
ύστερα, μετά απ' αυτή τη γρήγορη αναπόληση

Δε μ' ενδιαφέρει η ειρήνη που κρύβει τον πόλεμό σου
Μέσα στον πόλεμό σου κρύβεται η ειρήνη
σε κόσμους βίας
σύγχυσης
μεταλλαγής
μέσα σε μια σάπια κοινωνία
ξεχασμένη από τον εαυτό μου
αφημένη...
να παίζω σ’ ένα θανάσιμο παιχνίδι



Παρ’ όλο που όλα αυτά τα πράγματα συμβαίνουν
δεν ξέρεις αν αρκούν για να ‘σαι ωραία
μέχρι το φτάσιμο του τελευταίου ενός.
μέχρι τη σύνθλιψη ωκεανών.
γιατί το δυσκολότερο επίτευγμα είναι η αποδοχή του θανάτου;
γιατί όλα γι’ αυτόν κι όλα προς αυτόν.
γιατί κινούμαστε το σύμπαν
και φέρουμε αυτό.
με τους καθρέφτες και το φως μπορείς να παίξεις.


Έχω χάσει την ψυχή μου
Και ψάχνω σ’ ένα τίποτα
Μ’ έχει χάσει κι η ψυχή

Πεινασμένη...
εντελώς παρανοημένη
μ’ έπνιξε η βροχή η ψεύτικη
η ομορφιά που βλέπω στον κόσμο σαπίζει
δεν μπορώ να υπερασπιστώ τον εαυτό μου
Picture: Nemesis, by Rick Berry

Ναι αγαπημένη μου,
εμείς γι' αυτά τα λίγα κι απλά πράγματα πολεμάμε
για να μπορούμε νά 'χουμε μία πόρτα, έν' άστρο, ένα σκαμνί
ένα χαρούμενο δρόμο το πρωί
ένα ήρεμο όνειρο το βράδι.
Για νά 'χουμε έναν έρωτα που να μη μας τον λερώνουν
ένα τραγούδι που να μπορούμε να τραγουδάμε
Όμως αυτοί σπάνε τις πόρτες μας
πατάνε πάνω στον έρωτά μας.
Πριν πούμε το τραγούδι μας
μας σκοτώνουν.
Μας φοβούνται και μας σκοτώνουν.
Φοβούνται τον ουρανό που κοιτάζουμε
φοβούνται το πεζούλι που ακουμπάμε
φοβούνται τπ αδράχτι της μητέρας μας και το αλφαβητάρι του παιδιού μας
φοβούνται τα χέρια σου που ξέρουν ν' αγκαλιάζουν τόσο τρυφερά
και να μοχτούν τόσο αντρίκια
φοβούνται τα λόγια που λέμε οι δυό μας με φωνή χαμηλωμένη
φοβούνται τα λόγια που θα λέμε αύριο όλοι μαζί
μας φοβούνται, αγάπη μου, και όταν μας σκοτώνουν
νεκρούς μας φοβούνται πιο πολύ.
Tάσος Λειβαδίτης
Image credit: NASA.
A globular cluster is a tightly grouped swarm of stars held together by gravity. This globular cluster is one of the densest of the 147 known clusters in the Milky Way galaxy.

με πόσα μάτια θα με κοιτάς
πίσω από πόσους αιώνες
με πόσα χέρια θα μ' αγκαλιάζεις
με πόσα στόματα θα με φιλάς
πόσοι άνεμοι θα διασχίσουν το κορμί μου
σε πόσα όνειρα θα με κρατάς;
σε πόσα όνειρα θα με φυλάς;
κι αν έρθω στο όνειρό σου
θα έρθω να δέσω τα χέρια μου γύρω σου
να γίνω ένα με το δέρμα σου
μέσα στην αγκαλιά σου
και θα ψιθυρίσω απλώς κράτα με
κράτησέ με στη ζεστή αγκαλιά σου
άσε με να χαθώ μέχρι να ξημερώσει... εκεί
ν' ακούω την καρδιά σου να χτυπάει
ν' ακούω το ρυθμό σου την ανάσα σου
να χάνομαι στην αγκαλιά σου
να γίνομαι ένα με την αγάπη σου
να με φιλάς
χωρίς καμιά απόσταση
χωρίς καμία άμυνα
χωρίς κανένα σύνορο
να μ' αγαπάς...
μόνο αυτό...
μόνο γι' αυτό θα έρθω στ' όνειρό σου

