εξάμβλωμα να αποδοθεί ο ορθός νομικός χαρακτηρισμός.

7. Ανυπόστατο ή απολύτως άκυρο το τουρκολιβυκό μνημόνιο, και γιατί

ΑΠΟΛΎΤΩΣ  Ά Κ Υ Ρ Ο  (όχι ανυπόστατο, για την Ελλάδα  ως τρίτο μη συμβαλλόμενο μέρος) είναι το τουρκολιβυκό μνημόνιο, για τον έναν  απλούστατο λόγο που εξηγείται με σαφήνεια στην επιστολή της Ελληνικής Δημοκρατίας της 20ης Απριλίου προς τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ που κυκλοφόρησε ως έγγραφο της Γενικής Συνέλευσης στις 21 Απριλίου, που υπογράφει η Μαρία Θεοφίλη με την ιδιότητα της Μονίμου  Αντιπροσώπου της Ελληνικής Δημοκρατίας στον ΟΗΕ, όπου μεταξύ άλλων αναφέρονται τα παρακάτω νομικά ουσιώδη:

«Όσον αφορά το "μνημόνιο κατανόησης μεταξύ της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Τουρκίας και της κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας της Λιβύης σχετικά με την οριοθέτηση των περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο", επαναλαμβάνω τη θέση της χώρας μου ότι η  Ελλάδα την απορρίπτει στο σύνολό της, καθώς το εν λόγω μνημόνιο συνάφθηκε κακόπιστα και παραβιάζοντας τους κανόνες του διεθνούς δικαίου της θάλασσας· Η ΤΟΥΡΚΊΑ ΚΑΙ Η ΛΙΒΎΗ  Δ Ε Ν  ΈΧΟΥΝ  Α Π Έ Ν Α Ν Τ Ί   Ή   Π Α Ρ Α Κ Ε Ί Μ Ε Ν Ε Σ  ΑΚΤΈΣ ΚΑΙ, ΩΣ ΕΚ ΤΟΎΤΟΥ, ΔΕΝ ΈΧΟΥΝ  Κ Ο Ι Ν Ά  ΘΑΛΆΣΣΙΑ ΣΎΝΟΡΑ, ΚΑΤΆ ΣΥΝΈΠΕΙΑ ΔΕΝ ΥΠΆΡΧΕΙ  Γ Ε Ω Γ Ρ Α Φ Ι Κ Ή   ΚΑΙ, ΣΥΝΕΠΏΣ ΟΎΤΕ ΝΟΜΙΚΉ ΒΆΣΗ  για τη σύναψη συμφωνίας θαλάσσιας οριοθέτησης. Όσον αφορά τις αναφορές στο μήκος ή την κατεύθυνση των ακτών, αυτές είναι εντελώς άσχετες στο παρόν πλαίσιο, δεδομένου ότι, όπως ήδη αναφέρθηκε, οι ακτές των δήθεν μερών του εν λόγω μνημονίου δεν είναι αντίθετες ή παρακείμενες.».

[ Η επιστολή της Ελληνικής Δημοκρατίας που υπογράφει η Μαρία Θεοφίλη με την ιδιότητα τής Μονίμου  Αντιπροσώπου τής Ελληνικής Δημοκρατίας στον ΟΗΕ είναι αναρτημένη (σε έξι Γλώσσες – όχι στα ελληνικά) στον ιστότοπο του ΟΗΕ, εδώ. Την επιστολή στα αγγλικά αναρτώ εδώ . Την  επιστολή στην ελληνική της μετάφραση (με κίτρινη διαγράμμιση των νομικά σημαντικών σημείων) αναρτώ εδώ ]

Θα επαναλάβω στο σημείο αυτό ότι η σύναψη από την Τουρκία και τη Λιβύη του νομικού εξαμβλώματος του τουρκολιβυκού μνημονίου είναι σαν η Ελλάδα, σε μια προσπάθεια να διεκδικήσει  ιταλική υφαλοκρηπίδα που δεν της ανήκει, να επιχειρήσει το νομικά αδιανόητο, να συνάψει συμφωνία οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών με την Τυνησία (!!) με την οποία η Ελλάδα δεν έχει απέναντι ή παρακείμενες ακτές και, ως εκ τούτου, δεν έχει κοινά θαλάσσια σύνορα,  κατά συνέπεια, δεν υπάρχει γεωγραφική και, συνεπώς ούτε νομική βάση για τη σύναψη συμφωνίας θαλάσσιας οριοθέτησης μεταξύ Ελλάδας και Τυνησίας, πρόσθετα δε, τυχόν τέτοια συμφωνία θα προϋπέθετε προβολή των ακτών της Ελλάδος στις οποίες τοποθετούνται τα σημεία βάσης, κατά τρόπον που θα συνέπιπτε με την προβολή των ακτών της Σικελίας (!), των ακτών της ιταλικής νήσου Λαμπεντούζα (!!) και των ακτών της Μάλτας (!!!), διεμβολίζοντας δλδ κατά τρόπο νομικά αδιανόητο την υφαλοκρηπίδα τριών κρατών: της Ιταλίας , της Μάλτας και της Λιβύης, πράγμα νομικά  αδιανόητο κατά το Διεθνές Δίκαιο!

Δεδομένου, άρα,  ότι στο εν λόγω νομικό έκτρωμα του τουρκολιβυκού συμφώνου  δεν υφίσταται ζήτημα νομικά και γεωγραφικά έγκυρης  οριοθέτησης, με αποτέλεσμα η  ύπαρξη μιας τέτοιας συμφωνίας να είναι απολύτως άκυρη και , συνεπώς, δίχως  νομική βάση στο διεθνές δίκαιο, απορίας άξιον είναι  πώς η εν λόγω εκτρωματική συνθήκη πρωτοκολλήθηκε στον ΟΗΕ, πρόσθετα δε πώς ο ΟΗΕ απεδέχθη την κατάθεση των γεωγραφικών αυτών    συντεταγμένων. Και τούτο, διότι εάν ο ΟΗΕ αρνούνταν, ως όφειλε, την πρωτοκόλληση του νομικού εν λόγω εξαμβλώματος, καί να είχε η ελληνική κυβέρνηση ατυχώς ενεργήσει νομικά και διπλωματικά με αφορμή «το επείγον (τάχα) της ακύρωσης του τουρκολιβυκού μνημονίου στην πράξη» έτσι που η Ελλάς παραιτείται εθνικής κυριαρχίας, τούτο θα ήταν αδύνατον να συμβεί· έτσι ο ΟΗΕ θα είχε γλιτώσει την Ελλάδα από την ταπεινωτική εθνική καταστροφή τής σύναψης της ελληνοαιγυπτιακής λεόντειας συνθήκης, στην οποία η χώρα σύρθηκε από μία προδήλως ανεπαρκή κυβέρνηση.

Τα παραπάνω μείζονα εθνικά  ζητήματα  δ ε ν  έθιξαν τα τρία πολιτικά πρόσωπα, οι κ.κ. Παυλόπουλος, Λοβέρδος και Κατρούγκαλος,  με την ακαδημαϊκή νομική τους ιδιότητα, στην εκδήλωση που έλαβε χώρα συμβολικά στο Καστελόριζο με διοργανωτή την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, όπου συζητήθηκε το φλέγον εθνικό ζήτημα της διεμβόλισης από την Τουρκία της ελληνικής υφαλοκρηπίδας κατόπιν της σύναψης του τουρκολιβυκού μνημονίου.

8. Τι είπαν για το τουρκολιβυκό μνημόνιο τα τρία πολιτικά πρόσωπα, οι κ.κ.  Παυλόπουλος, Λοβέρδος και Κατρούγκαλος,  με την ακαδημαϊκή νομική τους ιδιότητα, στην εκδήλωση με διοργανωτή την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος

Αντί από την εκδήλωση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος να εκπεμφθεί SOS από την ακαδημαϊκή και νομική ελίτ της χώρας για την εθνική καταστροφή από τη συμφωνία οριοθέτησης με την Αίγυπτο, αντί να στιγματιστεί  το τουρκολιβυκό μνημόνιο ως απολύτως  ά κ υ ρ ο  αναδεικνύοντας τον  π ρ α γ μ α τ ι κ ό   λόγο για τον οποίο πάσχει από απόλυτη ακυρότητα, ήτοι επειδή  Η ΤΟΥΡΚΊΑ ΚΑΙ Η ΛΙΒΎΗ  Δ Ε Ν  ΈΧΟΥΝ  Α Π Έ Ν Α Ν Τ Ί   Ή   Π Α Ρ Α Κ Ε Ί Μ Ε Ν Ε Σ  ΑΚΤΈΣ ΚΑΙ, ΩΣ ΕΚ ΤΟΎΤΟΥ, ΔΕΝ ΈΧΟΥΝ  Κ Ο Ι Ν Ά  ΘΑΛΆΣΣΙΑ ΣΎΝΟΡΑ, ΚΑΤΆ ΣΥΝΈΠΕΙΑ ΔΕΝ ΥΠΆΡΧΕΙ  Γ Ε Ω Γ Ρ Α Φ Ι Κ Ή   ΚΑΙ, ΣΥΝΕΠΏΣ ΟΎΤΕ ΝΟΜΙΚΉ ΒΆΣΗ  για τη σύναψη συμφωνίας θαλάσσιας οριοθέτησης, αντί η παραπάνω παραδοχή να γίνει  ‘σ η μ α ί α’  τής Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και περήφανα να υψωθεί στον ιστό της από τα ιερά χώματα της Μεγίστης όπου η εκδήλωση διοργανώθηκε για λόγους συμβολικούς, αντί όλων αυτών υιοθετήθηκε η (ατυχώς εσφαλμένη) επικοινωνιακή γραμμή της κυβέρνησης.

Η κύρια επικοινωνιακή γραμμή της καθεστηκυίας πολιτικής και ακαδημαϊκής τάξης σχετικά με τον νομικό χαρακτηρισμό του τουρκολιβυκού μνημονίου, που προβάλλεται ευρέως από τα συστημικά Μέσα, τα οποία προάγουν ατυχώς την επιτακτικότητα τάχα της ακύρωσής του στην πράξη (με άρον - άρον οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών με Αίγυπτο και Ιταλία ακόμη και θυσιάζοντας μέρος των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων μας, αρκεί να ακυρωθεί το επάρατο τουρκολιβυκό μνημόνιο εμπράκτως...!), είναι ότι το τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι  α ν υ π ό σ τ α τ ο, άρα η Ελλάδα μπορεί δήθεν, ως  τ ρ ί τ ο  θιγόμενο κράτος,  να επικαλεσθεί διεθνώς τον λόγο αυτό του ανυπόστατου ή και την ακυρότητα του μνημονίου τούτου... Αστεία πράγματα…

(α) Τι υποστήριξε ο κ. Παυλόπουλος

Την άποψη αυτή της καθεστηκυίας πολιτικής και ακαδημαϊκής τάξης δημοσιολογεί στη δημόσια ακαδημαϊκή και πολιτική σφαίρα ο κ. Προκόπιος Παυλόπουλος, με το κύρος που περιβάλλει το πρόσωπό του η ιδιότητα του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά και με το κύρος της ακαδημαϊκής ιδιότητας του  επίτιμου  Καθηγητή της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ως εξής:

Ότι το τουρκολιβυκό μνημόνιο της 27.11.2019 στερείται στοιχειώδους νομικού κύρους, λόγω τάχα του τρόπου σύναψής του επειδή παραβιάστηκαν κανόνες θεμελιώδους σημασίας του εσωτερικού Δικαίου της... Λιβύης (!), ήτοι Τουρκία και Λιβύη συνεβλήφθησαν χωρίς την σύμπραξη της Βουλής των Αντιπροσώπων της Λιβύης, πρόσθετα δε  επειδή  με ρητή δήλωση του ο πρόεδρος της λιβυκής  Βουλής διακήρυξε τη μη αναγνώριση του μνημονίου τούτου. Ότι συνακόλουθα, επειδή  κατά την σύναψη μεταξύ Λιβύης και Τουρκίας της  Διεθνούς Σύμβασης του αποκαλούμενου τουρκολιβυκού μνημονίου  δεν συναίνεσε και δεν συνέπραξε και η Βουλή των Αντιπροσώπων της Λιβύης, δεν υφίσταται έγκυρη δήλωση βούλησης από την πλευρά της Λιβύης (!!), άρα το τουρκολιβυκό μνημόνιο  είναι ανυπόστατο και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα, γεγονός το οποίο μπορεί τάχα  να επικαλεσθεί η  Ε λ λ ά δ α ως τρίτο - μη συμβαλλόμενο κράτος (!!) κατά τις διατάξεις του άρθρου 46 παρ. 1 της Σύμβασης της Βιέννης.. Ότι, τέλος, η Ελλάδα,  εφόσον δικαιολογεί  έννομο συμφέρον , καθώς  το τουρκολιβυκό μνημόνιο επιχειρεί να πλήξει την ελληνική ΑΟΖ που της αναλογεί κατά το Διεθνές Δίκαιο, μπορεί δήθεν να επικαλεσθεί διεθνώς τον λόγο αυτό του ανυπόστατου ή και την ακυρότητα του μνημονίου τούτου.

Τίθεται λοιπόν το ερώτημα  «Αν μπορεί η Ελλάς ως τρίτο ΜΗ συμβαλλόμενο μέρος στο τουρκολιβυκό μνημόνιο να επικαλεστεί κατά τη Συνθήκη της Βιέννης (ΣτΒ) το ανυπόστατο και την , εξ   α υ τ ο ύ  του λόγου,  σ χ ε τ ι κ ή  ακυρότητα του τουρκολιβυκού μνημονίου»,  όπως σχετικά δημοσιολογεί ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας και όπως εσφαλμένα ατυχώς  επικοινωνούν τα συστημικά Μέσα στους πολίτες. Η απάντηση είναι κατηγορηματικά  Ό Χ Ι. Κατ’ ουδένα τρόπο η Ελλάδα, ακόμη και αν δικαιολογεί  έννομο συμφέρον από την ακυρότητα του τουρκολιβυκού μνημονίου, κάτι εντελώς αυτονόητο στην συγκεκριμένη περίπτωση, αφού το τουρκολιβυκό μνημόνιο επιχειρεί να πλήξει την ελληνική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ που αναλογεί στην Ελλάδα κατά το Διεθνές Δίκαιο,  δ ε ν  μπορεί να επικαλεσθεί, ενώπιον του κατά περίπτωση αρμόδιου Διεθνούς Forum, το ανυπόστατο ή και την ακυρότητα του μνημονίου τούτου, για τους λόγους εκθέτω παρακάτω.

Σύμφωνα με το άρθρο 34 της Σύμβασης της Βιέννης (ΣτΒ) για το δίκαιο των Συνθηκών μεταξύ Κρατών και Διεθνών Οργανισμών ή μεταξύ Διεθνών Οργανισμών (κυρώθηκε από την Ελλάδα με την νόμο 1981/1991 - ΦΕΚ 187/Α/9-12-1991), ο γενικός  κανόνας που αφορά τα τρίτα (μη συμβαλλόμενα) κράτη είναι ότι «Η Συνθήκη  δ ε ν δημιουργεί ούτε υποχρεώσεις ούτε δικαιώματα για τρίτο Κράτος χωρίς τη συναίνεση του κράτους αυτού», ενώ κατά το άρθρο 42 προβλέπεται ότι «Η εγκυρότητα της συνθήκης ή της συναινέσεως Κράτους να δεσμευθεί από αυτή μπορεί να αμφισβητηθεί  μ ό ν ο  κατ' εφαρμογή της παρούσας Συμβάσεως».

Παρέπεται από αυτά ότι, καταρχήν, το τουρκολιβυκό μνημόνιο  δ ε ν δημιουργεί ούτε υποχρεώσεις ούτε δικαιώματα για την Ελλάδα ως  τρίτο μη συμβαλλόμενο  Κράτος χωρίς τη συναίνεση της Ελλάδος, πρόσθετα δε ότι  από το άρθρο 42 ΣτΒ  καθιερώνεται μ α χ η τ ό καταρχάς τεκμήριο  εγκυρότητας του τουρκολιβυκού μνημονίου. Υπάρχει, επομένως,  ο ι ο ν ε ί   καταρχήν τεκμήριο  εγκυρότητας της υπόστασης του μνημονίου τούτου (presumption  of  validity), άποψη που όπως  φαίνεται  ενσωματώθηκε και στο σώμα  της σύμβασης της Βιέννης  για το δίκαιο των διεθνών  συνθηκών [Brownlie,  Principles  of  Int.  Law,  σελ. 513.]

Περαιτέρω, σχετικά με τον ισχυρισμό ότι το τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι ανυπόστατο λόγω τάχα του τρόπου σύναψής του επειδή παραβιάστηκαν κανόνες θεμελιώδους σημασίας του εσωτερικού Δικαίου της... Λιβύης (!), ήτοι Τουρκία και Λιβύη συνεβλήφθησαν χωρίς την σύμπραξη της Βουλής των Αντιπροσώπων της Λιβύης, άρα ότι, εξ αυτού του λόγου, το τουρκολιβυκό μνημόνιο πάσχει από σχετική ακυρότητα, όπως ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας δημοσιολογεί, λεκτέο ότι από το  άρθρο 46  ΣτΒ καθίσταται  σαφές ότι τα συμβαλλόμενα με συνθήκη κράτη οφείλουν να ελέγχουν από πριν τη  συνταγματικότητα και εν  γένει την εγκυρότητα μιας  συνθήκης που συνάπτουν με ένα ή περισσότερα κράτη, τούτο δε τον έλεγχο (της νομιμότητας των κανόνων  θεμελιώδους σημασίας του εσωτερικού Δικαίου ενός κράτους κατά τη σύναψη Συνθήκης με άλλο κράτος)   νομιμοποιείται να κάνει ΜΌΝΟ ΤΟ ΊΔΙΟ ΤΟ ΚΡΆΤΟΣ – ΌΧΙ ΤΡΙΤΟ ΜΗ ΣΥΜΒΑΛΛΌΜΕΝΟ ΚΡΆΤΟΣ, όπερ μεθερμηνευόμενον εστί,  τον έλεγχο νομιμότητας των κανόνων  θεμελιώδους σημασίας του εσωτερικού δικαίου της Λιβύης κατά τη σύναψη του τουρκολιβυκού μνημονίου με την Τουρκία δύνανται, κατά τη ΣτΒ, να κάνει μόνον το  συμβαλλόμενο κράτος: η Λιβύη – όχι η Ελλάδα. Και τούτο, διότι  το άρθρο 46 ΣτΒ ορίζει ότι «Το Κράτος (σ.σ. το συμβαλλόμενο Κράτος – όχι οποιοδήποτε τρίτο κράτος) δεν μπορεί να επικαλεσθεί το γεγονός ότι η συναίνεσή του να δεσμευθεί από τη συνθήκη εδόθη κατά παραβίαση διατάξεως του εσωτερικού του δικαίου, σχετικής με την αρμοδιότητα συνομολογήσεως συνθηκών ως ελάττωμα της συναινέσεώς του, εκτός εάν η παραβίαση αυτή ήταν έκδηλη και αφορούσε κανόνα εσωτερικού δικαίου θεμελιώδους σημασίας.». Βλέπουμε λοιπόν ότι το άρθρο 46 ΣτΒ θέτει αυστηρούς περιορισμούς ακόμη και στο ίδιο το συμβαλλόμενο κράτος να επικαλεσθεί το γεγονός ότι η συναίνεσή του να δεσμευθεί από τη συνθήκη εδόθη κατά παραβίαση διατάξεως του εσωτερικού του δικαίου, τούτο δε, όπως είναι προφανές, αποσκοπεί στην ασφάλεια των διεθνών Συμβάσεων.

Ακόμη λοιπόν και στις σπάνιες περιπτώσεις που το ίδιο το κράτος αμφισβητεί τη νομιμότητα που κατά το εσωτερικό του δίκαιο δόθηκε η συναίνεσή του να δεσμευθεί από τη συνθήκη, είναι  σ π ά ν ι ε ς  οι περιπτώσεις που το  άρθρο 46 της ΣτΒ έχει βρει εφαρμογή  στη διεθνή πρακτική ως λόγος  ακυρότητας των συνθηκών.

Μία από τις σπάνιες  περιπτώσεις επίκλησής του που αποτυπώνεται στη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης   απαντάται από την πλευρά  της Κυβέρνησης του Ιράκ κατά  τη διάρκεια της συνοριακής  διαφοράς με το Κουβέιτ,  όπου το Ιράκ επικαλέστηκε    το  άρθρο 46 ΣτΒ  ισχυριζόμενο πως η  απαγόρευση  στη συμφωνία  του 1962 με το Κουβέιτ είναι  άκυρη ως παραβιάζουσα την  ιρακινή εσωτερική νομοθεσία καθώς η παραβίαση συνίστατο ειδικότερα στην  απουσία έγκρισης της συμφωνίας από το Κοινοβούλιο του Ιράκ [Bothe  σε  O. Corten  &  P.  Klein (Εκδ.), The  Vienna  Convention on the Law  of  Treaties. A  commentary.  Vol. II,  σελ. 1095.]. Βλέπουμε λοιπόν ότι και στη σπάνια αυτή περίπτωση αμφισβήτησης της εσωτερικής  νομοθεσίας ενός κράτους (εν προκειμένω του Ιράκ, στη συνθήκη που σύναψε με το Κουβέιτ) είναι το συμβαλλόμενο κράτος (Ιράκ) που αμφισβητεί τη νομιμότητα της διαδικασίας που τηρήθηκε κατά το εσωτερικό του δίκαιο – δεν είναι το Ιράν ή η Σαουδική Αραβία που είναι τρίτα, μη συμβαλλόμενα, κράτη.

Τα ίδια τα διεθνή δικαστήρια είναι εξαιρετικά φειδωλά και, όπως είναι λογικό και αναμενόμενο, δεν προβαίνουν εύκολα στην  ακύρωση διεθνών συνθηκών  για τον συγκεκριμένο λόγο  ακυρότητας. Τούτο είναι εμφανές στην υπόθεση της Ανατολικής Γροιλανδίας που αφορούσε διαφορά μεταξύ Δανίας και Νορβηγίας σχετικά με την κατάληψη εδαφικών  περιοχών τής  -- ανήκουσας στην  Δανία--  Γροιλανδίας. Η  Νορβηγία επικαλέστηκε πως,  κατά τις διατάξεις του  Συντάγματός της, έπρεπε για  να δεσμευτεί σε εξωτερικά  θέματα μείζονος σημασίας να προηγηθεί έγκριση από το υπουργικό Συμβούλιο,  παρόντος του βασιλιά. Στο  μεταξύ ο υπουργός  Εξωτερικών της Νορβηγίας  έσπευσε να ενημερώσει με  προφορική του δήλωση πως  η Κυβέρνηση δεν σκόπευε να εμποδίσει τον Συμβιβασμό  επί του θέματος. Το  Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης  α ρ ν ή θ η κ ε  τον προαναφερόμενο ισχυρισμό τής Νορβηγίας δεχόμενο πως ήταν επαρκής και αναγκαία η ενέργεια καθώς και η εν γένει συμπεριφορά του υπουργού  Εξωτερικών «στα  όρια της  εξουσίας του»  (within  his  province).  Άρα, η Νορβηγία  δεσμευόταν από την δήλωση αυτή έχοντας αναλάβει  έγκυρα την σχετική νομική υποχρέωση [Legal  Status  of  Eastern  Greenland,  Denmark  v  Norway,  Judgment,  PCIJ  Series  A/B  No 53,  ICGJ  303  (PCIJ  1933),  5th  April  1933].

Άρα δεν είναι ανυπόστατο και, εξ αυτού του λόγου, σχετικώς άκυρο το τουρκολιβυκό μνημόνιο, επειδή κατά τη σύναψή του μεταξύ Λιβύης και Τουρκίας δεν συναίνεσε και δεν συνέπραξε και η Βουλή των Αντιπροσώπων της Λιβύης, όπως ατυχώς ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας  και η καθεστηκυία τάξη των συστημικών Μέσων προβάλλουν, αλλά αντίθετα, το τουρκολιβυκό μνημόνιο είναι προδήλως  α β ά σ ι μ ο και , σε κάθε περίπτωση,   α π ό λ υ τ α   ά κ υ ρ ο  επειδή παραβιάζει βάναυσα και προκλητικά το Διεθνές της Θαλάσσης Δίκαιο καθώς Η ΤΟΥΡΚΊΑ ΚΑΙ Η ΛΙΒΎΗ  Δ Ε Ν  ΈΧΟΥΝ  Α Π Έ Ν Α Ν Τ Ί   Ή   Π Α Ρ Α Κ Ε Ί Μ Ε Ν Ε Σ  ΑΚΤΈΣ ΚΑΙ, ΩΣ ΕΚ ΤΟΎΤΟΥ, ΔΕΝ ΈΧΟΥΝ  Κ Ο Ι Ν Ά  ΘΑΛΆΣΣΙΑ ΣΎΝΟΡΑ, ΚΑΤΆ ΣΥΝΈΠΕΙΑ ΔΕΝ ΥΠΆΡΧΕΙ  Γ Ε Ω Γ Ρ Α Φ Ι Κ Ή   ΚΑΙ, ΣΥΝΕΠΏΣ ΟΎΤΕ ΝΟΜΙΚΉ ΒΆΣΗ  για τη σύναψη συμφωνίας θαλάσσιας οριοθέτησης.

(β) Τι υποστήριξε ο κ. Λοβέρδος

«Πολύ  σ ω σ τ ή  η συμφωνία με την Ιταλία, και  α π α ρ α ί τ η τ η  και ευτυχώς που υπήρξε η συμφωνία με την Αίγυπτο! Η πρώτη φορά που μας επιτρέπεται να θέτουμε θέμα διεθνούς δικαίου είναι η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου. Το δικό μας κόμμα αν δεν είχε προηγηθεί το τουρκολιβυκό μνημόνιο δεν θα είχε ψηφίσει τη  συμφωνία με την Αίγυπτο! Αλλά επειδή  π ρ ο η γ ή θ η κ ε  το τουρκολιβυκό μνημόνιο θεωρήσαμε επαρκέστατη  α π ά ν τ η σ η  στην Τουρκία την υπογραφή της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας, με το  π λ ε ο ν έ κ τ η μ α  μάλιστα ότι επειδή είναι  μ ε ρ ι κ ή  δεν αφήνει έξω μόνο το Καστελόριζο αλλά πολλά περισσότερα νησιά.»!!

(γ) Τι υποστήριξε ο κ. Κατρούγκαλος  

Τίποτε απολύτως. Ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ δεν αναφέρθηκε στο απόλυτα άκυρο του τουρκολιβυκού μνημονίου, ούτε στην εθνική συντριβή της χώρας από την υπογραφή της καταστροφικής λεόντειας συμφωνίας με την Αίγυπτο αναφέρθηκε. Και τούτο σε συνέχεια της επιζήμιας εθνικά Συμφωνίας των Πρεσπών καθώς είναι ο Σύριζα που έδωσε υπόσταση εθνική αναγνωρίζοντας γλώσσα 😝 και εθνότητα ‘μακεδονική’ στο κράτος των Σκοπίων.

(δ) Τα προσχήματα για το δικηγορικό Σώμα στη διοργάνωση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος διέσωσε ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Δημήτρης Βερβεσός, με μια ιστορική ομιλία με αποδέκτες εκείνους που από λάθη και παραλείψεις τους οδήγησαν τη χώρα στην εθνική συντριβή των λεόντειων συμβάσεων με Αίγυπτο και Ιταλία. Παραθέτω τα σημαντικότερα σημεία της συγκλονιστικής ομιλίας Βερβεσού στη διοργάνωση  της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, από την   π ρ ο δ ο μ έ ν η  Μεγίστη   (Καστελόριζο).

«Όσο κάποιος υποχωρεί κατά σύστημα θα νικάται κατά κράτος»

«Το διεθνές δίκαιο σημαίνει πολύ λίγα πράγματα στην πράξη αν δεν μπορούμε (με τα όπλα 🔫)  να το υπερασπίσουμε μόνοι μας»

«Η διαρκής υποχώρηση με επίκληση του διεθνούς δικαίου έχει σαν αποτέλεσμα να γκριζάρονται περιοχές εθνικής κυριαρχίας»

«Η συνεχής υποχωρητικότητα αντί να διαπαιδαγωγεί το έθνος, έχει σαν αποτέλεσμα τον εθνικό μιθριδατισμό»

«Οι καιροί ου μενετοί , οι καιροί δεν περιμένουν, πρέπει να δράσουμε. Όποτε οι τούρκοι αμφισβήτησαν το μπλε του Αιγαίου χρειάστηκε να χύσουμε πολύ κόκκινο (αίμα) για να το κρατήσουμε μπλε»

«Κανένας λαός που χρειάστηκε να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και της Ιστορίας του δεν μπόρεσε ποτέ να  το κάνει με τη διαρκή υποχωρητικότητα που βαφτίζεται ψευδεπίγραφα "λογική" και "ψυχραιμία"»

«Ο ενδοτισμός δεν δικαιολογείται ποτέ»

«Αν έπρεπε να συνοψίσουμε την Ιστορία των ελλήνων σε μια φράση, σε δύο λέξεις θα στεκόμουν: Στο ‘’Μολν λαβέ’’ του Λεωνίδα Βασιλέα 👑 των Σπαρτιατών, στον  βασιλιά των Περσών Ξέρξη»

Την ιστορική ομιλία του ο Δημήτρης Βερβεσός έκλεισε με ένα απόφθεγμα του Κωστή Παλαμά

«Χρωστάμε σ’ όσους ήρθαν πέρασαν,

θα ‘ρθουν, θα περάσουν.

Κριτές θα μας δικάσουν

οι αγέννητοι, οι νεκροί».

[Παρατίθεται το βίντεο της συζήτησης του επίκαιρου ζητήματος της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο που εξέτασε η εκδήλωση που  πραγματοποιήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2020 με διοργανωτή την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος.

Η ουσία της ομιλίας Παυλόπουλου (για το δήθεν ανυπόστατο του τουρκολιβυκού μνημονίου), από το 2:02:15  έως το 2:04:43  του βίντεο.

Η ουσία της ομιλίας Λοβέρδου , από το  1:09:15 έως  1:12:08 του βίντεο.

Η ομιλία Βερβεσού την οποία πρέπει να παρακολουθήσουν όλοι, δικηγόροι και μη, από το  1:33:57 έως 1:39:37 του βίντεο.]

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Το δικαίωμα των ελληνικών νησιών στις θαλάσσιες ζώνες - οριοθέτηση αιγιαλίτιδας ζώνης, υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στο Αιγαίο: Η Ελλάς είναι ξεκάθαρα Αρχιπελαγικό κράτος! 24 Jul 2020 11:08 AM (5 years ago)



1. Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS – United Nations Convention on the Law of the Sea)

Η Τρίτη συνδιάσκεψη των Ηνωμένων εθνών για το δίκαιο της θάλασσας (1973-1982) κατέληξε στην υπογραφή της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας στο Montego Bay στις 10 Δεκεμβρίου του 1982. Μεταξύ των 157 κρατών που συμμετείχαν καταψήφισαν τέσσερα κράτη: ΗΠΑ, Ισραήλ, Τουρκία και Βενεζουέλα. Με τη σύναψη της UNCLOS, 1982 επιδιώχθηκε μια «συμβιβαστική» λύση με εκατέρωθεν υποχωρήσεις μεταξύ των αναπτυσσόμενων κρατών που επιδίωκαν ευρύτερο έλεγχο των παράκτιων πλουτοπαραγωγικών τους πόρων και των μεγάλων ναυτικών δυνάμεων και της επιδίωξής τους για τη διασφάλιση της ελεύθερης ναυσιπλοΐας. 

Έτσι η UNCLOS περιέχει διατάξεις που εκφράζουν το πρότερο  ε θ ι μ ι κ ό  δίκαιο (καθεστώς αιγιαλίτιδας ζώνης, ελευθερίες της ανοιχτής θάλασσας, καθεστώς της υφαλοκρηπίδας) αλλά εισάγει και νέους θεσμούς του δικαίου της Θάλασσας με σημαντικότερο την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), που εκτείνεται ως τα 200 ν.μ. από τις γραμμές βάσης και αποτελεί μια “sui generis” θαλάσσια ζώνη στην οποία το παράκτιο κράτος ασκεί εκτεταμένες οικονομικής φύσεως αρμοδιότητες. 

Επίσης με την UNCLOS εισήχθη το νομικό καθεστώς των «αρχιπελαγικών κρατών», της περιοχής του διεθνούς βυθού καθώς και το σύστημα επίλυσης των διαφορών με κύριο όργανο το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας – (ITLOS)  [isalos net : Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), του Kλέαρχου Μαυριλάκου].

Τον Απρίλιο του 1998 η Ευρωπαϊκή Ένωση επικύρωσε το ΔΔΘ έτσι που έκτοτε  δεσμεύει όλα τα υποψήφια προς ένταξη στην ΕΕ κράτη-μέλη, της Τουρκίας συμπεριλαμβανομένης. Τα διεθνή δικαιοδοτικά όργανα αρμόδια για την επίλυση των σχετικών ζητημάτων είναι το  Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας του Αμβούργου, που έχουν αποτυπώσει την πρακτική των κρατών και τους κανόνες που διέπουν την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας.

2. Οι θέσεις της Ελλάδας σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας – οι  αναθεωρητικές αντιρρήσεις  της Τουρκίας σχετικά με την οριοθέτηση αιγιαλίτιδας ζώνης,  υφαλοκρηπίδας και  ΑΟΖ στο Αιγαίο

Ιστορικό πλαίσιο τής καλούμενης ψευδώς ως   «ελληνοτουρκικής διαφοράς»

Το 1995, οι εντάσεις αυξήθηκαν μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας όταν η Ελλάδα υπέγραψε την Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) . Η Συνθήκη επιτρέπει στα κράτη να διεκδικήσουν χωρικά ύδατα μέχρι 12 ν.μ. από τις ακτές τους, διπλάσια δλδ από τα 6 ν.μ. που με τον Α.Ν.  230/1936 η Ελλάδα όρισε  στα 6  ν.μ. μίλια εύρος για θαλάσσιες υποθέσεις.
Εάν η Ελλάδα επρόκειτο να επιβάλει ένα τέτοιο όριο των 12 ναυτικών μιλίων, θα αποκτούσε τον έλεγχο του 71,5% των υδάτων του Αιγαίου, αφήνοντας μόλις 8,5% για την Τουρκία και 20% για τις διεθνείς θαλάσσιες οδούς, σύμφωνα με μια έκθεση του 2011 από τη Διεθνή Ομάδα Κρίσεων (International Crisis Group).

Τα διεθνή ύδατα θα ήταν επίσης μη συνεχόμενα, πράγμα που σημαίνει ότι η διέλευση από το Αιγαίο για την συντριπτική πλειονότητα του θαλάσσιου εμπορίου της Τουρκίας, το οποίο περνά μέσα από την Κωνσταντινούπολη και την Σμύρνη, ενδέχεται να απαιτούσε την άδεια από τις ελληνικές Αρχές. 

Η Τουρκική Εθνοσυνέλευση εξέδωσε ψήφισμα στις 8 Ιουνίου 1995 με την οποία παρέχεται στην τουρκική κυβέρνηση πλήρης και διαρκής αρμοδιότητα να κηρύσσει πόλεμο (casus belli) (που της επιτρέπει να χρησιμοποιεί στρατιωτικά μέσα εναντίον της Ελλάδας), σε περίπτωση που η Ελλάδα αποφασίσει να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα πάνω από 6 ναυτικά μίλια. Αποκλιμακώνοντας γρήγορα, η Αθήνα ποτέ δεν επέβαλε κυριαρχία πάνω από τα 6 μίλια της, αν και εξακολουθεί να επιμένει ότι έχει 12.

Εντωμεταξύ, και βάσει της UNCLOS, την οποία η Τουρκία δεν έχει υπογράψει, οι χώρες έχουν Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ) συνδεδεμένες με την ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα τους. Και η ΑΟΖ δίνει το δικαίωμα ο κάτοχός της να εκμεταλλευτεί όλους τους πόρους της κάτω από την επιφάνεια, συμπεριλαμβανομένων της αλιείας και, ενδεχομένως, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.

Η Ελλάδα υποστηρίζει ότι τα νησιά της έχουν δική τους ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα, ενώ η Τουρκία επιμένει ότι δεν έχουν. Αντ’ αυτού, υποστηρίζει η Άγκυρα, θα πρέπει να χαραχτεί μια διαχωριστική γραμμή στα μισά της απόστασης μεταξύ των ακτών των ηπειρωτικών εδαφών κάθε χώρας. Δεδομένου ότι τα ελληνικά νησιά είναι απλωμένα στο Αιγαίο, αυτό θα βάλει πολλά από αυτά στην υφαλοκρηπίδα της Τουρκίας και εντός της ΑΟΖ της. Αντίθετα, αν επικρατήσει το επιχείρημα της Ελλάδας, σχεδόν όλο το Αιγαίο θα γίνει μια ελληνική ΑΟΖ.

Ένα κομμάτι σε αυτή την διαμάχη είναι το ελληνικό νησί του Καστελόριζου (επίσημη ονομασία Μεγίστη), το οποίο βρίσκεται 78 μίλια ανατολικά της Ρόδου και 170 μίλια βόρεια της Κύπρου ενώ από τον Πειραιά απέχει 328 ν.μ. με  έκταση 9,1 χλμ2 και μήκος ακτών 19,5 χλμ. .  Αν επικρατήσει η ελληνική επιχειρηματολογία, το μικρό νησί θα αποτελέσει μια γέφυρα που θα συνδέει την ελληνική και την κυπριακή ΑΟΖ, η οποία μπορεί να μοιάζει στην Άγκυρα σαν μια στερεή ελληνική ζώνη που θα κυκλώνει αμφότερες τις ακτές της στο Αιγαίο και την Μεσόγειο.

Εντωμεταξύ, από το 1931, η Ελλάδα διεκδικεί επίσης όριο δέκα ναυτικών μιλίων στον αέρα· μεταγενέστερες διεθνείς συμβάσεις έχουν γενικά αποτυπώσει ότι ο εναέριος χώρος είναι ο ίδιος όπως στην θάλασσα. Η Τουρκία αμφισβητεί συστηματικά το αρχικό ελληνικό αίτημα πετώντας μαχητικά αεροσκάφη μέσα στην ζώνη των 6 έως 10 μιλίων. Πράγματι, η Αθήνα αναφέρει συνεχείς παραβιάσεις του εναέριου χώρου της από τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη.  Η Τουρκία επίσης περιοδικά διέρχεται άμεσα επάνω από ελληνικά νησιά με πολεμικά αεροπλάνα, και η αναχαίτιση των εν λόγω αεροσκαφών οδήγησε σε αρκετούς θανάτους και συχνές παρ’ ολίγον πολεμικές συρράξεις μεταξύ των δύο χωρών.

Σε διάφορες χρονικές στιγμές, τόσο η Τουρκία όσο και η Ελλάδα έχουν συμφωνήσει να παραπέμψουν τις διαφορές τους επί του Αιγαίου σε νομική διαιτησία (με γενικώς απογοητευτικά αποτελέσματα για τους έλληνες). Το αυτό ζήτημα τέθηκε στο Διεθνές Δικαστήριο (ICJ) από την Ελλάδα το 1976. Ωστόσο, η Τουρκία επικαλέστηκε, την έλλειψη δικαιοδοσίας της ICJ και αρνήθηκε να δεχθεί τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου.  Έτσι και το Διεθνές Δικαστήριο δεν εξέτασε το ζήτημα για λόγους τυπικούς, λόγω έλλειψης αρμοδιότητας.

Περαιτέρω, από το 2010, το Συμβούλιο Υψηλού Επιπέδου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας (High Level Cooperation Council, HLCC), το οποίο ιδρύθηκε το 2010 ως τμήμα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής των «μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες» , συνεκλήθη τέσσερις φορές, με το Αιγαίο ως ένα από τα πολλά θέματα που συζητήθηκαν. Από το 1976, επίσης, και οι δύο χώρες έχουν αναλάβει επισήμως να διαπραγματευτούν μια διευθέτηση της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου της Βέρνης.

Ωστόσο, οι διαπραγματεύσεις αυτές εξακολουθούν να είναι άκαρπες. Η πιο πρόσφατη HLCC, ανακοίνωσε μια σειρά νέων εμπορικών συμφωνιών, για παράδειγμα, αλλά δεν σηματοδότησε καμία κίνηση στο Αιγαίο.
Επιπλέον, η απροθυμία της Τουρκίας να υπογράψει την UNCLOS, κάτι που συνδέεται με την διαφορά στο Αιγαίο, βλάπτει την νομική της θέση σε διαφωνίες σχετικά με τα όρια της Μαύρης Θάλασσας και της Ανατολικής Μεσογείου.». [με πληροφορίες από Foreign Affairs : Το χάσμα στο Αιγαίο, Πώς να ρυθμιστούν τα σύνορα ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, του Jonathan Gorvett, για το περιοδικό Foreign Affairs].

Η Αιγιαλίτιδα  Ζώνη Ελλάδος ορίστηκε με το Π.Δ. της  6ης  Σεπτεμβρίου  1931 στα  10  ν.μ. για  ζητήματα αεροπορίας και με τον Α.Ν.  230/1936  στα 6  ν.μ. μίλια εύρος για θαλάσσιες υποθέσεις. 

3. Όχι σε προσφυγή της Ελλάδος σε διαιτησία για το Αιγαίο καθώς τυχόν προσφυγή ισοδυναμεί με απεμπόληση κυριαρχικών εθνικών δικαιωμάτων κατοχυρωμένων κατά το Διεθνές Δίκαιο - Την Τουρκία δεσμεύουν οι   ε θ ι μ ι κ ο ί  κανόνες για την ύπαρξη και εκμετάλλευση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας που  ι σ χ ύ ο υ ν  και  για τα κράτη όπως η Τουρκία που  δ ε ν  συμβάλλονται στην UNCLOS

Για την Ελλάδα, το Διεθνές Δίκαιο, η Σύμβαση της Γενεύης για την υφαλοκρηπίδα και το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας  UNCLOS, δίνει στα νησιά το δικαίωμα  π λ ή ρ ο υ ς   δικαιοδοσίας στην υφαλοκρηπίδα τους.  Επίσης, οι προαναφερθείσες συμβάσεις αναφέρουν ότι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ δύο χωρών θα πρέπει να ακολουθεί την αρχή της ισότητας. 

Σύμφωνα με το Άρθρο 6 παράγραφος 2 της από 29 Απριλίου 1958 Σύμβασης της Γενεύης  για την υφαλοκρηπίδα,  κ ά θ ε  νησί του Αιγαίου έχει δικαίωμα στην υφαλοκρηπίδα, του οποίου τα όρια με την Τουρκία πρέπει να καθορίζονται από την αρχή της ισότητας.  
Όπως παρακάτω διεξοδικά θα αναλυθεί, πάγια και διαχρονικά αμετακίνητη θέση της Τουρκίας είναι ότι τα ελληνικά νησιά στερούνται παντελώς υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ δικαιούμενα μόνο σε αιγιαλίτιδα ζώνη (χωρικά ύδατα) 6 ναυτικών μιλίων (ν.μ.) , θέση που βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας σύμφωνα με το οποίο τα νησιά, οι νησίδες, οι βραχονησίδες, οι σκόπελοι και ανορθωμένοι βράχοι,  έ χ ο υ ν   κι αυτά υφαλοκρηπίδα. Εξαίρεση αποτελούν, σύμφωνα με το άρθρο 121 της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, οι βραχονησίδες και οι βράχοι, οι οποίοι δ ε ν   μπορούν να διατηρήσουν ανθρώπινο πληθυσμό ή αυτόνομη οικονομική ζωή (καλλιέργεια ή κτηνοτροφία).  Αυτοί οι βράχοι έχουν μεν αιγιαλίτιδα ζώνη, δεν έχουν όμως δικαίωμα στην υφαλοκρηπίδα ή στην αποκλειστική οικονομική ζώνη (αφού δεν υφίσταται επ΄ αυτών). 

Ωστόσο στην διπλωματική πρακτική τής οριοθέτησης συνόρων και θαλάσσιων ζωνών λαμβάνονται υπόψη   ακόμη και οι  ν η σ ί δ ε ς , πρακτική την οποία επικυρώνει η νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου στην περίπτωση του Jan Mayen,  που είναι ένα νορβηγικό ηφαιστειακό νησί στον Αρκτικό Ωκεανό,  χ ω ρ ί ς  μόνιμο πληθυσμό · το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ)  αναγνώρισε  π λ ή ρ η  δικαιώματα στο νησί, παρά το γεγονός  ότι δεν συντηρεί  μόνιμη ζωή και κατοικία [εικόνα 1].


Το αυτό αναγνωρίστηκε και για το νησί Aves το οποίο λήφθηκε υπόψη στις Θαλάσσια Συνοριακή Συνθήκη Ηνωμένων Πολιτειών – Βενεζουέλας, τούτο δε  παρά το μικρό του μέγεθος και παρότι το νησί ήταν   α κ α τ ο ί κ η τ ο.

Τα περισσότερα κράτη  δ ε ν  κάνουν διάκριση μεταξύ των νησιών και νησίδων, σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφο 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, απαιτούν την υφαλοκρηπίδα ως ΑΟΖ για  ό λ α  τα νησιά τους ανεξαρτήτου μεγέθους. Τα παραδείγματα περιλαμβάνουν νησί Rockall του Ηνωμένου Βασιλείου, Okinotorishima της Ιαπωνίας, τα νησιά της Χαβάης και μια σειρά από ακατοίκητα νησιά κατά μήκος του ισημερινού των ΗΠΑ, το Κλίπερτον και άλλα νησιά της Γαλλίας, και Γιαν Μάγεν της Νορβηγίας [Wikipedia: Θαλάσσια Οριοθέτηση στην περίπτωση της Μαύρης Θάλασσας]

Στην περίπτωση όπως στο Αιγαίο  που υπάρχει γεωγραφική στενότητα και υπάρχουν παρακείμενα κράτη σε απόσταση μικρότερη από τα τετρακόσια (400) ναυτικά μίλια, εν προκειμένω η Ελλάδα και η Τουρκία,  θα πρέπει να υπάρξει οριοθέτηση της ΑΟΖ σύμφωνα με Σύμβαση – η αναφορά γίνεται  για την ΑΟΖ μόνο, όχι την υφαλοκρηπίδα καθώς η τελευταία υπάρχει αυτοδικαίως. Το άρθρο 74 της Σύμβασης ορίζει ότι «Η οριοθέτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης ανάμεσα σε κράτη με αντικειμενικές ή γειτονικές ακτές θα πραγματοποιείται με συμφωνία στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου, με σκοπό την επίτευξη μια δίκαιης λύσης». Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου «αν δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί συμφωνία μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, τα ενδιαφερόμενα κράτη θα προσφύγουν στις διαδικασίες που προβλέπει το Τμήμα XV της Σύμβασης».

Είναι σαφές ότι οι διαδικασίες αυτές υποχρεωτικά ακολουθούνται στις περιπτώσεις που και τα δύο μέρη, τα οποία επιδιώκουν οριοθέτηση έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση. Στην περίπτωση που δύο κράτη  δ ε ν  είναι μέρη της Σύμβασης, ή στην περίπτωση που το  έ ν α  από αυτά  δ ε ν  την έχει επικυρώσει, τότε δεν υφίσταται η υποχρέωση της παραγράφου 2 που αναφέρεται  ανωτέρω.  Π α ρ α μ έ ν ε ι  όμως η μέθοδος οριοθέτησης που προβλέπει η παράγραφος 1 του άρθρου 74, «ως υποχρέωση για κάθε κράτος,  α ν ε ξ α ρ τ ή τ ω ς  συμμετοχής του στη Σύμβαση, λόγω του ότι η διάταξη αυτή έχει μέσα από μακρά πρακτική οριοθετήσεων αποκτήσει  ε θ ι μ ι κ ό   χ α ρ α κ τ ή ρ α   και  δ ε σ μ ε ύ ε ι  ως έθιμο». [Πανεπιστήμιο Πειραιώς , Τμήμα Οικονομικών και Διεθνών Σπουδών , διπλωματική εργασία "Δίκαιο της θάλασσας ..." , Επιβλέπων καθηγητής:  Π.  Λιάκουρας , της Μαγειράκη  Αμαλίας   2017]

Τούτων δοθέντων οι διατάξεις της UNCLOS σχετικά με το δικαίωμα των νησιών στις θαλάσσιες ζώνες (υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ) έχουν αποκτήσει  ε θ ι μ ι κ ό   χαρακτήρα,  για αυτόν τον λόγο  οι  ε θ ι μ ι κ ο ί  κανόνες για την ύπαρξη και εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας  ι σ χ ύ ο υ ν  και  για τα κράτη που δεν συμβάλλονται στην UNCLOS λόγος για τον οποίο  δ ε σ μ ε ύ ο υ ν    ό λ α    τ α   κ ρ ά τ η   α ν ε ξ ά ρ τ η τ α   από Διεθνείς Συνθήκες και συνεπώς οι εν λόγω  ε θ ι μ ι κ ο ί  κανόνες   κ α λ ύ π τ ο υ ν  και τα νησιά, τούτο δε ισχύει και για την Τουρκία που δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στην UNCLOS.  Βλέπουμε λοιπόν ότι  η  νομιμότητα των ελληνικών θέσεων κατά το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ καλύπτονται από το  ε θ ι μ ι κ ό  διεθνές δίκαιο δοθέντος ότι  οι  ε θ ι μ ι κ ο ί  κανόνες για την ύπαρξη και εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας  ι σ χ ύ ο υ ν  και  για τα κράτη που δεν συμβάλλονται στην UNCLOS, συνεπώς  δ ε σ μ ε ύ ο υ ν  απόλυτα την Τουρκία.

Έτσι εχόντων των πραγμάτων η  Ελλάς οφείλει να  α ρ ν η θ ε ί  τυχόν προσφυγή σε διαιτησία από διεθνή δικαιοδοτικά όργανα καθώς τυχόν τέτοια αποδοχή θα συνιστούσε ευθεία απεμπόληση κυριαρχικών εθνικών δικαιωμάτων κατοχυρωμένων κατά το Διεθνές Δίκαιο.

Την σημαντική για τα ελληνικά συμφέροντα νομική  παραδοχή (α) της δέσμευσης από τους  ε θ ι μ ι κ ο ύ ς  κανόνες για την ύπαρξη και εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας  που  ι σ χ ύ ο υ ν  και  για τα κράτη που δεν συμβάλλονται στην UNCLOS λόγος για τον οποίο  δ ε σ μ ε ύ ο υ ν    ό λ α    τ α   κ ρ ά τ η   α ν ε ξ ά ρ τ η τ α   από Διεθνείς Συνθήκες και (β) το δικαίωμα στην υφαλοκρηπίδα ως δικαίωμα «α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ό» του κυρίαρχου κράτους, επικύρωσε το Διεθνές Δικαστήριο (ΔΔΧ) στην υπόθεση της υφαλοκρηπίδας της Βόρειας Θάλασσας το 1969 που αναγνώρισε ότι απόκλιση από τον κανόνα της υφαλοκρηπίδας δικαιολογείται μόνο για νησίδες, βράχους και ελαφρές προεξοχές της ακτής, άρα, εξ αντιδιαστολής, οι  ε θ ι μ ι κ ο ί  κανόνες για την ύπαρξη και εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας που  δ ε σ μ ε ύ ο υ ν    ό λ α    τ α   κ ρ ά τ η ανεξάρτητα από Διεθνείς Συνθήκες  κ α λ ύ π τ ο υ ν  και τα νησιά.

Λαμβάνοντας υπόψη την  σπουδαιότητα της απόφασης  του  Διεθνούς Δικαστηρίου  της  20ης Φεβρουαρίου 1969 για την Υφαλοκρηπίδα της  Βόρειας  Θάλασσας για το  θεσμό εν γένει της υφαλοκρηπίδας κρίνεται  σκόπιμη η παράθεσή αποσπασμάτων της απόφασης που ενισχύουν τη νομιμότητα των ελληνικών θέσεων. Τα  διάδικα κράτη στη υπόθεση αυτή ήταν η  Δανία, η πρώην   Ομοσπονδιακή Δημοκρατία  της Γερμανίας και η  Ολλανδία, τα οποία  αιτήθηκαν στο Διεθνές  Δικαστήριο «την οριοθέτηση  μεταξύ τους της υφαλοκρηπίδας τής Βόρειας  Θάλασσας». Ειδικότερα  αιτηθήκαν από το Διεθνές Δικαστήριο να γνωμοδοτήσει  «Ποιες είναι οι αρχές και οι  κανόνες του διεθνούς δικαίου  που εφαρμόζονται στην  οριοθέτηση  μεταξύ των  μερών των περιοχών της  υφαλοκρηπίδας της Βόρειας Θάλασσας που ανήκουν στο  καθένα από αυτά».

Στην  απόφασή του, το  Διεθνές Δικαστήριο  διατύπωσε πρώτα την εξής  σκέψη:  «….Ο κανόνας  που  το  Δικαστήριο  θεωρεί  ότι  αναμφίβολα θεωρείται ο πιο  θεμελιώδης από όλους τους κανόνες του δικαίου που  αφορούν την υφαλοκρηπίδα,  ο οποίος αποτυπώνεται στο  άρθρο 2 της Σύμβασης της  Γενεύης του 1958 μολονότι  ανεξάρτητα από τη Σύμβαση είναι ο εξής: ότι τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους σε σχέση με την περιοχή της υφαλοκρηπίδας που αποτελεί φυσική προέκταση του χερσαίου εδάφους του μέσα και κάτω από τη θάλασσα, υπάρχουν ipso facto και ab initio, δυνάμει την κυριαρχίας του επί του εδάφους και ως  προέκτασή της στην άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων για τον σκοπό της εξερεύνησης του βυθού και της εκμετάλλευσης των φυσικών του πόρων. Εν συντομία, υπάρχει εδώ ένα συμφυές δικαίωμα. Για την άσκησή του  δ ε ν  απαιτείται οιαδήποτε νομική διαδικασία, ούτε η υιοθέτηση νομικών πράξεων. Επιπλέον, το δικαίωμα  δ ε ν  εξαρτάται από την άσκησή του. Είναι «α π ο κ λ ε ι σ τ ι κ ό» υπό την έννοια ότι εάν το παράκτιο  κράτος δεν επιλέξει να εξερευνήσει ή να εκμεταλλευθεί τις περιοχές της υφαλοκρηπίδας που του ανήκουν, αυτό είναι  δ ι κ ή  τ ο υ  υπόθεση,  ο υ δ ε ί ς, όμως, άλλος δύναται να το πράξει χωρίς τη ρητή σ υ ν α ί ν ε σ ή  του».

Η σπουδαιότητα ωστόσο για τις ελληνικές θέσεις τής  απόφασης αυτής του Διεθνούς Δικαστηρίου για την Υφαλοκρηπίδα τής Βορείου Θάλασσας έγκειται στο γεγονός ότι «θεώρησε ότι (η υφαλοκρηπίδα) αποτελούσε ήδη  ε θ ι μ ι κ ό   δίκαιο», ήτοι δίκαιο που δεσμεύει και τα  κράτη που  δ ε ν  συμβάλλονται στην UNCLOS λόγος για τον οποίο  δ ε σ μ ε ύ ο ν τ α ι    ό λ α    τ α   κ ρ ά τ η   α ν ε ξ ά ρ τ η τ α   από Διεθνείς Συνθήκες, άρα και η Τουρκία.

Περαιτέρω, σχετικά με τις αναθεωρητικές θέσεις της Τουρκίας επί του θέματος, θέσεις που βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με το Δ.Δ., κυρίαρχη είναι η θέση της τουρκικής προπαγάνδας, που δυστυχώς διακινείται και στο εσωτερικό από κυβερνητικούς, ακαδημαϊκούς, διπλωματικούς και δημοσιογραφικούς ελληνικούς κύκλους που λειτουργούν υπονομευτικά για τα εθνικά συμφέροντα, σύμφωνα με την οποία τα ελληνικά νησιά δεν έχουν το δικαίωμα πλήρους δικαιοδοσίας στην υφαλοκρηπίδα επειδή τάχα  επικάθονται στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας, ήτοι τα ελληνικά νησιά είναι η  συνέχεια του γεωλογικού ανάγλυφου  του πυθμένα της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας της ηπειρωτικής χερσονήσου της Ανατολίας (τουρκική επικράτεια).

Η θέση αυτή δε συνιστά τουρκική πρωτοτυπία στα διεθνή διπλωματικά φόρα – δεν πρωτοτυπούν οι λομπίστες των τουρκικών θέσεων στην Ελλάδα που διαμορφώνουν την ελληνική  κοινή γνώμη μέσω ελιτίστικων ελληνικών κύκλων, κυβερνητικών, ακαδημαϊκών, διπλωματικών και δημοσιογραφικών, όταν ισχυρίζονται ότι το Αιγαίο ολόκληρο κάθεται γεωλογικά στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας.

Ανάλογες θέσεις έχει  διατυπώσει η Ρωσία  σύμφωνα με την οποία τόσο ο πυθμένας όσο και το υπέδαφος του Αρκτικού Ωκεανού είναι γεωλογική   συνέχεια της Σιβηρίας και, ως εκ τούτου, οι νήσοι, οι  νησίδες και οι βράχοι στον  Αρκτικό Ωκεανό είναι γεωλογικές υψώσεις που  "επικάθονται" στην ρωσική υφαλοκρηπίδα. Στο ίδιο πνεύμα ήταν οι θέσεις τής   Νικαράγουα που υποστήριζε ότι τα νησιά τής  Κολομβίας βρίσκονται πάνω στην υφαλοκρηπίδα της, θέση που το Διεθνές Δικαστήριο απέρριψε (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Nicaragua v. Colombia). Τα ίδια υποστήριξε και ο Καναδάς για τα γαλλικά νησιά  Saint-Pierre και Miquelon που βρίσκονται μία ανάσα από τις καναδικές ακτές,  χ ι λ ι ά δ ε ς  χιλιόμετρα  μ α κ ρ ι ά  από την Γαλλία· σύμφωνα με τον Καναδά  τα νησιά αυτά δεν διαθέτουν δική τους υφαλοκρηπίδα, επειδή, από γεωλογική άποψη, επικάθονται στην υφαλοκρηπίδα του Καναδά, ισχυρισμό που το Διεθνές Δικαστήριο απέρριψε (βλ. διαιτητική απόφαση της 10/6/1992 για την οριοθέτηση των Θαλασσίων Ζωνών των νησιών Saint-Pierre και Miquelon).

Επί του ζητήματος αυτού, τάχα οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών με κριτήριο γεωλογικό,  τόσο το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης όσο και το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας του Αμβούργου έχουν κατ’ εξακολούθηση  α π ο ρ ρ ί ψ ε ι  επιχειρήματα σχετικά με  γ ε ω λ ο γ ι κ έ ς  ή γεωμορφολογικές συνθήκες, τονίζοντας  σ τ α θ ε ρ ά  ότι το  κ ρ ι τ ή ρ ι ο  οριοθέτησης είναι αυτό της  α π ό σ τ α σ η ς, των 200 ναυτικών μιλίων εν προκειμένω, και  ό χ ι  κάποιο κριτήριο  φ υ σ ι κ ή ς  σχέσης ξηράς – βυθού της θάλασσας.

Η θέση ωστόσο της Τουρκίας,  σε αντίθεση με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και με τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου, τόσο της Χάγης όσο και του Αμβούργου, επιμένει στο ως άνω  «γεωλογικό κριτήριο» του ορισμού της  Ν ο μ ι κ ή ς  Υφαλοκρηπίδας, που ίσχυε  π ρ ι ν  από την UNCLOS το 1982, με την νομική, ωστόσο, σημαντική επισήμανση ότι,  μ ε τ ά  την επικύρωση και τη διεθνή αποδοχή της UNCLOS, το «γεωλογικό κριτήριο»  ι σ χ ύ ε ι   μ ό ν ο  όταν η υφαλοκρηπίδα υπερβαίνει τα 200 ναυτικά μίλια, όπερ μεθερμηνευόμενον εστί από την  θέσπιση της UNCLOS το 1982 και εντεύθεν η έννοια υφαλοκρηπίδα  δ ε ν  ορίζεται με κριτήρια γεωλογικά  α λ λ ά  αποκλειστικά  γ ε ω γ ρ α φ ι κ ά   ν ο μ ι κ ά, εξαιρουμένης μόνον της περίπτωσης η υφαλοκρηπίδα υπερβαίνει τα 200 ν.μ. .

Σύμφωνα με την πάγια  νομολογία  του Διεθνούς Δικαστηρίου, η γεωμορφολογία του βυθού σχετίζεται με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας  μ ό ν ο  στις περιπτώσεις που εκτείνονται πέρα από τα 200 ν.μ., συνεπώς το Δικαστήριο  έχει κρίνει ότι οριοθέτηση ενός και μόνο θαλάσσιου ορίου πρέπει να «καθοριστεί»  με βάση τη  γ ε ω γ ρ α φ ί α  και  ό χ ι  τη  γ ε ω λ ο γ ί α  ή  τη γεωμορφολογία » [Dispute concerning delimitation  of  the  Maritime  Boundary  between  Bangladesh  and  Myanmar  in the  Bay  of  Bengal,  (Bangladesh/Myanmar), Case  No  16,  Judgment,  ITLOS,  14 March  2012, para. 322].

Το Δικαστήριο προβαίνοντας  στην ερμηνεία του άρθρου 76 παράγραφος 1 της  Σύμβασης  ΔΘ  «ανέδειξε  την   α π ό σ τ α σ η   ως παράγοντα πρωταρχικής  σημασίας τόσο ως θεμέλιο του νομικού τίτλου, όσο και ως κριτήριο  οριοθέτησης κρίνοντας ότι  «Μέχρι τα 200  ν.μ. από τις  ακτές, το γεωλογικό  κριτήριο   δ ε ν   λαμβάνεται καθόλου  υπόψη. Το  κριτήριο της  α π ό σ τ α σ η ς  αποτελεί τμήμα του  ε θ ι μ ι κ ο ύ  δικαίου και  εφαρμόζεται ανεξάρτητα  από  την τυπική εφαρμογή  τής  Σύμβασης της Θάλασσας» [βλ. απόφαση του Δικαστηρίου για την υφαλοκρηπίδα μεταξύ Λιβύης και Τυνησίας του 1982].

Επιμένοντας εντούτοις η Τουρκία στο  α ν υ π ό σ τ α τ ο  (κατά το Δ.Δ. και τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης και του Αμβούργου) «γεωλογικό κριτήριο» που υποστηρίζει ότι τα ελληνικά νησιά επικάθονται στην  υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας, τα νησιά Δωδεκάνησα και Καστελόριζο, ακόμη και η Κρήτη δεν πρέπει, κατά τους τουρκικούς πάντα ισχυρισμούς που αναπαράγονται από ελληνικούς κύκλους, να έχουν δικαίωμα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, άλλως ότι, τα μεγάλα ελληνικά νησιά όπως η Κρήτη και η Ρόδος, κατά τις τουρκικές πάντα θέσεις αλλά και τις ελληνικές θέσεις  κύκλων που στηρίζουν το αφήγημα της συνδιαχείρισης του Αιγαίου, πρέπει να έχουν ελάχιστη επήρεια στη οριοθέτηση ελληνοτουρκικής ΑΟΖ…!

Αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία διεκδικεί το δικαίωμα για την τουρκική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ που θα καταλαμβάνει θαλάσσια περιοχή που φτάνει στο  μ έ σ ο   περίπου του Αιγαίου Πελάγους (!), προβάλλοντας την ανυποχώρητη θέση που υποστηρίζει ότι τα νησιά δεν διαθέτουν υφαλοκρηπίδα ούτε δικαιούνται ΑΟΖ πλην μόνο τα χωρικά τους ύδατα που κατά την Τουρκία ορίζονται στα 6 ν.μ. . Τον παραπάνω ισχυρισμό η Τουρκία και οι ελληνικοί κύκλοι που στηρίζουν τις τουρκικές θέσεις εντάσσουν  στο νομιμοφανές πλαίσιο των …  «ειδικών περιστάσεων» ως αποτέλεσμα της εκτίμησης ότι το Αιγαίο είναι μια… «ημι-κλειστή» θάλασσα!

Αυτό είναι σε γενικές γραμμές το περίγραμμα της ελληνοτουρκικής καλούμενης ψευδώς ως «διαφοράς», εάν δηλαδή για τα νησιά κοντά στις τουρκικές ακτές πρέπει  να ληφθεί υπόψη το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, άλλως το Διεθνές Εθιμικό Δίκαιο που, σε κάθε περίπτωση,  δ ε σ μ ε ύ ε ι  την Τουρκία, για την οριοθέτηση των θαλάσσιων οικονομικών ζωνών Ελλάδος και Τουρκίας, ή αν η οριοθέτηση θα πρέπει να γίνει εκτός του πλαισίου που προβλέπεται από το Δ.Δ., τη συνθήκη της Γενεύης και τους εθιμικούς κανόνες όπως Τουρκία επιμένει, συνεπικουρούμενη από ελληνικούς κύκλους, κυβερνητικούς, ακαδημαϊκούς, διπλωματικούς και δημοσιογραφικούς, που στηρίζουν τις τουρκικές θέσεις.

4. Η σημαντικότητα της Νήσου Μεγίστη (Καστελόριζο) στην οριοθέτηση ελληνοτουρκικής  ΑΟΖ: «Το Καστελόριζο στερείται δικαιώματος σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ» σύμφωνα με τις τουρκικές θέσεις, ή «Το Καστελόριζο έχει περιορισμένη ή καθόλου  επήρεια στην ΑΟΖ» σύμφωνα με τις θέσεις που διατυπώνουν κυβερνητικοί έλληνες αξιωματούχοι υπέρ των τουρκικών θέσεων

Οι τούρκοι και, δυστυχώς και πολλοί έλληνες, ισχυρίζονται ότι η Μεγίστη (Καστελόριζο) δεν μπορεί να έχει δική του ΑΟΖ καθώς είναι πολύ μικρό νησί, έχει απειροελάχιστη ακτογραμμή σε σύγκριση με την -- ακριβώς απέναντι -- τουρκική ακτογραμμή, βρίσκεται πολύ μακριά από τις ηπειρωτικές ακτές της Ελλάδας και πολύ κοντά στις τουρκικές ακτές.

Οι τουρκικοί ισχυρισμοί για τη Μεγίστη αποτυπώνονται πλήρως στο από 22/07/2020 ανακοινωθέν του τουρκικού ΥΠΕΞ που εκδόθηκε στα πλαίσια της παράνομης τουρκικής NAVTEX υπ’ αριθμ. 0979/20 με την οποία οι τούρκοι δεσμεύουν περιοχή που βρίσκεται εντός ελληνικής υφαλοκρηπίδας,  που αναφέρει: «Η Ελλάδα εκφράζει τις ενστάσεις της στις δραστηριότητες μας σεισμικών ερευνών  αναφέροντας πως γίνονται εντός της υφαλοκρηπίδας της. Η Ελλάδα βασίζει αυτούς τους ισχυρισμούς με τα νησιά που βρίσκονται μακριά από την ηπειρωτική της χώρα κυρίως με το Καστελόριζο. Ο μαξιμαλιστικός ισχυρισμός της Ελλάδας για την υφαλοκρηπίδα της είναι ενάντια στο διεθνές δίκαιο, στο εθιμικό δίκαιο και στις δικαστικές αποφάσεις. Δεν είναι λογικό κατά την άποψη  που βασίζεται στο διεθνές δίκαιο, ένα νησί το οποίο έχει έκταση 10 τ χλμ., 2 χιλιόμετρα από την Ανατολία και σε απόσταση 580 χιλιομέτρων από την ελληνική ηπειρωτική χώρα να δημιουργεί 40.000 τ. χλμ. υφαλοκρηπίδας. Γι’ αυτό απορρίπτουμε αυτούς τους ισχυρισμούς της Ελλάδας.».

Σε ίδιο πνεύμα έγιναν οι ατυχείς δηλώσεις του ομότιμου καθηγητή στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών και τέως, σύμφωνα με την κυβέρνηση (συγκεκριμένα ως τις 7 Ιουνίου 2020), προέδρου του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΥΠΕΞ κυρίου Χρήστου Ροζάκη στο Κρήτη TV,  σύμφωνα με τον οποίο, το Καστελόριζο είναι απομακρυσμένο από τη Ρόδο και βρίσκεται πολύ κοντά στις τουρκικές ακτές, ότι το Καστελόριζο έχει συγκριτικά απειροελάχιστο μήκος  ακτογραμμής σε σύγκριση με τις αντικριστές ακτές τής Τουρκίας, ότι είναι απομονωμένο και ότι δεν ανήκει στα Δωδεκάνησα. Επίσης ότι το μήκος των (τουρκικών) ακτών που βρίσκονται αντικείμενα από τις ακτές του Καστελόριζου είναι πολύ μεγαλύτερο, εννοώντας προφανώς ότι το Καστελόριζο δεν δικαιούται να έχει ΑΟΖ…

Στον αντίποδα ο καθηγητής Θεόδωρος Καρυώτης που ήταν μάλιστα μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στη διάσκεψη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας το 1982, στηρίζοντας τις ελληνικές θέσεις υποστηρίζει ότι «Το Καστελόριζο δεν είναι ένα απομονωμένο νησί στην εσχατιά της Ελλάδος και της Ε.Ε. αλλά αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης εδαφικής ενότητας, με το σύμπλεγμα αυτών των νησιών (του Καστελόριζου), να δίνει τη δυνατότητα, βάσει της UNCLOS του 1982, στην ΑΟΖ της Ελλάδας να εφάπτεται με την ΑΟΖ της Κύπρου».

Το έδαφος για την απεμπόληση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στην οριοθέτηση ελληνοτουρκικής ΑΟΖ , ιδίως στο μείζον για τις ελληνικές θέσεις ζήτημα της επήρειας της Νήσου Μεγίστης (Καστελόριζο) προλείανε η οριοθέτηση ελληνο-ιταλικής ΑΟΖ. Και τούτο, διότι η συμφωνία τής ελληνικής κυβέρνησης περί οριοθέτησης ελληνο-ιταλικής ΑΟΖ συνιστά, εμμέσως, απεμπόληση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων προς όφελος της Τουρκίας για τους εξής τρεις λόγους:

(i) Η Ελλάδα οριοθέτησε με την Ιταλία ΑΟΖ  χ ω ρ ί ς  όμως  να έχει προχωρήσει σε  π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν η   επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 ν.μ. ! Τούτο αποτελεί κακό προηγούμενο με την Τουρκία καθώς ενθαρρύνει το περιβόητο τουρκικό κάζους μπέλι , πολλώ δε μάλλον που στο μέλλον η Τουρκία μπορεί να απαιτήσει ελληνοτουρκική οριοθέτηση ΑΟΖ χωρίς επέκταση στα 12 ν.μ. επικαλούμενη το ελληνο-ιταλικό 🍕 προηγούμενο στην οριοθέτηση ΑΟΖ.

(ii) Η σημαντικότερη απεμπόληση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στην οριοθέτηση ελληνο-ιταλικής ΑΟΖ συνίσταται στη    μ ε ι ω μ έ ν η  επήρεια σε ελληνικά νησιά, όπως τα Διαπόντια Νησιά (70%) και οι Στροφάδες (32%, μόνο). Η ελληνική  κυβέρνηση υπέγραψε το έτος 2020 ένα  κείμενο που επί 30 ολόκληρα χρόνια όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις αρνήθηκαν να υπογράψουν! Πρόκειται για τη συμφωνία τού 1977 που καμία ελληνική κυβέρνηση διανοήθηκε ποτέ να υπογράψει, που  καταρτίστηκε  π ρ ο  θέσπισης του Δικαίου Θαλάσσης το 1982,  την οποία η σημερινή  κυβέρνηση υπέγραψε αυτούσια, επωφελεία των ιταλών, συμφωνώντας ότι τα παραπάνω ελληνικά νησιά  έχουν περιορισμένη επήρεια, επιλογή που θα την βρει η χώρα μπροστά της τόσο στην οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αλβανία όσο και, κυρίως, ως αρνητικό για τη χώρα νομικό προηγούμενο στις διεκδικήσεις της Τουρκίας.