σ' ένα σπαρακτικό κενό
ούτε καν κενό
σ' ένα βυθό' σε μια άβυσσο
σε μια ερημιά' σε μια έρημο
σε μια ξενιτιά' σε μια βαθιά πληγή
σε μια σκοτεινιά' σε μια σκοτεινιά ερημική
να ουρλιάζω μέσα μου να ουρλιάζω
για τη ζωή
ή το κενό
ή και το τίποτα' όλο αυτό το βάρος
το κενό' αυτό το ασήκωτο κενό.
κι η αγάπη σου που είναι τόσο μακριά
μα τόσο κοντά
όσο η ίδια η καρδιά μου για μένα

Μην παραγκωνίζεις τα όρια του νου σου
και της καρδιάς...
προσφέρεις πάνω απ’ όλα στον εαυτό σου
κι ύστερα στο όλο
διαφορετικά το όλο δε χρειάζεται την προσφορά σου
υπήρξες μέσα από πέντε λέξεις – και τι έγινε;
βλέπεις ν’ ανασηκώνονται τα μάτια
τρομαγμένα
ακούς τον ψίθυρο κι ανατριχιάζεις
αγκομαχάς
δε θες τη γιατρειά του κόσμου
που σε ποτίζει δηλητήριο
καλύτερα να πεθάνεις
παρά να γευτείς τη γιατρειά του κόσμου
μονάχος βάδιζε...
χωρίς τα γιατροσόφια...
μια κοινωνία που ο καθένας
απλώς θα προσπαθεί να σώσει τον εαυτό του
ο καθένας σωτήρας του εαυτού του
και κανένας σωτήρας για κανέναν
αλλού δεν υπάρχει σωτηρία
μόνο μέσα σου
όποιος σ’ αγαπά θέλει να μοιράζεται μαζί σου
κι αν πρόκειται να σε σώσει
δε θα το κάνει θεωρητικά
κανένας δεν μπορεί να κάνει αυτό που μπορείς εσύ
γι’ αυτό απλώς κάν΄το
γι’ αυτό πάντοτε σ’ αγαπώ
γιατί είσαι πιστός στο δρόμο σου
δεν τον προδίδεις ποτέ

με λυπεί
με λυπεί που βρίσκουν τόσο άθλιους τρόπους
για να σε κάνουν να σωπάσεις
με λυπεί που προσπαθούν να σε καλουπώσουν
μες στις δικές τους σκέψεις
που θέλουν να σε κάνουν να δεις με τα δικά τους μάτια
τον κόσμο
λες κι είσαι τυφλή
αντί να θέλουν να μοιραστούν τούτες τις οράσεις
αντί να θέλουν να μοιραστούν τούτη την ύπαρξη
τη θεοσκότεινη

Τα μόνα όπλα σου να είναι αόρατα
καταστροφικά σε όσα σαπίζουν την ψυχή
ηρωικά σαν να ζεις σε μια εποχή συμβόλων
μην άγεσαι απ’ τα φαινόμενά σου
και τα όνειρά σου είθε να μην ξεθωριάζουν
με την αυγή
όσο τα παιδιά πεθαίνουν για τις ορέξεις των λίγων
όταν τόσο απροκάλυπτα κυριαρχεί η βία
όταν ξεχνάει να σε γεύεται η ζωή
όταν με μελίρρυτα λόγια παρηγοριέται
όχι - δε σε ξέρω καθόλου
είσαι τόσο άγνωστος σε μένα
βάζεις λογική στις καθωσπρέπει μου νευρώσεις
όλα όσα συμβαίνουν είθε να ενώσουν τα συντρίμμια
να σε γεμίσουν φως...