(iii) Η ελληνική κυβέρνηση  συμφώνησε στο αδιανόητο,  για πρώτη φορά στη διεθνή Ιστορία του Δικαίου της Θαλάσσης, να παραχωρήσει σε  κυρίαρχο κράτος, την Ιταλία εν προκειμένω, ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στην ελληνική αιγιαλίτιδα, δηλαδή στα ελληνικά χωρικά ύδατα, επιτρέποντας στους ιταλούς ψαράδες να ψαρεύουν μέσα από τα 6 ν.μ. ! Πρόκειται για προφανή απεμπόληση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων σε μια αδιανόητη για τη χώρα συμφωνία που θα αποτελέσει κακό προηγούμενο με την Τουρκία.  Η ελληνική κυβέρνηση παραχώρησε εθνική κυριαρχία χωρίς κανένα αντάλλαγμα! Δημιουργείται με τον τρόπο αυτόν κακό 👎 προηγούμενο συνδιαχείρισης στο Ιόνιο Πέλαγος  ε ν τ ό ς  ελληνικών θαλάσσιων χωρικών υδάτων, καθώς Ελλάδα και Ιταλία πλέον συνδιαχειρίζονται την αλιεία στην ελληνική ΑΟΖ σε απόσταση μέχρι τα 6 ν.μ. από τις ελληνικές ακτές, συμφωνία που αποτελεί προπομπό για τη συνδιαχείριση του Αιγαίου. Πράγματι.

Αμέσως την επόμενη τής υπογραφής της ελληνο-ιταλικής συμφωνίας ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου εξέφρασε την άποψη ότι η συμφωνία είναι  θ ε τ ι κ ή για την Τουρκία (!)  καθώς η Ελλάδα αποδέχθηκε ότι τα νησιά έχουν  π ε ρ ι ο ρ ι σ μ έ ν η   ε π ή ρ ε ι α ! «Αυτή η συμφωνία είναι ουσιαστικά μια πολύ ουσιαστική συμφωνία ώστε η Ελλάδα να δει τα γεγονότα και να δεχθεί τη συμφωνία που υποστηρίζουμε», δήλωσε ο κ. Τσαβούσογλου (NTV) και πρόσθεσε ότι  «Η Ελλάδα πάντα επιχειρηματολογούσε ότι “τα νησιά, οι νησίδες ακόμα και οι βράχοι έπρεπε να γίνουν αποδεκτοί ως ενδοχώρα”. Εμείς υποστηρίζουμε το αντίστροφο». Εν συνεχεία, ο κ. Τσαβούσογλου πρόσθεσε ότι ουσιαστικά «Η Ελλάδα συμφώνησε με όσα λέμε». Αναφέρθηκε, μάλιστα, ονομαστικά στους Οθωνούς, στις Στροφάδες και στην Κεφαλονιά, τονίζοντας ότι η Ελλάδα υπέγραψε με την Ιταλία μια συμφωνία το 1977 βάσει της οποίας «η υφαλοκρηπίδα  δ ε ν  αρχίζει από εκείνα τα νησιά». Μάλιστα, για να υποστηρίξει τη θέση του, ο κ. Τσαβούσογλου επικαλέστηκε δηλώσεις του πρώην υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά. «“Η Ελλάδα δεν δέχθηκε πλήρη επήρεια των νησιών, άσκησε κριτική ο κ. Κοτζιάς”», σύμφωνα με τον κ. Τσαβούσογλου. Όπως είπε, «Από τη συμφωνία μεταξύ Ιταλίας και Ελλάδας έχει νόημα να δούμε την πραγματικότητα. Για χρόνια η Ελλάδα υπερασπίζεται την άποψη ότι και οι νησίδες της έχουν υφαλοκρηπίδα. Υποστηρίζουμε εντελώς το αντίθετο. Όταν υπογράψαμε αυτήν τη συμφωνία με τη  Λ ι β ύ η, το τηρήσαμε αυτό στα δυτικά σύνορα της υφαλοκρηπίδας μας. Είπαμε ότι τα ελληνικά νησιά  δ ε ν  μπορούν να έχουν υφαλοκρηπίδα, σεβόμαστε τα χωρικά ύδατα. Η Ελλάδα το  α π ο δ έ χ θ η κ ε  όταν υπέγραψε συμφωνία με την  Ι τ α λ ί α. Αποδέχτηκαν όσα είπαμε για το Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, στην συμφωνία με την Ιταλία. Η Ελλάδα επιβεβαίωσε ότι η συμφωνία μας με τη Λιβύη συνάδει με το Διεθνές Δίκαιο.», είπε χαρακτηριστικά ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών. [Εφημερίδα Πρώτο Θέμα: Τσαβούσογλου: Η συμφωνία Ελλάδας και Ιταλίας μας κάνει ευτυχείς – Η Ελλάδα αποδέχεται το τουρκολιβυκό μνημόνιο]

5. Η άποψη ελληνικών κύκλων  που λειτουργούν υπονομευτικά για τα εθνικά συμφέροντα, σύμφωνα με την οποία "Το μήκος των τουρκικών ακτών που βρίσκονται αντικείμενα από τις ακτές τής Μεγίστης (Καστελόριζο) είναι πολύ μεγαλύτερο, άρα η Μεγίστη δεν δικαιούται να έχει ΑΟΖ"

Βάσει της διεθνούς νομολογίας του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης και του Αμβούργου, οι ιδιαιτερότητες στην περιοχή της οριοθέτησης, οι οποίες επηρεάζουν «το τελικό αποτέλεσμά της και μεταβάλλουν τη χάραξη της μέσης γραμμής» τις οποίες το Δικαστήριο δέχεται ως «σχετικές περιστάσεις» είναι (α) το μήκος  Σ Υ Ν Ο Λ Ι Κ Ά  των ακτών των κρατών και η αναλογική σχέση αυτών (β) η ύπαρξη νησιών στην  περιοχή της οριοθέτησης και (γ) οι  γενικότερες γεωγραφικές συνθήκες στην περιοχή.

Σύμφωνα με τον κατάλογο του 2005 από το World Factbook της CIA των 194  χωρών όπου καταγράφεται το  μήκος ακτογραμμής σε χιλιόμετρα, η Ελλάς βρίσκεται στην κορυφή του καταλόγου· η χώρα μας βρίσκεται  στην  έ ν α τ η  (9η) θέση παγκοσμίως με συνολικό μήκος ακτογραμμής 15.147 χιλιόμετρα , συνολική περίμετρο 16.040 χλμ και 100% ποσοστό Ακτογραμμής / Περιμέτρου (%) , κάτω από τον Καναδά (202.080 χλμ.), τη Νορβηγία (83.281 χλμ.), την  Ινδονησία (54.716 χλμ), τη  Ρωσία (37.653 χλμ.), τις  Φιλιππίνες (36.289 χλμ.), την  Ιαπωνία (29751 χλμ.), την  Αυστραλία (25.760 χλμ.) και τις ΗΠΑ (19.924 χλμ.).

Η Τουρκία βρίσκεται στη 17η  θέση του καταλόγου με συνολικό μήκος ακτογραμμής 7.200 χιλιόμετρα, συνολική περίμετρο 9.827 χλμ και 73,3% ποσοστό Ακτογραμμής / Περιμέτρου (%).

Είναι προφανές ότι ο λόγος ελληνικής / τουρκικής ακτογραμμής είναι στο 2/1 ήτοι η ελληνική ακτογραμμή είναι  δ ι π λ ά σ ι α  της τουρκικής, τούτο δε ανεξαρτήτως της παραδοχής ότι το μήκος των ακτών τής Μεγίστης (Καστελόριζο) είναι   μόλις 19,5 χλμ. καθότι το μήκος των 19,5 χλμ της  Μεγίστης δεν είναι παρά μέρος του  ό λ ο υ  της  -- διπλάσιας της τουρκικής--  ελληνικής ακτογραμμής συνολικού μήκους  16.040 χλμ. . 
Λεκτέο στο σημείο αυτό ότι «Αναφορικά με το μέγεθος  ενός νησιού, η νομολογία  έχει διαμορφωθεί στην  κατεύθυνση της αποδοχής ότι  μόνον  π ο λ ύ   μ ι κ ρ ά   νησιά  μπορεί  να   ε ξ α ι ρ ε θ ο ύ ν   από  την  οριοθέτηση  και  να μην  υπολογιστούν,  διαφορετικά το μέγεθος ενός  νησιού  δ ε ν  έχει άλλη  επίπτωση, εκτός  από την επίπτωση που συναρτάται με το μήκος των ακτών του και πάντοτε με τη γεωγραφική του θέση. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να υπογραμμιστεί ότι η  απόσταση ενός νησιού (Κύπρος) από  το  έδαφος ενός  αντικειμενικού κράτους (Τουρκία)  Δ Ε Ν   μπορεί, βέβαια, να  επηρεάσει την οριοθέτηση  αν  το  νησί αποτελεί το  μ ο ν α δ ι κ ό  έδαφος  ξηράς που ταυτίζεται με το κράτος (π.χ.  Μάλτα,  Κύπρος) ».

Περαιτέρω, «Το Δικαστήριο δεν δέχεται πάντοτε  την αυστηρή αναλογία ακτών και αποδιδόμενης θαλάσσιας περιοχής, με τη χρήση απόλυτων αριθμητικών και μαθηματικών δεδομένων, αλλά επιμένει σε μια  χ α λ α ρ ή  σχέση που, όμως,  Δ Ε Ν   προκαλεί  σ ο β α ρ ή   δ υ σ α ν α λ ο γ ί α  μεταξύ του μήκους των ακτών του κάθε κράτους στην περιοχή της οριοθέτησης και στην αποδιδόμενη θαλάσσια έκταση ζώνης σε αυτό. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της απόφασής του Δικαστηρίου στην υπόθεση της Νικαράγουα κατά της Κολομβίας, όπου το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η σχέση των ακτών των δύο χωρών ήταν 8,1 προς 1, ωστόσο η έκταση των θαλάσσιων ζωνών που αποδόθηκαν, με την προσθήκη και άλλων παραμέτρων στην κρίση του Δικαστηρίου, μείωσε σημαντικά αυτή τη σχέση σε 1 προς 3 υπέρ της Νικαράγουα» [Πανεπιστήμιο Πειραιώς , Τμήμα Οικονομικών και Διεθνών Σπουδών , διπλωματική εργασία "Δίκαιο της θάλασσας ..." , Επιβλέπων καθηγητής:  Π.  Λιάκουρας , της Μαγειράκη  Αμαλίας   2017].  

Οι παραπάνω "ιδιαιτερότητες στην περιοχή της οριοθέτησης" δεν ισχύουν για τα  Α ρ χ ι π ε λ α γ ι κ ά  κράτη , όπως είναι η Ελλάδα, όπως παρακάτω θα καταδειχθεί. Σε κάθε περίπτωση οι τουρκικοί (και οι ελληνικοί που στηρίζουν τους τουρκικούς) ισχυρισμοί σύμφωνα με τους οποίους η Μεγίστη  (Καστελόριζο) δεν πρέπει να έχει δικαίωμα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ,  εφόσον περιβληθούν τον συμβατικό τύπο τής επίσημης ελληνοτουρκικής συμφωνίας στην οριοθέτηση ΑΟΖ (και… υφαλοκρηπίδας!) αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα η τουρκική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ να καταλαμβάνει θαλάσσια περιοχή που φτάνει στο μέσο περίπου του Αιγαίου Πελάγους , δ ι α τ α ρ ά σ σ ο ν τ α ς    α κ ρ α ί α  τον αριθμητικό λόγο "μήκος ακτογραμμής/ αποδιδόμενης θαλάσσιας περιοχής"  υ π έ ρ  της Τουρκίας (!) , όταν μάλιστα η ελληνική ακτογραμμή είναι  δ ι π λ ά σ ι α   της τουρκικής, προκαλώντας  σ ο β α ρ ή   δ υ σ α ν α λ ο γ ί α  μεταξύ του μήκους των ακτών Ελλάδας και Τουρκίας και της αποδιδόμενης θαλάσσιας έκτασης ζώνης, σε ποσοστό συντριπτικά  υ π έ ρ  της Τουρκίας που έχει τη  μ ι σ ή  σε μήκος ακτογραμμή της Ελλάδος!

Εφόσον αυτό συμβεί θα  ανατραπεί  προκλητικά η υπέροχη 2/1 Ελλάδας- Τουρκίας στο μήκος ακτογραμμής, καθώς δεν θα έχει εφαρμοστεί ο βασικός κανόνας οριοθέτησης κατά το Δ.Δ.  που λαμβάνει υπόψη  Ό Χ Ι  την ακτογραμμή τής  Μεγίστης σε σύγκριση με μήκος που έχουν οι αντικείμενες τουρκικές ακτές, αλλά "το μήκος  Σ Υ Ν Ο Λ Ι Κ Ά  των ακτών Ελλάδας και Τουρκίας και την αναλογική σχέση αυτών" λαμβάνοντας , δευτερεύοντος, υπόψη το κριτήριο της θέσης του  Καστελόριζου στην περιοχή της οριοθέτησης στο Ανατολικό Αιγαίο με βάση (α) αν προκαλείται αποτέλεσμα διακοπής στη γραμμή βάσης, όπως  φ α ι ν ο μ ε ν ι κ ά  συμβαίνει αν τη Μέγιστη δούμε  α π ο σ π α σ μ α τ ι κ ά  και  μ ε μ ο ν ω μ έ ν α  από το ό λ ο ν  των 6.000 ελληνικών νησιών , γιατί η Μέγιστη βρίσκεται μπροστά στις τουρκικές ακτές και μακριά από τη Ρόδο, όπως η τουρκική διπλωματία και οι έλληνες υποστηρικτές της ισχυρίζονται, ή (β) αν η γραμμή Ρόδου – Μεγίστης πληροί τις προϋποθέσεις που θέτει το Δίκαιο της Θάλασσας ως   τμήμα  α ρ χ ι π ε λ α γ ι κ ώ ν  ελληνικών γραμμών βάσης που ενώνουν τα ακρότατα σημεία των πλέον απομακρυσμένων νήσων (της Ρόδου και της Μεγίστης), που είναι δύο (2) από τα έξι χιλιάδες 6.000 συνολικά νησιά του Ελληνικού Αρχιπελάγους, και συνιστά μία από τις γραμμές βάσεις για την οριοθέτηση των ελληνικών θαλασσίων ζωνών.

6. Το "δεδικασμένο" στο  Φιδονήσι 🐍 της Μαύρης θάλασσας υπέρ των τουρκικών θέσεων για το  καθεστώς που πρέπει να  επικρατήσει στη Μέγιστη (Καστελόριζο) , που διακινούν ελληνικοί κύκλοι που λειτουργούν υπονομευτικά για τα εθνικά συμφέροντα στηρίζοντας την τουρκική θέση που υποστηρίζει το νομικό αφήγημα των «ειδικών περιστάσεων» ως αποτέλεσμα της εκτίμησης ότι το Αιγαίο, όπως η Μαύρη Θάλασσα, είναι μια… «ημί-κλειστη» θάλασσα!

Το Φιδονήσι (Ουκρανικά : Острів Зміїний) είναι νησί του Εύξεινου πόντου που ανήκει στην Ουκρανία στα σύνορα της χώρας με την Ρουμανία κοντά στο Δέλτα του Δούναβη. Η Υπόθεση σχετικά με τη θαλάσσια οριοθέτηση στη Μαύρη Θάλασσα (Ρουμανία / Ουκρανία) (2009) ICJ 3 ήταν απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου (ICJ). Στις 16 Σεπτεμβρίου 2004, η Ρουμανία προσέφυγε στο δικαστήριο μετά από ανεπιτυχείς διμερείς διαπραγματεύσεις. Στις 3 Φεβρουαρίου 2009, το δικαστήριο εξέδωσε την ετυμηγορία του, δημιουργώντας θαλάσσια σύνορα, συμπεριλαμβανομένης της υφαλοκρηπίδας και αποκλειστικών οικονομικών ζωνών για τη Ρουμανία και την Ουκρανία.

Λόγω της θέσης του (πολύ κοντά στις ρουμανικές ακτές), το ουκρανικό νησί Φιδονήσι επηρέασε τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ των δύο χωρών. Εάν το Φιδονήσι ήταν νησί, η υφαλοκρηπίδα του θα θεωρείτο ουκρανικά ύδατα. Αν ήταν νησίδα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ Ρουμανίας και Ουκρανίας δεν θα το λάμβαναν υπόψη. Η Ρουμανία ισχυρίστηκε ότι η Ουκρανία έκανε επί τούτου ανάπτυξη στο Φιδονήσι (πρόχειρες κατοικίες κλπ) για να αποδείξει ότι ήταν νησί και όχι νησίδα. [Wikipedia: Θαλάσσια Οριοθέτηση στην περίπτωση της Μαύρης Θάλασσας]

Στην  περίπτωση του Νησιού Φιδονήσι κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι ο λόγος των παράκτιων μηκών μεταξύ Ρουμανίας και Ουκρανίας είναι 1/ 2,8 υπέρ της Ουκρανίας και, η ακτή του νησιού Φιδονήσι είναι τόσο μικρή που  Δ Ε Ν  επηρεάζει αυτήν την αναλογία [ICJ, Case concerning Maritime Delimitation  in the  Black  Sea  (Romania  v.  Ukraine), Summary  of Judgment of  3  February  2009, para 77-105. ]

[Αντίστοιχα στην περίπτωση της Νήσου Μεγίστης θα μπορούσε εύλογα να λεχθεί ότι ο λόγος των παράκτιων μηκών μεταξύ Ελλάδας  και Τουρκίας είναι 1/ 2 υπέρ της Ελλάδας και, η ακτή της Νήσου Μεγίστης είναι τόσο μικρή που  Δ Ε Ν  επηρεάζει αυτήν την αναλογία - Ό χ ι  ότι "το Καστελόριζο έχει συγκριτικά απειροελάχιστο μήκος  ακτογραμμής σε σύγκριση με τις αντικριστές ακτές τής Τουρκίας, συνεπώς δεν δικαιούται ΑΟΖ" όπως υποστηρίζουν ελληνικοί κύκλοι που στηρίζουν τα τουρκικά συμφέροντα]

Το ζήτημα της επίδρασης του νησιού Φιδονήσι στη διαδικασία οριοθέτησης ήταν μάλλον περίπλοκο.  Το Δικαστήριο  Δ Ε Ν   προχώρησε σε νομικό χαρακτηρισμό του νησιού ως  ν η σ ι ο ύ  ή ως  ν η σ ί δ α ς  ή  β ρ ά χ ο υ, αλλά αναφέρθηκε σε αυτό ως «ένα φυσικό χαρακτηριστικό που ονομάζεται Serpent's Island».  Στην πρώτη περίπτωση θα είχε  σ ω σ τ ά   Υφαλοκρηπίδα  και ΑΟΖ και στη δεύτερη περίπτωση θα είχε δικαίωμα  μ ό ν ο  σε αιγιαλίτιδα  ζώνη (12 ν.μ.).  Το δικαστήριο, απέδωσε τελικά Αιγιαλίτιδα Ζώνη 12 ν.μ. χωρίς να αποδώσει καμία επήρεια  στη μετατόπιση της ενιαίας γραμμής ορίου Υφαλοκρηπίδας / ΑΟΖ.

Είναι πολύ σημαντικό να σημειωθεί ότι στο δεύτερο στάδιο, το δικαστήριο  δ ε ν  αναγνώρισε ειδικές περιστάσεις που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τη μετατόπιση της ενιαίας οριακής γραμμής,  ο ύ τ ε  τη   δ υ σ α ν ά λ ο γ η   α π ό σ τ α σ η  των σχετικών ακτών  ο ύ τ ε   την   η μ ί-κ λ ε ι σ τ η  Μαύρη Θάλασσα [Maritime  Delimitation in the Black Sea  (Romania v. Ukraine),  ICJ  Decision No. 2009/9, 3 February 2009, para 155-204]

Το Διεθνές Δικαστήριο, αποφάσισε επίσης ότι το Φιδονήσι  δ ε ν  αποτελεί ειδική  περίσταση που δικαιολογεί τη μετατόπιση της προσωρινής γραμμής επειδή δεν χρησιμεύει ως σημείο βάσης για την κατασκευή αυτής της γραμμής, δεδομένου ότι δεν αποτελεί μέρος της γενικής διαμόρφωσης της ακτής [Maritime  Delimitation  in  the  Black  Sea  (Romania  v.  Ukraine),  ICJ  Decision  No.  2009/9, 3 February  2009,  para  179-88]

Το σημαντικότερο άρα όλων είναι ότι η   ά ρ ν η σ η  από το Δικαστήριο τής απόδοσης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στο Νησί Φιδονήσι στη Μαύρη Θάλασσα,  Δ Ε Ν  ΒΑΣΊΖΕΤΑΙ στο σκεπτικό ότι η Μαύρη Θάλασσα είναι μια ημί-κλειστη θάλασσα.  Το  α ν τ ί θ ε τ ο  θα δημιουργούσε ένα «res judicata»  υ π έ ρ  της τουρκικής θέσης, η οποία δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα για υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ των νησιών λόγω του φερόμενου ημι-κλειστού χαρακτήρα του Αιγαίου.  Οι απόφαση αυτή του  Δικαστηρίου καταδεικνύει ότι το δικαίωμα των νησιών στις οικονομικές ζώνες  Δ Ε Ν  επηρεάζεται από τον ημί-κλειστο χαρακτήρα των θαλασσών. [Islands and Exclusive Economic Zones in Southeast Europe  International Law Solutions , Vasileios Moraitis , September 2018]

7. Το "δεδικασμένο" των Αγγλονορμανδικών Νήσων (Νήσος Τζέρσεϊ) στη Θάλασσα της Μάγχης  υπέρ των τουρκικών θέσεων για το  καθεστώς που πρέπει να  επικρατήσει στη Μέγιστη (Καστελόριζο) , που διακινούν ελληνικοί κύκλοι που λειτουργούν υπονομευτικά για τα εθνικά συμφέροντα στηρίζοντας την τουρκική θέση που υποστηρίζει το νομικό αφήγημα ότι η Μεγίστη βρίσκεται στη... λάθος πλευρά της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας Ελλάδας - Τουρκίας έτσι που η Μεγίστη συνιστά... «παρενόχληση»   της τουρκικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ!

Η επήρεια κάθε νησιού σε μια συνολική οριοθέτηση εξαρτάται συνήθως από δύο παράγοντες: από την θέση του νησιού στην οριοθετική περιοχή, και από το μέγεθός του. Όσον αφορά την θέση του νησιού εξέχουσα σημασία είναι η γεωγραφική του σχέση με το ηπειρωτικό έδαφος, εάν δηλαδή βρίσκεται κοντά ή μακριά από το ηπειρωτικό έδαφος, κι ανήκει στο ίδιο κράτος με το κράτος του ηπειρωτικού εδάφους, ή βρίσκεται κοντά στο ηπειρωτικό έδαφος του αντικειμένου ή γειτονικού κράτους, αλλά πολιτικά ανήκει στο άλλο γειτονικό κράτος.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της τελευταίας περίπτωσης εντοπίζεται στην υπόθεση των Νησιών της Μάγχης, συγκεκριμένα των Αγγλονορμανδικών Νήσων στην οποία ad hoc το Διαιτητικό Δικαστήριο, οριοθετώντας την υφαλοκρηπίδα των δύο κρατών έπρεπε να αποφασίσει για την τύχη των βρετανικών νησιών που βρίσκονται πλησιέστερα στις γαλλικές ηπειρωτικές ακτές. Τα νησιά αυτά αντιμετωπίστηκαν από το Διαιτητικό Δικαστήριο ως  «παρενόχληση» μιας κατά τα άλλα σχετικά απλής οριοθέτησης των αντικείμενων ακτών των δύο χωρών, που ευνοούσε την εφαρμογή της μέσης γραμμής. [Πανεπιστήμιο Πειραιώς , Τμήμα Οικονομικών και Διεθνών Σπουδών , διπλωματική εργασία "Δίκαιο της θάλασσας ..." , Επιβλέπων καθηγητής:  Π.  Λιάκουρας , της Μαγειράκη  Αμαλίας   2017].

Σύμφωνα με το Διαιτητικό Δικαστήριο τα νησιά αυτά βρίσκονται στη  λ ά θ ο ς  πλευρά της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας Βρετανίας - Γαλλίας, μια σκέψη που το οδήγησε στο να εφαρμόσει μια μέση γραμμή ανάμεσα στα ηπειρωτικά εδάφη της Γαλλίας και στο κεντρικό έδαφος του Ηνωμένου Βασιλείου, περικλείοντας τα βρετανικά νησιά της Μάγχης με μια ζώνη 12 ν.μ. Αιγιαλίτιδας ζώνης , αντιπροσωπευτικής όλων των δικαιωμάτων τους στη θαλάσσια περιοχή. Ωστόσο.

Οι Αγγλονορμανδικές Νήσοι (νορμανδικά: Îles d'la Manche, γαλλικά: Îles Anglo-Normandes ή Îles de la Manche[note 1]) είναι  α ρ χ ι π έ λ α γ ο ς το οποίο αποτελεί Κτήση του Βρετανικού Στέμματος και βρίσκεται στη Θάλασσα της Μάγχης, στα ανοιχτά των γαλλικών ακτών της Νορμανδίας. Το Τζέρσεϊ είναι  α ν ε ξ ά ρ τ η τ ο  διοικητικά, αλλά την ευθύνη της άμυνάς του την έχει το Ηνωμένο Βασίλειο  [Wikipedia: Αγγλονορμανδικές Νήσοι]. Από αυτά συνάγεται ότι οι Αγγλονορμανδικές Νήσοι ανήκουν μεν άτυπα στο Ηνωμένο Βασίλειο πλην όμως επισήμως είναι  ανεξάρτητο διοικητικά Αρχιπέλαγος (κάτι σαν το αυτοδιοίκητο της Χερσονήσου του Άθω - Άγιον Όρος), εξ ου και αποτελεί έναν από τους  σημαντικότερους υπεράκτιους off shore "φορολογικούς παραδείσους" του City του Λονδίνου.

Δοθέντος, δε, ότι η νήσος του Τζέρσεϊ απέχει από τις νορμανδικές ακτές της Γαλλίας   μ ό λ ι ς  15 ,55 ν.μ. ,  άρα δεν υπάρχει ε π α ρ κ ή ς  θαλάσσιος χώρος για περισσότερο από 12 ν.μ. Αιγιαλίτιδας ζώνης εντεινόμενης προς τη Γαλλία (εικόνα 2) αυτονόητο είναι ότι το Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να δώσει παραπάνω δικαιώματα στις θαλάσσιες ζώνες που οι Αγγλονορμανδικές Νήσοι θα δικαιούνταν σε βάρος των θαλάσσιων ζωνών της Γαλλίας αν υπήρχε επαρκής θαλάσσιος χώρος.

Ως προς τις θαλάσσιες ζώνες σε βάρος του Ηνωμένου Βασιλείου που δ ε ν  δόθηκαν στις Αγγλονορμανδικές Νήσους, λεκτέο ότι οι Αγγλονορμανδικές Νήσοι ανήκουν επί της ουσίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, πρόσθετα δε η Βόρεια Νήσος του νησιωτικού συμπλέγματος των Αγγλονορμανδικών Νήσων, η Νήσος Γκέρνσεϊ,  απέχει από τις βρετανικές ακτές  μ ό λ ι ς  60,36 ν.μ., άρα προφανές είναι ότι τυχών απονομή θαλάσσιων ζωνών υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ στις Αγγλονορμανδικές Νήσους σε βάρος τής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ της Βρετανίας θα ήταν σαν το Δικαστήριο να απομένει στο Άγιον Όρος υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ σε βάρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ!

Έτσι εχόντων των πραγμάτων οι Αγγλονορμανδικές Νήσοι δεν είναι στη λάθος πλευρά της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας Βρετανίας - Γαλλίας ούτε συνιστούν «παρενόχληση»   της γαλλικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, καθώς δεν υπάρχει θαλάσσιος χώρος πέραν των 15 ν.μ. προς τις νορμανδικές ακτές  της Γαλλίας, ενώ τυχόν επέκταση των θαλάσσιων ζωνών των Αγγλονορμανδικών Νήσων σε βάρος της Βρετανίας θα ήταν σαν η Χερσόνησος του Άθω να ζητά και να παίρνει επέκταση των θαλάσσιων ζωνών του σε βάρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.

Τούτων δοθέντων εκ του πονηρού είναι η σύγκριση των Αγγλονορμανδικών Νήσων με το νησιωτικό σύμπλεγμα τής Μεγίστης, που υποστηρίζει το νομικό αφήγημα ότι η Μεγίστη βρίσκεται στη... λάθος πλευρά της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας Ελλάδας - Τουρκίας έτσι που η Μεγίστη συνιστά... «παρενόχληση»   της τουρκικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ!

8. Το "δεδικασμένο" της νήσου του Αγίου Μαρτίνου υπέρ των τουρκικών θέσεων για το  καθεστώς που πρέπει να  επικρατήσει στη Μέγιστη (Καστελόριζο) , που διακινούν ελληνικοί κύκλοι που λειτουργούν υπονομευτικά για τα εθνικά συμφέροντα στηρίζοντας την τουρκική θέση που υποστηρίζει το νομικό αφήγημα "Αποτέλεσμα   δ ι α κ ο π ή ς" τής γραμμής βάσης Μεγίστης", επειδή διέρχεται  μπροστά από τις τουρκικές ακτές και παρεμποδίζει τη θαλάσσια προβολή των ακτών της Τουρκίας!

Σε πρόσφατη περίπτωση, στην υπόθεση Μπαγκλαντές κατά Μυανμάρ, το Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας  α γ ν ό η σ ε  το νησί του Αγίου Μαρτίνου (St. Martin), με το αιτιολογικό ότι εάν είχε δοθεί «επήρεια στο νησί για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας το αποτέλεσμα θα ήταν μια γραμμή που θα παρεμπόδιζε τη θαλάσσια προβολή των ακτών της Μυανμάρ, με τρόπο που θα προκαλούσε μιαν αδικαιολόγητη στρέβλωση της οριοθετικής γραμμής». Παρόμοιες θέσεις διατυπώθηκαν και σε προηγούμενες αποφάσεις του Δικαστηρίου της Χάγης, ιδιαίτερα στην υπόθεση της Μαύρης Θάλασσας [Dispute Concerning Delimitation of the Maritime Boundary between Bangladesh and Myanmar in the Bay of Bengal, (Bagladesh v.Myanmar), Judgment of 14 March 2012.  25 Maritime Delimitation in the Black Sea (Romania v. Ukraine), I.C.J. Reports 2009, σελ. 122-128.]

Έτσι και το Δικαστήριο δεν χρησιμοποίησε το νησί του Αγίου Μαρτίνου για τη χάραξη της γραμμής βάσης (όπως στην υπόθεση του Νησιού των Φιδιών) επειδή το νησί βρίσκεται μπροστά από την ακτή της Μυανμάρ και παράγει αποτέλεσμα  δ ι α κ ο π ή ς [Dispute concerning delimitation  of  the  Maritime  Boundary  between  Bangladesh  and  Myanmar  in the  Bay  of  Bengal,  (Bangladesh/Myanmar),  Case  No  16,  Judgment,  ITLOS,  14 March  2012,  para.  318-319]

Επίσης, το Δικαστήριο αποδέχθηκε τις  ιδιαίτερες περιστάσεις σχετικά με την κοιλότητα των ακτών του Μπαγκλαντές και το αποτέλεσμα διακοπής που παρήγαγε.  Ως αποτέλεσμα, η οριακή γραμμή μετατοπίστηκε λαμβάνοντας το σχήμα μιας ευθείας γραμμής αζιμούθιου (215ο) ξεκινώντας από ένα σημείο βάσης κοντά στην ακτή.

Η πιο σημαντική παρατήρηση εδώ είναι ότι το Δικαστήριο  δεν αποδίδει κανένα αποτέλεσμα σχετικά με την Υφαλοκρηπίδα ή την ΑΟΖ στο νησί του Αγίου Μάρτιν, υποστηρίζοντας  π ρ α κ τ ι κ ο ύ ς  λόγους, δηλαδή το αποτέλεσμα  δ ι α κ ο π ή ς  στην   ακτή της Μιανμάρ.

Τέλος, με την απόφασή του αυτή το Δικαστήριο επαναλαμβάνει την πάγια νομολογία του σύμφωνα με την οποία "Η γεωμορφολογία του βυθού σχετίζεται με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μόνο στις περιπτώσεις που εκτείνονται πέρα από τα 200 ν.μ., συνεπώς καθώς το ITLOS δηλώνει ότι οριοθέτηση ενός και μόνο θαλάσσιου ορίου πρέπει να «καθοριστεί»  με βάση τη  γ ε ω γ ρ α φ ί α  και  Ο Χ Ι   τη  γ ε ω λ ο γ ί α  ή τη γεωμορφολογία », νομολογία που ακυρώνει τον τουρκικό ισχυρισμό ότι τα νησιά και οι νησίδες του Αιγαίου επικάθονται στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας  [Dispute concerning delimitation  of  the  Maritime  Boundary  between  Bangladesh  and  Myanmar  in the  Bay  of  Bengal,  (Bangladesh/Myanmar),  Case  No  16,  Judgment,  ITLOS,  14 March  2012,  para.  322 | [Islands and Exclusive Economic Zones in Southeast Europe  International Law Solutions , Vasileios Moraitis , September 2018]

Ορθώς λοιπόν κρίθηκε από το ΔΔΧ ότι το νησί του Αγίου Μαρτίνου παράγει αποτέλεσμα  δ ι α κ ο π ή ς  τής γραμμής βάσης με τις ηπειρωτικές ακτές του Μπαγκλαντές, καθώς βρίσκεται μπροστά από την ακτή της Μυανμάρ έτσι που παράγει αποτέλεσμα διακοπής  σ τ η ν   ακτή τής Μυανμάρ διότι παρεμποδίζει τη θαλάσσια προβολή των ακτών της Μυανμάρ.

Τα ανωτέρω  δ ε ν  ισχύουν για τη Μέγιστη. Και τούτο, διότι η Μεγίστη  Δ Ε Ν   παράγει αποτέλεσμα  δ ι α κ ο π ή ς τής γραμμής βάσης "Βόρειο Άκρο Ρόδου - Βόρειο Άκρο Μεγίστης", καθώς  βρίσκεται μεν μπροστά από τις τουρκικές ακτές,  έτσι όμως που  Δ Ε Ν  παράγει αποτέλεσμα διακοπής  σ τ η ν   ακτή τής Τουρκίας καθότι  Δ Ε Ν   παρεμποδίζει τη θαλάσσια προβολή των ακτών της Τουρκίας. 

Τέλος, το νησί του Αγίου Μαρτίνου είναι το  έ ν α  και μ ο ν α δ ι κ ό  νησί  της Μυανμάρ στον Κόλπο της Βεγγάλης – Η Μεγίστη  εντάσσεται νομικά και πραγματικά στο Αιγαιακό Αρχιπέλαγος των 6.000 ελληνικών νησιών και νησίδων.

Έτσι εχόντων των πραγμάτων, τυχόν αποτέλεσμα διακοπής τής γραμμής βάσης "Βόρειο Άκρο Ρόδου - Βόρειο Άκρο Μεγίστης" κι αν ακόμη υποτεθεί ότι παράγονταν Δ Ε Ν  θα ίσχυε, καθότι ο μηχανισμός  της διακοπής  δ ε ν  εφαρμόζεται στα  Α ρ χ ι π ε λ α γ ι κ ά  κράτη όπως η Ελλάδα, καθότι , όπως στη συνέχεια θα αναλυθεί, το νησιωτικό σύμπλεγμα τής Μεγίστης εντάσσεται νομικά και πραγματικά στο Αιγαιακό Αρχιπέλαγος των 6.000 ελληνικών νησιών και νησίδων που είναι  στενά  σ υ ν δ ε δ ε μ έ ν α  μεταξύ τους έτσι που σχηματίζουν μια  α υ τ ο τ ε λ ή    γ ε ω γ ρ α φ ι κ ή,  ο ι κ ο ν ο μ ι κ ή  ,   π ο λ ι τ ι κ ή  και  ι σ τ ο ρ ι κ ή   ε ν ό τ η τ α, με το συνολικό μήκος της ελληνικής ακτογραμμής να είναι 15.147 χιλιόμετρα,  ήτοι δ ι π λ ά σ ι α  της τουρκικής.

9. Η  δ υ σ α ν ά λ ο γ η   α π ό σ τ α σ η  των σχετικών ακτών της Μεγίστης (Καστελόριζο) από τις ακτές της ηπειρωτικής Ελλάδας συνιστά περίπτωση "ειδικών περιστάσεων" που στερεί από τη Μεγίστη το δικαίωμα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, σύμφωνα με ακαδημαϊκούς και κυβερνητικούς κύκλους που στηρίζουν τις τουρκικές θέσεις - Το δεδικασμένο από την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου για τα  γαλλικά νησιά  Saint-Pierre και Miquelon που βρίσκονται μία ανάσα από τις καναδικές ακτές,  χ ι λ ι ά δ ε ς  χιλιόμετρα  μ α κ ρ ι ά  από την Γαλλία,  που εκθέτει τους  εγχώριους κύκλους που αποστερούν το δικαίωμα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ της Μεγίστης λόγω, τάχα, δυσανάλογης απόστασης από την ηπειρωτική Ελλάδα!

Το  σύμπλεγμα νησίδων Saint-Pierre και Miquelon στον Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό, συνολικής έκτασης 242 τ.χλμ. και με πληθυσμό περίπου 6.000 κατοίκους,  αποτελεί γαλλική εδαφική επικράτεια από το 1763, επίσημα από το 1985. Απέχουν 2.200 ν.μ. από τη Γαλλία και  μ ό λ ι ς  9 ν.μ. από τη Νέα Γη του Καναδά!

Το 1976 ο Καναδάς επέκτεινε την οικονομική ζώνη των χωρικών του υδάτων με συνέπεια τον αλιευτικό αποκλεισμό των νησιών. Το 1985, η Γαλλία αναγνώρισε τα νησιά ως συνέχεια του εδάφους της και ως έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που η χώρα μας δεν υπενθυμίζει και δεν προβάλλει όπως πρέπει για τα ελληνικά νησιά.

Η διαφορά των δύο χωρών, έφτασε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Ο Καναδάς υποστήριξε ότι τα νησιά αυτά δεν διαθέτουν δική τους υφαλοκρηπίδα, επειδή, από γεωλογική άποψη, επικάθονται στην υφαλοκρηπίδα του Καναδά.

Με την διαιτητική απόφαση της 10/6/1992 για την οριοθέτηση των Θαλασσίων Ζωνών των νησιών Saint-Pierre και Miquelon, το Διεθνές Δικαστήριο  α π έ ρ ρ ι ψ ε  τον καναδικό ισχυρισμό, κρίνοντας ότι στην περιοχή εκείνη η υφαλοκρηπίδα αποτελεί μια τεράστια συνεχή υποθαλάσσια έκταση και συνεπώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκει στον Καναδά ή σε άλλο κράτος, χωρίς οριοθέτηση. Ακόμα, α π έ ρ ρ ι ψ ε την αντίληψη περί μειωμένης επήρειας των νησιών και  α ν α γ ν ώ ρ ι σ ε  στα νησιά  π λ ή ρ η  δικαιώματα, αρχικά θαλάσσιες και υποθαλάσσιες ζώνες 200 ν.μ. [εικόνα 3].  Ειδικότερα, το Δικαστήριο απέδωσε στα νησιά, στα δυτικά «θύλακα» υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ πλάτους 24 ν.μ., ενώ στα νότια, «διάδρομο» υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, πλάτους 10,5 ν.μ. και μήκους  δ ι α κ ο σ ί ω ν  ναυτικών μιλίων  (200 ν.μ.) αντίστοιχα. Το πλάτος του διαδρόμου αυτού προσδιορίστηκε από τους δύο μεσημβρινούς που διέρχονται από το ανατολικότερο σημείο του νησιού St. Pierre και το δυτικότερο σημείο του νησιού Miquelon αντίστοιχα.


Πρόκειται για πολύ σημαντική απόφαση για την Ελλάδα, καθώς αποτελεί μια παρόμοια περίπτωση με το σύμπλεγμα του Καστελλόριζου, με μία όμως διαφορά.

Το συγκεκριμένα νησιά, αποτελούν όντως ένα απομονωμένο νησιωτικό σύμπλεγμα, σε αντίθεση με το σύμπλεγμα του Καστελλόριζου που απέχει 62 ν.μ. από τη Ρόδο και πολύ λιγότερο από τις ηπειρωτικές ακτές της Ελλάδας συγκριτικά με την τεράστια απόσταση των γαλλικού νησιωτικού συμπλέγματος Saint-Pierre και Miquelon που απέχουν χιλιάδες χιλιόμετρα από τις ηπειρωτικές ακτές της Γαλλίας. [Θεόδωρος Καρυώτης, «ΑΟΖ-ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΖΩΝΗ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ 2019 | ΚΡΑΤΕΡΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ-ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΣΤΡΑΤΗ, «ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ», 4η ΕΚΔΟΣΗ, ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ 2013 | Πρώτο Θέμα: ΑΟΖ: Tο Καστελλόριζο και οι αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου]

Είναι από τα παραπάνω προφανές ότι τυχόν αναγνώριση από την Ελλάδα «ειδικών περιστάσεων» και  «ευαίσθητων σημείων τής  διαδικασίας οριοθέτησης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ)» που θα ανοίξει τη συζήτηση περί «επίδρασης των ελληνικών νησιών στις ελληνικές θαλάσσιες ζώνες» ισοδυναμεί με απεμπόληση ελληνικής κυριαρχίας.

Απόψεις ελληνικών ακαδημαϊκών κύκλων και τεχνοκρατών όπως «Οι  αποφάσεις αυτών των θεσμικών οργάνων δεν βασίζονται αποκλειστικά στο Διεθνές Δίκαιο της Θαλάσσης, τις Διεθνείς Συμβάσεις και το Εθιμικό Δίκαιο, αλλά λαμβάνουν υπόψη πολλούς παράγοντες, όπως τις ‘σχετικές περιστάσεις’ που δεν μπορούν να τυποποιηθούν, επομένως  βασίζονται σε διεξοδική εξέταση τής κάθε μεμονωμένης υπόθεσης» μόνο ζημία μπορεί να προκαλέσουν, καθώς η ελληνική περίπτωση είναι ξεκάθαρη: δεν υπάρχει νομικό έρεισμα στο Δ.Δ. ικανό να   δ ι α τ α ρ ά ξ ε ι    α κ ρ α ί α  τον αριθμητικό λόγο "μήκος ακτογραμμής/ αποδιδόμενης θαλάσσιας περιοχής"  υ π έ ρ  της Τουρκίας (!) , όταν μάλιστα η ελληνική ακτογραμμή είναι  δ ι π λ ά σ ι α   της τουρκικής (!), προκαλώντας  σ ο β α ρ ή   δ υ σ α ν α λ ο γ ί α  μεταξύ του μήκους των ακτών Ελλάδας και Τουρκίας και της αποδιδόμενης θαλάσσιας έκτασης ζώνης, σε ποσοστό συντριπτικά  υ π έ ρ  της Τουρκίας που έχει τη  μ ι σ ή  σε μήκος ακτογραμμή της Ελλάδος!

Ενδεικτική της κατάστασης όπως η Ελλάς επέτρεψε να  εξελιχθεί είναι η άποψη του τον Κωνσταντίνου Οικονομίδη (International  Law and Greek Foreign Policy  Issues), αποσπάσματα της οποίας κρίνεται σκόπιμο να παραθέτουν αυτούσια: «Για τους παραπάνω λόγους δεν μπορεί να προβλεφθεί, ούτε καν με σχετική βεβαιότητα, μια μελλοντική κρίση του Δικαστηρίου στην περίπτωση της Ελλάδας. Τα Διεθνή Δικαστήρια, εφαρμόζουν τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, ωστόσο, η εξέταση πολλών παραγόντων όπως πολιτικές εξελίξεις, ειδικές περιστάσεις ή απειλές πολέμου, μπορεί να προκαλέσουν αποκλίσεις από τους αυστηρή εφαρμογή των  κανόνων του Διεθνούς Δικαίου.  Ίσως αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υπάρχουν πολλές υποθέσεις διαφορών που δεν παραπέμπονται στα διεθνή δικαστήρια, αλλά αντ’  αυτού ακολουθούνται πολιτικές μέθοδοι που οδηγούν σε διμερείς συμφωνίες. (…)  Δοθέντος ότι η  πρόσφατη τάση της νομολογίας ευνοεί την εφαρμογή δίκαιων αρχών και  ό χ ι  τον κανόνα της ισότητας στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ,   έτσι, όσον αφορά την υπόθεση του Αιγαίου, είναι  α π ί θ α ν ο  να γίνει δεκτή η ελληνική αξίωση για την εφαρμογή της αρχής της ίσης απόστασης.  (…) Η Μεγίστη που είναι πολύ σημαντική για την οριοθέτηση της ελληνοτουρκικής ΑΟΖ στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, είναι δέκα φορές μεγαλύτερη από το νησί Φιδονήσι και ορισμένα από τα αμφιλεγόμενα νησιά της Κολομβίας που έχουν απασχολήσει το Διεθνές Δικαστήριο.  Παρ 'όλα αυτά, είναι πιθανό, σε μια υποθετική απόφαση του Δικαστηρίου, το Καστελόριζο να θεωρηθεί ότι προκαλεί  δ ι α κ ο π ή  του αποτελέσματος και ως εκ τούτου να απονεμηθεί με μειωμένη επήρεια στην υφαλοκρηπίδα / ΑΟΖ.  Αυτό μπορεί επίσης να ισχύσει και για τα Ιόνια Νησιά Όθωνη και Ερίκουσα, αν και αυτά τα νησιά είναι πολύ μεγαλύτερα από άποψη μεγέθους και πληθυσμού, είναι πολύ πιο κοντά στην κύρια χώρα ενώ κατοικούνται από την αρχαιότητα (σ.σ. το παρατιθέμενο του συγγράμματος απόσπασμα δημοσιεύθηκε πριν τη σύναψη της συμφωνίας για την οριοθέτηση ελληνο-ιταλικής ΑΟΖ με την οποία η Ελλάς παραχώρησε, ως αποτέλεσμα διεργασιών  μυστικής διπλωματίας, οικειοθελώς και δίχως ανταλλάγματα μειωμένη επήρεια σε ελληνικές Ιόνιες νήσους, δίχως προς τούτο να απαιτηθεί επίσημη διαιτησία από διεθνή δικαιοδοτικά όργανα, όπως ο συγγραφέας ευλόγως υπέθεσε ότι ενδεχομένως συμβεί).  Επιπλέον, ο γεωγραφικός σχηματισμός των νησιών του Αιγαίου θα μπορούσε να θεωρηθεί  α ρ χ ι π έ λ α γ ο ς.  Παρόλο που η Ελλάδα  δ ε ν  είναι Αρχιπέλαγος, ο σχηματισμός των νησιών πρέπει να ληφθεί υπόψη, διότι θα πρέπει να διατηρήσει την πολιτική και οικονομική ενότητα με την ηπειρωτική χώρα που βρίσκεται σε  π ο λ ύ  κοντινή απόσταση αφήνοντας μικρούς χώρους ανοιχτής θάλασσας [Κostas  Oikonomidis. International  Law and Greek Foreign Policy  Issues  (in Greek). Athens: Sakkoulas, 1998, p. 5]

10. Η Ελλάς είναι ξεκάθαρα Αρχιπελαγικό κράτος

Η Μεγίστη (Καστελόριζο)  Δ Ε Ν  είναι ένα αποκομμένο νησί  στα τουρκικά παράλια με απειροελάχιστη ακτογραμμή σε σύγκριση με την τουρκική αντικριστή ακτογραμμή, αλλά είναι ένα (1) νησί από τα έξι χιλιάδες (6.000)  νησιά του ΕΛΛΗΝΙΚΟΎ   Α Ρ Χ Ι Π Ε Λ Ά Γ Ο Υ Σ που κατατάσσεται στην 9η θέση του καταλόγου των χωρών με το μεγαλύτερο μήκος ακτογραμμής στην Υφήλιο 🌎!

Ως ανωτέρω ελέχθη η Ελλάς βρίσκεται στην 9η θέση τού καταλόγου των χωρών με το μεγαλύτερο μήκος ακτογραμμής, με την Τουρκία να βρίσκεται στη 17η  θέση του καταλόγου. Ο λόγος ελληνικής / τουρκικής ακτογραμμής είναι στο 2/1 ήτοι η ελληνική ακτογραμμή είναι  δ ι π λ ά σ ι α  της τουρκικής.

Εξάλλου στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 6.000 νησιά, νησίδες και βραχονησίδες. Από το σύνολο αυτών των νησιών μόνον τα 227 κατοικούνται. Από αυτά, μόνον τα 79 έχουν πληθυσμό άνω από 100 κατοίκους και μόλις 53 άνω από 1.000. Τα περισσότερα ελληνικά νησιά βρίσκονται στο Αιγαίο πέλαγος, λιγότερα στο Ιόνιο και ελάχιστα στο Λιβυκό και σε άλλα μικρότερα πελάγη. [Wikipedia: Κατάλογος ελληνικών νησίδων ανά νομό]

Περαιτέρω, ο όρος αρχιπέλαγος, στη γεωγραφία, χαρακτηρίζει γεωλογικό σχηματισμό αποτελούμενο από μια  α λ υ σ ί δ α  ή  ανεπτυγμένη  σ υ σ τ ά δ α   ν η σ ι ώ ν. Αν και αρχιπελάγη απαντώνται συνήθως στην ανοιχτή θάλασσα, εντούτοις σε ορισμένες  περιπτώσεις αναφέρεται και σε  μ ι κ τ ά  κράτη η επικράτεια των οποίων αποτελείται από ηπειρωτικά και νησιώτικα εδάφη που γειτνιάζουν με μεγάλους όγκους ηπειρωτικής  ξηράς.

Σύμφωνα με το άρθρο 46 της Σύμβασης (Αρχιπελαγικά Κράτη), αρχιπέλαγος είναι το σύμπλεγμα νήσων, περιλαμβανομένων και τμημάτων νήσων, αλληλοσυνδεόμενα ύδατα και άλλα φυσικά χαρακτηριστικά τα οποία είναι τόσο στενά  σ υ ν δ ε δ ε μ έ ν α  μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν μια  α υ τ ο τ ε λ ή    γ ε ω γ ρ α φ ι κ ή,  ο ι κ ο ν ο μ ι κ ή  και  π ο λ ι τ ι κ ή   ε ν ό τ η τ α,  ή που θεωρούνται  ι σ τ ο ρ ι κ ά  ότι σχηματίζουν μια τέτοια  ε ν ό τ η τ α  (π. χ. Ελλάδα,  Μπαχάμες, Πράσινο Ακρωτήρι, Φιλιππίνες, Ινδονήσια, Αγγλονορμανδικές Νήσοι).
Παράδειγμα Αρχιπελαγικού κράτους που γειτνιάζει με μεγάλους όγκους ξηράς που ανήκουν σε άλλο κράτος είναι οι Αγγλονορμανδικές Νήσοι (νορμανδικά: Îles d'la Manche, γαλλικά: Îles Anglo-Normandes ή Îles de la Manche) που είναι αρχιπέλαγος το οποίο αποτελεί Κτήση του Βρετανικού Στέμματος και βρίσκεται στην  κ λ ε ι σ τ ή   Θάλασσα περιοχή στη Θάλασσα της Μάγχης,  μ ι α   α ν ά σ α  από τις γαλλικές ακτές της Νορμανδίας. [Wikipedia: Αγγλονορμανδικές Νήσοι | Wikipedia: αρχιπέλαγος]

Αν και σύμφωνα με την Σύμβαση ΔΘ  ως αρχιπελαγικό κράτος  λογίζεται «το αμιγώς  αρχιπελαγικό κράτος, δηλαδή  εκείνο που αποτελείται από  αποκλειστικά από νησιά», εντούτοις από τις σχετικές ρυθμίσεις ως  ε ξ α ί ρ ε σ η  λογίζονται τα  «μ ι κ τ ά  κράτη» δηλαδή τα κράτη εκείνα που αποτελούνται τόσο από νησιωτικά συμπλέγματα όσο και από ηπειρωτικό έδαφος, ως τέτοια περίπτωση θεωρείται  η   Ε λ λ ά δ α. [Πανεπιστήμιο Πειραιώς , Τμήμα Οικονομικών και Διεθνών Σπουδών , διπλωματική εργασία "Δίκαιο της θάλασσας ..." , Επιβλέπων καθηγητής:  Π.  Λιάκουρας , της Μαγειράκη  Αμαλίας   2017]

Στην Ελλάδα αρχικά ο όρος "αρχιπέλαγος" που δηλώνει σαφώς τις αξιώσεις της χώρας μας έναντι της Τουρκίας ως "Αρχιπελαγικό κράτος", χρησιμοποιήθηκε ως όρος στρατιωτικής διοικητικής ορολογίας στον Ελληνικό Στρατό  π.χ. «Γενική Διοίκηση  Α ρ χ ι π ε λ ά γ ο υ ς», «Μεραρχία  Α ρ χ ι π ε λ ά γ ο υ ς» [Wikipedia: αρχιπέλαγος], αλλά εγκαταλείφθηκε στη συνέχεια  για λόγους άγνωστους...

Η Μεραρχία Αρχιπελάγους οργανώθηκε στη Μυτιλήνη μεταξύ Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 1916.

Το 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους συγκροτήθηκε στη Χίο μεταξύ Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 1916.

Το 5ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους συγκροτήθηκε στη Μυτιλήνη μεταξύ Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 1916.

Το 6ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους συγκροτήθηκε στη Σάμο μεταξύ 24 Οκτωβρίου 1916 και 31 Μαρτίου 1917.

Στις 27 Νοεμβρίου 1919 συγκροτείται το Σώμα Στρατού Σμύρνης από τις Μεραρχίες Αρχιπελάγους και Σμύρνης.

Στις 24 Δεκεμβρίου 1920 η Μεραρχία Αρχιπελάγους μετονομάστηκε σε VIIη Μεραρχία ΠΖ, τα δε οργανικά της 4ο, 5ο και 6ο Συντάγματα Αρχιπελάγους, μετονομάστηκαν σε 22ο, 23ο και 37ο Συντάγματα ΠΖ αντίστοιχα. [Η εξέλιξη του Ελληνικού Στρατού στις αρχές του 20ου αιώνα: Από την ανυπαρξία σε εργαλείο εθνικής πολιτικής, του Ταξίαρχου ε.α. Βασιλείου  Λουμιώτη]

Το 1935 η δικτατορική  κυβέρνηση Γ. Κονδύλη μετονόμασε τη «Γενική Διοίκηση Νήσων Αιγαίου Πελάγους» σε «Γενική Διοίκηση Νήσων Αρχιπελάγους».

Σήμερα η ονομασία «Αρχιπέλαγος» επιβιώνει στις τάξεις του Ελληνικού Στρατού μόνο στην 98η Ανώτερη Διοίκηση Ταγμάτων Εθνοφυλακής "Αρχιπέλαγος" (πλήρης τίτλος: 98η Ανώτερη Διοίκηση Ταγμάτων Εθνοφυλακής "ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΥΣ", 98 ΑΔΤΕ) που  είναι ταξιαρχία μηχανοκίνητου πεζικού του Ελληνικού Στρατού Ξηράς η οποία ευθύνεται για την άμυνα του νησιού της Λέσβου. Τον Οκτώβριο του 2009 η 98η ΑΔΤΕ απέκτησε τον τιμητικό τίτλο "Αρχιπέλαγος", εις ανάμνηση της μεραρχίας «Αρχιπέλαγος», η οποία πολέμησε σε συγκρούσεις του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και της Μικρασιατικής Εκστρατείας [Στρατός και Ενημέρωση, σελ. 30]

Ως προς τους όρους που πρέπει να πληρούνται σύμφωνα με το άρθρο 46 της Σύμβασης  (Αρχιπελαγικά Κράτη) ώστε η Ελλάς να δικαιούται να υιοθετήσει αρχιπελαγικά  ύδατα , ήτοι  το σύμπλεγμα νήσων να  είναι τόσο στενά  σ υ ν δ ε δ ε μ έ ν α  μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν μια  α υ τ ο τ ε λ ή    γ ε ω γ ρ α φ ι κ ή,  ο ι κ ο ν ο μ ι κ ή  και  π ο λ ι τ ι κ ή   ε ν ό τ η τ α,  ή που θεωρούνται  ι σ τ ο ρ ι κ ά  ότι σχηματίζουν μια τέτοια  ε ν ό τ η τ α , δεν θα αναφερθώ στην αυτονόητη γεωγραφική, πολιτική, οικονομική και ιστορική  συμπαγή ενότητα των κυρίως νησιωτικών συμπλεγμάτων του Αιγαιακού Αρχιπελάγους (Νησιωτικό σύμπλεγμα Βορειοανατολικού Αιγαίου, Νησιά Χαλκιδικής, Νησιωτικό σύμπλεγμα Βορείων Σποράδων, Νησιωτικό σύμπλεγμα Νησιών Αργοσαρωνικού, Νησιωτικό σύμπλεγμα Επτανήσων των Νήσων Κύθηρα και Αντικύθηρα με κρίσιμο ρόλο στις θαλάσσιες ζώνες του Αιγαιακού Αρχιπελάγους, Νησιωτικό σύμπλεγμα Κυκλάδων, Νησιωτικό σύμπλεγμα Δωδεκανήσων και Νησιώτικο Σύμπλεγμα τής Περιφέρειας Κρήτης),  αλλά θα αναφερθώ στην ενότητα με την ηπειρωτική Ελλάδα των δεκατεσσάρων (14) νησιών του  συμπλέγματος Μεγίστης (Καστελλορίζου) των οποίων η  ενότητα με την ηπειρωτική Ελλάδα  α μ φ ι σ β η τ ε ί τ α ι  κατά τους τουρκικούς ισχυρισμούς και τους ισχυρισμούς κύκλων της ελληνικής κυβέρνησης, καθώς δεν λαμβάνουν υπόψη την οικονομική, πολιτική και ιστορική ενότητα  λόγω τάχα  της μη γεωγραφικής ενότητας της  Μεγίστης με την ηπειρωτική Ελλάδα. Περαιτέρω, δεν  θα αναφερθώ στην  α υ τ ο ν ό η τ η   πολιτική και οικονομική συμπαγή ενότητα του Νησιωτικού Συμπλέγματος της Μεγίστης με την ηπειρωτική Ελλάδα, αλλά στην ιστορική ενότητα ώστε να καταδειχθεί το ιστορικό βάθος που αναιρεί τους τουρκικούς ισχυρισμούς αλλά και τους ελληνικούς ισχυρισμούς που υπονομεύουν ευθέως τα ελληνικά εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαιακό Αρχιπέλαγος.

Το όνομα Μεγίστη ετυμολογείται από τον  Α Π Ό Λ Λ Ω Ν Α   Μ Ε Γ Ι Σ Τ Έ Ο  καθώς το νησί κοσμούσε ο  περίλαμπρος  Ναός τού  Απόλλωνος Μεγιστέως τα λείψανα του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα. Η λατρεία του Αιγαιακού Θεού (Απόλλωνα Μεγιστέως) ήταν διαδεδομένη στο νησί, καθώς και στα μικρασιατικά παράλια, όπως στα Πάταρα της Λυκίας όπου επίσης υπήρχε υπέρλαμπρος Ναός του Απόλλωνα Μεγιστέως, από όπου και η λατρεία του Θεού εισήχθη στη Νήσο Μεγίστη. Βλέπουμε λοιπόν ότι, αν και μικρό νησί, η Μεγίστη έχει μεγάλη Ιστορία, αφού είχε κατοικηθεί ήδη από τη νεολιθική εποχή, ενώ στη συνέχεια αποικίστηκε από τους  Δ ω ρ ι ε ί ς,  όπως και όλα τα Δωδεκάνησα. Οι Δωριείς έδωσαν στο νησί και το όνομα Μεγίστη, όπως ακόμα ονομάζεται επίσημα ο δήμος. Το νησί είχε ανεπτυγμένο Ελληνικό Πολιτισμό, από την προϊστορική περίοδο αν κρίνει κανείς από τα αρχαία ευρήματα, προϊστορικούς πελέκεις, που οι ντόπιοι αποκαλούν «αστροπελέκια», επιγραφές,  μ υ κ η ν α ϊ κ ο ύ ς  τάφους, τα πολυγωνικά, ισοδομικά και  κ υ κ λ ώ π ε ι α  τείχη όπως αυτά της Τίρυνθας! Την ονομασία Καστελόριζο η Μεγίστη έλαβε περί το τέλος του 14ου αιώνα, από τους ρωμαίους  Ιωαννίτες Ιππότες, επί του 8ου Μαγίστρου του Τάγματος, όταν έκτισαν επί του κοκκινωπού βράχου παρά την είσοδο του λιμένα, κάστρο υπό το οποίο αναπτύχθηκε η πόλη (στου Καστελίου τη ρίζα). Χαρακτηριστικό της αδιάλειπτης συνέχειας του Ελληνισμού στη Μέγιστη από την εποχή της Λατρείας του Αιγαιακού Θεού Απόλλωνα Μεγιστέως μέχρι την ίδρυση του ελληνικού κράτους στις μέρες μας,  που αποδεικνύει την ιστορική ενότητα και συνέχεια  της ελληνικής παρουσίας στο νησί, τούτο δε ανεξάρτητα από τις αντιφάσεις που ορίζουν την ιστορική στο χρόνο πορεία κάθε έθνους και σφραγίζουν τη μοίρα του, είναι η ανέγερση το 1835 από το νεοσύστατο ελληνικό κράτος του μητροπολιτικού ναού Μεγίστης αφιερωμένου  στον Άγιο Κωνσταντίνο τον Μέγα και την Αγία Ελένη· πρόκειται για εκκλησία ⛪ εξαιρετικής τέχνης, σε ρυθμό τρίκλυτης θολωτής βασιλικής, με πλούσια εικονογράφηση, μαρμάρινα τέμπλα και πανύψηλο μαρμάρινο καμπαναριό, με τη  στέγη να στηρίζεται σε δώδεκα υπέροχους μονολιθικούς γρανιτένιους κίονες που μεταφέρθηκαν από τον κατεστραμμένο Ναό του Απόλλωνα Μεγιστέως στα Πάταρα της Λυκίας, στη Μικρά Ασία.  [με πληροφορίες από Wikipedia: Καστελόριζο]

Επί του νομικού σκέλους της Νήσου Μεγίστης, σύμφωνα με τη σύμβαση, λεκτέο ότι: οι αρχιπελαγικές γραμμές βάσης που ενώνουν τα ακρότατα σημεία των πλέον απομακρυσμένων νήσων και συνιστούν τις γραμμές βάσεις για την οριοθέτηση των διαφόρων θαλασσίων ζωνών του κράτους με εξαίρεση τα εσωτερικά ύδατα (κόλποι, εκβολές και κοίτες ποταμών , λίμνες, λιμένες κλπ.) πρέπει να χαράσσονται με τέτοιο τρόπο ώστε ο λόγος του εμβαδού της επιφάνειας των υδάτων προς το εμβαδόν της επιφάνειας της ξηράς να είναι μεταξύ 1/1 και 9/1. Το μήκος των γραμμών δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 100 ν.μ. ή κατ’ εξαίρεση το 3% του συνολικού αριθμού των γραμμών βάσης, να έχει μέγιστο μήκος τα 125 ν.μ., και η χάραξη δεν πρέπει να παρεκκλίνει αισθητά από τη γενική διαμόρφωση του αρχιπελάγους.

[«Δηλαδή, εάν η ελληνική  ξηρά έχει έκταση 100 τ.μ., τότε η θαλάσσια επιφάνεια του Ελληνικού Αρχιπελάγους  θα πρέπει να κυμαίνεται από 100 έως 900 τ.μ. . Είναι προφανές ότι η αύξηση του συντελεστή της επιφανείας των υδάτων συνεπάγεται την υπαγωγή στις ρυθμίσεις ομάδων νήσων που είναι σχετικά  α π ο μ α κ ρ υ σ μ έ ν ε ς  μεταξύ τους». (Πανεπιστήμιο Πειραιώς , Τμήμα Οικονομικών και Διεθνών Σπουδών , διπλωματική εργασία "Δίκαιο της θάλασσας ..." , Επιβλέπων καθηγητής:  Π.  Λιάκουρας , της Μαγειράκη  Αμαλίας   2017)].

Τούτων δοθέντων η αρχιπελαγική γραμμή βάσης που  ενώνει τα ακρότατα σημεία των πλέον απομακρυσμένων νήσων Ρόδου και Μεγίστης και συνιστά τη γραμμή βάσης για την οριοθέτηση των ελληνικών θαλάσσιων ζωνών πληροί, τόσο μεμονωμένα όσο και συνολικά, τα κριτήρια που θέτει η  Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) και συγκεκριμένα,

(α) ο λόγος του εμβαδού της επιφάνειας των ελληνικών αρχιπελαγικών υδάτων προς το εμβαδόν της επιφάνειας της ξηράς τής ελληνικής επικράτειας, του νησιωτικού συμπλέγματος της Μεγίστης συμπεριλαμβανομένου,  δ ε ν  υπερβαίνει τον λόγο 9 / 1 και,

(β) η αρχιπελαγική γραμμή βάσης που ενώνει τα ακρότατα σημεία των πλέον απομακρυσμένων νήσων Ρόδου και Μεγίστης και συνιστά τη γραμμή βάσης για την οριοθέτηση των ελληνικών θαλάσσιων ζωνών   δ ε ν   υπερβαίνει τα 100 ν.μ. , καθόσον η αρχιπελαγική γραμμή που ενώνει το ακρότατο Βόρειο Άκρο της Ρόδου με το Βόρειο Άκρο της Μεγίστης, που συνιστά εν προκειμένω γραμμή βάσης για την οριοθέτηση των ελληνικών θαλάσσιων ζωνών στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ρόδου και Μεγίστης, είναι 68,70 ν.μ. [εικόνα 4] , ήτοι κάτω του ορίου των 100 ν.μ που θέτει η Σύμβαση, πρόσθετα δε , η παραπάνω γραμμή βάσης  δ ε ν   παρεκκλίνει αισθητά από τη γενική διαμόρφωση του Αιγαιακού Αρχιπελάγους, ούτε και αποκοπή δημιουργεί εν σχέσει με την  ηπειρωτική Τουρκία · σύμφωνη όμως με τον κανόνα  της Σύμβασης είναι και η έτερη γραμμή βάσης, αυτή που ενώνει το Νότιο Άκρο τής Στρογγύλης (που ανήκει στο νησιωτικό σύμπλεγμα τής Μεγίστης) με το Δυτικό Άκρο τής Καρπάθου, που συνιστά εν προκειμένω γραμμή βάσης για την οριοθέτηση των νοτιοανατολικών ελληνικών θαλάσσιων ζωνών μεταξύ Καρπάθου και Μεγίστης, η οποία είναι 122,22 ν.μ. [εικόνα 4] ήτοι  ε ν τ ό ς  του -- κατ’ εξαίρεση ορίου που η Σύμβαση θέτει -- των 125 ν.μ. για το 3% του συνολικού αριθμού των γραμμών βάσης, πρόσθετα δε , η παραπάνω γραμμή βάσης  δ ε ν   παρεκκλίνει από τη γενική διαμόρφωση του Αιγαιακού Αρχιπελάγους.


Στην περίπτωση υιοθέτησης αρχιπελαγικών υδάτων από την Ελλάδα, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας τα αρχιπελαγικά ύδατα συνιστούν νομικά ειδικό καθεστώς κυριαρχίας, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα εξής χαρακτηριστικά: (α) τα γεωγραφικά όρια τους είναι  ό λ η  η θαλάσσια περιοχή που περικλείεται με τις ανωτέρω γραμμές βάσης (πλην των εσωτερικών υδάτων) (β) το αρχιπελαγικό κράτος διαθέτει κυριαρχία, η οποία εκτείνεται και στον εναέριο χώρο και στο υπέδαφος και (γ) αναγνωρίζεται πέραν της αβλαβούς διέλευσης και η αρχιπελαγική διέλευση σε ειδικούς θαλάσσιους διαδρόμους,  χ ω ρ ί ς  δικαίωμα άρνησης / παρεμπόδισης της ναυσιπλοΐας από το Αρχιπελαγικό κράτος, η οποία προσομοιάζει με τον πλου διέλευσης, γεγονός που αναιρεί τους τουρκικούς (και ελληνικούς) ισχυρισμούς που υποστηρίζουν το αφήγημα ανεπαρκών θαλάσσιων διαδρόμων για την Τουρκία αν αναγνωριστούν πλήρη δικαιώματα στα ελληνικά νησιά…

Στο σημείο αυτό θα πρέπει  να υπογραμμισθεί ότι πολλά  κράτη προέβησαν σε  διεκδίκηση αρχιπελαγικού  καθεστώτος, πιο  συγκεκριμένα μέχρι την 10η Σεπτεμβρίου 2013 ο αριθμός  των κρατών αυτών έφθασε τα 22.  Με βάση την παραδοχή  ότι «η πλειοψηφία των  κρατών που δικαιούνται να  υιοθετήσουν αρχιπελαγικά  ύδατα το έχουν  ή δ η  πράξει» καθίσταται  σαφές ότι «η έννοια  των  αρχιπελαγικών υδάτων»  συνιστά «ε θ ι μ ι κ ό  κανόνα» (Πανεπιστήμιο Πειραιώς , Τμήμα Οικονομικών και Διεθνών Σπουδών , διπλωματική εργασία "Δίκαιο της θάλασσας ..." , Επιβλέπων καθηγητής:  Π.  Λιάκουρας , της Μαγειράκη  Αμαλίας   2017)]

Η Ελλάδα, ωστόσο, αν και δικαιούται να υιοθετήσει αρχιπελαγικά  ύδατα   ο υ δ έ π ο τ ε  μέχρι σήμερα το έχει πράξει.

Αδιάψευστος μάρτυρας του δικαιώματος σε υιοθέτηση αρχιπελαγικών υδάτων από την Ελλάδα, είναι η οριοθέτηση της ελληνικής ΑΟΖ  από τον διεθνώς αναγνωρισμένο φλαμανδικό Οργανισμό Marine Regions. Η οριοθέτηση της ελληνικής ΑΟΖ από την Marine Regions (βλ. εικόνες  5, 6) έγινε βάσει των διατάξεων της  Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS).


Τα ψηφιακά δεδομένα σε αρχείο KML συμβατό με τους χάρτες  Google Earth 🌎 όπου προβάλλεται η  υφαλοκρηπίδα και η  ΑΟΖ για το σύνολο των χωρών, όπως η  υφαλοκρηπίδα και  η ΑΟΖ έχουν  ανακηρυχθεί/ οριοθετηθεί μεταξύ των χωρών, ή όπως οι χώρες δικαιούνται να οριοθετήσουν βάσει των διατάξεων της  Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), μπορείς να κατεβάσεις από εδώ .