Πατώ σε ξένα όνειρα
αγγίζω ξένο χώμα
μιλώ σε ξένο βυθό
η άβυσσος της ψυχής πετάει
η καρδιά γκρεμοτσακίζεται
απ' τις ψηλές κορφές της αβύσσου
ο νους απλώνεται αιθέρας
οι πληγές ανοιχτές
το αίμα ξεράθηκε
έγινε ψυχρό αίμα
κυλάει ατάραχο
κυλάει ατάραχο

Κάθε μέρα σε ψάχνω
ανάμεσα στις λέξεις
μια μέρα μες στο χαρτί θα έμπαινα για να κρυφτώ
και να χαθώ από τον κόσμο
πάνω στα βουνά και μες στις λίμνες
μαζί με τις νεράιδες σ’ ένα όνειρο...

Ό,τι ξεκίνησε ως παραμύθι
ως παραμύθι θα τελειώσει...
στο βαθύ μου ύπνο... θα ξυπνήσω
και τότε θα δω μες στο βαθύ σκοτάδι
την αθώα αγάπη σου να με τυλίγει
τα φιλιά σου να με αναγεννούν
να χάνομαι σε μια αόρατη πατρίδα
μες στη ματιά σου
να κολυμπώ μέσα στη θάλασσά σου
ν' απλώνομαι σαν το κενό μέσα στα όνειρά σου
και να σε βλέπω από παντού...
με κλειστά μάτια
να γιατρεύω την πληγή
μες στα ιάματά σου

Μόνο σήμερα είναι που σηκώθηκα απ’ το κρεβάτι
από έναν ύπνο μου βαθύ.
Είναι μόλις δυό μέρες που κοιμάμαι ασταμάτητα
κι ούτε ονειρεύτηκα στιγμή.
Απόψε νιώθω, φιλικά, σα να γεννήθηκα
κι η μουσική μού κατακλύζει την ψυχή.
Δεν είν’ η μάσκα που θα σε κάνει εσένα διάσημο
μα η ζωή, πώς θα την πράξεις, αληθινή.
Είναι ένα έργο που ταλανίζει το κεφάλι μου,
σκέψες κι ονείρατα και λόγια αρμονικά.
Μα μήτε τόλμησε το χέρι να βαστήξει το,
και το μελάνι δεν το πήρα από νωρίς.
Είναι δυό μέρες μόνο τώρα που σηκώθηκα
μες στο σκοτάδι τα στοιχειά να καρτερώ.
Μες στην ψυχούλα, στην ψυχούλα σου νοστάλγησα
σαν πυρετός να πασπαλίσω τη μορφή.
Πέφτω σαν πόθησα
σαν πόθησα το τέλος μου.
Δεν είναι πικάντικο το βλέμμα που το φόρεσα
μήτε οι καιροί, μήτε οι καιροί που ξενυχτώ.
Σ’ όλα τα λάθη, τα μισόλογα, τα σφάλματα
δε θέλεις πια, δε θέλεις μήτε να μαθαίνεις.
Μα εγώ φωνάζω, σου φωνάζω ψιθυρίζοντας
και να που θέλω να ανθίσω στο κορμί σου.

Η αγάπη που δεν εκφράζεται γίνεται μίσος
ό,τι δεν εκφράζεται και απωθείται
γίνεται νεκρή εικόνα
γυρνά και ξαναγυρνά όταν σε βρίσκει
απροετοίμαστο
Ετοίμασέ μου τις βαλίτσες
έχω καιρό να δω τα βότσαλα
ετοίμασέ μου τη γιορτή
στη θάλασσα θα περπατώ
ξυπόλητη

Κάποτε με τις λέξεις ή με τη σιωπή
πριν απ’ τις λέξεις
πήγαινα εκεί
αναζητώντας την αγάπη μου
εκείνη ήταν ελεύθερη εκεί
και είναι πάντοτε εκεί αλλάζοντας
παίρνοντας όλες τις μορφές
εκεί...
η αγάπη μου

τώρα είμαι ένα άδειο βαγόνι
μέσα στο οποίο δεν ταξιδεύει κανείς
και όπου να 'ναι το ταξίδι τελειώνει
και η αιωνιότητα θα με βρει κενή
διάφανη θα μπει μέσα μου
και θα χαθεί

είμαι ξανά εδώ στο σκοτάδι
να φροντίζω τις ανοιχτές πληγές
να μην πάρουν φως
και σκιστεί για πάντα το δέρμα
και καεί η ψυχή