[Το Marine Regions προέκυψε από τα στοιχεία της βάσης δεδομένων  του VLIZ Maritime Boundaries Geodatabase, του Θαλάσσιου Ινστιτούτου της Φλάνδρας, μια παγκοσμίως αναγνωρισμένη πλατφόρμα συντονισμού και πληροφόρησης για τη θαλάσσια και παράκτια έρευνα στη Φλάνδρα.  Προωθεί επίσης και υποστηρίζει τη διεθνή εμπειρία της φλαμανδικής θαλάσσιας επιστημονικής έρευνας και της διεθνούς θαλάσσιας εκπαίδευσης ως εταίρου σε διάφορα έργα και δίκτυα. Πρόκειται για  μια βάση δεδομένων με γεωγραφικά δεδομένα, κυρίως θαλάσσιες ζώνες, όπως θάλασσες, ακτές, αιγιαλοί, κορυφογραμμές, όρμοι κλπ που χρησιμοποιούνται στη θαλάσσια έρευνα.  Η ερευνητική κατεύθυνση αν και είναι κυρίως βελγική που επικεντρώνεται στις θαλάσσιες ζώνες της Βόρειας Θάλασσας, εντούτοις το  VLIMAR gazetteer είναι παγκόσμιας εμβέλειας.   Σταδιακά περισσότερες περιφερειακές και παγκόσμιες γεωγραφικές πληροφορίες προστέθηκαν στο VLIMAR και ο συνδυασμός αυτών των πληροφοριών με τη βάση δεδομένων της Maritime Boundaries, που αντιπροσωπεύει την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) και Υφαλοκρηπίδα σε παγκόσμια βάση, οδήγησε στη δημιουργία του διεθνώς αναγνωρισμένου marineregions.org .

Σημειωτέων ότι για τον υπολογισμό και τη σχεδίαση των γραμμών βάσεως για την οριοθέτηση ΑΟΖ  όπως ορίζονται από την UNCLOS και περιλαμβάνονται στη βάση δεδομένων τής  Marine Regions, που πρέπει να υπολογίζονται σε γεωειδή επιφάνεια και απαιτούν λογισμικό ανώτερης Γεωδαισίας, καθώς ο υπολογισμός και η σχεδίαση είναι πολύ περίπλοκες, τα κράτη χρησιμοποιούν λογισμικό ανώτερης Γεωδαισίας, κυρίως δύο λογισμικά για τέτοιου είδους υπολογισμούς: το Caris Los  και το Geocap.  Οι κυβερνήσεις  χρησιμοποίησαν τα παραπάνω λογισμικά προγράμματα στον υπολογισμό για την υποβολή του εξωτερικού ορίου της υφαλοκρηπίδας όπως ζήτησε ο ΟΗΕ το 2009.]

Αντί κατακλείδας

Δεν υπάρχει Διεθνής Σύμβαση, Έθιμο ή Κανόνας , δε νοείται δικαιοδοτικό όργανο, είτε πρόκειται για το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είτε για το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας του Αμβούργου που μπορεί (κι αν ακόμη υποτεθεί ότι ήθελε μεροληπτήσει υπέρ των τουρκικών θέσεων)  να   α ν α τ ρ έ ψ ε ι   π ρ ο κ λ η τ ι κ ά   την υπέροχη 2/1 Ελλάδας - Τουρκίας στο  μ ή κ ο ς   α κ τ ο γ ρ α μ μ ή ς, αφήνοντας ανεφάρμοστο τον θεμελιώδη στο Δίκαιο της Θάλασσας κανόνα που λαμβάνει υπόψη  Ό Χ Ι  την ακτογραμμή της Μεγίστης , της Ρόδου, κλπ, σε σύγκριση με το μήκος που έχουν οι αντικείμενες τουρκικές ακτές, αλλά "το μήκος  Σ Υ Ν Ο Λ Ι Κ Ά  των ακτών Ελλάδας και Τουρκίας, κάνοντας δεκτές τις τουρκικές θέσεις έτσι που η τουρκική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ να καταλαμβάνει θαλάσσια περιοχή που φτάνει στο μέσο περίπου του Αιγαίου Πελάγους , δ ι α τ α ρ ά σ σ ο ν τ α ς    α κ ρ α ί α  τον αριθμητικό λόγο "μήκος ακτογραμμής/ αποδιδόμενης θαλάσσιας περιοχής"  υ π έ ρ  της Τουρκίας (!) , όταν μάλιστα η ελληνική ακτογραμμή είναι  δ ι π λ ά σ ι α  της τουρκικής, προκαλώντας  σ ο β α ρ ή   δ υ σ α ν α λ ο γ ί α  μεταξύ του μήκους των ακτών Ελλάδας και Τουρκίας και της αποδιδόμενης θαλάσσιας έκτασης ζώνης στα αντίδικα κράτη, σε ποσοστό συντριπτικά  υ π έ ρ  της Τουρκίας που έχει τη  μ ι σ ή  σε μήκος ακτογραμμή της Ελλάδος.

Τέτοια ανατροπή  δ ε ν  μπορεί  να γίνει με κριτήρια  ν ο μ ι κ ά· τέτοια ανατροπή δεν έγινε ούτε στην ακραία περίπτωση της αντιδικίας Νικαράγουα και Κολομβίας όπου το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η σχέση των ακτών των δύο χωρών είναι  8  προς 1, ωστόσο η έκταση των θαλάσσιων ζωνών που αποδόθηκαν, με την προσθήκη και άλλων παραμέτρων στην κρίση του Δικαστηρίου, μείωσε σημαντικά αυτή τη σχέση σε 1 προς 3  ΠΆΝΤΟΤΕ   Υ Π Έ Ρ  της Νικαράγουα.

Έτσι εχόντων των πραγμάτων είναι προφανές ότι η  ικανοποίηση των τουρκικών μαξιμαλιστικών θέσεων δε δύναται να γίνει  ν ο μ ι κ ά  μέσα από διαδικασίες διαιτησίας διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων που προβλέπει η  Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS).

Οι τουρκικές θέσεις που ανατρέπουν  προκλητικά τον  αριθμητικό λόγο "μήκος ακτογραμμής/ αποδιδόμενης θαλάσσιας περιοχής"  υ π έ ρ  της Τουρκίας (όπως οι διεκδικήσεις αυτές  αποτυπώνονται στους χάρτες που η Τουρκία έδωσε στη δημοσιότητα τον Ιούλιο του 2020 – βλ. εικόνες 7 , 8)  καίτοι η Ελλάδα έχει  δ ι π λ ά σ ι ο  από την Τουρκία μήκος ακτογραμμής, μπορεί να ικανοποιηθούν  μ ό ν ο  εφόσον η Ελλάς παραδώσει   ο ι κ ε ι ο θ ε λ ώ ς  στην Τουρκία εθνική της κυριαρχία.


Η ικανοποίηση των εξωφρενικών νομικά τουρκικών θέσεων μπορεί να γίνει μόνο εφόσον η Ελλάς σε μία άνευ προηγουμένου στα νομικά και διπλωματικά χρονικά  παραδώσει οικειοθελώς  στην Τουρκία ελληνική εθνική κυριαρχία  με διμερή συμφωνία μηδενικής ή μειωμένης επήρειας σημαντικών ελληνικών νησιών στην οριοθέτηση των ελληνικών θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαιακό  Α ρ χ ι π έ λ α γ ο ς.

Μονόδρομος συνεπώς για την Ελλάδα η επίκαιρη ρήση του  ρήτορα Δημοσθένη: «Πόλεμος ένδοξος, ειρήνης αισχράς αιρετώτερος». Δηλαδή «Ο ένδοξος πόλεμος είναι προτιμότερος από τη ντροπιαστική ειρήνη».

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Οι Συμβάσεις Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου υπό το πρίσμα (α) της τελευταίας απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση C-81/19 NG και OH κατά SC Banca Transilvania SA και (β) της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 4/2019 απόφασή της 11 Jul 2020 2:32 PM (5 years ago)



Με την υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος ορίστηκαν οι όροι και οι προϋποθέσεις για την ελάχιστη ενημέρωση που οφείλουν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα που πρέπει να περιλαμβάνει τη  δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το   κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, τόσο για τις καταβαλλόμενες  δ ό σ ε ι ς  όσο και για το άληκτο  κ ε φ ά λ α ι ο. 

Ο αμφισβητούμενος όρος στις συμβάσεις Eurobank και Πειραιώς: «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής».

Ο αμφισβητούμενος όρος στις συμβάσεις της Εθνικής Τράπεζας: «Οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου θα υπολογίζονται σε ελβετικά Φράγκα και θα εξοφλούνται κατά το ισότιμο ποσό σε Ευρώ, το οποίο προκύπτει από τη μετατροπή του ποσού της δόσης από ελβετικά Φράγκα σε Ευρώ με βάση την τιμή πώλησης από την Τράπεζα του ελβετικού φράγκου κατά την ημερομηνία πληρωμής της δόσης».

Τι είπε η υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου: Ότι δηλωτικοί όροι μιας σύμβασης είναι οι συμβατικοί όροι που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις αναγκαστικού ή ενδοτικού δικαίου. Ότι κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ "Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις  αναγκαστικού  δικαίου δεν   υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας" (εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας). Ότι  αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής τής Οδηγίας και  εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας οι συμβατικές ρήτρες που, ως δηλωτικοί όροι τής σύμβασης, απηχούν τις  ε ν δ ο τ ι κ ο ύ  δικαίου διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας χωρίς να τροποποιούν το περιεχόμενο τους ή το πεδίο εφαρμογή τους.

Τι είπε το Ευρωδικαστήριο  στην  υπόθεση C-81/19 NG και OH κατά SC Banca Transilvania SA: Ότι συμβατική ρήτρα που δεν αποτέλεσε το αντικείμενο διαπραγματεύσεως, πλην όμως απηχεί κανόνα ο οποίος, κατά το εθνικό δίκαιο, εφαρμόζεται μεταξύ των συμβαλλομένων εφόσον δεν έχει συμφωνηθεί άλλως επί του συγκεκριμένου ζητήματος, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης περί καταχρηστικών ρητρών των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές. Συνεπώς,  όταν η πληττόμενη ως καταχρηστική ρήτρα των γενικών όρων της σύμβασης απηχεί εθνική διάταξη ενδοτικού δικαίου, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εξαιρέσεως που προβλέπει η οδηγία 93/13 (εξαιρείται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας).

1. Για τις συμβάσεις τής Eurobank και της Πειραιώς, για τον επίδικο συμβατικό όρο («Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής») ισχύουν τα κάτωθι:

(I) Δεν είναι ασυμβίβαστη προς την έννοια το δανείου η συνομολόγηση όρου, κατά τον οποίο ο δανειολήπτης, αντί του ληφθέντος ξένου νομίσματος, οφείλει να αποδώσει το δάνεισμα διαζευκτικά είτε σε ξένο είτε σε εγχώριο νόμισμα. Μία τέτοια διαζευκτική ενοχή (διαζευκτική πληρωμή) παραγωγικό λόγο έχει εν προκειμένω τη σύμβαση, ρυθμίζεται δε από τα άρθρα 305-315 ΑΚ. 

Κατά το άρθρο 305 του  Αστικού Κώδικα (διαζευκτική  ενοχή) «Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή διαζευκτική), το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης.». Η διαζευκτική ενοχή της ΑΚ 305 είναι η ενοχή που παράγει ενιαία αξίωση και στην οποία από την αρχή της σύστασής της οφείλονται δύο ή περισσότερες αυτοτελείς παροχές από τις οποίες τελικά μία μόνο θα καταβληθεί, που θα  κ α θ ο ρ ι σ τ ε ί  από τον δικαιούμενο να κάνει την  ε π ι λ ο γ ή, οπότε και καταλύεται η όλη ενοχή. Η διάζευξη της ενοχής μπορεί ν' αφορά είτε περισσότερες παροχές, είτε διάφορα μέρη μιας και της αυτής παροχής, δηλαδή τον τρόπο, τον τόπο ή το χρόνο της εκπλήρωσης οι περισσότερες παροχές μπορεί να είναι γένους ή είδους ή μια γένους και η άλλη είδους. Οι διατάξεις των άρθρ 305-315 ΑΚ συνιστούν  ε ν δ ο τ ι κ ό  δίκαιο και συνεπώς δεν αποκλείεται α ν τ ί θ ε τ ο υ  περιεχομένου συμφωνία των μερών. [Βαθρακοκοίλης, Ερμηνεία Αστικού Δικαίου,  άρθρο 305 ΑΚ]

Κατά το άρθρο 291 του  Αστικού Κώδικα (Παροχή σε ξένο νόμισμα) «Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής». Η διάταξη, της οποίας δικαιολογητικός λόγος είναι η προστασία και η αδιατάραχτη εξέλιξη των συναλλαγών στη χώρα, περιέχει κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ρητώς καθιερώνει δ ι α ζ ε υ κ τ ι κ ή   ε υ χ έ ρ ε ι α   αυτού που οφείλει αλλοδαπό χρήμα, με προτίμηση υπέρ του χρόνου της πληρωμής, ως κρίσιμου για την ισοτιμία μεταξύ του ξένου in obligatione και εγχώριου in solutione νομίσματος. Το «αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο» αφορά στο ουσιαστικό τμήμα δικαίου, το οποίο είναι ius gogens, και προσδίνει  ε ν δ ο τ ι κ ό  χαρακτήρα στη διάταξη. [Βαθρακοκοίλης, Ερμηνεία Αστικού Δικαίου,  άρθρο 291 ΑΚ]

Η διαφορά των ΑΚ 291 και 305  έγκειται εν προκειμένω στο ότι η 291 παρέχει στον οφειλέτη διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α  πληρωμής του οφειλόμενου ξένου νομίσματος σε εγχώριο (με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής), άρα η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά επί  α π λ ή ς  ενοχής ξένου νομίσματος. Αντίθετα, η ΑΚ 291  δ ε ν  εφαρμόζεται επί διαζευκτικής ενοχής (δηλαδή  υ π ο χ ρ ε ώ σ ε ω ς  πληρωμής είτε σε εγχώριο είτε σε αλλοδαπό νόμισμα), στην περίπτωση που ο οφειλέτης, ως είχε δικαίωμα, επιλέγει την πληρωμή σε εγχώριο νόμισμα, ως η ΑΚ 305 ορίζει.

Εσφαλμένη είναι η κρίση Πλήρους  Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που εξέδωσε την  υπ’ αριθμ. 4/2019  ότι ο παραπάνω όρος (συμβάσεις Eurobank και Πειραιώς: «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης  υ π ο χ ρ ε ο ύ τ α ι  να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα  ε ί τ ε  στο νόμισμα της χορήγησης,  ε ί τ ε  σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής»)   αντανακλά συμβατική ρήτρα που απηχεί την εθνική ρύθμιση ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 291 («Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής»), καθότι ο ως άνω συμβατικός όρος περί  υ π ο χ ρ έ ω σ η ς  πληρωμής του δανείσματος  ε ί τ ε  σε αλλοδαπό  ε ί τ ε  σε εγχώριο νόμισμα  δ ε ν  μπορεί να θεωρηθεί ως  δ η λ ω τ ι κ ό ς  όρος κατά την προπαρατεθείσα έννοια, δηλαδή ως συμβατική ρήτρα που απηχεί εθνική νομοθετική ρύθμιση αναγκαστικού ή  ε ν δ ο τ ι κ ο ύ  δικαίου και συγκεκριμένα εκείνη του άρθρου 291 ΑΚ. 

Και τούτο διότι, σύμφωνα με τον (νομικώς ορθό) δικανικό συλλογισμό της μειοψηφίας έντεκα μελών της σύνθεσης της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που εξέδωσε την  υπ’ αριθμ. 4/2019 απόφασή της, ο ως άνω συμβατικός όρος περί  πληρωμής του δανείσματος είτε σε αλλοδαπό είτε σε εγχώριο νόμισμα απηχεί την ενδοτικού δικαίου διάταξη του άρθρου 305 ΑΚ [Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή διαζευκτική), το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης].

Η 291 ΑΚ παρέχει στον οφειλέτη διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α  πληρωμής του οφειλόμενου ξένου νομίσματος σε εγχώριο (με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής), επομένως, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά επί  α π λ ή ς  ενοχής ξένου νομίσματος με  διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α  πληρωμής σε εγχώριο νόμισμα. Αντίθετα, δεν εφαρμόζεται επί διαζευκτικής ενοχής (δηλαδή  υ π ο χ ρ ε ώ σ ε ω ς  πληρωμής είτε σε εγχώριο είτε σε αλλοδαπό νόμισμα), στην περίπτωση που ο οφειλέτης, ως είχε δικαίωμα, ήδη επέλεξε την πληρωμή σε εγχώριο νόμισμα.

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι επί τραπεζικού δανείου με δάνεισμα σε αλλοδαπό νόμισμα, αν προβλέπεται στην δανειακή σύμβαση διαζευκτική  υ π ο χ ρ έ ω σ η  (και  ό χ ι  απλή  ε υ χ έ ρ ε ι α) του οφειλέτη δανειολήπτη να εκπληρώσει τις εκ του δανείου υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο (αλλοδαπό) νόμισμα χορήγησης είτε σε Ευρώ (με βάση την τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης κατά το χρόνο καταβολής) και ο οφειλέτης, έχοντας προς τούτο το δικαίωμα, επιλέγει  να πληρώσει σε Ευρώ, στο οποίο και συγκεντρώθηκε η απλή πλέον ενοχή του,  δ ε ν  είναι εφαρμοστέα η ρύθμιση του άρθρου 291 ΑΚ. [βλ. μειοψηφία έντεκα μελών της σύνθεσης της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που εξέδωσε την  υπ’ αριθμ. 4/2019 απόφασή της]

(II) Κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ «Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.
Η έκφραση "νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου" που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 καλύπτει επίσης τους κανόνες οι οποίοι εφαρμόζονται κατά νόμον μεταξύ των συμβαλλομένων, εάν δεν έχει συμφωνηθεί άλλως.».

Δεδομένου ότι η εν λόγω συμβατική ρήτρα των γενικών όρων (συμβάσεις Eurobank και Πειραιώς) της οποίας τον καταχρηστικό χαρακτήρα προβάλλουμε οι ενάγοντες, απηχεί την εθνική διάταξη ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 305, εμπίπτει καταρχήν στο πεδίο εφαρμογής της  ε ξ α ι ρ έ σ ε ω ς  που προβλέπει η οδηγία 93/13 (εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας). Και τούτο, διότι ο όρος «νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου», καλύπτει και κανόνες οι οποίοι, κατά το εθνικό δίκαιο, εφαρμόζονται μεταξύ των συμβαλλομένων εφόσον δεν έχει συμφωνηθεί άλλως, άρα, από της απόψεως αυτής, η συγκεκριμένη διάταξη  ο υ δ ό λ ω ς   δ ι α κ ρ ί ν ε ι  μεταξύ διατάξεων αναγκαστικού δικαίου  που έχουν εφαρμογή ανεξαρτήτως της επιλογής των συμβαλλομένων και διατάξεων ενδοτικού δικαίου. [Απόφαση στην υπόθεση C-81/19 NG και OH κατά SC Banca Transilvania SA]

Επιπλέον το  γεγονός ότι η συμβατική εν λόγω ρήτρα (συμβάσεις Eurobank και  Πειραιώς)  απηχούσα εκ πρώτης απόψεως μια από τις διατάξεις τις οποίες μνημονεύει η επίμαχη οδηγία 93/13 (ενδοτικού, εν προκειμένω, δικαίου) δεν αποτέλεσε το αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως, όπως στην ένδικη περίπτωση συνέβη,  δ ε ν  ασκεί επιρροή στο ζήτημα της εξαιρέσεώς της από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής. [Απόφαση στην υπόθεση C-81/19 NG και OH κατά SC Banca Transilvania SA]

Έτσι εχόντων των πραγμάτων ο εν λόγω συμβατικός όρος (στις συμβάσεις Eurobank και Πειραιώς) συνιστά καταρχήν   δηλωτικό όρο που απηχεί την εθνική ρύθμιση ενδοτικού δικαίου τής ΑΚ 305 («Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία, το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης»), συνεπώς, ως δηλωτικός όρος της σύμβασης, δοθέντος ότι απηχεί εθνικές ρυθμίσεις -- σύμφωνα με την Οδηγία εκτός από αναγκαστικού και -- ενδοτικού δικαίου, ο όρος αυτός (της σύμβασης) εξαιρείται , καταρχήν, του δικαστικού ελέγχου καταχρηστικότητας, διότι δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ. 

Η εν λόγω ωστόσο εξαίρεση τελεί υπό την  α ί ρ ε σ η   ότι Ο ΔΗΛΩΤΙΚΌΣ ΌΡΟΣ ΤΗΣ ΣΎΜΒΑΣΗΣ ΠΟΥ ΑΠΗΧΕΊ ΕΘΝΙΚΉ ΔΙΆΤΑΞΗ ΕΝΔΟΤΙΚΟΎ ΔΙΚΑΊΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΛΑΜΒΆΝΕΤΑΙ ΣΤΗ  ΣΎΜΒΑΣΗ ΠΟΥ ΣΥΝΆΠΤΕΤΑΙ  ΜΕΤΑΞΎ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΊΑ (ΤΡΆΠΕΖΑ) ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΉ (ΔΑΝΕΙΟΛΉΠΤΗ) ΔΕΝ ΕΞΑΡΤΆΤΑΙ ΑΠΌ ΠΡΌΣΘΕΤΟΥΣ  ΌΡΟΥΣ  ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΈΣΕΙΣ ΠΟΥ ΤΊΘΕΝΤΑΙ ΑΠΟ ΑΛΛΕΣ    Α Ν Α Γ Κ Α Σ Τ Ι Κ Ο Ύ  ΔΙΚΑΊΟΥ  ΔΙΑΤΆΞΕΙΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΎΝ ΕΜΦΑΝΏΣ ΤΟ  Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ό Μ Ε Ν Ο   Ή  ΤΟ  Π Ε Δ Ί Ο  ΕΦΑΡΜΟΓΉΣ ΤΟΥ ΔΗΛΩΤΙΚΟΥ ΕΝ ΛΌΓΩ ΌΡΟΥ ΤΗΣ ΣΎΜΒΑΣΗΣ ΠΟΥ ΑΠΗΧΕΊ ΤΗΝ ΕΠΊΜΑΧΗ ΔΙΆΤΑΞΗ ΕΝΔΟΤΙΚΟΎ ΔΙΚΑΊΟΥ, έτσι που τυχόν  μ ε μ ο ν ω μ έ ν ο ς   αυτεπάγγελτος δικαστικός έλεγχος της συμβατικής ρήτρας από τον εθνικό δικαστή, που κατατείνει στην (εσφαλμένη) παραδοχή σύμφωνα με την οποία η συμβατική εν λόγω ρήτρα, ιδωμένη α ν ε ξ ά ρ τ η τ α  από τις (επίσης αυτεπάγγελτα εξεταζόμενες από τον εθνικό δικαστή) σχετικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου,  συνιστά δηλωτικό όρο της σύμβασης που αντανακλά διάταξη του ενδοτικού δικαίου και συνεπώς εξαιρείται από τον δικαστικό έλεγχο για καταχρηστικότητα,   τ ρ ο π ο π ο ι ε ί  εμφανώς το  π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν ο  της συμβατικής ρήτρας ή το  π ε δ ί ο  εφαρμογής της  δημιουργώντας σοβαρή ανισορροπία μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή προς όφελος του πρώτου και σε ζημία του δεύτερου. 

Τούτων δοθέντων ο  μ ε μ ο ν ω μ έ ν α  δηλωτικός όρος ενδοτικού δικαίου (συμβάσεις Eurobank και Πειραιώς: «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής») που  απηχεί καταρχήν την ενδοτικού δικαίου διάταξη της ΑΚ 305 [«Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή διαζευκτική), το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης»]  Δ Ε Ν  εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εξαιρέσεως που προβλέπει η οδηγία 93/13 και Δ Ε Ν  εξαιρείται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας καθώς  ε λ έ γ χ ε τ α ι  περαιτέρω για καταχρηστικότητα σε  σ υ ν δ υ α σ μ ό  με τις διατάξεις  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου της 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ , καθώς  συνιστά διαζευκτική ενοχή της ΑΚ 305, ενοχή δηλαδή που παράγει ενιαία αξίωση του επαγγελματία (Τράπεζα) κατά καταναλωτή (δανειολήπτη) και στην οποία από την αρχή της σύστασής της οφείλονται δύο  αυτοτελείς παροχές, είτε σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων, είτε σε  Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του ελβετικού Φράγκου την ημέρα της καταβολής, από τις οποίες (παροχές) τελικά μία μόνο θα καταβληθεί από τον καταναλωτή στον επαγγελματία, που θα επιλέξει ο καταναλωτής οφειλέτης, που είναι ο δικαιούμενος να κάνει την επιλογή, οπότε και καταλύεται η όλη ενοχή, γεγονός που υποχρεώνει  το δικαστήριο να ερευνήσει  α υ τ ε π α γ γ έ λ τ ω ς  την εφαρμογή της 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ, διότι επί  μ ε μ ο ν ω μ έ ν η ς   εφαρμογής της ΑΚ 305, δίχως δηλαδή να χωρίσει αυτεπάγγελτος δικαστικός έλεγχος των εφαρμοστέων εν προκειμένω κανόνων της  2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ,  προκύπτουν δύο κατηγορίες δανειοληπτών: η πρώτη που πληρώνει στον επαγγελματία (Τράπεζα) με αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων και δεν υφίσταται ζημία από τη διακύμανση της ισοτιμίας, και η δεύτερη που πληρώνει σε Ευρώ, με την ισοτιμία της ημερομηνίας πληρωμής και, ως εκ τούτου, υφίσταται τεράστια ζημία από τη διακύμανση της ισοτιμίας, ζημία που θα μπορούσε να αντισταθμίσει μόνον η  (αναγκαστικού δικαίου) 2501/2002 Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ, συνεπώς ο εθνικός δικαστής  δεν δύναται να παραλείψει τον αυτεπάγγελτο έλεγχο περί εφαρμογής των (αναγκαστικού δικαίου) διατάξεων τής 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ, διότι διαφορετικά  τ ρ ο π ο π ο ι ε ί τ α ι  εμφανώς  το  π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν ο  της συμβατικής ρήτρας αλλά και το  π ε δ ί ο  εφαρμογής της  δημιουργώντας σοβαρή ανισορροπία μεταξύ επαγγελματία (Τράπεζα) και καταναλωτή (δανειολήπτη) προς όφελος του πρώτου και σε ζημία του δεύτερου. 

Κατά συνέπεια, όταν ο εν λόγω δηλωτικός της σύμβασης όρος (συμβάσεις Eurobank και Πειραιώς) που,  μ ε μ ο ν ω μ έ ν α, αντανακλά την εκδοτικού δικαίου διάταξη της ΑΚ 305 , συνιστά γενικό όρο συναλλαγών (ΓΟΣ),  δ ε ν  εξαιρείται από τον έλεγχο καταχρηστικότητας κατά το ν. 2251/1994 δοθέντος ότι Η ΣΎΜΒΑΣΗ ΈΧΕΙ ΣΥΝΑΦΘΕΊ ΜΕΤΑΞΎ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΊΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΉ ΥΠΌ ΤΟΥΣ ΌΡΟΥΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΈΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΎ ΔΙΚΑΊΟΥ ΠΡΆΞΗΣ 2501/31.10.2002  του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, υποκείμενη ως εκ τούτου σε έλεγχο με βάση την υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, για την ελάχιστη ενημέρωση που οφείλουν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα που πρέπει να περιλαμβάνει τη  δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το   κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, την αρχή της διαφάνειας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 6 εδ. α ν. 2251/1994, όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 1 της ΥΑ 5338/2018, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΚ και την 19η αιτιολογική σκέψη αυτής.

2. Για τις συμβάσεις τής Εθνικής Τράπεζας, για τον επίδικο συμβατικό όρο  («Οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου θα υπολογίζονται σε ελβετικά Φράγκα και θα εξοφλούνται κατά το ισότιμο ποσό σε Ευρώ, το οποίο προκύπτει από τη μετατροπή του ποσού της δόσης από ελβετικά Φράγκα σε Ευρώ με βάση την τιμή πώλησης από την Τράπεζα του ελβετικού φράγκου κατά την ημερομηνία πληρωμής της δόσης») με την  οποίο α π ο κ λ ε ί σ τ η κ ε   η  πληρωμή σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου, ισχύουν τα κάτωθι:

Καθώς με εν λόγω συμβατική ρήτρα  α π ο κ λ ε ί σ τ η κ ε   η πληρωμή σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου, η συμβατική αυτή ρήτρα συνιστά  δ ι ά φ ο ρ η  περίπτωση της εθνικής ρύθμισης ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 291 που  ρ η τ ώ ς  καθιερώνει  δ ι α ζ ε υ κ τ ι κ ή  ευχέρεια αυτού που οφείλει αλλοδαπό χρήμα, με προτίμηση υπέρ του χρόνου της πληρωμής, ως κρίσιμου για την ισοτιμία μεταξύ του ξένου και εγχώριου νομίσματος, καθώς, εν προκειμένω, ο όρος αυτός της Εθνικής Τράπεζας  παρουσιάζει ουσιώδη  α π ό κ λ ι σ η  από τον ενδοτικό    κανόνα της ΑΚ 291, διότι ο εν λόγω συμβατικός όρος  τ ρ ο π ο π ο ι ε ί  εμφανώς το περιεχόμενο και το πεδίο εφαρμογής τής ΑΚ 291, καθώς, προφανές είναι ότι τα μέρη επέλεξαν  α ν τ ί θ ε τ ο υ  περιεχομένου συμφωνία με  α π ο κ λ ε ι σ μ ό  τής ευχέρειας πληρωμής σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου.  

Κατά συνέπεια, ο εν λόγω όρος της σύμβασης  (συμβάσεις Εθνικής Τράπεζας) που συνιστά γενικό όρο συναλλαγών (ΓΟΣ) δεν αντανακλά τον ενδοτικού δικαίου κανόνα της ΑΚ 291 και, ως εκ τούτου, δ ε ν  εξαιρείται από τον έλεγχο καταχρηστικότητας κατά το ν. 2251/1994, υποκείμενη, πέραν των άλλων, σε έλεγχο με βάση την υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, για την ελάχιστη ενημέρωση που οφείλουν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα που πρέπει να περιλαμβάνει τη  δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το   κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, την αρχή της διαφάνειας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 6 εδ. α ν. 2251/1994, όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 1 της ΥΑ 5338/2018, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΚ και την 19η αιτιολογική σκέψη αυτής.

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Δάνεια σε ελβετικό Φράγκο: η υπ' αριθμ. 3607/2020 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών 30 Jun 2020 8:20 AM (5 years ago)



Η απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου επί αγωγής εντολέα μου κατά του ελληνικού Δημοσίου για πρόδηλα σφάλματα των εθνικών δικαστηρίων καθώς οι σχετικές 'αποφάσεις' (έκδοση Διαταγής Πληρωμής και αποφάσεις επί ανακοπών και αναστολών) παραβιάζουν κατάφωρα το ενωσιακό δίκαιο και τη  νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, για τον λόγο ότι παραλείπουν να αποτιμούν  α υ τ ε π α γ γ έ λ τ ω ς  (με δική τους πρωτοβουλία) κατά πόσον οι τυποποιημένες ρήτρες συμβάσεων σε ελβετικό Φράγκο είναι δίκαιες, και δ ε ν  κηρύττουν άκυρες όσες είναι καταχρηστικές.

Η υπόθεση αφορά σε Αγωγή κατά του ελληνικού Δημοσίου, ύψους 180.000 Ευρώ, για  ηθική βλάβη (α) λόγω της απώλειας ακινήτου δανειολήπτη από δάνειο σε ελβετικό Φράγκο  και (β) για τον μακροχρόνιο και δαπανηρό δικαστικό αγώνα που ξεκίνησε, λόγω  πεπλανημένων δικαστικών αποφάσεων της ελληνικής Δικαιοσύνης (έκδοση διαταγής πληρωμής, απόρριψη ανακοπών, ασφαλιστικών μέτρων κλπ),  που παραβιάζουν κατάφωρα το κοινοτικό δίκαιο, επειδή εκδόθηκαν κατά προφανή αντίθεση προς τη σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

Η οδηγία 93/13/ΕΟΚ έχει την έννοια, ότι ο εθνικός δικαστής που επιλαμβάνεται  αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως, κατά το αρχικό στάδιο της διαδικασίας όταν διαθέτει όλα τα προς τούτο αναγκαία νομικά και πραγματικά στοιχεία, τον καταχρηστικό χαρακτήρα ρήτρας περί ανάληψης από τον καταναλωτή συναλλαγματικού κινδύνου σε Συμβάσεις Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου, για τις οποίες δεν τηρήθηκε η ελάχιστη ενημέρωση για την δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας (παρ. 2 στοιχ. χϊ ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002).

Ο δικαστής ο φ ε ί λ ε ι  να  α ρ ν η θ ε ί  την έκδοση Διαταγής Πληρωμής  π ρ ι ν  ακόμη  ο δανειολήπτης  ασκήσει ανακοπή (υπόθεση C-618/10, Banco Español de Crédito SA κατά Joaquín Calderón Camino, ως προς τους  καταχρηστικούς όρους μιας σύμβασης δανείου στη διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωμής και τις αρμοδιότητες του εθνικού δικαστηρίου). Σύμφωνες με την οδηγία 93/13/ΕΟΚ είναι και οι δικονομικές ρυθμίσεις των άρθρων 628 και  629 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που επιτάσσουν αυτεπάγγελτο και προληπτικό δικαστικό έλεγχο της απαίτησης.

Στον δικαστή που δικάζει την ανακοπή/αγωγή/αίτηση ασφαλιστικών μέτρων απόκειται να εξακριβώσει ποιοι είναι οι εθνικοί δικονομικοί κανόνες που έχουν εφαρμογή στην ενώπιόν του εκκρεμούσα διαφορά και να πράξει ό,τι είναι δυνατό εντός των ορίων της δικαιοδοσίας του, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο του εσωτερικού δικαίου και, ιδίως, την ελάχιστη ενημέρωση σχετικά με τη δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας (παρ. 2 στοιχ. χϊ ΠΔΤΕ 2501/31.3.2002) στην περίπτωση δανείων σε συνάλλαγμα ή με ρήτρα συναλλάγματος, και εφαρμόζοντας τις αναγνωρισμένες από το ελληνικό δίκαιο μεθόδους ερμηνείας, να διασφαλίσει την πλήρη αποτελεσματικότητα του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13 και να καταλήξει σε λύση σύμφωνη προς τον σκοπό που επιδιώκει η οδηγία αυτή (υπόθεση C-618/10, Banco Español de Crédito SA κατά Joaquín Calderón Camino, και απόφαση της 24ης Ιανουαρίου 2012, C 282/10, Dominguez).

Τα κράτη μέλη οφείλουν να αποκαθιστούν τις ζημίες που προκλήθηκαν στους ιδιώτες από παραβιάσεις του κοινοτικού δικαίου που τους καταλογίζονται. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι η αρχή αυτή ισχύει για κάθε περίπτωση παραβιάσεως του κοινοτικού δικαίου από κράτος μέλος, όποιο και αν είναι το όργανο του κράτους μέλους του οποίου η πράξη ή η παράλειψη προκαλεί την παραβίαση, ασχέτως του αν η ζημιογόνος παραβίαση είναι καταλογιστέα στη νομοθετική, την εκτελεστική ή τη  δ ι κ α σ τ ι κ ή  εξουσία (αποφάσεις Brasserie du pêcheur και Factortame, C-302/97, Konle, και Haim).

Βασική προϋπόθεση που τίθεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο  για την αποκατάσταση της ζημιάς που προκλήθηκε σε ιδιώτη από παραβίαση του κοινοτικού δικαίου από κράτος - μέλος είναι, η παραβίαση του κοινοτικού δικαίου να είναι  κ α τ ά φ ω ρ η  (υπόθεση C-424/97, Salomone Haim). Η παραβίαση του κοινοτικού δικαίου είναι κατάφωρη, όταν η σχετική δικαστική απόφαση του εθνικού δικαστηρίου εκδόθηκε κατά προφανή αντίθεση προς τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (απόφαση Brasserie du pêcheur και Factortame).

Η υπ' αριθμ. 3607/2020 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών είπε ότι, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010  «Οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα ή μέσο ενώπιον οποιουδήποτε τακτικού διοικητικού δικαστηρίου μπορεί να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας με πράξη τριμελούς επιτροπής, αποτελούμενης από τον Πρόεδρο του, τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο και τον Πρόεδρο του αρμόδιου καθ` ύλην Τμήματος, ύστερα από αίτημα ενός των διαδίκων ή του Γενικού Επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων, όταν με αυτό τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων.».

Ότι με αγωγή που μπορεί να ασκηθεί κατά του Ελληνικού Δημοσίου τίθεται το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα των ουσιαστικών προϋποθέσεων θεμελίωσης της αστικής ευθύνης του δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις / παραλείψεις οργάνων του ενταγμένων στη δικαστική λειτουργία και, συγκεκριμένα, από δικαστικές αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων όλων των βαθμών.

Ότι με την κρινόμενη αγωγή οι ενάγοντες ζητούν, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 105 ΕΙΣ.Ν.Α.Κ., να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο στην αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστησαν από τις προδήλως παράνομες 39616/2013 διαταγή πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και 8106/2014 απορριπτικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, το πρόδηλο δε της παρανομίας κατά τους ενάγοντες έγκειται στην παραβίαση της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, περί προστασίας των καταναλωτών, όπως αυτή έχει ερμηνευτεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε ανακύπτει εν προκειμένω το ζήτημα των ουσιαστικών προϋποθέσεων θεμελίωσης της αστικής ευθύνης του Δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις/παραλείψεις οργάνων του ενταγμένων στη δικαστική λειτουργία και, συγκεκριμένα, από αποφάσεις δικαστών των πολιτικών δικαστηρίων.

Ότι, περαιτέρω,  εκκρεμεί αγωγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου για την απόρριψη αναίρεσης που ασκήθηκε κατά απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών με την οποία απορρίφθηκε αγωγή αποζημίωσης καταναλωτή  κατά …  αεροπορικής εταιρείας, για την αποκατάσταση της ζημίας που ο καταναλωτής έχει υποστεί από…  την καθυστέρησή της πτήσης του, και ότι για την εν λόγω αγωγή (που στρέφεται κατά του ελληνικού δημοσίου) αποφασίστηκε από την Επιτροπή του άρθρ. 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 ότι τίθεται το γενικότερου ενδιαφέροντος  ζήτημα των ουσιαστικών προϋποθέσεων θεμελίωσης της αστικής ευθύνης του δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις / παραλείψεις οργάνων του ενταγμένων στη δικαστική λειτουργία και, συγκεκριμένα, από δικαστικές αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων όλων των βαθμών, λόγος για τον οποίο εκδόθηκε η  από 18/2.10.2019 πράξη της Επιτροπής του άρθρου 1 παρ.1 του ν.3900/2010 με την οποία αποφασίστηκε η υπόθεση εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατά τη διαδικασία της πρότυπης δίκης, ώστε να κριθεί το ζήτημα των…  προϋποθέσεων θεμελίωσης της αστικής ευθύνης του δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις / παραλείψεις οργάνων του ενταγμένων στη δικαστική λειτουργία, λες και δεν έχει από το ΔΕΕ κριθεί   ε π α ν ε ι λ η μ μ έ ν α    ότι  «Τα κράτη μέλη οφείλουν να αποκαθιστούν τις ζημίες που προκλήθηκαν στους ιδιώτες από παραβιάσεις του κοινοτικού δικαίου που τους καταλογίζονται· το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι η αρχή αυτή ισχύει για κάθε περίπτωση παραβιάσεως του κοινοτικού δικαίου από κράτος μέλος, όποιο και αν είναι το όργανο του κράτους μέλους του οποίου η πράξη ή η παράλειψη προκαλεί την παραβίαση, ασχέτως του αν η ζημιογόνος παραβίαση είναι καταλογιστέα στη νομοθετική, την εκτελεστική ή τη  δ ι κ α σ τ ι κ ή  εξουσία» (αποφάσεις Brasserie du pêcheur και Factortame, C-302/97, Konle, και Haim).

Με το παραπάνω σκεπτικό κρίθηκε από την υπ' αριθμ. 3607/2020 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών ότι πρέπει να  α ν α σ τ α λ ε ί  η πρόοδος της παρούσας δίκης μέχρι να δημοσιευθεί απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της  αγωγής που στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου, για την απόρριψη αναίρεσης που ασκήθηκε κατά απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών  με την οποία απορρίφθηκε αγωγή αποζημίωσης καταναλωτή  κατά αεροπορικής εταιρείας, για την αποκατάσταση της ζημίας που ο καταναλωτής έχει υποστεί από  την καθυστέρησή της πτήσης του, ώστε να κριθεί  το  γενικότερου ενδιαφέροντος  ζήτημα των ουσιαστικών προϋποθέσεων θεμελίωσης της αστικής ευθύνης του δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις / παραλείψεις οργάνων του ενταγμένων στη δικαστική λειτουργία και, συγκεκριμένα, από δικαστικές αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων όλων των βαθμών…

Την απόφαση δημοσιεύω εδώ

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Η δίκη για τη διαγραφή δικηγόρου από τα μητρώα του Ταμείου Νομικών: Η απορριπτική 18426/23-12-2019 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών 25 Mar 2020 11:22 AM (5 years ago)



Ο προσφεύγων δικηγόρος επέδωσα στο καθού Ταμείο («ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ - ΤΟΜΕΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΝΟΜΙΚΩΝ (Ε.Τ.Α.Α. -Τ.Α.Ν.)  την από 10 Σεπτεμβρίου 2014 εξώδικη δήλωση – αίτηση, με αίτημα να αναγνωριστεί ο χρόνος προϋπηρεσίας μου ως μη συντάξιμος καθώς και η μη απονομή των πάσης φύσεως παροχών, δι’ αποφάσεως του προϊσταμένου των Υπηρεσιών του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ, λόγω ασκήσεως του δικαιώματος διαγραφής μου από τα μητρώα του Οργανισμού όταν μεταβλήθηκαν τα περιστατικά από ασυνήθιστα γεγονότα, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά κλπ, που είχαν ως  αποτέλεσμα την οικονομική κατάρρευση του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ, κατά τρόπο που οι απρόβλεπτες συνθήκες που συντρέχουν να καθιστούν για εμένα, ως συμβληθέντα  ασφαλισμένο,  την οφειλόμενη παροχή υπέρμετρα επαχθή.

Την 10/11/2014 μου επιδόθηκε η από 03/11/2014 με αριθμό πρωτοκόλλου 514/2014 απόφαση του Ταμείου, το  περιεχόμενο της  οποίας έχει ως εξής: «Μετά την παραπάνω εξώδικη δήλωσή σας με την οποία ζητάτε να διαγραφτείτε από τα μητρώα του ΕΤΑΑΤΑΝ και του ΤΕΑΔ και να αναγνωρισθεί ότι δεν είστε ασφαλιστέος, ούτε θα είστε στο μέλλον σε κανέναν κλάδο κύριας ή επικουρικής ασφάλισης του ΕΤΑΑ, για τους λόγους που επικαλείστε, σας γνωρίζουμε ότι σύμφωνα με το άρθρο 7, παρ. 1 του Ν.Δ. 4114/1960, η ασφάλισή σας στο ΕΤΑΑΤΑΝ και στον ΤΕΑΔ είναι υποχρεωτική, από την ημερομηνία εγγραφής σας στα μητρώα του Δικηγορικού Συλλόγου μέχρι την ημερομηνία παραίτησής σας από αυτά, με υποχρέωση καταβολής των εισφορών που αναλογούν για όλο το παραπάνω χρονικό διάστημα. Επίσης σας γνωρίζουμε ότι η σύνταξη χορηγείται στον ενδιαφερόμενο μετά την παραίτησή του και ύστερα από σχετική αίτηση του».

Κατά  του  Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ - ΤΟΜΕΑΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΝΟΜΙΚΩΝ (Ε.Τ.Α.Α. -Τ.Α.Ν.) καθώς και κατά της παραπάνω πράξης απόρριψης της αίτησής μου, ασκήθηκε ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών η από 10/11/2014 Προσφυγή μου, οι ισχυρισμοί της οποίας αναλύονται σε 9 συνολικά κεφάλαια, επιδιώκοντας με αυτή όσα είχα ζητήσει με την αίτησή μου.

Επί της προσφυγής μου  εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 18426/23-12-2019 απορριπτική απόφαση του Διοικητικού πρωτοδικείου Αθηνών (Αλαμπάσης κατά Ταμείου Νομικών).  Στο σκεπτικό της ανωτέρω απόφασης αναφέρεται ότι: «Επειδή, με το περιεχόμενο αυτό, το προσβαλλόμενο με την προσφυγή έγγραφο της Διευθύντριας Ασφάλισης, με το οποίο γίνεται απλώς αναφορά σε διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, σχετικά με τις προϋποθέσεις υπαγωγής στην ασφάλιση του καθού και τη διάρκεια της ασφαλιστικής σχέσης και με το οποίο γνωστοποιούνται οι διατάξεις αυτές στον αιτούντα και το οποίο δεν επάγεται καμία έννομη συνέπεια, καθόσον με αυτό η ως άνω διευθύντρια δεν αποφαίνεται επί αιτήματος αναγνωρίσεως δικαιώματος ή χορηγήσεως παροχής κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας περί κοινωνικής ασφαλίσεως ούτε επιφέρει μεταβολή σε κατάσταση που δημιουργήθηκε με διοικητική πράξη περί χορηγήσεως παροχής κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής, στερείται εκτελεστού χαρακτήρα και ως απλό πληροφοριακό έγγραφο δεν υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον του διοικητικού πρωτοδικείου. Συνεπώς η κρινομένη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.».

Επειδή, η από 10 Σεπτεμβρίου 2014 εξώδικη δήλωση  – αίτηση, συνιστά περίπτωση που, με την ανωτέρω αίτησή μου, ο προσφεύγων προς τη Διοίκηση, ΔΕΝ ζήτησα τη χορήγηση βεβαίωσης  για «τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, σχετικά με τις προϋποθέσεις υπαγωγής στην ασφάλιση του καθού Ταμείου», ούτε τη χορήγηση βεβαίωσης  για  «τη διάρκεια της ασφαλιστικής σχέσης» αιτούμενος  να μου γνωστοποιηθούν  οι διατάξεις αυτές,  οι οποίες (πράγματι)  δεν επάγονται καμία έννομη συνέπεια. Αντίθετα, κατόπιν της κοινοποίησης της παραπάνω εξώδικης δήλωσης – αίτησης, το  καθού Ταμείο αποφάνθηκε επί συγκεκριμένου αιτήματος  ασφαλισμένου περί αναγνωρίσεως δικαιώματος σ’ αυτόν ·  συγκεκριμένα αποφάνθηκε επί του αιτήματος  να αναγνωριστεί ο χρόνος προϋπηρεσίας μου ως μη συντάξιμος καθώς και η μη απονομή των πάσης φύσεως παροχών λόγω ασκήσεως του δικαιώματος διαγραφής μου από τα μητρώα του Ταμείου όταν μεταβλήθηκαν τα περιστατικά από ασυνήθιστα γεγονότα, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά κλπ, που είχαν ως αποτέλεσμα την οικονομική κατάρρευση του ΕΤΑΑ-ΤΑΝ, κατά τρόπο που οι απρόβλεπτες συνθήκες που συντρέχουν να καθιστούν για εμένα, ως συμβληθέντα  ασφαλισμένο,  την οφειλόμενη παροχή υπέρμετρα επαχθή. 

Συνεπώς, λόγω της προηγηθείσας  από 10 Σεπτεμβρίου 2014 εξώδικης δήλωσης  – αίτησης,  έπρεπε εξετασθεί ως προς το εκτελεστόν του χαρακτήρα της, σύμφωνα με το άρθρο 63 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (πρβλ.  ΣτΕ 3404/09), αφού το Δικαστήριο,  μπορούσε να σχηματίσει ασφαλή δικανική πεποίθηση για το αίτημα  και να αποφανθεί επί της κρινόμενης υπόθεσης (πρβ. 2244/2013 ΔΕΦ ΑΘ, βλ. και ΣΤΕ 3301/2011 - Ταμείο Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών και αίτηση ακύρωσης της απόφασης του Δ.Σ. περί καταβολής αυξημένων ασφαλιστικών εισφορών από τους έμμισθους δικηγόρους). 

Συνακόλουθα, το έγγραφο αυτό, ΔΕΝ είναι  πληροφοριακού τύπου έγγραφο, στερούμενο εκτελεστότητας, καθώς το αίτημα  προκύπτει ευθέως  από το σώμα της προσβαλλόμενης απόφασης της διευθύντριας Ασφάλισης του Τομέα Ασφάλισης Νομικών  του καθού Ταμείου  («Μετά την παραπάνω εξώδικη δήλωσή σας με την οποία ζητάτε να διαγραφτείτε από τα μητρώα του ΕΤΑΑΤΑΝ και του ΤΕΑΔ και να αναγνωρισθεί ότι δεν είστε ασφαλιστέος, ούτε θα είστε στο μέλλον σε κανέναν κλάδο κύριας ή επικουρικής ασφάλισης του ΕΤΑΑ, για τους λόγους που επικαλείστε, σας γνωρίζουμε ότι…») και, επομένως, παραδεκτώς  μπορούσε να προσβληθεί με προσφυγή (πρβ. 2244/2013 ΔΕΦ ΑΘ).

Σε διαφορετική περίπτωση, ήτοι της ακολουθούμενης από τη Διοίκηση  πρακτικής της  έκδοσης πληροφοριακών εγγράφων  επί συγκεκριμένων  αιτημάτων των διοικούμενων,  τυχόν δικανική κρίση ότι τα παραπάνω έγγραφα («πληροφοριακά») δεν υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, επειδή κρίνοντάς τα μεμονωμένα και ανεξάρτητα από το περιεχόμενο του αιτήματος   ως «καθαρά πληροφοριακού τύπου έγγραφα, στερούνται εκτελεστότητας» (!), τούτο θα οδηγούσε σε προδήλως αντισυνταγματική  παραβίαση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη υπό την έκφανση της πρόσβασης σε Δικαστήριο, καθ' όσον θα μείωνε την κατοχυρουμένη από το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος παροχή δικαστικής προστασίας και θα ήταν αντίθετη προς το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ περί δικαίας δίκης και το άρθρο 14 του Ν 2462/1997 περί κυρώσεως του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Όπως και έγινε.

Το κείμενο της απόφασης εδώ


Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Δάνεια σε ελβετικό Φράγκο: η υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου 6 Mar 2020 10:02 AM (5 years ago)


Τι είπε η υπ' αριθμ. 4/2019 απόφαση της Πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου: Ότι δηλωτικοί όροι μιας σύμβασης είναι οι συμβατικοί όροι που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις αναγκαστικού ή ενδοτικού δικαίου. Ότι κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ "Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου δεν   υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας" (εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας). Ότι  αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής τής Οδηγίας και  εξαιρούνται από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας οι συμβατικές ρήτρες που, ως δηλωτικοί όροι τής σύμβασης, απηχούν τις  ε ν δ ο τ ι κ ο ύ  δικαίου διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας χωρίς να τροποποιούν το περιεχόμενο τους ή το πεδίο εφαρμογή τους. Ότι η εξαίρεση των δηλωτικών όρων από τον έλεγχο καταχρηστικότητας θεμελιώνεται σε ρητή επιταγή της Οδηγίας 93/13, διότι,  έ σ τ ω  και αν η εξαίρεση αυτή  δ ε ν  μεταφέρθηκε ρητά στο εθνικό δίκαιο με το ν. 2251/1994, εμπεριέχεται στη ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 2251/1994 βάσει μίας εναρμονισμένης προς το ενωσιακό δίκαιο  ε ρ μ η ν ε ί α ς  σύμφωνης με το σκοπό της Οδηγίας. Ότι, τέλος, ο επίμαχος όρος "Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής"  συνιστά δηλωτικό όρο τής σύμβασης, διότι επαναλαμβάνει την ενδοτικού δικαίου διάταξη του άρθρου 291 ΑΚ και γι'αυτό  ε ξ α ι ρ ε ί τ α ι  από τον δικαστικό έλεγχο καταχρηστικότητας.

1. Ενδοτικό δίκαιο (ius dispositivum) ή κανόνες ενδοτικού δικαίου είναι εκείνοι οι κανόνες δικαίου, η εφαρμογή των οποίων μπορεί να αποκλεισθεί από την αντίθετη ιδιωτική βούληση. Για να το πούμε πιο απλά: κανόνας ενδοτικού δικαίου είναι ο κανόνας που επιτρέπει τη μη εφαρμογή του, αν τα μέρη μίας έννομης σχέσης δεν επιθυμούν την εφαρμογή του στη μεταξύ τους σχέση, άλλως κανόνες ενδοτικού δικαίου είναι εκείνοι οι κανόνες δικαίου που δεν αποκλείουν  α ν τ ί θ ε τ ο υ  περιεχομένου συμφωνία των μερών.
Η ύπαρξη κανόνων ενδοτικού δικαίου είναι χαρακτηριστικό του Ιδιωτικού Δικαίου και αποτελεί βασική πτυχή της αρχής της ιδιωτικής αυτονομίας, ενώ αντίθετα κανόνες ενδοτικού δικαίου δεν βρίσκουμε στο Δημόσιο Δίκαιο. Γενικώς, όμως, οι κανόνες ενδοτικού δικαίου συνιστούν εξαίρεση στην αρχή της δεσμευτικότητας του Δικαίου και της υποχρεώσεως όλων να υπακούουν στον Νόμο.
Προς το ενδοτικό δίκαιο, αντιπαραβάλλεται το αναγκαστικό δίκαιο (ius cogens). Ως κανόνες αναγκαστικού δικαίου ορίζονται οι κανόνες δικαίου, η εφαρμογή των οποίων δεν μπορεί να αποκλεισθεί από την αντίθετη ιδιωτική βούληση. Η πλειονότητα των κανόνων δικαίου είναι κανόνες αναγκαστικού δικαίου. [με πληροφορίες από Wikipedia: ενδοτικό δίκαιο, Βαθρακοκοίλης ΑΚ 305]

2. Κατά το άρθρο 291 του  Αστικού Κώδικα (Παροχή σε ξένο νόμισμα) «Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής».
Η διάταξη, της οποίας δικαιολογητικός λόγος είναι η προστασία και η αδιατάραχτη εξέλιξη των συναλλαγών στη χώρα, περιέχει κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ρητώς καθιερώνει δ ι α ζ ε υ κ τ ι κ ή   ε υ χ έ ρ ε ι α   αυτού που οφείλει αλλοδαπό χρήμα, με προτίμηση υπέρ του χρόνου της πληρωμής, ως κρίσιμου για την ισοτιμία μεταξύ του ξένου in obligatione και εγχώριου in solutione νομίσματος.
Περιέχει όμως και λανθάνοντα (κρυμμένο) Κανόνα ιδ.δ.δ. (ιδιωτικού διεθνούς δικαίου) που ορίζει ότι το είδος του νομίσματος πληρωμής διέπεται από το δίκαιο του τόπου εκπλήρωσης της χρηματικής οφειλής. Το «αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο» αφορά στο ουσιαστικό τμήμα δικαίου και όχι και στον κανόνα του ιδ.δ.δ., το οποίο είναι ius gogens, και προσδίνει  ε ν δ ο τ ι κ ό  χαρακτήρα στη διάταξη. [Βαθρακοκοίλης, Ερμηνεία Αστικού Δικαίου,  άρθρο 291 ΑΚ]

3. Κατά το άρθρο 305 του  Αστικού Κώδικα (διαζευκτική  ενοχή) «Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία (ενοχή διαζευκτική), το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης.».
Κατά την ΑΚ 305, διαζευκτική ενοχή είναι η ενοχή που παράγει ενιαία αξίωση και στην οποία από την αρχή της σύστασής της οφείλονται δύο ή περισσότερες αυτοτελείς παροχές από τις οποίες τελικά μία μόνο θα καταβληθεί, που θα  κ α θ ο ρ ι σ τ ε ί  από τον δικαιούμενο να κάνει την  ε π ι λ ο γ ή, οπότε και καταλύεται η όλη ενοχή. Η διάζευξη της ενοχής μπορεί ν' αφορά είτε περισσότερες παροχές, είτε διάφορα μέρη μιας και της αυτής παροχής, δηλαδή τον τρόπο, τον τόπο ή το χρόνο της εκπλήρωσης οι περισσότερες παροχές μπορεί να είναι γένους ή είδους ή μια γένους και η άλλη είδους. Οι διατάξεις των άρθρ 305-315 ΑΚ συνιστούν  ε ν δ ο τ ι κ ό  δίκαιο και συνεπώς δεν αποκλείεται α ν τ ί θ ε τ ο υ  περιεχομένου συμφωνία των μερών. [Βαθρακοκοίλης, Ερμηνεία Αστικού Δικαίου,  άρθρο 305 ΑΚ]

4. Η διαφορά των ΑΚ 291 και 305  έγκειται εν προκειμένω στο ότι η 291 παρέχει στον οφειλέτη διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α  πληρωμής του οφειλόμενου ξένου νομίσματος σε εγχώριο (με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής), άρα η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά επί  α π λ ή ς  ενοχής ξένου νομίσματος. Αντίθετα, η ΑΚ 291  δ ε ν  εφαρμόζεται επί διαζευκτικής ενοχής (δηλαδή  υ π ο χ ρ ε ώ σ ε ω ς  πληρωμής είτε σε εγχώριο είτε σε αλλοδαπό νόμισμα), στην περίπτωση που ο οφειλέτης, ως είχε δικαίωμα, επιλέγει την πληρωμή σε εγχώριο νόμισμα, ως η ΑΚ 305 ορίζει.

5. Δηλωτικοί όροι μιας σύμβασης είναι οι συμβατικοί όροι που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις αναγκαστικού ή  ενδοτικού δικαίου.
Ο συμβατικός όρος «Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής» [συμβάσεις Eurobank] και «Η εξόφληση του δανείου από τον οφειλέτη θα γίνει είτε σε αυτούσιο συνάλλαγμα, είτε με το σε Ευρώ ισάξιο (αντίτιμο) του συναλλάγματος Ελβετικών Φράγκων, υπολογιζόμενο, την ημερομηνία πληρωμής της δόσης, με βάση την ισοτιμία του οικείου συναλλάγματος, όπως αυτή θα προκύψει από τη διατραπεζική αγορά συναλλάγματος» [συμβάσεις Πειραιώς], συνιστούν αμφότεροι συμβατική ρήτρα που απηχεί την εθνική ρύθμιση  ε ν δ ο τ ι κ ο ύ  δικαίου της ΑΚ 305, ήτοι πρόκειται για διαζευκτική ενοχή, για ενοχή που παράγει ενιαία αξίωση και στην οποία από την αρχή της σύστασής της οφείλονται δύο  αυτοτελείς παροχές, είτε σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων, είτε σε  Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του ελβετικού Φράγκου την ημέρα της καταβολής, από τις οποίες (παροχές) τελικά μία μόνο θα καταβληθεί, που θα  καθοριστεί από τον  ο φ ε ι λ έ τ η, που είναι ο δικαιούμενος να κάνει την  ε π ι λ ο γ ή, οπότε και καταλύεται η όλη ενοχή.

Ο συμβατικός όρος «Οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου θα υπολογίζονται σε ελβετικά Φράγκα και θα εξοφλούνται  κατά το ισότιμο ποσό σε Ευρώ, το οποίο προκύπτει από τη μετατροπή του ποσού της δόσης από ελβετικά Φράγκα σε Ευρώ με βάση την τιμή πώλησης από την Τράπεζα του ελβετικού Φράγκου κατά την ημερομηνία πληρωμής της δόσης» [συμβάσεις Εθνικής Τράπεζας], συνιστά συμβατική ρήτρα  δ ι ά φ ο ρ η  της εθνικής ρύθμισης ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 291 που  ρ η τ ώ ς  καθιερώνει  δ ι α ζ ε υ κ τ ι κ ή  ευχέρεια αυτού που οφείλει αλλοδαπό χρήμα, με προτίμηση υπέρ του χρόνου της πληρωμής, ως κρίσιμου για την ισοτιμία μεταξύ του ξένου και εγχώριου νομίσματος, καθώς, εν προκειμένω, ο όρος αυτός της Εθνικής Τράπεζας  παρουσιάζει ουσιώδη  α π ό κ λ ι σ η  από τον ενδοτικό    κανόνα της ΑΚ 291, διότι ο εν λόγω συμβατικός όρος  τ ρ ο π ο π ο ι ε ί  εμφανώς το περιεχόμενο και το πεδίο εφαρμογής τής ΑΚ 291, καθώς, προφανές είναι ότι τα μέρη επέλεξαν  α ν τ ί θ ε τ ο υ  περιεχομένου συμφωνία με  α π ο κ λ ε ι σ μ ό  τής ευχέρειας πληρωμής σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου.  

6. Σύμφωνα με την υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 (ΦΕΚ Α' 277/18-11-2002) Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, κεφάλαιο Β’, παράγραφος 2, περιπτώσεις (x) και (xi), με θέμα: «Ενημέρωση των συναλλασσομένων με τα πιστωτικά ιδρύματα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους», η ελάχιστη ενημέρωση που  ο φ ε ί λ ο υ ν  να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει: «… (xi) Τη  δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το  κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ή και των επιτοκίων».

Η 2501/2002 Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ αποτελεί το ισχυρότερο νομικό όπλο των δανειοληπτών που δανειστήκαν σε συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου, για τον λόγο ότι το δικαίωμα (του δανειολήπτη) για ενημέρωση (από την Τράπεζα) σχετικά με την δυνατότητα και το κόστος χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, κατά το σκέλος τόσο της μηνιαίας δόσης όσο και του άληκτου  κ ε φ α λ α ί ο υ, πηγάζει απευθείας από τον νόμο (έχει ισχύ ουσιαστικού νόμου) και, ως κανόνας  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου, η εφαρμογή τής 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ δεν μπορεί να αποκλεισθεί από την αντίθετη ιδιωτική βούληση, ούτε να μην εξεταστεί αυτεπαγγέλτως από τον εθνικό δικαστή μπορεί.

7. Κατά το άρθρο 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ «Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου καθώς και διατάξεις ή αρχές διεθνών συμβάσεων στις οποίες έχουν προσχωρήσει τα κράτη μέλη ή η Κοινότητα, ιδίως στον τομέα των μεταφορών, δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.
Η έκφραση "νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου" που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 καλύπτει επίσης τους κανόνες οι οποίοι εφαρμόζονται κατά νόμον μεταξύ των συμβαλλομένων, εάν δεν έχει συμφωνηθεί άλλως.».
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, κατά την Οδηγία 93/13, συμβατικοί όροι οι οποίοι απηχούν δηλαδή  επαναλαμβάνουν νοηματικά ή ταυτίζονται με διατάξεις α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ δικαίου μιας  χώρας μέλους εξ ορισμού δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας και επομένως δεν υπόκεινται σε έλεγχο καταχρηστικότητας ως γενικοί όροι συναλλαγών. Αιτιολογία του αποκλεισμού αυτού είναι το γεγονός ότι οι εθνικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου εξ ορισμού δεν περιέχουν καταχρηστικές ρήτρες, αφού ο εθνικός νομοθέτης ήδη προέβη σε στάθμιση συμφερόντων των μερών και μία τέτοια νομοθετική στάθμιση δεν μπορεί να είναι καταχρηστική. Σε διαφορετική περίπτωση, ο έλεγχος των ρητρών αυτών για καταχρηστικότητα αφενός θα αμφισβητούσε το ίδιο αυτό το κύρος του εθνικού νομοθέτη, αφετέρου δε θα σήμαινε στην ουσία έλεγχο σκοπιμότητας του νομοθετικού έργου από τα δικαστήρια, πράγμα που αντίκειται στη διάκριση των εξουσιών (άρθρο 26 Συντ.).

Περαιτέρω, οι συμβατικοί  όροι που εξαιρούνται από τον έλεγχο καταχρηστικότητας ως μη εμπίπτοντες στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 93/13 είναι  οι αποκαλούμενοι "δηλωτικοί" που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις  μ ό ν ο ν  αναγκαστικού αλλά  ό χ ι  ενδοτικού δικαίου, όπως ρητώς προκύπτει από τη γραμματική διατύπωση της υπόψη διάταξης, καθώς η αναφορά  του άρθρου 1 παρ. 2 σε «νομοθετικές ή  κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου»  συνιστά νομική ακριβολογία και γι’ αυτό πρέπει να νοηθεί κατά την ακριβή γραμματική διατύπωση της διάταξης αυτής ως «διατάξεις αναγκαστικού δεσμευτικού δικαίου», τούτο δε ανεξαρτήτως της παραδοχής ότι και οι διατάξεις του ενδοτικού δικαίου, αν και μη δεσμευτικές, περιέχουν, ωστόσο, σταθμισμένες από τον νομοθέτη ρυθμίσεις οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα και των δύο μερών.
Εξάλλου, σχετικά με την εξαίρεση από τον έλεγχο καταχρηστικότητας που ρητώς προβλέπει το δεύτερο εδάφιο, σύμφωνα με το οποίο «Η έκφραση "νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου" που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 καλύπτει επίσης τους κανόνες οι οποίοι εφαρμόζονται κατά νόμον μεταξύ των συμβαλλομένων, εάν δεν έχει συμφωνηθεί άλλως», λεκτέο ότι η  διατύπωση «εάν δεν έχει συμφωνηθεί άλλως»  αναφέρεται  ό χ ι  στην εξαίρεση των διατάξεων ενδοτικού χαρακτήρα από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας, αλλά στην ευχέρεια που παρέχουν οι (μ η  δ ε σ μ ε υ τ ι κ έ ς) διατάξεις ενδοτικού χαρακτήρα, όπου είναι επιτρεπτή η αντίθετη ιδιωτική βούληση, του  αποκλεισμού δηλαδή εφαρμογής μιας διάταξης ενδοτικού χαρακτήρα εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη δεν επιθυμούν την εφαρμογή της, άλλως α ν τ ί θ ε τ ο υ (της  διάταξης ενδοτικού χαρακτήρα) συμφωνία των μερών.

Συνεπώς οι περιπτώσεις κατά τις οποίες «έχει συμφωνηθεί άλλως», εφόσον τούτο είναι επιτρεπτό στα πλαίσια της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων ως απόρροια του δόγματος της αυτονομίας της βούλησης κατά την οποία οι συμβαλλόμενοι έχουν πλήρη ελευθερία για την κατάρτιση οποιασδήποτε δικαιοπραξίας με οποιαδήποτε μορφή και με οποιαδήποτε περιεχόμενο επιθυμούν, αρκεί αυτό να μην απαγορεύεται από το νόμο και να μην αντιβαίνει στα χρηστά ήθη, δ ε ν  συνιστούν περιπτώσεις που ε ξ α ι ρ ο ύ ν τ α ι  από τον έλεγχο καταχρηστικότητας καθώς, αυτονόητα, ε μ π ί π τ ο υ ν  στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας, ενώ, αντίθετα, ε ξ α ι ρ ο ύ ν τ α ι  από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας οι περιπτώσεις «που δεν έχει συμφωνηθεί άλλως», οπότε καλύπτονται οι περιπτώσεις  εφαρμογής των κανόνων  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου «οι οποίοι εφαρμόζονται κατά νόμον μεταξύ των συμβαλλομένων» σύμφωνα με τη διατύπωση της Οδηγίας, όταν δηλαδή οι ρήτρες τής σύμβασης παραπέμπουν αμέσως ή εμμέσως σε εφαρμοστέες διατάξεις  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου, είτε γιατί τα μέρη καθόρισαν ως περιεχόμενο της μεταξύ αυτών σύμβασης, δεσμευτικές ρυθμίσεις από κανονιστικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας  οπότε οι ρυθμίσεις αυτές απετέλεσαν συμβατικούς όρους τής μεταξύ των μερών καταρτισθείσας σύμβασης, είτε γιατί εφαρμογής τυγχάνουν κανόνες αναγκαστικού δικαίου οι οποίοι εφαρμόζονται κατά νόμον μεταξύ των συμβαλλομένων ελλείψει  ε π ι τ ρ ε π τ ή ς  διαφορετικής συμφωνίας των μερών (όπως π.χ. οι διατάξεις αναγκαστικού δικαίου της  2501/31.10.2002 Πράξης του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος ελλείψει  ε π ι τ ρ ε π τ ή ς  διαφορετικής συμφωνίας των μερών στις συμβάσεις δανείων σε ελβετικό Φράγκο).

Τούτων δοθέντων η εξαίρεση των δηλωτικών όρων από τον έλεγχο καταχρηστικότητας που θεμελιώνεται σε ρητή επιταγή της Οδηγίας 93/13 αφορά περιοριστικά τους αποκαλούμενους "δηλωτικούς όρους" της σύμβασης που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις  μ ό ν ο ν  αναγκαστικού αλλά  ό χ ι  ενδοτικού δικαίου, όπως τούτο ρητώς προκύπτει από τη γραμματική διατύπωση της υπόψη διάταξης της Οδηγίας.

Έτσι και η εξαίρεση αυτή (των δηλωτικών όρων της σύμβασης που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις μόνον  αναγκαστικού δικαίου) δεν μεταφέρθηκε ρητά στο εθνικό δίκαιο με το ν. 2251/1994, καθόσον προφανές είναι ότι  οι εθνικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου εξ ορισμού δεν περιέχουν καταχρηστικές ρήτρες, αφού ο εθνικός νομοθέτης ήδη προέβη σε στάθμιση συμφερόντων των μερών και μία τέτοια νομοθετική στάθμιση δεν μπορεί να είναι καταχρηστική, συνεπώς ο εθνικός νομοθέτης και να ήθελε τη μεταφορά του δε θα μπορούσε να το πράξει καθόσον θα αμφισβητούσε το ίδιο αυτό το κύρος του, πολλώ δε να το πράξει με ρητό και ειδικό τρόπο! Τούτων δοθέντων παρέλκει κάθε  συζήτηση περί… ερμηνευτικής τάχα συναγωγής ότι η εν λόγω  εξαίρεση εμπεριέχεται στη ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 2251/1994 !

Έτσι εχόντων των πραγμάτων  έσφαλε η υπ’ αριθμ. 4/2019 απόφασης τής  Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που έκρινε ότι «αν και η εξαίρεση αυτή (των δηλωτικών όρων της σύμβασης που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις   αναγκαστικού δικαίου) δεν μεταφέρθηκε ρητά στο εθνικό δίκαιο με το ν. 2251/1994, εμπεριέχεται στη ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 2251/1994 βάσει μίας εναρμονισμένης προς το ενωσιακό δίκαιο ερμηνείας σύμφωνης με το σκοπό της Οδηγίας».

Σημειωτέων, δε, ότι η μη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο (ν. 2251/1994) των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ σύμφωνα με την οποία «Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας», δ ε ν  περιορίζουν το πεδίο προστασίας του καταναλωτή που οριοθετείται  από τον νόμο 2251/1994 περί προστασίας καταναλωτών,  αλλά, αντίθετα, επιβεβαιώνει το κύρος του εθνικού νομοθέτη, καθότι οι εθνικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου εξ ορισμού δεν περιέχουν καταχρηστικές ρήτρες, αφού ο εθνικός νομοθέτης ήδη προέβη σε στάθμιση συμφερόντων των μερών και μία τέτοια νομοθετική στάθμιση δεν μπορεί να είναι καταχρηστική.

Αυτονόητο είναι ότι η ως άνω μη μεταφορά δε συνίσταται σε σκόπιμη παράλειψη μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της εξαίρεσης του άρθρου 1 παρ. 2 της επίμαχης Οδηγίας, ώστε κατά τη μη μεταφερθείσα διάταξή της να μην παράγει (η Οδηγία) άμεσο οριζόντιο (μεταξύ ιδιωτών) αποτέλεσμα, αποβλέποντας σε αυξημένη προστασία του καταναλωτή στην οποία τάχα απέβλεψε ο νομοθέτης του ν. 2251/1994 (με τη μη μεταφορά της εξαίρεσης του άρθρου 1 παρ. 2 της Οδηγίας) σύμφωνα με  την εξουσιοδότηση που παρέχεται από το άρθρο 8 της Οδηγίας  στα κράτη  να θεσπίζουν ή διατηρούν, στον τομέα που διέπεται από αυτήν, αυστηρότερες διατάξεις, σύμφωνες προς τη Συνθήκη, για να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη προστασία του καταναλωτή, όπως ατυχώς έκρινε η μειοψηφούσα άποψη της υπ’ αριθμ. 4/2019 απόφασης τής  Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, καθώς ο δικανικός εν λόγω  συλλογισμός περί  ηθελημένης τάχα παράλειψης  μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της εξαίρεσης του άρθρου 1 παρ. 2 της επίμαχης Οδηγίας με γνώμονα την αυξημένη  προστασία του καταναλωτή στην οποία απέβλεψε ο νομοθέτης του ν. 2251/1994, αμφισβητεί το ίδιο αυτό το κύρος του εθνικού νομοθέτη, αφού τυχόν σκόπιμη μη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο (ν. 2251/1994) των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ σύμφωνα με την οποία «Οι ρήτρες της σύμβασης που απηχούν νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις  α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου δεν υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας», με γνώμονα την αυξημένη  προστασία του καταναλωτή στην οποία δήθεν απέβλεψε ο νομοθέτης του ν. 2251/1994, θα έθετε υπό ευθεία αμφισβήτηση τις  εθνικές διατάξεις α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου ως εξ ορισμού περιέχουσες  καταχρηστικές ρήτρες για τον καταναλωτή.

Δοθέντος, δε, ότι οι συμβατικοί όροι που εξαιρούνται από τον έλεγχο καταχρηστικότητας ως μη εμπίπτοντες στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 93/13 είναι οι αποκαλούμενοι "δηλωτικοί" που απηχούν εθνικές ρυθμίσεις  μ ό ν ο ν  αναγκαστικού αλλά  ό χ ι  ενδοτικού δικαίου, όπως ρητώς προκύπτει από τη γραμματική διατύπωση της υπόψη διάταξης, καθώς η αναφορά  του άρθρου 1 παρ. 2 σε «νομοθετικές ή  κανονιστικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου»  συνιστά νομική ακριβολογία που δεν επιδέχεται διάφορης ερμηνείας, προκύπτει αδιαστίκτως ότι πρόδηλα εσφαλμένος είναι ο δικανικός συλλογισμός περί… π α ρ ά λ ε ι ψ η ς  του εθνικού νομοθέτη να μεταφέρει ρητά στο εθνικό δίκαιο την εξαίρεση των δηλωτικών όρων  ε ν δ ο τ ι κ ο ύ  δικαίου από τον έλεγχο καταχρηστικότητας, με τον νόμο περί προστασίας καταναλωτών (ν. 2251/1994) που αποτελεί ενσωμάτωση στο ελληνικό δίκαιο της οδηγίας 93 /13, πόσο μάλλον ότι η  ε ξ α ί ρ ε σ η  των δηλωτικών όρων ενδοτικού δικαίου από τον έλεγχο καταχρηστικότητας μπορεί να θεωρηθεί  ε ρ μ η ν ε υ τ ι κ ά (!) ότι εμπεριέχεται στη ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 2251/1994, ως εσφαλμένα κρίθηκε από την υπ’ αριθμ. 4/2019 απόφαση τής Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.

8. Σύμφωνα με τον (νομικώς ορθό) δικανικό συλλογισμό της μειοψηφίας έντεκα μελών της σύνθεσης της Πλήρους  Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που εξέδωσε την  υπ’ αριθμ. 4/2019 απόφασή της,

«Δεν είναι ασυμβίβαστη προς την έννοια το δανείου η συνομολόγηση όρου, κατά τον οποίο ο δανειολήπτης, αντί του ληφθέντος ξένου νομίσματος, οφείλει να αποδώσει το δάνεισμα διαζευκτικά είτε σε ξένο είτε σε εγχώριο νόμισμα.
Μία τέτοια διαζευκτική ενοχή (διαζευκτική πληρωμή) παραγωγικό λόγο έχει εν προκειμένω τη σύμβαση, ρυθμίζεται δε από τα άρθρα 305-315 ΑΚ. Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής (έναντι της διαζευκτικής ή υπαλλακτικής  ε υ χ έ ρ ε ι α ς, που παρέχεται στον οφειλέτη μίας ήδη  α π λ ή ς  ενοχής να καταβάλλει αντί της οφειλόμενης παροχής άλλη) είναι ότι επί διαζευκτικής ενοχής παράγεται μία ενιαία αξίωση του δανειστή, οφείλονται όμως από την αρχή της συστάσεώς της in obligatione δύο ή περισσότερες αυτοτελείς παροχές, από τις οποίες τελικά μία μόνο θα καταβληθεί (in solutione), που θα καθορισθεί από τον δικαιούμενο να κάνει την επιλογή. Με την επιλογή τής μίας παροχής και την καταβολή της καταλύεται η ενοχή. Η διαζευκτικότητα της ενοχής μπορεί να αναφέρεται όχι μόνο σε ποιοτικά διάφορες παροχές (σ.σ. να αφορά δηλαδή  π ε ρ ι σ σ ό τ ε ρ ε ς  διαφορετικές παροχές), αλλά και σε μερικά μόνο στοιχεία ή ιδιότητες της μιας και μόνης οφειλόμενης παροχής, όπως π.χ. τόπο, χρόνο και τρόπο εκπληρώσεως αυτής.

Το (διαπλαστικής φύσεως) δικαίωμα της επιλογής και συγκέντρωσης της ενοχής, αν δεν έχει ορισθεί διαφορετικά στη σύμβαση, έχει ο  ο φ ε ι λ έ τ η ς  (άρθρο 305 ΑΚ), είναι δε ανεπίδεκτο αίρεσης ή όρου. Γίνεται με δήλωση προς το άλλο μέρος και είναι αμετάβλητη (άρθρο 306 ΑΚ). Μπορεί να γίνει και σιωπηρά, χωρίς πανηγυρικό τύπο, με την πραγματική καταβολή της μίας από τις διαζευκτικά προβλεπόμενες παροχές αντί της άλλης. Η επιλογή απλοποιεί την διαζευκτική ενοχή για το μέλλον (…).
Εξάλλου, το άρθρο 291 ΑΚ ορίζει ότι "όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής.". Προϋποθέσεις εφαρμογής της ανωτέρω (ε ν δ ο τ ι κ ο ύ  δικαίου) διατάξεως, η οποία όντας στο γενικό μέρος του ενοχικού δικαίου καταλαμβάνει όλες τις συμβάσεις, στιγμιαίες και διαρκείς, επομένως και τις δανειακές, είναι (α) Χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα (β) οφειλή πληρωτέα στην Ελλάδα.

Παρέχει δε στον οφειλέτη διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α  πληρωμής του οφειλόμενου ξένου νομίσματος σε εγχώριο (με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής). Επομένως, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αποκλειστικά επί  α π λ ή ς  ενοχής ξένου νομίσματος με  διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α  πληρωμής σε εγχώριο νόμισμα. Αντίθετα, δεν εφαρμόζεται επί διαζευκτικής ενοχής (δηλαδή  υ π ο χ ρ ε ώ σ ε ω ς  πληρωμής είτε σε εγχώριο είτε σε αλλοδαπό νόμισμα), στην περίπτωση που ο οφειλέτης, ως είχε δικαίωμα, ήδη επέλεξε την πληρωμή σε εγχώριο νόμισμα. (…)
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι επί τραπεζικού δανείου με δάνεισμα σε αλλοδαπό νόμισμα, αν προβλέπεται στην δανειακή σύμβαση διαζευκτική  υ π ο χ ρ έ ω σ η  (και  ό χ ι  απλή  ε υ χ έ ρ ε ι α) του οφειλέτη δανειολήπτη να εκπληρώσει τις εκ του δανείου υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο (αλλοδαπό) νόμισμα χορήγησης είτε σε Ευρώ (με βάση την τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης κατά το χρόνο καταβολής) και ο οφειλέτης, έχοντας προς τούτο το δικαίωμα, επιλέγει  να πληρώσει σε Ευρώ, στο οποίο και συγκεντρώθηκε η απλή πλέον ενοχή του,  δ ε ν  είναι εφαρμοστέα η ρύθμιση του άρθρου 291 ΑΚ.

Για το λόγο αυτό ο ως άνω συμβατικός όρος περί πληρωμής του δανείσματος είτε σε αλλοδαπό είτε σε εγχώριο νόμισμα  δ ε ν  μπορεί να θεωρηθεί ως  δ η λ ω τ ι κ ό ς  όρος κατά την προπαρατεθείσα έννοια, δηλαδή ως συμβατική ρήτρα που απηχεί εθνική νομοθετική ρύθμιση αναγκαστικού ή ενδοτικού δικαίου και συγκεκριμένα εκείνη του άρθρου 291 ΑΚ.

Κατά συνέπεια, αν συνιστά γενικό όρο συναλλαγών (ΓΟΣ),  δ ε ν  εξαιρείται από τον έλεγχο καταχρηστικότητας κατά το ν. 2251/1994, υποκείμενη μεταξύ άλλων και σε έλεγχο με βάση την υπ’ αρίθμ. 2501/31.10.2002 Πράξη του Διοικητού της Τράπεζας της Ελλάδος, για την ελάχιστη ενημέρωση που οφείλουν να παρέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα ως προς τις χορηγήσεις δανείων σε ξένο νόμισμα που πρέπει να περιλαμβάνει τη  δ υ ν α τ ό τ η τ α  και το   κ ό σ τ ο ς  χρησιμοποίησης τεχνικών κάλυψης του κινδύνου από την ενδεχόμενη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας, την αρχή της διαφάνειας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 6 εδ. α ν. 2251/1994, όπως κωδικοποιήθηκε με το άρθρο 1 της ΥΑ 5338/2018, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΚ και την 19η αιτιολογική σκέψη αυτής.».

9. Έτσι εχόντων των πραγμάτων η αποτύπωση στην απόφαση της Ολομέλειας της δικανικής συλλογιστικής περί δηλωτικού όρου στις συμβάσεις της Eurobank που απηχούν τάχα την εθνική διάταξη ενδοτικού χαρακτήρα της ΑΚ 291 που, δήθεν, εξαιρείται από τον έλεγχο καταχρηστικότητας ως μη εμπίπτουσα στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, προκρίθηκε προκειμένου να δικαιολογηθεί η παράλειψη εφαρμογής από τον εθνικό δικαστή των (α ν α γ κ α σ τ ι κ ο ύ  δικαίου) διατάξεων της 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ  περί υποχρέωσης της τράπεζας να ενημερώσει  τον δανειολήπτη για τη δυνατότητα και το κόστος αντιστάθμισης του συναλλαγματικού κινδύνου. Και τούτο, διότι παρέλκει κάθε περαιτέρω έλεγχος εφαρμογής της 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ  αν σύννομα υποτεθεί ότι η συμβατική ρήτρα τής  Eurobank δε δύναται να ελεγχθεί από τον εθνικό δικαστή για καταχρηστικότητα.

Περαιτέρω, δοθέντος ότι κρίθηκε, ότι οι δηλωτικοί όροι μιας σύμβασης καθώς απηχούν εθνικές ρυθμίσεις -- εκτός από αναγκαστικού και-- ενδοτικού δικαίου, οι όροι αυτοί (της σύμβασης) εξαιρούνται του δικαστικού ελέγχου καταχρηστικότητας διότι δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, προφανές είναι ότι στην περίπτωση της Eurobank αρκούσε απλώς ο επίδικος όρος να χαρακτηριστεί δηλωτικός και να ταυτιστεί ορθώς νομικά με τη διάταξη του άρθρου 305 ΑΚ η οποία, επίσης ως ενδοτικού δικαίου όπως και αυτή της ΑΚ 291, θα εξαιρούνταν του δικαστικού ελέγχου για καταχρηστικότητα. Ωστόσο αντί ο δηλωτικός όρος των συμβάσεων της Eurobank να ταυτιστεί ορθώς νομικά με την ΑΚ 305 ταυτίστηκε εσφαλμένα νομικά με την ΑΚ 291. Και ενώ και στις δύο περιπτώσεις θα μπορούσε, σύμφωνα με το εσφαλμένο νομικά σκεπτικό του ακυρωτικού δικαστηρίου, να εξαιρεθεί από τον έλεγχο καταχρηστικότητας, εντούτοις προκρίθηκε να εξαιρεθεί βάσει του άρθρου 291 ΑΚ. Ειδικότερα.

Στο εύλογο ερώτημα «Γιατί για τις συμβάσεις τής  Eurobank, για τον επίδικο συμβατικό όρο (‘’Εφ' όσον το δάνειο ή οποιοδήποτε τμήμα αυτού έχει χορηγηθεί σε ελβετικό Φράγκο, ο οφειλέτης υποχρεούται να εκπληρώσει τις εντεύθεν υποχρεώσεις του προς την Τράπεζα είτε στο νόμισμα της χορήγησης, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος χορήγησης την ημέρα της καταβολής’’) που ενώ πρόδηλα συνιστά δηλωτικό όρο που απηχεί την εθνική ρύθμιση ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 305 (‘’Αν από δύο ή περισσότερες οφειλόμενες παροχές πρέπει να καταβληθεί μόνο η μία, το δικαίωμα της επιλογής σε περίπτωση αμφιβολίας το έχει ο οφειλέτης’’), αντί του παραπάνω προφανούς προκρίθηκε η προβληματική συλλογιστική ότι τάχα αντανακλά συμβατική ρήτρα που απηχεί την εθνική ρύθμιση ενδοτικού δικαίου της ΑΚ 291 (‘’Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή σε ξένο νόμισμα που πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα, ο οφειλέτης, αν δεν συμφωνήθηκε το αντίθετο, έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμα με βάση την τρέχουσα αξία του ξένου νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής’’)», η απάντηση είναι διττή

(α) αν το δικαστήριο δεχόταν   ότι στις συμβάσεις Eurobank (και Πειραιώς) ο επίδικος όρος συνιστά διαζευκτική ενοχή της ΑΚ 305, ενοχή δηλαδή που παράγει ενιαία αξίωση και στην οποία από την αρχή της σύστασής της οφείλονται δύο  αυτοτελείς παροχές, είτε σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων, είτε σε  Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του ελβετικού Φράγκου την ημέρα της καταβολής, από τις οποίες (παροχές) τελικά μία μόνο θα καταβληθεί, που θα επιλέξει ο οφειλέτης, που είναι ο δικαιούμενος να κάνει την επιλογή, οπότε και καταλύεται η όλη ενοχή, τούτο θα υποχρέωνε το δικαστήριο να ερευνήσει  α υ τ ε π α γ γ έ λ τ ω ς  την εφαρμογή της 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ · και τούτο, διότι επί εφαρμογής της ΑΚ 305 θα προέκυπταν δύο κατηγορίες δανειοληπτών: η πρώτη που πληρώνει με αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων και δεν υφίσταται ζημία από τη διακύμανση της ισοτιμίας, και η δεύτερη που πληρώνει σε Ευρώ, με την ισοτιμία της ημερομηνίας πληρωμής και, ως εκ τούτου, υφίσταται τεράστια ζημία από τη διακύμανση της ισοτιμίας - ζημία που θα μπορούσε να αντισταθμίσει μόνον η  (αναγκαστικού δικαίου) 2501/2002 Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ, συνεπώς το ακυρωτικό δεν θα μπορούσε ευχερώς να παραλείψει τον αυτεπάγγελτο έλεγχο περί εφαρμογής των (αναγκαστικού δικαίου) διατάξεων τής 2501/2002 Πράξης του Διοικητή της ΤτΕ,

(β) αν το δικαστήριο δεχόταν   ότι στις συμβάσεις Eurobank (και Πειραιώς) ο επίδικος όρος συνιστά διαζευκτική  ενοχή της ΑΚ 305, ενοχή δηλαδή που παράγει ενιαία αξίωση και στην οποία από την αρχή τής σύστασής της οφείλονται δύο αυτοτελείς παροχές, είτε σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων, είτε σε Ευρώ με βάση την τρέχουσα τιμή πώλησης του ελβετικού Φράγκου την ημέρα της καταβολής, από τις οποίες (παροχές) τελικά μία μόνο θα καταβληθεί, που θα  ε π ι λ έ ξ ε ι  ο οφειλέτης, που είναι ο δικαιούμενος να κάνει την επιλογή, οπότε και καταλύεται η όλη ενοχή, τούτο θα άφηνε γυμνές τις συμβάσεις τής Εθνικής Τράπεζας, καθόσον σε αυτές, με τον επίδικο αντίστοιχο όρο («Οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου θα υπολογίζονται σε ελβετικά Φράγκα και θα εξοφλούνται κατά το ισότιμο ποσό σε Ευρώ, το οποίο προκύπτει από τη μετατροπή του ποσού της δόσης από ελβετικά Φράγκα σε Ευρώ με βάση την τιμή πώλησης από την Τράπεζα του ελβετικού φράγκου κατά την ημερομηνία πληρωμής της δόσης»)  α π ο κ λ ε ί σ τ η κ ε   η πληρωμή σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικού Φράγκου· έτσι η επιλογή τής ΑΚ 291 να προκριθεί ως ενδοτικού δικαίου διάταξη που αντανακλά τάχα το δηλωτικό όρο των συμβάσεων της Eurobank (και της  Πειραιώς) δεν αφήνει εκτός τής επιχειρούμενης ενιαίας νομολογιακής ρύθμισης τις συμβάσεις της Εθνικής Τράπεζας· εκείνος που στερείται βαθιάς νομικής εμπειρίας στη στάθμιση περίπλοκων νομικών ζητημάτων εύκολα θα πεισθεί για το ορθόν του νομικά εσφαλμένου «Αφού η ΑΚ 291 καθιερώνει διαζευκτική  ε υ χ έ ρ ε ι α, άρα ο δανειολήπτης δικαιούται να πληρώσει και σε αυτούσιο συνάλλαγμα ελβετικών Φράγκων, μιας και  πρόκειται για ευχέρεια και όχι για υποχρέωση σύννομα στις συμβάσεις της ΕΤΕ συμφωνήθηκε διαφορετικά, ενώ στις συμβάσεις Eurobank και Πειραιώς η εν λόγω  ε υ χ έ ρ ε ι α  (της πληρωμής σε αυτούσιο συνάλλαγμα) ουδέποτε αποκλείστηκε.».


Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Δημοσίευση της Αγωγής με αίτημα την «καταβολή» ποσότητας μονάδων του εικονικού νομίσματος Bitcoin (BTC) 4 Mar 2019 9:54 AM (6 years ago)



1) Κάθε Bitcoin ΑΤΜ είναι συνδεδεμένο με ένα τουλάχιστον Bitcoin πορτοφόλι (Bitcoin wallet) στο οποίο η εταιρία διαχείρισης αποθηκεύει τα bitcoins που εμπορεύεται μέσω του ATM που διαχειρίζεται. Κάθε συναλλαγή σε bitcoins μέσω του Bitcoin ΑΤΜ (ανταλλαγή παραδείγματος χάριν Ευρώ με Bitcoin, όπως στην ένδικη περίπτωση), απαιτεί επιβεβαίωση της συναλλαγής. Η εν λόγω επιβεβαίωση περνά υποχρεωτικά από τους miners, δηλαδή τους μεμονωμένους χρήστες του δικτύου Bitcoin οι οποίοι για την επιβεβαίωση των συναλλαγών ανταμείβονται με τέλη τα οποία καταβάλει  (μέσω Bitcoin wallet) η εταιρία που διαχειρίζεται το ΑΤΜ. Τα τέλη επιβεβαίωσης της συναλλαγής η εταιρία μετακυλύει στον καταναλωτή μέσω της  προμήθειας με την οποία επιβαρύνει τη συναλλαγή. Αν το Bitcoin wallet της εταιρίας διαχείρισης του Bitcoin ΑΤΜ, από αμέλεια ή δόλο δεν είναι ρυθμισμένο σε καταβολή τελών που προορίζονται για τους miners, ώστε οι τελευταίοι να διεκπεραιώσουν -  επιβεβαιώσουν τη συναλλαγή, άρα δεν καταβληθούν τέλη συναλλαγής, η συναλλαγή δεν εκτελείται (παραμένει ανεπιβεβαίωτη – αγγ.: Unconfirmed Transactions). Αποτέλεσμα: τα bitcoins δεν “πιστώνονται” ποτέ στο πορτοφόλι που ο πελάτης δήλωσε στο ATM κατά τη συναλλαγή αγοράς bitcoins στο Bitcoin ATM, πρόσθετα δε η εταιρία που διαχειρίζεται το ΑΤΜ ιδιοποιείται παράνομα το ποσό σε Ευρώ που περιήλθε στην κατοχή της από την καταβολή που πραγματοποίησε ο καταναλωτής σε αυτή, μέσω του Bitcoin ATM, στα πλαίσια συναλλαγής αγοράς bitcoins μέσω ΑΤΜ με καταβολή του ισάξιού τους σε Ευρώ.

2) Ως συναλλασσόμενος με την εναγόμενη κατέθεσα 200 Ευρώ στο Bitcoin ΑΤΜ ιδιοκτησίας της για την αγορά του ισάξιου των 200 Ευρώ σε bitcoins. Ταυτόχρονα δήλωσα (στο ATM) το Bitcoin πορτοφόλι μου στο οποίο η εναγόμενη όφειλε να μου στείλει  α μ έ σ ω ς  τα bitcoins που αγόρασα.

Επί οκτώ (8) ήμερες η συναλλαγή εμφανιζόταν στο Bitcoin πορτοφόλι μου με την ένδειξη «μη επιβεβαιωμένα bitcoins: 0.02644090 BTC» [αγγ.: unconfirmed: 0.02644090 BTC]. Αυτό είχε ως συνέπεια τα 0.02644090 BTC να μην είναι διαθέσιμα για συναλλαγές στο Bitcoin πορτοφόλι μου. Έχοντας εκτελέσει πλήθος συναλλαγών σε Bitcoin ΑΤΜs τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό και μη έχοντας ποτέ παρόμοια εμπειρία (ποτέ η καθυστέρηση της μεταφοράς των bitcoins στο πορτοφόλι μου δεν υπερέβη τα 30 λεπτά της ώρας), υπέθεσα εύλογα ότι το πρόβλημα βρίσκεται στο Bitcoin wallet που διατηρώ σε Χρηματιστήριο διαπραγμάτευσης κρυπτονομισμάτων.

Όταν μετά από 10 ημέρες διαπίστωσα (μετά από πολύωρη έρευνα και μελέτη των σχετικών ζητημάτων) ότι για την πλημμελή εκτέλεση της εντολής ευθύνεται η εναγόμενη και κοινοποίησα το πρώτο εξώδικο, ο νόμιμος αυτής εκπρόσωπος επικαλούμενος  λάθος στο πορτοφόλι τους  έσπευσε αμέσως να μου μεταφέρει τα bitcoins στο δηλωθέν bitcoin wallet μου, θεωρώντας ότι το ζήτημα έληξε εκεί. Έκαναν λάθος για τον εξής έναν λόγο: Η απόδοση των ιδιοποιηθέντων 200 Ευρώ που την 10/02/2018 αντιστοιχούσαν σε 0.02644090 bitcoins που συνιστά μερική μόνο ικανοποίηση εμού του παθόντος δ ε ν έγινε ο ι κ ε ι ο θ ε λ ώ ς  και χωρίς την επίδραση ε ξ ω τ ε ρ ι κ ώ ν  αιτίων (ΑΠ 355/96 ΠΧ ΜΣΤ 1697• 489/95 ΠΧ ΜΕ 787' 149/92 ΕλλΔ 1993.707) ή κατ' άλλη έκφραση εκουσίως και αυθορμήτως και να μην οφείλεται σε αίτια εξωτερικά και ανεξάρτητα από τη βούληση των δραστών (ΑΠ 1703/2001 ΠοινΔικ 2002.323• 1354/97 Υπερ 1998.537• 1183/95, 1996.271), αλλά έγινε μετά από επίδραση εξωτερικού αιτίου, συγκεκριμένα κατόπιν όχλησης από εμένα με την αποστολή εξώδικης δήλωσης προς τους εναγόμενους, αμέσως μόλις διαπίστωσα ότι η μη πίστωση των bitcoins στην ηλεκτρονική διεύθυνση Bitcoin πορτοφολιού μου οφείλεται σε υπαίτια και παράνομη συμπεριφορά τους. Προκύπτει από τα ανωτέρω ότι επί οκτώ (8) ήμερες οι εναγόμενοι δεν υπαναχωρούν από την παράνομη πράξη της ιδιοποίησης των 200 Ευρώ ενώ έχουν κάθε δυνατότητα να υπαναχωρήσουν.

3) Δεδομένου ότι οι Γ.Ο.Σ. είναι δυνατόν να αποτελέσουν περιεχόμενο κάθε είδους σύμβασης ιδιωτικού δικαίου, ρυθμισμένης ή αρρύθμιστης από τον Αστικό Κώδικα, επώνυμης ή μικτής, στο πεδίο  των συναλλαγών σε Bitcoin και άλλα κρυπτονομίσματα γίνεται ευρύτατη χρήση τους για τη χορήγηση πάσης φύσεως συναλλαγών με κρυπτονομίσματα και κάθε  είδους πράξεων σε κρυπτονομίσματα. Σε αυτές τις συμβάσεις υπηρεσιών συναλλαγών αγοράς και πώλησης κρυπτονομισμάτων που πραγματοποιούνται σε ηλεκτρονική μορφή, οι ΓΟΣ παρουσιάζονται συνήθως είτε ως π ρ ο δ ι α τ υ π ω μ έ ν ο ι  έντυποι όροι προοριζόμενοι να διέπουν όλες  τις συναλλαγές συγκεκριμένης εταιρίας που παρέχει υπηρεσίες σχετιζόμενες με συναλλαγές σε κρυπτονομίσματα με τους πελάτες της, είτε ως πάγιο περιεχόμενο εντύπων ατομικών συμβάσεων παροχής υπηρεσιών.

Εξάλλου, στο χώρο των συναλλαγών σε κρυπτονομίσματα με εταιρίες που  παρέχουν υπηρεσίες συναλλαγών αγοράς και πώλησης κρυπτονομισμάτων (Bitcoin για παράδειγμα) που πραγματοποιούνται σε ηλεκτρονική μορφή, η ανάγκη προστασίας της συμβατικής ισορροπίας και διασφάλισης της δικαιοπρακτικής αυτοδιάθεσης των αντισυμβαλλομένων των εταιριών αυτών είναι ιδιαίτερα έκδηλη, ιδίως λόγω του περίπλοκου των τεχνολογιών στις οποίες βασίζονται εν λόγω υπηρεσίες, με αποτέλεσμα τον έκδηλο κίνδυνο για το ευρύ καταναλωτικό κοινό ο δράστης κατά την τέλεση της πράξης και για την πραγμάτωση ιδιοποίησης χρηματικών ποσών να  μετέλθει "ιδιαίτερα τεχνολογικά τεχνάσµατα" ά γ ν ω σ τ α στον κοινό μέσο συναλλασσόμενο σε κρυπτονομίσματα, πρόσθετα δε λόγω της οικονομικής και οργανωτικής υπεροχής ή αλλιώς της εξουσιαστικής θέσης των εταιριών που παρέχουν υπηρεσίες συναλλαγών αγοράς και πώλησης κρυπτονομισμάτων που πραγματοποιούνται σε ηλεκτρονική μορφή, οι οποίες (εταιρίες) κατά κανόνα επιβάλλουν μονομερώς στους ασθενέστερους αντισυμβαλλόμενους τους, στη βάση του "πάρε το ή άφησέ το", την κατάρτιση τυποποιημένων ή άτυπων συμβάσεων με προδιατυπωμένους από τις ίδιες (ή από τρίτους για λογαριασμό τους) γενικούς όρους.

Κατά συνέπεια, έχω την άποψη ότι οι διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 2251/1994 για τους Γ.Ο.Σ. εφαρμόζονται ευθέως ή κατ’ αναλογία κατά τον έλεγχο των Γ.Ο.Σ. εταιριών που παρέχουν υπηρεσίες συναλλαγών αγοράς και πώλησης Bitcoin που πραγματοποιούνται σε ηλεκτρονική μορφή και μάλιστα ανεξάρτητα από το εάν ο πελάτης συναλλάσσεται με την εταιρία στο πλαίσιο της  επαγγελματικής ή και της εμπορικής του ιδιότητας, αρκεί να χαρακτηρίζεται η συγκεκριμένη συναλλαγή από ανισομέρεια σε βάρος της διαπραγματευτικής δύναμης του πελάτη της εταιρίας. Εξάλλου, η οι εν λόγω εταιρίες υπάγεται στην έννοια του προμηθευτή, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 4 περ. β’ του ν. 2251/1994, που  ορίζει ότι "ο προμηθευτής είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατά την  άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας προμηθεύει προϊόντα ή παρέχει υπηρεσίες στον καταναλωτή".

Τέλος, οι παρεχόμενες από τις εν λόγω εταιρίες υπηρεσίες σαφώς απευθύνονται και αφορούν στο ευρύ καταναλωτικό κοινό, δεν προσφέρονται ούτε σχεδιάζονται για ορισμένο αποδέκτη αλλά έχουν κατά κανόνα μαζικό χαρακτήρα και έντονο το στοιχείο της τυποποίησης. Ενόψει όλων των ανωτέρω ο ν. 2251/1994 εφαρμόζεται στις περιπτώσεις συναλλαγών σε κρυπτονομίσματα,  και ο έλεγχος που προαναφέρθηκε εντάσσεται στα πλαίσια της προστασίας του καταναλωτή, ως τέτοιου νοουμένου  και  του πελάτη της εταιρίας που παρέχει υπηρεσίες συναλλαγών αγοράς και πώλησης Bitcoin ή άλλων κρυπτονομισμάτων που πραγματοποιούνται σε ηλεκτρονική μορφή. Τέλος, η αποδοχή Γ.Ο.Σ. εκ μέρους του καταναλωτή, με την ένταξη τούτων στη συναφθείσα σύμβαση, δεν τους καθιστά έγκυρους, αν βέβαια ήταν άκυροι, διότι οι κανόνες για τον έλεγχο της καταχρηστικότητάς τους, με βάση τα κριτήρια  των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 2 του ν. 2251/1994, είναι κανόνες αναγκαστικού δικαίου, από την εφαρμογή των οποίων δεν είναι δυνατή η συμβατική παραίτηση (άρθρο 3 ΑΚ, πρβλΟλ. ΑΠ 6/2006, ΑΠ 1219/2001).

4) Αποδεικνύεται ότι η επιβολή ΦΠΑ ποσού Ευρώ 2,53 που η εναγόμενη μου επέβαλε επί της προμήθειας ποσού Ευρώ 13.08  (Commission with VAT 24%: 13.08 EUR και  VAT 24%: 2.53 EUR) που με  χρέωσε για την εκτέλεση της συναλλαγής  αγοράς 0.02644090 bitcoins με καταβολή του ισάξιού τους των 200 Ευρώ, συνιστά κατάφορη παραβίαση του κοινοτικού δικαίου, και ιδιαιτέρως, του άρθρου 135, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, της οδηγίας 2006/112 , το οποίο έχει την έννοια ότι στις πράξεις που α π α λ λ ά σ σ ο ν τ α ι από τον ΦΠΑ κατά την εν λόγω διάταξη εμπίπτει η παροχή υπηρεσιών όπως στην υπό κρίση περίπτωση, οι οποίες συνίστανται σε ανταλλαγές συναλλάγματος μεταξύ συμβατικών νομισμάτων και μονάδων του εικονικού νομίσματος «bitcoin», έναντι καταβολής χρηματικού ποσού που αντιστοιχεί στο περιθώριο κέρδους που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ, αφενός, της τιμής στην οποία η εναγόμενη  αγόρασε το συνάλλαγμα και, αφετέρου, της τιμής στην οποία πώλησε το συνάλλαγμα αυτό σε εμένα, πρόσθετα δε το άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχεία δʹ και στʹ, της οδηγίας 2006/112 το οποίο έχει την έννοια ότι η παροχή τέτοιων υπηρεσιών δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων αυτών [Απόφαση ΔΕΕ της 22ας Οκτωβρίου 2015  (πέμπτο τμήμα), υπόθεση C264/14, Skatteverket κατά David Hedqvist].

5) Επειδή (α) το υπό στοιχείο α’ αγωγικό αίτημα είναι εκπεφρασμένο σε μονάδες του εικονικού νομίσματος Bitcoin, το οποίο χαρακτηρίζει η ακραία μεταβλητότητα των τιμών στα χρηματιστήρια διαπραγμάτευσης κρυπτονομισμάτων (ορθότερα: ανταλλακτήρια διαπραγμάτευσης κρυπτονομισμάτων), αγορά στην οποία το Bitcoin με κεφαλαιοποίηση 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ κατέχει μερίδιο 35% επί συνολικής κεφαλαιοποίησης 520 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ της αγοράς κρυπτονομισμάτων κατά το χρόνο σύνταξης της αγωγής, επομένως  συνεπάγεται ότι το αιτούμενο με την αγωγή ποσό  μεταβάλλεται συνεχώς, σε βάση εικοσιτετράωρη, κάθε ημέρα της εβδομάδας και όλες τις ημέρες του έτους, (β) κρίσιμος χρόνος για τον καθορισμό αρμοδιότητας είναι ο χρόνος άσκησης της αγωγής, δηλαδή της κατάθεσής της στη γραμματεία του δικαστηρίου (βλ. και Βαθρακοκοίλης, άρθρο 14 ΚΠολΔ), (γ) για την αρμοδιότητα λαμβάνεται υπόψη το αιτούμενο με την αγωγή ποσό και όχι από το άθροισμα ληξιπρόθεσμων κατά το χρόνο εκδίκασης της αγωγής απαιτήσεων του ενάγοντος (ΟλΑΠ 450/71 ΝΟΒ 19/1243, ΑΠ 802/74 ΝΟΒ 23/334), (δ) λαμβάνεται υπόψη το ζητούμενο υπόλοιπο της απαίτησης (ΕΑ 86/71 Αρμ 25/524), προκύπτει ότι κρίσιμο στοιχείο  για την εκτίμηση του αντικειμένου της διαφοράς κατά τον αυτεπάγγελτο έλεγχο του δικαστηρίου για τον προσδιορισμό της αρμοδιότητας, είναι η ακριβής ισοτιμία BITCOIN / EURO κατά τον ακριβή χρόνο της κατάθεσης της αγωγής  στη γραμματεία του δικαστηρίου (στην ένδικη περίπτωση η ισοτιμία BITCOIN / EURO που ίσχυσε την 05/03/2018 ημέρα Δευτέρα και ώρα 13:35 που κατατέθηκε η αγωγή στη γραμματεία του δικαστηρίου: 1 BTC =  $ 11.484,5 – ώρα 13:34:26), ώστε είτε το δικαστήριο να εκδικάσει κάθε μία απαίτηση αν είναι αρμόδιο, ενώ αλλιώς να κρατήσει εκείνη, για την οποία έχει αρμοδιότητα, και να παραπέμψει την άλλη για την οποία δεν έχει αρμοδιότητα στο αρμόδιο δικαστήριο έκτος αν έχουν συνάφεια μεταξύ των.

6) Αναφορικά με τα νομικά και τεχνικά ζητήματα που προκύπτουν σχετικά με  το ύψος του δικαστικού ενσήμου που ο ενάγων υποχρεούμαι να καταβάλω και προσκομίσω το αργότερο μέχρι τη συζήτηση της αγωγής μου, όταν καταψηφιστηκό της αγωγής αίτημα είναι η μεταβίβαση  ποσότητας  μονάδων του εικονικού νομίσματος Bitcoin (BTC), όπως στην ένδικη περίπτωση υπό στοιχείο α’ αγωγικό αίτημα, ήτοι να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με απόφαση του Δικαστηρίου, να μου καταβάλουν χρηματικό ποσό (ιδίως τόκο) εκπεφρασμένο σε bitcoin, θα έπρεπε να αναμένω πρόσκληση από το δικαστή (για το ακριβές ύψος του τέλος δικαστικού ενσήμου) στο μεταγενέστερο χρόνο του άρθρου 227 ΠολΔ , λόγος για τον οποίο έκρινα σκόπιμο την  μετατροπή του αιτήματος της αγωγής εν όλω από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, που αποτελεί νόμιμο  περιορισμό του αιτήματος και  έγινε νομίμως με τις προτάσεις.

7) Η αγωγή συζητήθηκε σύμφωνα με τα νέα άρθρα ΚΠολΔ, 215 § 2 εδ. πρώτο, 237 § 1 εδ. πρώτο, 237 §2, 237 § 4 εδ. πρώτο, 237 § 4 εδ. τρίτο και τέταρτο και 237 § 4 εδ. έβδομο, όπως αυτά τροποποιήθηκαν με το ν. 4335/2015, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και αναμένεται η έκδοση της απόφασης. Η απόφαση που θα εκδοθεί επί της αγωγής μου αυτής θα είναι η πρώτη στα ελληνικά νομικά χρονικά με την οποία θα κριθεί το αγωγικό αίτημα της «καταβολής» ποσότητας  μονάδων του εικονικού νομίσματος Bitcoin (BTC). Επίσης θα κριθούν όλα τα σχετικά με τα κρυπτονομίσματα  νομικά ζητήματα, τα οποία εισάγονται προς δικαστική κρίση για πρώτη φορά, η  ανάλυση των οποίων γίνεται εκτενώς με την αγωγή. 

Τούτων δοθέντων μετά από τα νομικά ζητήματα που ανέδειξα πριν από έξι χρόνια, σχετικά με τον κίνδυνο από ενδεχόμενη διακύμανση της συναλλαγματικής ισοτιμίας EURO/CHF  στην περίπτωση δανείων σε συνάλλαγμα ή με ρήτρα συναλλάγματος , με την δημοσίευση της παρούσας  αναδεικνύω τα νομικά ζητήματα συναλλαγών σε Ευρώ στο ισάξιο τους σε bitcoins, με την επίσημη ισοτιμία EURO/ BITCOIN κατά την ακριβή ημεροχρονολογία της συναλλαγής. Με την ενλόγω αγωγή, ολόκληρο το κείμενο της οποίας  δημοσιεύω  παρακάτω, εισάγω  στη δημόσια σφαίρα ένα νέο νομικό αντικείμενο, σε ένα παρθένο νομικό πεδίο, που αναμένεται να αποτελέσει σημαντικό κομμάτι της δικαστηριακής ύλης τα επόμενα χρόνια.

Την αγωγή δημοσιεύω εδώ

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Το φαινόμενο του χωρισμού των αγωγικών βάσεων στις δίκες μεταξύ δανειοληπτών και τραπεζών. Η Έφεση κατά απόφασης που διατάσσει το χωρισμό αντιφατικών τάχα αγωγικών βάσεων, επί αγωγής αρθρ. 70 ΚΠολΔ με την οποία ζητείται (α) ακύρωση των πληττόμενων με την αγωγή όρων της σύμβασης του δανείου (ν. 2251/1994) και (β) κούρεμα του δανείου λήγω απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών (288, 388 του ΑΚ) 28 Feb 2019 11:19 AM (6 years ago)


Ζητήθηκε για σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό με αναγνωριστική αγωγή (70 ΚΠολΔ): (α) Να αναγνωριστεί η ακυρότητα των πληττόμενων με την αγωγή όρων και, δυνάμει του άρθρου 181 ΑΚ, σε συνδυασμό με το ότι στην προκείμενη περίπτωση πρόκειται για προδιατυπωμένη σύμβαση, οι όροι της οποίας δεν επιδέχονται διαπραγμάτευσης, η σύναψη της οποίας δεν θα είχε επιχειρηθεί χωρίς το άκυρο μέρος, να αναγνωριστεί η ακυρότητα ολόκληρης της σύμβασης, (β) Να αναγνωριστεί αναδρομικά από την υπογραφή της σύμβασης και το άνοιγμα του επίδικου αλληλόχρεου λογαριασμού ότι το δάνειο θα αποπληρωθεί χωρίς να εφαρμοστούν οι πληττόμενοι ως άκυροι όροι και ως εκ τούτου κατόπιν δικαστικού επανακαθορισμού του ύψους της συνολικά υπολειπόμενης οφειλής να αναπροσαρμοστεί το κατάλοιπο, (γ) Να υποχρεωθεί η τράπεζα να αποδέχεται στο μέλλον την εκπλήρωση της οφειλής των εναγόντων, όπως αυτή θα αναπροσαρμοστεί από το Δικαστήριο, χωρίς να εφαρμόζει τους πληττόμενους όρους, (δ) Να υποχρεωθεί η Τράπεζα να προβεί αναδρομικά, από την υπογραφή της σύμβασης και το άνοιγμα του αλληλόχρεου λογαριασμού της πίστωσης, στον υπολογισμό του ποσού που αχρεωστήτως οι εναγόμενοι κατέβαλλαν, λόγω της εφαρμογής των πληττόμενων ως άκυρων όρων, και να αφαιρεθεί αυτό από το κατάλοιπο εντόκως, ε)  Να υποχρεωθεί η Τράπεζα να αναπροσαρμόσει το κατάλοιπο του λογαριασμού με  διαγραφή του 37% του ποσού του καταλοίπου του λογαριασμού λόγω απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών (288, 388 ΑΚ), πρόσθετα δε να αναπροσαρμοστεί το κατάλοιπο, αφαιρούμενων των χρεώσεων που έλαβαν χώρα δυνάμει εφαρμογής των προσβαλλόμενων όρων της σύμβασης.

Κρίθηκε από το δικαστήριο ότι, «Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, στο υπό κρίση δικόγραφο σωρεύονται τρεις κύριες αγωγές, με τα συναφή και παρεπόμενα αυτών αιτήματα, ήτοι α) η αγωγή για ολική ακυρότητα της επίδικης σύμβασης, β) η αγωγή για μερική ακυρότητα της επίδικης σύμβασης, και ειδικότερα για ακυρότητα ορισμένων μόνον όρων αυτής, και γ) η αγωγή για αναπροσαρμογή της οφειλής των εναγόντων λόγω απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών. Ωστόσο οι εν λόγω αγωγικές βάσεις, αλλά και τα αιτήματα αυτών αντιφάσκουν μεταξύ τους, καθώς είναι διαφορετικές οι προϋποθέσεις τους, αλλά και από νομική άποψη διαφέρει ο σκοπός και σε περίπτωση αποδοχής τα αποτελέσματά τους»!!! Τούτων δοθέντων, διατάχθηκε ο χωρισμός  των αγωγικών βάσεων (αγωγών): α) για ολική ακυρότητα της σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, β) για μερική ακυρότητα της ως άνω επίδικης σύμβασης, και γ) για αναπροσαρμογή της οφειλής των εναγόντων λόγω απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών.»!

Δυστυχώς βρισκόμαστε μπροστά στο μαζικό φαινόμενο - σε δίκες μεταξύ τραπεζών και δανειοληπτών - εισαγωγής του δικονομικού νεολογισμού περί χωρισμού διαφορετικών αγωγικών βάσεων που τάχα οι αγωγικές βάσεις, αλλά και τα αιτήματα αυτών αντιφάσκουν μεταξύ τους (!), ενώ το ορθό είναι ότι πρόκειται για περισσότερες αξιώσεις κατά του ίδιου εναγομένου, με ένωση σε ένα δικόγραφο αγωγής και σε μια ενιαία διαδικασία με τη μορφή της αθροιστικής (αντικειμενικής) σώρευσης (κατ’ άρθρο 218 ΚΠολΔ), όπου οι σωρευόμενες αξιώσεις ασκούνται αθροιστικά και ανεξαρτήτως μεταξύ τους. Δυστυχώς, η παραπάνω αναλυθείσα πρακτική («χωρισμού») σε δίκες μεταξύ δανειοληπτών και τραπεζών, που με την παρούσα ανάρτηση εξαντλώ νομικά, επαναλαμβάνεται εκτός των αγωγών του άρθρου 70 ΚπολΔ και σε ανακοπές των άρθρων 632 και 933 όπου διατάσσεται το αδιανόητο: χωρισμός σωρευμένης αγωγής σε ανακοπή! [σχετική μελέτη για το ζήτημα της σώρευσης αναγνωριστικής αγωγής σε ανακοπή των άρθρων 632, 933  δημοσίευσα εδώ]

1. Επειδή οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 218 ΚΠολΔ ορίζουν ότι «Περισσότερες αιτήσεις του ίδιου ενάγοντος κατά του ίδιου εναγομένου οι οποίες πηγάζουν από την ίδια ή διαφορετική αιτία, αφορούν το ίδιο ή διαφορετικό λόγο μπορούν να ενωθούν στο ίδιο δικόγραφο αγωγής α) αν δεν είναι αντιφατικές μεταξύ τους, β) αν στο σύνολο τους υπάγονται λόγω ποσού στο δικαστήριο όπου εισάγονται, γ) αν υπάγονται στην τοπική αρμοδιότητα του ίδιου δικαστηρίου, δ) αν υπάγονται στο ίδιο είδος διαδικασίας, ε) αν η σύγχρονη εκδίκαση τους δεν επιφέρει σύγχυση (παρ. 1). Αν ενωθούν περισσότερες αιτήσεις χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 1, διατάσσεται ύστερα από αίτηση ή και αυτεπαγγέλτως ο χωρισμός και στην περίπτωση καθ` ύλην ή κατά τόπον αναρμοδιότητας εφαρμόζονται τα άρθρα 46 και 47 (παρ. 2)». Κατά την έννοια του άρθρου αυτού, η ένωση αντιφασκουσών αγωγών, κατά παράβαση της διάταξης της πρώτης παραγράφου, δεν επιφέρει ακυρότητα του δικογράφου, αλλά στην περίπτωση αυτή διατάσσεται από το δικαστήριο ο χωρισμός τους, όπως σαφώς συνάγεται από τη διάταξη της δεύτερης παραγράφου του ίδιου άρθρου, που τέθηκε για την άρση των αμφισβητήσεων που είχαν ανακύψει κατά το προηγούμενο δίκαιο. Ο χωρισμός, βέβαια, προϋποθέτει αγωγές που ενώνονται αυτοτελώς και, παραλλήλως και όχι επικουρικώς, οπότε στην τελευταία περίπτωση εξετάζονται (ΑΠ 387/1993 ΕλΔικ 35.1269, ΑΠ 787/1993 ΕλΔικ 36.864, ΑΠ 217/1992 ΕλΔικ. 36.58, Β. Βαθρακοκοίλη Κωδ. ΠολΔικ Τόμος Α άρθ. 218 παρ. 12 σελ. 1150). Συνήθως υποβάλλονται με τη σώρευση διάφορα αιτήματα και αυτή είναι η κλασσική περίπτωση. Ενδέχεται, όμως, να επιδιώκεται και το ίδιο αποτέλεσμα (απόδοση μισθίου) με περισσότερους λόγους, οπότε και πάλι υπάρχει τέτοια σώρευση. Πράγματι, κατά την κρατούσα και ορθότερη άποψη, αντικειμενική σώρευση υπάρχει και όταν υποβάλλεται μια αίτηση (απόδοση μισθίου) που θεμελιώνεται σε περισσότερες ιστορικές βάσεις (λόγους απόδοσης), γιατί είναι πρόδηλο ότι από κάθε τέτοια βάση απορρέει αυτοτελές δικαίωμα (απόδοσης) που θα μπορούσε να ασκηθεί με αυτοτελή αγωγή (ΕφΑθ 7166/1978 Αρμ. 33. 273, Κιτσικόπουλο άρθ. 537 παρ. 17/β, Ευκλείδη Ερμηνεία ΠολΔ τ. Β (1932) παρ. 152 σημ. 2 σελ. 19, Ράμμα τ. Α (1978) παρ. 174 Ι σελ. 442, Χ. Παπαδάκη Αγωγές Απόδοσης Μισθίου έκδ. Β` Νο 970,1213 σελ. 339, 429). Η κυριότερη από τις προϋποθέσεις, για το επιτρεπτό της σώρευσης, είναι ότι οι περισσότερες αιτήσεις δεν πρέπει να αντιφάσκουν μεταξύ τους. Έτσι, πρέπει να θεωρηθεί ότι δύο αγωγές -βάσεις αντιφάσκουν μεταξύ τους όταν από νομική άποψη διαφέρει ο σκοπός τους και σε περίπτωση αποδοχής τα αποτελέσματά τους ή οι προϋποθέσεις κάθε μιας είναι διαφορετικές λ.χ η μία προϋποθέτει εγκυρότητα και η άλλη ακυρότητα της σύμβασης (ΕφΑθ 4832/1979 ΝοΒ 28.112, Ράμμο ο.π. παρ. 174 ΙΙΙ Α σελ. 442/443). Κατά συνέπεια, οι αγωγές -με την έννοια της αίτησης  για την παροχή έννομης προστασίας- που σωρεύονται στο ίδιο δικόγραφο δεν θα  πρέπει να αλληλοαποκλείονται (ΑΠ 1016/1991, ΕΕΝ 1992, 616, ΑΠ 590/1994, ΕΕργΔ 1995,1021). Σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής, ως αντιφατικές θεωρούνται οι κρίσεις που δεν μπορούν να ισχύουν ταυτόχρονα ως αληθείς (Μιχελάκης, Το διαδικαστικόν ψεύδος και η υπό του α.ν. 980/1946 μεταρρύθμισις του άρθρου 552 της ΠολΔ, ΕΕΝ 1947, σελ. 241 επ. και ιδίως 247). Έχοντας ως δεδομένο ότι η διαδικαστική πράξη δομείται από τον πραγματικό ισχυρισμό και το αίτημα, η αντίφαση, κατά τα προαναφερόμενα, είναι δυνατό να εντοπίζεται σε οποιονδήποτε από τους δύο αυτούς παράγοντες [βλ. για τα παραπάνω, Κεραμέως-Κονδύλη-Νίκα (-Μακρίδου), ΚΠολΔ Ι (2000), άρθρο 218 αριθ. 5, σελ. 467]. Σχετικά με το πρόβλημα των συνεπειών στην περίπτωση παραβίασης των απαγορεύσεων για τη σώρευση, ο νόμος ορίζει, όπως προαναφέρθηκε, ότι το δικαστήριο ύστερα από αίτηση ή και αυτεπαγγέλτως διατάσσει το χωρισμό. Για το ζήτημα αυτό δεν υπάρχει ομοφωνία. Συνήθως διατυπώνεται η άποψη, που βέβαια βρίσκεται σε συμφωνία με το γράμμα της διάταξης, ότι διατάσσεται απλώς ο χωρισμός των αγωγών που αντιφάσκουν, ώστε να παρασχεθεί η δυνατότητα στον ενάγοντα να επιλέξει ποια από τις πολλές αγωγές θα ασκήσει (ΑΠ 510/1982 ΝοΒ 31. 352, ΕφΑθ 4329/1986 ΕλΔ 27.1332, ΕφΑθ 835/1976 ΕΕν 204, Μπέη ΠολΔ άρθ. 218 παρ. ΙΙΙ-ΙΙ 977, Κεραμέα ΑστΔικονΔ (1986) παρ. 76 σελ. 211 και σημ. 17, Παπαδάκη ό.π. Νο 972α σελ. 341). Η αντίθετη άποψη, σύμφωνα με την οποία δεν διατάσσεται ο χωρισμός, αλλά εξετάζεται η αγωγή που προτάσσεται (ΕφΘεσ 496/1978, Αρμ 32, 698), δεν φαίνεται να βρίσκει έρεισμα στο νόμο, ενώ αντίθετα μεταθέτει το δικαίωμα και την ευθύνη της επιλογής από τον ενάγοντα στο Δικαστήριο (ΕφΑθ 3815/1997, ό. π.). Εν τούτοις, θα ήταν σκόπιμο, όπως υποστηρίζεται από μία μερίδα της νομολογίας (ΕφΑθ 10570/1984 ΝοΒ 33, 832, ΕφΑιγ 51/1985, ΝοΒ 34, 87, ΕφΠειρ 784/1979, ΕλΔ 21, 149, ΕφΑθ 3815/1997, ό.π.), να εξετάζεται η αγωγή που προτάσσεται, αφενός μεν όταν η άλλη είναι νομικά αβάσιμη, οπότε και θα πρέπει να απορρίπτεται, χωρίς να διατάσσεται ο χωρισμός, αφού με τον τρόπο αυτό εξυπηρετείται η αρχή της οικονομίας της δίκης, το αληθινό συμφέρον των διαδίκων και η ταχύτερη επίλυση των διαφορών, αφετέρου, δε, όταν η άλλη αγωγή υπάγεται σε διαφορετική διαδικασία, οπότε το Δικαστήριο -θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι -έχει την ευχέρεια να χωρίσει την αγωγή που εισάγεται αναρμοδίως, περαιτέρω, δε, να κρατήσει και να δικάσει την άλλη, η οποία εισάγεται αρμοδίως.

2. Επειδή  η ρύθμιση αυτή του άρθρου 218 ΚΠολΔ μπορεί να καμφθεί από την εφαρμογή του άρθρου 31 ΚΠολΔ σχετικά με τη δωσιδικία της συνάφειας, που διέπει όχι μόνο την κατά τόπο, αλλά και την καθ’ ύλην αρμοδιότητα, υπό την έννοια ότι στην αρμοδιότητα της κύριας δίκης μπορούν να υπαχθούν και οι παρεπόμενες αυτής δίκες, που ανήκουν στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του κατώτερου δικαστηρίου. Συνάφεια υπάρχει και όταν τα δικαιώματα, που αποτελούν τα αντικείμενα των περισσότερων δικών, βρίσκονται σε εσωτερικό ή ουσιαστικό σύνδεσμο, που απορρέει από την ίδια έννομη σχέση του ουσιαστικού δικαίου, ή όταν το ίδιο βιοτικό συμβάν αποτελεί κοινή ιστορική βάση των περισσότερων αγωγών και συνακόλουθα η συνεκδίκασή τους είναι απαραίτητη προς αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων (ΕφΔωδ 188/2004 ΝΟΜΟΣ, ΠολΠρΘεσ 25108/2009 ΝΟΜΟΣ).

3. Στην αγωγή αυτή η βάση των άρθρων ν. 2251/1994, η οποία προϋποθέτει προηγούμενη σύναψη σύμβασης πίστωσης, δεν αντιφάσκει με όλες τις άλλες στις οποίες ζητείται η απομείωση λόγω απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών (288, 388 ΑΚ), ούτε ασφαλώς με το αναγνωριστικό αίτημα της ακυρότητας των πληττόμενων με την αγωγή όρων και, δυνάμει του άρθρου 181 ΑΚ, το αναγνωριστικό αίτημα της ακυρότητας ολόκληρης της σύμβασης, επειδή στην προκείμενη περίπτωση πρόκειται για προδιατυπωμένη σύμβαση, οι όροι της οποίας δεν επιδέχονται διαπραγμάτευσης, η σύναψη της οποίας δεν θα είχε επιχειρηθεί χωρίς το άκυρο μέρος. Σε κάθε περίπτωση, δεν υπάρχει διαφορά και ως προς τα αποτελέσματα, αφού στον πρώτο λόγο (ν. 2251/1994) ο επανακαθορισμός της οφειλής επέρχεται  με την κρίση περί άκυρων και καταχρηστικών Γ.Ο.Σ., ενώ στους άλλους λόγους (άρθ. 288, 388) λόγω της απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών. Δικονομικά η στήριξη του επιδίκου δικαιώματος σε περισσότερες ιστορικές αιτίες είναι παραδεκτή κατ` άρθ. 218 παρ. 1 ΚΠολΔ, εφόσον συντρέχουν οι εν συνεχεία αναφερόμενες θετικές προϋποθέσεις (β, γ, δ) και ελλείπουν οι αρνητικές (α, ε). Αντίφαση των λόγων της αγωγής υπάρχει όταν αποκλείεται η συνύπαρξη αυτών κατά το ουσιαστικό δίκαιο, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις που προβλέπεται επιλεκτική ή διαζευκτική ενάσκηση του δικαιώματος ή τα πραγματικά γεγονότα κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας αποκλείεται να έλαβαν χώραν σωρευτικώς (βλ. Ράμμος Εγχ.Αστ.Δικ.Δικ. έκδ 1978 σελ. 442, Κ. Μπέης ΕρΚΠολΔ άρθ. 218 παρ. παρ.  2 και 6 άρθ. 219 παρ. 1, σελ. 973, 975, 981). Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει καμιά αντίφαση, καθόσον είναι δυνατόν να συνυπάρχουν όλα μαζί τα γεγονότα, από τα οποία πηγάζουν αντίστοιχα δικαιώματα ημών των εναγόντων, ήτοι α) να υπάρχει ακυρότητα των πληττόμενων με την αγωγή όρων βάσει του άρθρου 2 ν. 2251/1994 και, δυνάμει του άρθρου 181 ΑΚ σε συνδυασμό με το ότι στην προκείμενη περίπτωση πρόκειται για προδιατυπωμένη σύμβαση, οι όροι της οποίας δεν επιδέχονται διαπραγμάτευσης, η σύναψη της οποίας δεν θα είχε επιχειρηθεί χωρίς το άκυρο μέρος, να ενυπάρχει (και) ακυρότητα ολόκληρης της σύμβασης, και β)  να υπάρχει συναφής υποχρέωση της  εναγόμενης από τα άρθρα 288 και  388 ΑΚ, για διαγραφή του 37% του ποσού του καταλοίπου του λογαριασμού, που επεκτείνεται και στην αναπροσαρμογή του παραπάνω (μετά τη διαγραφή) ποσού, με περαιτέρω απομείωση αυτού, σύμφωνα με τους όρους που θα κριθούν ως άκυροι και καταχρηστικοί, αίτημα το οποίο, σε κάθε δε περίπτωση, έχει παρεπόμενο σε σχέση με την αγωγή περί ακυρότητας των πληττόμενων ΓΟΣ  χαρακτήρα.

4. Οι προεκτεθείσες σωρευόμενες στο ίδιο δικόγραφο αγωγές τυγχάνουν συναφείς μεταξύ τους, δεδομένου ότι άπτονται διαφορών απορρεουσών εκ της ίδιας βιοτικής σχέσεως (ά. 31 § 3 ΚΠολΔ),  δηλαδή αφορούν την ίδια ως άνω απαίτηση, οπότε εμπίπτουν άπασες επί τη βάσει των προηγηθέντων στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του ανώτερου δικαστηρίου, ήτοι στο Πολυμελές Πρωτοδικείο (αναλογία από το ά. 31 § 2 ΚΠολΔ) (βλ. Ν. Νίκα, Πολιτική Δικονομία Ι, 2003, σ. 200 επ.), ενώ δεν ανακύπτει, προς όφελος της οικονομίας της δίκης και αποτροπής του κινδύνου εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων, ανάγκη χωρισμού τους κατ’ άρθρο 218 § 2 ΚΠολΔ, ούτε ασφαλώς οποιαδήποτε εξ αυτών να παραπεμφθεί σε άλλο δικαστήριο, αφού η τιθέμενη μέσω της ρυθμίσεως του άρθρου 218 § 1 στοιχ. β ΚΠολΔ προϋπόθεση του παραδεκτού της αντικειμενικής σωρεύσεως αγωγών και εξομοιούμενων με την αγωγή ένδικων βοηθημάτων (λ.χ. ανακοπών), η οποία έγκειται στην ύπαρξη καθ’ ύλην αρμοδιότητας του δικάζοντος δικαστηρίου ως προς το σύνολο των σωρευόμενων ένδικων βοηθημάτων, δύναται να θεμελιωθεί στην καθιερούμενη δια του άρθρου 31 ΚΠολΔ ειδική και αποκλειστική δωσιδικία της συνάφειας (forum connexitatis), η οποία δεν καθορίζει αποκλειστικώς την κατά τόπον αρμοδιότητα, αλλά επηρεάζει επιπροσθέτως την καθ’ ύλην (βλ. Νίκα, ό.π., σ. 201· του ίδιου, Πολιτική Δικονομία ΙΙ, 2005, σ. 158· του ίδιου, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως Ι, 2010, σ. 631). Συνεπώς οι προαναφερθείσες σωρευόμενες στο κύριο δικόγραφο της παρούσας δίκης αγωγές των άρθρων 181, 288, 388 ΑΚ  καθώς και των διατάξεων ν. 2251/1994 είναι συναφείς, σε κάθε δε περίπτωση η αγωγή των άρθρων 288 και 388 ΑΚ έχει παρεπόμενο σε σχέση με την αγωγή περί ακυρότητας των πληττόμενων ΓΟΣ  χαρακτήρα (ν. 2251/1994, ΑΚ 181), αφού το αίτημα  για διαγραφή του 37% του ποσού του καταλοίπου του λογαριασμού, σε ποσοστό δηλαδή ισόποσο με τη μεσοσταθμική μείωση της τελευταίας εξαετίας (από το 2009 έως το χρόνο άσκησης της αγωγής) του εισοδήματός των εναγόντων, επεκτείνεται και στην αναπροσαρμογή του παραπάνω (μετά τη διαγραφή) ποσού, με περαιτέρω απομείωση αυτού, σύμφωνα με τους όρους που θα κριθούν ως άκυροι και καταχρηστικοί.

[Βλ. και ΑΠ 1533/2011, επί των εν εκεί υποκειμενικώς (ΚΠολΔ74 περ.1) και αντικειμενικώς σωρευομένων (ΚΠολΔ 218παρ.1) αγωγών, με τις οποίες  ζητήθηκε (α) να κηρυχθούν άκυρες  οι πληττόμενες  συμβάσεις πιστώσεως με ανοικτό λογαριασμό, (β) να αναγνωρισθεί  η απελευθέρωση της δεύτερης των εναγόντων από την εγγύηση, (γ) να αναγνωρισθεί  η υποχρέωση της εναγομένης τράπεζας να επαναϋπολογίσει τους τόκους, και (δ) να αναγνωρισθεί υποχρέωση εις ολόκληρο καταβολής ως αποθετική ζημία και επιπρόσθετα ως χρηματική τους ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, το ιστορικό της όποιας (Αρεοπαγικής απόφασης) παραθέτουμε αυτούσιο και έχει ως εξής: «Ειδικότερα, με το 33261/2055/28-2-2003 δικόγραφο αγωγών οι δι`αυτής ενάγοντες και ήδη  αναιρεσείοντες εδίωκαν πλην άλλων, κατά το ενδιαφέρον την παρούσα αναιρετική διαδικασία αντικείμενο αυτής, (α) να κηρυχθούν άκυρες οι ........ και 6….-1/1994 συμβάσεις πιστώσεως με ανοικτό λογαριασμό, τις οποίες κατάρτισε ο πρώτος ως πρωτοφιλέτης και η δεύτερη τούτων ως εγγυήτρια με την τράπεζα ........ , της οποίας καθολική διάδοχος υπήρξε από το έτος 1999 η πρώτη των εναγομένων και ήδη αναιρεσιβλήτων, λόγω πλάνης τους και απάτης, που προκλήθηκε από τους προστηθέντες υπαλλήλους αυτής, δεύτερο και τρίτο των αναιρεσίβλητων, και (β) να αναγνωρισθεί (αα) η απελευθέρωση της δεύτερης των εναγόντων από την εγγύηση κατά το άρθρο 862 ΑΚ, για το λόγο ότι από υπαιτιότητα των εναγομένων δεν κατέστη δυνατή η ολική εξόφληση του πράγματι συνομολογηθέντος δανείου λόγω χρεώσεως αυτού με τόκους αλληλόχρεου λογαριασμού αντί στεγαστικού δανείου, (ββ) η υποχρέωση της εναγομένης τράπεζας υπολογισμού των τόκων από 9-10-1995 με βάση κυμαινόμενο επιτόκιο στεγαστικού δανείου για την αγορά επαγγελματικής στέγης που εφάρμοσε η ...... Τράπεζα της Ελλάδος, με προκύπτουσα από την αιτία αυτή διαφορά ποσού 28.064.731 δρχ. και (γγ) η υποχρέωση εις ολόκληρο καταβολής (i) του ισόποσου σε ευρώ του εν λόγω ποσού και επιπρόσθετα (ii) στον πρώτο το ισόποσο σε ευρώ 150.000 δρχ., ως αποθετική του ζημία και επιπρόσθετα το ποσό των 293,470,00 ευρώ και στην δεύτερη εκείνο των 44021,00 ευρώ ως χρηματική τους ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστησαν από την αποδιδομένη στους εναγομένους άδικη και υπαίτια, από πρόθεση, πράξη με τη μορφή απάτης. Επί των εν λόγω υποκειμενικώς (ΚΠολΔ74 περ.1) και αντικειμενικώς σωρευομένων (ΚΠολΔ 218παρ.1) και με στοιχ.(α) και (β) χαρακτηριζομένων αγωγών εκδόθηκε η απορριπτική αυτών 5982/2004 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και σε δεύτερο βαθμό, κατ` αποδοχή της 8064/21-9-2005 εφέσεως των εναγόντων, με τους με ιδιαίτερο, 484/10-4-2006, δικόγραφο πρόσθετους αυτής λόγους, εξαφάνιση της προσβαλλόμενης δι`αυτής πρωτοβάθμιας αποφάσεως κατά με στοιχ. (α) και (β) κεφάλαια αυτής και εξέταση κατά τούτο κατ`ουσίαν της υποθέσεως, η 5082/2006 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, κατά μερικής παραδοχή των με στοιχ. (α), β (γγ,ii) αγωγών, αξιολογώντας παράλληλα ως αλυσιτελή την έρευνα των λοιπών και με στοιχ. β (αα),(ββ) και (γγi) αγωγών, μετά την ακύρωση των προσβαλλόμενων συμβάσεων, κατά παραδοχή της με στοιχ. (α) αγωγής.»]

5. Καταληκτικά, οι αγωγές για τον δικαστικό επανακαθορισμό του καταλοίπου της ένδικης πίστωσης, που θεμελιώνεται σε δύο κυρίως, παραλλήλως και σωρευτικώς προβαλλόμενες βάσεις (λόγους επανακαθορισμού) και συγκεκριμένως στις διατάξεις των άρθρων ν. 2251/1994 και  288, 388  του ΑΚ αντιστοίχως, που όλες επιδιώκουν την απομείωση της οφειλής των εναγόντων προς την Τράπεζα, δεν αντιφάσκουν ουσιαστικά, αφού καμία από τις ουσιαστικές προϋποθέσεις τους δεν βρίσκονται σε αντίφαση, πρόσθετα δε τα αποτελέσματά τους δεν είναι αντιφατικά. Σε κάθε, δε, περίπτωση, οι προεκτεθείσες σωρευόμενες στο ίδιο δικόγραφο αγωγές τυγχάνουν συναφείς μεταξύ τους, δεδομένου ότι άπτονται διαφορών απορρεουσών εκ της ίδιας βιοτικής σχέσεως (ά. 31 § 3 ΚΠολΔ), δηλαδή αφορούν την ίδια απαίτηση από την ίδια ένδικη πίστωση, οπότε εμπίπτουν άπασες επί τη βάσει των προηγηθέντων στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του ανώτερου  δικαστηρίου, ήτοι στο Πολυμελές Πρωτοδικείο.

Το δικόγραφο της εφέσεως εδώ

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?

Δάνεια σε ελβετικό Φράγκο: Αίτηση Ανάκλησης μη οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου που αναστέλλει την έκδοση απόφασης μέχρι το ζήτημα να κριθεί από την Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου 20 Feb 2019 11:26 AM (6 years ago)



Χιλιάδες υποθέσεις δανειοληπτών σε ελβετικό Φράγκο έχουν “παγώσει” στα Πρωτοδικεία όλης της χώρας, με δικαστικές αποφάσεις οι οποίες μη νόμιμα αναστέλλουν την έκδοση οριστικής απόφασης, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση από την Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου… Οι αποφάσεις αυτές είναι πρόδηλα εσφαλμένες. Για τους λόγους αυτούς δημοσιεύω σήμερα αίτηση ανάκλησης μη οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου για δάνεια σε CHF.

«Επειδή, ως προς το κρίσιμο νομικό ζήτημα η απόφαση της Τακτικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου στην οποία παραπέμφθηκε με την 884/2018 απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου υπόθεση αγωγής από Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου, η οποία είναι ξ έ ν η προς εμάς, δ ε ν πρόκειται να είναι δ ε σ μ ε υ τ ι κ ή και για τη δική μας εκκρεμή υπόθεση, αφού κατά το άρθρ. 580 § 4 ΚΠολΔ οι αποφάσεις της Ολομέλειας και των Τμημάτων του Αρείου Πάγου δεσμεύουν ως προς το νομικά ζητήματα που έλυσαν μ ό ν ο τα δικαστήρια που ασχολούνται με την ί δ ι α υπόθεση» (ΑΠ 11/2011 ΟΛΟΜ). Συνεπώς, η εκκρεμότητα ενώπιον του Αρείου Πάγου νομικού ζητήματος για το οποίο πρόκειται να αποφανθεί η Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, στην οποία παραπέμφθηκε με την 884/2018 απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου υπόθεση αγωγής από Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου, η οποία είναι ξ έ ν η προς εμάς, δ ε ν μπορεί να δικαιολογήσει, κατά το αρθρ 249 Κ.Πολ.Δ,, αναβολή της δικής μας εκκρεμούς δίκης στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών για την ως άνω παρεμφερή υπόθεση, από μόνο το λόγο ότι γεννιέται σ' αυτή το ίδιο νομικό ζήτημα, εάν δηλαδή ο επίδικος γενικός όρος των συμβάσεων εντάσσεται στους δηλωτικούς όρους τους, κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ. 2 της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, κι επομένως εκφεύγει του ελέγχου καταχρηστικότητας, καθόσον αποκρούεται από την άνω διάταξη και προσθέτως για το λόγο ότι η αναβολή στην περίπτωση αυτή θα ισοδυναμούσε με α π ε μ π ό λ η σ η από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών της ίδιας του δικαιοδοσίας, v' αποφαίνεται α υ τ ό ν ο μ α για τα ανακύπτοντα νομικά ζητήματα στην κρινόμενη απ' αυτό υπόθεσή μας (πρβλ. ΕΑ 5598/80 Δνη 21/515, βλ. και Βαθρακοκοίλης 249 Κ.Πολ.Δ.).»

«Επειδή το διατακτικό της μη οριστικής απόφασης υπ’ αρίθμ. .../2018 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που αναστέλλει την έκδοση οριστικής απόφασης μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση από την Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, αντίκεινται στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών που διασφαλίζει για όλα τα πρόσωπα το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, καθώς με την εν λόγω απόφαση η προσφυγή μας (αγωγή από Σύμβαση Στεγαστικού Δανείου σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου) κατέστη α π ρ ό σ φ ο ρ η προσφυγή, ενώ η παραβίαση έχει διαπραχθεί από την δικαστική εξουσία που ενεργεί υπό την επίσημη κρατική ιδιότητά της, καθότι μη νόμιμα η αρμόδια δικαστική αρχή δεν αποφάνθηκε σχετικά με τα δικαιώματα ημών των προσφευγόντων, άρα αποκλείστηκε η δυνατότητα δικαστικής προσφυγής μας, με αποτέλεσμα να προσβληθεί το δικαίωμα ε λ ε ύ θ ε ρ η ς και α ν ε μ π ό δ ι σ τ η ς πρόσβασής μας στο δικαστήριο καθώς και το δικαίωμα να τύχουμε σχετικά με την υπόθεσή μας α κ ρ ό α σ η ς , δικαίωμα το οποίο προστατεύεται απόλυτα και από το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο "καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ' αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως ο νόμος ορίζει".»

Κατέβασε την Αίτηση ανάκλησης μη οριστικής απόφασης Πολυμελούς Πρωτοδικείου για Συμβάσεις Στεγαστικών Δανείων σε Συνάλλαγμα Ελβετικού Φράγκου, εδώ

Add post to Blinklist Add post to Blogmarks Add post to del.icio.us Digg this! Add post to My Web 2.0 Add post to Newsvine Add post to Reddit Add post to Simpy Who's linking to this post?